Το ηθικό χρέος της Γερμανίας προς την Ευρώπη – Μια αναδρομή στο πρόσφατο παρελθόν
Η σημερινή «δημοκρατία του Βερολίνου» δεν θα υπήρχε χωρίς την μεγαλοθυμία των συμμάχων και την εύνοια της ιστορίας…
Η σθεναρή αντίθεση του Βερολίνου στα εργαλεία «αμοιβαιοποίησης» του χρέους, όπως τα ευρω-ομόλογα, εκτινάσσει στα ύψη την δημοτικότητα της Καγκελαρίου Μέρκελ, επιτείνει όμως τον προβληματισμό σε άλλες ευρωπαικές χώρες που κατηγορούν την Γερμανία ότι επωφελείται όλων των προνομίων ως κυριαρχική δύναμη της ΕΕ, αλλά αρνείται να επωμισθεί τα συλλογικά βάρη σε μία περίοδο αναπόφευκτου δημοσιονομικού εκτροχιασμού.
Ένα γεγονός που παραγνωρίζουν όμως αρκετοί στην Ευρώπη, με πρώτους και καλύτερους τους Γερμανούς, είναι ότι η, ηγεμονεύουσα σήμερα «Δημοκρατία του Βερολίνου», δεν θα υπήρχε στην μορφή που την ξέρουμε, χωρίς την ανοχή των Αμερικανών και την γενναιοψυχία όλων των νικητών του Μεγάλου Πολέμου. Η μεταπολεμική τύχη της συγκεκριμένης χώρας κρίθηκε, στην κυριολεξία, σε μια στροφή της ιστορίας.
Οι λεγόμενοι «σύμμαχοι», μεταξύ των οποίες και μεγάλες ευρωπαικές δυνάμεις, ήταν αυτοί που επέτρεψαν στην ομοσπονδιακή Γερμανία να σταθεί στα πόδια της και αργότερα με την εύνοια της συγκυρίας από την αποσύνθεση του ανατολικού μπλόκ να κατακτήσει την εθνική ολοκλήρωση αφομοιώνοντας το τμήμα εκείνο που τελούσε υπό σοβιετική κατοχή.
Η σημερινή γερμανική ηγεσία συμπεριφέρεται λες και όλα αυτά είναι αυτονόητα, όμως τίποτα δεν ήταν προδιαγεγραμμένο στην λήξη του δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου που αιματοκύλισε την Ευρωπαικη Ηπειρο και όχι μόνο.
Αν ανατρέξει κανείς στα ιστορικά αρχεία της εποχής θα διαπιστώσει ότι ηγετικές φυσιογνωμίες των συμμάχων φλέρταραν με την ιδέα να ξεμπερδέψουν με το γερμανικό πρόβλημα, μια για πάντα. Ακριβώς επειδή, ορισμένοι από αυτούς, όπως ο Ρούσβελτ και ο Τσώρτσιλ πίστευαν ακράδαντα ότι το «γερμανικό πρόβλημα» είναι ιστορικά επαναλαμβανόμενο και δεν οφειλόταν στην «ατυχή παρένθεση» της ναζιστικής περιόδου(“The Conquerors: Roosevelt, Truman and the destruction of Hitler΄s Germany”, Michael Beschloss, 2002)
Ακραίες σκέψεις για την διαχείριση του γερμανικού προβλήματος
Ενας προσφιλής μύθος που επιχειρεί να εξηγήσει την ιδιάζουσα ιδιοσυγκρασία των Γερμανών είναι το λεγόμενο «ξεχωριστό μονοπάτι»(Sonderweg)που υποτίθεται ακολούθησε το γερμανικό έθνος στην νεότερη ιστορική του εξέλιξη, βαδίζοντας από την κληρονομική μοναρχία, στον αυταρχισμό, την εύθραυστη δημοκρατία και τον ολοκληρωτισμό.
Ανεξάρτητα όμως από τις «εξηγήσεις» που προέκυψαν αργότερα, στο τελείωμα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου οι επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων προβληματίζονταν σοβαρά με το μέλλον της Γερμανίας, εξετάζοντας ακόμη και ακραία σενάρια.
Ένα απόφθεγμα που αποδίδεται, μάλλον αλόγιστα στον Τσώρτσιλ, είναι ότι η Γερμανία πρέπει να βομβαρδίζεται κάθε πενήντα χρόνια… «για να έρχεται στα ίσια της». Ταιριάζει αυτή η κουβέντα στον φλεγματικό κυνισμό του μεγάλου Βρετανού ηγέτη, αλλά πέραν της διαδικτυακής παραφιλολογίας, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι την είπε, τουλάχιστον δημόσια.
Αντιθέτως η ιδέα του Ρούσβελτ για μαζικό ευνουχισμό των Γερμανών «μέχρι να βεβαιωθούμε ότι δεν θα αναπαράγουν απογόνους που θα θελήσουν να επαναλάβουν την συμπεριφορά τους», φαίνεται πως έπεσε στο τραπέζι, στις 19 Αυγούστου 1944, σύμφωνα με μαρτυρία του Αμερικανού υπουργού των οικονομικών εκείνης της εποχής, Χένρυ Μοργκεντάου Τζούνιορ όπως διασώζεται στο βιβλίο του γιού του(“Mostly Morgenthaous: A Family History”, Ticknor and Fields 1991)