Weather Icon
Ρωσία , Τουρκία 4 Ιουλίου 2020

Ρωσία – Τουρκία: Ανέφικτη  η Συμμαχία αλλά και Απίθανη  η Ρήξη

Ρωσία – Τουρκία: Ανέφικτη  η Συμμαχία αλλά και Απίθανη  η Ρήξη

του Ντιντιέ Μπιγιόν*            

Η καταστροφή ενός ρωσικού Sukhoi-24 από τον τουρκικό στρατό στις 24 Νοεμβρίου 2015 προκάλεσε έντονη κρίση μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας. Αλλά η κρίση έληξε γρήγορα, δεδομένου ότι, από τις αρχές της δεκαετίας του 2010, η Τουρκία και η Ρωσία επέλεξαν να παραμερίσουν τα αντικρουόμενα ζητήματα (Συρία, Ναγκόρνο-Καραμπάχ) και να επικεντρωθούν στα κοινά τους συμφέροντα.

Οι σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ρωσίας μπορούν να δώσουν την ψευδαίσθηση μιας αναπόφευκτης προσέγγισης, ειδικά από τη στιγμή που τα δύο κράτη φαίνεται να έχουν παρόμοιο προφίλ (αυταρχική και εξατομικευμένη τάση εξουσίας, προθυμία να διεκδικήσουν ηγετικό ρόλο στη διεθνή σκηνή…).

Η σημασία του ζητήματος της Συρίας

Στον τομέα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, το πιο εντυπωσιακό γεγονός των τελευταίων ετών είναι οι δυσκολίες της στη διαχείριση της συριακής κρίσης. Αυτό αποδεικνύεται από τη ριζική αναθεώρηση της θέσης της Άγκυρας για αποχώρηση του Μπασάρ αλ Άσαντ ως προϋπόθεση για οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις, σε μια στάση αποδοχής της παραμονής του τελευταίου στην εξουσία.

Ο μόνος περιορισμός είναι η παρουσία των Κούρδων εθνικιστών του Κόμματος Δημοκρατικής Ένωσης (PYD) στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, το οποίο θεωρείται από την Άγκυρα ως το συριακό παρακλάδι του Κουρδικού Εργατικού Κόμματος (ΡΚΚ).

Όντας σε σχετική απομόνωση, ήταν ένα ζήτημα για την Τουρκία να θέσει τον εαυτό της στο επίκεντρο του περιφερειακού πολιτικοστρατιωτικού παιχνίδιου. Αυτός ο στόχος απαιτούσε συμφιλίωση με τη Ρωσία. Σφραγίστηκε στις 9 Αυγούστου 2016, όταν ο Ερντογάν πήγε στην Αγία Πετρούπολη για να συναντήσει τον Πούτιν.

Η προσέγγιση ενισχύεται από την έντονη καταδίκη του Ρώσου προέδρου για την απόπειρα πραξικοπήματος της 15ης Ιουλίου 2016 στην Τουρκία, ενώ οι αντιδράσεις των περισσότερων δυτικών ηγετών είναι μεταγενέστερες και διφορούμενες.

Η συμφιλίωση με τη Ρωσία επιτρέπει στην Τουρκία να παρέμβει στρατιωτικά στη Συρία (επιχειρήσεις της Ασπίδας του Ευφράτη’ από τον Αύγουστο του 2016, «Olive Ram» τον Ιανουάριο του 2018, «Πηγή Ειρήνης» τον Οκτώβριο του 2019) για να περιορίσει τις προόδους του PYD στη βόρεια Συρία.

Η Ρωσία αφήνει την Τουρκία να το κάνει αυτό επειδή έχει δεσμούς με διάφορες ομάδες ανταρτών (Ελεύθερος Στρατός της Συρίας, ριζοσπαστικές σουνιτικές ομάδες, ακόμη και τζιχάντ, ομάδες τουρκμενων) οι οποίες είναι απαραίτητες για την εφαρμογή μιας πολιτικής λύσης (κατόπιν διαπραγματεύσεων), προυπόθεση για την επίτευξη των ρωσικών στόχων.

Ωστόσο, όσον αφορά το κουρδικό ζήτημα, υπάρχουν περισσότερες διαφορές από ότι συγκλίσεις μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Οι Ρώσοι, και πριν από αυτούς οι Σοβιετικοί, χρησιμοποιούν τον “κουρδικό χάρτη” για την άμυνα και την ανάπτυξη των συμφερόντων τους στην περιοχή και, ως εκ τούτου, δεν έχουν ιδιαίτερη εχθρότητα προς το PYD ή ακόμη και το ΡΚΚ.

Για παράδειγμα, το άνοιγμα ενός γραφείου εκπροσώπησης του PYD στη Μόσχα τον Φεβρουάριο του 2016 ή οι αψιμαχίες μεταξύ Ρώσων και Τούρκων σχετικά με την πρόσκληση του PYD στη διάσκεψη του Σότσι τον Νοέμβριο του 2017 δείχνουν  τις διαφωνίες σε αυτό το κεντρικό ζήτημα για την Άγκυρα.

Ενώ οι ρωσικές αρχές έχουν κατανοήσει ότι δεν μπορούν να επιλύσουν τη σύγκρουση χωρίς κάποιο βαθμό τουρκικής συνεργασίας, παραμένουν σε ισχυρή θέση έναντι της Άγκυρας και δεν προτίθενται να κάνουν σημαντικές παραχωρήσεις, ιδίως όσον αφορά το μέλλον του συριακού καθεστώτος.

Όπως συμβαίνει συχνά, οι τουρκικές στρατιωτικές νίκες είναι πρωτίστως πολιτικές. Συμβάλλουν στην αποδυνάμωση των δυνάμεων που συνδέονται με το ΡΚΚ και ενισχύουν τη σημασία του ρόλου της Τουρκίας με τη Ρωσία και το Ιράν για την επίλυση της συριακής κρίσης.

Ωστόσο, παρά την καλή συμφωνία που επιτεύχθηκε με τον Πούτιν και τον Χασάν Ροχανί στο πλαίσιο της ομάδας Αστάνα1, όλοι κατανοούν ότι ούτε οι στόχοι ούτε οι ημερήσιες διατάξεις των τριών πρωταγωνιστών συγκλίνουν πραγματικά στην έκβαση της συριακής κρίσης. Ωστόσο, για τις τουρκικές αρχές, η ικανότητα περιορισμού και μείωσης των δυνάμεων που συνδέονται με το ΡΚΚ φαίνεται πρωταρχικής σημασίας.

Η περίπτωση του Idlib είναι διαφορετική, διότι η κουρδική παράμετρος δεν παρεμβαίνει άμεσα. Η επαρχία Ιντλίμπ είναι μία από τις λεγόμενες ζώνες «αποκλιμάκωσης» για τις οποίες η Τουρκία επέμενε σκληρά, κατά τη διάρκεια της Συμφωνίας του Σότσι με τη Μόσχα στις 17 Σεπτεμβρίου 2018, για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός και τον αφοπλισμό των τζιχαντιστικών πολιτοφυλακών.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι από το 2015, μετά από κάθε ήττα τους στη Συρία, οι δυνάμεις των τζιχάντιστών κατευθύνονταν προς την Ιντλίμπ, η πόλη έχει μετατραπεί όλα αυτά τα χρόνια σε ένα πραγματικό χαοτικό κέντρο ακραίων Ισλαμιστών.

Ο Πούτιν παίρνει το προβάδισμα

Μόσχα και Άγκυρα συμμερίζονται το όραμα ενός πολυπολικού κόσμου στον οποίο οι αντίστοιχες χώρες τους θα κατέχουν εξέχουσα θέση, υπό το φως της σχετικοποίησης της δύναμης των δυτικών κρατών, που θεωρείται εχθρική και σε παρακμή.

Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί ότι, παρά τις ενίοτε συγκλίνουσες στάσεις, οι φιλοδοξίες των δύο χωρών, παγκόσμιες για τη μία και περιφερειακές για την άλλη, είναι στην πραγματικότητα σε ανταγωνισμό, ιδίως στο ζήτημα της Συρίας.

Από τότε που ο Βλαντιμίρ Πούτιν ανήλθε στην εξουσία το 2000, η Ρωσία προσπαθεί συνεχώς να ανακτήσει τη θέση της ΕΣΣΔ στην πρώτη γραμμή του διεθνούς συστήματος. Ένας συνδυασμός παραγόντων και κρίσεων σημαίνει ότι, από τα μέσα της δεκαετίας του 2010, κατέστη δυνατό να πούμε ότι πέτυχε, υπό την έννοια ότι το Κρεμλίνο έχει καταφέρει να καθιερωθεί ως βασικός παράγοντας στα κύρια διεθνή ζητήματα. Από το 2015, η Ρωσία έχει τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει την ικανότητά της να συνεργάζεται με όλους τους παράγοντες στη Μέση Ανατολή.

Προβληματικές σχέσεις με τη Δύση

Το θέμα των ρωσικών πυραύλων S-400, των  οποίων η παράδοση ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2019, δείχνει πολύ συγκεκριμένα αυτή την προβληματική σχέση με τη Δύση.

Ασυμβίβαστη με τα πρότυπα του ΝΑΤΟ, η ανάπτυξη αυτών των πυραύλων εγείρει ερωτήματα σχετικά με την πραγματικότητα της τουρκικής εμπλοκής εντός της Ατλαντικής Συμμαχίας. Ωστόσο, η Τουρκία δεν αποτελεί μέρος μιας διασπαστικής λογικής, και οι εγγυήσεις ασφαλείας που παρέχονται από την ένταξή της στο ΝΑΤΟ παραμένουν σε ισχύ. Η Άγκυρα γνωρίζει ότι καμία χώρα ή ομάδα χωρών δεν είναι σε θέση να παράσχει ισοδύναμο πλαίσιο προστασίας.

Παρά τις τριβές μεταξύ της Τουρκίας και των δυτικών εταίρων της, οι πρωτοβουλίες αυτές δεν αντιπροσωπεύουν αντιστροφή των συμμαχιών και εξακολουθούμε να θεωρούμε ότι η σχέση της Τουρκίας με τις δυτικές δυνάμεις παραμένει.

Η Τουρκία επιδιώκει εδώ και καιρό να αναδιαμορφώσει τις σχέσεις της με τους παραδοσιακούς συμμάχους της χωρίς να υποστηρίζει τη διάλυση του ΝΑΤΟ. Η εξωτερική πολιτική της δεν είναι παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος. Και δεν θα πάψει να διατηρεί στενούς δεσμούς με τις δυτικές δυνάμεις, παρά τις τρέχουσες αναταραχές.

Πρόληψη άμεσων αντιπαραθέσεων

Τα γεγονότα των τελευταίων ετών τείνουν να δείχνουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει στρατηγική συμμαχία ή πλήρης ρήξη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Ενώ οι πορείες τους μπορούν να διασταυρωθούν και τα συμφέροντά τους να γίνουν αμοιβαία, η Ρωσία και η Τουρκία ουσιαστικά δεν είναι στην ίδια κατηγορία παραγόντων.

Καθώς η Μόσχα ανακτά σταδιακά τη θέση της στη διεθνή σκηνή, η Άγκυρα συνεχίζει να την επιδιώκει. Αυτό οδηγεί σε επίμονη ασυμμετρία και διαρθρωτική αστάθεια λόγω επαναλαμβανόμενων πηγών έντασης μεταξύ των δύο χωρών, τις οποίες τα αμοιβαία οικονομικά συμφέροντα δεν εμποδίζουν.

Απόδειξη αυτού είναι ότι η επιστροφή της Ρωσίας στο κέντρο του διεθνούς παιχνιδιού τα τελευταία χρόνια έγινε εις βάρος της επιθυμίας της Τουρκίας να διεκδικήσει για τον εαυτό της ρόλο περιφερειακού ηγέτη. Μέσω της δράσης της στη συριακή κρίση, η Ρωσία διατηρεί πλέον σχέσεις με όλους τους περιφερειακούς παράγοντες και έχει τον de facto ρόλο που είχε αναλάβει η Τουρκία πριν από μερικά χρόνια.

Βραχυπρόθεσμα, η ρωσοτουρκική σχέση θα καθοριστεί από την εξέλιξη της συριακής σύγκρουσης και τις διαπραγματεύσεις για την επίλυσή της. Θα πρέπει επίσης να διαβαστεί μέσα από το πρίσμα των αντίστοιχων σχέσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις Ηνωμένες Πολιτείες.  Σε κάθε περίπτωση  οι σχέσεις Μόσχας και Άγκυρας με τους Δυτικούς εταίρους τους είναι πιθανό να παραμείνουν σε προτεραιότητα σε συγκριση τις δικές τους διμερείς σχέσεις.

*Ο Ντιντιέ Μπιγιόν είναι Διευθυντής του Τουρκικού Πρόγράμματος στο IRIS με έδρα το Παρίσι  (www.leparisien.fr)

 

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube