Η πρόσκληση για την εκδήλωση, που θα γινόταν στην κατοικία του Έλληνα πρέσβη στη Λευκωσία το βράδυ της 20ης Ιουνίου 2024, την παγκόσμια μέρα προσφύγων, ήταν λιτή και απέριττη και απευθυνόταν σε εξηντάρηδες, κατά μέσο όρο.

Ήταν ένα απλό τηλεφώνημα εκ μέρους της Ομάδας Πρωτοβουλίας για την ίδρυση του Συνδέσμου Ασυνόδευτων Παιδιών στην Ελλάδα μετά την τουρκική εισβολή του 1974. Η εκδήλωση, όπως το αντιλήφθηκα, σκοπό είχε να απευθύνουμε ένα θερμό ευχαριστώ στον εκπρόσωπο της Ελλάδας, για το γεγονός ότι ο ελληνικός λαός, η ελληνική πολιτεία και η Εκκλησία, κατά τις δύσκολες εκείνες μέρες κατά τις οποίες ζούσαμε τις συνέπειες της τουρκικής εισβολής, άνοιξαν με περισσή αγάπη τις αγκάλες τους στα προσφυγόπαιδα. Περιέβαλαν σ’ αυτές χιλιάδες παιδιά, ηλικίας από εφτά ετών μέχρι 17, τα οποία φοιτήσαμε με μεγάλη φροντίδα σε σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε διάφορα μέρη της Ελλάδας.

Δεν μπορώ να αποκρύψω το γεγονός ότι η εκδήλωση αυτή μας γέμισε με συγκινήσεις. Ζωντάνεψε μνήμες και σκηνές που ζήσαμε στην ευαίσθητη εκείνη ηλικία -την εφηβεία μας οι μεγαλύτεροι και την παιδική αρκετά άλλα παιδιά. Αισθανθήκαμε και πάλι την αγάπη με την οποία μας περιέβαλε ο λαός της Ελλάδας κατά την εμπερίστατη εκείνη περίοδο μετά την τουρκική εισβολή και την προσφυγοποίησή μας.

Γύρω στις δύο χιλιάδες ήταν περίπου, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ο αριθμός των παιδιών που φιλοξενηθήκαμε στην Ελλάδα από το 1974 μέχρι το 1979. Όμως, τα ανεπίσημα στοιχεία μιλούν για πολύ περισσότερους. Άλλοι φιλοξενήθηκαν σε οικογένειες, άλλοι σε ιδρύματα του  Εθνικού Οργανισμού Προνοίας και άλλοι σε οικοτροφεία μητροπόλεων κλπ. Δεν θα μπορούσα ποτέ να φανταστώ ότι η εκδήλωση εκείνη θα δονούσε τόσο πολύ την ψυχή μου και θα ζωντάνευε τόσο καθαρά τις μνήμες μου.

Ευεργεσία

Κάθε τι που λεγόταν στις ομιλίες ή στους χαιρετισμούς και τις αφηγήσεις, με άγγιζε, όπως άγγιζε, προφανώς, και όλα τα τότε παιδιά, τα οποία βρίσκονταν εκεί. Αισθάνομαι ότι όλοι θέλαμε, για την ευεργεσία αυτή της οποίας τύχαμε από τον ελληνικό λαό, να ξαναπούμε βροντωδώς, πενήντα χρόνια μετά, άλλο ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στην Ελλάδα μας και τον λαό της.

Η πρωτοβουλία για την ίδρυση του Συνδέσμου Ασυνόδευτων Παιδιών, ξεκίνησε πριν από μερικά χρόνια από εκείνους που φιλοξενήθηκαν στην Πελοπόννησο, και σε αυτήν αναφέρθηκε ο πρόεδρος της Ομάδας Πρωτοβουλίας Ανδρέας Θεοδοσίου. Η Ομάδα Πρωτοβουλίας στη συνέχεια περιέλαβε και τα υπόλοιπα παιδιά που φιλοξενήθηκαν σε ολόκληρη την Ελλάδα, και κατέληξε σε ιδρυτική συνέλευση, η οποία αποφάσισε την ίδρυση σωματείου με την ονομασία Σύνδεσμος Ασυνόδευτων Παιδιών του 1974, το οποίο βρίσκεται σε πορεία έγκρισης από τον Έφορο Ιδρυμάτων και Σωματείων. Ο Ανδρέας Θεοδοσίου έκανε λόγο, μεταξύ άλλων, για τη μαρμάρινη πλάκα η οποία στήθηκε στο λιμάνι του Πειραιά και στην οποία αναγράφεται ότι στο σημείο εκείνο αποβιβάστηκαν προσφυγόπουλα από την Κύπρο ως φιλοξενούμενοι στην Ελλάδα μετά την τουρκική εισβολή του 1974.

Το πρώτο μας ταξίδι εκτός Κύπρου

Να, λοιπόν, πώς ξεπηδούν οι μνήμες μέσα από τις αναφορές στην περίοδο εκείνη. Ήταν το πρώτο μας ταξίδι εκτός Κύπρου, όλων προφανώς των παιδιών, κι αυτό στη μάνα Ελλάδα! Όλοι μας χωρίς συνοδούς. Είχαμε τη Σκέπη της Παναγίας και της Θείας Πρόνοιας. Κάποια από τα λιγοστά ρούχα στις αποσκευές μας ήταν αποφόρια, από εκείνα που μας έστελναν τις πρώτες ημέρες μετά την τουρκική εισβολή οι Ελλαδίτες αδελφοί μας από τα υστερήματά τους.

Ένα τέτοιο παντελόνι είχα κι εγώ στις αποσκευές μου. Μέσα στην τσέπη του είχα βρει, όταν το παρέλαβα από τη σωρό των ειδών ένδυσης που κατέφθαναν από την Ελλάδα, ένα σημείωμα, που έγραφε το όνομα Γιάννης και τη διεύθυνσή του!  Τον γνώρισα τον Γιάννη αργότερα, τα Χριστούγεννα του 1974, όταν ήλθε ο πατέρας μου να επισκεφθεί τα αδέλφια μου κι εμένα στην Ελλάδα.

Ο Γιάννης, ο οποίος έμενε κοντά στον σταθμό του Ηλεκτρικού στα Πατήσια, ζούσε με την χήρα μητέρα του, η οποία ήταν θυρωρός πολυκατοικίας. Ήταν χειμώνας και, όταν τον συνάντησα, ο Γιάννης φορούσε ένα κοντό παντελόνι. Κρύωνε το παιδί και αυτό ήταν εμφανές. Δεν θυμάμαι αν εγώ φορούσα το δικό του μακρύ παντελόνι εκείνη τη στιγμή, το οποίο με τόση αγάπη μου απέστειλε -από τα υστερήματά του, όπως αντιλήφθηκα- αλλά εκείνο που θυμάμαι έντονα ήταν πως ένιωσα ότι ίσως έπρεπε να του το επιστρέψω, αφού επιτέλεσε την αποστολή του. Το πήρα σε μια δύσκολη στιγμή, όταν το είχα απόλυτη ανάγκη, αφού φύγαμε από το σπίτι μας με τα ρούχα που φορούσαμε. Όταν, όμως, τον είδα με το κοντό παντελόνι, χειμώνα καιρό, σκέφτηκα πως ήταν εκείνος, μάλλον, που το είχε ανάγκη!

Ενημέρωση στα σχολεία

Η Υπουργός Παιδείας, Αθηνά Μιχαηλίδου, στον χαιρετισμό της στην εκδήλωση αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην άδεια την οποία έχει παραχωρήσει ώστε να γίνονται ενημερώσεις από τα ασυνόδευτα παιδιά του 1974 στα σχολεία σχετικά με τις εμπειρίες τους κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής και με τα όσα έζησαν στην Ελλάδα.

Ο Πρέσβυς της Ελλάδας, κ. Ιωάννη Παπαμελετίου αναφέρθηκε ιδιαίτερα στην αγάπη και τη στοργή με την οποία ο ελληνικός λαός αγκάλιασε τα ασυνόδευτα παιδιά το 1974.

Η κύρια ομιλήτρια της εκδήλωσης Νιόβη Κερκίδου, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι το 1974 φιλοξενήθηκαν παιδιά σε ολόκληρη την Ελλάδα. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στον μητροπολίτη Ηλείας και Ωλένης, ο οποίος φιλοξένησε 500 παιδιά στη μητροπολιτική του περιφέρεια, και στο γεγονός ότι το παράδειγμά του ακολούθησαν και άλλες μητροπόλεις.

Στην εκδήλωση μίλησαν για τις εμπειρίες τους δύο από τα τότε ασυνόδευτα παιδιά, η Άννα Αθανασίου Σίσου και ο Κύπρος Κυπριανού.“Η Φωτεινή μάς έφερε επιστολές που της στέλναμε πριν από 50 χρόνια”

Για τα παιδιά που βρίσκονταν στην Παιδόπολη Ωραιοκάστρου, Θεσσαλονίκης, όπως και ο γράφων, αποτέλεσε έκπληξη το γεγονός ότι στην εκδήλωση παραβρέθηκαν επτά γυναίκες από το Ωραιόκαστρο -κοινωνικές λειτουργοί, νοσοκόμες, ομαδάρχες την εποχή εκείνη- γεγονός που ζωντάνεψε όμορφες μνήμες της εποχής. Εκ μέρους των προσκληθεισών γυναικών μίλησε η Φωτεινή Δημοτζίκη, η οποία αναφέρθηκε στην αμοιβαία περισσή αγάπη μεταξύ του προσωπικού και των μαθητών. Είπε συγκεκριμένα ότι η ίδια, όπως και άλλα μέλη του προσωπικού, λάμβανε γράμματα από τους μαθητές μετά την αποχώρησή τους, τα οποία φύλασσε έκτοτε, και τώρα τα έφερε μαζί της για να μας τα παραδώσει.

Η αλήθεια είναι ότι ένιωσα πολύ άβολα εκείνη τη στιγμή. Σκέφτηκα πως ήταν παράλειψη που δεν είχα γράψει κι εγώ ένα γράμμα για να εκφράσω τις ευχαριστίες μου για την ευεργεσία την οποία μου είχαν προσφέρει.

Δεν θυμόμουν, ωστόσο, καλά, καθώς, όπως αποδείχθηκε, ήμουν κι εγώ ένας από εκείνους που απέστελλαν γράμματα. Ε, λοιπόν, η Φωτεινή μού παρέδωσε τέσσερα γράμματα, παρακαλώ, στα οποία, εκτός από τις ευχαριστίες που της έγραφα, την ενημέρωνα για την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν αφότου έφυγα από το Ωραιόκαστρο! Πέραν των επιστολών μού ενεχείρισε και μια φωτογραφία στην οποία εικονίζομαι μαζί της.

Η συγκίνηση ξεχείλισε. Η ευγνωμοσύνη δυνάμωσε… Τα λόγια περισσεύουν.

Φιλελεύθερος