Weather Icon
Γεωπολιτική , Κίνα , Ρωσία 6 Ιανουαρίου 2022

Τα δύο μεγάλα γεωπολιτικά «αγκάθια» του 2022

Τα δύο μεγάλα γεωπολιτικά «αγκάθια» του 2022

Πέρα από την υγειονομική κρίση, δύο μεγάλα θέματα το 2022 θα βρεθούν στην κορυφή της επικαιρότητας. Ο σιωπηρός υβριδικός πόλεμος που έχει κηρύξει ο αυταρχισμός.

Το 2022, πέρα από την πανδημία και τις εκπλήξεις που μας επιφυλάσσει, από γεωπολιτικής πλευράς, δεν θα είναι μια εύκολη χρονιά.

Η πανδημία μπορεί να υπήρξε δώρο εξ ουρανού για τα όπου γης αυταρχικά καθεστώτα, τα οποία βρήκαν την ευκαιρία να γίνουν ακόμα πιο βίαια, πλην όμως οι ηγέτες τους γνωρίζουν ότι κάθε νόμισμα έχει δύο όψεις. Κατά συνέπεια, είναι πολύ πιθανόν οι απόηχοι της πανδημίας να εμπεριέχουν κινδύνους.

Έτσι, οι κ.κ. Σι Τζινπίνγκ και Βλαδίμηρος Πούτιν έχουν στην τράπουλά τους δύο καλά χαρτιά για την άσκηση γεωπολιτικών εκβιασμών, που είναι οι περιπτώσεις της Ταϊβάν και της Ουκρανίας. Στη σημερινή γεωπολιτική συγκυρία και τις οικονομικές της προεκτάσεις, πρόκειται όντως για δύο επικίνδυνα αγκάθια.

Για περισσότερα από 70 χρόνια, η Κίνα και η σημερινή Ταϊβάν έχουν αποφύγει να έλθουν σε σύγκρουση για ποικίλους λόγους. Από το 1949 που ο κινεζικός εμφύλιος πόλεμος έληξε με νίκη των κομμουνιστών και υποχώρηση των εθνικιστών του Τσιανγκ Κάι-Σεκ στην τότε Φορμόζα, οι δύο πλευρές έδειξαν σώφρονα αυτοσυγκράτηση. Η κατάσταση όμως άρχισε να αλλάζει από τότε που η κομμουνιστική Κίνα διεκδικεί πρωτεία παγκόσμιου παίκτη, ενώ η δημοκρατική σήμερα και πλούσια Ταϊβάν είναι σημαντικός παραγωγός υψηλής τεχνολογίας. Στο νησί αυτό, που απέχει 81 μίλια από την Κίνα, παράγεται το 80% της παγκόσμιας κατανάλωσης ημιαγωγών, κορυφαίο καύσιμο της ψηφιακής εποχής μας.

Από μόνο του το γεγονός αυτό αποτελεί πρόκληση για την Κίνα, η οποία επί σειρά ετών ακολούθησε πολιτική ειρηνικής συμβίωσης με το ταϊβανέζικο καθεστώς, προωθώντας την αντίληψη της «ήπιας επανένωσης».

Την ίδια περίοδο όμως, για να βοηθήσει τον λαό της Ταϊβάν «να δει το φως», το Πεκίνο επιδίωξε να απομονώσει διεθνώς την [πρωτεύουσα] Ταϊπέι, προσφέροντας οικονομικά κίνητρα στους συμμάχους του νησιού, εάν συμφωνούσαν να εγκαταλείψουν την Ταϊπέι υπέρ του Πεκίνου.

Χρησιμοποίησε επίσης την αυξανόμενη οικονομική της μόχλευση για να αποδυναμώσει την θέση της Ταϊπέι στους διεθνείς οργανισμούς και να διασφαλίσει ότι οι χώρες, οι εταιρείες, τα πανεπιστήμια και τα άτομα -πραγματικά όλοι, παντού- ακολουθούν την αντίληψή της για την πολιτική της «μιας Κίνας». Όσο αιχμηρές κι αν ήταν αυτές οι τακτικές, σταματούσαν πολύ πριν τη στρατιωτική δράση. Και παρόλο που οι Κινέζοι αξιωματούχοι υποστήριζαν πάντα ότι είχαν δικαίωμα να χρησιμοποιήσουν βία, αυτή η επιλογή φαινόταν ότι δεν υπήρχε στο τραπέζι.

Τους τελευταίους μήνες, ωστόσο, υπήρξαν ανησυχητικά μηνύματα ότι το Πεκίνο επανεξετάζει την ειρηνική προσέγγισή του και σκέφτεται τη βίαιη ενοποίηση. Ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ κατέστησε σαφή τη φιλοδοξία του να επιλύσει το ζήτημα της Ταϊβάν, έγινε αισθητά πιο επιθετικός σε ζητήματα κυριαρχίας και διέταξε τον κινεζικό στρατό να αυξήσει τη δραστηριότητά του κοντά στο νησί. Ενίσχυσε επίσης τον κινεζικό εθνικισμό και επέτρεψε να εισχωρήσει η συζήτηση για μια βίαιη κατάληψη της Ταϊβάν στο κυρίαρχο ρεύμα του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ).

Η απτή μετατόπιση της σκέψης του Πεκίνου κατέστη δυνατή χάρη σε μια προσπάθεια δεκαετιών για στρατιωτικό εκσυγχρονισμό, που επιταχύνθηκε από τον Σι, με στόχο να επιτρέψει στην Κίνα να αναγκάσει την Ταϊβάν να επιστρέψει στο «μαντρί». Οι κινεζικές δυνάμεις σχεδιάζουν να επικρατήσουν ακόμη και αν παρέμβουν στρατιωτικά οι Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες έχουν εξοπλίσει την Ταϊβάν, αλλά άφησαν ανοιχτό το ερώτημα εάν θα την υπερασπίζονταν σε μια επίθεση. Ενώ οι Κινέζοι ηγέτες συνήθιζαν να θεωρούν φαντασία μια στρατιωτική εκστρατεία για να πάρουν το νησί, τώρα το θεωρούν μια πραγματική πιθανότητα», υποστηρίζει με εντυπωσιακό άρθρο-μελέτη στην επιθεώρηση «Φόρεϊν Αφέαρς» (ελληνική έκδοση) η πολιτική επιστήμονας Οριάνα Σκίλαρ Μαστρό, συνεργάτιδα στο Αμερικανικό Ινστιτούτο της Επιχείρησης.

Υποστηρίζει δε ότι «οι υπεύθυνοι χάραξης της πολιτικής των ΗΠΑ μπορεί να ελπίζουν ότι το Πεκίνο θα διστάσει μπροστά στο πιθανό κόστος μιας τέτοιας επιθετικότητας, αλλά υπάρχουν πολλοί λόγοι να πιστεύουμε ότι ίσως να μη διστάσει. Η υποστήριξη για τη βίαιη ενοποίηση μεταξύ του κινεζικού κοινού και του στρατιωτικού κατεστημένου αυξάνεται. Η ανησυχία για τους διεθνείς άγραφους κανόνες υποχωρεί. Πολλοί στο Πεκίνο αμφιβάλλουν επίσης ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τη στρατιωτική ισχύ για να εμποδίσουν την Κίνα να καταλάβει την Ταϊβάν, ώστε να ενισχύσουν και τη διεθνή επιρροή τους.

Υπό αυτές τις συνθήκες, αν και μια κινεζική εισβολή στην Ταϊβάν μπορεί να μην είναι επικείμενη, για πρώτη φορά μετά από τρεις δεκαετίες, είναι καιρός να λάβουμε σοβαρά υπόψη την πιθανότητα η Κίνα να χρησιμοποιήσει σύντομα βία για να τερματίσει τον σχεδόν ενός αιώνα εμφύλιο πόλεμό της (ξεκίνησε το 1927).

Στο πλαίσιο αυτό, Κινέζοι μελετητές και αναλυτές στρατηγικής με τους οποίους είχαμε επαφές τονίζουν με έμφαση ότι αν και δεν υπάρχει σαφές χρονοδιάγραμμα, ο Σι θέλει η ενοποίηση με την Ταϊβάν να είναι μέρος της προσωπικής του κληρονομιάς. Όταν ρωτήθηκε για ένα πιθανό χρονοδιάγραμμα από έναν δημοσιογράφο του Associated Press τον Απρίλιο, ο Le Yucheng, υφυπουργός Εξωτερικών της Κίνας, δεν επιχείρησε να κατευνάσει τις ανησυχίες για μια επικείμενη εισβολή ή να αρνηθεί την αλλαγή του κλίματος στο Πεκίνο.

για τη συνέχεια Euro2Day

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube