Γράφει η Μαρία Γιαλαμά
Ι. Μ. Αγίας Αικατερίνης του Σινά, στην μεγάλη έρημο. Ένα μοναστήρι που κλείνει 1500 χρόνια, ενεργού λειτουργικής παρουσίας, από τότε που ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Ιουστινιανός και η Θεοδώρα, το ίδρυσαν ως θεματοφύλακα της Ορθοδοξίας και του Βυζαντίου. Μία συνέχεια του Βυζαντίου ανά τις χιλιετίες. Ακόμη μνημονεύονται στο μοναστήρι αυτό οι κτήτορές του, κάνοντας το Βυζάντιο να ζη στους αιώνες των αιώνων αδούλωτο. Μία γωνιά της γής, που ξαφνικά έγινε λεία χάριν της τουριστικής αναπτύξεως, ενός κράτους που δεν υπήρχε καν όταν ιδρύθηκε η μονή. Ένα κουκούλι ιερών κειμηλίων, που κρατά άσβεστο και αδούλωτο το Βυζάντιο μπήκε στο στόχαστρο των κερδοσκόπων, αλλά και των γεωπολιτικών βιαίων αλλαγών.Η επικινδυνότητα αμφοτέρων αδήριτη για τον εν λόγω πολύτιμο θρησκευτικό χώρο. Ένας τόπος επικοινωνίας με τον Θεό αλώθηκε από τον θεό του χρήματος και τον μουσουλμανικό επεκτατισμό.
Η είδηση ότι δημεύθηκε η περιουσία της Ι.Μ. Αγίας Αικατερίνης του Σινά, που έγινε γνωστή την ημέρα μνήμης της αποφράδας 29/5/1453,κινητοποίησε τον Ελληνισμό. Κινητοποίησε όμως και τα έμμισθα κυβερνητικά παπαγαλάκια ,που προσπαθούν να καλύψουν την ανικανότητα της κυβερνήσεως να κρατήσει τον φάρο αυτό της Ορθοδοξίας, μακριά από τα αρπακτικά της ανάπτυξης του κοσμικού τουρισμού της Αιγύπτου. Όλα αυτά, επειδή το ΧΡΕΟΣ, αυτό του Έλληνος προς τις ιερές παρακαταθήκες του, έπαψε να υπάρχει. Αυτό το αίσθημα του μεγίστου χρέους προς το μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης, που αισθανόταν η μεγάλη Ελληνίδα, Ιωάννα Τσάτσου να την βασανίζει..Αυτό που την έκανε, αμέσως μετά την απελευθέρωση της χερσονήσου του Σινά, το 1979,να προγραμματίσει το ταξείδι –προσκύνημα, στις αρχές του 1980 στην «αδούλωτη Βυζαντινή γωνιά», όπως χαρακτηρίζει το μοναστήρι, διότι το θεωρεί «βυζαντινό κρίκο της μεγάλης αλυσσίδας του Ελληνισμού». Άλλωστε η ίδια λέει, «ότι λαοί όπως ο Ελληνικός με συνέχεια την υποχρέωσή τους προς την ιστορία, αυξάνουν και επιβάλλονται».
Εμείς ως λαός όμως, αφήσαμε ακουσίως μέχρι κάποιου βαθμού, ανάξιους να προστατεύουν την ιστορία του και κατέστησαν την χώρα ανυπόληπτη, όπως ανέφερε και ο Α.Σαμαράς σε δήλωσή του για το τραγικό της εκβάσεως του όλου θέματος. Το δυσάρεστο είναι, ότι πολιτικοί και πολιτικολογούντες, μη γνωρίζοντες την Ελληνική γλώσσα, επιμένουν στο ότι θα ιερουργούν οι μοναχοί της Μονής, ως δήλωση της μη αλλαγής του ιδιοκτησιακού της χαρακτήρος, προσπαθώντας να καλύψουν την αυθαίρετη μεταβολή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της μονής, που φέρεται δημευμένη, μετά την δικαστική απόφαση της 28/5/2025. Οι ίδιοι δεν αναφέρουν, ότι οι μοναχοί εγκαταβιούν στην μονή ,με ετήσια βίζα, η οποία χορηγείται ή όχι ,δεδομένου ότι είναι ατομική. Επί πλέον αποκρύπτουν ,ότι ο στόχος είναι τα σπουδαία χειρόγραφα που φυλάσσονται στην Ι.Μ μαζί με τις περίφημες μεμβράνες του σιναϊκού κώδικος και φυσικά η μεγαλύτερη πινακοθήκη ιερών εικόνων του κόσμου που συντηρούνται, κοσμούν και κρύπτονται στο μοναστήρι. Αποφεύγουν να προσεγγίζουν την αθέτηση επί της ουσίας των συμπεφωνημένων από τον Δεκέμβριο του 2024,μεταξύ αντιπροσωπείας Ελλήνων και Αιγυπτίων, από Αιγυπτίους υπουργούς χρονοτριβούντες και μη υπογράψαντες την συμφωνία, αφήνοντας το δικαστήριο να αποφασίσει για ήδη συμπεφωνημένα. Άλλη μία «γεραπετρίτιος φιλία», όπως αυτή με την Τουρκία γεννήθηκε, άνευ της συναινέσεως των Ελλήνων, μία Εθνική μειοδοσία δύσκολα αναστρέψιμος ανέτειλε.
Οι προσπάθειες της Ιωάννας Τσάτσου και του Ευαγγέλου Αβέρωφ να ενισχυθεί η μονή με εθελοντές για πενταετή παραμονή στην μονή με σύγχρονη απαλλαγή των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων, προκειμένου να εργασθούν στην συντήρηση των χειρογράφων των μεμβρανών και των αγίων εικόνων, βάλλεται 45 χρόνια μετά, από την ύποπτη αδιαφορία ή αφέλεια της Ελληνικής κυβερνήσεως. Οι σκέψεις πολλές για τους ενδοτικούς του ΥΠΕΞ, η Μονή εάν ισχύσει η απόφαση του δικαστηρίου, θα χαθεί. Ότι τροφοδοτεί και συντηρεί την μονή και τους μοναχούς, δημεύεται, όπως οι κήποι και η ύδρευση, αλλά και πάνω από 20 μνημεία μεγάλης θρησκευτικής αξίας.…αφήνοντάς την έρμαιο στα χέρια επικινδύνων αλλοθρήσκων. «Η Ελληνική σημαία απέραντη ένα με τον ουρανό» που υποδέχθηκε την Ιωάννα Τσάτσου την 1/3/1980 όπως γράφει, θα υποσταλεί μονίμως. Οι μοναχοί της Μονής ήδη πενθούν έχοντας κλείσει την Μονή μέχρι την 5η Ιουνίου και παρακαλούν για συνδρομή όλου του πολιτισμένου κόσμου ,για την σωτηρία ενός μνημείου της παγκοσμίου πολιτιστικής κληρονομιάς, ενός μνημείου Χριστιανικού ανεκτίμητης αξίας. Το προκύπτον ερώτημα ,αν θα σωθεί ή όχι, είναι δύσκολο να απαντηθεί. Η φερεγγυότητα των συνομιλητών έχει τρωθεί, όσον αφορά τους Αιγυπτίους. Ο ζών κρίκος του βυζαντίου με το παρόν, τείνει να ραγεί και η ρήξη αυτή θα είναι εάν πραγματοποιηθεί εθνικό ,θρησκευτικό έγκλημα διαρκείας, το οποίο θα χρεωθεί αποκλειστικώς στην ανύπαρκτη, ανυπόληπτη εξωτερική πολιτική των οσφυοκαμπτών, μπροστά στην μουσουλμανική επεκτατικότητα, την οποία παρακολουθούν ή ακόμη και συνδράμουν με την απραξία τους.
Ο δρόμος της απαλλαγής από τους ανικάνους ,είναι μονόδρομος πλέον.