Ο Ιρανός προσέφυγε στο Διοικητικό Δικαστήριο και ζητούσε ακύρωση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασής τους καθώς και κήρυξή τους ως απαγορευμένος μετανάστης, αφού όπως υποστήριξε, η απόφαση λήφθηκε καταχρηστικά, είναι αποτέλεσμα σειράς παραβιάσεων της νομοθεσίας αλλά και των αρχών που διέπουν τη λειτουργίας της διοίκησης. Μετά από αξιολόγηση της μαρτυρίας και αφού είχε πρόσβαση στο φάκελο με σήμανση «απόρρητο», το Δικαστήριο μετά που άκουσε και τις δύο πλευρές, αποφάνθηκε ότι η συμπεριφορά του αιτητή, δικαιολογεί τη διαπίστωση της Διευθύντριας ότι αυτός αποτελεί πραγματική, ενεστώσα και σοβαρή απειλή κατά της ασφάλειας της κοινωνίας και συνακόλουθα απειλή κατά της δημόσιας τάξης και ασφάλειας της Δημοκρατίας, με αποτέλεσμα να αποκλείεται η πιθανότητα επιβολής στο εν λόγω πρόσωπο, εναλλακτικών της κράτησης μέτρων.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται σε απόφαση του Δικαστηρίου, ο αιτητής, υπήκοος του Ιράν και αναγνωρισμένος πρόσφυγας, αφίχθηκε στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας στις 2/01/2002 νόμιμα μέσω του αεροδρομίου Λάρνακας, μαζί με τη σύζυγό του και τον υιό τους. Στις 15/05/2003 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου, η οποία αφού εξετάστηκε, του παραχωρήθηκε καθεστώς πρόσφυγα στις 25/08/2004, έχοντας εξασφαλίσει με το συγκεκριμένο καθεστώς άδειες παραμονής. Σημειώνεται ότι στις 09/12/2004 προχώρησε σε αλλαγή του ονόματος του, για λόγους ασφάλειας του ίδιου και της οικογένειας του. 

Στις 29/05/2009 ο αιτητής καταχώρησε αίτηση για πολιτογράφηση ως Κύπριος πολίτης, η οποία απορρίφθηκε στις 15/12/2014. Σχετική προσφυγή του, που ακολούθησε στο Διοικητικό Δικαστήριο, απορρίφθηκε με απόφαση ημερομηνίας 17/01/2019. Από το διοικητικό φάκελο προκύπτει ότι, στο πλαίσιο εξέτασης της αίτησης για παραχώρηση υπηκοότητας στάλθηκε έκθεση από την ΚΥΠ, στην οποία καταγράφεται ότι περισυνελέγησαν πληροφορίες πως ο αιτητής εμπλέκεται στη διακίνηση πλαστών διαβατηρίων, ωστόσο δεν κατέστη δυνατόν να οδηγηθεί σε ποινική δίωξη, καθώς η καταγγελία έγινε στις κατεχόμενες περιοχές.

Στις 04/11/2023, ο αιτητής συνελήφθη στην οικία του δυνάμει δικαστικού εντάλματος σύλληψης για σκοπούς διερεύνησης ποινικής υπόθεσης και έκτοτε παραμένει υπό κράτηση. Συγκεκριμένα συνελήφθη, με σκοπό τη διερεύνηση υπόθεσης που αφορά: (α) Συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος κατά παράβαση του άρθρου 371 Κεφ. 154, (β) Συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση κατά παράβαση του άρθρου 63Α Κεφ. 154, (γ) Συμμετοχή και αποδοχή διάπραξης εγκλημάτων κατά παράβαση του άρθρου 63Β Κεφ. 154, (δ) αδικήματα που αφορούν τον Περί Καταπολέμησης Τρομοκρατίας και Προστασίας των Θυμάτων άρθρο 5 του Ν. 75(Ι)/2019, καθότι υπήρχαν πληροφορίες ότι ο αιτητής δραστηριοποιείται προς όφελος Ιρανικών τρομοκρατικών στοιχείων, με σκοπό την πραγματοποίηση εγκληματικής ενέργειας εναντίον Ισραηλινών προσώπων, συγκεκριμένα τη δολοφονία ισραηλινών υπηκόων και δη ενός ισραηλινού επιχειρηματία ο οποίος κατέχει την κυπριακή υπηκοότητα.

Με επιστολή της διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερομηνίας 18/11/2023, αποφασίστηκε η απέλασή του. Το Δικαστήριο συμφώνησε με τη δικηγόρο της Νομικής Υπηρεσίας ότι το μέτρο της κράτησης του ήταν κατάλληλο και ανάλογο με το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα, δηλαδή την υλοποίηση του διατάγματος απέλασης, το οποίο ως προαναφέρθηκε έχει εκδοθεί νομίμως, μετά από δέουσα έρευνα και αιτιολογία. Μετά τη διαπίστωση αυτή απέρριψε την προσφυγή του.

Φιλελεύθερος