REAL TIME |

Weather Icon
Απόψεις , Ορθοδοξία 2 Αυγούστου 2022

Η γέννηση και γένεση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Συνείδησης

Η γέννηση και γένεση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Συνείδησης

Από τον Αγησίλαο Χρ. Κανελλόπουλο, αριστούχο Ιστορικό του ΕΚΠΑ

Η γέννηση και γένεση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Συνείδησης

Το Ανατολικό Ορθόδοξο Δόγμα αναμφιλέκτως και αδιαλείπτως ήταν/είναι ο οντολογικός άξονας των (ανεξαρτήτως «φύλου» ή μητροδίδακτης λαλιάς) πιστών στον Οικουμενικό Ποιμενάρχη της Πόλης και στους άλλους Ποιμενάρχες των Ελληνορθοδόξων καλουμένων Εκκλησιών (ήτοι, Κοινή Συνείδηση των πιστών του Ανατολικού Ορθόδοξου Δόγματος : Ορθόδοξη Χριστιανική Συνείδηση). Αναμφιλόγως η σύγχρονη Συνείδηση του Έλληνα πολίτη (ήτοι, η Ελληνική Εθνική Συνείδηση) συνιστά το έκγονον της απ΄ αιώνων συμπορεύσεως, συνταυτισμού και, κατ΄ ακολουθίαν, «ανενετήριας μεταγγίσεως» σ΄ αυτήν της Ορθόδοξης Χριστιανικής Συνείδησης.

Η γέννηση και γένεση της Ορθόδοξης Χριστιανικής Συνείδησης, και σε συνάρτηση με την πνευματική θωράκιση του Ανατολικού Ορθοδόξου Δόγματος, ιστορικώς εδράζονται επί τριών κομβικών σταθμών (Α΄+Δ΄ Οικουμενικές Σύνοδοι + Σχίσμα Εκκλησιών). Ως θεμελιακοί πυλώνες επί των οποίων επηρείσθη και εμορφώθη πνευματικώς το Ορθόδοξο Δόγμα κρίνονται η Α΄ εν Νικαία Οικουμενική Σύνοδος (το 325) και η Δ΄ εν Χαλκηδόνι Οικουμενική Σύνοδος (το 451), ενώ το Σχίσμα των δύο Εκκλησιών (το 1054) εσήμανε και την απαρχή της απολύτου πληρώσεως του ιδιαιτέρου περιεχομένου της Ορθόδοξης Χριστιανικής Συνείδησης.

Η ενήλια αξία του γεγονότος της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου (κατά την οποία [1] συνετάγησαν τα επτά πρώτα άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως [ήτοι, της Οικουμενικής Πίστεως της Εκκλησίας], [2] ωμολογήθη η ομοουσιότης του Υιού προς τον Θεό Πατέρα, [3] διευθετήθησαν δι΄ ιερών Κανόνων ζητήματα θρησκευτικών συμπεριφορών και προτεραιοτήτων κ. ά.) είναι τεράστια. Ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α΄ (Μέγας Κωνσταντίνος και Ισαπόστολος της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας), αβάπτιστος ων, προεδρεύει της Συνόδου. Κατά τον ιερωμένο και ιστορικό του 3ου/4ου αιώνα Ευσέβιο (Επίσκοπο) Καισαρείας (της Παλαιστίνης) [3, 13, 1+2]1 o Αυτοκράτορας εκφωνεί τον εναρκτήριο λόγο του λατινιστί και παρεμβαίνει στην Σύνοδο ελληνιστί, που καταφανώς υπήρξε η γλώσσα της Συνόδου (εἰπὼν Ῥωμαίᾳ γλώττῃ, ὑφερμηνεύοντος ἑτέρου, […] και πράως τε ποιούμενος τὰς πρὸς ἕκαστον ὁμιλίας ἑλληνίζων τε τῇ φωνῇ, ὅτι μηδὲ ταύτης ἀμαθῶς εἶχε, […]). Επιθυμεί ειρήνη στην Εκκλησία, ομόνοια στην Αυτοκρατορία. Εν τω μεταξύ, πλήθος Χριστιανών ιερωμένων και λαϊκών από ολόκληρη τη Ρωμαϊκή Επικράτεια έχουν συρρεύσει στην Νίκαια της Μικρασιατικής Βιθυνίας. Ως εφάνη, τα μέλη της Συνόδου που εκπροσωπούσαν την Χριστιανική Οικουμένη προέρχονταν από την ελληνόφωνη Ανατολή κυρίως, από την λατινόφωνη Δύση και από άλλα αλλόγλωσσα μέρη της Αυτοκρατορίας. Οι (ελληνόφωνοι, λατινόφωνοι ή αλλόγλωσσοι) υπογράψαντες Επίσκοποι την Έκθεσιν της Νικαίας (την απόφαση δηλονότι της Συνόδου) και οι συν αυτοίς αισθάνονται πλέον πως ανήκουν σε Κοινότητα. Επωάζεται η Κοινή Συνείδηση.

Το έτος 451 η Κωνσταντινούπολη είναι η πρωτεύουσα του Ανατολικού Ρωμαϊκού Κράτους. Ο τελευταίος, κατ΄ ουσίαν, Αυτοκράτορας της ενιαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας Θεοδόσιος Α΄ (Μέγας Θεοδόσιος) είχε επιβάλει το Ορθόδοξο Δόγμα του Χριστιανισμού ως επίσημη θρησκεία του Κράτους, ενώ κατά την τελευτή του βίου του (το 395) κληροδοτεί την (αδιαίρετη κατ΄ αυτόν) Αυτοκρατορία στους υιούς του Αρκάδιο (την Ανατολή προς διοίκηση) και Ονώριο (την Δύση προς διοίκηση). Τον Αυτοκράτορα του Ανατολικού τμήματος του Ρωμαϊκού Κράτους Αρκάδιο διαδέχεται (το 408) ο επτάχρονος υιός του Θεοδόσιος Β΄ και αυτόν (το 450) ο στρατιωτικός Μαρκιανός (τον οποίο είχε επιλέξει ως σύζυγόν της η νόμιμη διάδοχος του θρόνου, αδελφή του Θεοδοσίου Β΄, Πουλχερία). Εν τω μεταξύ, το Χριστολογικό Ζήτημα ταλανίζει την Εκκλησία και, κατ΄ ακολουθίαν, το Κράτος (οι Μονοφυσίτες διδάσκουν πως η ανθρώπινη φύση του Χριστού απορροφήθηκε πλήρως από την θεία). Επιβάλλεται η αμετάκλητη λύση του.

Το 451 συγκαλείται από τον Μαρκιανό (και με την σύμφωνη γνώμη του Αυτοκράτορα της Δύσεως Ουαλεριανού Γ΄) στην Χαλκηδόνα (στην απέναντι από την Κωνσταντινούπολη ασιατική ακτή) η Δ΄ Οικουμενική Σύνοδος. Γλώσσα της Συνόδου η Ελληνική. Τον Θεάνθρωπο η Σύνοδος όρισε ανεκκλήτως ως ἕνα καὶ τὸν αὐτὸν Χριστόν, υἱόν, Κύριον, μονογενῆ, ἐν δύο φύσεσιν ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως γνωριζόμενον, (…) (Όρος Πίστεως της Δ´ Οικουμενικής Συνόδου), ενώ αντιμετώπισε δι΄ ιερών Κανόνων και ζητήματα εκκλησιαστικής ευταξίας κ.ο.κ. Διά του υπ΄ αριθμ. 28 ιερού Κανόνος της Δ´ Οικουμενικής Συνόδου η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως υψούται (και τυπικώς) σε Πατριαρχείο. Η Εκκλησία της Ρώμης αντιδρά και δεν αποδέχεται την εν λόγω εξέλιξη. Το πολιτικώς αυτεξούσιον, λοιπόν, της Ανατολής (395) συντροφεύει πλέον (451) και το εκκλησιαστικώς αυθυπόστατον αυτής (μολονότι η Εκκλησία της Ρώμης συνεχίζει να ασκεί την [εκκλησιαστική] διοίκηση σε σημαντικό τμήμα του Ανατολικού Κράτους). Ο Μονοφυσιτισμός, εν τω μεταξύ, είχε ενοικισθεί και συμπαρασύρει τους ιθαγενείς πληθυσμούς της Συρίας, της Παλαιστίνης, της Μεσοποταμίας και της Αίγυπτου. Οι πιστοί του είναι ομόδοξοι και αισθάνονται μέλη της αυτής Κοινότητας. Οι αποδεχθέντες τον ΄΄Όρο Πίστεως της Δ´ Οικουμενικής Συνόδου΄΄ είναι ομόδοξοι και αισθάνονται μέλη της αυτής Κοινότητας. Ο Μονοφυσιτισμός συνιστά το επικρατούν δόγμα σε Συρία, Παλαιστίνη, Μεσοποταμία, Αίγυπτο. Σκληρά αντιμετωπίζουν οι Αυτοκράτορες του 6ου και 7ου αιώνα τους πιστούς των περιοχών αυτών. Αποτέλεσμα: Σχεδόν ευφροσύνως οι Μονοφυσίτες αποδέχονται την κυριαρχία των Αράβων (τον 7ο αιώνα). Η εδαφοπληθυσμική όμως συρρίκνωση της Αυτοκρατορίας έφερε την δογματική ομοιογένειά της.

Το υψίστης σημασίας δογματοθεολογικό γεγονός της Δ´ εν Χαλκηδόνι Οικουμενικής Συνόδου συμπληροί η υψίστης σημασίας ΄΄πολιτική΄΄ διάσταση των αποφάσεων της Συνόδου: Η Αυτοκρατορία συνταυτίζεται πλέον με το «Χαλκηδόνιο Δόγμα», ενώ ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νέας Ρώμης (και από το 518: Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης) συνιστά και δι΄ ιερού Κανόνος πλέον την κεφαλήν των της Ανατολής πιστών στο Ορθόδοξο Δόγμα, δηλ. στον ΄΄Όρο Πίστεως της Δ´ Οικουμενικής Συνόδου΄΄. Η έννοια της Κοινής των πιστών Συνείδησης αποκτά ιδιαίτερο περιεχόμενο.

Ήδη από τον 7ο αιώνα, και εντός του περιγράμματος της Χριστιανοσύνης, έχουν αυτόχρημα δημιουργηθεί δύο ΄΄κόσμοι΄΄ που αντιπροσωπεύονται από την Ανατολική Εκκλησία αφενός και την Δυτική αφετέρου. Η Ανατολή υφίσταται ως κρατική οντότητα, είναι επισήμως ελληνόφωνο Κράτος (από το 610 επί Αυτοκράτορος Ηρακλείου), η (ακραιφνώς ελληνόφωνη) Εκκλησία της τηρεί τω όντι απαρασαλεύτως τα Συνοδικά Δόγματα και τους ιερούς Κανόνες κ.ο.κ. Στην Δύση υφίσταται και ικανός αριθμός οντοτήτων χαλαράς κρατικής ισχύος, ενώ φαίνεται πως και δογματικώς και τελετουργικώς η (λατινόφωνη) Δυτική Εκκλησία έχει παρεκκλίνει από τα παραδεκτά Συνοδικά Δόγματα και τους ιερούς Κανόνες. Οι Δυτικοί δέχονταν την και εκ του Υιού εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος («Filioque [= και εκ του Υιού]»), ενέργεια που συνιστούσε αξεπέραστη δογματική διαφορά με την Ανατολή. Με το δογματισθέν στην Β΄ εν Κωνσταντινουπόλει Οικουμενική Σύνοδο (το 381) 8ο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως (Καὶ εἰς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ κύριον, τὸ ζωοποιόν, τὸ ἐκ τοῦ Πατρὸς ἐκπορευόμενον [=qui ex Patre  procedit], τὸ σὺν Πατρὶ καὶ Υἱῷ συμπροσκυνούμενον καὶ συνδοξαζόμενον, τὸ λαλῆσαν διὰ τῶν προφητῶν.) οι Πατέρες είχαν αποφανθεί αλαθήτως και δεσμευτικώς διά την εκ του Πατρός και μόνον εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Η προσθήκη2 του «Filioque» είχε χαρακτηρισθεί από τον Μέγα και Άγιο Φώτιο (9ος αιώνας) ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος (πόθεν καὶ ἐκ τίνων ἡ καινὴ αὕτη παραναδύεται κατὰ τοῦ πνεύματος βλασφημία;) [291, 97]3 και συνιστούσε αιρετική πράξη (ως είχε αποφασιστεί στην εν Κωνσταντινουπόλει Η’ Οικουμενική Σύνοδο το 879). Εν τω μεταξύ, οι Δυτικοί έκαμναν χρήση αζύμου άρτου κατά την τέλεση του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, επέβαλλαν την αγαμία καθολικώς στον Κλήρο, τηρούσαν την νηστεία του Σαββάτου κ. ά. αντίθετα με τους ιερούς Κανόνες της Ορθοδόξου Πίστεως. Πέραν τούτων, αμφισβητούσαν τον τίτλο ΄΄Οικουμενικός΄΄ για τον Ποιμενάρχη της Πόλης, ενώ προέβαλλαν ζητήματα κυριαρχικής δικαιοδοσίας εφ΄ όλων των Πατριαρχών της Ανατολής. Τα αίτια δηλονότι πολλά, ώστε ενδέχεται να υπάρξει κάποια στιγμή και ρήξη οριστική ίσως μεταξύ των δύο ΄΄κόσμων΄΄, δηλ. μεταξύ των δύο Εκκλησιών (ήτοι, των δύο Δογμάτων πλέον). Ως πρώτη ισχυρή αντιπαράθεση μεταξύ των δύο Εκκλησιών κρίνεται αυτή επί (του Μεγάλου και Αγίου) Φωτίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως μεσούντος του 9ου αιώνος. Παρεμπιπτόντως: Η δυτικολατινόγλωσση ίσως αδυναμία συλλήψεως της γνωστικής τε και βιωματικής σημασιακής αγχοίνιας του κπορεύομαι στο συγκεκριμένο γλωσσικό περιβάλλον οδήγησε στην απόδοσή του στην Λατινική διά του procedo, ρήματος πολυσήμαντου και πολλάκις αμφισημάντου διαχρονικώς στην Λατινική (πβ. λήμμα prōcēdō στις σσ. 1466/7 του ΄΄Glare΄΄4);

Επί Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Μιχαήλ Κηρουλάριου και Πάπα Ρώμης Λέοντος Θ’ έχομε το οριστικό Σχίσμα μεταξύ των δύο Εκκλησιών, μεταξύ των δύο Δογμάτων (του Δυτικού και του Ορθόδοξου Ανατολικού). Την αφορμή έδωσαν αντικανονικές ενέργειες του Πάπα στην Νότια Ιταλία και Σικελία, η εν συνεχεία σθεναρή αντιμετώπισή του από τον Μιχαήλ και η αντεπίθεση του Πάπα ποικιλοτρόπως. Την 16η Ιουλίου του 1054 ο απεσταλμένος του Πάπα (: ο Λέων Θ΄ είχε αποθάνει τον Απρίλιο του 1054) επιθέτει ιταμώς την βούλα αφορισμού στην Αγία Τράπεζα της Αγιάς Σοφιάς παρόντων του Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου Θ’ του Μονομάχου και του Πατριάρχη. Ο Μιχαήλ αντιδρά συγκαλώντας (στις 24 Ιουλίου 1054) την ενδημούσα εν Κωνσταντινουπόλει Σύνοδο, στην οποία αναθεματίζει και αφορίζει πάντες όσους είχαν συμβάλει στην σύνταξη και την έκδοση του εκ μέρους των Δυτικών αφορισμού ή έστω απλώς συμφωνούσαν με αυτόν.

Οι δύο ΄΄κόσμοι΄΄, οι δύο Εκκλησίες διετμήθησαν οριστικώς. Η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία καθίσταται πλέον πνευματική αυτοκρατής στην Ανατολή. Οι πιστοί του Ανατολικού Ορθόδοξου Δόγματος έχουν απόλυτη την Συνείδηση του Κοινού των: συναποτελούν Κοινότητα, Κοινωνία, Γένος πλέον. Το ιδιαίτερο περιεχόμενο της Ορθόδοξης Χριστιανικής Συνείδησης αρχίζει να πληρούται εναργώς τε και απολύτως (και θα ΄΄υπερχειλίσει΄΄ με την άλωση της Πόλης από τους Δυτικούς το 1204).

__________________________

1F. Winkelmann, Eusebius Werke, Band 1.1: Über das Leben des Kaisers Konstantin [Die griechischen christlichen Schriftsteller Berlin: Akademie Verlag, 1975].

2Επισήμως η προσθήκη του «Filioque» στο λατινόγλωσσο Σύμβολο της Πίστεως των Ρωμαιοκαθολικών έγινε επί πάπα Βενέδικτου Η΄ (1012-1024).

3B. Laourdas and L.G. Westerink, Photii patriarchae Constantinopolitani Epistulae et Amphilochia, vols. 1-6.2 [Bibliotheca scriptorum Graecorum et Romanorum Teubneriana (BT) Leipzig: Teubner, 1988].

4Glare, P.G.W. (επιμ.), 1968-82. Oxford Latin Dictionary. Οξφόρδη: Oxford University Press.

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube