Ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου για τις τεχνικές που χρησιμοποιήθηκαν για τον εντοπισμό του δράστη της επίθεσης στον Ντόναλντ Τραμπ υποστηρίζοντας ότι μια εξ αυτών εγείρει σοβαρές ανησυχίες για κακόβουλη χρήση εκ μέρους των διωκτικών Αρχών και παραβίαση της ιδιωτικότητας και των δικαιωμάτων των πολιτών.

Ο 20χρονος δράστης Τόμας Μάθιου Κρουκς δεν έφερε ταυτότητα μαζί του όταν προσπάθησε να σκοτώσει τον Τραμπ, δεν είχε ποινικό μητρώο, είχε σχεδόν μηδενικό ψηφιακό αποτύπωμα αφού δεν έκανε χρήση των μέσων κοινωνικών δικτύωσης ενώ δεν φαίνεται ότι είχε φίλους υποχρεώνοντας το FBI να καταφύγει σε μια μέθοδο ανάλυσης DNA για να τον ταυτοποιήσει.

«Προσπαθούμε να ελέγξουμε το DNA του και να λάβουμε βιομετρική επιβεβαίωση» είχε αναφέρει Κέβιν Ρότζεκ, ειδικός πράκτορας (SAIC) για το γραφείο πεδίου του FBI στο Πίτσμπουργκ λίγες ώρες μετά την επίθεση. Το FBI έχει αρνηθεί να απαντήσει σε ερωτήσεις για την τεχνική που χρησιμοποίησε ειδικοί λένε ότι αυτή περιλαμβάνει σάρωση βάσεων δεδομένων γενεαλογίας, όπως το Ancestory.com και το 23andMe που αποθηκεύουν δεκάδες εκατομμύρια βιομετρικά δεδομένα Αμερικανών. Επιπλέον έχουν κάνει την εμφάνιση τους τα τελευταία χρόνια κάποιες ιδιωτικές εταιρείες βάσεων δεδομένων DNA οι οποίες έχουν δεχτεί ως πελάτες τους την αμερικανική κυβέρνηση και τις Αρχές επιβολής του νόμου.

Ο Ρότζεκ είχε αναφέρει ότι το FBI «εξέταζε επίσης φωτογραφίες» στη προσπάθεια αναγνώρισης του δράστη. Ειδικοί αποκάλυψαν στη εφημερίδα Daily Mail την ύπαρξη μιας βάσης δεδομένων αναγνώρισης προσώπου σε κρατικό επίπεδο που λειτουργεί στο Τμήμα Μηχανοκίνητων Οχημάτων της Πενσυλβάνια ενώ πιθανολογείται ότι ελέγχθηκαν βάσεις δεδομένων  δακτυλικών αποτυπωμάτων που υπάρχουν για να ελέγχουν εργοδότες αν κάποιος υπάλληλος που πρόκειται να προσλάβουν έχει ποινικό μητρώο.

Μια παράλληλη προσπάθεια που διεξήχθη από το Γραφείο Αλκοόλ, Καπνού, Πυροβόλων Όπλων και Εκρηκτικών (ATF) «ολοκλήρωσε ένα επείγον ίχνος» που τελικά οδήγησε στα «επιχειρηματικά αρχεία ενός εμπόρου όπλων», σύμφωνα με δήλωση της ATF. Αυτή η προσπάθεια, μια ξέφρενη, χειροκίνητη αναζήτηση στα χάρτινα αρχεία οπλοπωλείων βοήθησε να διαπιστωθεί η ταυτότητα του ιδιοκτήτη του όπλου που χρησιμοποίησε ο Κρουκς το οποίο ανήκε στον πατέρα του.

Τα αποτελέσματα από τις αναλύσεις DNA δόθηκαν σύμφωνα με την ATF στο FBI και τη Μυστική Υπηρεσία σε λιγότερο από 30 λεπτά συμβάλλοντας στην γρήγορη αναγνώριση της ταυτότητας του δράστη.

Οι αντιδράσεις

Οι υποστηρικτές των πολιτικών ελευθεριών, ωστόσο, σημείωσαν ότι η αυξανόμενη εξάρτηση από τις βάσεις δεδομένων DNA από την αστυνομία όχι μόνο εγείρει ανησυχίες για το απόρρητο αλλά δικαστικά αρχεία δείχνουν ότι οι τακτικές έχουν αυτές έχουν οδηγήσει σε ψευδείς ταυτοποιήσεις και παράνομες συλλήψεις.

Ένας δικηγόρος που ανέτρεψε μια τέτοια υπόθεση ανέφερε ότι αυτές οι μεγάλες βάσεις δεδομένων DNA μπορούν να οδηγήσουν σε εσφαλμένες ταυτοποιήσεις, επειδή οι σημερινοί εγκληματολογικοί χώροι του εγκλήματος μπορούν να ανακτήσουν εξαιρετικά μικρά τμήματα (θραύσματα) ή τμήματα DNA που ειδικοί τα αποκαλούν «σκουπίδια» τα οποία να οδηγήσουν σε λανθασμένα συμπεράσματα.

«Η τεχνολογία για τη συλλογή DNA είναι πλέον πολύ προηγμένη. Μπορείς να ανακτήσεις εύκολα DNA ενός ατόμου από κάτι που απλά άγγιξε κάποια στιγμή. Ο κίνδυνος είναι ότι αποβάλλουμε DNA με διάφορους τρόπους και έτσι το DNA μεταφέρεται από τη μια επιφάνεια στην άλλη. Θα μπορούσε με αυτό τον τρόπο κάποιος να αναγνωριστεί εσφαλμένα για ένα έγκλημα» αναφέρει η δικηγόρος Τζένιφερ Λιντς που εργάζεται ως γενικός σύμβουλος για το μη κερδοσκοπικό ίδρυμα Electronic Frontier Foundation (EFF) και παρακολουθεί πάνω από δέκα χρόνια την αυξανόμενη εξάρτηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης σε τεράστιες γενετικές βάσεις δεδομένων για την παρακολούθηση πολιτών των ΗΠΑ.

«Αυτή η τρομακτική παρακολούθηση και τεχνολογία περιλαμβάνει συμβάσεις με ιδιωτικές εταιρείες όπως η Verogen, Inc., που έχουν συγκεντρώσει τις βάσεις δεδομένων DNA τους ρητά για ‘εγκληματικές υποθέσεις’. Στην πραγματικότητα, η Verogen επέτρεψε στην αστυνομία να έχει πρόσβαση σε προσωπικά γενετικά δεδομένα που οι αλλοί χρήστες της βάσης δεδομένων της γενεαλογίας είχαν υποβάλει ως ιδιωτικά, εφόσον είχαν ένταλμα» λέει η Λιντς.

Πριν από την είσοδο εταιρειών όπως η Verogen οι Αρχές επιβολής του νόμου είχαν επιτύχει να εξιχνιάσουν υποθέσεις δολοφονίας ανεβάζοντας ανεπίσημα το DNA των υπόπτων τους σε βάσεις δεδομένων γενεαλογίας όπως το Ancestory.com και το 23andMe. Από τον Μάρτιο του 2024, η βάση δεδομένων του Ancestry.com φιλοξενεί DNA από πάνω από 25 εκατομμύρια ανθρώπους και η βάση δεδομένων του 23andMe αποθηκεύει γενετικούς δείκτες για περισσότερα από 14 εκατομμύρια άτομα σύμφωνα με τη Διεθνή Εταιρεία Γενετικής Γενεαλογίας.

Η τακτική αυτή οδήγησε την αστυνομία της Καλιφόρνια να συλλάβει τελικά τον διαβόητο δολοφόνο του Γκόλντεν Στέιτ το 2018, αλλά οδήγησε επίσης σε πολλές ψευδείς ταυτοποιήσεις και σε πολλά αδιέξοδα. Σε μια περίπτωση Γερμανοί ντετέκτιβ πίστεψαν ότι βρίσκονταν στα ίχνη ενός κατά συρροή δολοφόνου που αποκαλούσαν «Φάντασμα του Χάιλμπρον»  για να ανακαλύψουν ότι το DNA του υπόπτου τους ανήκε στην πραγματικότητα, σε έναν Πολωνό εργάτη σε εργοστάσιο. Σε άλλη υπόθεση στοιχεία DNA οδήγησαν την αστυνομία να υποψιαστεί ότι ένας μεταπτυχιακός φοιτητής του Γέιλ είχε δολοφονηθεί από έναν κάποιο άτομο που είχε καταδικασθεί στο παρελθόν για εγκληματικές ενέργειες μόνο που το άτομο αυτό είχε πεθάνει δύο χρόνια πριν από το έγκλημα.

Naftemporiki.gr