Σμύρνη, 13 Σεπτεμβρίου 1922: η γιγαντιαία επιχείρηση σωτηρίας των προσφύγων και μια πλαστογραφία
γράφει ο κ. Μίκης Πρωτοπαπαδάκης
Η μεταφορά των Μικρασιατών προσφύγων και των φαντάρων
από την καιόμενη Σμύρνη προς τα ελληνικά λιμάνια υπήρξε μια γιγαντιαία
επιχείρηση. Μεταφέρθηκαν εκατοντάδες χιλιάδων άτομα μέσα σε ένα μερόνυχτο. Συγκριτικά παρατηρούμε, ότι το λιμάνι του Πειραιά διακινεί σήμερα τον αριθμό αυτόν των επιβατών σε διάστημα όχι λιγότερο των 20 ημερών! Πρόκειται, δηλαδή, εδώ, για μία ναυτιλιακή επιχείρηση, όμοια της οποίας είναι αμφίβολο αν έχει υπάρξει.
Η επιχείρηση ξεκίνησε, σύμφωνα με μαρτυρία του Σμυρνιού, παιδιού τότε αυτόπτη, Κ. Δεσποτόπουλου, όταν ο Νικόλαος Στράτος (ο εκ των Έξι) πήγε τις μέρες εκείνες στην Σμύρνη και είδε πώς έχουν τα πράγματα. Ενημέρωσε τον Πρωθυπουργό και έστειλε τηλεγράφημα προς τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας, παραγγέλλοντάς του να ειδοποιήσει τα «απανταχού ανά τον κόσμον ελληνικά πλοία, να σπεύσουν στα παράλια της Μικράς Ασίας», για να παραλάβουν το εκδιωκόμενο πλήθος.
Επιπλέον, πρόσφεραν στους επιβάτες κάθε δυνατή βοήθεια. Ανάλογες υποχρεώσεις εκτελούσαν και εκείνοι, που μεριμνούσαν από την ξηρά για την πρόσδεση των πλοίων και την αποβίβαση των προσφύγων. Πρόκειται, πραγματικά, για ήρωες! Τέτοια επιχείρηση, μόνον το ελληνικό φιλότιμο μπορούσε να οδηγήσει σε αίσιο πέρας.
Σε όλην την διάρκεια της επιβίβασης των προσφύγων και των φαντάρων στα πλοία, παρέμεινε αγκυροβολημένο στα ανοικτά της Σμύρνης ελληνικό πολεμικό πλοίο με τα πυροβόλα του στραμμένα προς τις θέσεις των Τούρκων, για να τους αποτρέψει από οποιαδήποτε επιθετική κίνηση προς τους Μικρασιάτες. Αποχώρησε, μόνον όταν απέπλευσε το τελευταίο πλοίο, με το όνομα ‘‘Νάξος’’, μεταφέροντας τους απομείναντες 300 περίπου υπαλλήλους, πρόσφυγες και φαντάρους προς τον Πειραιά. Την πληροφορία αυτήν αναφέρει ο Χ. Αγγελομάτης στο βιβλίο του ‘‘Το Χρονικόν της Μεγάλης Τραγωδίας’’.
Οι ήρωες και οι κρατικοί παράγοντες που έλαβαν μέρος σ’ αυτήν την επιχείρηση σωτηρίας, δεν έχουν λάβει μέχρι σήμερα την τιμή που τους αξίζει, για το υπεράνθρωπο έργο, που με αυτοθυσία και πολύν κόπο επέτυχαν. Ευχόμαστε να αντιληφθεί κάποτε η ελληνική κοινωνία την υποχρέωση απέναντί τους, την οποία μέχρι σήμερα έχει παραλείψει. Όσο για τον Νικόλαο Στράτο, διερωτώμαι, αν την ώρα που τον έσερναν στου Γουδή για να τον εκτελέσουν, βρέθηκε, έστω ένας Μικρασιάτης να φωνάξει για την σωτηρία του ευεργέτη του!
ΕΝΑΣ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΣ ΠΑΝΙΚΟΣ
Η παρουσίαση αυτού του νόμου προς τους Μικρασιάτες ήταν ‘‘φούσκα’’: Επρόκειτο για έναν νόμο, που ήταν ανενεργός, επειδή δεν είχαν εκδοθεί τα Διατάγματα που προβλέπονταν στα άρθρα 1 και 4 του ιδίου νόμου. Τα υπόψη Διατάγματα ήσαν απαραίτητα, επειδή, χωρίς αυτά, ο νόμος δεν μπορούσε να εφαρμοσθεί, ήταν σαν να μην υπήρχε. Είναι αξιοπερίεργο το γεγονός, ότι κάποιοι Ιστορικοί ανέσυραν πρόσφατα από την λήθη την ψευδεπίγραφη προκήρυξη ως στοιχείο κατηγορίας εναντίον της Κυβέρνησης των Έξι, ότι δήθεν δεν ήθελαν να επιτρέψουν στους Μικρασιάτες να βρουν καταφύγιο στην ελληνική επικράτεια! Ούτε στο Στρατοδικείο του 1922 οι σκληροί κατήγοροί τους δεν συμπεριέλαβαν στο ‘‘κατηγορητήριο’’ το θέμα αυτό.
Ποιός, άραγε, και με ποιόν πονηρό σκοπό, διέδωσε την ‘‘ανακοίνωση’’ στο πλήθος, προσθέτοντας αγωνία στον πόνο τους; Μήπως έριξαν την προκήρυξη τουρκικά αεροπλάνα, όπως συνέβη με φύλλα του ‘‘Ριζοσπάστη’’ και με άλλες αντικυβερνητικές προκηρύξεις; Και ποιός έδωσε στην τουρκική αεροπορία τις προκηρύξεις;
Η Πατρίδα ουδέποτε διανοήθηκε να εμποδίσει τα χειμαζόμενα παιδιά της να έρθουν από την Μικρά Ασία και να εγκατασταθούν στα ελεύθερα εδάφη της.