Weather Icon

Μοριᾶς – Ἔκρηξις Ἐπαναστάσεως

Μοριᾶς – Ἔκρηξις Ἐπαναστάσεως

Στίς 14 Μαρτίου 1821, ὁ μεζιλτζής (ταχυδρόμος) Νικόλαος Χριστοδούλου ἤ Σολιώτης καί ὁ Ἀναγνώστης Κορδῆς ἔστησαν χωσιά (ἐνέδρα) στή θέση Πόρτες κοντά στό χωριό Ἀγρίδι τῆς Ἀχαΐας καί σκότωσαν τρεῖς γυφτοχαρατζῆδες καί τρεῖς γραμματοφόρους τοῦ καϊμακάμη τῆς Τριπολιτσᾶς Σελήχ, πού πήγαιναν στόν Χουρσίτ πασᾶ στά Ἰωάννινα. Ὁ σπόρος πού εἶχε ρίξει ὁ Παπαφλέσσας στήν ψυχή τοῦ Σολιώτη βλάστησε. Θεωρεῖται τό πρῶτο κτύπημα τῆς ἐπαναστάσεως καί ἔλαβε χώρα στήν ἐπαρχία τῶν Καλαβρύτων. Βεβαίως σέ ἐκείνη τήν περίοδο ἔγιναν ἀπανωτά κτυπήματα κατά τῶν Τούρκων καί ὑπάρχουν πολλές ἐνστάσεις γιά τόν χρόνο καί τόν τόπο πού οἱ Ρωμιοί ἔρριξαν τό πρῶτο βόλι.

Δύο ἡμέρες ἀργότερα ὁ Ἀσημάκης Ζαΐμης ἔδωσε ἐντολή στόν Χονδρογιάννη νά ἐπιτεθεῖ στόν σεϊδή Χαμουτζά Λαλιώτη καί τόν τραπεζίτη Ταμπακόπουλο οἱ ὁποῖοι μετέφεραν χρήματα Τούρκων ἀγάδων. Πράγματι ὁ Χονδρογιάννης ἀπό τό Μαζί, ὁ Λαμπρούλιας ἀπό τόν Μποτιά, ὁ Ντόλκας ἀπό τό Κάνι καί ὁ Δημόπουλος ἐπίσης ἀπό τό Μαζί ἔστησαν ἐνέδρα στήν θέση Χελωνοσπηλιά, κοντά στήν Κλειτορία Καλαβρύτων. Τόσο ὁ σεϊδῆς ὅσο καί ὁ Βυτιναῖος τοκογλύφος διέφυγαν στά δάση τοῦ Φενεοῦ, ἀλλά οἱ πρῶτες ἐπαναστατικές πράξεις εἶχαν ἤδη λάβει χώρα. Τό ποτάμι δέν γυρνοῦσε πίσω.

Ἄλλες ἐπιθέσεις πού πραγματοποιήθηκαν ἦταν στό Λιβάρτζι, ὅπου κατ’ ἐντολή τοῦ Ἀσημάκη Φωτήλα, σκοτώθηκαν δύο Τοῦρκοι σπαχῆδες οἱ Τσιπουγλαῖοι, στό Βερσοβά Χασιῶν, ὅπου ὁ Νικόλαος Σολιώτης κτύπησε Ἀλβανούς ἐνόπλους καί στήν Ἀκράτα, ὅπου οἱ Πετμεζαῖοι πυροβόλησαν ἀπόσπασμα 18 Τούρκων, πού κατευθύνονταν ἀπό τά Σάλωνα (Ἄμφισσα) στήν Τριπολιτσᾶ.

Στίς 21 Μαρτίου 1821 ὁ Γεωργάκης Ντρίτζας σκότωσε στά Βλάχικα της Καρύταινας τέσσερεις Τούρκους, ἐνῶ ὁ Γεώργιος Δανόπουλος σκότωσε στή θέση Δερβενάκια τόν τάταρη τῆς Κορίνθου πού πήγαινε στό Ἄργος. Στά Λαγκάδια κήρυξαν τήν ἐπανάσταση οἱ Δεληγιανναῖοι, παρότι ὁ ἀδελφός τους Θεοδωράκης βρισκόταν ὅμηρος του καϊμακάμη τῆς Τριπολιτσᾶς, ἐνῶ οἱ ἀδελφοί Κολιόπουλοι (Γεώργιος καί Δημήτριος Πλαπούτας) κάλεσαν τούς κατοίκους τῆς Καρύταινας στά ὅπλα καί ἐπιτέθηκαν ἐναντίον τῶν Λαλαίων (Τούρκων ἀπό τό Λάλα) στό χωριό Μπέτσι.

Τό πιό σοβαρό ὅμως ἐπεισόδιο ἦταν ἡ ἐπίθεση ἐναντίον ἀνθρώπων τοῦ Τούρκου βοεβόδα (διοικητῆ) τῶν Καλαβρύτων Ἰμπραήμ πασᾶ Ἀρναούτογλου, πού εἶχε ξεκινήσει στίς 20 Μαρτίου 1821 γιά τήν Τριπολιτσᾶ. Προπορευόταν ὁ ἀράπης δοῦλος του καί ὁ καφετζής (ὑπεύθυνος γιά τήν παραμονή) μέ ἐντολή νά ἑτοιμάσουν τό τσιφλίκι του στό Δάρα ὅπου θά διανυκτέρευε ὁ ἴδιος ὁ Ἀρναούτογλου. Στή θέση Παλιόπυργος οἱ Πετμεζαῖοι καί οἱ Μαζαῖοι σκότωσαν τούς ὑπηρέτες τοῦ πασᾶ, ὁ ὁποῖος μόλις τό πληροφορήθηκε ἔτρεξε νά κλειστεῖ μαζί μέ τούς Τούρκους κατοίκους τῆς περιοχῆς στούς τρεῖς πύργους τῶν Καλαβρύτων.

«Εἰς τά Καλάβρυτα, κατά τήν 21ην Μαρτίου συνεκεντρώθησαν εἰς τήν Μονήν τῆς Ἁγίας Λαύρας ὁ Σωτήρης Θεοχαρόπουλος, ὁ Νικόλαος Σολιώτης, ὁ Ἰωάννης Παπαδόπουλος (Μουρτογιάννης) καί οἱ Βασίλειος καί Νικόλαος Πετμεζαῖοι καί παραλαβόντες ἕνα ἀσήμαντο κανόνι τοῦ μοναστηριοῦ καί μέ σημαίαν τήν χρυσοκέντητον εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, (Λάβαρο τῆς ἐπανάστασης) πού ὑπῆρχεν εἰς τήν Ὡραίαν Πύλην τοῦ ναοῦ, ὤρμησαν κατά τῶν Καλαβρύτων.

Διονύσιος Κόκκινος – Ἑλληνική Ἐπανάστασις

Στήν ἐπαρχία τῆς Κορίνθου, οἱ οἰκογένειες τῶν προκρίτων Νοταράδων (καταγόμενοι ἀπό τόν πρωθυπουργό τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου Λουκᾶ Νοταρᾶ) διατηροῦσαν στενές σχέσεις μέ τόν διοικητῆ τῆς πόλης Χουσεΐν Κιαμήλμπεη καί ἀντιδροῦσαν σφόδρα στήν ἰδέα τῆς ἐπαναστάσεως. Κατέφθασαν τότε στήν Κορινθία Καλαβρυτινοί καί Δερβενοχωρίτες ὑπό τόν Γιάννη Χατζή καί ξεκίνησαν τήν πολιορκία τῶν Τούρκων πού εἶχαν κλειστεῖ στό κάστρο τῆς Ἀκροκορίνθου. Ὁμοίως καί οἱ Τοῦρκοι τῆς Ἀργοναυπλίας δέχτηκαν ἐπίθεση καί κλείστηκαν στά κάστρα τοῦ Ἄργους καί τοῦ Ναυπλίου, ἐνῶ στίς 25 Μαρτίου 1821 ἱδρύθηκε στρατόπεδο στά Βέρβαινα Κυνουρίας ἀπό τούς Ἀναγνώστη Κονδάκη, τόν ἐπίσκοπο Βρεσθένης Θεοδώρητο, τόν Παναγιώτη Γιατράκο ἀπό τόν Μυστρᾶ καί τόν Νικόλαο Δεληγιάννη.

 Τέλη Μαρτίου ὁλόκληρος ὁ Μοριᾶς φλεγόταν. Στίς 26 Μαρτίου ὁ Γεώργιος Σισίνης κήρυξε τήν ἐπανάσταση στή Γαστούνη, ὁ Χαράλαμπος Βιλαέτης στόν Πύργο Ἠλείας, καί μετά ἀπό κοινοῦ πολιόρκησαν τούς Τούρκους πού εἶχαν κλειστεῖ στό κάστρο Χλεμούτσι τῆς Γλαρέντζας (Κυλλήνη). Ἀκολούθησαν Μεθώνη, Κορώνη, Τριφυλία. Παντοῦ οἱ πρώην σκλάβοι ἔτρεχαν ἐλεύθεροι καί οἱ πρώην δεσμοφύλακες κλείνονταν στά κάστρα. Ὁ ξεσηκωμός τῶν σκλάβων συνοδεύτηκε ἀπό σφαγές πολλῶν Τούρκων καί ἀπό ἀποτρόπαια ἐγκλήματα, τά ὁποῖα μποροῦν νά παραλληλιστοῦν μέ τόν ξεσηκωμό τῶν Γάλλων χωρικῶν καί τήν σφαγή χωρίς διάκριση ὅλων τῶν εὐγενῶν μέ τίς περίφημες καρμανιόλες.

Στίς ἀναφορές τους οἱ Ἄγγλοι ἱστορικοί ἀναφέρονται συχνά σέ σφαγές μουσουλμάνων ἀπό Ἕλληνες, ἐνῶ τό βασικό τους μέλημα εἶναι νά δικαιολογήσουν τίς πολιτικές πράξεις τῆς κυβέρνησής τους καί τίς ἐνέργειες τοῦ τουρκόφιλου προξένου τους στήν Πάτρα (Philip James Green). Οἱ “πολιτισμένοι” Εὐρωπαῖοι θέλουν νά δείχνουν ὅτι εἶναι ἀντικειμενικοί καί τέλειοι στήν ἱστορική τους παρουσίαση. Ἔτσι ὁ Φίνλεϊ θεωρεῖ τούς Κλέφτες “sheep stealers and brigands”. Γιά τόν Ζαχαριᾶ καί τόν Κολοκοτρώνη ἀναφέρει ὅτι “they lived at the expense of the poor Christian peasants and they rarely ventured to plunder a rich aga”. Ἐπίσης τονίζει ὅτι οἱ Τοῦρκοι τῶν Καλαβρύτων σφαγιάστηκαν ἀπό τούς Ἕλληνες, ἐνῶ δικαιολογεῖ τόν καϊμακάμη τῆς Τριπολιτσᾶς ὅτι ἔριξε ὅλους τους Χριστιανούς προκρίτους σέ ἕνα ἐλεεινό μπουντρούμι γιά νά τούς σώσει ἀπό τόν ὄχλο!

Διαβάζοντας τόν Βρετανό συγγραφέα νομίζει κανείς ὅτι οἱ Ἕλληνες ἦταν οἱ κατακτητές καί οἱ Τοῦρκοι σκλάβοι στόν τόπο τους, ἐνῶ ὑποβαθμίζει τήν μεταχείριση τῶν Χριστιανῶν ἀπό τούς Τούρκους. Στό βιβλίο του (History of the Greek revolution) μιλάει μόνο γιά σφαγές μουσουλμάνων ἀπό Ἕλληνες, ἐνῶ ὅπου ἁπλῶς σκότωναν (καί ὄχι ἔσφαζαν) οἱ Τοῦρκοι τό ἔκαναν ἕξ ἀνάγκης. Γιά τόν Μαχμούτ Β’ γράφει: “his conduct was guided by political principles, which were considered prudent at Constantinople.”, δηλαδή ἡ διαγωγή τοῦ σουλτάνου θεωρεῖται συνετή, ἀφοῦ ὅ,τι ἔκανε τό ἔκανε γιά νά προστατεύσει τούς ἀθώους Τούρκους!

Ὁ Ἐγγλέζος τονίζει ὅτι δέν ἦταν Ἕλληνες ὅσοι ἔκαναν τήν ἐπανάσταση ἀλλά Ἀλβανοί, Βλάχοι ἔ ἄντε καί Ἕλληνες, ἀλλά δέν μᾶς διαβάζει καί καμμία προκήρυξη πού νά ἔγινε στήν ἀλβανική ἤ βλαχική γλῶσσα. Ὁ George Finlay καί ὅλοι οἱ Βρετανοί ὑποστηρίζουν τούς Ὀθωμανούς διότι διέπραξαν παρόμοια ἐγκλήματα. Κατέλαβαν ἐδάφη ἄλλων λαῶν καί τούς ἐξόντωσαν μέχρι ἑνός. Καί ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ βρετανική αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία οὐδέποτε ἐπιθυμοῦσε τή Ρωσία νά ἀποκτήσει πρόσβαση στή Μεσόγειο, οἱ τσάροι θά εἶχαν σβήσει τήν ὀθωμανική αὐτοκρατορία ἀπό τόν χάρτη καί ἡ Κωνσταντινούπολη θά ἦταν καί πάλι χριστιανική.

David Brewer παραβλέπει τίς σφαγές καί τούς ἀνασκολοπισμούς τῶν Ἑλλήνων στήν Πάτρα ἀπό τόν κυβερνητικό στρατό, ὁ ὁποῖος ὄφειλε νά κυνηγήσει καί νά τιμωρήσει μόνο τούς ἐπαναστάτες καί ρίχνει ὅλο τό βάρος τῆς συγγραφῆς του στήν δημιουργία μίας καλῆς εἰκόνας γιά τόν Ἄγγλο πρόξενο Γκρήν, ὁ ὁποῖος ἦταν ὁ βασικός πληροφοριοδότης τῶν Ὀθωμανῶν.

Οἱ κύριοι τῆς Εὐρώπης θεωροῦν λεπτομέρεια τό γεγονός ὅτι οἱ Τοῦρκοι εἰσέβαλλαν καί κατέκτησαν τά ἐδάφη μας, ἐξόντωσαν ἑκατομμύρια Χριστιανῶν, μᾶς θεωροῦσαν σκλάβους, μᾶς μαγάρισαν τούς ναούς καί τούς τάφους μας. Οἱ κύριοι τῆς Εὐρώπης παραβλέπουν τήν πληθώρα βασανιστηρίων, τίς καταναγκαστικές ἐργασίες, τήν φτώχεια, τό παιδομάζωμα, τίς καρατομήσεις, τά σκλαβοπάζαρα, τά χαράτσια, τόν τρόμο πού ἐπικρατοῦσε.

Οἱ ἴδιοι “πολιτισμένοι” Εὐρωπαῖοι τό 1770 θά παρακολουθοῦσαν ἀπαθεῖς τίς σφαγές τῶν Χριστιανῶν τῆς Πελοποννήσου μέ τά ὀρλωφικά, τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1821 θά παρακολουθοῦσαν ἀπαθεῖς τίς σφαγές στήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου οἱ πρέσβεις τούς εἶχαν ἐντολή νά μήν παράξουν καμμία βοήθεια στούς Χριστιανούς. Γι’ αὐτό τό λόγο δίνω βάρος στά ἀπομνημονεύματα τῶν Ρωμιῶν πού ἔζησαν τόν τουρκική βαρβαρότητα. Ὅλοι οἱ πρωταγωνιστές τοῦ ἀγῶνα εἶχαν θύματα στήν οἰκογένειά τους ἀπό τόν κατακτητή καί θεώρησαν τήν ἐπανάσταση ὡς ἀπόδοση δικαιοσύνης. Ἡ οἰκογένεια τοῦ Κολοκοτρώνη, τοῦ Τζαβέλα καί τοῦ Μπότσαρη εἶχε ξεκληριστεῖ, τοῦ Νικηταρᾶ ὁ ἀδελφός καί ὁ πατέρας εἶχαν σκοτωθεῖ ἀπό τούς Τούρκους, ὁ πατέρας τῆς Μπουμπουλίνας σάπισε στό Γεντί Κουλέ, τοῦ Δεληγιάννη τόν πατέρα τόν ἔσφαξαν στό κρεβάτι τοῦ σπιτιοῦ του, τοῦ Λόντου ὁ πατέρας καρατομήθηκε, τοῦ Ζαΐμη στραγγαλίστηκε ὅπως καί τοῦ Ανδρούτσου. Παραθέτω τίς μαρτυρίες ὅσων τούς ἔσκιαζε ἡ φοβέρα καί τούς πλάκωνε ἡ σκλαβιά.

Παρακάτω διαβάζουμε στήν Ἱστορία τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 21 τοῦ Δημήτρη Φωτιάδη, τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ἔσωσε (σύμφωνα μέ τόν Φίνλεϋ) ὁ καϊμακάμης τῆς Τριπολιτσᾶς τούς προκρίτους καί τούς μητροπολίτες:

«Τούς δεσποτάδες, τούς προεστούς, τούς σωματοφύλακες καί τούς δούλους τούς κατέβασαν, στίς 17 τοῦ Ἀπρίλη στό μπουντρούμι τοῦ διοικητηρίου. Ὁ Φιλήμονας πού τό εἶδε μᾶς τό περιγράφει μέ τοῦτο ἐδῶ τόν τρόπο:

“Ὑπόγειον ἤ ἰσόγειον, πανταχόθεν τετειχισμένον, οὐδέποτε δεχόμενον νέον ἀέρα, ἀμυδρῶς φωτιζόμενον δί ‘ὑψηλοῦ τινός θυριδίου σιδηροῦ, ἀδιαίρετον, ἄνευ δαπέδου, μικρᾶς χωρητικότητος, ἀείποτε ὑγρόν, πάντοτε ἀκαθάριστον, βαρέως δυσῶδες, πλῆθος ἐντόμων καί ζωϊδίων, αὐτόχρημα τόπος κολάσεως”.

Ἅμα τούς μπάσανε σ’ αὐτό βάλανε στόν καθένα μιά σιδερένια λαιμαριά κι ἔπειτα πέρασαν μέσα ἀπ’ αὐτή, δένοντας ἔτσι δεκαοκτώ μαζί, χοντρή ἁλυσίδα ὡσάν τό μπράτσο ἑνός ἄντρα, πού ζύγιζε 270 ὀκάδες. Γιά τίς φυσικές τους ἀνάγκες εἴχανε κουβάδες, τίς περίφημες βοῦτες, πού ἐπέζησαν καί στά δικά μας κρατητήρια. Ἔτσι, ὅποιος ἤθελε νά πάει ὡς αὐτές ν’ ἀνακουφιστεῖ, ἔπρεπε “νά κινηθῶσι συγχρόνως καί οἱ ἕτεροι δεκαεπτά θέλοντες καί μή θέλοντες, τῆς ἁλύσεως συμπαρασυρομένης, ἐάν δέ τίς ἠσθένει ἀκίνητος μένων, ἠναγκάζοντο καί οἱ ἕτεροι, ἴνα μένωσιν ἀκίνητοι ἤ συμπαρασύρωσιν ἑκάστοτε τόν ἀσθενοῦντα”.

Ὅπως πάγαιναν νά σκάσουν ἀπό τό στρίμωγμα, τήν ἀνάσα τόσων ἀνθρώπων καί τίς ἀκαθαρσίες τους, ἱκέτεψαν νά τούς ἀραιώσουν. Καί πραγματικά οἱ Τοῦρκοι τούς κάνανε τό χατήρι, πῆραν τούς σωματοφύλακές τους, τούς ἔβγαλαν στήν αὐλή καί τούς ἔκοψαν.»

Δημήτρης Φωτιάδης – Ἐπανάσταση τοῦ 21

«Οἱ ὅμηροι μεταφέρθηκαν εἰς τό κάτω μέρος τοῦ σεραγίου, εἰς δεινοτάτην καί φρικτοτάτην εἱρκτήν τῶν καταδίκων. Αὔτη δέ ἡ εἱρκτή περιωρισμένη εἰς ἕν δωμάτιον ἔκειτο ὑπό τό σεράγιον ἐπί τοῦ ἐδάφους, ἀριστερῶθεν τοῦ εἰσερχομένου διά τῆς τοῦ σεραγίου πύλης.

Δέθηκαν ὅλοι εἰς τό φοβερόν κούτσουρον, εἰς τάς ὀπάς τοῦ ὁποίου εἰσήρχοντο οἱ πόδες τῶν βασανιζομένων. Εἰσελθόντες δέ εἰς ταύτην τήν φυλακήν συνέδεσαν διά μακρᾶς ἁλύσεως τούς ἀρχιερεῖς καί προύχοντας τήν ἑσπέραν ἐκείνην.

Ἐλθῶν δέ καί ὁ Μεραγαρζίκος Τοῦρκος Λαγκαδινός, κατά τόν αὐτόν μήνα ἔμπροσθεν τῆς φυλακῆς καί θεωρήσας ἀπό τό παράθυρον τούς ἔνδον φυλακισμένους εἶπεν:

“- Τί κάμνετε;

– Τί νά κάμωμεν; ἐδῶ μέσα εἴμεθα ἄρρωστοι καί δυστυχισμένοι.

– Ἀμή ὁ Παπαλέξης τί κάνει;

– Ἐδῶ μέσα εἰν’ ἄρρωστος.

– Ἔτσι τόχουν οἱ ψηλοί γκρεμίζοντ’ ὀγλίγωρα.”

Ὁ Μῆτρος Ροδόπουλος ἕνεκα τοῦ φόβου ἠρνήθη τήν πατρώαν ἠμῶν θρησκείαν καί ἀπέφυγε τά δεινά της φυλακῆς, ἐνῶ ὁ καϊμακάμης παρέλαβε ὑπό τήν προστασία τοῦ τόν Ἀναστάση Μαυρομιχάλη καί τόν Ἀνδρέα Καλαμογδάρτη καί ὁ Κιαμήλμπεης τόν Κορίνθου Κύριλλο καί τόν Σωτηράκη Νοταρᾶ, οἱ ὁποῖοι δέν φυλακίστηκαν, ἀλλά παρέμειναν στό σεράγι καθ’ ὅλη τη διάρκεια τῆς πολιορκίας.

Ὥστε οὐδέ τούς πόδας ἠδύναντο νά ἐκτείνωσιν, ἀλλά νυχθημερόν καθήμενοι διελέγοντο, καί οὕτως ἐκοιμῶντο ἐπί πέντε ὁλοκλήρους μήνας, μή δυνάμενοι νά ἀνακληθῶσι. Ἀέναος ἱδρώς ἔρρεε ποταμιδόν ἐκ τῶν σωμάτων αὐτῶν, ἐξ οὐ τά ἐνδύματα αὐτῶν ἐσάπησαν.

Ἐκτελέστηκαν δεκαοκτώ ὑπηρέτες καί σωματοφύλακες τῶν αἰχμαλώτων ἀφοῦ ἔρριψαν ἐπάνω τούς ἐπτακοσίας βολάς τηλεβόλων, ἀπέτεμαν τάς κεφαλάς, ἐκτός ἑνός νέου, ὁ ὁποῖος δείλιασε, ἐξώμοσε καί ἀφέθηκε ἐλεύθερος.

Ἀπεβίωσε δέ τότε ὁ Μονεμβασίας Χρύσανθος διά τέ τήν κακοπάθειαν καί δι’ ἀτροφίαν. Ὀλίγων δέ ἡμερῶν παρελθουσῶν, ἀπέθανεν ὠσαύτως καί ὁ ἱεροδιάκονος τοῦ Χριστιανουπόλεως. Ἐν μίᾳ ἡμέρα ἀπεβίωσαν ὁ Ναυπλίου Γρηγόριος, ὁ Χριστιανουπόλεως Γερμανός, ὁ Δημητσάνης Φιλόθεος, ὁ Παπαλέξης, ὁ Ἀναγνώστης Κωστόπουλος ἀπό Μηλιάκικα. Ὁ δέ Θεόδωρος Δεληγιάννης ἐψυχορράγει κρατούμενος ὑπό τοῦ Ἰωσήφ Ζαφειροπούλου.»

Ἰωσήφ Ζαφειρόπουλος, Οἱ ἀρχιερεῖς καί οἱ προύχοντες ἐντός τῆς ἐν Τριπόλει φυλακῆς ἐν ἔτει 1821

«Ἀγαπητοί μας γέροντες τῶν χωρίων Κατζάναις καί λοιποί σᾶς χαιρετῶ. Εἰς τό αὐτόθι ἐδιωρίσθη μέ γνώμην καί ἀπόφασιν ἐδικήν μας ὁ καπετάν Κωνσταντῆς Πετιμεζᾶς διά νά ἔλθη νά συνάξη ἀνθρώπους, ὅσοι λοιπόν εἶσθε ἱκανοί καί μέ ἄρματα ὅλοι θέλει ἀκολουθήσετε κοντά του προσέχοντες διά νά μή κάμνετε στραπάτζον καί ἀταξίαν καί χωρίς τήν γνώμην τοῦ καπετάν Κωνσταντῆ νά μήν ἐπιχειρίζεσθε τό παραμικρόν.»

Ὁ προεστός Σωτήρης Χαραλάμπης καλεῖ στά ὅπλα τούς Καλαβρυτινούς, 20 Μαρτίου 1821, Ζαρούχλα

«Οἱ προύχοντες καί οἱ ἀρχιερεῖς ἐκοιμήθησαν ἐκεῖ εἰς τό μοναστήρι, καί ἦσαν φοβισμένοι καί ἀπηλπισμένοι. Τότε ὁ Ἀσημάκης Φωτήλας εἶπε τά ἑξῆς:

“Ὅ,τι ἐδυνήθημεν ἐκάμαμεν μέχρι τοῦδε καί ἀρκετά μακρύναμεν τόν καιρόν, ἀλλ’ εἰς τό ἑξῆς οἱ Τοῦρκοι δέν μᾶς πιστεύουν, ὅσον καί ἄν προσπαθήσουμε νά τούς γελάσωμεν, ὥστε ὅπως ἔφθασαν τά πράγματα αὐτοί θά κόψουν τά κεφάλια μας, καί ὄχι μόνο τά ἰδικά μας, ἀλλά καί ὅλων τῶν Χριστιανῶν, καί Κύριος οἶδεν, ἄν δέν στείλουν τίς γυναῖκες καί τά παιδιά μας εἰς τήν Ἀνατολήν. Ἀλλ’ ἡ γνώμη μου εἶναι νά πιάσωμεν τά ὅπλα καί ὁ Θεός νά μᾶς βοηθήση, καί ὅ,τι γίνει ἄς γίνη.”

Οἱ λόγοι αὐτοί τοῦ Φωτήλα ὑπῆρξαν ἡ ὑστερινή των ἀπόφασις».

Φωτάκος (Φώτιος Χρυσανθόπουλος)

 Αποσπάσματα από τοτετράτομο έργο του Φωτίου Σταυρίδη “1821 – Η απάντηση στην τηλεόραση”

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube