Εδώ και εβδομάδες όλοι η υφήλιος παρακολουθεί ένα πρωτοφανές θέαμα εκτός και εντός των αμερικανικών πανεπιστημίων. Οι καταλήψεις ήταν φαινόμενο γνωστό σε χώρες όπως η Ελλάδα, όμως δεν ήταν κάτι που μέχρι πρόσφατα ανέμενε κανείς να δει σε εκπαιδευτήρια όπως το Μπέρκλι και το Κολούμπια. Όπως δεν περίμενε κανείς να ακούσει από την Ουάσιγκτον απόφαση με την οποία θα εμπόδιζε στρατιωτική ενίσχυση του Ισραήλ. Κι όμως συμβαίνουν.

Κάποιοι έσπευσαν, αδόκιμα, να εμφανίσουν τις σημερινές συγκεντρώσεις και καταλήψεις των Αμερικανών πανεπιστημίων με τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις για το Βιετνάμ. Πέραν του ότι αμφότερες ήταν συγκεντρώσεις, επί της ουσίας δεν έχουν καμιά απολύτως σχέση ανάμεσά τους. Ακόμα και η σύνθεση των διαδηλωτών είναι διαφορετική, τότε σχεδόν όλοι οι διαδηλωτές ήταν Αμερικανοί πολίτες,, σήμερα η πλειοψηφία των διαδηλωτών έχουν αραβικές καταβολές. Και σίγουρα δεν αποτελεί ξέσπασμα της αμερικανικής νεολαίας για έναν «άδικο πόλεμο» όπως κάποιοι υποστηρίζουν.

Διαβάζω το τελευταίο διάστημα κάποιες θεωρίες ότι οι διαδηλωτές βοηθούν τον παλαιστινιακό λαό, και ότι μέσω των ενεργειών τους θα αναγκάσουν τα πανεπιστήμια να διακόψουν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ με ιδρύματα και εταιρίες. Πιστεύουν ότι θα δημιουργηθεί μια τέτοια οικονομική πίεση που θα αναγκάσει την ισραηλινή κυβέρνηση να αλλάξει πολιτική και να τερματίσει τον πόλεμο στη Γάζα.

Η Μέγκαν ΜακΆρντλ σε ένα ακόμα άρθρο της στην Washington Post υποδεικνύει πως αυτό είναι απίθανο να συμβεί. Τα ποσά που πάνε σε πανεπιστήμια, αναφέρει η ΜακΆρντλ είναι πολύ μικρά για να επηρεάσουν τη συμπεριφορά των εταιρειών, πόσο δε την πολιτική μας χώρας. Και προσθέτει και τα εξής (τα οποία προσωπικά τα σημειώνω ως άκρως σημαντικά): «Σίγουρα οι διαδηλωτές έχουν προσελκύσει πολλή προσοχή, αλλά δεν βοηθά όταν κάποιος έλκει δημοσιότητα κατά τρόπο που δημιουργεί αντιπάθειες».

Και επειδή κάποιοι αρέσκονται στις ομοιότητες του σήμερα με τη δεκαετία του ’60 και τις αντιπολεμικές διαδηλώσεις είναι, νομίζω, καλό να θυμάται κάποιος και ποια ήταν η κατάληξη εκείνων των διαδηλώσεων (που σίγουρα δεν ήταν ο τερματισμός του πολέμου όπως κάποιοι πιστεύουν). Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 οι ειρηνικές διαδηλώσεις από ειρηνικές έγιναν πιο βίαιες. Αποτέλεσμα ήταν να κερδίσουν περισσότερη δημοσιότητα, αλλά πολιτικά έχασαν. Γιατί οι εκείνοι που πραγματικά γνοιάζονταν για την ειρήνη είχαν αρχίσει να απομακρύνονται, στρέφοντας την υποστήριξή τους προς εκείνους τους πολιτικούς που πίστευαν ότι μπορούσαν να επαναφέρουν το νόμο και την τάξη μέσα στη χώρα και να ελέγξουν το χάος.

Αυτό που συμβαίνει με τα αμερικανικά πανεπιστήμια δεν έχει να κάνει είτε με τον όποιο παλαιστινιακό αγώνα ή με τα όσα συμβαίνουν στη Γάζα. Για την πλειοψηφία των Αμερικανών τα αντίσκηνα, η κατάληψη δημόσιων χώρων ή κτιρίων, ο αποκλεισμός της διακίνησης δεν είναι έκφραση στήριξης αλλά μια παράνομη πράξη. Για τον μέσο Αμερικάνο, δεν είναι θέμα Ισραήλ-Παλαιστίνης, αλλά ζήτημα απώλειας μιας ολόκληρης πανεπιστημιακής χρονιάς.

Οι επικείμενες εκλογές και ο κίνδυνος επανόδου του Τραμπ στον Λευκό Οίκο κάνει πολλούς να πιστεύουν ότι οι διαδηλώσεις θα προσελκύσουν περισσότερους νέους ψηφοφόρους να προσέλθουν στις κάλπες προκειμένου να ψηφίσουν Δημοκρατικούς και Μπάιντεν. Μια μάλλον αβάσιμη προσέγγιση γιατί από όλους αυτούς ελάχιστοι θα πάνε στις κάλπες τον Νοέμβριο να ψηφίσουν.

Και το χειρότερο, είναι πως αυτοί που θα πάνε να ψηφίσουν μάλλον θα στραφούν προς εκείνη την επιλογή που θεωρούν ότι θα αντιμετωπίσει το υφιστάμενο χάος που βλέπουν σήμερα στη χώρα τους. Ένα χάος για το οποίο στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού θεωρούν πως φέρει ευθύνη και η διακυβέρνηση Μπάιντεν. Και αυτό το συναίσθημα αυξάνεται όλο και περισσότερο και προκαλεί ανησυχία ανάμεσα στους κύκλους των Δημοκρατικών, ιδιαίτερα μετά την τοποθέτηση Μπάιντεν για πάγωμα της αποστολής στρατιωτικής βοήθειας προς το Ισραήλ λόγω των επιχειρήσεων στη Ράφα. Κάποιοι θεωρούν την απόφαση Μπάιντεν ως προσπάθεια να κερδίσει τις ψήφους των διαδηλωτών στις πανεπιστημιουπόλεις.

Αυτό, όμως, θα έχει αρνητικό αντίκτυπο ευρύτερα από την πλευρά εκείνων που θέλουν τερματισμό του χάους. Εάν θεωρούν ότι ο Μπάιντεν και η κυβέρνηση του δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το χάος τότε ποιος είναι εκείνος που μπορεί να το πετύχει… Και κάπως έτσι στρώνεται το χαλί στον Τραμπ για να επανέλθει.

Φιλελεύθερος