O ουκρανός πρόεδρος, Ζελένσκι, παραδέχτηκε ότι έχει ξεκινήσει η αντεπίθεση κατά των Ρώσων. Το είχε πει πρώτος ο Πούτιν. Ο γερμανός καγκελάριος, Όλαφ Σολτς, λέει ξαφνικά ότι θα συνομιλήσει «σύντομα» με τον ρώσο πρόεδρο, Πούτιν, αλλά για να αποσύρει τις δυνάμεις του από την Ουκρανία. Σιγά μην πειστεί  ο ρώσος πρόεδρος, που δεν πρόκειται να παραδεχτεί καμία ήττα!

Ακόμη και ο ρεαλιστής Μάριο Ντράγκι, μιλώντας στο MIT στη Βοστώνη, υποστήριξε πως «δεν υπάρχει εναλλακτική για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Ευρώπη και οι σύμμαχοί τους θα πρέπει να εξασφαλίσουν ότι η Ουκρανία θα κερδίσει αυτόν τον πόλεμο. Ή θα είναι το τέλος για την Ευρωπαϊκή Ένωση».

Ο δισεκατομμυριούχος Τζορτζ Σόρος πάει ακόμη πιο μακριά: «Πρέπει να καταστραφεί η γέφυρα της Κριμαίας μετά την ουκρανική αντεπίθεση. Τώρα στόχος πρέπει να είναι η χερσόνησος της Κριμαίας, η βάση του ρωσικού ναυτικού».

Σε αυτά προστίθεται και ο Economist, ο οποίος προτρέπει τη Δύση να είναι πιο αποφασιστική στο στοίχημά της για την ουκρανική αντεπίθεση, γιατί «οι επόμενες εβδομάδες θα καθορίσουν το μέλλον όχι μόνο της Ουκρανίας, αλλά ολόκληρου του συστήματος ασφαλείας στην Ευρώπη».

Αναμφίβολα, η ρωσική εισβολή έχει μετατραπεί σε τραγικό πόλεμο που έχει ήδη προκαλέσει εκατοντάδες χιλιάδες θανάτους και από τις δύο πλευρές, καθώς και προφανώς την καταστροφή ενός τμήματος της Ουκρανίας.

Αλλά το φόντο εμφανίζεται πάντα το ίδιο, με τραγικά αδυσώπητο τρόπο: ένα μεγάλο μέρος της ανατολικής Ουκρανίας, αλλά και κάποιες ρωσικές κατεχόμενες περιοχές είναι τώρα μια έρημος από ερείπια και μοιάζουν με νεκροταφείο.

Ενα είναι σίγουρο: Η διπλωματία φαίνεται τώρα να είναι η ηττημένη από τη στρατηγική του πολέμου της φθοράς.

Όσοι θέλουν μια εξεύρεση λύσης σε αυτόν τον πόλεμο μέσω μιας ουσιαστικής διαπραγμάτευσης, είναι ουσιαστικά αφοπλισμένοι. Αντιμέτωποι με την παντελή έλλειψη οποιασδήποτε διπλωματικής στρατηγικής, η οποία φυσικά και πρέπει να συνεχίσει την υποστήριξη προς την Ουκρανία.

Αλλά στην πραγματικότητα αυτό που αναρωτιέται κανείς είναι αν υπάρχει πραγματικά κάποιος που να σκέφτεται μια ρεαλιστική διπλωματική διαπραγμάτευση;

Μπροστά σε αυτό το δράμα που διαδραματίζεται στην καρδιά της Ευρώπης, υπάρχει τώρα ένα αντικειμενικό άλμα προς τα πίσω σε σύγκριση με το παρελθόν: Ο Ψυχρός Πόλεμος της τελευταίας μεταπολεμικής περιόδου μέχρι την πτώση του Βερολίνου εξελίσσεται πλέον σε μια πολύ χειρότερη αντιπαράθεση. Με μια απαίσια σκιά στο βάθος: ο εφιάλτης ενός πυρηνικού ατυχήματος που θα μπορούσε να παρασύρει τους πάντες σε έναν παγκόσμιο πόλεμο. Ήδη ο Πούτιν ανακοίνωσε ότι στις 7-8 Ιουλίου θα έχει ολοκληρωθεί η εγκατάσταση πυρηνικών όπλων στη Λευκορωσία.

Ορισμένοι ειδικοί στην ευρωπαϊκή γεωπολιτική, αντί να μιλούν για μια ουκρανική αντεπίθεση, φοβούνται μια μακρά, πολύ μεγάλη σε διάρκεια σύγκρουση, με συνέπειες που δεν θα είναι μόνο αυτές ενός συμβατικού πολέμου, αλλά θα προκαλέσουν τεράστιες, ανησυχητικές επιπτώσεις, τόσο για την οικονομία και για τη δημοκρατική σταθερότητα πολλών κρατών, όσο και για τις σχέσεις μεταξύ πολλών χωρών, που κάποτε ήταν σύμμαχοι.

Το ερώτημα είναι τι σκέφτονται οι Ηνωμένες Πολιτείες, που έχουν και το πρόσταγμα. Έναν δύσκολο «πόλεμο φθοράς» μέχρι να καταρρεύσει  η Ρωσία; Αλλά ακόμα κι αν αυτό ήταν αλήθεια εφικτό, πόσος χρόνος πρέπει να περάσει και πόσους νεκρούς θα μετρήσουμε στο τέλος; Αξίζει πραγματικά να επιλέξουμε μια τέτοια στρατηγική ή θα ήταν σοφότερο να βασιστούμε σε μια διπλωματική κίνηση, ίσως και επώδυνη; Που θα οδηγούσε όμως σε κατάπαυση του πυρός και ίσως στην ειρήνη;

Άλλωστε, στην αναμέτρηση, αργά ή γρήγορα, θα εμπλακεί και η Κίνα, που αναγκάζει ήδη τις Ηνωμένες Πολιτείες να διατηρούν την εστίασή τους στην περιοχή του Ειρηνικού. Ο πολύπειρος στρατηγός Μαρκ Μίλεϊ, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου των Ηνωμένων Πολιτειών, το είπε πολύ καθαρά: τώρα βρισκόμαστε σε έναν πολυπολικό κόσμο που υπάρχουν τρεις υπερδυνάμεις: οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία και η Κίνα. Και η ανθρωπότητα είναι δύσκολο να διαχειριστεί τρεις υπερδυνάμεις…

Ναυτεμπορική