Weather Icon
Ισραήλ 4 Ιουνίου 2021

Γαβριήλ Χαρίτος: Όλοι εναντίον Νετανιάχου

Γαβριήλ Χαρίτος: Όλοι εναντίον Νετανιάχου

H επόμενη μέρα στο Ισραήλ μετά την αποκαθήλωση Νετανιάχου

 Νικολέττα Κουρούσιη   

Μετά από δώδεκα χρόνια κυριαρχίας του Μπενιαμίν Νετανιάχου στην εξουσία, το πολιτικό σκηνικό φαίνεται ότι αλλάζει στο Ισραήλ, αφού 8 κόμματα συμμάχησαν, με στόχο την απομάκρυνση του πρωθυπουργού.

Η φόρμουλα για σχηματισμό κυβέρνησης, υπό την ηγεσία των Γιαΐρ Λαπίντ και Ναφτάλι Μπένετ, «υπόσχεται» να γυρίσει σελίδα στην πολιτική ζωή της χώρας. Θα καταφέρει όμως να πάρει την τελική ψήφο στην Κνέσετ; Mπορούν άραγε να διαμορφώσουν κοινό πολιτικό πρόγραμμα, το οποίο να μακροημερεύσει; Kαι τι θα σήμαινε μια τόσο ετερόκλητη συνεργασία για το Ισραήλ, αλλά και για την εξωτερική πολιτική της γείτονος χώρας;

Σαφείς απαντήσεις έδωσε, μιλώντας στο Philenews, ο δρ. Γαβριήλ Χαρίτος, ερευνητής στο Ινστιτούτο Μπεν-Γκουριόν του ομώνυμου ισραηλινού πανεπιστημίου, ο οποίος διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Κύπρου-Ισραήλ-Ελλάδος στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και στο Πανεπιστήμιο Μπεν Γκουριόν.

-Μετά από έντονες διαβουλεύσεις βρέθηκε η φόρμουλα για σχηματισμό κυβέρνησης υπό την ηγεσία των Γιαΐρ Λαπίντ και Ναφτάλι Μπένετ.  Τώρα παραμένει η τελική έγκριση από την Κνεσέτ. Πώς βλέπετε τις ισορροπίες;

– Το κύριο χαρακτηριστικό του κυβερνητικού σχήματος που συμφωνήθηκε είναι η έλλειψη μίας κοινής ιδεολογικής γραμμής μεταξύ των κομμάτων που συμμετέχουν σε αυτό. Συμφωνήθηκε ότι κατά την πρώτη διετία της κυβερνητικής θητείας πρωθυπουργός θα είναι ο ηγέτης του εθνοθρησκευτικού κόμματος «Γιεμίνα», Ναφτάλι Μπένετ και στη συνέχεια θα τον διαδεχθεί ο ηγέτης του κεντροαριστερού κόμματος «Υπάρχει Μέλλον» (Yesh Atid), Γιαΐρ Λαπίντ. Το κόμμα «Γιεμίνα» εκφράζει σε μεγάλο βαθμό τους Εβραίους εποίκους της Δυτικής Όχθης. Την ίδια στιγμή, στην ίδια κυβέρνηση θα συμμετέχουν το Κόμμα των Εργατικών και το ακροαριστερό κόμμα «Μέρετς» που κινούνται στην ακριβώς αντίθετη ιδεολογική κατεύθυνση, στηρίζοντας είτε τη σταδιακή είτε ακόμα και την άμεση αποχώρηση του Ισραήλ από την Δυτική Όχθη και την εκκένωση των εβραϊκών εποικισμών. Την ίδια στιγμή, το κόμμα «Ισραήλ το Σπίτι μας» (Israel Beytenu) επιδιώκει τον πλήρη διαχωρισμό Θρησκείας-Κράτους, αλλά συγχρόνως ο ηγέτης του, Αβιγκντόρ Λίμπερμαν, κατοικεί ο ίδιος σε εποικισμό στην Δυτική Όχθη. Από την άλλη, ο Ναφτάλι Μπένετ όσο και ο αρχηγός του δεύτερου δεξιού κόμματος που συμμετέχει στην κυβέρνηση, Γκιντόν Σάαρ – ο οποίος αποσκίρτησε από το κόμμα Λικούντ του Βενιαμίν Νετανιάχου – τάσσονται εναντίον σε μία λύση που θα βασίζεται επί της αρχής «δύο έθνη – δύο κράτη» και επιδιώκουν την προσάρτηση των εδαφών της Δυτικής Όχθης, περιορίζοντας την Παλαιστινιακή Αρχή στους θύλακες των μεγαλύτερων παλαιστινιακών πόλεων, τις οποίες αυτή τη στιγμή ελέγχει διοικητικά. Αντιλαμβάνεστε λοιπόν ότι ανάμεσα στα κόμματα του νέου κυβερνητικού σχήματος υπάρχει ιδεολογική άβυσσος. Από την άλλη, το μόνο κοινό σημείο που ενώνει όλες αυτές τις πολιτικές δυνάμεις είναι ότι επιδιώκουν την λήξη της διακυβέρνησης Βενιαμίν Νετανιάχου και του περιβάλλοντός του, κατηγορώντας τους για διαφθορά και μισαλλοδοξία στην διαδικασία λήψεως πολιτικών αποφάσεων. Αναρωτιέμαι εάν αυτός ο συγκεκριμένος κοινός παρονομαστής είναι αρκετός που θα καταστήσει λειτουργική μία τέτοια κυβέρνηση. Έτσι, μία πρώτη εκτίμηση που προκύπτει αβίαστα από τα δεδομένα, είναι ότι το συγκεκριμένο κυβερνητικό σχήμα υπό τους συγκεκριμένους κομματικούς εταίρους δεν εγγυάται μακροημέρευση. Δεν είναι δυνατόν να ‘κτισθεί’ μία κυβερνητική πολιτική ατζέντα με ορίζοντα τετραετίας, όταν το Παλαιστινιακό ζήτημα βρίσκεται ξανά στο προσκήνιο. Απόδειξη, η πρόσφατη στρατιωτική αναμέτρηση Ισραήλ-Χαμάς, η κινητικότητα της διεθνούς διπλωματίας για την προετοιμασία της όποιας ‘επόμενης μέρας’ στην δυσεπίλυτη διένεξη Ισραήλ-Παλαιστινίων και μέχρι ποιον βαθμό η Παλαιστινιακή Αρχή μπορεί να θεωρηθεί ως ‘αξιόπιστος εταίρος’ σε ένα πλαίσιο διαπραγμάτευσης με τους Ισραηλινούς.

Πέραν αυτών όμως, το νέο κυβερνητικό σχήμα εισάγει μία πρωτοτυπία που όμοιά της δεν έχει σημειωθεί ποτέ στην ισραηλινή πολιτική πραγματικότητα. Ενώ μέχρι σήμερα τα αραβικά πολιτικά κόμματα δεν μετείχαν ποτέ σε οποιαδήποτε μετεκλογική διαδικασία και πάντοτε καταψήφιζαν την εκάστοτε κυβέρνηση κατά την διαδικασία της απόδοσης ψήφου εμπιστοσύνης στην Κνέσετ, αυτή τη φορά το αραβικό κόμμα «Ράαμ», που εκφράζει το ισλαμιστικό κίνημα του Νοτίου Ισραήλ και την κοινότητα των Βεδουίνων, σπάει αυτήν την παράδοση. Έτσι, έχει ταχθεί υπέρ της συμπολίτευσης και έχει δηλώσει ότι οι τέσσερεις βουλευτές του θα υπερψηφίσει την νέα κυβέρνηση, παρά την ετερόκλητη ιδεολογική της προέλευση. Η απόφαση του «Ράαμ» ελήφθη έναντι σημαντικών ανταλλαγμάτων, οικονομικών και θεσμικών, υπέρ της αραβικής μειονότητας της χώρας – και όλα αυτά επειδή οιι τέσσερεις αυτές αραβικές κοινοβουλευτικές έδρες εξασφαλίζουν τον ‘μαγικό αριθμό’ των 61 εδρών έναντι των συνολικά 120 εδρών της Κνέσετ.

Με άλλα λόγια, και όπως έχουν οι κομματικοί συσχετισμοί αυτή τη στιγμή, η νέα κυβέρνηση  θα αποκτήσει την ελάχιστη δυνατή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, βασιζόμενη ουσιαστικά στην θετική ψήφου ενός μόνο βουλευτή. Αντιλαμβάνεστε πόσο δύσκολη θα είναι η μακροημέρευση μίας τέτοιας κυβέρνησης συνεργασίας και πόσο εύθραυστες είναι οι τωρινές κοινοβουλευτικές ισορροπίες.

-Θεωρείτε ότι μέχρι την τελική ψηφοφορία στην Κνεσέτ είναι εύκολο να υπάρξουν αποχωρήσεις από τον συνασπισμό κατά του Νετανιάχου;

– Τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί εύκολο ή δύσκολο πια στο ισραηλινό πολιτικό σύστημα, που δεν παύει να μας αιφνιδιάζει καθ’ όλα τα τελευταία δυόμισι χρόνια κυβερνητικής αστάθειας. Ήδη, από τη στιγμή που ανακοινώθηκε η συμφωνία για σχηματισμό κυβέρνησης με τη στήριξη του αραβικού «Ράαμ», τόσο ο Βενιαμίν Νετανιάχου και το κόμμα του Λικούντ, όσο και τα υπόλοιπα κόμματα της δεξιάς, κατηγορούν την αντιπολίτευση για εθνική προδοσία και τα βέλη στρέφονται κυρίως στον ηγέτη του εθνοθρησκευτικού κόμματος «Γιεμίνα» , Ναφτάλι Μπένετ, που του αποδίδουν ότι «πουλάει τη χώρα στους Άραβες». Είναι σαφές ότι οι ψηφοφόροι του Μπένετ, η πλειοψηφία των οποίων είναι Εβραίοι έποικοι, δεν θα φαντάζονταν ποτέ ότι ο ηγέτης του κόμματός τους θα συνέπραττε μετεκλογικά με τα κόμματα της Αριστεράς. Η πιθανότητα να συμπράξει και με κόμμα αραβικό ήταν κάτι που δεν ανέμενε κανείς.

Υπ’ αυτό το κλίμα, γίνονται ήδη παρασκηνιακές επαφές, ώστε να μην πειθαρχήσουν κάποιοι βουλευτές του κόμματος του Ναφτάλι Μπένετ και να μην υπερψηφίσουν το νέο κυβερνητικό σχήμα. Υπάρχουν σημαντικές πιθανότητες οι προσπάθειες του Νετανιάχου και των υπόλοιπων κομμάτων της δεξιάς να επιτύχουν. Είναι ενδεικτικό ότι ο βουλευτής του κόμματος «Γιεμίνα», Νιρ Όρμπαχ, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στο κρατικό ραδιόφωνο την αμέσως επόμενη ημέρα της επίτευξης συμφωνίας για τον σχηματισμό κυβέρνησης, δήλωσε ότι «το κόμμα δεν αποτελεί ιδιοκτησία του αρχηγού του» και ότι «υπάρχουν συγκεκριμένες κόκκινες ιδεολογικές γραμμές, τις οποίες ο Ναφτάλι Μπένετ δεν έχει κανένα δικαίωμα να παραβεί».

Από την άλλη πλευρά, όλα αυτά δεν παύουν να αποτελούν δηλώσεις, οι οποίες αργότερα μπορούν άλλωστε να ανασκευαστούν. Το ζήτημα είναι ότι εάν για παράδειγμα ο συγκεκριμένος βουλευτής ή πιθανώς κάποιος άλλος, την ώρα της ψηφοφορίας στην Κνέσετ αποφασίσει ότι δεν θα στηρίξει την νέα κυβέρνηση, όλο το ‘πολιτικό οικοδόμημα’ που δημιουργήθηκε , αυτομάτως καταρρέει και η χώρα θα συρθεί για πέμπτη συνεχή φορά σε εκλογές, είτε στα τέλη Σεπτεμβρίου είτε στις αρχές Οκτωβρίου. Παραμένει ακόμα άγνωστο πότε ακριβώς θα πραγματοποιηθεί η διαδικασία για την ψήφο εμπιστοσύνης στην Κνέσετ. Δεν πρόκειται όμως να περάσει περισσότερο από ένα επταήμερο μέχρι να έρθει εκείνη η μέρα. Μέχρι τότε, οι ζυμώσεις στον χώρο της δεξιάς θα συνεχίζονται και ουδείς γνωρίζει ποιο θα είναι το αποτέλεσμά τους. Όλα κρίνονται κυριολεκτικά από μία ψήφο. 

-Πώς βλέπετε το γεγονός ότι επήλθε συμφωνία με το αραβικό κόμμα;

Οπωσδήποτε είναι εξαιρετικά θετικό ότι ένα κόμμα της αραβικής μειονότητας αποφασίζει να λάβει ενεργό ρόλο στην πολιτική ζωή της χώρας. Η αραβική μειονότητα στο Ισραήλ αποτελεί το 20% των πολιτών της χώρας και κάποτε θα έπρεπε να εκπροσωπείται στα κέντρα λήψεως αποφάσεων ύστερα από 73 χρόνια ύπαρξη του Κράτους του Ισραήλ.

Το ερώτημα όμως που τίθεται εν προκειμένου είναι το εξής: Η πολιτική σύμπραξη του ισλαμιστικού κόμματος «Ράαμ» με τα σιωνιστικά εβραϊκά κόμματα και υπό τις παρούσες περιστάσεις κομματικής πόλωσης, άραγε αντικατοπτρίζει την θέληση της ισραηλινής κοινωνίας στο σύνολό της; Με άλλα λόγια: Όταν ανακοινώθηκε το νέο κυβερνητικό σχήμα και η συνεργασία τόσο ετερόκλητων πολιτικών δυνάμεων, σημειώθηκαν εκδηλώσεις χαράς από ισραηλινούς πολίτες που επιτέλους είδαν τον Νετανιάχου να βρίσκεται με το ένα πόδι έξω από το Πρωθυπουργικό του Γραφείο ύστερα από 13 χρόνια. Άραγε, εάν «βγάζαμε έξω από το κάδρο» την υπόθεση Νετανιάχου, θα εξέφραζαν την ίδια χαρά επειδή για πρώτη φορά ένα αραβικό κόμμα έχει καταστεί ο απόλυτος ρυθμιστής των πολιτικών εξελίξεων στο Ισραήλ; Εάν σε αυτήν την δεύτερη περίπτωση οι πανηγυρισμοί θα ήταν ίδιοι, τότε όντως η ισραηλινή κοινωνία – και δη η εβραϊκή πλειοψηφία – είναι έτοιμη για ριζικές αλλαγές στην φυσιογνωμία της ισραηλινής πολιτικής ζωής. Εάν όχι, τότε μιλάμε για μία χαρά συγκυριακή, η οποία όμως δύναται να καθορίσει δεδομένα καινούργια – και ίσως κατά τρόπο άκαιρο.

-Πώς εκτιμάτε ότι θα επηρεάσει την εξωτερική πολιτική του Ισραήλ η δρομολογηθείσα αλλαγή στην εξουσία και ειδικότερα απέναντι στα κράτη περιοχής;

– Το τραίνο των «Συμφωνιών του Αβραάμ» φαίνεται πως δεν γυρίζει πίσω. Τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα άνοιξαν την πρεσβεία τους στο Τελ Αβίβ. Το Μαρόκο και το Μπαχρέιν ετοιμάζονται να κάνουν το ίδιο. Νέες επενδύσεις στον χώρο της ενέργειας και της υψηλής τεχνολογίας μεταξύ Ισραήλ-ΗΑΕ ήδη δρομολογήθηκαν. Εάν ο Γιαΐρ Λαπίντ αναλάβει την ηγεσία του Υπουργείου Εξωτερικών, αναμφίβολα θα ακολουθήσει την γνωστή παράδοση υπακοής του Ισραήλ στους σχεδιασμούς των ΗΠΑ. Δεν αποκλείεται μάλιστα να δείξει περισσότερη κατανόηση στην απόφαση της Ουάσιγκτον να έρθει σε μία συμφωνία με το Ιράν για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Όσον αφορά το Παλαιστινιακό, νομίζω ότι ούτως ή άλλως, η νέα κυβέρνηση, εάν τελικά αναλάβει καθήκοντα, δεν θα προλάβει να πράξει πολλά μιας και – όπως ανέφερα προηγουμένως – ο τρόπος που βλέπουν το συγκεκριμένο πρόβλημα τα κόμματα που συμμετέχουν στην κυβέρνηση είναι παντελώς διαφορετικός. Ως εκ τούτου, θεωρώ ότι εάν θα προλάβει να δώσει κάποιο ιδιαίτερο στίγμα η κυβέρνηση Μπένετ-Λαπίντ στα τρέχοντα περιφερειακά εκκρεμή ζητήματα, θα ήταν μάλλον η εκδήλωση περισσότερη εμπιστοσύνης προς τους χειρισμούς των ΗΠΑ σε σχέση με το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι οι θέσεις του Βενιαμίν Νετανιάχου σε σχέση με την ιρανική απειλή, μάλλον έχουν κουράσει το Στέητ Ντιπάρτμεντ υπό την παρούσα διακυβέρνηση των Δημοκρατικών.

-Θεωρείτε ότι θα έπρεπε να προβληματίσουν Λευκωσία και Αθήνα  οι εξελίξεις που δρομολογούνται στο Ισραήλ;

– Οι σχέσεις Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ τα τελευταία δέκα χρόνια διανύουν την καλύτερη περίοδο της Ιστορίας τους. Οι τρεις χώρες έχουν εμβαθύνει τις επαφές τους σε μεγάλο βαθμό και στο Ισραήλ έχουν πλέον αντιληφθεί ότι η πολιτική βοήθεια που προσφέρουν Αθήνα και Λευκωσία τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και διεθνώς είναι εξαιρετικά σημαντική για ποικίλους λόγους, χωρίς πάντοτε να ‘κάνουν τίτλους’ στα ΜΜΕ.

Από την άλλη, εάν τελικά η νέα κυβέρνηση Μπένετ-Λαπίντ αναλάβει καθήκοντα, αυτό θα σημαίνει ότι για πρώτη φορά κατά τα τελευταία 11 χρόνια, Αθήνα και Λευκωσία θα έχουν έναν νέο συνομιλητή στο Ισραήλ: Τον νέο Υπουργό Εξωτερικών , Γιαΐρ Λαπίντ. Ο Λαπίντ δεν έχει αποδείξει τις ικανότητές του στις διεθνείς σχέσεις και θα είναι σίγουρα μία πρόκληση για αυτόν να συγκριθεί επάξια με τον πραγματικά ικανότατο σε αυτόν τον τομέα, Βενιαμίν Νετανιάχου. Έτσι, Αθήνα και Λευκωσία θα πρέπει να επιδείξουν στην αρχή κατανόηση και να του δώσουν μία πίστωση χρόνου – ειδικά σε ό,τι αφορά στις σχέσεις του Ισραήλ με την Τουρκία. Τι θέλω να πω ακριβώς με αυτήν την επισήμανση: Ο Γιαΐρ Λαπίντ καθ’όλη την διάρκεια των προεκλογικών αναμετρήσεων τα τελευταία δυόμισι χρόνια έβαλλε κατά του Νετανιάχου κατηγορώντας τον απολυταρχικό, μη δημοκρατικό, οικονομικά διεφθαρμένο και μισαλλόδοξο. Αρκετές φορές τον παρομοίαζε με τον Πρόεδρο της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Η Τουρκία του Ερντογάν παρουσιαζόταν πολύ συχνά στις δηλώσεις του Γιαΐρ Λαπίντ ως ένα «σαφές παράδειγμα προς αποφυγήν» για το Ισραήλ. Κύριο σύνθημα μίας από τις πρώτες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις που διοργάνωση το κόμμα του Λαπίντ ήταν «Δεν θα αφήσουμε ποτέ το Ισραήλ να καταντήσει μία Τουρκία». Σε εκείνη τη συγκέντρωση μάλιστα, το επικοινωνιακό κόνσεπτ ήταν όλοι οι συμμετέχοντες σε αυτήν να φορούν από ένα οθωμανικό φέσι – όπερ και εγένετο.

Μπορεί όλα αυτά να ακούγονται καθησυχαστικά ίσως στον μέσο Κύπριο ή Ελλαδίτη, σε σχέση με το ποια στάση θα κρατήσει προς την Τουρκία ο Γιαΐρ Λαπίντ εάν αναλάβει το Υπουργείο Εξωτερικών της χώρας του. Ωστόσο, υπάρχει ένα λεπτό σημείο που θα πρέπει να μην αγνοήσουμε. Άλλο πράγμα είναι να κατηγορείς τον Πρόεδρο Ερντογάν για τον τρόπο που διοικεί την Τουρκία και τελείως διαφορετικό πράγμα είναι να θεωρείς ότι η Τουρκία στρέφεται κατά των συμφερόντων του Ισραήλ στην περιοχή και γενικώς. Και αυτό το ερώτημα εκτιμώ ότι θα πρέπει να απαντηθεί από τον Γιαΐρ Λαπίντ, όταν θα τεθεί υπ’όψιν του εκ μέρους της Αθήνας και της Λευκωσίας.

Ας μην προτρέχουμε όμως. Οι πολιτικές συγκυρίες στο Ισραήλ παραμένουν ρευστές και οι ερχόμενες ημέρες θα μας διαφωτίσουν περισσότερο και για αυτό το ζήτημα, ως επίσης και για πολλά άλλα ακόμη.

Φιλελεύθερος

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube