Weather Icon

Η άγνωστη ανθρώπινη ιστορία των Αχνιωτών το 1974

Η άγνωστη ανθρώπινη ιστορία των Αχνιωτών το 1974

“Ήταν η τελευταία φορά που μπήκα στο σπίτι μας στην Άχνα”

Πάμπος Βάσιλας   

«Όταν άνοιξα την πόρτα της κουζίνας άκουσα την πόρτα της σάλας να κλείνει. Από τον φόβο πάγωσε το κορμί μου αλλά σε κλάσματα δευτερολέπτου συνήλθα. Έσπρωξα την πόρτα να κλείσει και τρέχοντας σαν λαγός από το φόβο μου, βρέθηκα στο παλιό δρόμο Αμμοχώστου- Λάρνακας που περνούσε έξω από την Άχνα. Ούτε 200 μέτρα από το σπίτι μου. Σώθηκα, ψέλλισα. Θα ήταν μέσα Οκτωβρίου όταν έγινε αυτό. Ήταν η τελευταία φορά που μπήκα στο σπίτι μας στην Άχνα. Όταν το είπα στη γυναίκα μου, μέναμε και εμείς στο Δασάκι όπως όλοι οι πρόσφυγες, άρχισε να κλαίει. “Έχουμε δυο βρεφούδια. Αν σε σκοτώσουν οι Τούρκοι, τι θα απογίνουμε εμείς, μου είπε”». 

Τέτοιες δραματικές ιστορίες κυκλοφορούν πολλές ανάμεσα στους ηλικιωμένους σήμερα Αχνιώτες που κατοικούσαν το 1974 στο κατεχόμενο χωριό. Είναι, θα μπορούσε να πει κάποιος, το κοινό μυστικό των Αχνιωτών, σε σχέση με το τι επακολούθησε για σχεδόν ένα τρίμηνο, μετά που οι Τούρκοι κατέλαβαν την Άχνα, στις 28 Αυγούστου 1974. 

Έχοντας την έγκριση, αλλά και τη βοήθεια σε κάποια σημεία του κοινοτάρχη Άχνας, Νίκου Βάσιλα, καταπιαστήκαμε με την άγνωστη ως επί το πλείστον ιστορία των Αχνιωτών, (ακριβής αριθμός δεν υπάρχει), που μέχρι και τον Νοέμβριο του 1974, αποτολμούσαν και εισέρχονταν στα κρυφά, μέσα στο χωριό. Για να πάρουν άλλοι τρόφιμα και ρούχα από τα σπίτια τους, άλλοι ζωοτροφές και σπόρους που είχαν στις αποθήκες τους και κάποιοι άλλοι ακόμη και έπιπλα και οικιακές συσκευές, που μέχρι τότε δεν είχε αρπάξει ακόμη ο κατοχικός στρατός. 

Και όλα αυτά δεν γίνονταν επειδή δεν υπήρχε η παρουσία του τουρκικού στρατού μέσα στην Άχνα. Φαίνεται όμως, μας ανέφεραν πρεσβύτεροι Αχνιώτες, ότι τουλάχιστον μέχρι κοντά στα Χριστούγεννα του 1974, ότι η παρουσία Τούρκων στρατιωτών στο χωριό δεν ήταν μόνιμη, ή για κάποιο λόγο δεν ήταν επαρκής για πλήρη επόπτευση, με αποτέλεσμα οι Αχνιώτες που αποτολμούσαν είσοδο στο χωριό να το καταφέρνουν σχεδόν πάντα. Σχεδόν πάντα, γιατί είναι γνωστό ότι αυτή η ιστορία, άφησε πίσω της τουλάχιστον ένα άτομο νεκρό και δυο μέχρι σήμερα αγνοούμενους, επισημαίνει ο κοινοτάρχης, Νίκος Βάσιλας. 

Οι λόγοι που τους ωθούσαν

Η ζωή στα αντίσκηνα χωρίς βασικές ανέσεις ήταν δύσκολη. Οι άνθρωποι συχνά δεν είχαν ένα παγούρι για να αποθηκεύσουν νερό, ή μια τσίγκινη κούπα, να βάλουν το φαγητό που τους έδιναν στο συσσίτιο. Ούτε και οι κουβέρτες που μοίραζε ο Ερυθρός Σταυρός και η Μέριμνα Προσφύγων αρκούσαν. Γέροι και παιδιά και γυναίκες έγκυες δυσκολεύονταν, καθώς χειμώνιαζε. 

Την ίδια ώρα, τα σπίτια πολλών Αχνιωτών απείχαν από το παλιό δρόμο Λάρνακας- Αμμοχώστου που ήταν το φυσικό σύνορο για τα όρια των βρετανικών Βάσεων, μόλις μερικές δεκάδες ή εκατοντάδες μέτρα. Ήταν και οι γεωργοί που χρειάζονταν είτε εξαρτήματα των τρακτέρ τους, ή ακόμα και σπόρους που είχαν αφήσει στις αποθήκες τους μέσα στο χωριό. Ήταν τέλος και αυτή η αόρατη πληροφορία, που γεννούσε την αισιοδοξία, ότι οι άνθρωποι θα επέστρεφαν σύντομα και στην Άχνα και στα υπόλοιπα κατεχόμενα μας μέρη. Και έτσι οι Αχνιώτες έκαναν καρδιά και κουράγιο, νικούσαν τον φόβο τους και έμπαιναν τα βράδια στο χωριό τους. Άλλοι μόνοι και πεζοί. Άλλοι σε ομάδες δυο και τριών συγγενών ή φίλων. Άλλοι με τρακτέρ και καρότσες, άλλοι με φορτηγάκια. Ότι μπορούσαν, ότι τους φαινόταν χρήσιμο να πάρουν από τα σπίτια τους. Με την ψυχή στο στόμα. Καθώς, φαίνεται ότι τα Ηνωμένα Έθνη γνώριζαν για αυτή τη δραστηριότητα των Αχνιωτών και με κάποιο τρόπο ειδοποιούσαν όταν επίκειτο έφοδος των Τούρκων είτε από τη Μακράσυκα, είτε από την Καλοψίδα. Για να προλάβουν να βγουν από το χωριό, να μην πέσουν στα χέρια των Τούρκων. 

Ξενυχτούσαν οι Αχνιώτισσες

Είναι χαρακτηριστικές οι περιγραφές πολλών γυναικών για τις ώρες αγωνίας που έζησαν κάποια βράδια, όρθιες μέχρι και τις πρωινές ώρες, κοιτάζοντας να δουν ή να ακούσουν από την μεριά της Άχνας, να φανούν οι σύζυγοί τους.

«Είχα θκυο γιούδες πέντε και τριών χρονών και ήμουνα και έγκυος. Στεκόμουνα και παρακαλούσα να ακούσω το τρακτέρ του συζύγου μου να ακουστεί. Κάποιες στιγμές θύμωνα. Κάλιο να κοιμόμασταν χάμω στην κουβέρτα. Αν πάθει κάτι. Τι κουτή που ήμουν και τον άφηνα να μπαίνει νύχτα μέσα στην Άχνα», ήταν η χαρακτηριστική αφήγηση της κ. Π. Ηλιάδας. Για όλες αυτές τις Αχνιώτισσες που βίωσαν αυτές τις τραγικές στιγμές αγωνίας το 1974.

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube