Η αντίδραση της κυπριακής κυβέρνησης σ’ ό,τι αφορά το ρόλο της ΟΥΝΦΙΚΥΠ επικεντρώνεται κυρίως σε συγκεκριμένες ενέργειες στη νεκρή ζώνη, με τη Λευκωσία να υποστηρίζει πως η ειρηνευτική δύναμη στέκεται στην πλευρά του πιο ισχυρού (που στην προκειμένη περίπτωση είναι ο κατοχικός στρατός), ενώ σε πολιτικό επίπεδο πολλές φορές εκφράστηκε δυσφορία για τις προσεγγίσεις και αναφορές των εκπροσώπων του διεθνούς οργανισμού και της ειρηνευτικής δύναμης. Η τουρκοκυπριακή ηγεσία προβαίνει τα τελευταία χρόνια σε μια συστηματική προσπάθεια αμφισβήτησης της ειρηνευτικής δύναμης στο νησί. Αμφισβητηση η οποία είναι συνυφασμένη με το καθεστώς της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στο νησια όπως αυτό καθορίστηκε από το ψήφισμα 186(1964).

Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης σε δήλωσή του στο ΚΥΠΕ με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 60 χρόνων παρουσίας της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στο νησί, αναφέρθηκε στην σημασίας της παρουσίας της ειρηνευτικής δύναμης στο νησί. Μια παρουσία την οποία «δυστυχώς οι κατοχικές δυνάμεις, όπως είδαμε και πρόσφατα επιχειρούν να αμφισβητήσουν». Παράλληλά, πρόσθεσε ότι «το εν λόγω Ψήφισμα είναι πολύ σημαντικό, όχι μόνο γιατί εγκαθίδρυσε στην Κύπρο την Ειρηνευτική Δύναμη των Ηνωμένων Εθνών, αλλά γιατί μέσω αυτού γίνεται ξεκάθαρο ότι για την ανάπτυξη αυτής ήταν απαραίτητη, βάσει διεθνούς δικαίου, η συγκατάθεση του κυρίαρχου και διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας που  η Τουρκία με τις ενέργειες στο νησί αποσκοπούσε να αμφισβητήσει».

Τόνισε ότι, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ιδιαίτερης σημασίας αποτελεί το γεγονός ότι η κυρίαρχη Κυπριακή Δημοκρατία, όπως αναφέρεται και χαρακτηριστικά στο Ψήφισμα, έχει την ευθύνη για τη διατήρηση και αποκατάσταση του νόμου και της τάξης. Ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης ανέφερε ακόμη ότι από το 1964 και μετέπειτα, και ειδικότερα μετά την παράνομη τουρκική εισβολή του 1974, «η Ειρηνευτική Δύναμη αποτελεί ένα σημαντικότατο κομμάτι της προσπάθειας για αποκατάσταση της ειρήνης, της σταθερότητας και της διεθνούς νομιμότητας στο νησί μας», σημειώνοντας ότι «όπως εξάλλου αναφέρεται και στην εντολή της, επιδίωξή της είναι και η αποκατάσταση του νόμου και της τάξης και η επιστροφή σε κανονικές συνθήκες». Παράλληλα, υπογράμμισε ότι ο ρόλος της Ειρηνευτικής Δύναμης είναι την ίδια στιγμή εξίσου σημαντικός στην αντιμετώπιση των πάμπολλων ανθρωπιστικών και άλλων ζητημάτων που προέκυψαν συνεπεία της τουρκικής εισβολής.

Ο Ερσίν Τατάρ σε δήλωσή του (πηγή Ankara Anatolia/ΚΥΠΕ) υποστήριξε πως η ειρηνευτική δύναμη στην Κύπρο «συνεχίζει να αδικεί τον τουρκοκυπριακό ‘λαό’». Ο Τατάρ υποστήριξε ότι η Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ, η οποία υπηρετεί και στις δύο πλευρές της Κύπρου, συμπληρώνει το 60ό έτος της θητείας της στις 4 Μαρτίου και ισχυρίστηκε ότι οι στρατιώτες της Ειρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ ενεργούσαν πάντα μεροληπτικά και παρέμεναν υπό την επιρροή των Ελληνοκυπρίων. Ο Τατάρ επανέλαβε τον ισχυρισμό ότι αν και οι δύο πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία για τον δρόμο Πύλας – Άρσους, τον οποίο το κατοχικό καθεστώς ήθελε να κατασκευάσει για να παρέχει διευκολύνσεις στους Τούρκους που ζουν στην Πύλα στη νεκρή ζώνη, η Ειρηνευτική Δύναμη του ΟΗΕ σταμάτησε την κατασκευή του δρόμου «με την επιρροή της Ελλάδας», κατά την έκφρασή του. Ο Τατάρ επεσήμανε ότι «προκειμένου να υπηρετήσουν οι στρατιώτες της Ειρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ στην ΤΔΒΚ, πρέπει να κάνουν απόλυτη συμφωνία με τις τουρκοκυπριακές αρχές και δήλωσε ότι οι αξιολογήσεις τους για το θέμα αυτό συνεχίζονται».

Επιχειρώντας έναν παραλληλισμό της επίθεσης του Ισραήλ στη Γάζα με τις διακοινοτικές ταραχές στην Κύπρο, ο Τατάρ ισχυρίστηκε ότι ο τουρκοκυπριακός «λαός» είχε βιώσει παρόμοια πράγματα στο παρελθόν και ότι αν πρόκειται να υπάρξει συμφωνία στο νησί στο μέλλον, αυτή θα πρέπει να βασίζεται στη λύση των δύο κρατών. «Σε οποιαδήποτε μελλοντική συμφωνία στην Κύπρο, ο τουρκοκυπριακός λαός πρέπει να πάρει τη θέση του σε αυτή τη θέση στη βάση της ισότητας ως χωριστή οντότητα. Μια συμφωνία με ισότιμο διεθνές καθεστώς μπορεί να έχει τη μορφή συνεργασίας δύο κρατών. Δεν θα δεχθούμε ποτέ την εξαφάνιση της τουρκοκυπριακής κυβέρνησης της βόρειας Κύπρου και τον υποβιβασμό μας σε μια ομοσπονδιακή δημοκρατία στην Κύπρο που θα είναι η συνέχεια του ελληνικού έθνους. Δεν θα γίνουμε μπαλώματα σε αυτούς», είπε χαρακτηριστικά.

Κόμπος: Να αφεθεί ελεύθερη

Η Ειρηνευτική Δύναμη πρέπει να αφεθεί ελεύθερη να ολοκληρώσει την αποστολή της σύμφωνα με τους όρους εντολής της, τόνισε ο Υπουργός Εξωτερικών Κωνσταντίνος Κόμπος, προσθέτοντας παράλληλα ότι «αναμένουμε, περιμένουμε, προσδοκούμε και εργαζόμαστε για την ημέρα που η παρουσία της εδώ δεν θα είναι πλέον απαραίτητη».    

Ο κ. Κόμπος απηύθυνε χαιρετισμό σε τελετή απόδοσης τιμής στη μνήμη των πεσόντων ειρηνευτών κατά την υπηρεσία τους στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ, που πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα στο μνημείο που έχει ανεγερθεί στην Κόσιη προς τιμήν τριών Αυστριακών ειρηνευτών, που έχασαν τη ζωή τους από βομβαρδισμό της τουρκικής πολεμικής αεροπορίας στις 14 Αυγούστου 1974.

Σύμφωνα με ανακοίνωση από το Υπουργείο Εξωτερικών στην τελετή, που διοργανώθηκε σε συνεργασία με το Υπουργείο Άμυνας και το Γενικό Επιτελείο Εθνικής Φρουράς, παρευρέθηκαν και απηυθύναν χαιρετισμούς ο Ειδικός Αντιπρόσωπος του ΓΓ ΟΗΕ και Επικεφαλής της UNFICYP Κόλιν Στιούαρτ και ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς, Αντιστράτηγος Γεώργιος Τσιτσικώστας, ενώ το παρών τους έδωσαν η ηγεσία της Ειρηνευτικής Δύναμης και η ορισθείσα Πρέσβης της Αυστρίας στην Κύπρο, Susanne Bachfischer. Ο Υπουργός Εξωτερικών σε δήλωσή του ανέφερε ότι ως φιλοξενούσα χώρα, αποτίουμε φόρο τιμής στους 150,000 ειρηνευτές που υπηρέτησαν στην Κύπρο τα τελευταία 60 χρόνια. «Ειδικότερα τιμούμε τους πεσόντες ειρηνευτές και βρισκόμαστε στο μνημείο για τους τρεις Αυστριακούς ειρηνευτές, που σκοτώθηκαν την 14η Αυγούστου 1974 από τουρκικό βομβαρδισμό. Εκ μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας και του συνόλου του λαού της, εκφράζουμε την ειλικρινή μας ευγνωμοσύνη. Η αποστολή της Ειρηνευτικής Δύναμης είναι ιδιαίτερα δύσκολη και έχει συνεισφέρει με τρόπο ουσιαστικό και πολυσχιδή για τη διατήρηση της ειρήνης», ανέφερε.