Οι συνομιλίες έγιναν χωρίς την παρουσία εκπροσώπου της Ρωσίας

Χωρίς τη Ρωσία

Η Ρωσία, φυσικά, δεν παραβρέθηκε επειδή δεν προσκλήθηκε. Αν είχε προσκληθεί, η Ουκρανία δεν θα εμφανιζόταν, οπότε οι αποφάσεις ήταν από την αρχή ειλημμένες: Οχι Ρωσία, όχι ειρήνη.

Οι 40 χώρες που συμμετείχαν δεν μπόρεσαν να συμφωνήσουν σ’ ένα κοινό ανακοινωθέν, έτσι η «διάσκεψη ειρήνης» τελείωσε χωρίς καμία ανακοίνωση για τα υποτιθέμενα επιτεύγματά της ή δήλωση για μια πορεία προς τα εμπρός.

Η συνάντηση στη Τζέντα της Σαουδικής Αραβίας αναμφίβολα σχεδιάστηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια προσπάθεια να πειστούν οι χώρες BRICS να μην υποστηρίξουν τη Ρωσία στο Ουκρανικό.

Οι BRICS αποτελούνται από τη Ρωσία, τη Βραζιλία, την Ινδία, την Κίνα και τη Νότια Αφρική, με μια σειρά από άλλες χώρες να υποβάλλουν αίτηση για ένταξη. Η Βραζιλία, η Ινδία, η Κίνα και η Νότια Αφρική συμμετείχαν στην ειρηνευτική διάσκεψη που περιλάμβανε και το Ιράν, γράφει σε ανάλυσή του ο Stephen Bryen.

Η Κίνα, η οποία εμφανίζεται ως μεσολαβητής στη σύγκρουση Ουκρανίας – Ρωσίας, ανακοίνωσε ότι η συνάντηση ήταν χρήσιμη και πως ελπίζει να δει άλλη μια στο μέλλον.

Θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια χώρα που ταλαντεύεται για το κατά πόσον μια ειρηνευτική συμφωνία θα μπορούσε να επιτευχθεί με συναίνεση χωρίς τη Ρωσία.

Αλλά αυτή είναι μια παρατραβηγμένη ερμηνεία καθώς η συμμετοχή της στο παιχνίδι γίνεται με σκοπό να εμποδίσει τις ΗΠΑ να την πιέσουν με κυρώσεις.

Παραπαίον καθεστώς

Η οικονομία της αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα επί του παρόντος και υπάρχουν εκκαθαρίσεις στην ηγεσία της, συμπεριλαμβανομένης της απομάκρυνσης του υπουργού Εξωτερικών, Τσιν Γκανγκ (φωτογραφία, κάτω), και της απόλυσης της ανώτατης ηγεσίας των πυραυλικών δυνάμεών της.

Ολα αυτά υποδηλώνουν ότι η ηγεσία της, με επικεφαλής τον Σι Τζινπίνγκ, δέχεται επίθεση. Σε περίπτωση που η οικονομία συνεχίσει να καταρρέει και καθώς όλο και περισσότεροι ξένοι επενδυτές αποσυνδέονται από τη χώρα, το μέλλον του κινέζου προέδρου είναι αβέβαιο ενώ σκοτεινά σύννεφα μαζεύονται πάνω από το παραπαίον καθεστώς.

Ακόμη και πριν τη ρωσική εισβολή, οι ΗΠΑ αντιτίθετο σταθερά σε οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία για το Ουκρανικό.

Προσπάθειες της Γαλλίας και της Γερμανίας, της Τουρκίας και του Ισραήλ κατέρρευσαν λόγω των αμερικανικών αντιρρήσεων για οποιεσδήποτε συμφωνίες. Η πολιτική των ΗΠΑ, στον βαθμό που μπορεί να καθοριστεί από τις ενέργειές τους, συνίσταται στο να βοηθήσουν την Ουκρανία να κερδίσει τον πόλεμο, ενώ έκαναν ό,τι μπορούσαν για να προκαλέσουν αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία.

Ο Πούτιν διατηρεί τον έλεγχο

Δύο πράγματα είναι πλέον ξεκάθαρα. Η προσπάθεια ανατροπής της κυβέρνησης Πούτιν φαίνεται να έχει αποτύχει, με τον ρώσο πρόεδρο να διατηρεί και πάλι σταθερά τον έλεγχο. Στο μεταξύ, η ουκρανική αντεπίθεση κατά των ρωσικών δυνάμεων στην ανατολική και νότια Ουκρανία, έχει αποδειχθεί μια δαπανηρή αποτυχία, η οποία, με τη σειρά της, έχει επιπτώσεις στο ΝΑΤΟ.

Παρά τη βαριά νατοϊκή εκπαίδευση των κορυφαίων ουκρανικών ταξιαρχιών και την προμήθεια αμερικανικών και ευρωπαϊκών όπλων, συμπεριλαμβανομένων τεθωρακισμένων συστημάτων όπως αρμάτων μάχης Leopard και οχημάτων μάχης πεζικού Bradley, καθώς και στρατιωτικό σχεδιασμό και οργάνωση από τις ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένης της τεράστιας στρατηγικής υποστήριξης πληροφοριών, οι δυνάμεις της Ουκρανίας έχουν δεχτεί ισχυρό πλήγμα χωρίς να έχουν πετύχει σημαντική πρόοδο.

Πώς αντανακλά αυτό στο ΝΑΤΟ; Εχει γίνει κατανοητό από καιρό ότι η συμμαχία θα είχε μεγάλη δυσκολία να υπερασπιστεί κρίσιμα μέρη της Βαλτικής και της Ανατολικής Ευρώπης από μια ρωσική επίθεση. Η επέκτασή του αποτελούσε πάντα ένα στρατιωτικό κίνδυνο.

Η ιδέα να προσπαθήσουμε να προσθέσουμε την Ουκρανία στο νατοϊκό χαρτοφυλάκιο και να στερήσουμε τη Ρωσία από τις αγορές της σε ολόκληρη την Ευρώπη, έχει προκαλέσει τουλάχιστον τόση ζημιά στη Ρωσία όση και στην Ευρώπη, ίσως και μεγαλύτερη.

Η αποβιομηχάνιση της Γερμανίας

Για παράδειγμα, η εποχή της φθηνής ενέργειας για τη Γερμανία, που τροφοδοτούσε τη βιομηχανική της δύναμη, έχει τελειώσει και ο κρίσιμος αγωγός Nordstream, τουλάχιστον για το άμεσο μέλλον, έχει καταστραφεί.

Ορισμένοι ειδικοί κάνουν λόγο για αποβιομηχάνιση της Γερμανίας, η οποία ήταν πάντοτε εξασφαλισμένη με φτηνό τρόπο, καθώς είχε εναποθέσει στις ΗΠΑ την ασφάλειά της ενώ οι γερμανικές εταιρείες κέρδιζαν πολλά χρήματα.

Σήμερα, ωστόσο, οι γερμανικές εταιρείες δεν βγάζουν πολλά κέρδη και οι ΗΠΑ έχουν ξεμείνει από στρατιωτικές προμήθειες για να διασφαλίσουν τους Γερμανούς.

Τώρα, οι χώρες του ΝΑΤΟ αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι ο καλύτερος εξοπλισμός τους δεν είναι αρκετός για να τις προστατεύσει σε περίπτωση πολέμου.

Κάποια στιγμή, στο όχι πολύ μακρινό μέλλον, βασικές ευρωπαϊκές χώρες θα υποχωρήσουν από την ενθουσιώδη υποστήριξή τους για την επέκταση της Ουκρανίας και του ΝΑΤΟ, και από δισεκατομμύρια δολάρια στρατιωτικού εξοπλισμού που καταναλώθηκαν στον πόλεμο, και θ’ αναζητήσουν συμβιβασμό με τους Ρώσους.

Δύσκολη κατάσταση στο μέτωπο

Ενώ είναι δυνατό για την Ουάσιγκτον να εκφοβίσει τον Σολτς στη Γερμανία ή τον Μακρόν στη Γαλλία, και ο εκφοβισμός έχει τα όριά του.

Η κατάσταση στο πεδίο της μάχης είναι εξαιρετικά δυσμενής για το μέλλον της Ουκρανίας. Οι στρατιωτικοί ηγέτες της το γνωρίζουν αυτό, ακόμα κι αν ελπίζουν σε κάποιο θαύμα.

Οι Ουκρανοί πιθανόν να προσπαθήσουν να διατηρήσουν τη γραμμή επαφής κάπως σταθερή, πραγματοποιώντας μικρές (αλλά δαπανηρές) επιθέσεις, όπως ακριβώς έκαναν (και απέτυχαν) στο Robotyne.

Το ερώτημα, ωστόσο, είναι για πόσο καιρό μπορεί ο ουκρανικός στρατός να συνεχίσει να καταστρέφει εξοπλισμό και ανθρώπινο δυναμικό, ή και αν θέλει πλέον να το κάνει.

Φτάνει η μέρα της κρίσεως

Εάν οι κορυφαίοι στρατιωτικοί ηγέτες της Ουκρανίας, όπως ο αρχηγός του επιτελείου Βάλερι Ζαλούζνι (φωτογραφία, επάνω), ή ο αρχηγός των χερσαίων δυνάμεων, Ολεξάντρ Σίρσκι, αποφασίσουν ότι θέλουν ν’ αποτρέψουν μια πλήρη κατάρρευση, μπορεί να βρουν έναν τρόπο ν’ αναγκάσουν τους πολιτικούς να εγκαταλείψουν τη σκληρή τους γραμμή και να διαπραγματευτούν με τη Ρωσία.

Δεν είναι ξεκάθαρο πόσο κοντά βρισκόμαστε σε μια πλήρη κατάρρευση, αλλά ο μεγάλος αριθμός θυμάτων και απωλειών εξοπλισμού, καθώς και η πτώση του ηθικού, αφήνουν την εντύπωση ότι η μέρα της κρίσεως δεν είναι μακριά.

Η αποτυχία της Σαουδικής «Διάσκεψης Ειρήνης» είναι ένας ακόμη καλός δείκτης ότι η Ουάσιγκτον βρίσκεται σε αδιέξοδο και οι Ουκρανοί μπορεί να βρουν έναν νέο τρόπο για να λύσουν το πρόβλημά τους με τη Ρωσία.

philenews / in.gr