Κοινή πορεία είχαν οι Τρεις Ιεράρχες καθώς γεννήθηκαν και οι τρεις πέριξ της περιοχής της Καππαδοκίας, έζησαν την ίδια χρονική περίοδο, έκαναν παρόμοιες σπουδές ,  είχαν κοινούς δασκάλους, ακολούθησαν φιλάνθρωπο αλλά και ασκητικό βίο, και τέλος, μαχήθηκαν σθεναρά και με επιτυχία τον Αρειανισμό.

Και αυτό το τελευταίο κοινό  χαρακτηριστικό, του Βασιλείου του Μέγα, του Ιωάννη του Χρυσοστόμου και του Γρηγορίου του Ναζιανζηνού, η θεολογική μάχη που έδωσαν υπέρ της τριαδικής υπόστασης του Θεού, ήταν που κινδύνεψε να τους «χωρίσει» αλλά τελικά τους ένωσε στο εορτολόγιο της Ορθόδοξης Ελληνικής Εκκλησίας.

Οι Ιωαννίτες, οι Γρηγορίτες και οι Βασιλείτες

Η συμβολή του καθενός από τους τρεις στο χαρακτήρα της τριαδικότητας του Ορθόδοξου Χριστιανικού Δόγματος ήταν τόσο σημαντική που δημιούργησε διαιρέσεις στους κύκλους των ιερωμένων και των πιστών της εποχής. Μεγάλη ομάδα πιστών αλλά και ιερωμένων χωρίστηκαν στα τρία, ανάλογα με το ποιον από τους τρεις ιεράρχες θεωρούσαν πιο σημαντικό. Ετσι δημιουργήθηκαν οι Ιωαννίτες, οι Γρηγορίτες και οι Βασιλείτες.

Πότε και γιατί εισήχθη η κοινή γιορτή στο εορτολόγιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας

Προς εκτόνωση των φατριασμών στους κόλπους της Ορθόδοξης Εκκλησίας και ενώ ο κάθε ένας από τους τρεις Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας είχε τη δική του γιορτή,  ο λόγιος και Μητροπολίτης Ευχαΐτων Ιωάννης Μαυρόποδας (1000 – 1070), εισήγασε στην εκκλησία την εορτή των Τριών Ιεραρχών.

Και ο στόχος του επετεύχθη. Τα πνεύματα εντός της εκκλησίας ηρέμησαν και έκτοτε  οι τρεις Ιεράρχες εορτάζονται μαζί, στις 30 Ιανουαρίου, ως Μεγάλοι Πατέρες και Οικουμενικοί Δάσκαλοι – εκτός απο καθένας στην ημέρα του και από κοινού.

Θεολογικός και εκπαιδευτικός ο χαρακτήρας της γιορτής

Η γιορτή των τριών Ιεραρχών εκτός από το θεολογικό χαρακτήρα έχει και έναν εκπαιδευτικό καθώς εορτάζονται ως προστάτες της Εκπαίδευσης και των Ελληνικών Γραμμάτων. Η πρώτη φορά που εορτάστηκαν με αυτήν την ιδιότητα ήταν στις 30 Ιανουαρίου του 1842.

Ενα χρόνο νωρίτερα και συγκεκριμένα στις 9 Αυγούστου 1841 το Ακαδημαϊκό Συμβούλιο του Οθωνείου Πανεπιστημίου (πρόκειται για το σημερινό Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών – ΕΚΠΑ), ανακήρυξε προστάτες των Ελληνικών Γραμμάτων και της Εκπαίδευσης τους Τρεις Ιεράρχες.

Η τελειωτική κατάργηση της αργίας των Τριών Ιεραρχών

Ετσι από το 1842 έως και το 2020 οι Τρεις Ιεράρχες εορτάζονταν σε όλες τις βαθίδες της εκπαίδευσης η οποία αργούσε κατά την ημέρα της εορτής τους. Η εν λόγω αργία καταργήθηκε το 2020, επί υπουργείας Νίκης Κεραμέως και μέχρι λίγες ημέρες πριν αφορούσε μόνο τα φροντιστήρια και τα κέντρα ξένων γλωσσών.

Σήμερα είναι η πρώτη φορά μετά από πολλά πολλά χρόνια που η αργία δεν ισχύει σε κανέναν εκπαιδευτικό χώρο καθώς πρόσφατη υπουργική απόφαση κατήργησε την αργία και στα φροντιστήρια και τα κέντρα ξένων γλωσσών.

Διαρκή υποβάθμιση της γιορτής καταγγέλλει εκκλησία

Για διαρκή υποβάθμιση της γιορτής  των Τριών Ιεραρχών κάνει λόγο η Εκκλησία της Ελλάδος. Μάλιστα, η Ιερά Σύνοδος διαφωνώντας για μία ακόμη φορά με τη δράση της Πολιτείας, απέστειλε μήνυμα ενόψει της ημέρας σε εκπαιδευτικούς και μαθητές εστιάζοντας στο φαινόμενο της βίας στα σχολεία, το οποίο όπως εκτιμά, «εξελίσσεται σε μάστιγα».

Όπως μεταξύ άλλων αναφέρει η Ιερά Σύνοδος, οι τρεις «Αγιοι των Γραμμάτων» μιλούσαν για «συνεχή αγώνα κατά τῆς ἀδικίας, τῆς ἀνισότητας, τῆς περιφρόνησης τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας καί τῆς βίας», και τονίζει ότι τον τελευταίο καιρό η βία «ἔχει κάνει ἔντονη τήν παρουσία της καί στόν χῶρο τοῦ σχολείου».

Ενώθηκαν και με φιλία

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επίσης έχει το γεγονός  ότι ο Αγιος Βασίλειος ο Μέγας, ανέπτυξε φιλικές σχέσεις τόσο με τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο όσο και με τον Γρηγόριο το Θεολόγο.

Ο Βασίλειος Καισαρείας γεννήθηκε το 330 μ.Χ. στην Καισάρεια της Καππαδοκίας.

Ο πατέρας του Βασιλείου του Μέγα, ήταν καθηγητής ρητορικής στη Νεοκαισάρεια του Πόντου και η μητέρα του Αγία Εμμέλεια ήταν απόγονος οικογένειας Ρωμαίων αξιωματούχων με πατέρα όμως που είχε μαρτυρήσει για την Χριστιανική του πίστη.

Σπούδασε στην Κωνσταντινούπολη,  κοντά στο γνωστό δάσκαλο της εποχής Λιβάνιο και μετά στην Αθήνα (352).

Στην Αθήνα γνωρίστηκε με το Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό, ανέπτυξαν μεγάλη φιλία. Εγγράφηκε στη σχολή του Χριστιανού φιλοσόφου Προαιρεσίου και παρακολούθησε τη διδασκαλία του καθώς και τη διδασκαλία άλλων φιλοσόφων όπως ο Ιμέριος.

Επέστρεψε στην πατρίδα του το καλοκαίρι του 356, εγκαταστάθηκε στην Καισάρεια και, συνεχίζοντας την παράδοση του πατέρα του, έγινε καθηγητής της ρητορικής.

Το 364 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον επίσκοπο Ευσέβιο. Μετά τον θάνατο του Ευσέβιου εκλέγεται επίσκοπος Καισαρείας.

Ο Μέγας Βασίλειος σε συνεργασία με τον Άγιο Αθανάσιο αντιμετώπισαν την αίρεση του Αρειανισμού που ήθελε να επιβάλλει ο αυτοκράτορας Ουάλης. Μετά την απόσυρση του Μεγάλου Αθανασίου, ο Μέγας Βασίλειος αναλαμβάνει τα πνευματικά ηνία της οικουμενικής Εκκλησίας. Στην οικουμενική σύνοδο της Νίκαιας κάνει αισθητή την παρουσία του υπερασπιζόμενος το δόγμα της Εκκλησίας.

Το φιλανθρωπικό του έργο και η Βασιλειάδα

Έργο ζωής για τον Βασίλειο τον Μέγα και σημαντικός σταθμός στη ζωή του αποτέλεσε  η ίδρυση και λειτουργία μιας φιλανθρωπικής μονάδας, της  Βασιλειάδας.

Επρόκειτο για ένα πρότυπο κέντρο περίθαλψης και φροντίδας για τα  ασθενέστερα κοινωνικά άτομα. Παρείχε φροντίδα  σε ξένους,  ιατρική περίθαλψη σε φτωχούς και αρρώστους  ενώ κατήρτιζε επαγγελματικά ανειδίκευτους.

Καταπονημένος από την ευρεία δράση που ανέπτυξε σε πολλούς τομείς της χριστιανικής μαρτυρίας καθώς και την ασκητική ζωή, την οποία ακολουθούσε, ο Βασίλειος πεθαίνει την 1 Ιανουαρίου του 379 σε ηλικία 50 ετών. Ο θάνατός του καθιστά σε πένθος όχι μόνο το ποίμνιό του αλλά και όλο το χριστιανικό κόσμο της Ανατολής.

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, γνωστός και ως Ιωάννης της Αντιόχειας, είναι Άγιος, Πατέρας και ιεράρχης της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Γεννήθηκε στην Αντιόχεια της Καππαδοκίας μεταξύ 344 και 354. Έδρασε στην ίδια πόλη, αλλά και στην Κωνσταντινούπολη και τελικά πέθανε εκδιωγμένος από την αυτοκρατορική αυλή το 407, λόγω της κριστικής και του ελέγχου που της ασκούσε.

Γονείς του ήταν ο στρατηγός Σεκούνδος και μητέρα του η Ανθούσα. Τα πρώτα γράμματα τα διδάχθηκε από τη μητέρα του, η οποία χήρεψε στα είκοσί της χρόνια. Στη συνέχεια σπούδασε ρητορική στη σχολή του Λιβάνιου και φιλοσοφία.

Από την εποχή αυτή μάλιστα διαφάνηκε το ταλέντο της ρητορικής του ικανότητος σε σημείο ο δάσκαλός του Λιβάνιος, να θελήσει να τον κάνει συνεχιστή του έργου του στη σχολή.

Η φήμη του ως ρήτορα τον οδήγησε αργότερα στη θέση του αρχιεπισκόπου Κωνσταντινούπολης.

Είχε έντονη συγγραφική δράση και με την πένα του καταπολεμούσε  την αίρεση του Αρειανισμού, τους Ιουδαίους, ενώ  δεν παρέλειπε να στηλιτεύσει και τους πλουσίους που έκαναν άσωτη ζωή. Όπως και ο Μέγας Βασίλειος έτσι και αυτός έφτιαξε πολλά ιδρύματα μεταξύ των οποίων γηροκομεία και πτωχοκομεία και καθιέρωσε συσσίτιο για 7.000 κατοίκους της  Κωνσταντινούπολης.

Το έργο του τον έκανε αγαπητό στο λαό, αλλά μισητό στους πλουσίους καθώς συχνά τους κατηγορούσε για τον τρόπο της ζωής τους. Από το στόχαστρό του δεν ξέφυγε ούτε η Αυτοκράτειρα Ευδοξία, την οποία κατηγόρησε για την κλοπή της περιουσίας μιας χήρας.

Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός ή Γρηγόριος ο Θεολόγος

Ο Γρηγόριος ο Νανζιαζηνός ή Γρηγόριος ο Θεολόγος όπως είναι γνωστός γεννήθηκε στο χωριό Αριανζός, κοντά στη Ναζιανζό της νοτιοδυτικής Καππαδοκίας. Οι γονείς του, Γρηγόριος ο Πρεσβύτερος και Νόννα, ήσαν πλούσιοι γαιοκτήμονες.

Σπούδασε ρητορική και φιλοσοφία στη Ναζιανζό, στην Καισάρεια, στην Αλεξάνδρεια και στην Αθήνα. Στην Αθήνα συνάντησε και έγινε φίλος με το Βασίλειο τον Μέγα και τον μετέπειτα αυτοκράτορα Ιουλιανό, ενώ δάσκαλοί του υπήρξαν οι γνωστοί ρήτορες Ιμέριος και Προαιρέσιος.

Το 361, ο Γρηγόριος επέστρεψε στη Ναζιανζό και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον πατέρα του, ο οποίος ήδη είχε γίνει χριστιανός, επηρεασμένος από τη σύζυγό του Νόννα και είχε χειροτονηθεί επίσκοπος Ναζιανζινού.

Οι «Ύβρεις κατά του Ιουλιανού»

Ο νεαρός Γρηγόριος ήθελε να γίνει μοναχός, έφυγε από το σπίτι του, συνάντησε το Μέγα Βασίλειο και μαζί άρχισαν να ζουν σαν ασκητές. Ο Βασίλειος όμως τον προέτρεψε να επιστρέψει στην πατρίδα του και να βοηθήσει τον πατέρα του, κάτι που ο Γρηγόριος έκανε τον επόμενο χρόνο. Επιστρέφοντας βρήκε τους τοπικούς χριστιανούς χωρισμένους λόγω αιρέσεων. Χάρτη στις ρητορικές του ικανότητες κατάφερε να τους ενώσει.

Όταν ο Ιουλιανός έγινε αυτοκράτορας δήλωσε πως ήταν κατά του χριστιανισμού. Ο Γρηγόριος τότε έγραψε τις «Ύβρεις κατά του Ιουλιανού», όπου δηλώνει πως ο χριστιανισμός θα νικήσει ηγέτες σαν τον Ιουλιανό. Ο Ιουλιανός τον εξόρισε, μαζί με άλλους χριστιανούς.

Πολεμώντας τον Αρειανισμό

Μετά το θάνατο το Ιουλιανού επέστρεψε από την εξορία και σε συνεργαία με τον Βασίλειο τα επόμενα χρόνια μαχήθηκαν τον Αρειανισμό, ο οποίος απειλούσε να διαιρέσει την Καππαδοκία.

Το 372 χειροτονήθηκε επίσκοπος Σασίμας. Παραιτήθηκε από τη θέση του και γύρισε και πάλι στη Ναζιανζινό, όπου εργάστηκε κοντά στον πατέρα του. Μετά το θάνατο του πατέρα του μοίρασε την περιουσία του στους φτωχούς και ο ίδιος πήγε να μείνει στο μοναστήρι της Σελεύκειας.

Μετά το θάνατο του αυτοκράτορα Ουάλη, ανέλαβε ο Θεοδόσιος ο Α’, ο οποίος θέλησε να καθαρίσει την Πόλη από τους οπαδούς του Αρειανισμού. Ο Μέγας Βασίλειος, ο οποίος πέθαινε, πρότεινε στον Γρηγόριο να πάει στην Πόλη και να υπερασπιστεί την Τριαδική Παράδοση της Εκκλησίας.

Στη σύνοδο της Νίκαιας το 379, ο Γρηγόριος εκπόνησε πολλές ομιλίες και έπεισε πολλούς πιστούς για την ορθότητα των απόψεων που στήριζε. Τοποθετήθηκε Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινούπουλης από τον Θεοδόσιο.

Τέλος,  πήρε μέρος και στη δεύτερη οικουμενική σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη το 381, όπου πήρε τον τίτλο του ηγέτη της Συνόδου. Για να μην διχάσει τους χριστιανούς παραιτήθηκε και επέστρεψε στη Ναζιανζινό όπου έγινε επίσκοπος. Πέθανε στις 25 Ιανουαρίου 390.

Θεωρείται ως ο πιο ταλαντούχος ρήτορας μεταξύ των Πατέρων της Εκκλησίας. Ως κλασικά εκπαιδευμένος ομιλητής και φιλόσοφος του Ελληνισμού, κατάφερε να συνδυάσει τον Ελληνισμό με την πρώτη εκκλησία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

To Πανεπιστήμιο Αθηνών τιμά τους τρεις Ιεράρχες

Το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο τιμά σήμερα την γιορτή των Τριών Ιεραρχών με πανηγυρική αρχιερατική θεία λειτουργία που θα τελεστεί στον Πανεπιστημιακό Ιερό Νατό των Εισοδίων της Θεοτόκου (Καπνικαρέα).

Θα ακολουθήσει τελετή στη Μεγάλη Αίθουσα του Πανεπιστημίου Αθηνών ( Κεντρικό κτίριο, Πανεπιστημίου 30), την οποία θα προσφωνήσει ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών, Καθηγητής Γεράσιμος Σιάσος.

Θα ακολουθήσει ομιλία του Καθηγητή του Τμήματος Θεολογίας, Αρχιμανδρίτου Ισίδωρου- Χαράλαμπου Κάτσου με τίτλο: «Ο Διάλογος της Θεολογίας με τις Θετικές Επιστήμες. Σύγχρονες Σκέψεις και Κριτικές Παρατηρήσεις με Βάση το Έργο των Τριών Ιεραρχών».

Πηγή: Το Βήμα