Ιστορικές Διαδρομές: 90 χρόνια από την εξέγερση των Οκτωβριανών (1931)
90 χρόνια από την εξέγερση των Οκτωβριανών (1931)
Επιμέλεια: Μιχάλης Μιχαήλ
Πολλά έχουν γραφτεί κατά καιρούς για την εξέγερση των Οκτωβριανών. Όπως συμβαίνει στις πλείστες των περιπτώσεων, οι ιστορικές αναφορές που επικρατούν αποφεύγουν να αναφερθούν στα όσα πραγματικά έγιναν εκείνες τις μέρες και αποτυπώνουν μια ενιαία ιστορία που παρουσιάζει την εξέγερση του Οκτώβρη του 1931 ως μία εξέγερση που έγινε μέσα σε ένα κλίμα ενότητας και ομοψυχίας. Ωστόσο τα πράγματα δεν ήταν έτσι. Οι Ε/κύπριοι ήταν διασπασμένοι και είχαν έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ τους. Την περίοδο αυτή η αστική τάξη της Κύπρου μέσω των εκπροσώπων της, οι οποίοι εκφράζονταν μέσω της Εκκλησίας και διάφορων πολιτευτών, υποστήριζε την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα και πρότασσε έντονα αυτό το αίτημα. Στον αντίποδα ήταν το νεοσύστατο Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου (ιδρύθηκε το 1926), το οποίο δήλωνε την αντίθεσή του στην ένωση.
Οι πολιτικές παρατάξεις της περιόδου
Στη Δεξιά υπήρχαν δύο μεγάλα σχήματα. Οι «Αδιάλλακτοι» ενωτικοί, που υποστήριζαν φανατικά και με αδιαλλαξία το σύνθημα «ένωση και μόνο ένωση». Η ομάδα αυτή απαρτιζόταν κυρίως από τους πλουτοκράτες της εποχής και τον περίγυρό τους, που είχαν χάσει προνόμια με την εμφάνιση των νεότερων πολιτικών και που πίστευαν ότι με τον έντονο ενωτικό αγώνα θα παρεμπόδιζαν την αποικιοκρατική κυβέρνηση να προβεί σε μεταρρυθμίσεις που θα ωφελούσαν τη λαϊκή μάζα και την ανερχόμενη αστική τάξη της Κύπρου. Παράλληλα, με το αντιπολιτευτικό τους σύνθημα τραβούσαν μερίδα της μάζας που δυσφορούσε από την εξαθλίωση που επικρατούσε με τη βρετανική κατοχή. Σύμφωνα με τον Κώστα Γραικό, αυτή η ομάδα καλλιεργούσε μια ιδανική εικόνα για την Ελλάδα και ότι η… μητρική της φροντίδα, σε περίπτωση ένωσης, θα έλυνε τα διάφορα προβλήματα του λαού.
Αυτή η ομάδα αποτελείται από την πλειοψηφία του κλήρου που πίστευε ότι με τον αγώνα αυτό θα ανακτούσε τα χαμένα προνόμια που είχε κατά την περίοδο των Οθωμανών και παράλληλα θα εξουδετέρωνε τον αγώνα των αστών, που μέσω μεταρρυθμίσεων επεδίωκαν να περάσουν τη δύναμη και τον πλούτο της Εκκλησίας στα χέρια τους.
Η άλλη ομάδα ήταν οι «μετριοπαθείς» ενωτικοί, που βασικά αποτελείτο από τους νεότερους αστούς πολιτικούς. Αυτοί αποδέχονταν την ένωση, αλλά ήταν οπαδοί της γραμμής του Ελευθέριου Βενιζέλου, δηλαδή ότι η ένωση δεν θα έρθει με τη βία, αλλά θα έρθει μέσα από τη φιλία, τις καλές σχέσεις και τη συνεργασία με τη Μεγάλη Βρετανία. Η τρίτη ομάδα ήταν οι λεγόμενοι αυτονομιστές, που θεωρούσαν πως ο στόχος της ένωσης δεν ήταν εφικτός και ότι εκείνο που θα μπορούσαν να ζητήσουν οι Κύπριοι από τη Βρετανία θα ήταν η αυτονομία, η οποία στη συνέχεια θα μπορούσε να οδηγήσει στην ένωση.
Η τέταρτη ομάδα ήταν αυτοί που στήριζαν την αποικιοκρατία, οι βρετανόφιλοι. Ήταν αυτοί που δέχθηκαν θέσεις και υπηρετούσαν τους αποικιοκράτες με κάθε κόστος και σε βάρος των συμφερόντων του λαού1.
Όλες αυτές οι δυνάμεις βρίσκονταν σε αντιπαράθεση λόγω σύγκρουσης συμφερόντων των εκφραστών τους. Κι αυτό φάνηκε λίγο πριν από την εξέγερση, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Οι οικονομικές τάξεις
Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι η Κύπρος την περίοδο εκείνη ήταν μια υπανάπτυκτη αγροτική χώρα, στην οποία επικρατούσαν ημιφεουδαρχικές συνθήκες.
Το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της Κύπρου (80+%) ασχολείτο με τη γεωργία, εργαζόμενοι στα τσιφλίκια. Η συντριπτική πλειοψηφία αυτού του πληθυσμού δεν είχε δική της γη. Επίσης τα καλύτερα και ευφορότερα εδάφη ανήκαν στους τσιφλικάδες και στην Εκκλησία, που ήταν τότε ο μεγαλύτερος τσιφλικάς στο νησί, ένα από τα προνόμια που είχε αποκτήσει από την περίοδο της οθωμανικής κατάκτησης2.
Συγκροτημένη πολιτική ζωή δεν υπήρχε, αλλά υπήρχαν πολιτευτές, εκπρόσωποι των κυρίαρχων τάξεων και τοκογλύφοι, οι οποίοι πολιτεύονταν στη βάση των οικονομικών τους συμφερόντων. Με την εμφάνιση των πρώτων πυρήνων της αστικής τάξης ξεκίνησε μια διαμάχη ανάμεσα στις δύο ομάδες, μια διαμάχη του παλιού με το νέο, που είχε την επίδρασή της και σε όσα ακολούθησαν τον Οκτώβριο του 1931.
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι και οι δύο ομάδες και ο κάθε πολιτευτής ξεχωριστά χρησιμοποιούσαν το σύνθημα της ένωσης προκειμένου να πάρουν υποστήριξη από τις λαϊκές μάζες. Την ίδια ώρα όμως, κανένας δεν ασχολείτο με τα προβλήματα του λαού, αλλά ο καθένας προσπαθούσε να διαφυλάξει τα προσωπικά του συμφέροντα. Έτσι κανένας δεν ασχολείτο με τα πιεστικά οικονομικά προβλήματα της μάζας, η οποία ζούσε στην εξαθλίωση που προκάλεσε η οικονομική κρίση του 19293 και είχε τρομακτικές συνέπειες για την Κύπρο.
Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου: Το αντίπαλο δέος
Στον αντίποδα όλων αυτών ήταν το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου, το οποίο απέρριπτε την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα για συγκεκριμένους λόγους.
Το Κ.Κ.Κ. τασσόταν υπέρ της πλήρους ανεξαρτησίας της Κύπρου και της δημιουργίας μιας εργατοαγροτικής κυβέρνησης, βασισμένης στα σοβιετικά πρότυπα.
Το Κ.Κ.Κ. επεδίωκε επίσης την κατάργηση του υφιστάμενου εκλογικού συστήματος, την καθιέρωση καθολικής ψηφοφορίας, ελευθερία του Τύπου και των πολιτικών συγκεντρώσεων, καθώς και την κατάργηση του ποινικού κώδικα. Τασσόταν ακόμη υπέρ της κατάργησης του φόρου για την άμυνα της αυτοκρατορίας, της οκτάωρης εργασίας στα μεταλλεία, της απαλλοτρίωσης των τσιφλικιών και της εκκλησιαστικής γης, του μοιράσματος της γης στους άκληρους γεωργούς και υπέρ άλλων φιλολαϊκών αιτημάτων4.
Όλα αυτά τα αιτήματα καταγράφονταν σε προκηρύξεις του κόμματος, ενώ δημοσιεύθηκαν και σε διάφορες εκδόσεις του εκφραστικού οργάνου του κόμματος, της εφημερίδας «Νέος Άνθρωπος». Σε ό,τι αφορά το «ενωτικό ζήτημα», στο εισηγητικό έγγραφο που κατατέθηκε στο Α’ συνέδριο του Κόμματος (15 Αυγούστου 1926) γινόταν αναφορά στην εμφάνιση της κυπριακής αστικής τάξης και στο θέμα της ένωσης. Το Κ.Κ.Κ. σημείωνε ότι η ένταση του ενωτικού αγώνα του 1911, 1912, η οποία κατέληξε μέχρι και σε ταραχές, «έσπρωξε οριστικά τον τουρκικό πληθυσμό με το μέρος της Αγγλίας και ανέπτυξε το φυλετικό μίσος μεταξύ του Κυπριακού πληθυσμού, των Ελλήνων και των Τούρκων»5.
Οι θέσεις του Κ.Κ.Κ. είναι ενωτικές για τον λαό της Κύπρου, αλλά αντίθετες και εχθρικές προς τους εκμεταλλευτές αποικιοκράτες και τους ντόπιους συνεργάτες τους, τους πλουτοκράτες και μερίδα της ανερχόμενης αστικής τάξης. Το Κ.Κ.Κ. δέχεται τη σκληρή αντίδραση των αποικιοκρατών και των συνεργατών του με διώξεις στελεχών του, κλείσιμο των εφημερίδων του.
Στον Τύπο της εποχής δημοσιεύονται ειδήσεις ότι σε σύσκεψη «εθνικόφρονων», σωματείων που έγινε στην Αρχιεπισκοπή ένα χρόνο πριν από την εξέγερση των Οκτωβριανών, αποφασίστηκε να μην προσλαμβάνονται από σωματεία και άτομα εργοδότες οι κομμουνιστές τεχνίτες και εργάτες. Καλούσαν τους γονείς να καταγγέλλουν τους κομμουνιστές δάσκαλους στο Γραφείο Παιδείας και τον Αρχιεπίσκοπο και να απέχουν οι μαθητές από τα μαθήματά τους μέχρι να απομακρυνθούν οι κομμουνιστές δάσκαλοι. Συνιστούσαν ακόμα να αποτρέπονται να έρχονται σε επαφή με κομμουνιστές οι νέοι που έρχονταν από τα χωριά στις πόλεις για εκμάθηση τέχνης.
Επιπλέον, σημειώνει ο Κ. Γραικός, οι αποικιακές Αρχές απειλούν, εκφοβίζουν, παραβιάζουν την αλληλογραφία, φυλακίζουν κάθε ύποπτο κομμουνιστή, απαγορεύουν τα βιβλία του Λένιν «Κράτος και Επανάσταση» και «Λένιν, ο μεγάλος στρατηγός του πολέμου των τάξεων», «Για το ψωμί και τη λευτεριά», «Το αλφαβητάρι του Κομμουνισμού». Παράλληλα, η εφημερίδα του κόμματος διώκεται και ο υπεύθυνος Χαρ. Σολομωνίδης φυλακίζεται και τελικά αναστέλλεται η έκδοση της εφημερίδας.
Έτσι παρατηρούμε το φαινόμενο, στις παραμονές της εξέγερσης των Οκτωβριανών, παρά τις μεταξύ τους διαφορές, οι αστοί και οι τσιφλικάδες να συνεργάζονται με τις αποικιακές Αρχές προκειμένου να αντιμετωπίσουν το Κ.Κ.Κ. το οποίο θεωρούσαν –και έτσι ήταν– τον πρώτο πολιτικό τους αντίπαλο. Στον αγώνα αυτό δεν είχε θέση ούτε η συνθηματολογία για την ένωση ούτε η οικονομική εξαθλίωση του πληθυσμού.
Και όλοι αυτοί ένιωσαν πραγματικό κίνδυνο για τα συμφέροντά τους όταν στις βουλευτικές εκλογές του 1930 το νεαρό Κ.Κ.Κ. πήρε το σημαντικό ποσοστό του 16%, ενώ στις δημοτικές εκλογές της Πάφου πήρε το 35% των ψήφων.
Το πρωτεύον ήταν η διατήρηση της εξουσίας κάτω από τη σκέπη των Βρετανών αποικιοκρατών, μέχρι την ώρα που επηρεάστηκαν τα οικονομικά τους συμφέροντα.
——————————————-
1Βλ. Κώστα Γραικού «Τα Οκτωβριανά και το Κ.Κ.Κ.».
2Βλ. Δοκίμιο «Ιστορία Κ.Κ.Κ. – ΑΚΕΛ», τομ. 1, σελ. 103, 104.
3Μαχλουζαρίδης, «Αστυνομικά Χρονικά», σελ. 73-76.
4Εκτενές πρωτότυπο κείμενο των θέσεων του Κ.Κ.Κ. επί των ζητημάτων αυτών, βλ. «Πολιτικές Αποφάσεις και ψηφίσματα Συνεδρίων του Κ.Κ.Κ. και ΑΚΕΛ», έκδοση Κ.Ε. ΑΚΕΛ, Ινστιτούτου Ερευνών Προμηθέας 2014, σελ. 28 έως 38.
5Στο ίδιο, σελ. 29, 30.
ΠΗΓΗ: dialogos.com.cy