Η «αποκάλυψη» ότι ο Ταγίπ Ερντογάν παραμένει αδιάλλακτος και η επαναφορά από το «βυθό» -όπου τις είχε χώσει γιατί αυτό εξυπηρετούσε το παρόν αφήγημά του- των παράνομων αξιώσεων εναντίον της Ελλάδας στο Αιγαίο, δεν είναι μία νέα είδηση για τους αναγνώστες αυτής της στήλης. 

Γνωρίζουν ότι δεν πιστέψαμε ποτέ την καινούργια μάσκα που φόρεσε ο ισλαμιστής πρόεδρος της Τουρκίας, εκμεταλλευόμενος τις ευαισθησίες των Ελλήνων πολιτών μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς, που σκότωσαν 40 και πλέον χιλιάδες Τούρκους πολίτες. 

Πρέπει να θυμίσουμε ότι πριν 11 μήνες ο Ερντογάν ήταν τόσο θυμωμένος με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, που είχε πει το αμίμητο ότι δεν τον αναγνωρίζει ως Πρωθυπουργό της Ελλάδας, σάμπως και ο ίδιος αποφασίζει και όχι ο ελληνικός λαός. Είχε ισχυριστεί και το άλλο, που δεν το τήρησε: ότι δεν θα συναντούσε ποτέ τον κ. Μητσοτάκη. Γιατί ήταν τόσο εκνευρισμένος; Επειδή συνήθως οι πολλοί ξεχνάνε, να θυμίσουμε ότι δεν χώνεψε ποτέ ότι ο Έλληνας Πρωθυπουργός είχε προσκληθεί να μιλήσει στην Ολομέλεια της Βουλής και της Γερουσίας των ΗΠΑ, και όχι ο ίδιος. Και ακόμα, θυμάται πολύ καλά και τον ενοχλεί ότι ο Έλληνας ηγέτης έκανε αναφορά -με πολύ προσοχή είναι η αλήθεια- στο θέμα των μαχητικών F-16 που επιθυμεί να αγοράσει η κατοχική χώρα από την Αμερική. 

Ο κ. Μητσοτάκης καλώς τα είπε τότε, ιδιαίτερα στην ειδική συνάντηση που είχε με βουλευτές και γερουσιαστές, στους οποίους μίλησε υπό καθεστώς απορρήτου. Εκεί ήταν ωμός για τον κίνδυνο να αποκτήσει η Τουρκία τα αμερικανικά πολεμικά. 

Ήταν η υπόθεση των F-16 που ανάγκασε τον Ερντογάν να ακολουθήσει μία άλλη τακτική έναντι της Ελλάδας. Έγινε πιο ήπιος, έγινε πιο … γλυκός, θυμήθηκε πως οι Έλληνες και οι Τούρκοι είναι γείτονες, έστειλε πολλά μηνύματα «αγάπης» στον κ. Μητσοτάκη και του ζήτησε να συναντηθούν. Και καλώς έπραξε ο Έλληνας Πρωθυπουργός να τον συναντήσει. Διότι ποιος δεν προτιμά την ειρήνη -εάν είναι πραγματική- από συνεχείς απειλές. Αλλά η ειρήνη πρέπει αν καλύπτει και την Κύπρο… 

Για να μην πολυλογούμε, ο Ερντογάν ζήτησε να επισκεφθεί την Αθήνα, όπως και έγινε, και οι προκλήσεις του, κατά την επίσκεψή του, ήταν «εξαφανισμένες». Ήταν όλα θέατρο. Όχι ότι δεν το είχαμε υποψιαστεί, αλλά ελπίζαμε και εμείς ότι θα είχε αλλάξει. Δυστυχώς δεν άλλαξε. Ο Τούρκος πρόεδρος, όπως παρουσιάστηκε στην επετειακή εκδήλωση της φασιστικής οργάνωσης ΜΙΤ, είναι αυτός που ξέραμε προ των σεισμών του περασμένου Φεβρουαρίου. Όχι επειδή μιλούσε στο συγκεκριμένο ακροατήριο. Αλλά επειδή οι Αμερικανοί, που του κάνουν σχεδόν όλα τα χατίρια, καμία αμφιβολία επ’ αυτού, μερικές φορές δεν μπορούν να τον εξυπηρετήσουν. Και αυτό θυμώνει τον Ερντογάν. 

Από τα μέσα της περασμένης Άνοιξης, οι Αμερικανοί λένε στον Ερντογάν πως θα του εγκρίνουν το αίτημα αγοράς των F-16, σε συνδυασμό με την παραχώρηση των F-35 στην Ελλάδα και την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Μόλις πριν από τα Χριστούγεννα, Αμερικανοί αξιωματούχοι ενημέρωσαν Έλληνες και Τούρκους διπλωμάτες ότι η συμφωνία είναι έτοιμη προς υλοποίηση. Πάλι διαψεύστηκαν, διότι στο Κογκρέσο η οργή για την Τουρκία ξεχειλίζει. 

Φαίνεται, λοιπόν, πως κατά την επίσκεψη του Αμερικανού υπουργού Εξωτερικών στην Κωνσταντινούπολη, τα πράγματα δεν πήγαν όπως ανέμενε ο Ερντογάν. Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν ότι είναι και πάλι θυμωμένος. Η Αθήνα, πρέπει να προσέξει και να μην επαναπαύεται σε αυτήν την εικονική ειρήνη που την έπεισε ο Ερντογάν πως επιβλήθηκε, λόγω δήθεν των σεισμών. 

Μακάρι να εννοούσε ο Ερντογάν την ειρήνη, όπως την εννοεί ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο οποίος έχει δημόσια δεσμευθεί πως οι ελληνοτουρκικές σχέσεις δεν περνούν μέσα από παραχώρηση της εθνικής κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας στην Τουρκία. Έτσι απλά να το πει στον Ερντογάν για να το καταλάβει -έχει και τάσεις ψυχασθένειας ο άνθρωπος-: πως οι πραγματικοί φίλοι και οι καλοί γείτονες δεν απειλούν και δεν εκβιάζουν. Και κόβουν κάθε προσπάθεια να πάρουν το σπίτι του φίλου και του γείτονα. 

Δίπλα σε όλα αυτά, αν και έπρεπε να είναι μέσα στα παραπάνω, είναι η κατοχή της Κύπρου, για τα τελευταία 50 χρόνια. Υποψιάζομαι πως μέσα στην ευφορία των καλών ελληνοτουρκικών σχέσεων μερικοί ονειρεύονται μία διευθέτηση εξπρές του Κυπριακού. Θα είναι το κερασάκι στην τούρτα επειδή ο Ερντογάν θα σταματήσει δήθεν να ενοχλεί στο Αιγαίο; Κοντός ψαλμός αλληλούια. Οι επόμενοι μήνες θα δείξουν μέχρι που μπορεί να φτάσει η πρεμούρα για μία εύθραυστη και μεσοβέζικη ειρήνη… 

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ Ι: Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τις προσωπικές επιθέσεις εναντίον του Νίκου Χριστοδουλίδη για τον ανασχηματισμό. Θα ήθελα να διευκρινίσω από την αρχή ότι οι αλλαγές των υπουργών είναι δικαίωμα του εκάστοτε Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας. Διαβάζω τα κριτικά κείμενα των συναδέλφων και μερικές φορές νοιώθω πως δρουν και αντιδρούν ως να είναι το θέμα προσωπικό. Μερικές φορές οι δημοσιογράφοι νομίζουμε πως είμαστε ο «ομφαλός» της γης και πως όλα γυρίζουν και τριγυρίζουν γύρω μας. Οι πολίτες έχουν άλλα θέματα να ασχοληθούν πιο σοβαρά. Προσωπικά, το ενδιαφέρον μου εστιάζεται στην καταπολέμηση της διαφθοράς και εκεί δεν βλέπω να δραστηριοποιείται η κυβέρνηση. Και αυτό με ενοχλεί αφάνταστα. Δεύτερον, με ενδιαφέρει το Κυπριακό, όπου η σημερινή κατάσταση ΔΕΝ είναι λύση. Η νέα πρωτοβουλία του Γ.Γ. του ΟΗΕ, είναι εξαιρετικά επικίνδυνη. Και βεβαίως διαφωνώ με τον κ. Πρόεδρο, ο οποίος επιμένει στη φιλοτουρκική «διευθέτηση» της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Και επίσης δεν συμφωνώ ότι το Κραν Μοντανά είναι κάποιος θετικός «σταθμός» για την ελληνική πλευρά. Αυτά είναι τα προβλήματα, όχι ποιους υπουργοποίησε ο κ. Χριστοδουλίδης. 

ΚΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΕΥΚΑΙΡΙΑ: Δεν καταλαβαίνω για ποιο λόγο αντικαταστάθηκε ο υπουργός Άμυνας, Μιχάλης Γιωργάλλας. Και γιατί προτιμήθηκε ο νέος υπουργός. Είναι ένα απλό ερώτημα…   

ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ ΙΙ: Καμία κυβέρνηση δεν πρέπει να πειραματίζεται με νόμους που αφορούν την ελευθεροτυπία και του δικαιώματος να κάνουν οι δημοσιογράφοι χωρίς εμπόδια και προβλήματα τη δουλειά τους -οι παλαιότεροι ομιλούσαν για λειτούργημα. Σε μία εποχή όπου όλα «αγοράζονται» και όλα «πωλούνται», πρόκειται για μία εργασία όπως όλες τις άλλες, λοιπόν.  

Ο γενικός διευθυντής του υπουργείου Εξωτερικών ανέφερε ότι προέκυψε ενδιαφέρον από τη Γαλλία για συγκεκριμένο άρθρο 4, το οποίο άπτεται θεμάτων ασφαλείας. Και επειδή με το Παρίσι η Κυπριακή Δημοκρατία διατηρεί εξαιρετική σχέση αποφασίστηκε να στηριχθεί η γαλλική πρόταση. Όμως, άλλο Γαλλία, όπου έχουν και σοβαρό πρόβλημα τρομοκρατίας και άλλο η Κύπρος, που ζει στο δικό της φανταστικό κόσμο. Ο κ. Κούρος ήταν έτοιμος για όλες τις απαντήσεις στις ερωτήσεις των Κυπρίων βουλευτών, αλλά και αφοπλιστικός: Η Γαλλία είναι φίλη χώρα καθώς και χώρα μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, γι’ αυτό η Κύπρος αποφάσισε να την στηρίξει, είπε.  

Ας κάνει ότι θέλει το Προεδρικό Μέγαρο, αλλά επαναλαμβάνω ότι η όποια παρακολούθηση των πραγματικών δημοσιογράφων -διότι έχει και τσαρλατάνους το επάγγελμα- καταδικάζεται κάθετα και οριζόντια. 

Πηγή: Φιλελεύθερος