Όταν οι σειρήνες του πολέμου ήχησαν  το μαύρο Ιούλιο και οι πρώτες βόμβες από τα τουρκικά αεροπλάνα άρχισαν να τρυπούν τη γη της Κύπρου, η ιστορία άρχιζε με τη σειρά της να γράφεται αλλιώς. Η τουρκική εισβολή του 1974 ήταν ένα ισχυρό πλήγμα που σταμάτησε τον χρόνο, μοίρασε την χώρα στα δυο και μέτρησε το δράμα και τον ανθρώπινο πόνο μέσα από τις απώλειες. Άνθρωποι που χάθηκαν και δεν γύρισαν ποτέ, άλλοι πού έπεσαν από τις σφαίρες που έφευγαν από τις κάνες των τουρκικών τυφεκίων. Γυναίκες που βιάστηκα και χιλιάδες κόσμος να τρέχει πανικόβλητος στους δρόμους αναζητώντας ασφάλεια…

Περίπου 200 χιλιάδες άνθρωποι εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους,  με τον Αττίλα να καταλαμβάνει το 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο δημογραφικός χάρτης άλλαζε απότομα με την μετακίνηση του πληθυσμού. Των εκδιωχθέντων Ελληνοκυπρίων που έφευγαν από τα σπίτια τους στο βορρά αναζητώντας σωτηρία στις ελεύθερες περιοχές στο νότο, και λίγο αργότερα  των μεταφερομένων στον τουρκοπατημένο βορρά, Τουρκοκυπρίων που διέμεναν στο νότο. Η κυπριακή κοινωνία άλλαζε και το κράτος είχε να διαχειριστεί μια νέα πολύ δύσκολη κατάσταση πραγμάτων…

Μετρώντας νεκρούς και αγνοουμένους

Ο απολογισμός σε ανθρώπινες απώλειες από την τραγική εισβολή τραγικός. Ένας κατάλογος,  ο οποίος αυξάνεται στο πέρασμα του χρόνου. Με το πρόγραμμα εκταφών της Διερευνητικής Επιτροπής για του Αγνοουμένους, ένας αριθμός αγνοουμένων έχουν εντοπιστεί σε ομαδικούς τάφους και έχουν ταυτοποιηθεί τα οστά τους. Ως εκ τούτου, έχουν αφαιρεθεί από τον κατάλογο των αγνοουμένων και έχουν προστεθεί στον κατάλογο των πεσόντων.

Σύμφωνα με τον απολογισμό, οι απώλειες σε στρατιωτικό προσωπικό σύμφωνα με τα στοιχεία του 1974 όπως δημοσιεύονται στον 2ον τόμο της Ιστορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας 1960-2010 που εξέδωσε ο «Φ» το 2011 στο κεφάλαιο: «Η μάχη της Κύπρου: Οι πολεμικές επιχειρήσεις Ιουλίου- Αυγούστου 1974», ήταν οι εξής:

>> Νεκροί Ελλαδίτες αξιωματικοί 18

>> Νεκροί Ελλαδίτες οπλίτες 70

>> Νεκροί Έλληνες Κύπριοι αξιωματικοί 40

>> Νεκροί Έλληνες Κύπριοι οπλίτες 269

>> Αγνοούμενοι Ελλαδίτες αξιωματικοί- οπλίτες 83

>>  Αγνοούμενοι στρατιωτικοί και πολίτες 1619

>> Αιχμαλωτισθέντες που παρέμειναν στην Κύπρο 1.164

Σύμφωνα επίσης με τον Τόμο Β’ της Ιστορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, που αναφέρεται στην τουρκική εισβολή, οι πολίτες δολοφονηθέντες ή πεσόντες κατά τη διάρκεια ή συνέπεια της τουρκικής εισβολής  περιλαμβάνει 587 άτομα. Η πηγή του σχετικού καταλόγου είναι το Πόρισμα για τον Φάκελο της Κύπρου που συνέταξε η Βουλή των Αντιπροσώπων. Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι από τον κατάλογο των 1619 αγνοουμένων αφαιρέθηκαν μετέπειτα άτομα τα οποία θεωρούνται ως αναγνωρισμένοι πεσόντες. Πρόκειται για 129 άτομα οι οποίοι υπάρχει μαρτυρία ότι είναι πεσόντες, εντούτοις δεν έχουν ανευρεθεί.

>Με μια φωτογραφία στο χέρι

Η τουρκική εισβολή άφησε πίσω της πολλές ανοικτές πληγές. Η μεγαλύτερη ίσως, είναι αυτή των αγνοουμένων. Το Σεπτέμβρη του 1974, μετά το τέλος του πολέμου, αρχίζει η ανταλλαγή των αιχμαλώτων. Χιλιάδες κόσμου, μαζεύεται κάθε φορά που τα λεωφορεία με τους αιχμαλώτους έφταναν στη Ξενοδοχειακή Σχολή, αναμένοντας του δικούς τους. Μια διαδικασία που κράτησε μέχρι και το τέλος Οκτωβρίου του ίδιου χρόνου. Κάποιοι από αυτούς που οι συγγενείς τους αναμένουν, δεν επιστρέφουν.

Αρχίζει τότε ο Γολγοθάς της καρτερίας και της αναζήτησης των ανθρώπων αυτών, προκειμένου να διευκρινιστεί η τύχη τους. Για τους περισσότερους μάλιστα, ήταν ξεκάθαρο ότι είχαν αιχμαλωτιστεί από τον τουρκικό στρατό. Ο αγώνας των συγγενών αρχίζει. Οι πληροφορίες, ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια, δίνουν και παίρνουν. Άλλες βάσιμες, άλλες εντελώς ανυπόστατες. Όπως και τα γεγονότα που ακολούθησαν, τα οποία ήταν ικανά κάθε φορά να ταράξουν τους συγγενείς. Άλλοτε, αναπτερώνοντας τις ελπίδες τους κι άλλοτε σκοτώνοντας τους για πολλοστή φορά. Κάποιοι, δεν δίστασαν να εκμεταλλευτούν το δράμα αυτών των ανθρώπων, προσπαθώντας να βγάλουν χρήματα. Τα όσα ακολούθησαν όλα αυτά τα χρόνια, αποτελούν μια άλλη πτυχή του ίδιου δράματος που δεν έχει τελειωμό.

Οι προσδοκίες και η ελπίδα άρχισε να πεθαίνει στο πέρασμα του χρόνου. Με την έναρξη  του προγράμματος εκταφών και ταυτοποίησης της ΔΕΑ, ένας αριθμός έχει ήδη εντοπιστεί και ταυτοποιηθεί. Ένα άλλο δράμα ξεκίνησε για τις οικογένειες των αγνοουμένων, οι οποίες ενημερώνονται να παραλάβουν τα οστά των δικών τους ανθρώπων σε ένα μικρό κασελάκι. Πολλές φορές σε αυτό το μικρό κασελάκι είναι μόνο μερικά δείγματα οστών. Τόσα όσα για να καταδείξει τον θάνατο των αγαπημένων τους προσώπων και άλλες φορές για να καταμαρτυρήσει τον μαρτυρικό θάνατο τους.

Σύμφωνα με τα τελευταία επικαιροποιημένα στοιχεία της ΔΕΑ για τον μήνα Ιούλιο, μέχρι σήμερα από τους 1510 Ελληνοκύπριους που είχαν μείνει στον κατάλογο των αγνοουμένων, έχουν ταυτοποιηθεί οι 776.

Τα δημογραφικά στοιχεία των αγνοουμένων

Οι 1.000 στρατεύσιμοι – έφεδροι και εθελοντές -17 χρόνων ο μικρότερος εθελοντής

Οι 776 ταυτοποιήθηκαν, οι υπόλοιποι αγνοούνται

36 αγνοούμενα παιδιά

Το μικρότερο έξι μηνών, το μεγαλύτερο 18 χρόνων.

Ταυτοποιήθηκαν 20

118 αγνοούμενες γυναίκες

26 ταυτοποιήθηκαν

248 πεσούσες

38 ταυτοποιήθηκαν

556 πεσόντες

132 ταυτοποιήθηκαν

Πεσόντες, πεσούσες: Όσοι υπάρχουν μαρτυρίες ότι σκοτώθηκαν αλλά δεν εντοπίστηκαν

Η διάλυση της κυπριακής οικονομίας

Η τουρκική εισβολή, ήταν και ένα ισχυρό πλήγμα για την κυπριακή οικονομία, η οποία μετά την ανεξαρτησία και μέχρι το 1974 κατέγραφε ανοδική πορεία. Μοναδική εξαίρεση το 1964 ως συνέπεια των διακοινοτικών ταραχών που ξεκίνησαν τα Χριστούγεννα του 1963. Οι επιπτώσεις στην κυπριακή οικονομία εξαιτίας της τουρκικής εισβολής και κατοχής καταγράφονται στην μελέτη του Πανεπιστημίου Κύπρου που έγινε σε συνεργασία με τον Κεντρικό Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών με τίτλο: «Το κόστος της τουρκικής εισβολής και προτάσεις ισότιμης κατανομής του».

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης, την διετία 1974-1975 το ΑΕΠ παρουσιάζει πτώση της τάξης του 19,9%. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, το κλίμα πολιτικής αβεβαιότητας που δημιουργήθηκε μετά την τουρκική εισβολή, επέδρασσε ανασταλτικά στην ιδιωτική επενδυτική ζήτηση ενώ η απώλεια της παραγωγικής δυναμικότητας σε βασικούς εξαγωγικούς τομείς αντικατοπτρίζεται σε μείωση των εξαγωγών καυτά 25,2%.

Η προσφυγοποίηση και η μαζική ανεργία οδήγησαν σε σημαντική μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης, 15,2% ενώ αντίθετα η δημόσια κατανάλωση παρουσιάζει σημαντική διεύρυνση 11% αντικατοπτρίζοντας την επεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική που ακολουθήθηκε για στήριξη των εκτοπισμένων και παροχή χορηγιών και επιδοτήσεων για επαναδραστηριοποίηση της οικονομίας.

Σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι κατά την περίοδο αυτή όλοι οι βασικοί τομείς οικονομικής δραστηριότητας παρουσίασαν αρνητικούς ρυθμούς αλλαγή, ιδιαίτερα η γεωργία, λόγω της κατάληψης της εύφορης περιοχής της Μόρφου, της πεδιάδας της Μεσαορίας και της χερσονήσου της Καρπασίας και οι κατασκευές. Επίσης, μεγάλη μείωση παρουσίασε ο τομέας του τουρισμού, αφού η τουριστική ανάπτυξη είχε επικεντρωθεί κατεχομένη Αμμόχωστο και Κερύνεια.

Στην μελέτη επισημαίνεται η μείωση του ΑΕΠ και των συνθετικών στοιχείων που παρουσιάζονται στους σχετικούς πίνακες που δημοσιεύονται στη μελέτη, «δεν αποδίδουν την πλήρη έκταση της καταστροφικής επίδρασης της τουρκικής εισβολής. Στις μειώσεις αυτές πρέπει να προστεθούν και οι αυξήσεις τις οποίες ματαίωσε η εισβολή. Επομένως, για να έχουμε μια πλήρη εικόνα των αρνητικών επιδράσεων της εισβολής, χρειάζονται προβλέψεις για την εξέλιξη που θα είχε το ΑΕΠ και οι υπόλοιποι δείκτες της οικονομίας, αν δεν συνέβαινε η εισβολή».

Επιπτώσεις υπήρξαν επίσης και στο κατά κεφαλή ΑΕΠ το οποίο εκτιμάται,  λαμβάνοντας υπόψη και την ματαίωση της αύξησης,  ότι η τουρκική εισβολή προκάλεσε απώλεια 196ΛΚ το 1974, ενώ το 1975 η απώλεια στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ ήταν ακόμα μεγαλύτερη φτάνοντας τις 311ΛΚ. Ποσό το οποίο ουσιαστικά αντιστοιχούσε στο ένα τρίτο του κατά κεφαλή ΑΕΠ του 1973 που ήταν 1039ΛΚ.

Σημειώνεται επίσης ότι η απώλεια του κατά κεφαλήν εισοδήματος τα έτη 1974/75 ήταν άμεση συνέπεια της πολιτικής και οικονομικής αστάθεια που δημιούργησε η τουρκική εισβολή. Όμως, όπως αναφέρεται, οι επιδράσεις της εισβολής δεν εξαντλούνται το 1975. Επισημαίνεται χαρακτηριστικά ότι η πολιτική και οικονομική αστάθεια την περίοδο1974-75 είχε αρνητικό αντίκτυπο στην πορεία της κυπριακής οικονομίας και την μετέπειτα περίοδο φτάνοντας μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980.

Υποβάθμιση του επιπέδου ζωής

Eίναι αξιοσημείωτο ότι τα στοιχεία καταγράφουν την ποσοτική μείωση του βιοτικού επιπέδου που προκύπτουν από την οικονομετρική ανάλυση. Δεν περιλαμβάνουν την ποιτική μείσωου του βιοτικού επιπέδου από την επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης ενός μεγάλου τμήματος του πληθυσμού. «Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι μέχρι τον Σεπτέμβρη του 1976, ποσοστό 7,6% των νοικοκυριών στις ελεύθερες περιοχές διέμενε σε ακατάλληλα υποστατικά (ημιτελείς κατοικίες, παράγκες ή σκηνές). 

Επίσης, μετά 1971 και 1976, ο μέσος αριθμός ατόμων ανά δωμάτιο αυξήθηκε από 0,84 σε 1,29 στις αστικές και από 1,02 σε 1,59 στις αγροτικές περιοχές. Από την τουρκική εισβολή υπήρξαν επιπτώσεις στην ιδιωτική κατανάλωση και επιπλέον, η τουρκική εισβολή και κατοχή επέδρασε ανασταλτικά στο επίπεδο των πάγιων επενδύσεων κατά την περίοδο 1974-76. Επίσης, από τα στατιστικά στοιχεία που περιέχονται στους εθνικούς λογαριασμούς, φαίνεται ότι οι εγχώριες αποταμιεύσεις (ιδίως την περίοδο 1974-75) σημείωσαν κάθετη μείωση και περιορίστηκαν μόλις το στο 1,3% του ΑΕΠ το 1975.

Αξιοσημείωτο επίσης συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι η τουρκική εισβολή και κατοχή σημαντικού μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας, επιτάχυνε την αναδιάρθρωση της οικονομίας σε βάρος των πρωτογενών τομέων της γεωργίας και των μεταλλείων- λατομείων δεδομένης της απώλειας εύφορων για την γεωργία και πλούσιων σε λατομικά προϊόντα περιοχών. Κατά συνέπεια, όπως αναφέρεται, ευνοήθηκαν οι τριτογενείς τομείς των υπηρεσιών και ιδιαίτερα ο τουρισμός που αποτέλεσε την κινητήρια δύναμη της μακροχρόνιας ανάκαμψης και ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας.

Όπως σημειώνεται χαρακτηριστικά για τον τομέα της Γεωργίας, «οι επιπτώσεις της τουρκικής εισβολής και κατοχής της εύφορης περιοχής της Μόρφου, της πεδιάδας της Μεσαορίας που συγκέντρωνε το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής σιτηρών, της χερσονήσου της Καρπασίας και της επαρχίας της Κερύνειας που ήταν πλούσια σε εσπεριδοειδή, ελιές και χαρούπια, επέδρασαν ανασταλτικά στην πορεία του τομέα της γεωργίας. Σημειώνεται χαρακτηριστικά το εξης: «Πιο αναλυτικά, οι κατεχόμενες περιοχές συγκέντρωναν το 79% της παραγωγής εσπεριδοειδών, το 68% της παραγωγής σιτηρών, το 45% της παραγωγής ελιών, το 100% της παραγωγής καπνού, το 25% της παραγωγής πατατών ενώ παράλληλα σημαντικές ήταν οι απώλειες και στην Κτηνοτροφία.

Στον τομέα των κατασκευών η προστιθέμενη αξία μειώθηκε από 86 εκατομμύρια λίρες το 1973 σε 35εκατομμύρια λίρες την επόμενη διετία.

Στον τομέα του Τουρισμού, οι κατεχόμενες περιοχές συγκέντρωναν το 65% της τότε συνολικής δυναμικότητας σε τουριστικά καταλύματα και το 87% των υπό ανέγερση τουριστικών κλινών.

Τέλος, σε ο,τι αφορά τις επιπτώσεις στην αγορά εργασίας, σημειώνεται ότι η τουρκική εισβολή και κατοχή οδήγησε σε απώλεια σημαντικού μέρους του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, δεδομένης  της μετακίνησης των Τουρκοκυπρίων στις κατεχόμενες περιοχές και του κύματος μετανάστευσης που προκλήθηκε από την τουρκική εισβολή και κατοχή. Παράλληλα, η τουρκική εισβολή και κατοχή οδήγησε σε κατακόρυφη άνοδο του ποσοστού ανεργίας, που έφθασε το 30% το δεύτερο ήμισυ του 1974, σε αντίθεση με τις συνθήκες πλήρους απασχόλησης που επικρατούσαν στην προ της εισβολής περίοδο,

H στέγαση  200 χιλιάδων σε συνοικισμούς κι αλλού

Με την τουρκική εισβολή δημιουργήθηκε επίσης μια τεράστια ανάγκη στέγασης των περίπου 200χιλιάδων προσφύγων που εκδιώχθηκαν από τα σπίτια τους. Σε πρώτη φάση φιλοξενήθηκαν σε πρόχειρους καταυλισμούς με αντίσκηνα. Στη συνέχεια η Κυβέρνηση αποφάσισε την ανέγερση οικιστικών μονάδων για στέγαση τους, με την προοπτική ότι και αυτό θα ήταν μία προσωρινή λύση μέχρι την επιστροφή στα σπίτια τους με τη διευθέτηση του Κυπριακού.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών, η ανέγερση των οικιστικών μονάδων (πολυκατοικίες και οικίες) στους κυβερνητικούς οικισμούς εκτοπισθέντων άρχισε το 1975 και συνεχίστηκε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Στη συνέχεια κάποιες οικιστικές μονάδες ανεγέρθηκαν ή αναδομήθηκαν και την περίοδο μεταξύ 2006-2011. Οι οικιστικές μονάδες παραδίδονταν με την αποπεράτωσή τους στους δικαιούχους, σύμφωνα με τις ανάγκες. Η τιτλοποίηση των οικιστικών μονάδων στους οικισμούς άρχισε το 2006.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εσωτερικών υπάρχουν παγκύπρια συνολικά 66 οικισμοί (13,635 οικιστικές μονάδες). Ανά Επαρχία η κατανομή είναι:

>> Επαρχία Λευκωσίας: 22 οικισμοί / 6,952 οικιστικές μονάδες

>> Επαρχία Λεμεσού: 14 οικισμοί / 2,947 οικιστικές μονάδες

>> Επαρχία Λάρνακας: 13 οικισμοί / 3,320 οικιστικές μονάδες

>> Επαρχία Αμμοχώστου: 7 οικισμοί / 132 οικιστικές μονάδες

>> Επαρχία Πάφου: 10 οικισμοί / 284 οικιστικές μονάδες

Από τις 13,635 οικιστικές μονάδες στους προσφυγικούς οικισμούς, ποσοστό πέραν του 95% ανήκει σε πρόσφυγες 1ης, 2ης, 3ης και 4ης γενιάς, ενώ ένα μικρό ποσοστό είναι μεταγενέστεροι αγοραστές των διαμερισμάτων, Κύπριοι μη εκτοπισθέντες ή/και υπήκοοι ξένων χωρών, οι οποίοι αγόρασαν τα διαμερίσματα από τους αρχικούς δικαιούχους ή τους κληρονόμους τους μετά την τιτλοποίησή τους.

Σημειώνεται ότι τον Απρίλιο του 2023, εξαγγέλθηκε από την παρούσα Κυβέρνηση, το Σχέδιο «κτίΖΩ», με κύριο στόχο την οριστική επίλυση του προβλήματος στις 358 πολυκατοικίες που βρίσκονται στους προσφυγικούς οικισμούς παγκύπρια.

Σε ό,τι αφορά στις αυτοστεγάσεις, αυτές έχουν δημιουργηθεί σε πολλές περιοχές σε όλες τις Επαρχίες. Συνολικά, έχουν παραχωρηθεί 14.063 οικόπεδα παγκύπρια.

Συγκεκριμένα, ανά Επαρχία δόθηκαν:

>> Λευκωσία: 2.843 οικόπεδα

>> Αμμόχωστος: 2.314 οικόπεδα

>> Λεμεσός: 4.421 οικόπεδα

>> Λάρνακα: 3.994 οικόπεδα

>> Πάφος: 491 οικόπεδα

Οι διαχωρισμοί των οικοπέδων άρχισαν το 1976.

Φιλελεύθερος