Weather Icon
Ιστορία 3 Ιουλίου 2020

3-4 Ιουλίου 1827: Η μάχη στον Άη Βλάση (Βλασία), Καλαβρύτων

3-4 Ιουλίου 1827: Η μάχη στον Άη Βλάση (Βλασία), Καλαβρύτων

Τρεις και πάνω χιλιάδες Τούρκων είχαν συγκεντρωθεί στο χωριό Λαπάτα με σκοπό να χτυπήσουν τον Κολοκοτρώνη που βρισκόταν στο χωριό Πετσάκοι.

Όταν ο Δελή Αχμέτ, ο πανούργος αυτός Τούρκος πασάς, που είχε στις τάξεις του τον Νενέκο και άλλους περί αυτόν προσκυνημένους, ρώτησε ποιο δρόμο πρέπει να ακολουθήσουν και ποιος θα τους οδηγήσει, προκειμένου να χτυπήσουν τον Κολοκοτρώνη, ο Σταμάτης Μποτιώτης του απάντησε: «Να σου ειπώ, πασά μου, ένα Γκιαούρ πασάν έχομεν και μεις και δεν τον βαρούμεν».
Ο Τούρκος άλλαξε γνώμη και είπε στον Μποτιώτη: «Πάμε εις τον Πετιμεζάν».

Ο Μποτιώτης συμφώνησε και οι Τούρκοι στράφηκαν προς τον Άη Βλάση (Άνω και Κάτω Βλασία).
Εις τον Άη Βλάση και στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου που βρίσκεται σε περίοπτη θέση πάνω από τα χωριά της Βλασίας είχε οχυρωθεί ο Πετμεζάς με τους στρατιώτες του και οι Αργίτες με τους καπεταναίους τους: Γιαννάκη Δαγρέ, Αναστάσιο Νέζον και Μιχαλάκη Αναγνώστου Ιατρού. Συνολικά περί τους 1100.

Όταν οι Τούρκοι, στις 4 Ιουλίου του 1827, έφτασαν απέναντι από το χωριό, όπου κατά μίαν εκδοχή τους οδήγησαν Νεζερίτες προσκυνημένοι, αντιπαρατάχθηκαν με τους Έλληνες και εκεί σκοτώθηκαν δύο Τούρκοι από τους Έλληνες.

Οι περισσότεροι στρατιώτες του Πετμεζά ήσαν Λιβαρτζινοί προσκυνημένοι και ήσαν χωρίς τροφές και πολεμοφόδια και αναγκάστηκαν να αποσυρθούν προς το Λιβαρτζινό διάσελο με πολύ μικρές απώλειες.

Έτσι έμειναν μόνοι οι Αργίτες και επολέμησαν χάνοντας δύο παλικάρια από το Κουτσοπόδι. Και αυτοί όμως μόλις και μετά βίας κατόρθωσαν να διαφύγουν.
Ο Δαγρές φιλονίκησε κατόπιν με τους Καλαβρυτινούς και τους απεκάλεσε άνανδρους γιατί έφυγαν και τους άφησαν μόνους και θυμωμένος έφυγε προς το Λεχούρι το οποίο λεηλάτησε και στη συνέχεια περνώντας από το Σοπωτό όπου πήρε τα χρήματα από την οικογένεια του Νικολέτου Σοφιανόπουλου (ο οποίος ήταν ο απαγωγέας και βασανιστής του Π. Π. Γερμανού τον Ιανουάριο του 1825) και άλλων, έφυγε για το Άργος.

Μετά την επιτυχή γι αυτόν έκβαση της μάχης ο Ντελή Αχμέτ έφυγε από τον Άη Βλάση και αμέσως εγκαταστάθηκε πάλι εκεί ο Πετιμεζάς.
Εκεί προσήλθαν και οι Β. Ρούφος και Λόντος οι οποίοι και προέτρεψαν και τον Κολοκοτρώνη να μείνει εκεί, αλλά εκείνος δεν τους είχε εμπιστοσύνη. «Είσαστε όλοι άπιστοι» τους είπε και τους προέτρεψε να καθίσουν εκείνοι εκεί για να προσέχουν τα προσκυνημένα χωριά και εκείνος έφυγε για την Κερπινή όπου άρχισε να συγκεντρώνει στρατεύματα από άλλες περιοχές.

Λίγες ημέρες μετά στις 13 Ιουλίου 1827 έστειλε την παρακάτω σκληρή προειδοποίηση στα προσκυνημένα χωριά.

«Προς άπαντας τους κατοίκους των χωριών Νεζερών και Πάτρας, ιερείς και λαϊκούς, μικρούς και μεγάλους, άνδρας και γυναίκας:
Ως Γενικός αρχηγός και πατριώτης, ως Έλλην και χριστιανός σας ‘έγραψα, σας εσυμβούλευσα και σας παρεκίνησα να μετανοήσετε δια την αισχράν πράξιν, όπου επράξατε, αλλ’ έως σήμερον είτε αναισθητούντες είτε απατούμενοι από άλλους δεν μετενοήσατε.
Πατριώται!
Το έθνος είναι εύσπλαχνον, συγχωρεί τους αμαρτάνοντας εις αυτό, δια τούτο σας συμβουλεύω και με την παρούσαν μου να μετανοήσετε εξ όλης της καρδίας και αύριον Πέμπτην έως την Παρασκευήν το πρωί να ελθήτε εις εμένα να ομιλήσωμεν και προσωπικώς, και να σας συγχωρήσω εξ ονόματος του έθνους το σφάλμα σας.
Αν σ’ αυτήν την διορίαν δεν έλθήτε, θα μετανοήσετε ανωφελώς και το κρίμα εις τον λαιμόν σας διότι θα πέσουν τα στρατεύματα του έθνους εις τα χωριά σας να σας γδύσουν, να σας σκοτώσουν, να μην σας αφήσουν τίποτε, και τα χωράφια σας, τα αμπέλια σας, τα οσπήτιά σας θα γίνου εθνικά.
Αν όμως ελθήτε σας κάμνω όρκον, ως στρατιώτης, ότι δεν θα πειραχθήτε ούτε μια τρίχα και διαλέξετε το καλλίτερον δια να μην παραπονήσθε ύστερον.

13 Ιουλίου 1827
Ο Γεν. Αρχηγός των Πελοπονν. Στρατευμάτων.

Θ. Κολοκοτρώνης»

Παρακάτω παρατίθεται αναφορά του Βασ. Πετμεζά στην οποία περιγράφει ο ίδιος την μάχη στον Άη Βλάση.
(Ν. Φιλιππακόπουλου: Τα Καλάβρυτα στο μεγάλο 21).

«Προς το Σεβαστόν βουλευτικόν Σώμα
Και εις τας 29 παύσαντος Ιουνίου δια ταπεινής μου αναφοράς προς το Σον Σώμα εκτάνθηκα όλα τα ενταύθα τρέξαντα και ήδη λοιπόν χρέος μου απαραίτητον σας ειδοποιώ.
Κατά τας διαταγάς του Γεν. Αρχηγού εις τας 5 ενεστώτος με τους υπό την οδηγίαν μου στρατιώτας και τους Αργούς, εισέβαλα εις τον Άγιον Βλάσην.
Εκεί λοιπόν διαφόρους τρόπους και πατριωτικάς συμβουλάς και όρκους ψυχής και ζωής μου εξέδωκα εις όλους τους προσκυνημένους δια αγκαλισθώμεν τα όπλα και μια ψυχή και καρδιά να ξεκινηθώμεν εναντίον του εχθρού να αλησμονήσωμεν όλα τα απελθόντα, τα οποία μεθ’ όρκου ούτε και να τα ομολογήσωμεν τα οποία ο φόβος και η αστοχία ή η στενοχώρια τους έκανε δια να προσκυνήσουν. Ταύτα λοιπόν εγώ προς αυτούς νουθετώντας, αυτοί από το άλλο μέρος της ίδιας ημέρας, μας έφεραν εν σώμα έχθρικόν και σωματοθέντες με των εχθρών, αντιστάθημεν από τις ένδεκα η ώρα της ημέρας και έως τας δύο της νυχτός με ακατάπαυστον τουφέκι.
Το δε πρωί ημέρα Τετράδι εις το έβγα του ήλιου, μας επαρουσιάσθησαν από το μέρος της Λαπάτας άλλες δύο κολώνες τακτικοί και υπέρ τους διακόσιους ιππείς και άπαντες οι Τουρκοπροσκυνητές, των οποίων ο αριθμός υπέρ τας χιλιάδας τρεις, μόνον μίαν ήμισην ώραν το εν μέρος και το άλλο πεισματικώς αντιστάθημεν.
Σας παριστάνω γυμνήν την αλήθειαν από τους ημετέρους μόνον δύο εφονεύθησαν και τέσσαρες οι πληγωθέντες από δε τους εχθρούς (δια τα ασφαλέστερα μέρη όπου ημείς είχαμεν) έγινε φθορά μεγάλη υπέρ τους 150 εις τον τόπον και περισσότεροι πληγωμένοι.
Εφονεύθη και εις αξιωματικός και το άτι του πασά.

Αλλά τύχη κακή αποτυχίας ανέλπιστης δεν ηδυνήθησαν περισσότερον οι Έλληνες να βαστάξουν και ούτως ετραβήχθημεν εις υψηλόν μέρος διάσελον του Λεχουρίου λεγομένου, εκεί λοιπόν συνίσταται άχρι ώρας το επαρχιακόν μας στρατόπεδον υπέρ τους 1.300 και με τους ξένους υπομισθίους ευρίσκεται και ο στρατηγός Χρύσανθος Σισίνης εις το Γερμουτσάνι, απληροφορήθημεν και από έναν μεγάλο απεσταλμένον καπετάν Γενναίον προς τον πατέραν του, ότι τα στρατεύματα έφθασαν εις Στρέζοβαν καθώς και προς μίαν ώραν εβεβαιώθημεν του στρατηγού Κολιόπουλου αυτάδελφος Παρασκευάς με 600 στρατιώτας έφθασε εις Βυσωκά, ελπίζομεν λοιπόν εις διάστημα τριών ημερών να περιμαζευθώμεν υπέρ τας 7.000 στρατιωτικάς δυνάμεις και να ξεκινηθώμεν εναντίον των Τούρκων και Τουρκοπροσκύνητων και άμποτις η ευχή σας και η της Πατρίδος να μην αξιώση να δοκιμάσωμεν και να προϋπαντήσωμεν αυτό το κακό.

Και πρότερον επέστησα προς το βουλευτικόν Σώμα ότι οι πρωταίτιοι υπαρχαί ο Νενέκος και οι λοιποί Αρβανιτοχωρίται των Πατρών με τον Καρασπύρον Νεζερίτην, Οικονομόπουλους Αγιοβλασίτας, Κοντογιωργακόπουλοι Λαπαναγίτες, Πανάγος Χρίστος Γουμετσάνος, Μποντιώτης Σταμάτης και λοιποί των χωρίων αυτών.
Μετ’ αυτούς άλλοι και με τους υπό την οδηγίαν τους πολεμούμενοι εις τον Άγιον Βλάση και με τους Τούρκους.
Προς τούτοις εις αυτούς τους πρωταιτίους εξεσκεπάσθη ο καπετάν Γεώργιος Λεχουρίτης με έγγραφο ζητώντας από τον Ιμπραήμ πάνω από 30 τριάκοντα χωρία να υπάρχουν όλα τα άρματα υπό την οδηγίαν του πειθόμενος εις τας προσταγάς του Ιμπραήμ δια να εκτελέση τα όσα ήθελε διατάξει εναντίον ημών.
Σεβαστόν Σώμα αυτό άχρις ώρας τρέχουσι η έλλειψις της παρούσης έως τροφής εμποδίζει κάθε ενέργεια και το περισσότερον η δικαία απόφασις των Ελλήνων δια πολεμοφόδια, οπού χωρίς αυτά ημπορούμεν να ενεργήσωμεν ουδέν εμφανίζοντας και ανάξιον του πατριωτικού τούτου χρέους μου. Και μ’ όλον το πατριωτικόν σέβας μου.
Ευπειθέστατος πατριώτης
Βασ. Πετμεζάς
Τη 13 Ιουλίου 1827 Διάσελα Λεχουρίο (Γ.Α.Κ Φ200 Υ. Π.)»
ΕΕ21
Η επιστολή που ακολουθεί έχει γραφεί από τον βοηθό τοποτηρητή Π. Κόκκαλην προς τον γραμματέα του Γεν. Αρχηγού και φωτίζει και αυτή τα συμβάντα των ημερών εκείνων.

«Φίλτατε αδελφέ!
…..Εμάθατε την αναξίαν του ελληνικού χαρακτήρος υποταγήν των Λειβαρτζινών, Νεζεριτών, Πατραίων και Βοστιτσάνων.
Αυτή κατ’ αρχάς φαίνεται να έγινε δια τα μάτια, και ίσως ίσως καθ’ οδηγίαν, ακολούθως όμως έγινε και δια τα φρύδια.
Τούτο μαθόντες απεφασίσαμεν να κινήσωμεν προς τα μέρη αυτά όλα τα στρατεύματα. Φθάσαντες έγράψαμεν, επαρακινήσαμεν, εβιάσαμεν να τρέξωσιν όλοι, αλλ’ οι Καλαβρυτινοί, όντες το πλείστον μέρος υποταγμένοι, και το λοιπόν ποτισμένοι απ’ αυτό το φαρμάκι, ούτε ηλπίζετο να κινηθώσιν. Εκινήθησαν οι Κορίνθιοι με ημάς και συνεκεντρώθημεν κατά του Φονιά. Εκινήθησαν και οι Καρυτινοί με τον Κολλιόπουλον και Γενναίον και προχώρησαν εις το Λειβάρτζι, το οποίον και αμέσως επανεστάτησεν.
Ο εχθρός πληροφορούμενος ακριβώς τα κατά τούτο κινήματά μας ανεχώρησε αμέσως δια την Τριπολιτσάν και ούτω οι εις Λειβάρτζι εισβαλόντες ημέτεροι ηναγκάσθησαν να αποσυρθώσι δια την Καρύταιναν, την οποίαν επαπειλούσεν ο εχθρός. Σπουδαίως δε δραμόντες κατέλαβον τινάς εκ των αναγκαίων θέσεων, εις τας οποίας εκτύπησαν κατ’ αρχάς τους εχθρούς.
Δεν θέλω να σου εκθέσω την όσην έπαθεν ζημίαν από Δημητσάνα έως Τριπολιτζάν και έως τα Κάστρα, διότι είναι πασίδηλος ότι εστάθη μεγάλη, αλλ’ επανέρχομαι εις το περί προσκυνημένων.- Ημείς αφού ο Ιμπραήμης ανεχώρησεν από Καλάβρυτα, βάσιν έχοντες και σκοπόν την επανάστασιν των υποταγμένων, ήλθομεν εις το Μέγα Σπήλαιον, εκείθεν εγράψαμεν προς αυτούς τα εικότα προς ενθάρρυνσιν, και πίστην δίδοντες εις τους λόγους πολλών, ότι άμα μας ίδωσιν οι υποταγμένοι, καίτοι ολίγους, θα ενωθώσι με ημάς, απεφασίσαμεν και με περίπου των 300, προυχωρήσαμεν εις Πετζάκους, πρώτον χωρίον των υποταγμένων, και τον Πετμεζάν διωρίσαμεν και υπήγε εις τον Άγιον Βλάσην, υποταγμένο χωρίον και αυτό αλλ’ αιφνιδίως και ανελπίστως ευρέθημεν εις απάτην ως προς τα φρονήματά μας και τας ελπίδας μας, διότι οι κατά τα Νεζερά υποταγμένοι έφεραν τους εχθρούς εναντίον του Πετμεζά, και ηνώθησαν μετ’ αυτών και πολεμήσαντες ομού κατεδίωξαν τον Πετμεζάν οι Πετζακίται δε και τα πέριξ χωρία έστειλαν εις βοήθειαν των εχθρών κρυφίως την αναλογίαν των αρμάτων των έκαστον.
Ημείς δε μη γνωρίζοντες το κατά τον Άγιο Βλάση κίνημα ευρέθημεν εις μέγα κίνδυνον, διότι όχι μόνο ν είμεθα ολίγοι, αλλά και κατατρεγμένοι από τους υποταγμένους, οίτινες έφεραν τους εχθρούς δύο ώρας μακράν από ημάς.
Εν τοσούτω απεσύρθημεν εις Κερπινήν, εκείθεν είδομεν πραγματικώτερον την ανάγκην του να συρρεύσωσιν εις αυτήν την επαρχίαν στρατεύματα άλλων επαρχιών, διό και εγράψαμεν προς τον Γενναίον και Κολιόπουλον, οίτινες με μεγίστην προθυμίαν ητοιμάσθησαν και, ο μεν δεύτερος με δύο περίπου χιλιάδας Καρυτινών έφθασεν εντός τεσσάρων ημερών, ο δε πρώτος απήλθεν εις Μεσσηνίαν.
Άμα δε φθάσαντος του δευτέρου, συναχθέντων και των Καλαβρυτινών, ενωθέντων μετ’ αυτού και των Λόντου, Θεοχαρόπουλου και Ρούφου, επροχώρησαν τα στρατεύματα υπό την οδηγίαν του εις Δεμέστιχα, οι δε εχθροί επέρασαν εις Βοστίτζαν δια το τρύγος των σταφίδων.
Οι υποταγμένοι εκόντες άκοντες ευρέθησαν τότε εις την ανάγκην του να διαπραγματευθώσι μετά των ημετέρων.
Ετελείωσεν η δια πραγμάτευσις κατ’ ευχήν και οι υποταγμένοι άρχισαν να ενώνονται με τα στρατεύματά μας, καθώς οι Χαρμπίλας, Μποντιώτης και άλλοι, ο Νενέκος υπεσχέθη, οι δε λοιποί οίτινες είναι και ασήμαντοι και ολίγοι, έως χθές το εσπέρας δεν είχον ενωθεί με ημάς, διότι δεν είχον τραβημένας από τας Πάτρας τας φαμίλιας και πράματά των.
Ενώ δε εκάμαμεν σχέδια να κινηθή το μεν με τον Κολιόπουλον, Πετμεζάδες, Σισίνην, Παπασταθόπουλον και Κουμανιώτην σώμα από 4 χιλιάδες κετευθείαν δια τας Πάτρας δια να φέρη το πύρ και την φρίκην εις τους εκεί ολίγους εχθρούς, και πολλάς αδυνάτους ψυχάς, το δε με ημάς και τον Γενναίον περίπου των 2 χιλιάδων να προσβάλη την Βοστίτζαν, ενωμένον με το του Νοταρά και Μελετοπούλου.
Και ενώ το σχέδιον τούτο ήθελεν επιτύχει τω όντι με μεγάλην βλάβην του εχθρού, κατ’ ατυχίαν μανθάνομεν σήμερον ότι 500 ιππείς από τα Μεσσηνιακά φρούρια έφθασαν χθές το εσπέρας εις βοήθειαν των εν Πάτραις, και μέρος δε των εις Βοστίτζαν εχθρών ομοίως ήλθεν και αυτό εις Πάτρας, και ως εκ τούτου, και κυριωτέρως ως εκ της παντελούς ελλείψεως πολεμοφοδίων και της τροφής, όχι μόνον αποτυγχάνομεν τούτου του σχεδίου, αλλά τα υπό τον Κολιόπουλον στρατεύματα θ’ αποσυρθούν εις Άγιον Βλάσιον.

Ημείς δε θέλει προχωρήσωμεν εις την Φτέρην της Βοστίτζης, και τι θέλει πράξωμεν άδηλον.
Ο αριθμός των εχθρών ανεβαίνει εις τας 3.500 τακτικούς, ατάκτους και ιππείς, όλους – όλους, ο δε εδώ κι εκεί ιδικός μας εις τας 8 περίπου χιλιάδας πραγματικώς.
Περί πολεμοφοδίων έλαβε μέτρα ο Αρχιστράτηγος, αλλ’ ακόμη δεν έφθασαν εδώ, και δεν εχρησίμευσαν διόλου.
Περί τροφών δεν ελήφθησαν διόλου από κανέν μέρος, και εις ταύτα τα μέρη δεν ευρίσκονται.
Εξέχασα να σου σημειώσω τον εις Αγιάννην των Τσετσεβών της Πάτρας πόλεμον των του Μελετοπούλου και Νοταρά μετά των εχθρών, όστις είναι εκ των αξιοσημειώτων.
Εις αυτόν εφονεύθησαν, αλλά Φλέσσα, 300 εχθροί πραγματικώς και 80 ημέτεροι, – Σε βεβαιώ δε ότι αν έλειπεν ο Κολοκοτρώνης εφέτος (δεν συστέλλομαι να ειπώ την αλήθειαν) εκινδύνευεν ατίμως η Πελοπόννησος. Εκρεμάσαμεν δύο, ακυνηγήσαμεν, κατετρέξαμεν, εμψυχώσαμεν κ.τ.λ. μα δεν είχαμεν μέτρα ως άλλοτε.

Είχαμεν και έχομεν δραστήρια, ως τα επί Δράμαλη, και η έλλειψις των πολεμοφοδίων μας υστέρησε σημαντικάς νίκας και προόδους, και ας το εύρουν από τον διάβολον οι αίτιοι αυτής.
Δεν απαριθμούνται αι παρά της κυβερνήσεως αντενέργειαι εις την εκστρατείαν μας.
Εγινήκαμενεν τοσούτω ανώτεροι όλων αυτών, και τούτο ημπορούμεν να το καυχηθώμεν.
Ήδη σκοπούμεν να σχηματίσωμεν πολιορκίαν της Πάτρας, και να συστήσωμεν εις Αγυιάν της Αρκαδίας στρατόπεδον.

Δια το πρώτον πρέπει να μας συνδράμη ο Αρχιστράτηγος, δια το δεύτερον μας συντρέχουν οίκοθεν οι Αρκάδιοι.

Κυρίτσοβα, χωρίον πλησίον Πετσάκων, τη 29 Ιουλίου 1827.
Ο αδελφός σου Παναγ Κόκκαλης».

Πηγές.
(Θαν. Τζώρτζης: Γκέρμπεσι, διαδρομή στους αιώνες).
Τ. Α. Σταματόπουλου: Οι τουρκοπροσκυνημένοι και ο Κολοκοτρώνης. (Κάλβος)

Μ. Οικονόμου: Ιστορικά της Ελληνικής Παλιγγενεσίας ή ο Ιερός των Ελλήνων Αγών-Τόμος Β΄.- Αθήνα.

(Φωτο: Ο Αρχιστράτηγος Θ.Κολοκοτρωνης.Ο οπλαρχηγος Βασίλειος Πετιμεζας.Το γεφυρι στην περιοχή του Αη Βλαση.)

 

ΠΗΓΗ:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821.

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube