Η ιστορική μνήμη της Άλωσης έχει διαποτίσει τον Ελληνισμό
Την Άλωση της Κωνσταντινούπολης (29 Μαῒου 1453) και το θάνατο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου – του τελευταίου (Έλληνα) βασιλιά της δυναστείας των Παλαιολόγων μετά από 4 χρόνια, 4 μήνες και 24 ημέρες παραμονής του στο θρόνο της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας (1449-1453) – ακολούθησε ο εξανδραποδισμός απ’ τους Τούρκους των χριστιανών κατοίκων της.
Εξανδραποδισμός που σηματοδότησε τη λήξη μιας άνισης μάχης μεταξύ των κατακτητών του Μωάμεθ (150.000 ανδρών άριστα εξοπλισμένων με βαριά και σύγχρονα όπλα της εποχής) και των υπερασπιστών της Πόλης οι οποίοι έφταναν τους 7.000 άνδρες. Άνδρες υποσιτισμένους όπως και οι κάτοικοί της, που αριθμούσαν τις 50.000.
Έκτοτε μέχρι σήμερα η κραυγή της λαβωμένης θανάσιμα Βασιλεύουσας του Βυζαντίου και του λαβωμένου στον ορυμαγδό της μάχης αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, που εξέπεμψε κραυγή απόγνωσης έξω απ’ την Πύλη του Αγίου Ρωμανού την ώρα που καταποντιζόταν στο οθωμανικό έρεβος η Πόλη (Ουκ εστι τις των χριστιανών του λαβείν την κεφαλήν μου απ’ εμού), έγινε μόνιμος εφιάλτης του Ελληνισμού.
Εφιάλτης ταυτισμένος ιστορικά με την κραυγή ελευθερίας των υπόδουλων για 400 και 500 χρόνια στον Τούρκο κατακτητή Ελλήνων. Εφιάλτης που ξεπερνά τα ετήσια επετειακά ”κλισέ” και στερεότυπα, γιατί η ελληνική παράδοση έχει οικοδομήσει μέσω αυτού εντός μας (συνειδητά ή ασυνείδητα) την ιστορική μνήμη και εξέλιξη του λαού μας.
Η ψυχή του Βυζαντίου και του Βυζαντινού Ελληνισμού δεν πέθανε ευτυχώς μέσα στις αιματοβαμμένες πέτρες και τα χαλάσματα που άφησαν πίσω τους οι βάρβαροι του Μωάμεθ. Η ψυχή και η μοίρα της Βασιλεύουσας έμεινε άρρηκτα συνδεδεμένη με την ψυχή και τη μοίρα της Ελλάδας και των κοιτίδων του Ελληνισμού μέσα και έξω απ’ τα σύνορά της.
Έμεινε άρρηκτα συνδεδεμένη με την ψυχή του τελευταίου αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου μεταγγίζοντας διαχρονικά το δράμα των κατοίκων της Πόλης και όλης της αυτοκρατορίας (πριν και μετά την Άλωση) στο DNA των επόμενων γενεών των Ελλήνων.
Των αγρυπνούντων στην ημεδαπή και αλλοδαπή Ελλήνων, οι οποίοι δεν περιμένουν την 29η Μαῒου για να αναβιώσουν εντός τους την τραγωδία του 1453, γιατί την ένιωσαν και την νιώθουν καθημερινά με αφορμή τις τουρκικές προκλήσεις σε επίπεδο επιχειρήσεων διεκδίκησης.
Με αφορμή τις τραγικές εμπειρίες της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο (Ιούλιου-Αύγουστος 1974), τις πρωτοβουλίες μνήμης των Ισαάκ-Σολωμού – οι οποίες δεν πρέπει να εκλαμβάνονται σαν μνημόσυνο απώλειας στο όνομα της κατεχόμενης Κύπρου, αλλά σαν προτροπή για αντίσταση απέναντι στα τουρκικά ”τετελεσμένα” – και την υπερβάλλουσα ανοχή των εκπροσώπων του Ελληνισμού στην τουρκική επιθετικότητα και βουλιμία.
Απέναντι σε κάθε είδους τουρκική απειλή (που αναβαθμίζεται συνεχώς με αφορμή την αναθεωρητική στρατηγική των Τούρκων σε Αιγαίο και Κύπρο) με γνώμονα τα ελλαδικά και ελληνοκυπριακά συμφέροντα τα οποία αξίζουν κάθε θυσία.
Θυσία που δε θα αποβεί μάταιη, όπως δεν ήταν μάταιη εκείνη του Παλαιολόγου, γιατί διέσωσε την τιμή μιας μεγάλης αυτοκρατορίας με ελληνικό χαρακτήρα (βλ. εξελληνισμό της Ρωμανίας από και μετά τον Ηράκλειο: 610-641), η οποία έπαιξε ρόλο κιβωτού της αρχαίας ελληνικής γνώσης.
Γνώσης που αξιοποιήθηκε, από την ύστερη αρχαιότητα (ιστορία της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας) μέχρι την Άλωση, με το μάθημα αυταπάρνησης στο όνομα της πατρίδας το οποίο μας κληροδότησε σαν παρακαταθήκη των αρχαίων Πατέρων ο τελευταίος Βυζαντινός αυτοκράτορας: Ο Κωνσταντίνος ΙΑ’ Δραγάσης Παλαιολόγος, η θυσία του οποίου τον μετέτρεψε σε θρύλο και σύμβολο του Ελληνισμού.
Ένα σύμβολο που πολεμούσε απέναντι σ’ ένα κοπάδι καταραμένων έχοντας πετάξει έγκαιρα από πάνω του τη βασιλική πορφύρα και τα αυτοκρατορικά διακριτικά κρατώντας μόνο τις περικνημίδες με τον δικέφαλο χρυσαετό και τα πορφυρά του καμπάγια (σανδαλοειδή υποδήματα).
Σύμβολα ηρωισμού ήταν και οι άγνωστοι (στους περισσότερους σύγχρονους Έλληνες) άνδρες της φρουράς του αυτοκράτορα: ο ξάδερφός του Θεόφιλος Παλαιολόγος (σπουδαίος ”λόγιος της χριστιανικής αυτοκρατορίας του Ελληνικού Έθνους”), ο Δημήτριος Καντακουζηνός, ο Ιωάννης Δαμάτης, οι Μετοχίτες, ο δον Φραγκίσκο από το Τολέδο κι άλλοι αξιωματικοί και αξιωματούχοι.
Οι μόνοι που σώθηκαν τελικά απ’ τους τελευταίους της αυτοκρατορικής φρουράς και συνοδείας ήταν ο μέγας δούκας Λουκάς Νοταράς, ο γραμματικός και φίλος του αυτοκράτορα Γεώργιος (Σ)Φραντζής και ο ανώτατος αξιωματούχος του δεσποτάτου του Μυστρά (και ιδρυτής της Μονής της Παντάνασσας) Ιωάννης Φραγγόπουλος.
Και σώθηκαν γιατί, με διαταγή του Παλαιολόγου, είχαν αποχωρήσει νωρίτερα από την Πύλη του Ρωμανού για να επιθεωρήσουν τα θαλάσσια τείχη αφήνοντας τον αυτοκράτορα μόνο με τη φρουρά του να δώσει τον ύστατο αγώνα τιμής.
Αγώνα που κατέληξε στο ”Η Πόλις αλίσκεται και εγώ ζω έτι;”, το οποίο εκστόμησε σε κατάσταση αλλοφροσύνης υψώνοντας το βλέμμα του με οδύνη στον ουρανό και με το σπαθί του να αχνίζει απ’ το αίμα των αντιπάλων του.
Ένας κούφιος ήχος ακούστηκε ξαφνικά και το βασιλικό σπαθί έσπασε μένοντας μετέωρο. Σχεδόν αμέσως το βασιλικό άτι έπεφτε χτυπημένο συμπαρασύροντας τον υψηλό αναβάτη του.’Ήταν η ώρα που η κοφτερή λεπίδα μιας τουρκικής χαντζάρας κατέβηκε με δύναμη και καρφώθηκε στην πλάτη του ντυμένου σαν απλού στρατιώτη Κωνσταντίνου Παλαιολόγου τραυματίζοντάς τον θανάσιμα.
Έκτοτε πέρασαν 571 χρόνια, μα – ω, του θαύματος – η ψυχή του Βυζαντίου και του Βυζαντινού Ελληνισμού (όπως προείπα) δεν πέθανε μέσα στις αιματοβαμμένες πέτρες και τα χαλάσματα που άφησαν πίσω τους οι βάρβαροι Οθωμανοί του Μωάμεθ.
Έγινε άνεμος ηρωισμού, περηφάνιας και φιλοπατρίας, που ”γεννάει” ήρωες ακόμα και έφτασε (με ατομικά ξεπετάγματα) μέχρι την ομιχλώδη εποχή μας. Εποχή που κυοφορεί ανίερους συμβιβασμούς σε τόνο ουδετεροπατρίας.
Κόντρα σ’ αυτό το τελευταίο, ωστόσο, το πνεύμα παλικαριάς περιοδικά εξακολουθεί να δηλώνει εκκωφαντικά την ηρωική παρουσία του. Το απέδειξε ”χθες” (28 Οκτωβρίου 2018) με τον θάνατό του ο Βορειοηπειρώτης της Ελληνικής Μειονότητας Αλβανίας Κωνσταντίνος Κατσίφας (θύμα των αλβανικών δυνάμεων ”RENEA” στο χωριό του, τους Βουλιαράτες) και ”προχθές” (11 & 14 Αυγούστου 1996) το απέδειξαν οι Ελληνοκύπριοι Τάσος Ισαάκ και Σολωμός Σολωμού (θύματα Τούρκων παραστρατιωτικών και ενός Τούρκου εποίκου υπουργού του ψευδοκράτους, αντίστοιχα).
Μέρες βεβαρημένες για τον Ελληνισμό αυτές που ζήσαμε και ζούμε. Βεβαρημένες συναισθηματικά, πολιτικά και γεωπολιτικά, καθώς τις δυναμιτίζει η τουρκική διεκδικητικότητα ελληνικών εδαφών, ο εποικισμός των Κατεχομένων στη βόρεια Κύπρο και η εδραίωση του τουρκικού στρατού κατοχής στο 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Κι αυτό σε συνδυασμό με τους πολιτικούς δισταγμούς των εκπροσώπων του Ελληνισμού (το έλλειμμα ηγεσίας πυγμής σε Ελλάδα και Κύπρο είναι εξόφθαλμο) και τα ξεκάθαρα μηνύματα επιθετικότητας της Άγκυρας στο Κυπριακό προ της δικής μας υποχωρητικότητας στο όνομα της προσέγγισης με την Τουρκία…
Κρινιώ Καλογερίδου