REAL TIME |

Η χούντα δεν άφησε τα ελληνικά υποβρύχια να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο

Η χούντα δεν άφησε τα ελληνικά υποβρύχια να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο

Μια ιστορία ντροπής μέσα από την απόρρητη έκθεση του κυβερνήτη του υποβρυχίου «Γλαύκος» – Δύο φορές έβαλαν στο περισκόπιο τους τις αποβατικές δυνάμεις της ΤουρκίαςΤου Μανώλη Καλατζή

Από το 1974 μέχρι σήμερα και για μισό αιώνα μας βασανίζει ένα «γιατί;» και ένα «αν». Και στα δύο θα μπορούσε κάποιος να δώσει άπειρες εξηγήσεις, αλλά δεν έχει πλέον και τόση σημασία, αφού δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα από την πραγματικότητα.

Αν δεν γινόταν το πραξικόπημα; Γιατί ο Μακάριος έστειλε την επιστολή στον Γκιζίκη; Αν δεν είχε αποσυρθεί η Μεραρχία. Αν η Ελλάδα είχε στείλει αεροπορία και ναυτικό….

Κάποιες από τις απορίες ή τα ερωτήματα είναι θεωρητικά, ενώ άλλα έχουν μια ιστορική βάση η οποία δεν αμφισβητείται και θα μπορούσε να αλλάξει τη μοίρα της Κύπρου.

Την ημέρα της εισβολής βρίσκονταν κοντά στα παράλια της Κερύνειας, μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας, δύο υπερσύγχρονα για την εποχή τους, υποβρύχια του Ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού. Στην περίπτωση αυτή το «αν» έχει μια ιστορική αξία. Αν τα δύο υποβρύχια χτυπούσαν τον τουρκικό αποβατικό στόλο; Και «αν» το έκαναν και ξεσπούσε ελληνοτουρκικός πόλεμος; «Αν» οι κυβερνήτες των δύο υποβρυχίων δεν λάμβαναν διαταγή για επιστροφή στην Ελλάδα; «Αν» δεν υπάκουαν στην διαταγή και χτυπούσαν;

Θα μπορούσαμε να τους τσακίσουμε!

Στα ερωτήματα αυτά δε μπορούσαν να απαντήσουν ούτε καν οι ίδιοι οι κυβερνήτες των δύο υποβρυχίων. Του «Γλαύκου» και του «Νηρέα». Ο αντιναύαρχος ε.α Στυλιανός Πολίτης ο οποίος γνώριζε καλά τον Βασίλη Γαβριήλ, κυβερνήτη του «Γλαύκου», χρόνια μετά την εισβολή τον ρώτησε αν είχε πάρει τη σωστή απόφαση, να υπακούσει στις διαταγές επιστροφής στην Ελλάδα, ενώ είχε στο στόχαστρο του τα τουρκικά πλοία στη Κερύνεια. Ο Βασίλης Γαβριήλ απάντησε: «Βρέθηκα σε δίλημμα. Αυτό δεν σημαίνει ότι έπρεπε να παραβώ το σήμα. Διότι δεν είχα τα στοιχεία, δεν μπορούσα να εκτιμήσω την όλη κατάσταση με πληροφορίες, τι ακριβώς γινόταν. Τα στοιχεία αυτά όμως τα είχαν στο Αρχηγείο του Ναυτικού. Επομένως όσο και μέσα μου να ήθελα να παραβώ την εντολή, τελικά επεκράτησε η λογική του ότι δεν έπρεπε να την παραβώ και υπάκουσα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τελικά ήταν το σωστό. Και ως απεδείχθη μάλλον δεν ήταν το πιο σωστό που μπορούσε να γίνει. Αλλά είναι πολύ δύσκολο για έναν Κυβερνήτη υποβρυχίου, προτού γίνει ένας πόλεμος, να προκαλέσει έναν πόλεμο μεταξύ Ελλάδος – Τουρκίας και να είναι αυτός  η αιτία του. Εάν μεν νικούσαμε, σωστά θα είχα αποφασίσει, εάν χάναμε, θα είχα αποφασίσει λάθος. Είναι μεγάλο το δίλημμα και μεγάλη η απόφαση που πρέπει να λάβεις για να παραβείς μια τέτοια εντολή. Εν καιρώ πολέμου υπάρχει η πιθανότητα να παραβείς αρκετές εντολές. Αλλά προτού κηρυχθεί πόλεμος, δεν νομίζω – γιατί μετά από τόσα χρόνια το σκέπτομαι και με απασχολεί – ότι θα έπρεπε να παραβώ την εντολή που είχα λάβει από το Αρχηγείο Ναυτικού. Θα μπορούσαμε να έχουμε τσακίσει τους Τούρκους!»

Και 50% ευστοχία αν είχαμε…

Σε μία συνομιλία που είχα με τον τηλεγραφητή του υποβρυχίου «Γλαύκος», στον Αντιπλοίαρχο ε.α Χαράλαμπο Γιακουβάκη, ανέφερε πως στις 19 Ιουλίου το μεσημέρι, όλα τα πληρώματα των υποβρυχίων κλήθηκαν να επιστρέψουν στα πλοία τους. «Δεν ήξερε κανένας τι συνέβαινε, ούτε που θα πάμε. Αφού λοιπόν αποπλεύσαμε, τις οδηγίες τις πήραμε εν πλω. Πρώτος προορισμός ήταν για άσκηση στην περιοχή της Ρόδου. Ήμουν ο εξ απορρήτων του κυβερνήτη Βασίλη Γαβριήλ. Όλα τα σήματα που ερχόντουσαν ή έφευγαν από το υποβρύχιο περνούσαν από τα χέρια μας. Με φώναξε στο γραφείο του και μου είπε να ανέβω στη γέφυρα. Είχε μαζί του έναν κουβά με μαύρη μπογιά και πινέλο και μου είπε να σβήσω τα νούμερα από το υποβρύχιο. Το S110. Αυτά που ακούγονται κατά καιρούς ότι τα υποβρύχια δεν είχαν διαταγές, κατά την άποψη μου είναι λάθος. Το ποιες ακριβώς εντολές είχε πάρει από τη Διοίκηση Υποβρυχίων ο κυβερνήτης, δεν το γνωρίζω.

Ανέβηκα στη γέφυρα και διέγραψα και από τις δύο πλευρές το S110.

Καταδυθήκαμε και το πρωί ήρθε στον ασύρματο και μου είπε να ακούσουμε λίγο Deutsche Welle να δούμε τι γίνεται. Στις 5:20 το πρωί μάθαμε ότι έγινε απόβαση στην Κύπρο. Τα σήματα πλέον προς το υποβρύχιο ήταν συνεχόμενα, με νέες οδηγίες και κατεύθυνση προς την Κύπρο. Τα υποβρύχια που κατευθυνόντουσαν στην Κύπρο ήταν ο ‘Γλαύκος’ και ο ‘Νηρεύς’. Όταν απείχαμε μερικά μίλια από την Κύπρο πήραμε εντολή να επιστρέψουμε. Οι ώρες που παίρνουν τα σήματα τα υποβρύχια είναι καθορισμένες. Όταν λοιπόν έπρεπε να στείλουμε το σήμα μας για να δώσουμε το στίγμα μας και να επιστρέψουμε, αργοπορήσαμε να το κάνουμε κατά 6 ώρες. Αυτό που μπορεί να μαρτυρήσει τι ακριβώς έγινε εκείνες τις 6 ώρες είναι μόνο το ημερολόγιο πλοίου. Το ημερολόγιο είναι κατατεθειμένο στη Βουλή των Ελλήνων στο φάκελο της Κύπρου.

Ένας κυβερνήτης υποβρυχίου δεν μπορεί να κηρύξει πόλεμο. Δεν είναι τόσο εύκολο να αναλάβει κάποιος την ευθύνη να κάνει κάτι τέτοιο.

Από τις 13 – 14 τορπίλες που είχε το υποβρύχιο, ένα 50% αν είχε ευστοχία καταλαβαίνετε τι θα γινόταν.

Μετά την πρώτη διαταγή για επιστροφή στη Ρόδο, πήραμε πάλι διαταγή για να πλεύσουμε προς την Κύπρο και πάλι μας γύρισαν πίσω οριστικά».

Άκρως απόρρητο, το πισωγύρισμα

Μπορεί το ημερολόγιο του υποβρυχίου «Γλαύκος» να παραμένει απόρρητο, δεν είναι μυστικό όμως αυτό που συνέβη τις κρίσιμες ώρες και έχει καταγραφεί σε έκθεση που έκανε ο κυβερνήτης Βασίλης Γαβριήλ (επίσης άκρως απόρρητο).

Η απόρρητη έκθεση του Πλωτάρχη (τότε) Γαβριήλ είναι μέρος του φακέλου της Κύπρου, και ρίχνει φως σε ένα μικρό κομμάτι των σκοτεινών γεγονότων του 1974. Μικρό κομμάτι μεν, αλλά ενδεικτικό της σύγχυσης, της έλλειψης βούλησης και ίσως της έλλειψης πατριωτισμού αυτών που κινούσαν τα νήματα στην Αθήνα αγωνιώντας περισσότερο για τη δική τους τύχη παρά για τη τύχη του ελληνισμού της Κύπρου.

Ανοησία ή προδοσία;

Την παραμονή της τουρκικής εισβολής στις 19 Ιουλίου 1974, δεν υπήρχαν απλώς φήμες, αλλά σαφείς πληροφορίες για τη συγκέντρωση τουρκικών στρατευμάτων στα τουρκικά παράλια απέναντι από την Κύπρο. Οι πληροφορίες ανέφεραν την προετοιμασία αποβατικών πλοίων, αλλά οι άνθρωποι του Ιωαννίδη καθησύχαζαν πως έχουν διαβεβαιώσεις ότι δεν πρόκειται να συμβεί τίποτα και πρόκειται απλώς για συνήθεις ασκήσεις των Τούρκων. Ακόμα και όταν ο τουρκικός αποβατικός στόλος βρισκόταν έξω από τη Κερύνεια, οι οδηγίες ήταν: «Μην ανησυχείτε, διεξάγεται άσκηση».

Το ελληνικό ναυτικό από την προηγούμενη μέρα είχε βγάλει εκτός Ναυστάθμου τα υποβρύχια αρχικώς για ασκήσεις που στη συνέχεια μετατράπηκαν σε πολεμικές περιπολίες, χωρίς όμως οδηγίες για εμπλοκή. Σε εκείνες τις κρίσιμες στιγμές η Διοίκηση Υποβρυχίων στέλνει σήμα στο ΝΑΤΟ με αριθμό DY 541 και ενημερώνει για τις κινήσεις των υποβρυχίων. Το σήμα γνωστοποιείται στα μέλη του ΝΑΤΟ και φυσικά στην Τουρκία, η οποία ξέρει πλέον τις κινήσεις των υποβρυχίων «Γλαύκος» και «Νηρεύς», που είχαν λάβει διαταγές να κατευθυνθούν στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Τουρκίας και Κύπρου και να περιπολούν στα ανατολικά και τα δυτικά της Κερύνειας.

Στην άκρως απόρρητη έκθεση του Πλωτάρχη Γαβριήλ αναφέρεται: «Ανεξαρτήτως υποχρεώσεως της ΣΥΒ ως προς την έκδοση SUBNOTE (DY541) τούτο δεν έπρεπε να εκδοθεί, διότι ούτως καθίστατο γνωστόν εις τους Τούρκους η περίπου θέσις των υποβρυχίων». Το σήμα αυτό είχε σταλεί στις 19 Ιουλίου 1974 στη 1:50 μμ, λίγες μόνο ώρες πριν γίνει η απόβαση στην Κερύνεια. Μέχρι σήμερα δεν έχει απαντηθεί πειστικά από κανένα εάν επρόκειτο για τραγική γκάφα, ή για μέρος κάποιας σκοτεινής συνωμοσίας. Ωστόσο είναι ένα γεγονός αδιαμφισβήτητο, καταγεγραμμένο ως ιστορικό στοιχείο.

Πλήρης φόρτος τορπιλών

Ο κυβερνήτης του υποβρυχίου «Γλαύκος» παρά το ότι δεν είχε διαταγές από τις 15 Ιουλίου είχε αρχίσει να φορτώνει τορπίλες. «Η παραλαβή τορπιλλών» γράφει ο Πλωτάρχης Β. Γαβριήλ «εσυνεχίσθη καθ’ όλην τη διάρκειαν της νυκτός και ανεξαρτήτως των υφισταμένων διαταγών, καθ’ όσον τη μεσημβρίαν επιστρέψας εκ της υπηρεσίας εις την οικίαν μου επληροφορήθην περί της ανατροπής εν Κύπρω του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου και ως εκ τούτου εφοβήθην επιδείνωσιν της καταστάσεως».

Το τι προετοίμαζαν οι Τούρκοι στην Κύπρο το γνώριζαν οι πάντες πλην αυτών που όφειλαν να λάβουν μέτρα. Ο Πλωτάρχης Β. Γαβριήλ σε άλλο σημείο της εκθέσεως του γράφει: «Τας βραδυνάς ώρας της 18ης (Ιουλίου 1974) ηκρωώμην μεθ’ ετέρων δύο συναδέλφων μου την εκπομπήν της Ντώυτσε Βέλλε, ήτις ανεφέρετο εις την εν Κύπρω κατάστασιν, ως και εις την συγκέντρωσιν τουρκικών στρατευμάτων εις Αλεξανδρέτταν. Μετά το πέρας ταύτης απευθυνθείς προς τους συναδέλφους μου τους είπον ‘εάν δεν λένε ψέμματα, ως συνήθως, αύριον θα πρέπει να έχωμεν πόλεμον με τους Τούρκους’».

Την επόμενη μέρα οι κυβερνήτες των υποβρυχίων «Γλαύκος» και «Νηρεύς», Πλωτάρχες Γαβριήλ και Παναγιωτόπουλος κλήθηκαν στη Διοίκηση Υποβρυχίων και ο Διοικητής τους ενημέρωσε ότι «πρόκειται να αποπλεύσουν τα Υ/Β ΓΛΑΥΚΟΣ και ΝΗΡΕΥΣ, το ταχύτερον δυνατόν, προς επίδειξιν Σημαίας και εκδήλωσιν δυναμικής παρουσίας δια αναδύσεων και καταδύσεων εν όψει τουρκικών μονάδων».

Κωδικός «Κ», όπως λέμε Κύπρος

Ο πλωτάρχης Γαβριήλ, σύμφωνα με τα όσα καταγράφονται στην έκθεση του, είχε φέρει αντίρρηση για τη χρησιμοποίηση των υποβρυχίων για σκοπούς επίδειξης σημαίας, αλλά η απάντηση που πήρε από τον Διοικητή των Υποβρυχίων ήταν, πως αυτές είναι οι οδηγίες του αρχηγού Ναυτικού Πέτρου Αραπάκη. Ενώ οι κυβερνήτες των δύο υποβρυχίων ενημερώνονταν για το σχέδιο «Κ» (κωδικός για την Κύπρο) ειδοποιήθηκαν από τον Αρχιεπιστολέα του Στόλου να αποπλεύσουν εντός μισής ώρας. Τα χρονικά περιθώρια ήταν τόσο στενά που το υποβρύχιο δεν πρόλαβε να φορτώσει τα απαιτούμενα τρόφιμα και άφησε πίσω του άντρες του πληρώματος που ήταν εξοδούχοι και δεν πρόλαβαν να επιστρέψουν. Οι διαταγές ήταν να διεξάγουν περιπολίες νοτιανατολικά της Ρόδου, στα ανοικτά της Κύπρου.

Έτσι θα τους βούλιαζε

Ο Βασίλης Γαβριήλ αναφέρει ακόμα στην απόρρητη έκθεση του, ότι την 21 Ιουλίου έχοντας οδηγίες να  βρεθεί μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας, γνωρίζοντας ότι εξελισσόταν η τουρκική εισβολή, ετοίμαζε πολεμικά σχέδια. «Υπελόγισα» γράφει στην απόρρητη έκθεση «ότι αι τουρκικαί δυνάμεις αι οποίαι θα μοι απησχόλουν θα ήσαν, κατά εν τη μετακίνησην (TRANSIT) του Υποβρυχίου περίπου 4 υποβρύχια και εγγύς της Κύπρου περίπου 10 αντιτορπιλλικά, εξαιρουμένων βεβαίως των τουρκικών μεταγωγικών ως και των πλοίων επιφανείας και υποβρυχίων εταίρων κρατών. Ως εκ τούτου έπλευσα νοτιώτερον και εσκόπευα όπως εκτελέσω προσγείωσιν εις Κάβον Αρναούτι της Κύπρου και εν συνεχεία πλέων εγγύς των ακτών μέχρις του τομέως περιπολίας θα επιτιθέμην εναντίον παντός τουρκικού αντιτορπιλλικού και μεγάλου μεταγωγικού. Αντικειμενικός μου σκοπός κυρίως ήτο όπως διέλθω εκ του λιμένος της Κυρηνείας ένθα και θα έβαλον τας τορπίλλας εναντίον παντός στόχου ευρισκομένου εκεί και ανεξαρτήτως εθνικότητος. Όσον αφορά τα τουρκικά αντιτορπιλλικά τα οποία τυχόν θα συναντούσα κατά το TRANSIT, είχα αποφασίσει να τους επιτεθώ εφόσον διήρχοντο εις απόστασιν μικροτέρα των 10.000 υάρδων και υφίστατο πιθανότης εντοπισμού μου, δεδομένου ότι επίστευσα πως εφ όσον εντοπιζόμην υπό τουρκικού αντιτορπιλλικού θα μου επιτίθετο. Εις το τομέα περιπολίας μου και ανεξαρτήτως της λήψεως διαταγής ενάρξεως ΠΥΡ είχον αποφασίσει όπως επιτίθεμαι εναντίον οιασδήποτε εθνικότητος πλοίου, κατά προτεταιότητα αντιτορπιλλικών, καθόσον η αναγνώρισης της εθνικότητος  ενός στόχου, ιδίως εν νυκτί, αποτελεί ουτοπία».

Και ενώ ο κυβερνήτης είχε ξεκάθαρο στο μυαλό του το σχέδιο επιθέσεως κατά του τουρκικού στόλου. Μόλις έφτασε στα 85 ναυτικά μίλια από την Κύπρο στις 9:30 το βράδυ της 21ης Ιουλίου πήρε το σήμα ΑΝ4658, με το οποίο το Αρχηγείο Ναυτικού τον διέταξε να γυρίσει πίσω στη Ρόδο.

Έγνοια για το αρματαγωγό «Λέσβος»

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όταν ο κυβερνήτης του υποβρυχίου «Γλαύκος» πήρε εντολές να επιστρέψει στη Ρόδο καθυστέρησε έξι ολόκληρες ώρες να ανταποκριθεί. Όλα δείχνουν πως βασανιζόταν από την σκέψη αν πρέπει να παρακούσει τις οδηγίες και να χτυπήσει τους Τούρκους, γνωρίζοντας ότι επρόκειτο για μεγάλο ρίσκο αφού κάτι τέτοιο δυνατόν να οδηγούσε σε σύρραξη την Ελλάδα και τη Τουρκία. Γνώριζε επίσης ότι στην Κύπρο βρισκόταν το ελληνικό αρματαγωγό «Λέσβος», που μετέφερε πολεμοφόδια και στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ. Κυβερνήτης του «Λέσβος» ήταν ο Πλωτάρχης Ε. Χανδρινός, που είχε παντρευτεί την αδελφή του Βασίλη Γαβριήλ. Ο Χανδρινός είχε παρακούσει τις διαταγές του Αρχηγείου Ναυτικού και είχε βομβαρδίσει με τα πυροβόλα του πλοίου τουρκικές θέσεις στην Πάφο, δίνοντας την λανθασμένη εντύπωση στους Τούρκους, ότι η Ελλάδα απέστειλε αποβατικό στόλο. Την ώρα που ο κυβερνήτης του υποβρυχίου «Γλαύκος» σκεφτόταν αν θα χτυπήσει, ο τουρκικός στόλος και η τουρκική αεροπορία κυνηγούσαν τον Ε. Χανδρινό και αρματαγωγό «Λέσβος» το οποίο κατάφερε να διαφύγει μπαίνοντας σε σχηματισμό του 6ου Αμερικανικού Στόλου που έπλεε νοτίως της Κύπρου.

Πήγαινε έλα στη  Κύπρο

Τελικώς τα δύο υποβρύχια «Γλαύκος» και «Νηρεύς» συμμορφώθηκαν με τις οδηγίες και επέστρεψαν στη Ρόδο χωρίς να εμπλακούν σε επιχειρήσεις στην Κύπρο. Όταν έφτασαν στη Ρόδο οι κυβερνήτες Βασίλης Γαβριήλ και Ιωάννης Παναγιωτόπουλος, έλαβαν το σήμα ΑΝ4724 (22 Ιουλίου στις 7:30 το απόγευμα) με το οποίο το Αρχηγείο Ναυτικού τους διέτασσε να πλεύσουν και πάλι προς την Κύπρο. Οι διαταγές ήταν να βρίσκονται σε πολεμική ετοιμότητα αλλά να μην επιτεθούν εναντίον των Τούρκων αν δεν λάβουν οδηγίες. Δεν θα χρειάζονταν όμως οδηγίες αν δεχόντουσαν επίθεση στην οποία θα έπρεπε να απαντήσουν.

Στην άκρως απόρρητη έκθεση του ο Πλωτάρχης Γαβριήλ σημειώνει πως και πάλι είχε σχέδιο για επίθεση. Και αυτό όμως το σχέδιο ακυρώθηκε αφού όταν το υποβρύχιο βρέθηκε στα 45 ναυτικά μίλια από την Κύπρο, στις 23 Ιουλίου στις 7:00 το απόγευμα διατάχθηκε να επιστρέψει και πάλι πίσω στη Ρόδο. Και σε αυτή τη περίπτωση καθυστέρησε 6 ώρες να απαντήσει στο σήμα. Έμαθε όμως ότι είχε συμφωνηθεί εκεχειρία και έτσι επέστρεψε πίσω στα ελληνικά χωρικά ύδατα, καθώς υπήρχαν φήμες για συγκέντρωση τουρκικών δυνάμεων στα παράλια της Μικράς Ασίας απέναντι από τα ελληνικά νησιά.

Η ίδια ατολμία και στον Αττίλα 2

Τον Αύγουστο του 1974 με την αποτυχία των συνομιλιών στη Γενεύη κι ενώ κυβερνούσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής επικεφαλής της κυβέρνησης εθνικής ενότητας, η Τουρκία ξεκίνησε τη δεύτερη φάση της εισβολής (Αττίλας 2) ώστε να επεκτείνουν το εύρος των εδαφών που είχαν καταλάβει, με προώθηση τω δυνάμεων τους μέχρι του σημείου που βρίσκονται έως σήμερα, καταλαμβάνοντας και την Αμμόχωστο.

Η κυβέρνηση Καραμανλή αποφάσισε να στείλει στην Κύπρο τα υποβρύχια «Τρίτων» και «Πρωτεύς». Το σήμα ΑΝ140600/8 δόθηκε στις 14 Αυγούστου στις 5:00 το πρωί. Τα υποβρύχια ξεκίνησαν και όταν στις 21:50 το βράδυ έπλεαν προς την Κύπρο πήραν νέο σήμα (ΑΝ5931) να επιστρέψουν και πάλι πίσω. Ήταν η τρίτη φορά που η Ελλάδα αποφάσιζε να εμπλακεί με ναυτικές δυνάμεις στις πολεμικές επιχειρήσεις στην Κύπρο και για τρίτη φορά, δίσταζε.

Αυτό το «αν» και μία εξήγηση

Ο κυβερνήτης του υποβρυχίου «Γλαύκος» στην άκρως απόρρητη έκθεση του, εξέφραζε την πεποίθηση του πως αν είχαν αφεθεί τα υποβρύχια να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο θα ανέτρεπαν τα σχέδια της Τουρκίας.

Γράφει ο πλωτάρχης Β. Γαβριήλ: «Κατά τη μετακίνησην του Υποβρυχίου προς Κύπρον, ήμουν πεπεισμένος ότι εφ όσον δεν δεκόπτετο ο πλους και ανελάμβανα δράσιν ομού μετά του υποβρυχίου ‘Νηρεύς’, αι απώλειαι τα οποιας θα επιφέραμεν εις τον εχθρόν θα ήσαν τόσαι ώστε να ηναγκάζετο να ματαιώσει την αποβίβασιν».

Το υποβρύχιο «Γλαύκος» από τις 16 Ιουλίου  είχε φορτώσει 6 τορπίλες SST-4, συν 4 τορπίλες ΜΚ37.2 και ακόμα 3 τορπίλες ΜΚ37.3. Συνολικά μετέφερε 13 τορπίλες και κατά τους υπολογισμούς θα μπορούσε να βυθίσει – ακόμα και με ποσοστό επιτυχίας 50% – έξι έως επτά τουρκικά πλοία και άλλα τόσα το υποβρύχιο «Νηρεύς». Ένα τέτοιο πλήγμα ίσως είχε αλλάξει την ιστορία όπως την ζήσαμε.

Η χούντα δεν άφησε τα ελληνικά υποβρύχια να χτυπήσουν τον τουρκικό στόλο

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube