Weather Icon

Sait Çetinoğlu: Ο Τοπάλ Οσμάν και η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού

Sait Çetinoğlu: Ο Τοπάλ Οσμάν και η Γενοκτονία του Ποντιακού Ελληνισμού
Στη μνήμη του Στέργιου Θεοδωρίδη σε ανάμνηση του Πόντου
Γράφει ο Sait Çetinoğlu
Η περίληψη το πως ένας επαρχιώτης αλήτης ανυψώνεται αξιακά ως ήρωας από το κράτος και με την ανοικτή υποστήριξη του τοπικού Μουσουλμανικού συναφιού, στην διεργασία των Γενοκτονιών Αρμενίων και Ελλήνων του Πόντου.
Η Γενοκτονία των Ρωμιών του Πόντου και τα Πογκρόμ στις γεωγραφικές περιοχές στα παράλια του Αιγαίου και στην Ανατολική Θράκη αποτελούν διεργασίες που το Σωματείο Ένωσης και Πρόοδος αποκοτώντας εμπειρίες σχεδίασε λεπτομερώς την Γενοκτονία κατά των Αρμενίων το 1915. Η Γενοκτονία αυτή, εκτελέστηκε με τη σχεδίαση και επίβλεψη των θιασωτών που είχαν αποκτήσει εμπειρίες στα Πογκρόμ κατά των Ρωμιών. Ένας από αυτούς υπήρξε ο Φεριντούνζαντε Οσμάν από την Κερασούντα. Φημισμένος με όνομα Τοπάλ Οσμάν , δηλαδή Κουτσός Οσμάν.
Η Κερασούντα ήταν μια πόλη με μεγάλο και πυκνό χριστιανικό πληθυσμό στην οποία ο Καπετάν Γιώργος υπήρξε Δήμαρχος για 20 χρόνια. Ως μια εμπορική πόλη ο Χριστιανικός πληθυσμός είχε μεγάλο πλούτο και ήταν προοδευμένος κοινωνικά. Ο πλούτος αυτός ήταν ζηλευτός από τους Μουσουλμάνους και από τον Οσμάν.
Στα πλαίσια του προγραμματισμού της Γενοκτονίας που αναφέραμε, όπως έγινε σε όλο τον Πόντο και στην Κερασούντα καταγράφηκαν οι περιουσίες των Ρωμιών και φακελώθηκαν οι ηγέτες τους.
Στον Πόντο οι πρώτες εκτοπίσεις ξεκίνησαν με την επίκληση λόγων ασφάλειας. Εκκενώθηκαν τα χωριά και οι κωμοπόλεις κοντά στις εμπόλεμες περιοχές. Κατά τις εκτοπίσεις αυτές ζητείται από την κρατική ηγεσία να λαμβάνεται υπόψη η στάση της Ελλάδος στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο. Η ένταση των εκτοπίσεων αυξάνει με την στάση της Ελλάδος στον Πόλεμο. Όταν η Ελλάδα αποφασίζει να συμμετέχει στον Πόλεμο (Ιούνιος 1917) εξελίσσονται ραγδαία οι εκτοπίσεις.
Το έτος 1916 που ξεκινούν οι εκτοπίσεις, είναι επειδή έχουν εξαντληθεί τα λάφυρα της Αρμενικής Γενοκτονίας. Τα μάτια για νέα λεία στρέφονται τώρα προς τον Πόντο. Πολύ λογικά κατά των εκτοπίσεων αρχίζει η αντίσταση. Οι Έλληνες Οθωμανοί στρατιώτες που έχουν επιστρατευτεί, αφού αφοπλίζονται, στέλονται στα τάγματα εργασίας (αμελέ ταμπουρλαρί) και χρησιμοποιούνται σαν ζώα μεταφοράς και σε βαριές εργασίες, οπότε αυξάνονται οι λιποταξίες. Οι νέοι αυτοί φθάνουν σε κοντινές περιοχές των χωριών που κατάγονται για να υπερασπιστούν τους δικούς τους. Η επιστράτευση έχει εξαλείψει κάθε ασφάλεια ζωής των Ελλήνων. Παράλληλα με την ήτα του Οθωμανικού στρατού από τους Ρώσους στον Καύκασο, δημιουργείται ένα κύμα Μουσουλμάνων προσφύγων και λιποτακτών, προς την Δύση οι οποίοι λεηλατούν και επιτίθενται στα Ελληνικά χωριά.
Στις εκτοπίσεις αρχικά επιλέγονται οι ηγέτες των Ελληνικών Κοινοτήτων. Μαζί με τους εύπορους για να καταστραφούν οικονομικά, εκτοπίζονται και οι ηγέτες των Κοινοτήτων. Το ποσοστό των θανάτων στις εκτοπίσεις είναι πολύ μεγάλος.
Με την έναρξη των εκτοπίσεων στον Δυτικό Πόντο, αρχίζει ο ρόλος του Τοπάλ Οσμάν. Έχει αποκτήσει πείρα στην Αρμενική Γενοκτονία αλλά και γνωρίζει τους πάντες στην περιοχή του.
Με την λήξει του Πολέμου με την ήττα του Οθωμανικού κράτους. διακόπτεται για λίγο η Γενοκτονία στον Πόντο. Όσοι επιβίωσαν στις εξορίες, αρχίζουν να επιστρέφουν στους τόπους τους. Όμως αυτοί όταν επιστρέφουν δεν μπορούν εισέλθουν στα σπίτια, μαγαζιά και τους αγρούς τους. Κατά την διαδικασία των εκτοπίσεων, οι περιουσίες τους έχουν αρπαχτεί από Μουσουλμάνους, τα υπάρχοντα τους έχουν κατασχεθεί και συνεπώς έχει μηδενιστεί η περιουσία τους με αποτέλεσμα να είναι στους δρόμους.
Πριν ασχοληθούμε με τον Τοπάλ Οσμάν, θα εξετάσουμε την Κερασούντα που θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε τι φαινόμενο υπήρξε ο Τοπάλ Οσμάν. Όταν μελετήσουμε την επετηρίδα Anuairre Oriental’in του 1914, στις σελίδες για την Κερασούντα βλέπουμε ξεκάθαρα τον σημαντικό ρόλο των χριστιανών. Στην πρώτη μεταπολεμική επετηρίδα του 1921, αφού στην διάρκεια τοθ Πολέμου δεν εκδόθηκαν, οι Αρμένιοι έχουν εξαφανιστεί, οι Έλληνες έχουν μειωθεί και έχουν εξατμιστεί εντελώς στον τόμο του 1922. Το 1922 δεν είχε γίνει ακόμη η εκδίωξη με το όνομα Ανταλλαγής. Θα λέγαμε την αλήθεια αν λέμε ότι δεν έχουν μείνει Πόντιοι Έλληνες για να Ανταλλαγούν από την Κερασούντα και τον Δυτικό Πόντο.
Η κοινωνική προέλευση του Τοπάλ Οσμάν
Στην επίσημη ιστορία για τον Τοπάλ Οσμάν, του σφαγέα των Ελλήνων του Πόντου, γράφεται ο ισχυρισμός ότι είχε χάσει το ένα του πόδι και έμεινε ανάπηρος για χάρη την θρησκεία και το έθνος στον Βαλκανικό Πόλεμο, λέγεται και γράφτηκε πάντα ως μια ηρωική ιστορία, λόγω της απόγνωσης των εξοριζμένων Ελλήνων του Πόντου και την σιωπή των Τούρκων. Μέχρι πρόσφατα, οι μελέτες αυτού του είδους αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα της βιβλιογραφίας. Υπήρξε μια μόνη εξαίρεση σε αυτό το θέμα στο παρελθόν. Πρόκειται για ένα φυλλάδιο με τίτλο Anatolia, το οποίο απαγορεύτηκε η είσοδος του στην Τουρκία με το Διάταγμα της 9ης Ιουλίου 1923, που εκδόθηκε στο Κάϊρο το 1923 από τον Μανάβογλου Νεβρές Μπέης. Ο Νέβρες Μπέης θέτει το ερώτημα ποιος υπήρξε ο Τοπάλ Οσμάν; Στην ερώτησή του αναφέρει τα εξής: ο Οσμάν, που ήταν ναύτης στο Οθωμανικό ναυτικό επί Αμπντουλχαμίντ Β’, τέθηκε σε παρακολούθηση λόγω των παράνομων ενεργειών που είχε οργανώσει εκείνη την εποχή. Κατά τη διάρκεια της διαδικασίας αηυτής, ενεπλάκη σε ένοπλη σύγκρουση με τις δυνάμεις ασφαλείας, τραυματίστηκε και έμεινε ανάπηρος σε μια σύγκρουση. Από εδώ προήλθε το παρατσούκλι κουτσός-τοπάλ. . Με τα λόγια του αυτά ο Νεβρές μπέης ξεσκεπάζει το ψέμα της επίσημης ιστορίας.
Ένα άλλο επίσημο ιστορικό ψέμα, είναι ότι καταγόταν από πλούσια οικογένεια που είναι ένας κατασκευασμένος θρύλος. Ο Οσμάν Αγάς ήταν εντελώς ανεπάγγελτος και ότι έχει ένα σκοτεινό παρελθόν όπως αναφέρει ο Νακιγιουντίων Εφένδης, διευθυντής της εταιρείας Ρεζί (καπνών) της Κερασούντας εκείνης της περιόδου, προς τον Μουσταφά Κεμάλ στις 20 Ιουλίου 1920. Ξεκινώντας με τα λόγια του, επισημαίνει ότι τον θώπευσαν οι τοπικοί παράγοντες και τον περιγράφει ως ένα άνθρωπο που έγινε εκατομμυριούχος σε σύντομο χρονικό διάστημα, ασχολούμενους με καφεπωλεία,και ψάρεμα εν ριπή οφθαλμού .
Στα απομνημονεύματα του περιφερειάρχη (καϊμακάμη) της Κερασούντας, Αχμέτ Κεμάλ Μπέη (Βάριντσα), που γνώριζε από κοντά τον Τοπάλ Οσμάν, στην Κερασούντα ο Οσμάν είχε στην πραγματικότητα ένα ή δύο βάρκες, μικρό κεφάλαιο, αλλά ήταν παμπόνηρος , άπληστος, ταυτόχρονα αμόρφωτος, αδαής, και ένας βιαίος σαδιστής. Ήταν γνωστός ως «Τοπάλ Οσμάν», μετά ως «Οσμάν Αγά» και αργότερα ως «Εξοχώτατος Αγάς». Ο περιφερειάρχης Αχμέτ Κεμάλ προσθέτει ότι ο Τοπάλ Οσμάν έγινε πλούσιος εμπορεύοντας φουντούκια σε συνεργασία με τον διοικητή της 37ης Μεραρχίας, Χατζί Χαμντί, και ότι είχε ρόλο σε όλες τις δολοφονίες που διαπράχθηκαν στην πόλη .
Τον μύθο αυτό που έπλασε ό ίδιος την δημοσίευσε στο πρώτο τεύχος της Εφημερίδας Γεντίκαγιά τις 17 Οκτωβρίου 1920.
Περιληπτικά για τον Τοπάλ Οσμάν σε μια ολοκληρωμένη έρευνα που έγινε τα τελευταία χρόνια τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά: υπήρξε ο δολοφόνος του Αλί Σουκρού μπέη βουλευτή Τραπεζούντας, ιδιοκτήτη της εφημερίδας Ταν, ήρωα του Εθνικού Αγώνα της Τουρκίας αλλά ο Τοπάλ Οσμάν ήταν ένας άνθρωπος χωρίς έλεος, γνωστός για τις θηριωδίες του κατά τις αρμενικές και ελληνικές εκτοπίσεις. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια του Εθνικού Αγώνα, απονεμήθηκε σε αυτό από τον Μουσταφά Κεμάλ ο βαθμός του συνταγματάρχη και χρησιμοποιήθηκε σε παραστρατιωτικές επιχειρήσεις.
Ο Οσμάν, μαζί με τον κόσμο που συγκέντρωσε κατά την επιστράτευση που κηρύχθηκε στην αρχή του Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εντάχθηκε στην Τεσκιλάτι Μαχσουσά – Ειδική Οργάνωση για να συμμετάσχει σε λεηλασίες στον Καύκασο. Μη μπορώντας να πάρει αυτά που ήθελε, ο Οσμάν εκδιώχθηκε από τον Καύκασο τρώγοντας 50 ραβδιά στα πέλματα των ποδιών του (φαλάκα), επιστρέφει στη Κερασούντα. Θα εκδικηθεί για την ήττα στον Καύκασο από τους Αρμένιους και τους Έλληνες κατά την διάρκεια των εκτοπίσεων. Οι συνεργάτες της Ειδικής Οργάνωσης, που κατέφυγαν με ταχύτητα προς τη Δύση μπροστά από τον Ρωσικό Στρατό, είναι το ανθρώπινο δυναμικό του Οσμάν. Σε αντάλλαγμα για λάφυρα, θα τους χρησιμοποιήσει σε ληστείες και φόνους. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ήταν η ιδιωτική συμμορία του συνταγματάρχη Χατζή Χαμντί μπέη. Στην πορεία, θα πλουτίσουν μαζί με τον Χαμντί.
Με το τέλος του πολέμου και το αίτημα των Συμμάχων Δυνάμεων να επιστραφούν οι κατασχεμένες περιουσίες στους εκτοπισμένους, οι νεόπλουτοι από τις λεηλασίες ζητούν την προστασία από τον Οσμάν και τα μέλη της συμμορίας του για να μην χάσουν την λεία τους.
Τον Φεβρουάριο του 1918, ο δήμαρχος της Κερασούντας, Χατζή μπέης, όταν αναγκάστηκε να φύγει από την Κερασούντα, ο Τοπάλ Οσμάν καταλαμβάνει την δημαρχεία. Όταν όμως κατηγορήθηκε για τις πράξεις του κατά τις εκτοπίσεις, διέφυγε από την Κερασούντα και εγκαθίδρυσε το αρχηγείο του πρώτα στο Τεπέκιοϊ – Tepeköy και μετά στο χωριό Καγιαντιμπί – Kayadibi. Το Καγιάντιμπί απέχει μία ώρα από την Κερασούντα και είναι ο περιφερειάρχης που του πρότεινε να δραπετεύσει. Μπορεί να πηγαινοέρχεται στην Κερασούντα όποτε θέλει. Σε μια από τις επισκέψεις του αναγκάζει τους δημογέροντες της ελληνικής κοινότητας να αποσύρουν τις καταγγελίες τους. Πιέζοντας τους Μητροπολίτες Σεβάστειας, Καραχισάρ και Τοκάτης, τους έβαλε να γράψουν επιστολές προς το Πατριαρχείο και την Κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης και πίεσε τους Έλληνες να συμμετάσχουν στο αίτημα για την αμνήστευση του . Όταν «κρύβεται» ο Όσμάν συναντήθηκε την 29 Μαίου 1919 στη Χαβζά με τον Μουσταφά Κεμάλ που είχε φθάσει στην Σαμψούντα την 19 Μαΐου 1919. Ο Οσμάν δίνει τον εξής λόγο στον Μουσταφά Κεμάλ:
Μην ανησυχείς καθόλου πασά μου, θα σβήσω την παρουσία τον Ποντίων-Ρωμιών με τέτοιο τρόπο που θα τους πνίξω στις σπηλιές τους σαν αγριομέλισσες και θα εξαφανιστούν. Φθάνει που είσαι στο κεφάλι μου, αρκεί αυτό! Θα αναλάβω ξανά την Δημαρχεία της Κερασούντας και δεν θα την αφήσω μέχρι να απελευθερωθεί η χώρα. Με ένα από τον πιο γενναίο συμπατριώτη μου θα ιδρύσω ένα «Σωματείο Υπεράσπισης του Νόμου», και έτσι τελειώνουμε .
Ενώ ο τελευταίος επικεφαλής της Τεσκιλάτι Μαχσουσά επιβεβαίωσε αυτή την συνάντηση, ορισμένοι συγγραφείς ισχυρίζονται ότι η πιθανότητα να έχει πραγματοποιηθεί αυτή η συνάντηση είναι μικρή. Στο τηλεγράφημά του της 5ης Ιουνίου 1919, που έστειλε ο Μ. Κεμάλ στη Μεγάλη Βεζιρία, είπε ότι ο Οσμάν ήταν φυγάς λόγω των εκτοπίσεων και χρησιμοποίησε θετικές προτάσεις για τη συμμορία του Οσμάν, όπως και σε άλλες μουσουλμανικές συμμορίες . Επιπλέον, ένας εκπρόσωπος της Αντάντ συνάντησε τον Οσμάν στο χωριό Καγιαντιμπί και τον ενημέρωσε ότι θα τον συγχωρούσαν υπό την προϋπόθεση ότι θα παραδοθεί και θα δώσει το όπλο του .
Μετά από αυτό, οι εξελίξεις θα λειτουργήσουν για τη συγχώρεση του Οσμάν. Τον Ιούλιο του 1919, στέλνοντας τηλεγραφήματα στην Κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης για χάρη του Οσμάν, οι Ενωτικοί, ο Κυβερνήτης και ο διοικητής της Χωροφυλακής της Κερασούντας, που και αυτοί είχαν υφαρπάξει χριστιανικές περιουσίες όπως παντού αλλού, έλαβε αμνηστία μαζί με την συμμορία του ο Οσμάν. Μεγάλος είναι ο αριθμός των υπογραφόντων στο αίτημα για αμνηστία που απεστάλη στον Μέγα Βεζίρη. Όσοι σφετερίστηκαν αρμενικές και ελληνικές περιουσίες χρειάζονται τον Τοπάλ Οσμάν και την συμμορία του για να προστατεύσουν αυτοί τις λείες τους. Αυτός ο ευρύς συνασπισμός, μαζί με το Παλάτι, συγχωράει τον Οσμάν και όλα τα μέλη της συμμορίας του. Η αιτιολογία αναφέρει ότι δεν υπάρχουν αρκετές δυνάμεις για την ανάκριση και καταδίωξη του , δηλαδή δεν υπάρχουν αρκετές δυνάμεις να τα βάλουν πέρα με τον Οσμάν!
Ο Οσμάν επιστρέφει στην Κερασούντα και αφού αυτοκηρύσεται αρχηγός του τοπικού Σωματείου Υπεράσπισης Νόμου, ενώ ήταν Δήμαρχος, στην Κερασούντα εξαφανίζεται κάθε νόμος και τάξη. Υπάρχει εδώ μια δική του διοίκηση. Κανείς δεν μπορεί να τον αντισταθεί. Όπως άρπαξε και μοίρασε σε δικούς του, τα ακίνητα και τους αγορούς των Έλλήνων που εκτοπίστηκαν και εξορίστηκαν, ο ίδιος ο Οσμάν βρίσκοντας στα χρηματοκιβώτια των Ελλήνων τα γραμμάτια οφειλών των Μουσουλμάνων, έκαψε επιδεικτικά μερικά μικρής αξίας από αυτά με την πρόφαση ότι δήθεν ότι τους προστατεύει και χρησιμοποίησε τα περσότερα από τα γραμμάτια για να κατασχέσει τους αγρούς και αμπελώνες – τις περιουσίες πολλών μουσουλμάνων φτωχών χωρικών .
Ο Οσμάν δεν αμελεί να αγοράσει τις αναφερόμενες ως Εγκαταλειμμένες Περιουσίες – Εμβάλι Μετρουκέ , των Ρωμιών και εκμεταλλευόμενος την επιρροή του, σε αξία ενός τις εκατό σπίτια, χάνια, αγρούς φουντικιών κτλ . Οι περιουσίες αυτές δήθεν δεν κατασχέθηκαν αλλά αγοράστηκαν. Είναι συνηθισμένη έκφραση στην Ανατολή ότι: Εμείς έχουμε Αρμένικες- Ρωμαϊκικες περιουσίες αλλά τις αγοράσαμε με χρήμα!
Κατά την περίοδο της Δημαρχίας του ο Οσμάν, είχε εγράψει στο εαυτό τους τίτλους ιδιοκτησίας των περιουσιών των Ελλήνων και των Αρμενίων που είχε διώξει από τη χώρα. Μάλιστα, υπάρχουν σοβαροί ισχυρισμοί ότι αυτοί οι τίτλοι ιδιοκτησίας ήταν τόσοι πολλοί που γέμιζαν τσουβάλια και δεν μπορούσαν να πωληθούν όλοι και ότι παρακρατήθηκαν από τους Έλληνες με μέριμνα του αδελφού του Χασάν και ότι αυτοί οι τίτλοι παρέμειναν στον Χατζί Χασάν Φεριντούνογλου. κατά τη διάρκεια της Ανταλλαγής . Δεν μπορούμε να τεκμηριώσουμε επίσημα αυτό το μυστικό, το οποίο είναι γνωστό σε όλους, αφού ακόμα απαγορεύεται από το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας να εξετάζονται στα κτηματολόγια οι τίτλοι ιδιοκτησίας. Πρόσφατα ρώτησα για την σφετερισμένη περιουσία στον παππού ενός φίλου. Ρώτησα για τον αρχικό ισχυρισμό ότι αυτό το ακίνητο ανήκει στην οικογένεια Τοπάλ Οσμάν, με την τοποθεσία και την παλιά φωτογραφία. Ο φίλος είπε ότι όλα τα αρχοντικά σε εκείνο το δρόμο ανήκαν στην οικογένεια του Οσμάν και δεν μπορούσαν να τα τελειώσουν. Η απόγονοι του Οσμαν ακόμα δεν μπορούν να εκποιήσουν όλα τα ελληνικά ακίνητα.
Διαβάζουμε από τις ανακοινώσεις της εφημερίδας Πρασίνη Κερασούντα – Γεσίλ Κιρεσόν το 1936 ότι ο Τοπάλ Οσμάν, χρησιμοποιώντας ως δικαιολογία τη συμμορία των Χατζίκα, εισέβαλε και σφετερίστηκε το Μέγαρο Μαυρίδη που κατοικούσε η οικογένεια Πισάνη, που ήταν μια από τις πλουσιότερες οικογένειες της Κερασούντας και ήλεγχε την παγκόσμια αγορά φουντουκιών . Λέγεται ότι η αλήθεια είναι πεισματάρα.
Το 47ο Σύνταγμα, που σχηματίστηκε από τον Τοπάλ Οσμάν, όντας πλέον ο πιο στενός άνθρωπος του Μουσταφά Κεμάλ, καταφεύγει σε τέτοιες σκληρές μεθόδους καταπνίγοντας την εξέγερση των Κούρδων του Κοτσγκίρι που ξέσπασε τον Μάρτιο του 1921 ενώ στη συνέχεια γίνονται μεγάλες συζητήσεις στη Εθνοσυνέλευση της Άγκυρας. Ο Τοπάλ Οσμάν σκότωσε όχι μόνο τους επαναστατημένους Κούρδους, αλλά και τους Αρμένιους και τους Έλληνες στο Σουσεχρί, στο Κογιουλχισάρ, στο Ρεσαντιγιέ, στο Νικσάρ και στην Ερμπάα. (Συνέντευξη του Αχμέτ Εμίν Γιάλμαν από τον Τοπάλ Οσμάν, Βακίτ, 19.2.1922) Όταν ξεκίνησε με τη μονάδα του για να συμμετάσχει στη μάχη του Σαγγαρίου, κάνει μια τελική κίνηση και δολοφονεί τον Ελληνικό και τον Αρμένικο λαό της Μερζιφούντας . στο Αρχείο Ατατούρκ υπάρχουν πολλά έγγραφα, αναφορές και τηλεγραφήματα για τη φρίκη που δημιούργησαν οι δυνάμεις του Τοπάλ Οσμάν στο δρόμο από τη Σαμψούντα προς την Άγκυρα.
Ο Μανάβογλου Νεβρές Μπέης αναφέρει τις φρικαλεότητες που έκαναν οι δυνάμεις του Τοπάλ Οσμάν στην Άγκυρα με τα εξής λόγια: Όλοι στην Άγκυρα γνωρίζουν ότι αυτά τα μέλη της συμμορίας ζουν πάνω από τον νόμο (μα-φεβκαλ-κανουν – ma-fevka’l-kanun) , ότι δεν είναι δυνατόν τα παιδιά και οι γυναίκες να πάνε να εργαστούν στους αγρούς λόγω των κακών του Τοπάλ Οσμάν αφού αυτοί ποτέ δεν τιμωρήθηκαν και ούτε καν καταγγέλθηκαν παρόλο που ήταν υπαίτοι ανασφάλειας σε συνεχή βάση .
Οι εφημερίδες Τεφχίντι Εφκάρ και Ταν γράφουν για τις αλητείες του Τοπάλ Οσμάν και των συμμοριών του: “Μαθαίνουμε πολλές ιστορίες για τις φρικαλεότητες που διέπραξε ο Τοπάλ Οσμάν στο Kızılcaşehir, στο Miraho(r)lar, στο Pursal, στο Karataş και στα γύρω χωριά. Τα πτώματα που βρέθηκαν κοντά στο αρχηγείο της διμοιρίας, τα πτώματα μιας 70χρονης γυναίκας που που νόμισαν ότι ήταν νέα ο ηλικιωμένος σύζυγός της , που δεν μπόρεσαν να βρεθούν οι δολοφόνοι, οι επιθέσεις, σφετερισμοί … είναι πάντα έργα του Τοπάλ Οσμάν” .
Επίσης, ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με τους μπολσεβίκους. Λαμβάνει επιστολές που αρχίζουν με τον χαιρετισμό: « σύντροφε Οσμάν Αγά». Έχουν αμοιβαίες ανταλλαγές . Οι σχέσεις είναι τόσο βαθιές που εκτός της βοήθειας που δίνουν οι Μπολσεβίκοι στην Άγκυρα, δίνουν ειδική βοήθεια στον Οσμάν: 500 εγγλέζικα τυφέκια πεζικού και 250 κιβώτια πολεμοφόδια . Σε γνώση του Κεμαλιστικού καθεστώτος ο πνιγμός στην Τραπεζούντα του ηγέτη και όλων των μελών του πολιτικού γραφείου του Κομμουνιστικό Κόμματος της Τουρκίας δεν έχει καμμιά σημασία για του Μπολσεβίκους συντρόφους! .
Αναφορά του Οσμάν είναι ο πρόξενος της Τραπεζούντας Μπαγκίροφ. Στις 17 Σεπτεμβρίου 1920, ο Ρώσος πρόξενος στην Τραπεζούντα, Μπαγκίροφ, είπε στον επικεφαλής της Στρατιωτικής Επαναστατικής Επιτροπής στο Τουάπσε ότι οι στρατιώτες του Οσμάν, οι Λαζοί, ήταν πολύ καλοί μαχητές, ότι είχε αναπτυχθεί ένα κατάλληλο έδαφος για τον μπολσεβικισμό στην Τουρκία, που έλαβε. βενζίνη, όπλα σε αντάλλαγμα για κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, ζάχαρη και άλλα αγαθά και δήλωσε ότι πρέπει να παρασχεθεί βοήθεια με σφαίρες στον Οσμάν .
Δημοσιογράφος πολύ κοντά στον Μ. Κεμάλ, αναφέρει για τον Οσμάν ότι είναι γνωστός για τις σκληρότητες και τα βασανιστήρια του, όπως το κάψιμο τριών ελληνικών σπιτιών σε αντίποινα για ένα τουρκικό σπίτι, το ότι θάβει άνδρες ζωντανούς βάζοντας αυτούς να σκάψουν τον τάφο τους και την ρίψη ανθρώπων στα πλοία σε λέβητες αντί για κάρβουνο .
Αναφέρονται πολλά παραδείγματα θηριωδιών του Οσμάν στα απομνημονεύματα ενός από τους στενούς συνεργάτες του, που δημοσιεύτηκε σε βιβλίο που τυπώθηκε από το ημικρατικό ίδρυμα Φίσκο Μπιρλίκ. Σε ένα σημείο δίνεται το ιστορικό το πως ο Οσμάν αγάς έδωσε διαταγές στις συμμορίες. Αρχικά ρίχτηκαν 1,2,3 Έλληνες στο καζάνι . Αφού τους έριξαν τους Έλληνες στο καζάνι του πλοίου, έμειναν Αρμένιοι. Τώρα είναι η σειρά τους. Όταν ο Αρμένιος, που απαντούσε πάντα αρνητικά στις ερωτήσεις του Οσμάν Αγά, όταν κατάλαβε ότι θα καεί, καταράστηκε τον Οσμάν Αγά, βούτιξε μόνος του στο καζάνι της φωτιάς. Όταν ο Οσμάν αγάς ρώτησε τον αξιωματικό Τζελάλ μπέη κατά πόσο το καράβι έκανε καλό δρόμο, ο Τζελάλ δεν μπορούσε να απαντήσει στον αγά γιατί έτρεμαν τα σαγόνια του. Φυσικά, το πλοίο έφθασε στα Κοτύωρα – Ορντού νωρίτερα με αυτόν τον τρόπο .
Ο Οσμάν είχε επιβάλει όλοι την περιοχή σε χαράτζι. Όταν ο υπουργός Οικονομικών επέπληξε τον Οσμάν για ληστεία του λαού, αυτός απάντησε : «Κύριε, ναι, μαζεύω χρήματα, αλλά δεν έχω πάρει ούτε από ένα γρόσι από μουσουλμάνο. Αυτό που παίρνω είναι πάντα από τους γκιαβούριδες. Έχω χιλιάδες παράσιτα στο κεφάλι μου. Αυτοί είναι αιματηροί δολοφόνοι, ληστές. Περιφέρομαι στα βουνά και πολεμώ τον εχθρό, μαζεύοντας αυτά που θα βλάψουν το έθνος. Θέλουν όλοι φαγητό, ρούχα και χαρτζιλίκι. Έχει πληρώσει το κράτος δέκα παράδες για αυτά μέχρι τώρα; Δώσε μου τα έξοδά τους για να μην αγγίξω την περιουσία των άπιστων. Τι μας κάνουν αυτοί οι Έλληνες; Είναι θεάρεστη πράξη να παίρνουμε τα χρήματα και τη ζωή τους». Με την απάντησή του αυτή συνοψίζει τη φύση του και της συμμορίας του .
Είναι κοινή πρακτική σε όλη την περιοχή να εκβιάζουν τους χριστιανούς και να λαμβάνουν ένα έγγραφο ότι έδωσαν αυτά τα χρήματα οικειοθελώς. Ο Οσμάν συγκέντρωσε επίσης μεγάλο χρηματικό ποσό από τους Έλληνες και τους Αρμένιους της περιοχής για τις Εθνικές Δυνάμεις.
Του δόθηκε ο βαθμός του συνταγματάρχη, διατηρώντας την κυριαρχία του στην Κερασούντα, διορίστηκε διοικητής της φρουράς της Εθνοσυνέλευσης και του Μουσταφά Κεμάλ. Αν και ο Τοπάλ Οσμάν διορίστηκε στις θέσεις αυτές σε ένα άρθρο που γράφτηκε μετά τον θάνατό του, αναφέρεται ότι τελικά ήταν υπηρέτης και πάντα είχε ένα πνεύμα υπηρέτη μέσα του. Σε αυτή τη θέση μάλιστα τον έφεραν ως υπηρέτη.
Ο Οσμάν είναι ένας πλούσιος του πολέμου. Το 1923 όταν τον σκότωσαν άφησε κληρονομιά 500 χιλιάδων λιρών . Το ποσό αυτό είναι τεράστιο για μια χώρα που βρισκόταν σε έναν δεκαετή συνεχή πόλεμο και ισούται με το άθροισμα των προϋπολογισμών Υγείας και Παιδείας της περιόδου.
Η οικογένεια του Τοπάλ Οσμάν διατηρεί ακόμα και σήμερα τον πλούτο της. Ο εγγονός του Osman Feridunoğlu ήταν κάτοχος φορολογικού ρεκόρ της Κερασούντας. Ο οικογενειακός όμιλος διαχειρίζεται ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα που είναι σε όλη την Τουρκία σε όλες τις βαθμίδες από νηπιαγωγεία μέχρι πανεπιστήμια.
Σήμερα, ο τάφος του Οσμάν Αγά έχει μετατραπεί σε μαυσωλείο στην κορυφή του κάστρου, ως μέρος όπου σύχναζαν οι άνθρωποι που προέρχονται από τις γύρω επαρχίες και τις συνοικίες. Τη φρίκη που επέφερε στον Πόντο δεν διστάζει να υπενθυμίσουν σήμερα στην αντιπολίτευση τα σώματα ασφαλείας.
Το έγγραφο της γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου κρύβεται στο αρχείο Ατατούρκ στην επιστολή του Υπουργού Εσωτερικών Φετχί Μπέη, στις 7 Φεβρουαρίου 1922, που έγραψε στο Γενικό Επιτελείο : «Παρόλο που αναφέρεται ότι την μια φορά βρέθηκαν οκτακόσιοι [800] και την άλλη τετρακοί ς [400] αντάρτες νεκρο] στο ποτάμι Τζομπί (Cobi), δεν υπάρχει καμία αναφορά για την ποσότητα των όπλων που βρέθηκαν, της μη απώλειας των στρατιωτών μας και ότι δεν συνελήφθη κανένας αντάρτης ζωντανός καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η συντηρητική πλειοψηφία των σκοτωμένων ήταν είναι άοπλοι… Οι δυνάμεις ασφαλείας έσφαξαν τους πάντες που βρέθηκαν μπροστά τους στον Πόντο.
+8
Όλες οι αντιδράσεις:

Βλάσης Αγτζίδης, Konstantinos Fotiadis B και 42 ακόμη

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube