Η επίτευξη χωριστής συμφωνίας ανάμεσα στο κατοχικό καθεστώς και τα Ηνωμένα Έθνη σ’ ό,τι αφορά τη διακίνηση της ειρηνευτικής δύναμης εντός των κατεχομένων περιοχών συνεχίζει να αποτελεί ένα από τους βασικούς στόχους της τουρκικής πλευράς.

Στην έκθεσή του για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ ο Γενικός Γραμματέας ξεκαθαρίζει η ειρηνευτική δύναμη έχει το δικαίωμα να κινείται σ’ ολόκληρο το νησί. Παράλληλα, η κυπριακή κυβέρνηση δηλώνει έτοιμη για στρατιωτικό διάλογο με στόχο την αποφυγή εντάσεων στη νεκρή ζώνη, δεδομένου ότι στο τραπέζι θα καθίσουν εκπρόσωπος της Εθνικής Φρουράς και του τουρκικού κατοχικού στρατού.

Το κατοχικό καθεστώς όπως φαίνεται και μέσα από την έκθεση του Γενικού Γραμματέα για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ συνεχίζει την τακτική της πρόκλησης προβλημάτων στις δραστηριότητες και τη διακίνηση των μελών της ειρηνευτικής δύναμης στο νησί. Στην παράγραφο 73 της έκθεσης του ο ΓΓ ΟΗΕ εκφράζει λύπη «για τους περιορισμούς στην ελεύθερη διακίνηση της ΟΥΝΦΙΚΥΠ οι οποίοι έχουν επιβληθεί σε διάφορες περιοχές, όπως στα Στροβίλια» και επαναλαμβάνει την προσδοκία του «ότι η δυνατότητα της αποστολής να περιπολεί και να εκτελεί εντεταλμένες δραστηριότητες θα αποκατασταθεί πλήρως».

Στο σημείωμα που απέστειλε η τουρκοκυπριακή πλευρά, και περιλαμβάνεται ως παράρτημα στην έκθεση του ΓΓ για το Κυπριακό, γίνεται αναφορά σε «καθεστώς επιχειρήσεων της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στην ‘ΤΔΒΚ’». Με εμφανή την πρόθεση της τουρκικής πλευράς να παραπέμψει στην ύπαρξη χωριστής κρατικής οντότητας στο βόρειο, κατεχόμενο, τμήμα της νήσου και για το οποίο χρειάζεται τα Ηνωμένα Έθνη να προχωρήσουν σε χωριστή συμφωνία με το κατοχικό καθεστώς.

Αναφέρεται, στο σημείωμα, πως «η τουρκοκυπριακή πλευρά κατέστησε σαφές ότι ένα νομικό πλαίσιο είναι απαραίτητο για τις δραστηριότητες της ΟΥΝΦΙΚΥΠ στο έδαφος της ‘τουρκικής δημοκρατίας βόρειας Κύπρου’». Περαιτέρω υποστηρίζει πως «η ΟΥΝΦΙΚΥΠ δρα εντός της ‘ΤΔΒΚ’ με άδεια της κυβέρνησής μας ως χειρονομία καλής θέλησης». Η τουρκική πλευρά προσπαθεί με τη συγκεκριμένη αναφορά να διαστρεβλώσει την πραγματικότητα όσον αφορά τα δικαιώματα που έχει η ΟΥΝΦΙΚΥΠ στην εκτέλεση της αποστολής της, ενώ την ίδια ώρα υποστηρίζει πως τα προβλήματα και οι εντάσεις που προκαλούνται οφείλονται στην έλλειψη ενός «επίσημου πλαισίου» που έχει ως αποτέλεσμα να προκύπτουν ασάφειες.

Στόχος, ως γνωστό, της τουρκικής πλευράς είναι να πετύχει μια χωριστή συμφωνία ανάμεσα στο ψευδοκράτος και τα Ηνωμένα Έθνη και για αυτό είχε υποβάλει και ένα «σχέδιο συμφωνίας». Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στο σημείωμα και τα Ηνωμένα Έθνη έχουν υποβάλει το δικό του σχέδιο το οποίο συζητείται μεταξύ του λεγόμενου «υπουργείου εξωτερικών» του κατοχικού καθεστώτος και αξιωματούχων του ΟΗΕ.

Για τα Ηνωμένα Έθνη και τον Γενικό Γραμματέα του διεθνούς οργανισμού το θέμα που άπτεται των δραστηριοτήτων της ΟΥΝΦΙΚΥΠ είναι αρκούντως ξεκάθαρο: «Υπενθυμίζω ότι η εντολή που δόθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ δεν περιορίζεται στη νεκρή ζώνη αλλά εκτείνεται σε ολόκληρο το νησί», σημειώνει ο Αντόνιο Γκουτέρες στην έκθεσή του. Και η εντολή που δόθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας στην ΟΥΝΦΙΚΥΠ πηγάζει από το ψήφισμα 186 (1964). Το ψήφισμα με το οποίο συστάθηκε η ειρηνευτική δύναμη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο. Μια ειρηνευτική δύναμη η οποία βρίσκεται στο νησί με τη σύμφωνη γνώμη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Θέμα τα οποίο η τουρκική πλευρά αμφισβητεί και προσπαθεί να επιτύχει χωριστή συμφωνία ανάλογη με εκείνη που επιτεύχθηκε το 1964 μεταξύ ΚΔ και ΟΗΕ.

Ετοιμότητα για στρατιωτικό διάλογο: Ο Αντόνιο Γκουτέρες υποδεικνύει (παρ. 74 της έκθεσης για την ΟΥΝΦΙΚΥΠ) πως μία οδός αντιμετώπισης των ζητημάτων που προκύπτουν κυρίως εντός της νεκρής ζώνης είναι «η σύσταση ενός μηχανισμού άμεσης στρατιωτικής επαφής μεταξύ των αντιπάλων δυνάμεων». Σύμφωνα με τον ΓΓ ΟΗΕ η σύσταση αυτού του μηχανισμού θα ήταν ένα πολύ θετικό βήμα για τη σταθερότητα και την οικοδόμηση εμπιστοσύνης στο νησί.

Η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν είναι αρνητική στη σύσταση ενός τέτοιου μηχανισμού και όπως αναφέρει: «Δεδομένης της ανάγκης εκτόνωσης της έντασης, είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε τη σύσταση ενός μηχανισμού στρατιωτικών επαφών μεταξύ των αντιμαχόμενων δυνάμεων στην Κύπρο, με τη βοήθεια της ΟΥΝΦΙΚΥΠ». Σημειώνει ακόμα ότι η σύσταση αυτού του μηχανισμού καθίσταται ακόμα πιο επιβεβλημένος λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχείς παραβιάσεις των ψηφισμάτων του ΣΑ ΟΗΕ στα Βαρώσια και τα εμπόδια που εγείρονται από τον τουρκικό κατοχικό στρατό προς την ΟΥΝΦΙΚΥΠ στο να εκτελεί τα καθήκοντά της.

Η πρόταση η οποία υπέβαλε η ελληνοκυπριακή πλευρά, από τον Δεκέμβριο του 2019, περιλαμβάνει και το πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να συσταθεί ένας τέτοιος μηχανισμός στρατιωτικής επαφής μεταξύ των αντιμαχόμενων δυνάμεων. Αντιμαχόμενες δυνάμεις στην προκειμένη περίπτωση είναι η Εθνική Φρουρά και οι τουρκικές κατοχικές δυνάμεις. Και βάση της ε/κ πρότασης ο μηχανισμός αυτός θα μπορούσε να λειτουργήσει με τη συμμετοχή των διοικητών της Εθνικής Φρουράς και του τουρκικού κατοχικού αντίστοιχα με τη διευκόλυνση της ΟΥΝΦΙΚΥΠ.

Για την κυπριακή κυβέρνηση είναι ξεκάθαρο ότι συνομιλητής της Εθνικής Φρουράς, στο πλαίσιο ενός τέτοιου μηχανισμού, είναι ο τουρκικός κατοχικός στρατός και όχι οι λεγόμενες «τουρκοκυπριακές δυνάμεις ασφαλείας» όπως είναι η επιδίωξη της τουρκοκυπριακής ηγεσίας. Μια προσέγγιση η οποία έχει οδηγήσει την όλη προσπάθεια των Ηνωμένων Εθνών, και σ’ αυτό το θέμα, σε αδιέξοδο.

Φιλελεύθερος