Weather Icon

Από Δανία του Νότου, Ισραήλ του Βορρά…

Από Δανία του Νότου, Ισραήλ του Βορρά…

Όσο η κεμαλική Τουρκία ήταν στραμμένη προς τη Δύση η πολιτική του κατευνασμού αποδείχτηκε αρκούντως  αποδοτική.

Η Ε.Ε. προκειμένου να την δεχτεί στους κόλπους της είχε επιβάλει κανόνες οικονομικής και θεσμικής σύγκλισης. Οι ΗΠΑ στα πλαίσια του ΝΑΤΟ δεν επιθυμούσαν να υπάρχει οποιοδήποτε ρήγμα στη Ν.Α. πτέρυγα και όταν χρειάζονταν, όπως π.χ. στα  Ίμια, παρέμβαιναν πυροσβεστικά…

Αν εξαιρέσει κάποιος το ζήτημα της Κύπρου, όπου μια δράκα πραξικοπηματιών διπλωματικά και ιστορικά αστοιχείωτων καραβανάδων “πούλησε” το νησί δίνοντας νομική επίφαση στην εισβολή, άλλες απώλειες δεν είχαμε.

Η κατάσταση αυτή του δυτικού προσανατολισμού εξασφάλιζε τη βεβαιότητα πως η Τουρκία δεν προέβαινε σε κάποια πράξη έναντι της Ελλάδας ή της Κύπρου η οποία θα έβαζε σε κίνδυνο την προοπτική της στην Ε.Ε. και τη θέση της στη Δύση.

Τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν εδώ και αρκετά χρόνια όταν αρκετοί ευρωπαίοι πολιτικοί κατέστησαν σαφές πως η Τουρκία δεν πρόκειται ποτέ να γίνει πλήρες μέλος της Ε.Ε.

Την ίδια περίοδο στην Τουρκία οι πληθυσμοί της Ανατολίας αυξανόμενοι ταχύτερα από τους δυτικόστροφους των παραλίων και η χώρα συνολικά στρεφόταν προς την αναβάθμιση του ρόλου του Ισλάμ στην πολιτική, κοινωνική και οικονομική  ζωή.

Μοιραία κάποια στιγμή τα “κεμαλικά” κόμματα παραμερίστηκαν και κυρίαρχος αναδείχτηκε ο Ρετζέπ Ταγιπ Ερντογάν.

Σταδιακά η Τουρκία άλλαξε προσανατολισμό, άρχισε να εκλιπαρεί τη Δύση για υποστήριξη, άρχισε να εκβιάζει και να μεθοδεύει την απόκτηση επιρροής στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που διαβιούν σε δυτικές χώρες.

Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου καθώς τα βαλκάνια, το Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος νομίζουν πως βρίσκονται μακριά.  Θα ξυπνήσουν λίγο πριν κάποιος Πούτιν ή Ερντογάν αποφασίσουν να κλείσουν τις στρόφιγγες των ενεργειακών αγωγών, αφήνοντας τους στο έλεος κάποιου Χειμώνα.

Ας μην κατηγορούμε τους άλλους όμως γιατί δεν αντιλαμβάνονται την ουσία του ελληνικού προβλήματος σε σχέση με την Τουρκία.

Και εμείς κάτι ανάλογο κάνουμε όταν οι εταίροι μας στην Ε.Ε. όπως η Πολωνία, η Εσθονία κλπ. ζητάνε έμπρακτη αλληλεγγύη απέναντι στις επεκτατικές βλέψεις της Ρωσίας. Δεν είναι εύκολο κάποιος Έλληνας πολιτικός να αναλάβει το κόστος την αμυντικής αλληλεγγύης στα σύνορα των χωρών αυτών.  Θα ωρύονται αριστεροί και δεξιοί των άκρων για ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις και θυσίες στο βωμό του κεφαλαίου…

Αμυντικό δόγμα

Οι παραπάνω εξελίξεις σε σχέση με τους προσανατολισμούς της Τουρκίας μάς αναγκάζουν άρον-άρον να επαναπροσδιορίσουμε το δόγμα ασφαλείας της χώρας.

Η εθνική στρατηγική της χώρας έναντι της Τουρκίας και σε σχέση με τη θέση της χώρας μας στην Ευρώπη και τη Δύση επαναπροσδιορίζεται μέχρι να δημιουργήσει νέες ισορροπίες.

Η Ελλάδα είναι μια δυτική χώρα μέλος του ΝΑΤΟ και της Ε.Ε. όπως οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αλλά δεν συνορεύει με το Βέλγιο, την Ολλανδία και τη Δανία. Βρίσκεται ανάμεσα σε τρεις ηπείρους με αρκετά διαφορετικά πολιτισμικά χαρακτηριστικά και πολιτικά συστήματα.

Τούτο σημαίνει πως η αμυντική θωράκιση της χώρας πρέπει να αναβαθμιστεί σε σημείο που να μπορεί να αποτρέπει επιβουλές εναντίον της. Κατά συνέπεια οι ένοπλες δυνάμεις πρέπει να “αποδημοσιοϋπαλληλοποιηθούν” και οι αμυντικές δαπάνες να αναβαθμιστούν.

Το σκέλος της αμυντικής ισχύος που είχε παραμεληθεί τις τελευταίες δεκαετίες αναδεικνύεται και πάλι σε μια από τις βασικές προτεραιότητες της Ελλάδας.

Η Ελλάδα ανταποκρίθηκε επαρκώς με τη στήριξη κυρίως της Γαλλίας αλλά και των ΗΠΑ στις προκλήσεις της Τουρκίας τόσο σε σχέση με την προσπάθεια υβριδικής εισβολής από τον Έβρο, όσο και τις αυθαιρεσίες στην Ανατολική Μεσόγειο μέχρι νότια της Κρήτης.

Οι δυτικοί μπορεί να τρέφουν για καιρό την πεποίθηση πως με την τακτική του “μαστιγίου και του καρότου” θα καταφέρουν να επαναφέρουν την Τουρκία στην κατάσταση που βρισκόταν πριν ανέλθει ο Ερντογάν στην εξουσία.

Όποιος παρακολουθεί τις κοινωνικές, πολιτισμικές και θρησκευτικές εξελίξεις στο εσωτερικό της Τουρκίας αντιλαμβάνεται πως κάτι τέτοιο πλέον, αν όχι ακατόρθωτο, είναι δύσκολο. Η δημογραφική δυναμική και η πολιτισμική στροφή της τούρκικης κοινωνίας ορίζουν τις πολιτικές της επιλογές.

Η Ελλάδα λοιπόν θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην αμυντική της ανασύνταξη και τον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων εντός της Ε.Ε. και της Δύσης με βάση τα κοινά συμφέροντα στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο.

Προς την κατεύθυνση αυτή κινούμαστε με αρκετή επιτυχία αν κρίνουμε από τον εκνευρισμό της Τουρκίας.

Φρεγάτες ή ανεμότρατες…

Εσχάτως τα ζητήματα του αμυντικού εξοπλισμού της χώρας απασχολούν όλο και περισσότερο τη δημοσιότητα. Ξένες εταιρείες αμυντικού εξοπλισμού διαφημίζονται σε ελληνικά μέσα ενημέρωσης και επιχειρηματικά συμφέροντα προσδοκώντας την αύξηση των αμυντικών δαπανών που προτάσσουν τα σενάρια δημιουργίας εθνικής αμυντικής βιομηχανίας.

Τα μεγέθη της Ελλάδας είναι μικρά και άρα οι δυνητικές  οικονομίες κλίμακος αρνητικές  για να μπορέσει η  Ελλάδα να καταφέρει να αναπτύξει σύγχρονα περίπλοκά οπλικά συστήματα.

Υπάρχουν κάποιες αμυντικές επιχειρήσεις που στέκονται στον διεθνή ανταγωνισμό, αναπτύσσοντας διάφορα εξαρτήματα και αυτές πρέπει να στηριχθούν.

Χώρες με τα μεγέθη της Ελλάδας στις ανάγκες αμυντικού εξοπλισμού πρέπει να κινούνται με το δόγμα πως θα καλύψουν τις ανάγκες τους με τα αποτελεσματικότερα οπλικά συστήματα στις καλύτερες τιμές.

Και κυρίως πώς θα εξασφαλίσουν οι ένοπλες δυνάμεις να λειτουργούν έτσι ώστε τα οπλικά αυτά συστήματα να βρεθούν την κατάλληλη στιγμή στα χέρια των πιο ικανών στρατιωτών της.

Η λύση “με ένα σμπάρο δυο τρυγόνια”, εξασφάλιση της άμυνας και της οικονομικής ανάπτυξης εύκολα μπορεί να εξελιχθεί σε παγίδα, σε μια χώρα με “πελατοκρατικό” δημόσιο όπως η Ελλάδα.

Οι δύο σχολές…

Παρακολουθώ τις τελευταίες εβδομάδες τον διάλογο και τα δημοσιεύματα για τις φρεγάτες που πρέπει επιλέξει το πολεμικό ναυτικό μιας και η αγορά των Ραφάλ και αναβάθμιση των F-16 φαίνεται πως εξασφαλίζουν καλές πιθανότητες επικράτησης στον αέρα.

Παρατηρώ λοιπόν πως υπάρχουν δυο στρατηγικά δόγματα με βάση τα οποία προκρίνονται οι επιλογές.

Το ένα υποστηρίζει πως σημασία δεν έχουν τόσο οι πλατφόρμες εκτόξευσης όπως είναι τα αεροπλάνα και τα πλοία αλλά τα ποιοτικά χαρακτηριστικά και οι ποσότητες των πυραύλων και των βλημάτων που θα επιλεγούν.

Οι τεχνολογικές εξελίξεις στους τομείς αυτούς είναι ραγδαίες και με βάση το πλήθος των νησιών που διαθέτει η Ελλάδα μπορεί να στήσει ένα ισχυρό φράγμα που θα εμποδίσει οποιαδήποτε απόβαση σε ελληνικό έδαφος ή επικράτηση στον αέρα και τη θάλασσα.  

Η άλλη άποψη υποστηρίζει πως η αντιπαράθεση δεν περιορίζεται στα νησιά του Αιγαίου όπου τα υπάρχοντα οπλικά συστήματα καλύπτουν ένα σημαντικό μέρος των αναγκών. Τα νησιά από μόνα τους αποτελούν ένα στόλο με αβύθιστα αεροπλανοφόρα και βεληνεκές που αγγίζει ακόμη και την Άγκυρα στα βάθη της Τουρκίας.

Η άλλη άποψη υποστηρίζει πως η Ελλάδα οφείλει να προσφέρει ομπρέλα προστασίας εκτός του Αιγαίου και στη Ν.Α. Μεσόγειο σε νησιά όπως το Καστελόριζο και η Κύπρος. Επιπλέον η δημιουργία συμμαχικών δεσμών με χώρες όπως η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Σαουδική Αραβία, τα ΗΑΕ, προϋποθέτουν μονάδες που μπορούν να μεταφέρουν ισχυρή δύναμη πυρός αν χρειαστεί και μακριά από το σύμπλεγμα του Αιγαίου και τα ελληνικά σύνορα.

Αν απαιτείς από δυνητικούς  συμμάχους παρουσία και στήριξη στο Αιγαίο ή την Κύπρο θα πρέπει και εσύ να συνδράμεις αν χρειαστεί στις προστριβές με το Ιράν, στα σύνορα της Αιγύπτου με τη Λιβύη, στον Περσικό ή  στο Μαλί όπου Γάλλοι στρατιώτες μάχονται με τζιχαντιστές…

Τέτοιου είδους  ανάγκες απαιτούν μεταξύ άλλων  μεγάλες και ακριβές φρεγάτες και όχι σκάφη όπως οι τορπιλάκατοι που μπορεί να αποδειχτούν ιδιαίτερα αποτελεσματικά σε περιοχές όπως το Αιγαίο με τα εκατοντάδες νησιά και βραχονησίδες.

Αμφότερες οι απόψεις φαίνεται να έχουν ισχυρά ερείσματα λογικής…

Οι ειδικοί επί των εξοπλισμών και της στρατηγικής  γνωρίζουν καλύτερα για να αποφασίσουν.

Εμείς οι δημοσιογράφοι και λοιποί δημοσιολόγοι είναι καλύτερα να μείνουμε στην ανάλυση και ερμηνεία των όποιων επιλογών στο κοινό.

Τι λέει η ιστορία…

Μερικές ιστορίες από το παρελθόν του τελευταίου μεγάλου πολέμου όμως έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Στον β’ Π.Π. π.χ. αν και το περιπλοκότερο και καλύτερο άρμα όταν ξεκίνησε ο πόλεμος ήταν το γερμανικό Tiger 1 αυτό που κέρδισε τελικά ήταν το αμερικάνικο Sherman που ήταν φθηνότερο και απλοϊκότερο.

Τα δυο αυτά τεθωρακισμένα είναι αντιπροσωπευτικά των δυο οικονομικών μοντέλων, του ναζιστικού με κεντρικό σχεδιασμό και του δυτικού των ανταγωνιζόμενων επιχειρήσεων και της ελεύθερης αγοράς.

Όταν οι αμερικάνικες αυτοκινητοβιομηχανίες προσκλήθηκαν  να σχεδιάσουν ένα νέο τανκ, το σχεδίασαν με βάση το μοντέλο λειτουργίας τους: την αλυσίδα παραγωγής.

Στην αλυσίδα παραγωγής (Taylorism) κάθε εργαζόμενος ήταν κρίκος μιας αλυσίδας στην οποία έκανε μόνο μια συγκεκριμένη και συνήθως μονότονη δουλειά. Δεν χρειαζόταν μεγάλη εξειδίκευση και γνώση αυτού που κάνει. Αλλά όλοι έκαναν ό,τι έλεγε το σχέδιο και το παραγόμενο προϊόν ήταν ικανοποιητικό σε ποιότητα, το κόστος ήταν χαμηλό και οι παραγόμενες ποσότητες τεράστιες.

Η φιλοσοφία του αμερικανικού δόγματος  ήταν πως σε ένα πόλεμο αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι πώς αντικαθιστάς ταχύτερα από τον αντίπαλο τις απώλειες στο πεδίο της μάχης.

Τα γερμανικά Tiger στην αντιπαράθεση ένα προς ένα, ήταν με διαφορά αποτελεσματικότερα από τα Sherman αλλά ήταν βαριά και κολλούσαν εύκολα στη λάσπη και τον πάγο. Επιπλέον ήταν τόσο περίπλοκα που δύσκολα επισκευάζονταν στο πεδίο της μάχης.

Οι Γερμανοί κάποια στιγμή αντελήφθησαν το πλεονέκτημα του αμερικανικού ανταγωνιστικού καπιταλισμού με τις αλυσίδες παραγωγής που αντί για  μόνο ειδικευμένους τεχνίτες απασχολούσαν και ανειδίκευτους και πολλές φορές γυναίκες. (Στο Β.Π.Π βρίσκονται οι ρίζες της οικονομικής πρώτα και κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης των γυναικών). 

Όταν ανέλαβε ο Albert Speer το υπουργείο αμυντικής βιομηχανίας στη ναζιστική Γερμανία  προσπάθησε να εφαρμόσει το μοντέλο του ανταγωνισμού μεταξύ των μονάδων και της αλυσίδας παραγωγής. Ήταν όμως πλέον αργά και ο κλοιός είχε αρχίσει να σφίγγει γύρω από τις χώρες του  Άξονα.

Το νόημα της ιστορίας είναι πως οι ανάγκες και οι επιδιώξεις ορίζουν τις επιλογές του κατάλληλου αμυντικού εξοπλισμού. Επιπλέον αν απαιτείς αλληλεγγύη από εταίρους και συμμάχους πρέπει να στείλεις και εσύ μονάδες στην Εσθονία, την Πολωνία, τον Περσικό και την Αφρική. Κάπως έτσι είχαμε στείλει παλαιότερα εκστρατευτικά σώματα στη Ν. Κορέα και την Κριμαία.

Μέχρι πρόσφατα λοιπόν η Ελλάδα είχε την πολυτέλεια να το παίζει “Δανία του Νότου” με δανεικά. Στις νέες συνθήκες θα πρέπει να κινηθεί προς το μοντέλο ενός Ισραήλ του βορρά ή έστω της Ε.Ε.

Για τη συνέχεια Capital

 

Ακολουθεί σχόλιο του αναγνώστη Stirlitz

 

Παρακολουθώ τις τελευταίες εβδομάδες τον διάλογο και τα δημοσιεύματα για τις φρεγάτες που πρέπει επιλέξει το πολεμικό ναυτικό μιας και η αγορά των Ραφάλ και αναβάθμιση των F-16 φαίνεται πως εξασφαλίζουν καλές πιθανότητες επικράτησης στον αέρα.

Κύριε Στούπα το να λέμε γενικά και αόριστα ότι πρέπει να ενισχύσουμε την αποτρεπτική μας ικανότητα ή την άμυνά μας δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Η αμυντική ικανότητα της χώρας μας είναι μία αλυσίδα η οποία είναι τόσο ισχυρή όσο ισχυρός είναι ο πιο αδύναμος κρίκος της. Ένας από τους κρίκους της αλυσίδας, δυστυχώς για εμάς, είναι και η πολιτική βούληση. Ακόμα κι αν οι κρίκοι που αντιστοιχούν στα όπλα μας είναι ατσάλινοι, αν ο κρίκος της πολιτικής βούλησης είναι από πλαστελίνη εύκολα αντιλαμβάνεστε ποια είναι η τελική συνολική αντοχή της αλυσίδας. 

Τόσο εσείς κύριε Στούπα όσο και πάρα πολλοί συνάδελφοί σας αλλά και απλοί πολίτες πέφτετε στην παγίδα να κάνετε συγκριτικές αναλύσεις οπλικών συστημάτων ενώ αγνοείτε εντελώς το στρατηγικό πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται η χώρα μας. Δεν έχει απολύτως καμία σημασία αν π.χ. μία φρεγάτα που θα αγοράσουμε θα έχει πυραύλους στρατηγικής κρούσης Scalp Naval εφόσον δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση στο εκατομμύριο να διατάξει ποτέ ελληνική κυβέρνηση την εκτόξευση τέτοιων όπλων εναντίον στόχων στην Τουρκία.

Δεν έχει επίσης καμία σημασία αν γεμίσουμε τα νησιά μας με κινητούς εκτοξευτές πυραύλων εδάφους-επιφανείας αν οι Τούρκοι είναι σίγουροι ότι δεν πρόκειται να τους χρησιμοποιήσουμε εναντίον τους ούτε ως δυνητική απειλή. Γι’ αυτό έχει το θράσος ο Ακάρ και βγαίνει κάθε τόσο και μας ειρωνεύεται λέγοντας ότι «άδικο κόπο κάνετε παραγγέλνοντας όπλα, και τζάμπα χαλάτε τα λεφτά σας». Αυτό ακριβώς εννοεί: ότι αφού δεν έχετε την πολιτική βούληση να σταθείτε απέναντί μας «επί του πεδίου», τι να τα κάνετε τα όπλα που αγοράζετε; Ο Τούρκος καταφέρνει πάντα να παίρνει αυτό που θέλει και εμείς διαρκώς υποχωρούμε με την ελπίδα ότι θα τον κατευνάσουμε.

Απορώ αν υπάρχει άνθρωπος με στοιχειώδη κοινό νου που να μπορεί να βγάλει ένα λογικό συμπέρασμα από τις κινήσεις που κάνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στα εξοπλιστικά. Στις αρχές Αυγούστου του 2020 και ενώ το «Ορούτς Ρέις» έπλεε ανενόχλητο στη θεωρούμενη ως ελληνική υφαλοκρηπίδα ανατολικά του 28ου μεσημβρινού, ο πρωθυπουργός μας δέχτηκε στο Μέγαρο Μαξίμου τον μεγαλομέτοχο της κατασκευάστριας εταιρείας των μαχητικών αεροσκαφών Rafale, Ολιβιέ Ντασό στον οποίο και εξέφρασε την πρόθεση της Ελλάδας να προμηθευτεί σύγχρονα γαλλικά αεροσκάφη. Επομένως ποιο είναι το συμπέρασμα που βγάζει κανείς; Μα φυσικά ότι ο Μητσοτάκης κάτι ήθελε να κάνει εκείνη την εποχή απέναντι στους Τούρκους αλλά δεν μπορούσε επειδή διαπίστωσε ότι υπήρχε έλλειμμα ισχύος στον αέρα έναντι της Τουρκίας, και γι’ αυτό προχώρησε στην παραγγελία των Rafale. Από πού όμως τεκμαίρεται ότι δεν αντιδράσαμε στον πλου του «Ορούτς Ρέις» επειδή φοβηθήκαμε την τουρκική αεροπορία; Τον Ιούνιο του 2021 που θα έχουμε παραλάβει τα πρώτα 6 Rafale θα αλλάξει κάτι στον τρόπο αντίδρασής μας στις τουρκικές προκλήσεις; Φυσικά και όχι. Όταν θα έχουμε παραλάβει 12 Rafale το καλοκαίρι του 2022 θα φανούμε πιο δυναμικοί; Αποκλείεται. Όταν θα έχουμε και τα 18 Rafale το καλοκαίρι του 2023 μήπως θα αλλάξει κάτι στη στάση μας έναντι της Τουρκίας; Και πάλι, δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση. Άρα σε τι θα μας ωφελήσει στην πράξη η παραγγελία των 18 Rafale εφόσον απουσιάζει η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΒΟΥΛΗΣΗ να αξιοποιήσουμε τη στρατιωτική ισχύ μας ως μοχλό άσκησης εξωτερικής πολιτικής; 

η αμυντική θωράκιση της χώρας πρέπει να αναβαθμιστεί σε σημείο που να μπορεί να αποτρέπει επιβουλές εναντίον της. Κατά συνέπεια οι ένοπλες δυνάμεις πρέπει να “αποδημοσιοϋπαλληλοποιηθούν” και οι αμυντικές δαπάνες να αναβαθμιστούν.

Κάποιοι αξιόλογοι σχολιαστές επιμένουν μετ΄επιτάσεως πως εφόσον οι ένοπλες δυνάμεις μας έχουν τα μαύρα τους τα χάλια από άποψη πολεμικής ετοιμότητας και ικανότητας διεξαγωγής επιχειρήσεων (δηλαδή είναι «δημοσιοϋπαλληλικές» με τη χείριστη σημασία του όρου) το καλύτερο που έχουμε να κάνουμε είναι να αποφύγουμε πάση θυσία μία πολεμική αναμέτρηση με την Τουρκία, και να διαφυλάξουμε την όποια στρατιωτική ισχύ μας μέχρι να γίνουν οι ουσιώδεις αλλαγές που χρειάζονται στις ένοπλες δυνάμεις μας.  

Το πρόβλημα όμως είναι πως αν διαφυλάττουμε διαρκώς την όποια στρατιωτική ισχύ έχουμε, παύει αυτή να έχει οποιαδήποτε γεωστρατηγική χρησιμότητα. Αν, για παράδειγμα, αύριο ο Τούρκος φέρει πλωτό γεωτρύπανο μέσα στη θεωρούμενη ως ελληνική υφαλοκρηπίδα και εμείς δεν αντιδράσουμε, δεν έχει κανένα νόημα η διαφύλαξη της στρατιωτικής ισχύος μας εφόσον θα έχουν ακρωτηριαστεί βάναυσα και ανεπανόρθωτα τα κυριαρχικά μας δικαιώματα. Δυστυχώς ο εχθρός έχει κι αυτός μυαλό, και μπορεί να καταλαβαίνει πότε μπλοφάρουμε και πότε όχι. Αν εμείς έχουμε τις ένοπλες δυνάμεις μας μονίμως εξαφανισμένες από εκεί που χρειάζονται, το μήνυμα που στέλνουμε στον Τούρκο είναι «προχώρα άφοβα, δεν υπάρχει κανείς να σου αντισταθεί». Επομένως παύουν να έχουν οποιοδήποτε νόημα και οι ένοπλες δυνάμεις μας και τα δεκάδες δις που έχουμε δαπανήσει για εξοπλισμούς τόσες δεκαετίες. Φυσικά και συμφωνώ 100% ότι θα πρέπει μία κυβέρνηση να αρχίσει ΑΜΕΣΑ την εξυγίανση των ενόπλων μας δυνάμεων και να τις καταστήσει αξιόμαχες. Εφόσον όμως δεν φαίνεται ακόμα ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΤΙΠΟΤΑ στον ορίζοντα που να μας κάνει να αισιοδοξούμε ότι κάτι θα αλλάξει στις ένοπλες δυνάμεις, τι κάνουμε στο μεταξύ; Καθόμαστε και τρώμε καρπαζιές από τον Τούρκο; Περιμένοντας τι; Να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις που δεν ξεκινούν ποτέ; Και ΜΕΧΡΙ να γίνουν οι μεταρρυθμίσεις, εμείς διαλαλούμε στους πάντες ότι δεν έχουμε την παραμικρή πρόθεση να αντιδράσουμε στρατιωτικά σε οποιαδήποτε πρόκληση; Νομίζω ότι ο καθένας αντιλαμβάνεται το άτοπο αυτής της θέσης. ΠΟΤΕ, ΚΑΝΕΝΑΣ στρατός δεν ήταν 100% έτοιμος για πόλεμο. Ακόμα και οι Αμερικανοί που δαπανούν για την άμυνά τους κάθε χρόνο περισσότερα χρήματα από όσα δαπανούν οι επόμενες 10 χώρες μαζί, θα ήθελαν να έχουν ακόμη περισσότερα όπλα, αλλά έχουν ως αξίωμα το περίφημο «fight tonight», ότι δηλαδή πρέπει να είναι έτοιμοι να πολεμήσουν ακόμη κι απόψε με ό,τι διαθέτουν.

Στον Β’ Π.Π. π.χ. αν και το περιπλοκότερο και καλύτερο άρμα όταν ξεκίνησε ο πόλεμος ήταν το γερμανικό Tiger 1 αυτό που κέρδισε τελικά ήταν το αμερικάνικο Sherman που ήταν φθηνότερο και απλοϊκότερο.

Όταν ξεκίνησε ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος κύριε Στούπα το γερμανικό άρμα Tiger Ι δεν υπήρχε ούτε στα σχέδια και δεν υπήρχε φυσικά σε υπηρεσία στον γερμανικό στρατό. Από το 1942 άρχισε να εμφανίζεται σε πολύ μικρούς αριθμούς στο μέτωπο, και μόλις το 1943 έκανε αισθητή την παρουσία του. Το αμερικανικό άρμα Sherman ήταν όντως φθηνότερο και απλοϊκότερο, αλλά δεν κέρδισε κανέναν πόλεμο. Οι Αμερικανοί έφτιαχναν τότε τα άρματά τους φθηνά και πιο ελαφρά για τον απλούστατο λόγο ότι έπρεπε να μπορούν να τα μεταφέρουν γρήγορα και οικονομικά πολύ μακριά πέρα από τους ωκεανούς με τα υπάρχοντα πλοία, ενώ ο μόνος σχεδιαστικός περιορισμός που είχαν οι Γερμανοί ήταν να μπορούν οι υπάρχουσες γέφυρες στην κατεχόμενη Ευρώπη να αντέχουν το βάρος των αρμάτων τους. Εννοείται ότι στο πεδίο της μάχης τα Sherman δεν μπορούσαν να ανταγωνιστούν τα γερμανικά Tiger και Panther που ποιοτικά ήταν κλάσεις ανώτερα από κάθε άποψη – δείτε π.χ. τη μάχη του Βιλέρ Μποκάζ στη Νορμανδία τον Ιούνιο του 1944, όταν ένα και μόνο Tiger αποδεκάτισε μία βρετανική φάλαγγα καταστρέφοντας 25 βρετανικά άρματα μάχης μέσα σε λίγα λεπτά. Η νίκη βεβαίως στον πόλεμο ήταν συνάρτηση πλήθους άλλων παραγόντων και ΟΧΙ μόνο της ποιότητας των τεθωρακισμένων που είχε κάθε πλευρά. Το να λέμε ότι το Sherman κέρδισε τον πόλεμο και ότι το Tiger τον έχασε είναι όχι μόνο απλουστευτικό αλλά και άτοπο. Αν υπήρξε ίσως ένα άρμα που μπορεί να διεκδικήσει τις δάφνες του νικητή στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο αυτό είναι το σοβιετικό Τ-34, το αποκαλούμενο και «σφυρί του προλεταριάτου» που οι Ρώσοι το παρήγαγαν με ρυθμό 1.200 μονάδων μηνιαίως – και καταστρεφόταν στα πεδία μαχών του Ανατολικού Μετώπου από τα Tiger και Panther περίπου με τον ίδιο ρυθμό.

Μέχρι πρόσφατα λοιπόν η Ελλάδα είχε την πολυτέλεια να το παίζει “Δανία του Νότου” με δανεικά. Στις νέες συνθήκες θα πρέπει να κινηθεί προς το μοντέλο ενός Ισραήλ του βορρά ή έστω της Ε.Ε.

Κάποτε πρέπει να τελειώσει αυτή η καραμέλα με την «Ελλάδα που πρέπει να γίνει Ισραήλ». Οι λόγοι που δεν μπορούμε (και δεν θέλουμε ουσιαστικά) να γίνουμε Ισραήλ είναι πάρα πολλοί. Εσείς κύριε Στούπα υποστηρίζετε ότι η ντροπιαστική και προδοτική συμφωνία των Πρεσπών υπήρξε επωφελής για τη χώρα μας, και κατά καιρούς δεν έχετε πρόβλημα να αναρτάτε και πίνακες που αναφέρουν τη γειτονική χώρα ως σκέτο «Μακεδονία». Έχετε αναρωτηθεί όμως ποτέ αν το Ισραήλ θα υπέγραφε ποτέ τέτοιου είδους συμφωνία αν βρισκόταν στη θέση μας; Θα έκλεινε ποτέ το Ισραήλ άρον-άρον ένα εθνικό του θέμα απλώς και μόνο για να «μην δαπανά διπλωματικό κεφάλαιο»; Στο Ισραήλ υπάρχει παλαιστινιακό πρόβλημα από το 1948 που δημιουργήθηκε το ισραηλινό κράτος, και σε πολύ οξεία μορφή από το 1967 και τον Πόλεμο των Έξι Ημερών. Είδατε ποτέ να σπεύδει το Ισραήλ να βρει λύση με τους Παλαιστίνιους στο όνομα της μη δαπάνης διπλωματικού κεφαλαίου; Και άλλα 200 χρόνια να διαρκέσει το παλαιστινιακό πρόβλημα οι Ισραηλινοί δεν πρόκειται να υπαναχωρήσουν ούτε χιλιοστό από τις εθνικές τους θέσεις είτε δίκαιες είναι αυτές είτε άδικες για τα άλλα κράτη. 

Επίσης θα επέτρεπε ποτέ το Ισραήλ σε ξένη χώρα να παραβιάζει καθημερινά τον εναέριο χώρο του ατιμώρητα; Αν οι Ισραηλινοί έχουν τόσο ισχυρή στρατιωτική αποτροπή ώστε να τους ζηλεύουν οι πάντες, αυτό οφείλεται στο ότι έχουν επιδείξει ΕΜΠΡΑΚΤΩΣ την αποφασιστικότητά τους. Γενικά, πρώτα πυροβολούν και μετά ρωτάνε, ενώ εμείς παρακολουθούμε τον αντίπαλο διακριτικά να παραβιάζει την εθνική μας κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και διαμαρτυρόμαστε εντόνως… με fax. Επομένως το έλλειμμα σοβαρότητας που έχουμε ως κράτος είναι τεράστιο και ούτε καν μπορούμε να συγκριθούμε με το σοβαρό Ισραήλ το οποίο ουδείς διανοείται να υποτιμήσει ή να προσβάλει.

Ένας επίσης σημαντικός λόγος που δεν θα μας επιτρέψει ποτέ να γίνουμε Ισραήλ είναι η διχόνοια που μας κατατρώει και η έλλειψη πατριωτισμού. Δεν υπάρχει, για παράδειγμα, ούτε μία πιθανότητα στο εκατομμύριο να μπορέσει ποτέ το ελληνικό πολιτικό προσωπικό να πάρει μία τόσο δύσκολη απόφαση σαν αυτή που έλαβε το Ισραήλ π.χ. τον Ιούνιο του 1967 όταν αποφάσισε να επιτεθεί πρώτο κατά των εχθρών του καταφέροντας προληπτικό πλήγμα εναντίον τους, ή το 1976 όταν έστειλε κομάντος στο αεροδρόμιο Έντεμπε της Ουγκάντα για να απελευθερώσει εκατοντάδες ομήρους που κρατούνταν από Παλαιστίνιους αεροπειρατές, ή το 1981 όταν κατέστρεψε με προληπτικό αεροπορικό πλήγμα τον πυρηνικό αντιδραστήρα του Ιράκ. Επίσης, όπως έχει αναφέρει πολύ εύστοχα στο παρόν forum φίλος σχολιαστής, η πολιτική και οικονομική ελίτ του Ισραήλ είναι αναφανδόν πατριωτική, ενώ στην Ελλάδα παίζει πολύ συχνά τον ρόλο της «πέμπτης φάλαγγας». Δεν θα δείτε ποτέ π.χ. Ισραηλινό καναλάρχη να παίζει ιρανικά σήριαλ στο κανάλι του, ενώ θεωρούμε απολύτως φυσικό από Έλληνες καναλάρχες να μας φλομώνουν καθημερινά με τουρκικά σήριαλ τη στιγμή που ο εξ ανατολών γείτονας μάς απειλεί συνεχώς και μας καθυβρίζει.

 

Stirlitz

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube