Με βάση όσα οι ίδιοι οι Ισραηλινοί έχουν πει, στην αρχή θα υπάρξουν για αρκετό καιρό στρατιωτικές βομβαρδισμοί και χερσαίες στρατιωτικές επιχειρήσεις και μόνο αργότερα αυτό που περιγράφεται ως «μετάβαση και σταθεροποίηση», το οποίο δεν σημαίνει και απομάκρυνση των Ισραηλινών στρατευμάτων. Ασαφές παραμένει το πώς φαντάζονται τη διοίκηση της περιοχής από ένα σημείο και μετά.

Ο ανελέητος βομβαρδισμός ως βασική τακτική

Στην πράξη βέβαια όλο αυτό έχει καταλήξει σε έναν ανελέητο βομβαρδισμό και της Νότιας Γάζας, κατ’ αναλογία με αυτόν που έγινε στη Βόρεια Γάζα, στην οποία σύμφωνα με εκτιμήσεις καταστράφηκε το 68% των κτιρίων, ένα ποσοστό που είναι μεγαλύτερο από το ποσοστό των κτιρίων που καταστράφηκαν στους μεγάλους συμμαχικούς βομβαρδισμούς της Δρέσδης (59%) και της Κολωνίας (61%) στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και υπολείπεται μόνο του αντίστοιχου βομβαρδισμού του Αμβούργου (75%). Αυτή τη στιγμή σε ολόκληρη τη Γάζα εκτιμάται ότι έχουν καταστραφεί ανάμεσα στα 82.600 και τα 105.300 κτίρια.

Και αντίστοιχα σε αντίθεση προς τη ρητορική για χτυπήματα ακριβείας οι Ισραηλινές δυνάμεις έχουν κατεξοχήν χρήση βόμβες μεγάλου διαμετρήματος και μεγάλου βάρους από 227 έως 907 κιλά, βόμβες ικανές να έχουν θανατηφόρα αποτελέσματα ιδίως σε αμάχους ακόμη και σε μεγάλη απόσταση από το σημείο που πέφτουν. Για παράδειγμα μια βόμβα Mk82, 227 κιλών εκ των οποίων τα 89 είναι εκρηκτική ύλη, επιφέρει την κατάρρευση των κτιρίων σε ακτίνα 31 μέτρων από το σημείο έκρηξης και στην ίδια ζώνη είναι αδύνατο να αποφευχθούν οι τραυματισμοί, αρκετοί από αυτούς θανατηφόροι.

Οι βομβαρδισμοί αυτοί είναι μαζικοί αλλά δεν είναι «τυχαίοι». Οι ισραηλινές αρχές έχουν συγκεντρωμένα στοιχεία και γνωρίζουν όχι μόνο που μπορεί να βρίσκεται ένα στέλεχος της Χαμάς αλλά και πόσοι άμαχοι βρίσκονται στην «ζώνη θανάτου» της βόμβας. Πράγμα που σημαίνει ότι υπάρχουν συνειδητές επιλογές για απώλειες ζωές αμάχων στο όνομα της επίτευξης του όποιου στόχου. Στην πραγματικότητα αυτός ο τεράστιος όγκος βομβών που έχουν πέσει συνολικά στη Γάζα αποτυπώνει ένα σχεδόν αυτοματοποιημένο σύστημα παραγωγής στόχων, συχνά χωρίς άμεση σχέση με τις όποιες πολεμικές συγκρούσεις. Το αποτέλεσμα είναι όχι μόνο ένας τεράστιος αριθμός νεκρών αμάχων αλλά και μια πλήρης διάλυση των υποδομών της Γάζαw, καθιστώντας μεγάλο μέρος της μια αβίωτη περιοχή.

Σχέδιο εξώθησης σε μαζική έξοδο

Όλα αυτά δεν παραπέμπουν σε ένα σχέδιο για τη στρατιωτική νίκη επί της Χαμάς, με τον τρόπο που αυτό ορίζεται από την Ισραηλινή πλευρά. Πολύ περισσότερο παραπέμπει σε ένα σχέδιο εξώθησης του πληθυσμού της Γάζας σε έξοδο από τη Λωρίδα και έναν νέο γύρο προσφυγιάς. Γιατί είναι προφανές ότι η κατάσταση γίνεται τόσο αφόρητη ώστε λίγες επιλογές άλλες από τη φυγή να απομένουν.

Η λογική αυτή της εθνοκάθαρσης δεν είναι τυχαίο ότι επανέρχεται ακόμη και εάν δεν αποτελεί τμήμα της επίσημης ισραηλινής ρητορικής. Για αρκετούς μέσα στο Ισραήλ θα ήταν καλό να μειωθεί ο πληθυσμός των Παλαιστινίων που κατοικούν στην έκταση της ιστορικής Παλαιστίνης. Θυμίζουμε ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει στο σύνολο αυτής της έκτασης και εάν συνυπολογίσουμε τους Άραβες (δηλαδή Παλαιστινίους) του Ισραήλ μια ισοδυναμία μεταξύ των Εβραίων και Παλαιστινίων, με τη δημογραφικές δυναμικές να ευνοούν τους δεύτερους. Και στο βαθμό που η τάση των πραγμάτων στο Ισραήλ είναι εδώ και καιρό προς την άρνηση οποιασδήποτε εκδοχής λύσης δύο κρατών και άρα η διαιώνιση μιας συνθήκης όπου οι Παλαιστίνιοι είναι σε υλικά και θεσμικά υποδεέστερο καθεστώς, στα ενότητες που θα θυμίζουν τα Μπαντουστάν της Νότιας Αφρικής, είναι σαφές ότι η μείωση του πληθυσμού τους, ιδίως στη Λωρίδα της Γάζας αποκτά μια στρατηγική σημασία.

Βεβαίως, αυτό προσκρούει στο εμπόδιο της άρνησης της Αιγύπτου αλλά και άλλων αραβικών κρατών να δεχτούν πρόσφυγες, ενώ το ίδιο ισχύει και για τη Δύση, όμως αυτό απλώς επιτείνει τη λογική της εξώθησης.

Μια στρατηγική σε αδιέξοδο

Όμως την ίδια στιγμή φαίνονται και τα προβλήματα αυτής της στρατηγικής. Η αντιμετώπιση των αμάχων ως περίπου νόμιμων στόχων απλώς μεγαλώνει διαμορφώνει το έδαφος για τις επόμενες φάσης της σύγκρουσης. Ο πληθυσμός αυτός θα περάσει πολύ δύσκολα όταν και εφόσον τελειώσουν οι εχθροπραξίες και ακόμη και εάν υπάρξει κάποια ανοικοδόμηση, πιθανότατα με την οικονομική βοήθεια κρατών του Κόλπου – άλλωστε, και πριν το Ισραήλ δεν είχε κανένα πρόβλημα π.χ. να αναλαμβάνει το Κατάρ ένα μεγάλο μέρος του κόστους της ηλεκτροδότησης της Γάζας.

Έπειτα δεν είναι δεδομένο ότι θα είναι τόσο εύκολη η επίτευξη του στόχου της «καταστροφής της στρατιωτικής υποδομής της Χαμάς» ιδίως όταν η βασική «υποδομή» τέτοιων οργανώσεων είναι η αποδοχή τους από τους πληθυσμούς που δηλώνουν ότι εκπροσωπούν και αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι έχει αναιρεθεί η υπαρκτή γείωση της Χαμάς στην Παλαιστινιακή κοινωνία.

Και βέβαια όταν μιλάμε για μια ένοπλη οργάνωση που δρα απέναντι σε πολύ ισχυρότερο αντίπαλο, ισχύει η εμπειρία που υπάρχει και από άλλα αντίστοιχα κινήματα και η οποία δείχνει ότι στο βαθμό που δεν υπάρχει απόλυτη και ολοκληρωτική συντριβή (η οποία είναι μάλλον αδύνατη) δεν κλείνει ο κύκλος της αντίστασης και μπορεί να υπάρξει ανασυγκρότηση σε επόμενη φάση.

Οι προειδοποιήσεις του Αμερικανού υπουργού Άμυνας

Σε αυτό το φόντο δεν είναι τυχαία η αναφορά που έκανε ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν στην ανάγκη προστασίας των αμάχων σημειώνοντας ότι «σε αυτό το είδος σύγκρουσης, το κέντρο βαρύτητας είναι ο άμαχος πληθυσμός. Και εάν τους οδηγήσεις στη αγκαλιά του αντιπάλου, αντικαθιστάς μια τακτική νίκη με μια στρατηγική ήττα», στη διάρκεια μιας παρέμβασής του στο Reagan National Defense Forum στην Καλιφόρνια πριν από μερικές μέρες.

Ουσιαστικά, αυτή ήταν μια από τις πιο σκληρές αμερικανικές αποδοκιμασίες της ισραηλινής τακτικής από τη μεριά της αμερικανικής κυβέρνησης και παραπέμπει στον πυρήνα του φόβου των ΗΠΑ για το πώς η κατάσταση στη Γάζα θα οδηγήσει τελικά σε μια ακόμη μεγαλύτερη ένταση και αποσταθεροποίηση.

Διαμαρτυρία στο Αμερικανικό Κογκρέσο

Η δυτική ανησυχία
Μέχρι τώρα οι δυτικές χώρες, με λίγες εξαιρέσεις έχουν προσυπογράψει πλήρως τη λογική της ισραηλινής πολιτικής. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι τόσο απλά και ότι μπορούν να το κάνουν επ’ άπειρο.

Καταρχάς υπάρχει ειδικά στις ΗΠΑ και τη Βρετανία ένα εντυπωσιακό κίνημα συμπαράστασης στην Παλαιστίνη το οποίο παράγει πολιτικά αποτελέσματα, εάν αναλογιστούμε ότι το κίνημα αυτό περιλαμβάνει τμήμα της βάσης και των Δημοκρατικών και των Εργατικών αντίστοιχα. Αντίστοιχα μεγάλες κινητοποιήσεις έχουν γίνει και σε άλλες χώρες, με τις διαδηλώσεις να αποτελούν πεδία συνάντησης ανάμεσα σε ακτιβιστές προηγούμενων γενεών, τη ριζοσπαστική νεολαία αλλά και τις μεταναστευτικές κοινότητες.

Έπειτα είναι σαφές ότι ο παγκόσμιος Νότος, συμπεριλαμβανομένων και χωρών που θεωρούνται όχι εχθρικές απέναντι στη Δύση έχει τοποθετηθεί υπέρ των Παλαιστινίων. Ακόμη και στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες, παρότι αρχικά φάνηκε να υπάρχει ένα ισχυρό ρεύμα υπέρ του Ισραήλ τώρα υπάρχουν κινητοποιήσεις συμπαράστασης στους Παλαιστινίους και αυτό ασκεί μια πολιτική πίεση.

Και βέβαια όσο συνεχίζονται οι βομβαρδισμοί και οι θάνατοι Παλαιστινίων τόσο θα απομακρύνεται το ενδεχόμενο επανεκκίνησης μιας διαδικασίας «εξομάλυνσης» στην ευρύτερη περιοχή.

Αυτό εξηγεί τα διάφορα μηνύματα που υπάρχουν από δυτικές κυβερνήσεις. Όμως, την ίδια στιγμή και αυτή η πίεση προς το Ισραήλ έχει όρια κάτι που η κυβέρνηση Νετανιάχου – που πολιτικά μπορεί να επιβιώσει μόνο όσο συνεχίζεται η έκτακτη πολεμική κατάσταση – γνωρίζει και εκμεταλλεύεται. Και αυτό γιατί έχει παγιωθεί τόσο πολύ σε επίπεδο δυτικών κυβερνήσεων η αντίληψη ότι το Ισραήλ είναι το «προκεχωρημένο φυλάκιο» της Δύσης στην περιοχή, σε συνδυασμό με μια γενικευτική αντίληψη των «τρομοκρατικών απειλών» που είναι πολύ δύσκολο τώρα πραγματικά να αλλάξουν στάση και να ασκήσουν την πίεση που απαιτείται, όπως φαίνεται και από το ότι δεν συνεχίστηκε η κατάπαυση πυρός.

Πηγή: in.gr