Αναλύσεις
Μεθοδευμένη υποχώρηση της εθνικής μας ατζέντας έναντι της διεθνούς

Όλα κύλησαν ομαλά, ευτυχώς, στην κρίσιμη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη (13/3/’22). Αυτή ήταν, τουλάχιστον, η εικόνα που βγήκε προς τα έξω, αν και η πολιτική επικοινωνία συχνά εξαπατά…
Ήταν κάτι περισσότερο από εμφανής η διάθεση προσέγγισης εκ μέρους των δύο πλευρών τόσο απ’ τη χαλαρή διάθεση που έβγαλαν προς τα έξω όσο κι από την ενδυματολογική τους επιλογή (”η χαλαρή ενδυμασία αρκετές φορές προσφέρεται για πιο σοβαρές συζητήσεις”, είπε ο πρωθυπουργός).
Όμως, πέρα από το ανάλαφρο της εικόνας, η ουσία είναι ότι άλλη μία συνάντηση με τον Τούρκο Πρόεδρο έκλεισε με μονόπλευρα ευχολόγια από ελληνικής πλευράς, ενώ από τη μεριά τους οι Τούρκοι μίλησαν προκαταβολικά για συνολική ατζέντα με την Ελλάδα (βλ. δήλωση του εκπροσώπου του ΑΚΡ Ομέρ Τσελίκ για τη θεματολογία συζήτησης στη συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν, 7/3/’22)
Ο Έλληνας πρωθυπουργός μίλησε για συζήτηση επί των εθνικών μας θεμάτων γενικά και αόριστα τονίζοντας μόνο το ιδιαίτερο βάρος που δόθηκε στην Οικονομία από την οποία, όπως είπε, περιμένουν (αμφότεροι) πρόοδο τους επόμενους μήνες, ώστε να δοθεί χρόνος για ετοιμότητά τους το προσεχές Φθινόπωρο στο σχεδιασμένο από την Ελλάδα Ανώτατο Συμβούλιο Ελληνοτουρκικής Συνεργασίας το οποίο θα λάβει χώρα στην Αθήνα.
Ωστόσο, όπως παραδέχτηκε, ”οι διαφορές μας με την Τουρκία είναι μεγάλες και δεν γεφυρώνονται απ’ την μια στιγμή στην άλλη”. Πίσω απ’ αυτήν τη δήλωση, δυστυχώς, κρύβεται η μεγάλη αλήθεια που λέει ότι ο Ερντογάν έθεσε όλα τα απαράδεκτα για μας στο τραπέζι:
Τα παράλογα αφηγήματα της Τουρκίας περί ”Γαλάζιας Πατρίδας”, τις τουρκικές διεκδικήσεις (που περιλαμβάνουν το μισό Αιγαίο), την αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών, τα casus belli και το Κυπριακό, καθώς οι δυο χώρες (μαζί με τη Βρετανία) είναι εγγυήτριες δυνάμεις της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τα παραπάνω αιτήματα βέβαια τα επαναφέρει η Τουρκία όποτε της δίνεται η ευκαιρία να επικαιροποιήσει τη στρατηγική της ”Γαλάζιας Πατρίδας” της. Κι αυτό αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο ότι δεν μας συμφέρει εθνικά να συναινούμε εξ ορισμού στα κελεύσματα και τις προτροπές των ΝΑΤΟϊκών συμμάχων μας και δη των ΗΠΑ.
Των ΗΠΑ που εσχάτως δείχνουν την… αγάπη τους προς την Ελλάδα δίνοντας ψήφο… εμπιστοσύνης στην Τουρκία (σ.σ. Ήδη μεταφέρουν από τη Ρωσία 5.000 εταιρείες τους προς ενίσχυση της τουρκικής Οικονομίας).
Την Τουρκία που παρουσιάζεται ως κληρονόμος μιας αυτοκρατορίας και λόγω του αυτοκρατορικού παρελθόντος της ”έχει το δικαίωμα, και την υποχρέωση να διασφαλίσει μια ουδέτερη ζώνη (ενδοχώρα) γύρω της”, κάτι που την εμποδίζουν να το κάνει τα ελληνικά νησιά του Αιγαίου.
Χέρι βοήθειας για την επικύρωση του οθωμανικού αυτοκρατορικού παρελθόντος που αγωνίζεται να περάσει ο Ταγίπ Ερντογάν έδωσε άθελά του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όταν — λίγο πριν το δίωρο γεύμα τους στην προεδρική κατοικία Βαχντετίν (ασιατική πλευρά της Πόλης) — αποκάλεσε ”Ιστανμπούλ” την Κωνσταντινούπολη!..
Φευ! Ήταν η καλύτερη ψήφος εμπιστοσύνης για το προ δύο ετών τόλμημα του Τούρκου Προέδρου να πει σε πανηγυρική ομιλία του στην Τουρκία ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία χτίστηκε πάνω στην κληρονομιά της Βυζαντινής. Ήταν η καλύτερη ψήφος εμπιστοσύνης και για την θρασύτατη οικειοποίηση εκ μέρους του του βυζαντινού δικέφαλου αετού ένα χρόνο αργότερα (Οκτώβριος 2021).
Τώρα θα μου πείτε πως τα συνηθίζει αυτά ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Συνηθίζει δηλαδή να γίνεται ”γενναιόδωρος” απέναντι στους αντιπάλους μας. Αρκεί να θυμηθούμε το λεχθέν από τον Ζάεφ ”έδωσε μάχες για μας”, εννοώντας την υπεράσπιση απ’ τον Έλληνα πρωθυπουργό της ”Συμφωνίας των Πρεσπών”, αν και ο ίδιος την είχε χαρακτηρίσει προεκλογικά ”εθνικά ασύμφορη”, γιατί ”προσβάλλει την αλήθεια και την ιστορία της χώρας” (Ιανουάριος 2019).
Αρκεί να θυμηθούμε και την… υποδειγματική ανοχή του στις τουρκικές προκλήσεις στη θάλασσα και τον ουρανό του Αιγαίου (αμφιβάλλω, παρεμπιπτόντως, αν ελέχθη εκ μέρους του — στη συνάντηση με τον Ερντογάν — το παραμικρό για τις καταιγιστικές παραβιάσεις του εναέριου χώρου μας από τα τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη).
Όλα αυτά επιβεβαιώνουν, αν μη τι άλλο, ότι τα δείγματα της ”γενναιοδωρίας” του συμβαδίζουν με εκείνα της ανεμελιάς του που τον έκανε να πει την ιστορική Κωνσταντινούπολη Istanbul (με φόντο την ελληνική σημαία χωρίς τον σταυρό, δίπλα στην τουρκική με την ημισέληνο) και να διαβάσει το ”Πάτερ Ημών” στην Πατριαρχική Θεία Λειτουργία για την Κυριακή της Ορθοδοξίας στο Φανάρι.
Ήταν χτυπητές πινελιές επικοινωνιακής ”ανορθογραφίας που ψαλίδισαν την εικόνα του Κυριάκου Μητσοτάκη έναντι εκείνης του ”ανθρωπιστή”, πιστού μουσουλμάνου Ταγίπ Ερντογάν ο οποίος ανταποκρίνεται επιτυχώς στον ρόλο του διαμεσολαβητή-ειρηνοποιού στο Ουκρανικό, προκειμένου να σβήσει από τη μνήμη της διεθνούς κοινής γνώμης την ταύτιση της Τουρκίας με τις εισβολές σε ξένο έδαφος (Κύπρο, Συρία, Αφγανιστάν).
Και μια και μιλάμε για εισβολές, θα ομολογήσω ότι μου έκανε χείριστη εντύπωση το γεγονός ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός — ευρισκόμενος στο ”σπίτι” του εισβολέα της Κύπρου (ενν. την Τουρκία) — στόχευσε αποκλειστικά την Ρωσία, σαν να έχει παραγραφεί στη συνείδησή του η εισβολή του Αττίλα ως αποτέλεσμα παραγραφής λόγω χρόνου (48 χρόνια απ’ το 1974).
Κι αυτό το τελευταίο το επιβεβαίωσε, δυστυχώς, λέγοντας το απίστευτο που δείχνει σαν έμμεση σύσταση προς εμάς να ξεχάσουμε την τραγωδία της Κύπρου.
” […] Είδατε πάλι και σήμερα τραγικές εικόνες από την Ουκρανία με αμάχους να χάνουν τη ζωή τους. Αυτά πρέπει να μας απασχολούν…”, είπε αποπροσανατολιστικά.
Με άλλα λόγια θα έπρεπε — αντί του τουρκικού αναθεωρητισμού, των ξένων και τουρκικών πιέσεων για αποστρατιωτικοποίηση των νησιών μας, του casus belli και της διεκδίκησης του μισού Αιγαίου από τους Τούρκους (βλ. ”Γαλάζια Πατρίδα”) — να μας απασχολεί (για χάρη της Δύσης) η διεθνής ατζέντα που προτάσσει την αντιμετώπιση του ”ρωσικού επεκτατισμού”.
– […] Είδατε πάλι και σήμερα τραγικές εικόνες από την Ουκρανία με αμάχους να χάνουν τη ζωή τους… ”, είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, χωρίς να κάνει ωστόσο την παραμικρή μνεία για την μέριμνα των Ελλήνων της Μαριούπολης, όπως έκαναν για τους δικούς τους οι Τούρκοι.
Κι αυτά δεν τα είπε τυχαία, αλλά γιατί ήθελε να μας κάνει να υποτιμήσουμε τα εθνικά μας θέματα έναντι των ανορθολογικών καταστάσεων που λαμβάνουν χώρα στην Ουκρανία. Κάτι τέτοιο ασφαλώς θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνο αν δεν αντιμετωπίζαμε κίνδυνο εθνικής επιβίωσης λόγω του μεταναστευτικού και του επεκτατισμού σε βάρος μας της Τουρκίας.
Της Τουρκίας η οποία εφαρμόζει κατά γράμμα όχι μόνο το Σχέδιο της ”Γαλάζιας Πατρίδας”, αλλά και το ”Σχέδιο “Ντονμπάς” που εργαλειοποιεί τις τουρκικές μειονότητες στα Βαλκάνια (βλ. αίτημα για αναγνώριση ”τουρκικής” μειονότητας σε Θράκη και Δωδεκάνησα).
Ασφαλώς ο πόλεμος στην Ουκρανία εξελίσσεται πολύ επικίνδυνα με κίνδυνο να πάρει παγκόσμιες διαστάσεις όχι μόνο σε στρατιωτικό επίπεδο, αλλά και σε ανθρωπιστικό, αφού μια επισιτιστική κρίση, θα διαχυθεί και εκτός των ουκρανικών συνόρων.
Όμως αυτό δε σημαίνει ότι θα πρέπει να υποτιμήσουμε τα δικά μας εθνικά θέματα, που — μαζί με το Κυπριακό — βρίσκονται σε παρατεταμένο αναβρασμό. Δε θα πρέπει να τα υποτιμήσουμε παρασυρμένοι απ’ το Ουκρανικό και για έναν ακόμα λόγο.
Γιατί η Τουρκία δεν δείχνει διάθεση υποχωρητικότητας σε κανένα επίπεδο και γι’ αυτό καλά θα κάνουν στο ΥΠΕΞ και το Μαξίμου να πάψουν να τρέφουν αυταπάτες και να μιλούν περί… ”απομονωμένης” Τουρκίας, τη στιγμή που την “χαϊδεύουν” προκλητικά ΗΠΑ-Γερμανία-Ρωσία και ο Πρόεδρός της έχει αποδείξει περίτρανα ότι παίζει θαυμάσια σε δύο ταμπλό:
Απ’ την μια εισπράττει, δηλαδή, την ευγνωμοσύνη της Ουκρανίας για τη διαρκή υποστήριξη (το ”ευχαριστώ” του Ζελένσκι στο twitter και το ”μπράβο στα τουρκικά Bayraktar-TB2 drone” του προέδρου του Γενικού Επιτελείου της Ουκρανίας έκαναν το γύρο του διαδικτύου), κι από την άλλη δεν επικυρώνει τις κυρώσεις του ΝΑΤΟ σε βάρος της Ρωσίας.
Επιπλέον, για να προσφέρει υπηρεσίες στην τελευταία με ετεροχρονισμένα ανταλλάγματα σε Αιγαίο και Κύπρο, ο Ταγίπ Ερντογάν διατηρεί για χάρη της ανοιχτό τον τουρκικό εναέριο χώρο για τα ρωσικά αεροσκάφη, ενώ συνομιλεί ταυτόχρονα με Τελ-Αβίβ, Κίεβο, Μόσχα και Ουάσινγκτον (στην οποία υπέβαλε αίτημα για αγορά 40 νέων μαχητικών αεροσκαφών F-16), σε αντίθεση με εμάς που περιορίσαμε τη γεωπολιτική δυναμική μας και τα κάναμε θάλασσα διπλωματικά κόβοντας τις γέφυρες με τη Ρωσία…
Κρινιώ Καλογερίδου (Βούλα Ηλιάδου, συγγραφέας)

Αναλύσεις
Διαχρονικά επίκαιρος ο Θουκυδίδης στην Ουκρανία
Ο ρεαλισμός διέλυσε για μια ακόμα φορά τις ψευδαισθήσεις που επικρατούν και στη χώρα μας ότι το διεθνές δίκαιο αποτελεί το ιερό φυλαχτό που θα μας προστατεύσει από τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, η οποία το γράφει κυριολεκτικά στα παλαιά της υποδήματα.

Γράφει ο Λάμπρος Τζούμης
Επικείμενη συμφωνία μεταξύ Ρωσίας – Ουκρανίας με την επιδιαιτησία των ΗΠΑ και χρήσιμα συμπεράσματα για τη χώρα μας.
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες η συμφωνία θα περιλαμβάνει :
– Την de jure αναγνώριση από τις ΗΠΑ, της ρωσικής κατοχής της Κριμαίας.
– Την de facto κατοχή των εδαφών που κατέλαβε η Ρωσία μετά την εισβολή, δηλ. το 20 τοις εκατό της ουκρανικής επικράτειας.
– Η Ουκρανία δεν θα γίνει μέλος του ΝΑΤΟ.
– Το πυρηνικό εργοστάσιο της Ζαπορίζια θα ελέγχεται από τις ΗΠΑ.
– Θα εξασφαλιστεί ο διάπλους του ποταμού Δνείπερου από την Ουκρανία.
– Θα παρέχονται εγγυήσεις ασφαλείας στην Ουκρανία από τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Συμπεράσματα – εκτιμήσεις αν υπογραφεί η παραπάνω συμφωνία :
– Ο Θουκυδίδης είναι διαχρονικά επίκαιρος. Ο ρεαλισμός διέλυσε για μια ακόμα φορά τις ψευδαισθήσεις που επικρατούν και στη χώρα μας ότι το διεθνές δίκαιο αποτελεί το ιερό φυλαχτό που θα μας προστατεύσει από τον αναθεωρητισμό της Τουρκίας, η οποία το γράφει κυριολεκτικά στα παλαιά της υποδήματα.
– Η Ουκρανία θα αποτελέσει ένα υποτελές κράτος. Η εθνική ανεξαρτησία και η εδαφική ακεραιότητα δεν εξασφαλίζεται από ξένες δυνάμεις και φιλικές διαβεβαιώσεις. Όταν αποδέχεσαι την ανάθεση της κυριαρχίας σου σε προστάτιδες δυνάμεις (νταβατζήδες) δεν αποτελείς κυρίαρχο κράτος, αλλά προτεκτοράτο μιας ξένης δύναμης.
– Ο Ζελένσκι πολύ δύσκολα θα παραμείνει στη θέση του αν υπογράψει τον εδαφικό ακρωτηριασμό της Ουκρανίας και όσα προαναφέρθηκαν.
– Στον 21ο αιώνα γίνονται πόλεμοι και επί ευρωπαϊκού εδάφους και δεν κρατούν λίγα 24ωρα αλλά χρόνια, παρά τις ψευδαισθήσεις που έχουν ορισμένοι.
Αναλύσεις
Στρατηγική πλήρους τουρκοποίησης-ισλαμοποίησης των Κατεχομένων
Η αλλοίωση του πληθυσμού, η ενίσχυση της θρησκευτικής παρουσίας και τα έργα εξάρτησης συνθέτουν ένα οργανωμένο σχέδιο ενσωμάτωσης.

Η Τουρκία εφαρμόζει στρατηγική πλήρους τουρκοποίησης των κατεχομένων μέσω εποικισμού, ισλαμοποίησης και ελέγχου της τοπικής κοινωνίας. Η αλλοίωση του πληθυσμού, η ενίσχυση της θρησκευτικής παρουσίας και τα έργα εξάρτησης συνθέτουν ένα οργανωμένο σχέδιο ενσωμάτωσης. Πρόκειται για μια μακροχρόνια διαδικασία με σαφείς γεωπολιτικές στοχεύσεις.
Γράφει ο Κώστας Βενιζέλος, Hellas Journal
Η ισλαμοποίηση των κατεχομένων, η πλήρης εναρμόνιση της κοινωνίας με την τουρκική, η ενίσχυση του τουρκικού πληθυσμού με νέους εποίκους, συνιστούν τον σχεδιασμό της Άγκυρας, που δεν είναι τωρινός, αλλά συνεχίζεται με στόχο την πλήρη τουρκοποίηση της περιοχής. Είναι προφανές πως την τελευταία περίοδο υπάρχουν ενδείξεις ότι εντείνονται οι προσπάθειες για υλοποίηση των στρατηγικών επιδιώξεων της Τουρκίας στην κατεχόμενη Κύπρο. Σε αυτό το σχέδιο, λοιπόν, εντάσσονται και η εκπαίδευση, η θρησκεία, η εδραίωση της δημογραφικής αλλοίωσης, η αλλαγή κουλτούρας, απόκτησης ισλαμικής συνείδησης και προτύπων (μαντήλα), όπως και τα έργα υποδομής-εξάρτησης.
Η ενίσχυση του τουρκικού πληθυσμού στα κατεχόμενα αποτελεί στρατηγικό στόχο της Τουρκίας, που μεθοδικά προωθείται και υλοποιείται βαθμηδόν από την περίοδο αμέσως μετά την εισβολή του 1974. Προ ημερών υπήρξε επίσημη τοποθέτηση από πλευράς της Άγκυρας για αύξηση του εκ Τουρκίας πληθυσμού στην κατεχόμενη Κύπρο ενόψει και «της κατασκευής κοινωνικών κατοικιών».
Υπενθυμίζεται ότι ο Τούρκος Υπουργός Περιβάλλοντος, Αστικοποίησης και Κλιματικής Αλλαγής, Μουράτ Κουρούμ, ανακοινώνοντας νέα έργα στα κατεχόμενα, ανέφερε πως «θα ληφθούν μέτρα για την ενίσχυση της τουρκικής παρουσίας στο νησί». Στην περίπτωση αυτή αναφέρεται ενδεχομένως στη μεταφορά εργατών από την Τουρκία για την κατασκευή έργων με στόχο, βέβαια, να μην είναι εποχιακή η παρουσία τους.
Ο πληθυσμός και η δημογραφική αλλοίωση
Σύμφωνα με στοιχεία που κατέχουμε, οι Τουρκοκύπριοι πληθυσμιακά είναι μειοψηφία και ο αριθμός τους ανέρχεται περίπου στις 135.000. Σε σχέση με εκείνους που έχουν τη λεγόμενη υπηκοότητα, οι Τουρκοκύπριοι και οι έποικοι είναι αριθμητικά σχεδόν ίσοι. Υπολογίζεται ότι τη λεγόμενη υπηκοότητα έχουν περίπου 270.000. Εκεί που φαίνεται ότι οι αριθμοί ανατρέπονται είναι όταν στον πληθυσμό προστίθενται οι Τούρκοι που διαμένουν στα κατεχόμενα αλλά δεν έχουν υπηκοότητα, οι οποίοι είναι περισσότεροι.
Σε αυτούς περιλαμβάνονται οι εποχιακοί εργάτες, που έρχονται και οι πλείστοι παραμένουν, οι φοιτητές, ο στρατός κατοχής (35.000), οι οικογένειες των αξιωματικών (5.000). Σκοπίμως δεν δίνονται πλήρη στοιχεία ή, εάν δίνονται, προκαλούν σύγχυση. Κάποιοι υποστηρίζουν πως στα κατεχόμενα ζουν σήμερα περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι, αριθμός που φαντάζει υπερβολικά μεγάλος. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς τεκμηριωμένα να τον αμφισβητήσει αλλά ούτε και να τον επιβεβαιώσει. Σημειώνεται πως ο εκλογικός κατάλογος το 2018 περιλάμβανε 190.553 ψηφοφόρους, ενώ το 2023 210.000.
Υπενθυμίζεται ότι το καθεστώς Ερντογάν πιέζει συνεχώς για «πολιτογράφηση» εποίκων. Τούτο συνδέεται με τον πολιτικό και τον οικονομικό έλεγχο των κατεχομένων. Συνδέεται με τη διαμόρφωση συνθηκών για να έχουν το πάνω χέρι οι έποικοι, εκτοπίζοντας τους Τουρκοκύπριους. Η επιδίωξη αυτή δεν αφορά, όμως, μόνο την αριθμητική ενίσχυση. Αυτός ο στόχος συνδυάζεται, όπως φαίνεται, από παράλληλες κινήσεις για ισλαμοποίηση των κατεχομένων και την πλήρη ενσωμάτωση των Τουρκοκυπρίων στην τουρκική κοινωνία.
Σημειώνεται συναφώς ότι ο πληθυσμός, η αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρα, ήταν η πρώτη κίνηση που έκανε η Τουρκία, αμέσως μετά την εισβολή. Η μεταφορά εποίκων ήταν εύκολη, μπορούσε να γίνει γρήγορα, ενώ με την ενέργεια αυτή, που γινόταν για να κατοικηθούν τα σπίτια των Ελληνοκυπρίων, οι οποίοι είχαν εκδιωχθεί βιαίως, είχε κι άλλο σκοπό, που αφορούσε τη βιωσιμότητα της περιοχής: να δουλέψουν στη γεωργία, στη βιομηχανία αλλά και να μεταφέρουν και την κουλτούρα τους.
Η θρησκεία και η εκπαίδευση ως εργαλεία επιρροής
Η θρησκεία είναι το άλλο όπλο. Στα κατεχόμενα λειτουργούν 213 τζαμιά. Σε αναλογία πληθυσμού και χώρου, ο αριθμός είναι υπερβολικά μεγάλος. Κτίζουν τζαμιά αντί σχολείων, ενώ μεγάλος είναι και ο αριθμός των ιμάμηδων. Υπολογίζεται ότι 240 άτομα απασχολούνται ως προσωπικό στη «διεύθυνση θρησκευτικών υποθέσεων», ενώ οι 120 από αυτούς είναι ιμάμηδες. Στα κατεχόμενα δρουν πλέον διάφορα «ισλαμικά τάγματα».
Την ίδια ώρα, η εκπαίδευση και η θρησκεία δεν λειτουργούν αποκομμένα αλλά συνδέονται. Εξ ου και η υπόθεση με τη μαντήλα, που δεν μπορεί να θεωρηθεί μεμονωμένη αλλά εντάσσεται στη μεγάλη εικόνα και το σχεδιασμό για την ισλαμοποίηση. Είναι σαφές, όπως αναφέρεται και σε σημείωμα του Τουρκικού Κλάδου του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών του Ιανουαρίου 2023, ότι ο στόχος είναι να καταστεί η τουρκοκυπριακή κοινότητα πιο «τουρκική» και πιο «μουσουλμανική». Ως εγχείρημα παραμένει δύσκολο προς υλοποίηση, καθώς οι Τουρκοκύπριοι είναι κοσμικοί. Είναι, όμως, εύκολο σε σχέση με τους εποίκους, που όπως σημειώνεται είναι η πλειοψηφία.
Για να γίνει εφικτός ο σχεδιασμός, πρέπει να ενισχύεται και η εξάρτηση των κατεχομένων από την Τουρκία. Κι αυτό γίνεται μέσα από τη μόνιμη οικονομική εξάρτηση, κυρίως σε ό,τι αφορά τη λειτουργία της αποσχιστικής οντότητας, του «κράτους», αλλά και τα έργα υποδομής. Όπως η μεταφορά νερού με υποθαλάσσιο αγωγό από την Τουρκία στα κατεχόμενα. Αλλά και ο σχεδιασμός για μεταφορά ηλεκτρισμού, που μέχρι στιγμής δεν έχει υλοποιηθεί.
Με όλα αυτά, η κατοχική δύναμη θέλει να δημιουργήσει ένα μη ανατρέψιμο τετελεσμένο, το οποίο θα αφορά «τα δεδομένα» επί του εδάφους. Θέλει να καταστήσει τα κατεχόμενα τουρκική επαρχία, μια περιοχή-«πλυντήριο» για παράνομες συναλλαγές και δράσεις. Μια περιοχή, ένα ψευδοκράτος, που θα λειτουργεί ως δομή και κουλτούρα, με πρότυπο την τουρκική κοινωνία. Πλήρης, δηλαδή, τουρκοποίηση. Την ίδια ώρα, είναι σαφές πως εάν την Τουρκία την εξυπηρετεί να προχωρήσει σε μια συμφωνία στο Κυπριακό, θα επιδιώξει ένα συνομοσπονδιακό μοντέλο, στο οποίο μέσω του τουρκικού μουσουλμανικού συνιστώντος κρατιδίου, θα ελέγχει και το ελληνοκυπριακό και θα είναι και στην ΕΕ!
Ενδείξεις πληθυσμού μέσω κινητής τηλεφωνίας
Διαχρονικά χρησιμοποιείται ο αριθμός των συνδρομητών κινητής τηλεφωνίας για να εξαχθούν συμπεράσματα για τον πληθυσμό στα κατεχόμενα. Αυτό μπορεί να δώσει μια ένδειξη, αλλά δεν μπορεί να θεωρηθεί βασικό στοιχείο. Δεν μπορεί να θεωρηθεί κρίσιμης σημασίας στους υπολογισμούς που γίνονται. Κι αυτό επειδή κάποιοι που επισκέπτονται τα κατεχόμενα αλλά δεν μένουν μόνιμα, όπως Τούρκοι επιχειρηματίες, ενδέχεται να είναι συνδρομητές σε εταιρείες κινητής τηλεφωνίας. Ή άλλοι να έχουν περισσότερες από μία συνδρομές. Τα τελευταία στοιχεία που υπάρχουν δίνουν ένα στίγμα, που πρέπει ασφαλώς να ληφθεί υπόψη.
Σημειώνεται ότι το «Ίδρυμα Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνίας – Bilgi Teknolojileri ve Haberleşme Kurumu (BTHK)» του κατοχικού καθεστώτος, δημοσιοποίησε την έκθεση δεδομένων του τομέα ηλεκτρονικής επικοινωνίας για το τέταρτο τρίμηνο του 2024 (περίοδος Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου).
Με βάση την έκθεση, στη συγκεκριμένη περίοδο υπήρχαν 1.062.691 εγγεγραμμένες συνδρομές κινητής τηλεφωνίας, εκ των οποίων οι 846.039 ήταν ενεργές. Στην έκθεση καταγράφονται και οι εταιρείες στις οποίες είναι εγγεγραμμένες οι συνδρομές (το 57% των συνδρομών κινητής τηλεφωνίας ήταν εγγεγραμμένες στην «εταιρεία» τηλεπικοινωνιών «Kuzey Kıbrıs Turkcell» και το υπόλοιπο 43% στην «Telsim»). Την ίδια περίοδο, υπήρχαν εγγεγραμμένες στο «τμήμα τηλεπικοινωνιών της ‘’τ.δ.β.κ.’’» συνολικά 74.928 συνδρομές σταθερής τηλεφωνίας.
Ενδιαφέρον, πάντως, έχουν και τα στοιχεία σε σχέση με την κινητικότητα των τηλεφωνικών κλήσεων. Σύμφωνα με την έκθεση, οι χώρες προς τις οποίες καταγράφεται η περισσότερη κίνηση από τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας των κατεχομένων είναι η Τουρκία, η Βρετανία, η Νιγηρία, η Κυπριακή Δημοκρατία, το Ιράν και το Τουρκμενιστάν. Οι δε χώρες από τις οποίες καταγράφεται η περισσότερη κίνηση προς τα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας των κατεχομένων είναι η Τουρκία, η Βρετανία και η Νιγηρία. Σε σχέση με τη Νιγηρία, φαίνεται πως οι τηλεφωνικές κλήσεις έχουν σχέση και με την παρουσία φοιτητών από τη χώρα αυτή σε «πανεπιστήμια» των κατεχομένων.
Αναλύσεις
ΜπορούνΤραμπ και Πούτιν να επιλύσουν το Κυπριακό;
Μπορούν Ρωσία και ΗΠΑ να αποκόψουν τον Γόρδιο Δεσμό;

Γράφει ο Ουίλλιαμ Μάλλινσον
Σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, η Κύπρος έχει υπάρξει το πεδίο προβολής της απληστίας και των φιλοδοξιών των μεγαλύτερων δυνάμεων για εκατοντάδες χρόνια. Εν τούτοις, το νησί δεν διαιρέθηκε ποτέ γεωγραφικά ή εθνοτικά μέχρι την τουρκική εισβολή του 1974, η οποία απέκοψε το βόρειο τρίτο του νησιού από την υπόλοιπη επικράτεια, εκδιώχνοντας τους Ελληνοκυπρίους και εισάγοντας Τούρκους εποικιστές οι οποίοι έχουν σχεδόν πλημμυρίσει τους γηγενείς Τουρκοκυπρίους (η επιχείρηση αυτή ήταν πράγματι μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις εθνικής εκκαθαρίσεις από τότε που το Εβραϊκό Κράτος εκδίωξε περίπου 750,000 Παλαιστινίους το 1948). Σύγχρονη εκδήλωση της στρατηγικής σημασίας του νησιού είναι οι ΠΚΒ (Περιοχές Κυρίαρχων Βάσεων), στις οποίες βασίστηκε η υπό όρους ανεξαρτησία της Κύπρου το 1960. Καθώς οι διαπραγματεύσεις για την επανένωση του νησιού συνεχίζονται βασανιστικά, όπως έχουν κάνει για πάνω από πενήντα χρόνια, είναι πλέον καιρός να αναλογιστούμε τον πιθανό αντίκτυπο της τρέχουσας ρευστότητας και αναδιάταξης των διακρατικών σχέσεων. Η Κίνα, η Ουκρανία και η Μέση Ανατολή είναι τώρα στο στόχαστρο της αμερικανικής πολιτικής. Αλλά όταν και αν η Συρία και η Παλαιστίνη σταθεροποιηθούν – τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό – και όταν η ένταση στην Κίνα μειωθεί, η Κύπρος θα περιέλθει υπό προσεκτική εξέταση από τους διαχειριστές της. Σε αυτό το σύντομο σημείωμα, θα αναλογιστούμε την τρέχουσα ρευστότητα, στα όρια της αταξίας, των παγκόσμιων πραγμάτων, στο βαθμό που επηρεάζει την Κύπρο, τις βρετανικές βάσεις, τις ελληνορωσικές σχέσεις και το Ισραήλ και την Τουρκία, και θα ολοκληρώσουμε εξετάζοντας τον ενισχυμένο ρόλο και επιρροή της Ρωσίας στο φως της διαφαινόμενης νίκης της επί του ΝΑΤΟ στις εχθροπραξίες της Ουκρανίας και το πώς η ίδια μαζί με τις ΗΠΑ θα μπορούσαν να κόψουν το γόρδιο δεσμό.
Επί του παρόντος
Μαζί με τη καινοφανή, επιχειρηματικά προσανατολισμένη προσέγγιση του Τραμπ στα διακρατικά τεκταινόμενα, και του εμφανούς ενδιαφέροντός του για τη Μέση Ανατολή και την υποστήριξη του Εβραϊκού Κράτους, συμπεριλαμβανομένου ενός κάπως αλλόκοτου σχεδίου για την επανεγκατάσταση των κατοίκων της Λωρίδας της Γάζας και τη δημιουργία ενός αμερικανικού επινείου, έχουμε το ρωσικό παράγοντα, και τις εντατικές διαπραγματεύσεις που λαμβάνουν χώρα μεταξύ Ρώσων και Αμερικανών διπλωματών με σκοπό την αποκατάσταση και ομαλοποίηση των σχέσεων των δύο χωρών. Παρόλη την στήριξη του Τραμπ προς τον Σιωνισμό, ο πρώτος θα μπορούσε κάλλιστα να ενοχλείται όλο και περισσότερο από τις υπόνοιες ότι η αμερικανική εξωτερική πολιτική είναι αντικείμενο διαχείρισης του Εβραϊκού Κράτους, τουλάχιστον αναφορικά με τη Μέση Ανατολή.1 Και, δεδομένου του ενδιαφέροντός του για ομαλοποίηση των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας, ακόμα και σε βαθμό κατανόησης και δραστηριοποίησης υπέρ των εκπεφρασμένων ανησυχιών για την ασφάλεια της δεύτερης, δεν θα ήταν απίθανο, παρόλες τις πιθανές ισραηλινές ενστάσεις, να συζητηθεί η ρωσική προτίμηση για μια Κύπρο ουδέτερη, απαλλαγμένη από ξένα στρατεύματα, εξέλιξη που θα παρέκαμπτε την ΕΕ και το Ηνωμένο Βασίλειο, τουλάχιστον στα αρχικά της στάδια, παρόμοια με τις συνομιλίες Ουάσινγκτον-Μόσχας για το Ουκρανικό. Ας αρχίσουμε τώρα να μπαίνουμε στο ψαχνό.
Το ΝΑΤΟ και οι Βάσεις
Είναι αρκετά κατανοητό ότι η υπό όρους ανεξαρτησία της Κύπρου που επιτεύχθηκε το 1960 οφειλόταν κυρίως στις προσπάθειες του πρώτου προέδρου της χώρας, Αρχιεπισκόπου Μακαρίου, καθώς και στις αμερικανικές πιέσεις για επίλυση εντός πλαισίων του ΝΑΤΟ, με άλλα λόγια την de facto προσάρτηση σχεδόν του 3% της Κύπρου προκειμένου να φιλοξενηθούν οι ΠΚΒ, τις οποίες ο Μακάριος υποχρεώθηκε να δεχθεί. Ίσως κάπως σουρεαλιστικά, πάνω από το μισό του κειμένου της Συνθήκης Εγκαθιδρύσεως είναι αφιερωμένο στις βρετανικές βάσεις και τα δευτερεύοντα δικαιώματα της Βρετανίας αναφορικά τις στρατιωτικές μετακινήσεις και υπερπτήσεις. Η ίδια η δημιουργία του νέου κράτους εδράστηκε στη στρατηγική του ΝΑΤΟ. Αυτό τα λέει όλα. Οι βάσεις, τμήμα κυρίαρχου βρετανικού εδάφους, παραμένουν επ’ αόριστον, τουλάχιστον όσο διατηρεί την παρουσία του το Ηνωμένο Βασίλειο, ή μέχρι η ρωσική και αμερικανική πίεση οδηγήσουν στην απομάκρυνσή τους.
Οι ΠΚΒ έχουν αποδειχθεί άβολες για τη Βρετανία: πίσω στο 1964, το Υπουργείο Εξωτερικών παραδεχόταν ιδιωτικά ότι οι ΠΚΒ θα θεωρούνταν αυξανόμενα αναχρονιστικές από την παγκόσμια κοινή γνώμη. Μέχρι το 1975, σύμφωνα με το ίδιο υπουργείο, τα βρετανικά στρατηγικά συμφέροντα στην Κύπρο θεωρούνταν ελάχιστα, ενώ η Βρετανία κατέβαλλε εντατικές προσπάθειες για να τις εγκαταλείψει, αν και συνάντησε την ένσταση του Κίσιντζερ. Ακόμα και αφού ο τελευταίος δεν ήταν πλέον στο τιμόνι της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, το φάσμα του παρέμεινε, και, μέχρι το 1981, η Βρετανία είχε εγκαταλείψει τις προσπάθειες να παραιτηθεί από τις βάσεις: σε μία παράξενη μεταστροφή, το Υπουργείο Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας θεωρούσε τώρα τη διατήρηση των βάσεων ως μεγαλύτερης σημασίας από την εύρεση λύσης, διατεινόμενο ιδιωτικά ότι μια πρώιμη λύση μπορεί να μην ήταν εποικοδομητική (αφού μπορεί με τη σειρά της να αύξανε τις πιέσεις εναντίον των ΠΚΒ), και ότι τα βρετανικά συμφέροντα εξυπηρετούνταν καλύτερα από τη συνεχιζόμενη κίνηση προς μία λύση – χωρίς την προοπτική άμεσης επίτευξής της.2 Προφανώς, ο λόγος της Βρετανίας στο ζήτημα δε μετράει πια, και η τελευταία λαμβάνει τις εντολές της από την Ουάσινγκτον. Παρομοίως, ο λόγος της Ελλάδας, παρόλη τη θεωρητική στήριξη της τελευταίας για μια κυρίαρχη και ενωμένη Κύπρο, επίσης είναι μειωμένης σημασίας, με τη χώρα υποχρεωμένη να ακολουθεί τις πολιτικές της Ουάσινγκτον και να μην τολμάει να ζητήσει τη στήριξη της Μόσχας (όπως μπόρεσε να κάνει ο Μακάριος), με επίγνωση του ότι η Ουάσινγκτον, και επομένως το Λονδίνο, θεωρούν την Τουρκία πιο σημαντική στρατηγικά από την Ελλάδα.3 Δεδομένης της σύρραξης στην Ουκρανία, η Ελλάδα έχει μέχρι τώρα αναγκαστεί να υιοθετήσει μια εχθρικότερη στάση έναντι της Ρωσίας απ’ό,τι προηγουμένως, ακολουθώντας πειθήνια τις Βρυξέλλες, φτάνοντας μέχρι και τις απελάσεις διπλωματών. Η Ελλάδα παραείναι άτολμη για να υιοθετήσει μια στάση παρόμοια με της Ουγγαρίας, της Σερβίας ή ακόμα και της Σλοβακίας, έναντι της Μόσχας. Η Ρωσία δεν έχει λόγο να εμπιστεύεται την Ελλάδα και όπως θα δούμε παρακάτω, θα μπορούσε να της προκαλέσει σημαντικά προβλήματα μέσω της Κύπρου.
Η Ρωσία και η Ελλάδα
Ο πρώτος ηγέτης της Ελλάδας, Ιωάννης Καποδίστριας, ήταν αναμφίβολα φιλικά διακείμενος προς τη Ρωσία, πράγμα ελάχιστα απρόσμενο, όχι μόνο επειδή είχε χρηματίσει υπουργός εξωτερικών της αλλά και επειδή η Ελλάδα όφειλε την ανεξαρτησία της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στη Μόσχα, η οποία είχε επεμβεί στρατιωτικά, επικρατώντας των Οθωμανών και αναγκάζοντας έτσι το φιλοοθωμανικό Λονδίνο να εγκαταλείψει τα σχέδιά του για μια ‘αυτόνομη’ Ελλάδα υπό οθωμανικό έλεγχο. Εν τούτοις ο ελληνορωσικός μήνας του μέλιτος έλαβε απότομο τέλος όταν ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε – προς τέρψη του Λονδίνου – το 1831. Στο εξής η Ελλάδα, προτεκτοράτο της Βρετανίας, της Γαλλίας και της Ρωσίας, θα μετατρεπόταν σε πεδίο μάχης μεταξύ αγγλικών, γαλλικών, βαυαρικών και ρωσικών συμφερόντων. Η Βρετανία, που χρειαζόταν τη φιλία της με την Οθωμανική Αυτοκρατορία για στρατηγικούς λόγους, ήταν εμμονικά ανήσυχη για τη ρωσική επιρροή στην Ελλάδα, ειδικά αφού ο Τσάρος απειλούσε να κατακτήσει την Κωνσταντινούπολη. Πράγματι, όπως δήλωνε ο Έντμουντ Λάιονς, βρετανός πρεσβευτής στην Ελλάδα: ‘μια πραγματικά ανεξάρτητη Ελλάδα είναι κάτι παράλογο. Η Ελλάδα μπορεί να είναι είτε αγγλική είτε ρωσική, και αφού δε μπορεί να είναι ρωσική, οφείλει να είναι αγγλική.’ Ο Κριμαϊκός Πόλεμος υπογράμμισε τον αγγλικό φόβο για τη Ρωσία, που έφτασε μέχρι τον αποκλεισμό της Ελλάδας, για να αποτραπεί η αποστολή βοήθειας στη Ρωσία. Η ‘Μεγάλη Ανατολική Κρίση’ αποτέλεσε επιπλέον τεκμήριο του αγγλικού φόβου για τη ρωσική ισχύ, όταν το Λονδίνο κρυφίως απέκτησε την Κύπρο για στρατηγικούς λόγους, οδηγώντας σε κυπριακά αιτήματα για ένωση με την Ελλάδα. Πηγαίνοντας στο 1919, όταν η Ελλάδα έστειλε χιλιάδες στρατεύματα στην Ουκρανία για να πολεμήσει τον Κόκκινο Στρατό, πρώτη κατάφερε όχι μόνο να εξοργίσει τη Μόσχα αλλά και να αποδυναμώσει τις ελληνικές προσπάθειες επικράτησης επί του στρατού του Μουσταφά Κεμάλ στη Μικρά Ασία. Η εμπιστοσύνη της Μόσχας προς το ελληνικό κράτος έλαβε ισχυρό πλήγμα και, μέχρι το 1944, η Σοβιετική Ένωση είχε συμφωνήσει με τον Τσώρτσιλ ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να περιέλθει στη σφαίρα επιρροής της Βρετανίας, συμφωνία την οποία η Μόσχα τήρησε. Έκτοτε και, παρόλο τον Ψυχρό Πόλεμο, οι ελληνικές κυβερνήσεις, με πιθανή εξαίρεση αυτήν του Ανδρέα Παπανδρέου, έχουν υπηρετήσει τη νατοϊκή ατζέντα, παρόλο που ο ελληνικός λαός στο σύνολό του είναι γενικά φιλικά διακείμενος προς τη Ρωσία. Οι ελληνορωσικές σχέσεις υπέστησαν άλλο ένα ισχυρό πλήγμα όταν το ρωσικής έμπνευσης σχέδιο για τον πετρελαϊκό αγωγό Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολης ακυρώθηκε, εξαιτίας αμερικανικών πιέσεων στην κυβέρνηση Καραμανλή. Εν ολίγοις, παρόλη την ιστορική εγγύτητα μεταξύ των λαών Ελλάδας και Ρωσίας, που θεμελιώνεται στην κοινή θρησκεία και τον αποφασιστικό ρόλο της Ρωσίας στον αγώνα για την ελληνική ανεξαρτησία, η Μόσχα δεν εμπιστεύεται πια τις ελληνικές κυβερνήσεις, πολλώ δε μάλλον αφού η Ελλάδα έχει καταστεί κόμβος της αμερικανικής στρατιωτικής στρατηγικής, χωρίς να λάβουμε υπόψη τις ΠΚΒ. Στο θρησκευτικό μέτωπο, το γεγονός ότι η Εκκλησία της Ελλάδος δεν είναι πια σε κοινωνία με ο Πατριαρχείο Μόσχας – με το σχίσμα να έχει ξεκινήσει όταν το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως αυθαίρετα ακύρωσε μια συμφωνία του 1685 με τη Μόσχα, που εξασφάλιζε τον έλεγχο από την τελευταία της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, αναγνωρίζοντας τώρα την ‘Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας’ – έχει δηλητηριάσει περαιτέρω τις σχέσεις μεταξύ της Αθήνας και της Μόσχας. Επιδεινώνοντας τα πράγματα, η Ελλάδα έγινε πρόσφατα η μόνη κυρίως Ορθόδοξη χώρα η οποία επιτρέπει τους κρατικούς γάμους μεταξύ ομοφυλοφίλων, πράγμα που είναι ανάθεμα για τη Μόσχα. Η απαξίωση της Μόσχας για την ελληνική ηγεσία σίγουρα θα μεγεθύνθηκε περαιτέρω όταν ο Έλληνας Πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, χαιρέτησε την παράνομη δολοφονία του Ιρανού στρατηγού Σολεϊμανί, στο Ιράκ. Ακόμα και το Βερολίνο και το Παρίσι απέφυγαν να πράξουν το ίδιο.
Όσο για την Κύπρο, παρόλο που ο γάμος μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου δεν αναγνωρίζεται, η τοπική Εκκλησία, όπως και η ελλαδική, δεν είναι πλέον σε κοινωνία με τη Μόσχα. Εν τούτοις, οι σχέσεις Κύπρου-Ρωσίας είναι πολύ διαφορετική υπόθεση από αυτές της Ελλάδας με τη Ρωσία, δεδομένων των ρωσικών στρατηγικών συμφερόντων στην Κύπρο. Η ρωσική επιρροή είναι πράγματι πολύ ισχυρότερη στη Λευκωσία απ’ ότι στην Αθήνα. Από την εποχή της υπό όρους κυπριακής ανεξαρτησίας, η Μόσχα έχει ακολουθήσει μια συνεπή γραμμή, την επιδίωξη, δηλαδή, μια ανεξάρτητης Κύπρου, απαλλαγμένης από ξένα στρατεύματα. Έχει έτσι απειλήσει με στρατιωτική δράση, προκειμένου να αποτρέψει τουρκική εισβολή το 1964 και το 1967. Ο λόγος για τον οποίο δεν επενέβη στρατιωτικά το 1974 ήταν η επιθυμία της να αποτρέψει την απόπειρα της ελλαδικής χούντας να ενώσει την Κύπρο με την Ελλάδα και έτσι να ενισχύσει το ΝΑΤΟ. Αυτή υπήρξε η ρωσική πολιτική έκτοτε, εξ’ ου και η κριτική της για το Σχέδιο Ανάν, το οποίο δεν ήταν πολύ περισσότερο από μια μεταμφιεσμένη απόπειρα να διατηρηθεί η νατοϊκή επιρροή. Ας στραφούμε τώρα στην ισραηλινο-τουρκική σύνδεση.
Το Ισραήλ και η Τουρκία
Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο Κίσιντζερ τορπίλισε την προσπάθεια του Λονδίνου να εγκαταλείψει τις βάσεις. Ο συχνά επικαλούμενος λόγος ήταν ότι ο Κίσιντζερ θεωρούσε τις ΠΚΒ ζωτικής σημασίας για την αραβοϊσραηλινή διένεξη. Και έτσι αποδείχθηκαν, με το Ακρωτήρι να χρησιμοποιείται από τους Αγγλοσάξονες για τη μεταφορά όπλων στο Ισραήλ για να εξοντωθούν Παλαιστίνιοι. Η Τουρκία, παρόλες τις φιλο-παλαιστινιακές και αντι-ισραηλινές μεγαλοστομίες του Ερντογάν, έχει κοινό συμφέρον στη διατήρηση των ΠΚΒ, όπως η Τουρκία και το Ισραήλ είχαν κοινό συμφέρον στην από κοινού ανατροπή του Άσαντ (με γενναία οικονομική βοήθεια από το Κατάρ). Και οι δύο χώρες κατέχουν παράνομα τμήματα της Συρίας, ενώ το Ισραήλ στηρίζει διακριτικά την κατοχή εκ μέρους της Τουρκίας ενός τρίτου της Κύπρου. Κοντολογίς, ούτε το Ισραήλ ούτε η Τουρκία στηρίζουν τη ρωσική ιδέα μιας ενωμένης, ανεξάρτητης και ουδέτερης Κύπρου. Ας μπούμε, όμως, τώρα στο ψαχνό και ας αναλογιστούμε το φαινόμενο ‘Τραμπ-Πούτιν’ και πώς θα μπορούσε να χρησιμοποιήσουν την Τουρκία προκειμένου να επιτύχουν μια λύση στο κυπριακό.
Μία επιχειρηματική λύση;
Η Τουρκία, στηριζόμενη στη στρατηγική της θέση και το μεγέθος του στρατού της, έχει παραδοσιακά ακολουθήσει πολιτική ικανοποίησης όλων των πλευρών, συχνά ισορροπώντας διπλωματικά μεταξύ των αποκλινόντων συμφερόντων της Μόσχας και της Ουάσινγκτον, για τις οποίες είναι εξίσου σημαντική. Η βασική επιδίωξη της Μόσχας στην Κύπρο είναι η κατάργηση των ΠΚΒ – αφού αποτελούν de facto νατοϊκές βάσεις – και η επίτευξη λύσης μέσω μιας ενιαίας αλλά ουδέτερης Κύπρου. Όπως βλέπουμε επί του παρόντος, ο Τραμπ αποδέχεται την επιμονή του Πούτιν για μια ουδέτερη Ουκρανία, όσο απομείνει από την τελευταία όταν σταματήσουν οι εχθροπραξίες. Έτσι, με την επιχειρηματική λογική του Τραμπ, τα παραπάνω θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και στην Κύπρο και τη Μέση Ανατολή. Αν ο Αμερικανός Πρόεδρος αποφασίσει να συμπήξει σχέσεις ισότητας με τη Ρωσία στη Μέση Ανατολή, αξίζει να αναλογιστούμε τα διαφορετικά σενάρια που ενδέχεται να προκύψουν. Επί του παρόντος, η ένταση είναι ψηλαφητή: το Ισραήλ επιθυμεί να παρασύρει τις ΗΠΑ σε μια επίθεση εναντίον του Ιράν, αφού μία ανοιχτή σύρραξη με το Ιράν θα βοηθούσε τις επεκτατικές πολιτικές του Ισραήλ, αποδυναμώνοντας ή και τελειώνοντας μία και καλή με το μεγαλύτερο περιφερειακό του αντίπαλο. Αλλά οι απειλές εγείρουν απαντήσεις, με τη σχέση της Μόσχας με την Τεχεράνη να διασφαλίζει ότι ούτε οι ΗΠΑ ούτε το Ισραήλ θα καταφύγουν σε ανοιχτό πόλεμο με το Ιράν. Γινόμαστε επί του παρόντος μάρτυρες ενός πολέμου απειλών.
Οι στόχοι του Τραμπ και του Πούτιν είναι να εξισορροπήσουν τα συμφέροντά τους στη Μέση Ανατολή. Είναι εδώ που μπαίνει στην εικόνα η Κύπρος. Διάφορα σενάρια μοιάζουν πιθανά, αν και πάντα υποθετικά.
Πρώτον, η Μόσχα, ενοχλημένη από την ξεκάθαρα αντι-ρωσική, υποτελή στάση της Αθήνας, θα μπορούσε να αναγνωρίσει την ‘ΤΔΒΚ’, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που θα την καθιστούσε ουδέτερη και θα όριζε ότι δεν θα επεδίωκε ποτέ ένταξη στο ΝΑΤΟ. Οι βρετανικές βάσεις θα αφήνοντας στα δύο κυπριακά κράτη που θα προέκυπταν και τα ελληνικά και τουρκικά στρατεύματα (ΕΛΔΥΚ και ΤΟΥΡΔΥΚ) θα αποσύρονταν. Η Βρετανία θα ήταν πρόθυμη να ικανοποιήσεις τις επιθυμίες της Ουάσινγκτον, όπως έχει κάνει πάντα από το 1960, ή και από την κρίση του Σουέζ. Θα ήταν σχεδόν αδύνατο για το Εβραϊκό Κράτος να τορπιλίσει τα σχέδια αυτά, καθώς χρειάζεται την υποστήριξη του Τραμπ για την παράνομη κατοχή της Παλαιστίνης και μερών της Συρίας.
Εδώ, μέρος της συμφωνίας θα περιλάμβανε διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο νέων κρατών για την επιστροφή των προσφύγων και των περιουσιών, για τα οποία υπάρχει ήδη σχετικός μηχανισμός. Θα ήταν, φυσικά, δύσκολο εγχείρημα. Σε μεταγενέστερο σημείο, τα δύο κράτη θα διαπραγματεύονταν μια συνομοσπονδία ελβετικού τύπου, καταλήγοντας επιτέλους σε ένα νέο και ειρηνικό κράτος. Η όλη διαδικασία θα μπορούσε, φυσικά, να πάρει χρόνια. Αλλά η Ρώμη δεν χτίστηκε σε μία μέρα. Η τουρκική υπερηφάνεια θα ικανοποιούνταν, ενώ η Ελλάδα θα έπρεπε απλά να πιει το πικρό ποτήρι της προδοσίας της Ρωσίας. Με την κατάργηση της σύνδεσης, εκ μέρους της Τουρκίας, του κυπριακού με τα ζητήματα του Αιγαίου, οι ελληνοτουρκικές διαπραγματεύσεις για την υφαλοκρηπίδα θα μπορούσαν να απλοποιηθούν. Σημαντικότατα, θα μειώνονταν δραματικά οι πιθανότητες ελληνοτουρκικού πολέμου, τον οποίο η Ουάσινγκτον πάντα φοβόταν, αφού θα γελοιοποιούσε το ΝΑΤΟ,
Δεύτερον, μία άλλη συμφωνία θα μπορούσε να ορίζει διπλή ένωση. Αλλά αφού αυτό θα ισχυροποιούσε το ΝΑΤΟ, θα ήταν μη αποδεκτό για τη Ρωσία, εκτός και αν το ΝΑΤΟ, στο πλαίσιο μιας νέας δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας, μετασχηματιζόταν σε έναν νέο, μη-επιθετικό αμυντικό οργανισμό, με προτεραιότητα τον πολιτισμό αντί για τις κατασκευές και πωλήσεις όπλων. Το τελευταίο φαντάζει, εν τούτοις, κάπως ιδεαλιστικό, δεδομένων των ιδιορρυθμιών της ανθρώπινης συμπεριφοράς.
Συμπερασματικά
Από το 1955, χάρη στη βρετανική επιτυχία να καλλιεργηθεί εχθρότητα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, προκειμένου να παραμείνει η ίδια στην Κύπρο, οι δύο πρώτες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ έχουν φτάσει στα πρόθυρα πολέμου τρεις φορές, πράγμα ανεπίτρεπτο για τις ΗΠΑ, αφού πιθανή σύγκρουση θα ωφελούσε τη Μόσχα καταστρέφοντας τη νότια πτέρυγα της συμμαχίας. Οι έμποροι όπλων και οι μεγαλομέτοχοι, ειδικά στις ΗΠΑ, θα γέμιζαν τα ταμία τους, όπως έχουν κάνει με την παροχή όπλων στην Ουκρανία. Ο πόλεμος είναι καλός για τις επιχειρήσεις, τουλάχιστον για κάποιες, όπως είναι και η απειλή του πολέμου, με την τελευταία να οδηγεί συχνά σε κούρσες εξοπλισμών, όπως συνέβη για παράδειγμα με τον πρόσφατο ανταγωνισμό για απόκτηση επιρροής αναφορικά με την Ουκρανία, μεταξύ Βρετανίας, Γαλλίας, Γερμανίας και Πολωνίας, που συνεπήχθη δραματική αύξηση του στρατιωτικού προϋπολογισμού, προς ζημία της περίθαλψης και των κοινωνικών παροχών.
Εν τούτοις τώρα, με αυτό που μοιάζει όλο και περισσότερο με μια νέα προσέγγιση στα παγκόσμια δρώμενα από την κυβέρνηση Τραμπ, μπορούμε να διακρίνουμε διαφορετικά σενάρια αναφορικά με τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Η παραδοσιακή στάση της Αμερικής στο κυπριακό ζήτημα υπήρξε η διαχείριση ενός συνεχιζόμενου modus vivendi, με παραδόσεις όπλων στις Ελλάδα και Τουρκία με αναλογία 7:10. Όταν ο κόμπος έφτανε ενίοτε στο χτένι, η Αμερική στήριζε συνήθως περισσότερο την Τουρκία από την Ελλάδα, αφού θεωρεί την πρώτη πιο σημαντική για τα στρατηγικά συμφέροντά της στη Μέση Ανατολή, εξ’ ου και η βάση της στο Ιντσιρλίκ, καθώς και η διακριτική ανοχή της στην τουρκική εισβολή και κατοχή της Κύπρου από το 1974.
Αλλά με το πρόσφατα αναπτυσσόμενο ‘επιχειρηματικό κλίμα’ μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας, η Κύπρος, όπως και η Ουκρανία, μπορεί κάλλιστα να διευθετηθεί, όσο και να σκούζει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ούτε και μπορεί να αλλάξει η πραγματικότητα από οποιαδήποτε ποσότητα γλωσσικής βουλιμίας και ταυτολογικών φράσεων όπως ‘ποικιλομορφία’, ‘ισότητα’, ‘συμπερίληψη’, ‘πηγαίνοντας μπροστά’, ‘ώμος με ώμο’, ‘παγκόσμιος κόσμος’ και ‘χρονική περίοδος’.
Αθήνα, 21 Απριλίου 2025
-
Πολιτική3 εβδομάδες πριν
Ομολογία αποτυχίας! Οι Τούρκοι εγκαταλείπουν τη “Γαλάζια Πατρίδα” δια στόματος του εμπνευστή της
-
Αναλύσεις1 μήνα πριν
Μάικλ Ρούμπιν στη Hellas Journal: Η σύλληψη Ιμάμογλου σηματοδοτεί ότι ο Ερντογάν θα απελευθερώσει τον Οτζαλάν μέσα σε νεκροσακούλα!
-
Πολιτική3 μήνες πριν
Έρχεται «τσουνάμι» αποκαλύψεων και στην Ελλάδα για USAID! Οι ΜΚΟ του Soros και οι Πρέσπες του Τσίπρα
-
Άμυνα2 μήνες πριν
Ισραηλινή δημοσιογράφος: “Με τη διάλυση του NATO η Τουρκία θα βρεθεί σε μεγάλο κίνδυνο! Θα χωριστεί στα δύο”
-
Πολιτική3 εβδομάδες πριν
Τούρκοι εισέβαλαν στην Καβάλα για να δείξουν «απειλητική» πινακίδα της ματωμένης Κύπρου! (video)
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Έλληνας από τον Δομοκό αιχμάλωτος των Ουκρανών
-
Απόψεις3 μήνες πριν
Διαβεβαιώνω τον κ. Μητσοτάκη ότι η κυβέρνησή του δεν έχει μέλλον
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Συναγερμός από τον δήμαρχο Αλεξανδρούπολης! “Αθόρυβος εποικισμός – Βούλγαροι και Τούρκοι αγοράζουν σπίτια στην περιοχή”