Μετά από επτά βασανιστικές εβδομάδες, ο Εμανουέλ Μακρόν έπαιξε την τελευταία κίνηση Zugzwang (σ.σ. Το Zugzwang είναι μια κατάσταση όταν ένας παίκτης έχει μειονέκτημα στο σκάκι επειδή είναι η σειρά του να παίξει, αλλά όλες οι διαθέσιμες κινήσεις είναι κακές). Εγκλωβισμένος από ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο, ακραίες πολιτικές και νευρικές χρηματοπιστωτικές αγορές, επέλεξε τον 73χρονο Μισέλ Μπαρνιέ ως υποψήφιο-έκπληξη για τον σχηματισμό της επόμενης κυβέρνησης. Πρόκειται για μια πονηρή κίνηση, αλλά η βαθιά ριζωμένη απογοήτευση των ψηφοφόρων και η εύθραυστη οικονομία καθιστούν αυτή την κίνηση την τελευταία ευκαιρία του Μακρόν να σώσει την κληρονομιά του.

Η επιλογή του πρώην διαπραγματευτή του Brexit, Μπαρνιέ, για πρωθυπουργό είναι ένα υπολογισμένο ρίσκο. Η επιλογή ενός κεντροδεξιού πολιτικού εχθρικού προς τη μετανάστευση μετά τις εκλογές του Ιουλίου που είδαν μια συμμαχία αριστερών κομμάτων να αναδεικνύεται πρώτη, θα τροφοδοτήσει το αίσθημα προδοσίας μεταξύ των ψηφοφόρων που στο παρελθόν υποστήριξαν τον Μακρόν για να εμποδίσουν την ακροδεξιά από την εξουσία. Αν μη τι άλλο, η Μαρίν Λεπέν είναι αυτή που θα αισθανθεί ενθαρρυμένη: Οι 143 έδρες της δικής της ομάδας θα είναι ζωτικής σημασίας για να βοηθήσουν την κυβέρνηση Μπαρνιέ να επιβιώσει σε μελλοντικές ψηφοφορίες εμπιστοσύνης στο διαιρεμένο κοινοβούλιο της Γαλλίας των 577 εδρών.

Ωστόσο, ο Μπαρνιέ, ο οποίος στην ομιλία του ανέφερε την ανάγκη να συνεργαστούν όλα τα πολιτικά κόμματα, έχει ορισμένα στοιχεία που τον καθιστούν ένα εύλογο ρίσκο. Η ευρωπαϊκή του εμπειρία θα είναι κρίσιμη όταν θα πρόκειται για το επώδυνο έργο της διαχείρισης του δημοσιονομικού ελλείμματος της Γαλλίας, το οποίο, με ποσοστό που ξεπερνά κατά πολύ το 5% του ΑΕΠ, βρίσκεται στο στόχαστρο των Βρυξελλών και μπορεί να απαιτήσει μια στενή πολιτική του είδους που ο Μακρόν απέφυγε καθ’ όλη τη διάρκεια της προεδρίας του. Και η ικανότητα του Μπαρνιέ να ηγηθεί μιας διαπραγματευτικής θέσης εκ μέρους της ΕΕ κατά τη διάρκεια της επίπονης κρίσης του Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο υποδηλώνει επίσης ότι μπορεί να προσεγγίσει τις πλευρές και να οικοδομήσει κάτι κοντά σε έναν ευρύ συνασπισμό.

Ο Μακρόν προσπαθεί να σώσει την κληρονομιά του με την επιλογή του Μπαρνιέ

Εν τέλει, όταν πρόκειται να αντιμετωπιστεί η πιο επείγουσα προτεραιότητα της Γαλλίας – η αποκατάσταση κάποιας σταθερότητας και συνέχειας σε μια εποχή που οι δυνάμεις της Ευρώπης παλεύουν με την απειλή της οικονομικής στασιμότητας, των εξτρεμιστικών πολιτικών και της γεωπολιτικής ασημαντότητας – η επιλογή Μπαρνιέ έχει νόημα. Ίσως, μια πιο έξυπνη τακτική θα ήταν να αφήσει την Αριστερά να προσπαθήσει να σχηματίσει κυβέρνηση και να αναλάβει την ενδεχόμενη αποτυχία της. Αλλά ο Μακρόν πιθανώς δικαίως υποθέτει ότι του απομένει μόνο μία κίνηση – η προεδρία του μπορεί να μην επιβιώσει από άλλη μια κρίση, ειδικά μια κρίση που θα προκληθεί από τις χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι νευρικές για τη γαλλική δημοσιονομική κατάσταση.

Και αυτό είναι το πραγματικό άγνωστο, καθώς το one-man show του Μακρόν οδηγεί στην απομάκρυνση της εξουσίας από το Ελιζέ και καταλήγει σε ένα νομοθετικό σώμα που κυριαρχείται όλο και περισσότερο από ριζοσπαστικές φωνές. Τι θα απομείνει από την κληρονομιά του Μακρόν μέχρι το 2027, το τέλος της δεύτερης και τελευταίας θητείας του; Επτά χρόνια άσκησης οικονομικής πολιτικής τόνωσαν τις επενδύσεις, έδωσαν θέσεις εργασίας και προστάτευσαν την αγοραστική δύναμη – αλλά επίσης έφεραν τεράστια κοινωνική αναταραχή και απέτυχαν να επιλύσουν κραυγαλέα ζητήματα όπως η εκπαίδευση και η στέγαση. Η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος έφερε δριμεία κριτική από την άκρα αριστερά όσο και την άκρας δεξιά – αμφότεροι έχουν δεσμευτεί να την ανατρέψουν, παρόλο που θα είχε κόστος για τα δημόσια οικονομικά περίπου 0,5% του ΑΕΠ.

Ο Μπαρνιέ έχει αναμφίβολα διαβεβαιώσει τον Μακρόν ότι δεν θα είναι αυτός που θα ακυρώσει την κεντρώα “Αναγέννησή” του. Και αν υπάρχει μια ιδέα του Μακρόν που είναι πιθανό περάσει, αυτή είναι η έκκλησή του για μια ισχυρότερη και με μεγαλύτερη επιρροή Ευρώπη – ακόμη και η Λεπέν έχει υποχωρήσει από το σχέδιό της να εγκαταλείψει το ευρώ.

Αλλά αυτό είναι ένα εξαιρετικά εύθραυστο περιβάλλον στο εκλογικό σώμα και στις αγορές. Ο περιορισμός του ελλείμματος θα σημαίνει δύσκολες επιλογές, όπως η αύξηση των φόρων, και οι ελιγμοί στο κοινοβούλιο θα σημαίνουν επίσης κατευνασμό των ψηφοφόρων, των οποίων η ύψιστη προτεραιότητα είναι η ενίσχυση της αγοραστικής δύναμης. Και στη συνέχεια υπάρχουν ακόμη μεγαλύτερα μακροπρόθεσμα ερωτήματα: Πώς θα πληρώσει ο νούμερο ένα δημόσιος δαπανητής στον κόσμο για το κοινωνικό του μοντέλο σε ένα μέλλον με μειωμένα ποσοστά γεννήσεων και μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής; Χρειάζονται 10 χρόνια για να αλλάξει μια χώρα, όπως γράφει ο Τόνι Μπλερ στο νέο του βιβλίο “On Leadership” – ο Μακρόν δεν έχει φτάσει ακόμα εκεί και μέχρι στιγμής δεν έχει καταφέρει να πάρει μαζί του τους Γάλλους.

Αυτό που πραγματικά χρειάζεται ο Μακρόν δεν είναι απλώς ένας πρωθυπουργός, αλλά ένας διάδοχος. Η Μάργκαρετ Θάτσερ, ερωτηθείσα ποιο ήταν το μεγαλύτερο επίτευγμά της, ανέφερε τον Τόνι Μπλερ και τους Νέους Εργατικούς – επειδή απέδειξε ότι έπεισε τους αντιπάλους της να αλλάξουν γνώμη. Αυτό δεν έχει συμβεί στη Γαλλία. Ο Μπαρνιέ είναι η τελευταία ελπίδα του Μακρόν να σώσει μια κληρονομιά από τα σαγόνια της ήττας – αλλά αυτό δεν είναι εγγυημένο.

Απόδοση – Επιμέλεια: Στάθης Κετιτζιάν

BloombergOpinion