Ευρωστρατός χωρίς μια κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική;
Περί ευρωστρατού
του Γιώργου Διώτη,
Φαίνεται πως οι ραγδαίες εξελίξεις στην διεθνή σκακιέρα της διπλωματίας έφεραν στο προσκήνιο το ζήτημα του Ευρωστρατού, ο οποίος ήταν ‘’ξεχασμένος’’ στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Αρχικά, ας αναλύσουμε τι ακριβώς είναι ο Ευρωστρατός. Το Ευρωπαϊκό Σώμα Στρατού (European Corps, συνήθως αναφερόμενο ως Eurocorps) είναι διεθνές σώμα στρατού, επανδρωμένο με περίπου 1000 αξιωματικούς (έως το 2007), υπαξιωματικούς και στρατιώτες. Έδρα του είναι το Στρασβούργο της Γαλλίας. Το Σώμα ιδρύθηκε τον Μάιο του 1992 και ενεργοποιήθηκε τον Οκτώβριο του 1993.Ο πυρήνας των δυνάμεων του Στρατηγείου είναι η Γαλλογερμανική Ταξιαρχία που ιδρύθηκε το 1987. Έκτοτε η επίσημη γλώσσα από το 2002 είναι τα Αγγλικά. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα από τα πιο φιλόδοξα σχέδια των Ευρωπαίων φεντεραλιστών, προς μια κατεύθυνση πλήρους ομοσπονδοποίησης της ΕΕ. Το ΕΣΣ δεν έχει χρησιμοποιηθεί παρ’ όλο που είναι πλήρως επιχειρησιακό και οι απόπειρες ενέργειάς του στο Τσαντ και στην Λιβύη απέτυχαν παταγωδώς. Πρόσφατα συζητήθηκε η αύξηση του μάχιμου του σώματος κατά 5.000 άτομα έως το 2025.
Τι είναι όμως αυτό που τον φέρνει στο προσκήνιο; Οι εξελίξεις του 2021 στο Αφγανιστάν κάθε άλλο παρά καθησύχασαν τους Ευρωπαίους. Πέραν του πλήγματος του κύρους για την ΕΕ και το ΝΑΤΟ η πρόσφατη ιστορία έχει δείξει, ότι η εκτράχυνση των υφιστάμενων δικτατορικών καθεστώτων ή γενικότερα μη δημοκρατικών, -ειδικότερα σε ισλαμικές χώρες- οδηγεί σε μεγάλα κύματα φυγής προσφύγων και λαθρομεταναστών προς τα εδάφη της Ένωσης. Τα ανατολικότερα μέλη της Ένωσης αντιμετωπίζουν πραγματικές απειλές ειδικά το ζευγάρι Ελλάδας και Κύπρου από την τουρκική επεκτατικότητα και δευτερευόντως, τα κράτη του πρώην Ανατολικού Μπλοκ απ’ την Ρωσία (Πολωνία, Λιθουανία, Εσθονία, Λετονία). Η πιθανή ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ θα σημάνει τον κίνδυνο και αυτών, από την μεγαλύτερη δύναμη της ηπείρου. Σημαίνουσες προσωπικότητες όπως η ‘’Σιδηρά Κυρία’’ της Γερμανίας, η Άνγκελα Μέρκελ και ο Εμανουέλ Μακρόν έχουν τονίσει στο παρελθόν τη σπουδαιότητα της ανάπτυξης του Ευρωστρατού.
Είναι δυνατή η σύσταση ισχυρού ευρωπαϊκού στρατού χωρίς ενιαία εξωτερική πολιτική;
Οι θεωρητικές συζητήσεις και τα ευχολόγια δεν συνάδουν με τις πράξεις στην ζωή, πολλώ δε μάλλον στην πολιτική. Παρατηρώντας τα τεκταινόμενα αντιλαμβάνεται κανείς τη δυσκολία ενός τέτοιου έργου. Ο παράγοντας που αναστέλλει περισσότερο την ανάπτυξή του ευρωστρατού δεν είναι άλλος από την εξωτερική πολιτική που η ίδια η ΕΕ ακολουθεί από τη δεκαετία του 90’. Υπάρχει και κάτι, που οι περισσότεροι στο άκουσμα των συζητήσεων περί ενιαίου στρατού αγνοούν. Τα περισσότερα μέλη της ΕΕ είναι και μέλη της μεγάλης ευρωατλαντικής συμμαχίας και οι ΗΠΑ δεν θα επιτρέψουν την αποδυνάμωση του ΝΑΤΟ, μέσω μιας σταδιακής στρατιωτικής αυτονομίας της Ένωσης. Η Ευρώπη είναι το σημείο ‘’μηδέν’’ για το ΝΑΤΟ, εξ ‘ου και η προσπάθεια ένταξης γειτονικών χωρών της Ρωσίας σε αυτό.
Η αχίλλειος πτέρνα της Ένωσης πλέον είναι η διπλωματική ανικανότητα (ή και απροθυμία) παρέμβασης, εάν και εφόσον απειληθεί μέλος αυτής, είτε τα συμφέροντά της εκτός ευρωπαϊκών συνόρων. Οι κινήσεις των Βρυξελλών δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη και έχουν μετατρέψει την ΕΕ σε ένα οικονομικό κέντρο μεν, άβουλο και παθητικό δε. Ακόμα και επιχειρήσεις ειρηνικές σαν την ‘’IRINI’’ στην Λιβύη απέτυχαν παταγωδώς, μάλιστα ο χώρος δράσης της επιχείρησης δεν ήταν καν εντός των 12 ν.μ. της λιβυκής ΑΟΖ!
Δυστυχώς, η προοπτική του ενιαίου στρατιωτικού σώματος βυθίζεται στο αδιέξοδο εάν εξετάσουμε την ευρωπαϊκή αντιμετώπιση στα ζητήματα που η Τουρκία απειλεί με μεθοδικότητα δεκαετιών τις Ελλάδα και Κύπρο. Συγκεκριμένα, η Τουρκία του Ερντογάν αμφισβητεί ευθέως τα πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδος στο Ανατολικό Αιγαίο. Αποστρατιωτικοποίηση των νήσων, η προ 30 ετών κήρυξη casus belli (αιτία πολέμου) σε περίπτωση όπου η Ελλάδα ασκήσει το νόμιμο δικαίωμά της για οριοθέτηση της ΑΟΖ της στα 12 ναυτικά μίλια, αλλά και προσφάτως η επινόηση του παράνομου τουρκο-λιβυκού μνημονίου για οριοθέτηση των ΑΟΖ τους είναι ενδεδειγμένα των σκοπών της Τουρκίας απέναντι στη χώρα μας. Επιπλέον βαρίδιο είναι η τουρκική παράνομη κατοχή του 1/3 των εδαφών της Κυπριακής Δημοκρατίας, μια κατάσταση βυθισμένη σε παρατεταμένο τέλμα. Πέραν των προαναφερθέντων, στοιχεία της UN Comtrade δείχνουν πως πέντε εκ των 27 κρατών μελών το 2019 (Γερμανία, Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Ολλανδία) βρίσκονταν στην δεκάδα της λίστας των κορυφαίων προορισμών των τουρκικών εξαγωγών, όπερ σημαίνει ότι η Τουρκία εισάγει προϊόντα εντός ΕΕ εκατοντάδων δις. ευρώ. Ακόμα, εκτός από κάποιες επιχορηγήσεις τι άλλο έχει προσφέρει η ΕΕ για την υλοποίηση του σχεδίου EastMed στην Ανατολική Μεσόγειο, ώστε να γίνει περισσότερο αυτόνομη ενεργειακά η Ένωση; Μία παρόμοια κατάσταση συμβαίνει εν γνώση όλων με τις στρατιωτικές εξαγωγές προς την γειτονική χώρα, κάτι που οι τελευταίες ελληνικές κυβερνήσεις ζητούν, ίσως μάταια πια.
Δημιουργείται εύλογα το ερώτημα ‘’Ποιά χώρα εξ ’αυτών -και όχι μόνο- θα δεχόταν να επέμβει στρατιωτικά εναντίον της Τουρκίας διαμέσω του Ευρωστρατού, ακόμα και αν καταπατούνται βασικά κυριαρχικά δικαιώματα της Ελληνικής και Κυπριακής Δημοκρατίας,;
Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει διπλωματικά να στηρίξει τα μέλη της που απειλούνται, ώστε να δείξει ότι θα μπορούσε να το κάνει και στο πεδίο της μάχης, θέτοντας απτές βάσεις για την χρησιμότητα ενός μεγάλου ευρωστρατού. Τοιουτοτρόπως οδηγούμαστε στο συμπέρασμα, ότι ισχυρή στρατιωτική δύναμη δεν νοείται χωρίς την ισχυρή διπλωματική ευελιξία και ικανότητα, ούτε και το αντίστροφο. Ποτέ στην ιστορία δεν επετεύχθη τίποτα με μόνο έναν από τους δύο παράγοντες.
Πηγή: cognoscoteam.gr