Weather Icon
Γενικά θέματα 5 Ιουλίου 2009

Οι “ξενοσυνείδητοι” της XVης Μεραρχίας

Η εκκλησία του Αγίου Αχιλλείου στις Πρέσπες
Η ενδεκασέλιδη δακτυλόγραφη έκθεση του γραφείου Α2 της ΧVης Μεραρχίας έχει τίτλο: “Επί της καταστάσεως του πληθυσμού παραμεθορίου περιοχής Μεραρχίας” και είναι διαβαθμισμένη ως “άκρως απόρρητη”. Τα συνημμένα της παραρτήματα, Α και Β, λανθάνουν. Συντάχθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1955, και όπως είθισται στις εκθέσεις αυτές, δίπλα στην ημερομηνία υπάρχει η συντομογραφία Σ.Τ.Γ. (: Στρατιωτικό Ταχυδρομικό Γραφείο) με τον κωδικό 917.

Ο επιτηρούμενος πληθυσμός της XVης Μεραρχίας

Η περιοχή ευθύνης της XVης Μεραρχίας περιελάμβανε ολόκληρο τον νομό Καστοριάς –όρια 1951– και το πρώην τμήμα Πρεσπών, που διοικητικά ανήκε στον νομό Φλωρίνης και αφορούσε την περιοχή που εκτείνεται δυτικά του Βαρνούντα (Περιστέρ), Βέρνου (Βιτσίου) και Τρικλαρίου όρους (Μάλι-Μάδι) και εκείνη εκατέρωθεν της Μικρής Πρέσπας, μέχρι την οροθετική γραμμή, στα βουνά της Σούα Γκόρα, που στην ιστοριογραφία για τον Εμφύλιο Πόλεμο έχει κωδικοποιηθεί ως χερσόνησος του Πυξού. Τουτέστιν την περιοχή των “άπαρτων κάστρων” (Γράμμος και Βίτσι), στην οποία έξι χρόνια πριν τη σύνταξη της συγκεκριμένης έκθεσης είχαν παιχτεί οι τελευταίες πράξεις του εμφυλίου δράματος.

Η αρχική ταξινόμηση της Μεραρχίας λαμβάνει ως βάση την “καταγωγή” και διαπιστώνει ισορροπία μεταξύ του γηγενούς σλαβόφωνου και ελληνόφωνου στοιχείου (39,84% και 40,33% αντίστοιχα), ενώ οι πρόσφυγες αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία, με 18,69%. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι στο ελληνόφωνο στοιχείο η έκθεση σιωπηρά συμπεριλαμβάνει τους γηγενείς Βλάχους –δίγλωσσους ή μη– των κοινοτήτων του Πισοδερίου, της Κλεισούρας και του Άργους Ορεστικού (Χρούπιστα), καθώς και τους προσφάτως εποικισθέντες Βλάχους από την Ήπειρο. Και επειδή οι καιροί είναι πονηροί, η ομαδοποίηση βάσει της “καταγωγής”, ναι μεν παραμένει διαχρονική αξία των ελλήνων επιτελών, δεν επαρκεί όμως για την ακριβή περιγραφή του φρονήματός τους. Έτσι το γραφείο Α2 της Μεραρχίας περνά σε επιμέρους ταξινόμηση του “κράματος” των πληθυσμών της περιοχής, όπως το χαρακτηρίζει. Το “γηγενές Σλαυόφωνον” στοιχείο κατατάσσεται σε: “ξενοσυνειδήτους” (40%), “ρευστής συνειδήσεως” (50%) και “ελληνικής συνειδήσεως” (10%). Με άλλα λόγια το 90% των σλαβόφωνων θεωρούνται ύποπτοι για το στράτευμα και ως εκ τούτου το ηθικό τους κρίνεται “αδιαβάθμητον λόγω της συνθέσεώς των εκ ατόμων ξενοσυνειδήτων και ρευστής συνειδήσεως”.

Η εδαφοποίηση του φρονήματος

Επειδή όμως οι παραπάνω ταξινομήσεις και λίγο πολύ γνωστές είναι από τα χρόνια του Μεσοπολέμου και από μόνες τους δεν οδηγούν με τρόπο απτό στον έλεγχο και τη χειραγώγηση του πληθυσμού, το γραφείο Α2 προχώρησε στην περαιτέρω κατάτμηση της περιοχής ευθύνης του. Έτσι οι κατηγοριοποιήσεις αφορούν πια το έδαφος. Το σύνολο των οικισμών της περιοχής τεμαχίστηκε σε πέντε ενιαία γεωγραφικά “εδαφικά διαμερίσματα”, βάσει εθνολογικών, ιστορικών και ιδεολογικών κριτηρίων.

Η λογική της ταξινόμησης, η οποία εκτίθεται στη συνέχεια, σκιαγραφεί με τον πιο απτό τρόπο τη μετεμφυλιακή πρακτική του ελληνικού κράτους στη χωρική της διάσταση. Η διαβάθμιση “επικινδυνότητας” στην κλίμακα της εθνικοφροσύνης δεν περιορίζεται μόνο στο ατομικό ή κοινοτικό φακέλωμα, αλλά διαχέεται και στιγματίζει ανάλογα το έδαφος. Στόχος, η δημιουργία διακριτών χωρικών ζωνών ώστε η δέσμη των κατασταλτικών μέτρων και ο βαθμός εφαρμογής τους να ανταποκρίνονται στις “πραγματικές” για κάθε ζώνη “ανάγκες”. Έτσι η λογική της μπάρας αποκτά μια εσωτερική-επιχειρησιακή διαβάθμιση, η οποία στα χέρια του στρατού μεταφράζεται στον βαθμό καταπίεσης, ευτελισμού και τρομοκρατίας που ασκούνται στα εδαφικά του διαμερίσματα. Οι αόρατες αυτές μπάρες ορίζουν τον διαφορετικό βαθμό επιβολής του στρατοκρατικού καθεστώτος με τα λόγια του Φίλιππου Δραγούμη.

Η εκκαθάριση του εδάφους και η εξελλήνιση του τόπου

Όπως θα φανεί στη συνέχεια, η αξιολόγηση της κατάστασης και τα ληπτέα μέτρα δεν αναλώνονται στην ελπίδα και συνακόλουθα στην προσπάθεια εξελλήνισης των γηγενών, αλλά σ’ αυτήν καθ’ εαυτή την εξελλήνιση του τόπου. Η διαφορά δεν αποτελεί λογοπαίγνιο ούτε ρητορική ακροβασία. Αντίθετα, η παραπάνω διαπίστωση είναι ουσιαστική και ερμηνευτική μαζί, γιατί παραπέμπει στην κυρίαρχη αντίληψη των επιτελών και στο κεντρικό ζητούμενο της ελληνικής πολιτικής ως προς την περιπόθητη Μακεδονία, από τη δεκαετία του 1870 και εντεύθεν. Μια πολιτική που δεν βασίζεται στον αλυτρωτισμό, όπως τεχνηέντως έχει καλλιεργηθεί από τη δημόσια ιστορία, αλλά προσδιορίζεται από μια γεωπολιτική λογική, η οποία στοχεύει και διεκδικεί το έδαφος.

Η δυσπιστία της XVης Μεραρχίας έναντι των επιμέρους διακρίσεων των σλαβοφώνων και συνακόλουθα η αμφιβολία της για τα αισθήματα ακόμη και των γκρεκομάνων αποτυπώνεται με έμμεσο αλλά σαφή τρόπο όταν αναφέρεται στους επαναπατρισθέντες σλαβόφωνους φυγάδες. Οι τελευταίοι, λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετωπίζουν επί τη επανόδω τους, καθίστανται εχθροί “της Ελλάδος και του καθεστώτος έτι μάλλον, αφ’ ου οι περισσότεροι είναι Σλαυϊκής συνειδήσεως και καταγωγής”.

Είναι προφανές εδώ ότι η καταληκτήρια λέξη καταγωγή συνδέεται νομοτελειακά με την εθνική συνείδηση. Συγχρόνως αποτελεί και τον εξηγητικό μίτο, πάλι νομοτελειακά, της εχθρότητας σύσσωμης της σλαβόφωνης κοινότητας απέναντι στην Ελλάδα και το καθεστώς της. Έτσι, με μια μονοκονδυλιά, καταστρατηγείται και μένει έκθετη η όλη διαδικασία κατάταξης σε κατηγορίες στην κλίμακα της εθνικοφροσύνης του γηγενούς σλαυοφώνου στοιχείου, αναιρείται η αιτιολογική της βάση, ενώ τα κριτήρια που επιστρατεύτηκαν μένουν μετέωρα. Το όλο ζήτημα τοποθετείται σε γονιδιακή βάση, με αποτέλεσμα τόσο οι κοινωνικές επιστήμες όσο και η πολιτική να σηκώνουν ψηλά τα χέρια. Αντίθετα ο στρατός νιώθει απόλυτη ικανοποίηση, καθώς έτσι εξηγείται το τρισχιλιετές, το αδιάσπαστον και το ανάδελφον του έθνους. Όσο για τους εχθρούς, το μήνυμα είναι σαφές και κρυστάλλινο, αλλά όχι καινούργιο. Το έχει εκπέμψει η θεά ιστορία από τον καιρό του Βουλγαροκτόνου. Η XVη Μεραρχία, απλά, μας το υπενθυμίζει.

Το γραφείο Α2, υπενθυμίζοντας το θεσμικό πλαίσιο, βάσει του οποίου η μετανάστευση “επιτρέπεται μόνον εις Εθνικόφρονα άτομα, μη επιτρεπομένης ταύτης εις τα αντεθνικώς δράσαντα”, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: “την διαφυγήν του Εθνικόφρονος στοιχείου και της παραμονής των αναρχικών”. Όπερ σημαίνει ότι θα μεταβληθεί επί τα χείρω “το ποσοστόν του Εθνικού στοιχείου”. Υπαινικτικά, για ακόμη μια φορά, ελληνόφωνοι και πρόσφυγες τοποθετούνται στη χορεία των εθνικοφρόνων ατόμων, ενώ οι σλαυόφωνοι σε εκείνη των αναρχικών.

Κατά τα λοιπά, το κλειδί για την ανάσχεση του εικαζόμενου κινδύνου προκύπτει αβίαστα διά της αντιστροφής του πλαισίου: εν πρώτοις “να σταματήση η μετανάστευσις των Εθνικοφρόνων κατοίκων των παραμεθορίων περιοχών” και εν δευτέροις “να επιτραπή η μετανάστευσις των αναρχικών και Σλαυοφρόνων ει δυνατόν οικογενειακώς”.

Τούτου δοθέντος, η ποινικοποίηση των φρονημάτων θα ισχύσει από την ανάποδη. Θα τιμωρούνται με απαγόρευση εξόδου από τη χώρα οι “υγιώς” σκεπτόμενοι και πράττοντες, ενώ θα τυγχάνουν του ευεργετήματος της απόκτησης διαβατηρίου οι θιασώτες του παραπετάσματος “αναρχικοί”, καθώς και οι επιρρεπείς στα δολάρια και στην αυτονομιστική προπαγάνδα εκ Καναδά, “σλαυόφρονες” αυτονομιστές. Εάν, μάλιστα, το “ει δυνατόν” της τελευταίας πρότασης, αποβεί όντως μπορετό, τότε η περιοχή ευθύνης της Μεραρχίας θα απαλλαγεί οριστικά από τον βραχνά της παρακολούθησης των εναπομεινάντων μελών των οικογενειών των μεταναστών, από τον έλεγχο των εμβασμάτων, από τη λογοκρισία της αλληλογραφίας κλπ., κυρίως όμως θα εξαλειφθεί το βέβαιο ενδεχόμενο της αναπαραγωγής του ανεπιθύμητου στοιχείου εντός των εθνικών ορίων. Έτσι θα καταστεί όχι μόνο λόγω, αλλά και έργω, το ζήτημα της σλαυομακεδονικής μειονότητας, ανύπαρκτο. Να θυμίσω εδώ ότι το 1955 οπότε συντάσσεται η εν λόγω έκθεση, η Ελλάδα, ως προς τους σλαβόφωνους Μακεδόνες, έχει ήδη εγκαινιάσει την πολιτική του ανύπαρκτου ζητήματος.

Εκείνο που ούτως ή άλλως οφείλει να καταλάβει η πολιτική ηγεσία, προκειμένου να εξασφαλιστεί η επιτυχία της επιχείρησης “εποικισμός”, είναι η προνομιακή μεταχείριση των εποίκων. Οι οδηγίες είναι σαφείς και ο στόχος ευκρινέστατος, καθώς ο εποικισμός αποτελεί μονόδρομο για τον ποθούμενο εξελληνισμό: “Να παραχωρούνται τα καλλίτερα κτήματα της περιοχής και εις έκτασιν 50-60 στρέμματα [στους εποίκους]. Διότι μόνον τότε θα εγκατασταθώσι καλοί Έλληνες οίτινες με την ευημερίαν των και το φρόνημά των θα επιβληθώσιν ευχερώς επί των εντοπίων Σλαυοφρόνων και μόνον διά του μέτρου τούτου θα καταστώσιν βαθμιαίως τα χωρία ταύτα Ελληνικά από Εθνικής απόψεως”. Και για να γίνει σαφέστερη η Μεραρχία ως προς τη σπουδαιότητα, από “Εθνικής απόψεως”, του μέτρου του εποικισμού, τονίζει με έμφαση: “Όλα τα άλλα μέτρα ουδεμίαν επίδρασιν σχεδόν θα έχουν διά την μεταστροφήν του πληθυσμού. Επιτακτική είναι η ανάγκη αμέσου εφαρμογής του μέτρου τούτου”.

Επειδή οι παραλήπτες της έκθεσης –αρχηγός ΓΕΣ, αρχηγός ΓΕΕΘΑ, υπουργός Εθνικής Αμύνης (βλ. πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, Μακεδόνας μάλιστα ο ίδιος)– ίσως δεν γνωρίζουν πού θα βρουν εκείνους τους καλύτερους Έλληνες με δύναμη επιβολής, που θα μεταστρέψουν ολοκληρωτικά τον πληθυσμό διά της χειραγώγησης των εντοπίων σλαυοφρόνων ώστε να καταστήσουν τα χωριά άπαξ διά παντός Ελληνικά, η Μεραρχία προσφέρει για μια ακόμη φορά τα φώτα της με τρόπο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση επί της ανθρωπογεωγραφίας της πατρίδας: η επιλογή των εποίκων πρέπει να γίνει “εκ της Λοιπής ΕΛΛΑΔΟΣ (Πελοποννήσου-Κρήτης-Στερεάς) πλην ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ”. Ο θρίαμβος της Ελλάδας των Μακεδονομάχων.

Του Σπυρου Καραβα
Σπύρος Καράβας διδάσκει Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου
ΑΥΓΗ

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube