Σαν ανοικτή επιστολή προς την αφεντιά μου, τα έγραφε ο Σενέρ Λεβέντ,  πριν λίγες μέρες. Αλλά τα λόγια του δεν αφορούσαν μόνο εμένα. Έθιγε μια από τις πιο καταλυτικές εξελίξεις του Κυπριακού. Την (ελεγχόμενη) διακίνηση στα δυο μισά της πατρίδας μας. Την διακίνηση των οδοφραγμάτων, που πολλές φορές έγραψα ότι μπορεί να αποτελεί και την τελική σφραγίδα της διαίρεσης και των δύο κρατιδίων.

«Εσύ είσαι στην ελεύθερη περιοχή. Και εγώ στην κατεχόμενη. Έχω ένσταση. Αν είναι υπό κατοχή το μισό μιας χώρας, δεν θεωρείται ελεύθερο και το άλλο μισό της. Εγώ νιώθω πως είναι υπό κατοχή όλη η Κύπρος», έγραφε ο Σενέρ, και φυσικά αυτή είναι η αλήθεια. Μας αφορούν όλους τα λόγια του, γι΄ αυτό δημοσιεύω εδώ όσα περισσότερα μπορώ. Μαζί με τα δικά μου σχόλια.

«Μπορεί εσύ να είσαι μακριά από τα κατοχικά στρατόπεδα, όμως η υπό κατοχή γη σου είναι αιχμάλωτη», γράφει. «Αν η γη σου είναι αιχμάλωτη, ούτε εσύ θεωρείσαι ελεύθερος. Το σπίτι σου είναι αιχμάλωτο. Ο δρόμος σου αιχμάλωτος. Οι παιδικές αναμνήσεις σου αιχμάλωτες. Επειδή δεν μπορείς να έχεις πρόσβαση σε αυτά, ούτε εσύ μπορείς να είσαι ελεύθερος. Η νοσταλγία σου να έχεις πρόσβαση σε αυτά μόνο απόδειξη ότι είσαι αλυσοδεμένος είναι.

»Συγγνώμη, όμως πρέπει να πω ότι είμαι πιο ελεύθερος από εσένα σε τούτη την κατεχόμενη περιοχή. Αυτή δεν είναι ελευθερία που μου χάρισε ο κατακτητής. Είναι η ελευθερία μου με κόστος το κεφάλι μου που ρίσκαρα να πληρώσω. Αν εκείνος είναι ελεύθερος να σκοτώσει, είμαι και εγώ ελεύθερος να σκοτωθώ. Σε αντίθεση με εσένα, μπορώ να πολεμήσω πρόσωπο με πρόσωπο εναντίον του. Αν εκείνος είναι ελεύθερος να λιντσάρει και να σκοτώσει, είμαι και εγώ ελεύθερος να αντισταθώ. Μήπως το τίμημα για κάθε άρθρο είναι μια σφαίρα; Αν την καρφώσει, ας την καρφώσει. Αν δεν το ρισκάρω αυτό στην κατεχόμενη περιοχή, πώς μπορώ να είμαι ελεύθερος;»

Ποιος να αμφισβητήσει όσα λες, φίλε μου. Αιχμάλωτοι όλοι μας της Τουρκίας και όποιος δεν το αντιλαμβάνεται μόνο υποκριτής μπορεί να είναι.

Άκου, για να καταλάβεις. Ο παππούς ο Κωστής, που έφαγε τις μέρες και τις νύχτες του στις λεμονιές και στις ελιές του στον Καραβά, όταν έφτασε στα τελευταία του, πρόσφυγας, είτε ήταν στη Λευκωσία, είτε ήταν στη Λεμεσό, όπου ζούσαν οι κόρες του, κάθε πρωί ετοίμαζε τη βαλίτσα με τα ρούχα του, καθόταν στη βεράντα και περίμενε το λεωφορείο. «Τι περιμένεις παππού;», τον ρωτούσαμε. «Έρχεται όπου νάναι το λεωφορείο να πάω στον Καραβά», απαντούσε με απόλυτη φυσικότητα. Το περίμενε κάθε πρωί. Και κάθε πρωί μαύριζε η ψυχή του από την πίκρα μακριά από τον Καραβά. Είμαστε εμείς ελεύθεροι, Σενέρ; Και οι παιδικές και οι ενήλικες αναμνήσεις μας και οι ρίζες μας και η ταυτότητα μας, όλα είναι αιχμάλωτα. Η μόνη διαφορά μας είναι ότι εσύ ρισκάρεις το κεφάλι σου για την ελευθερία, εμείς -κάποιοι από εμάς, όχι όλοι- ρισκάρουμε μόνο την ψυχή μας και τα συναισθήματα μας. Αλλά, ελεύθεροι δεν είμαστε. Αυταπάτες έχουμε μόνο.

Ρωτάς, «μήπως νιώθουν πράγματι ελεύθεροι όσοι ζουν στην ελεύθερη περιοχή;». Όσοι ζουν κοροϊδεύοντας τους εαυτούς τους μπορεί. Αλλά, ακόμα κι αυτοί έρχεται μια στιγμή που καταλαβαίνουν. Έρχονται οι επιθέσεις στην Πύλα. Εμφανίζονται οι ένοπλοι Αττίλες στη Δένεια. Μπαίνουν οι μπουλντόζες στο Βαρώσι. Συλλαμβάνεται ένας φανατικός επαναπροσεγγιστής (καταχρηστικά, το λέω) στα κατεχόμενα για κατασκοπεία. Διώκεται ένας Σενέρ Λεβέντ διότι δημοσίευσε σκίτσο που ενόχλησε τον Ερντογάν. Και τότε καταλαβαίνουν. Όσοι μπορούν ακόμα να καταλάβουν.

Δυστυχώς, είναι όπως το λες, Σενέρ: «Παρά ταύτα, όλα αυτά δεν πρέπει να μας κάνουν να μην αγωνιζόμαστε. Δεν πρέπει να υποκύψουμε στον ενδοτισμό, έτσι δεν είναι; Όμως, βλέπω ότι κάποιες καρδιές τις έζωσε μια ηττοπάθεια, μια βαριεστημάρα και μια αγανάκτηση. Ούτε εσένα καταλαβαίνουν αγαπητέ μου φίλε Άριστε. Ούτε εμένα». Και να μην μας καταλαβαίνουν δεν θα ήταν πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι ότι προχώρησαν ακόμα πιο πέρα. Μας θεωρούν επικίνδυνους…

* Απολογούμαι για την διακοπή αλλά τελείωσε η σελίδα, αύριο η συνέχεια.

Φιλελεύθερος