Μπάιντεν και Χάρις πρέπει να μιλήσουν δημόσια για τον πυρηνικό κίνδυνο Κίνας – Ρωσίας
Τι είχε πει ο Κένεντι το 1961 για την πυρηνική απειλή
Του Andreas Kluth
“Κάθε άνδρας, γυναίκα και παιδί ζει κάτω από μια πυρηνική απειλή, που κρέμεται από μια λεπτή κλωστή, ικανή να κοπεί ανά πάσα στιγμή από ατύχημα ή λάθος υπολογισμό ή από τρέλα”, είπε ο Αμερικανός πρόεδρος στον κόσμο, σε φίλους και εχθρούς.
Αυτός ήταν ο Τζον Φ. Κένεντι, μιλώντας στα Ηνωμένα Έθνη το 1961, σε μια από τις πολλές δημόσιες εκκλήσεις του προς τους αντιπάλους της Αμερικής και όλη την ανθρωπότητα να περιορίσουν την παραφροσύνη του ατομικού πολέμου. Ο προκάτοχός του είχε αρχίσει να παίρνει το πάνω χέρι στην πυρηνική εποχή με τολμηρές ιδέες για τον έλεγχο αυτών των διαβολικών όπλων, και άλλοι πρόεδροι συνέχισαν, οδηγώντας με τον καιρό σε συνθήκες ελέγχου των όπλων και απαγόρευσης των δοκιμών και βοηθώντας (μέχρι στιγμής) στην αποτροπή του πυρηνικού ολοκαυτώματος.
Ο Τζο Μπάιντεν μιλούσε επίσης τακτικά για τους κινδύνους της διάδοσης των πυρηνικών όπλων και του πολέμου. Αλλά αυτό συνέβαινε όταν ήταν αντιπρόεδρος και προφανώς κινούνταν προς την κατεύθυνση της υιοθέτησης της επίσημης αμερικανικής πολιτικής της “μη πρώτης χρήσης”, ένα δόγμα στο οποίο μόνο η Κίνα μεταξύ των εννέα ατομικών δυνάμεων του κόσμου ενστερνίζεται σήμερα. Από τότε που έγινε πρόεδρος, όμως, ο Μπάιντεν έχει σε μεγάλο βαθμό σιωπήσει για το θέμα. Το ίδιο και η αντιπρόεδρος και πιθανή διάδοχός του, η Κάμαλα Χάρις.
Αντ’ αυτού, ο Μπάιντεν έχει προφανώς δώσει απόρρητες οδηγίες στο Πεντάγωνο να προετοιμαστεί για μια νέα προσέγγιση, βασισμένη στην αποτροπή -δηλαδή να είναι σε θέση και αποφασισμένος να ανταποδώσει- μιας συντονισμένης πυρηνικής επίθεσης από τη Ρωσία, την Κίνα και τη Βόρεια Κορέα. Αυτή η αλλαγή πολιτικής σημειώθηκε την άνοιξη, προτού δώσει τη σκυτάλη στην προεδρική κούρσα στην Χάρις.
Οι λόγοι για τη νέα στρατηγική είναι κατανοητοί, ωστόσο η νέα προσέγγιση του Μπάιντεν και της Χάρις είναι λανθασμένη. Μυστικοί εξοπλισμοί ή αλλαγές στο δόγμα χωρίς δημόσια μηνύματα θα κάνουν τους αντιπάλους μόνο πιο παρανοϊκούς και μια πλήρη κούρσα εξοπλισμών σχεδόν αναπόφευκτη, αυξάνοντας τον κίνδυνο λανθασμένου υπολογισμού από κάποιον, κάπου, με κάποιο τρόπο.
Η απόφαση του Μπάιντεν ενέχει κινδύνους, επειδή ο κόσμος έχει αλλάξει προς το χειρότερο από τότε που ήταν αντιπρόεδρος. Η Ρωσία εγκατέλειψε την τελευταία εναπομείνασα συνθήκη ελέγχου των όπλων και έσπασε τα ταμπού απειλώντας με χρήση πυρηνικών όπλων στο πλαίσιο της εισβολής της στην Ουκρανία. Η Κίνα εμπλουτίζει το οπλοστάσιό της όσο πιο γρήγορα μπορεί, με στόχο να επιτύχει τα ίδια επίπεδα εξοπλισμού με τις ΗΠΑ και τη Ρωσία σε μια δεκαετία περίπου. Η Βόρεια Κορέα ενισχύει το απόθεμά της. Και το Ιράν είναι έτοιμο να κατασκευάσει πυρηνικά σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Ακόμη πιο δυσοίωνο είναι ότι και οι τέσσερις αυταρχικές δυνάμεις, παρά τις διαφορές τους, συμπεριφέρονται όλο και περισσότερο ως “άξονας”. Υποστηρίζουν η μία την άλλη διπλωματικά, οικονομικά και στρατιωτικά και ευθυγραμμίζονται εναντίον των ΗΠΑ και όσων αυτές πρεσβεύουν. Η Ουάσινγκτον έχει αρχίσει να ανησυχεί ότι θα μπορούσαν, κατά τη διάρκεια της κλιμάκωσης οποιασδήποτε ευρασιατικής σύγκρουσης, να συντονίσουν ένα πυρηνικό χτύπημα εναντίον των ΗΠΑ ή των συμμάχων τους.
Αυτό το τρομακτικό σενάριο κάνει ορισμένους Αμερικανούς υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να υποστηρίζουν ότι οι ΗΠΑ πρέπει να μπουν και να κερδίσουν μια νέα κούρσα εξοπλισμών, με πολεμικές κεφαλές και τεχνολογίες εκτόξευσης που στο σύνολό τους πάντα θα αντιστοιχούν ή θα υπερβαίνουν όχι μόνο το οπλοστάσιο του μοναδικού πυρηνικού αντιπάλου της Αμερικής, της Ρωσίας, αλλά και τις συνδυασμένες δυνάμεις αυτών των τεσσάρων καβαλάρηδων της ατομικής αποκάλυψης.
Οι γνώστες του ελέγχου των εξοπλισμών αντιτείνουν ότι μια τέτοια πυρηνική ανάπτυξη θα ήταν ανόητη. Όχι μόνο θα ήταν οικονομικά καταστροφική και θα αποσπούσε πόρους από τη μη πυρηνική (παραπλανητικά αποκαλούμενη “συμβατική”) στρατιωτική ισχύ της Αμερικής αλλά ήταν επίσης άσκοπη, επειδή σε έναν πυρηνικό πόλεμο ο απόλυτος αριθμός των πυρηνικών κεφαλών παύει να έχει σημασία από τη στιγμή που μπορείς να πείσεις όλους τους εχθρούς ότι μπορείς να τους εξολοθρεύσεις ακόμη και αφού σε χτυπήσουν πρώτοι. Η Αμερική έχει αυτή τη δυνατότητα σε πιο ισχυρό βαθμό.
Η στροφή του Μπάιντεν φέτος δεν ισοδυναμεί ακόμη με την έναρξη μιας τέτοιας κούρσας εξοπλισμών. Αυτό θα πρέπει να περάσει από το Κογκρέσο και να επιβιώσει από τη μητέρα όλων των μαχών για τον προϋπολογισμό. Αντ’ αυτού, οι εντολές του μπορούν να αφορούν μόνο τον τρόπο με τον οποίο το Πεντάγωνο σκέφτεται για τους ρόλους των βομβαρδιστικών, των υποβρυχίων και των διηπειρωτικών πυραύλων του στην αντιμετώπιση μιας συντονισμένης εχθρικής επίθεσης, καθώς και τις αμερικανικές κεφαλές στην Ευρώπη που θα ρίξουν οι συμμαχικές χώρες από τα αεροσκάφη τους. Δεν υπάρχει τίποτε κακό σε μια τέτοια χάραξη στρατηγικής καθεαυτήν- στα στρατιωτικά θέματα, όπως και στη ζωή, η ετοιμότητα είναι το παν.
Το πρόβλημα είναι ότι ούτε ο Μπάιντεν ούτε η Χάρις -ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ, εδώ που τα λέμε- μιλούν δημόσια για αυτά τα σενάρια και τις επιλογές όπως έκαναν κάποτε ο Αϊζενχάουερ, ο Κένεντι, ο Ρέιγκαν και άλλοι πρόεδροι των ΗΠΑ. Σε αυτή την εκλογική μάχη, η διαμάχη για την εξωτερική πολιτική που αποσπά την περισσότερη προσοχή είναι η σύγκρουση μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, η οποία όμως δεν θα μπορούσε να κλιμακωθεί σε πυρηνικό πόλεμο. Θα έλεγε κανείς ότι τα πυρηνικά θα άξιζαν λίγη προσοχή.
Τα πιο σημαντικά ακροατήρια βρίσκονται στο Πεκίνο, τη Μόσχα και την Πιονγκγιάνγκ, αλλά κυρίως στο Zhongnanhai. Οι Κινέζοι έχουν μέχρι στιγμής αντιταχθεί στις αμερικανικές προτάσεις για την έναρξη σοβαρών διαπραγματεύσεων για τον έλεγχο των πυρηνικών όπλων. Επισήμως, διατηρούν τη θέση τους για “καμία πρώτη χρήση”, αλλά η Ουάσινγκτον είναι επιφυλακτική για το αν εξακολουθούν να το εννοούν. Η πυρηνική τους ανάπτυξη θα μπορούσε να σημαίνει ότι θέλουν να εξασφαλίσουν στον εαυτό τους μια ικανότητα δεύτερου πλήγματος. Θα μπορούσε επίσης να υποδηλώνει ότι θέλουν επιλογές εάν μια συμβατική επίθεση στην Ταϊβάν κινδυνεύσει να αποτύχει.
Ευθυγραμμιζόμενος με τους Ρώσους και Βορειοκορεάτες ομολόγους του, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ φαίνεται επίσης να υπολογίζει ότι οικοδομεί, και μάλιστα ηγείται, ενός νέου αντι-αμερικανικού μετώπου για την προετοιμασία μιας πολυπολικής παγκόσμιας τάξης με κινεζικά χαρακτηριστικά.
Ο Μπάιντεν έθεσε αυτές τις ανησυχίες ιδιαιτέρως κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με τον Σι στην Καλιφόρνια το περασμένο φθινόπωρο. Αλλά δεν προέκυψε τίποτα. Είναι λοιπόν καιρός για τον ίδιο, τη Χάρις, τον Τραμπ και άλλους να προτρέψουν τον Σι και τον κόσμο δυνατά και δημόσια. Κανένας Κινέζος ηγέτης δεν μπορεί λογικά να επιθυμεί μια κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών εναντίον της ισχυρότερης οικονομίας του κόσμου. Και όλοι μπορούν να συμφωνήσουν ότι “ένας πυρηνικός πόλεμος δεν μπορεί να κερδηθεί και δεν πρέπει ποτέ να διεξαχθεί”.
Ο Μπάιντεν και η Χάρις πρέπει να υπενθυμίσουν στους Αμερικανούς και στους αντιπάλους τους τι διακυβεύεται. Θα μπορούσαν να δείξουν την καλή πίστη τους με το να ανταποκριθούν στην υπόσχεση της Κίνας για μη πρώτη χρήση. Και πρέπει να συνεχίσουν να κηρύττουν αυτό που έχει πει ο Κένεντι στον ΟΗΕ: Τα πυρηνικά όπλα “πρέπει να καταργηθούν πριν μας τελειώσουν”.
Απόδοση – Επιμέλεια: Στάθης Κετιτζιάν
Πηγή: Bloomberg, αναδημοσίευση από το capital.gr