Κρεσέντσιο Σαντζίλιο 26 Σεπτεμβρίου 2024

Η Συνθήκη των Σεβρών και η Ελλάδα

Η Συνθήκη των Σεβρών και η Ελλάδα

Μία εκδοχή/περιδιάβαση

Όνειρο ήταν η «Ελλάδα των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών»: και δυστυχώς, στη περίπτωση οι Έλληνες αποδείχτηκαν πολύ κατώτεροι των περιστάσεων.

Είναι τώρα ένας αιώνας (συν δύο χρόνια) που η Τουρκία ενέταξε τη Σμύρνη, και τη μεγάλη περιοχή της στην ενδοχώρα, στον τουρκικό «κορμό» της, εξαφανίζοντας ό, τι ελάχιστο ελληνικό είχε απομείνει μετά την δολοφονική πυρκαγιά που κατάκαψε, οριστικά και αμετάκλητα (πλην ενδεχόμενο μελλοντικό κοσμογονικό γεγονός ακυρωτικό της τουρκικής παρουσίας) όχι μόνο υλικά ανθρώπους και περιουσίες, ιστορία και παράδοση, αλλά και όνειρα και προοπτικές, αφήνοντας άθικτα μόνο αισθήματα πόνου και απογοήτευσης.

Όταν το 1919 ο ελληνικός στρατός κατέβηκε στη προκυμαία της Σμύρνης – τότε το «Παρίσι της Ανατολής», αλλά μάλλον και περισσότερο – ήταν φυσιολογικό οι ελπίδες αναγέννησης της αρχαίας Ιωνίας να αναπτερωθούν, στον τοπικό ελληνικό πληθυσμό, αλλά και στον ίδιο τον ελλαδικό, οι οποίοι εκείνη την ελληνική απόβαση και κατοχή θεώρησαν – και με το δίκιο τους – ως απαρχή μιας νέας «ελληνικής ιστορίας» στα παράλια της Μικράς Ασίας.

Ήταν (ή μάλλον θα ήταν») η Ελλάδα «των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών» που η ελληνική πατριωτική πολιτική είχε ονειρευτεί να συγκροτήσει.

Και ήταν (ή μάλλον «θα ήταν») το μεγάλο κέρδος που οι φίλοι της και σύμμαχοι του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου έδιναν στην Ελλάδα, βέβαια με ορισμένους χρονικούς και γεωγραφικούς περιορισμούς και όρους, αλλά και ένα «δώρο» που, εάν η Ελλάδα χειριζόταν με σύνεση, σοφία, διαλλακτικότητα και δικαιοσύνη, θα μπορούσε αργότερα να μετασχηματιστεί και να είναι, και ιστορικά, η ονειρεμένη «Ελλάδα των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών».

Δεν αμφιβάλλουμε καθόλου πως οι Δυτικοί σύμμαχοι της Ελλάδας αποφασίζοντας τhν παραχώρηση στην Ελλάδα της Σμύρνης (της ελληνικής Ghiaùr Izmir) και ενός μεγάλου περιφερειακού όγκου ενδοχώρας (άλλη «ιστορία» η περίπτωση της Θράκης έως λίγα χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη), θέλησαν όχι μόνο να βραβεύσουν τους Έλληνες για την συμμετοχή τους στη νίκη στον πόλεμο, αλλά πολύ περισσότερο να τοποθετήσουν την Ελλάδα ως ένα ικανό ανάχωμα στον επεκτεινόμενο τουρκισμό γενικά, που ήδη προ πολλού έδινε άσχημα σημάδια αυταρχισμού, εγκληματικότητας, επεκτατισμού και αδιαλλαξίας/μισαλλοδοξίας προς ό, τι μη τουρκικό και μουσουλμανικό.

Ο χώρος που δόθηκε στην Ελλάδα δεν μπορούμε να μη παραδεχθούμε πως ήταν αρκετά ευρύς, τόσο ευρύς που μείωνε αρκετά την «διέξοδο» της Τουρκίας στο Αιγαίο, αν υπολογίσουμε επίσης και τη ζώνη ιταλικής επήρειας που άρχιζε από το Ρόδο και τελείωνε στην Αττάλεια, και επομένως και την παρουσία της σε σχέση με τα ελληνικά ανατολικά νησιά που γινόντουσαν πάλι και επιτέλους ελληνικά (Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία).

Με αυτόν τον τρόπο οι Ευρωπαίοι εμφανώς θέλησαν να ακρωτηριάσουν τη Τουρκία του Σουλτάνου και στη κρίσιμη περιοχή του Αιγαίου/Προποντίδα αφαιρώντας της ίσα-ίσα ένα κρίσιμο κεντρικό μέτωπο ακτών στο Αιγαίο, έτσι ώστε το υπόλοιπο μέρος των τουρκικών ακτών βόρεια να μη μπορεί να έχει καμία δυνατότητα άμεσης σύμπτυξης με το νότιο μέρος τουρκικών ακτών, στην ουσία μια καθοριστική λύση συνέχειας την τουρκικών ακτών, ενώ το βάθος της ελληνικής ενδοχώρας ήταν ικανό να διατηρήσει μια καλή συνοχή με το κεντρικό εθνικό ελληνικό κέντρο μέσω όλων των ελληνικών νησιών διάσπαρτων στη Αιγαίο.

Είπαμε «του Σουλτάνου», γιατί στη πραγματικότητα (κι αυτό ήταν εκείνο που «αναποδογύρισε» όλη την κατάσταση οδηγώντας τα τελικά στο δράμα του 2022) φαίνεται πως δεν υπολόγισαν την εξέλιξη της άκρως υπονομευτικής δράσης του Μουσταφά Κεμάλ, που δεν θα αργούσε να επιβληθεί και να αμφισβητήσει επί του εδάφους, έμπρακτα, τα δεδομένα των Σεβρών, και τελικά να τα ακυρώσει!

Πάντως το γεγονός είναι πως το 1919 δόθηκε στην Ελλάδα η μεγάλη ευκαιρία να αναβιώσει, έστω και εν μέρει, την εδαφική επικράτεια της Ιωνίας της αρχαίας δόξας. Μια τεράστια ευκαιρία την οποία όμως δυστυχώς οι Έλληνες σπατάλησαν, σκόρπισαν άνοα, αντί να εκμεταλλευτούν και ενδυναμώσουν διεθνώς.

Είναι αλήθεια πως τότε στη περιοχή υπήρχαν ήδη ορισμένα τουρκικά κύτταρα αντίθεσης προς τους Έλληνες, που έγιναν αντίστασης με τον ερχομό του ελληνικού στρατού που θεωρήθηκε προκλητικός, αν και επιβεβλημένος από τις «Μεγάλες Δυνάμεις».

Και εδώ ακριβώς βρισκόταν τότε το «τίμημα του παιχνιδιού»: που ήταν η ελληνική πολιτική σε σχέση με τον ντόπιο τουρκικό πληθυσμό, έστω κι αν στη Σμύρνη το ελληνικό στοιχείο υπερτερούσε, μαζί με το αρμένικο και το εβραϊκό.

Η ενδοχώρα όμως ήταν αρκετά, αν όχι πολύ διαφορετική. Μια ενδοχώρα την οποία η Έλληνες στρατιωτικοί διοικητές και η ελληνική πολιτική διοίκηση αμέλησαν εγκληματικά όχι να τιθασεύσουν με το ζόρι, αλλά να «εξημερώσουν», να πάρουν με το μέρος τους προς όφελος αμφοτέρων, προχωρώντας στην εφαρμογή μέτρων και συμπεριφορών ικανών ώστε οι ντόπιοι να θεωρηθούν όχι ως κατακτημένοι, «κατειλημμένοι», αλλά συμμετέχοντες, μαζί με τους Έλληνες, σε έναν ειρηνικό, παραγωγικό, πολιτισμένο και ευτυχή πολυπολιτισμικό κόσμο ισότητας και ισονομίας, με ελευθερίες και δυνατότητες για όλους, προσωπικής και συλλογικής εξέλιξης για ένα γενικευμένο κλίμα ευμάρειας.

Η εντύπωση (αλλά και η αλήθεια;) είναι πως οι Έλληνες αντί να προσπαθήσουν να «μαλακώσουν» την εχθρότητα των Τούρκων – κι όταν λέμε «Τούρκους» εννοούμε ειδικά τους προύχοντες και τους πολιτικά συμμετέχοντες στα κοινά που έχουν και την δυνατότητα να επηρεάσουν τη λαϊκή μάζα –, να προσελκύσουν τα αισθήματά τους με διπλωματία, υπομονή, επιμονή και λογική διαλλακτικότητα, όχι απομονώνοντάς τους αλλά κάνοντάς τους μέρος των εξελίξεων που δρομολογούνταν και συνάμα προσελκύοντας με κατάλληλα διοικητικά και νομικά μέτρα και τα κατώτερα στρώματα του λαού,

πολλά φαινόμενα δείχνουν πως άφησαν (ή δέχθηκαν) να εμπεδωθούν δύο τοίχοι, όπου ο καθένας των δύο κοινοτήτων έπεφτε στον τοίχο του άλλου από έλλειψη ελάχιστης κατανόησης, έλλειψη ικανότητας των Ελλήνων να «προσηλυτίσουν» τους Τούρκους πείθοντάς τους για μια ειλικρινή, ειρηνική συμβίωση με αναμφισβήτητα κέρδη για αμφότερους σε ανθρώπινο, αλλά και σε πολιτικο-κοινωνικό επίπεδο.

Κάτι που, με τον σωστό τρόπο και τις σωστές πολιτικο-διοιητικές διαδικασίες θα μπορούσε να αποτρέψει τους Τούρκους προύχοντες – πολύ περισσότερο «ευάλωτους» στη προπαγάνδα του Μουσταφά Κεμάλ από τον «μικρό λαό» που σίγουρα προ πολλού «τα είχε βρει» με τον αντίστοιχο ελληνικό «μικρό λαό» – από το να έχουν συνέχεια το βλέμμα τους στα τεκταινόμενα των Νεότουρκων στη Κωνσταντινούπολη θεωρώντας τα παραδείγματα προς μίμηση, όπερ και αυτομάτως συνέβαλε στη δημιουργία ενός συνεχώς τροφοδοτούμενου κλίματος ανθελληνικού φανατισμού.

Βέβαια, απ’ την άλλη, διαβάζομε πως ο Ύπατος Αρμοστής Αριστείδης Στεργιάδης κατηγορήθηκε για μια δήθεν φιλοτουρκική στάση του και για παράλληλη εχθρική τοποθέτησή του προς τους Έλληνες.

Αν ήταν πράγματι αυτή η συμπεριφορά του, χαμένος κόπος γιατί δεν νομίζουμε πως στέφτηκε ποτέ από επιτυχία αφού οι Τούρκοι παρέμειναν ως το τέλος σκληροί εχθροί των Ελλήνων και δεν φέρθηκαν ποτέ με κάποιο αίσθημα φιλίας προς αυτούς.

Αυτό κυρίως σημαίνει φανερά πως τα «μέτρα» που ο Στεργιάδης είχε πάρει υπέρ της οντότητας των Τούρκων υπήρξαν τελείως αναποτελεσματικά και ποτέ δεν εισχώρησαν βαθιά στη συνείδηση όχι μόνο των Τούρκων προυχόντων που έλαβαν προνόμια και αξιώματα, αλλά και στο λαϊκό τουρκικό στοιχείο.

Όπως και να’ ναι, η δυνατότητα οριστικής ελληνοποίησης της Σμύρνης και της ενδοχώρας υπήρξε στ’ αλήθεια εφικτή, με αδιάβλητες νομικές διαδικασίες υποκείμενες στον έλεγχο των «Μεγάλων Δυνάμεων».

Τώρα, είναι βέβαια πολύ πιθανόν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις στη περιοχή, τότε υπό ελληνική διοίκηση, να επιδεινώθηκαν ραγδαία εξαιτίας και δύο βασικών παραγόντων/γεγονότων που διέρρηξαν κάθε προσπάθεια εμπέδωσης μιας ελληνο-τουρκικής φιλίας και συμβίωσης.

Κατ’ αρχήν υπήρξε οπωσδήποτε το τεράστιο πολιτικό λάθος του Ελευθερίου Βενιζέλου να προκηρύξει εκλογές μέσα σε πολεμικό επιθετικό κλίμα και ταυτόχρονο πολιτικό διχαστικό πρόσημο. Ακόμη και τώρα διερωτόμαστε πώς σκέφτηκε να προχωρήσει σε αυτό το βήμα όταν έτσι όπως είχαν πάει έως τότε τα πράγματα για την Ελλάδα, τα πάντα ήταν ευνοϊκά ως προς τα αποκτηθέντα εδαφικά κέρδη και την υποστήριξη των Αγγλογάλλων και δεν υπήρχε κανένας λογικός λόγος να διακινδυνεύσει το οφέλιμο momentum.

Σαν να μην έφτανε το λάθος του Βενιζέλου που του στοίχησε την εξουσία, τον ίδιο μήνα Νοέμβριο ένα δεύτερο λάθος, αυτή τη φορά πάλι του ελληνικού λαού, επανέφερε θριαμβευτικά τον βασιλιά τον Κωνσταντίνο! Ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Η συμμαχία με Αγγλία και Γαλλία έπαψε ουσιαστικά να υφίσταται εξαιτίας αυτού της τεράστιας πολιτικής απερισκεψίας, αλλά και επίσης λόγω της εξίσου απερίσκεπτης ελληνικής προχώρησης πέρα της ορισθείσης γραμμής ελληνικής εδαφικής δικαιοδοσίας.

Η ήττα του Βενιζέλου, έστω και μόνο με 3% διαφορά, υπήρξε θα λέγαμε κοσμογονική για την Ελλάδα, αιτία καταστροφικών εθνικών συνεπειών και απολύτως ολέθρια για τον Ελληνισμό.

Έτσι η εύνοια και υποστήριξη των νικητών του Α’ παγκόσμιου πολέμου προς την νικήτρια Ελλάδα πέρασε προς την ηττημένη του πολέμου Τουρκία!

Ένα τρίτο μεγάλο σφάλμα των νέων κυβερνώντων στην Ελλάδα, άμεσο επακόλουθο της επαναφοράς του βασιλιά, υπήρξε και η τοποθέτησή τους υπό την αιγίδα του φιλογερμανού άνακτα. Ήταν κάτι σαν να έπεφτε η Ελλάδα αύτανδρη μέσα στη βαθιά καταστρεπτική παγίδα των Γερμανών (μην το ξεχνάμε: οι Γερμανοί υπήρξαν και είναι πάντα θα λέγαμε γονιδιακοί εχθροί των Ελλήνων!), εξ ορισμού φίλοι των Τούρκων (το είδαμε και πριν από το 1919, το βλέπουμε και τώρα, έναν αιώνα μετά!).

Μια παγίδα που έμελλε να καταστήσει την Ελλάδα έρμαιο των πάντων, δίχως καμία στήριξη, ούτε καν από τους ίδιους τους Γερμανούς μέσω του γερμανόφιλου βασιλιά!

Μέσα σε αυτόν τον πολιτικό κυκεώνα η Ελλάδα είχε αποφασίσει(!) να καταλάβει το 1/3 της Τουρκίας, ίσως και τη πρωτεύουσα Άγκυρα.

Καμία ανθρώπινη λογική δεν θα μπορούσε να συνηγορήσει υπέρ μιας «επιχείρησης» σαν κι αυτή. Και κανείς δεν σκέφτηκε ποτέ πόση τρέλα «έκλεινε» μέσα του τα «σχέδιο» κατάκτησης αυτού του τουρκικού εδάφους.

Βέβαια, το ερώτημα είναι: ποιανού ιδέα ήταν η κατάκτηση της Τουρκίας; Ήταν αυτούσια των Ελλήνων κυβερνητών και των στρατιωτικών ηγεσιών βασισμένη στη ψευδαίσθηση της υποστήριξης των Αγγλογάλλων ή, μετά, των Γερμανών, που θα βοηθούσαν τον Έλληνα βασιλιά θιασώτη τους;

ή ήταν κρυφή γερμανική ιδέα μεταφυτευμένη στα εύθραυστα μυαλά των Ελλήνων κυβερνητών και μετά στα ελλιπή μυαλά του βασιλέα Κωνσταντίνου;

Πάντως δεν διαθέτουμε στοιχεία για γαλλική και προπαντός αγγλική «ιδέα», ενώ από ελληνική πλευρά η «επιχείρηση» σίγουρα μπορεί να χρεωθεί αρχικά στον Βενιζέλο (άλλο ένα λάθος του) και στη συνέχεια στους βασιλικούς επόμενους κυβερνώντες, που επέκτειναν κατά πολύ την βενιζελική τραγική παρεκτροπή.

Η ουσία υπήρξε μια, αλλά καταλυτική: οι Γερμανοί φίλοι του Έλληνα (!) βασιλιά ήταν και εκείνοι που μετά τη βοήθεια των ετών 1910-1916 στη Τουρκία, πάλι βοήθησαν (μαζί με Ρώσους και Ιταλούς, είναι αλήθεια) τους Τούρκους να νικήσουν και να διώξουν οριστικά τους Έλληνες από την χιλιόχρονη πατρίδα τους!

Φαντάζεται κανείς πώς θα ήταν η Ελλάδα – αλλά και όλος ο χώρος του Αιγαίου – εάν σήμερα η Σμύρνη και η ευρεία ενδοχώρα της ήταν ελληνικές; Μια υπολογίσιμη ελληνική enclave σε τουρκικό έδαφος; Και ποιο το Αιγαίο με τις ελληνικές ακτές της Μικράς Ασίας;

Οι διαφωνούντες θα αντιτείνουν πως για την φύλαξη μιας «κατοχής» αυτού του είδους θα χρειαζόταν την επέμβαση εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων στρατιωτών, με τους Τούρκους του Κεμάλ να πιέζουν με τον στρατό τους.

Επί τούτου αγνοείται όμως και ο παράγον «αγγλο-γαλλική υποστήριξη» και η μεσολαβητική δυνατότητα υπογραφής διεθνών συμβάσεων ειρήνης, εάν υπήρχε συνέχεια στη βενιζελική διακυβέρνηση και μη επάνοδος της «γερμανικής» μοναρχίας.

Τελικά, μετά από όλα ετούτα, φαίνεται πως υπήρξαν οι ίδιοι οι Έλληνες που κατάργησαν με τις πράξεις τους την Συνθήκη των Σεβρών πριν αυτή αυτοκαταργηθεί με την απραξία των άλλων και την καταργήσουν και οι Τούρκοι με τις νίκες τους.

Όνειρο ήταν η «Ελλάδα των δύο ηπείρων και πέντε θαλασσών»: και δυστυχώς, στη περίπτωση οι Έλληνες αποδείχτηκαν πολύ κατώτεροι των περιστάσεων.

Την «τιμή» πλήρωσαν τότε πάνω από 2.000.000 Έλληνες. Και ακόμα την πληρώνουν οι σημερινοί Έλληνες.

Κρεσέντσιο Σαντζίλιο

Ελληνιστής

…………………………………………………………………………

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube