ΤΟΝ Αύγουστο του 1974, πριν 49 χρόνια, σχεδόν μισό αιώνα, οι Τούρκοι είχαν εξουδετερώσει τις διπλωματικές προσπάθειες, που καταβάλλονταν, κυρίως στη Γενεύη της Ελβετίας και οδήγησαν σε ναυάγιο τη δεύτερη διάσκεψη, που γινόταν στην εκεί έδρα των Ηνωμένων Εθνών. Σκοπίμως είχαν οδηγήσει τις διπλωματικές κινήσεις σε αδιέξοδο και όπως εκ των υστέρων φάνηκε ήταν και σε συνεννόηση και με τρίτες χώρες. Τότε, λοιπόν,  άνοιξαν το δρόμο στην κατάληψη του 37% των κυπριακών εδαφών. Εκ των υστέρων αποκαλύψεις επιβεβαιώνουν το μεγάλο παιχνίδι σε βάρος της χώρας μας.

ΜΕΤΑ από τόσα χρόνια το πρώτιστο είναι να μην ξεχνάμε και παράλληλα να συνεχίζεται ο μεγάλος αγώνας για ανατροπή των κατοχικών δεδομένων. Ο αγώνας για να έχει νόημα, να είναι πραγματικός πρέπει να στοχεύει στην απελευθέρωση. Αυτό σημαίνει στην πλήρη άρση των κατοχικών δεδομένων. Την πλήρη αποχώρηση της κατοχικής δύναμης, της Τουρκίας. Οτιδήποτε άλλο ισχύσει, που θα διασφαλίζει τουρκική παρουσία, θα οδηγήσει σε νέες περιπέτειες. Δεν θα κουραστούμε να το επαναλαμβάνουμε. Για να είναι τούτο εφικτό, πρέπει να το καταστήσουμε με αγώνες.

Ο ΧΡΟΝΟΣ δεν λειτούργησε υπέρ των δικών μας επιδιώξεων για ανατροπή των κατοχικών δεδομένων.  Τον χρόνο τον έχει χρησιμοποιήσει ως εργαλείο υλοποίησης των σχεδιασμών της η κατοχική Τουρκία. Την ίδια ώρα, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πως η  μνήμη ξεθώριασε, αλλά ο λαός δεν μπορεί να ξεχάσει. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει και να παραδώσει τη γη μας στους κατακτητές. Αυτό δεν πρέπει να το ξεχνούν οι τρίτοι, όσοι επιδιώκουν την κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και τη νομιμοποίηση της κατοχής. Σαράντα εννέα χρόνια μετά, ένας και μοναδικός πρέπει να παραμείνει ο στόχος και η επιδίωξη μας: Η απελευθέρωση της πατρίδας. Κι αυτό σημαίνει πως και στη χώρα μας θα εφαρμόζονται τα αυτονόητα, όσα ισχύουν και σε άλλες δημοκρατικές χώρες. Τόσο δύσκολο είναι άραγε αυτό που ζητάμε; Το αυτονόητο ζητάμε.