Stratfor : Ο Μπάιντεν και ο εφιάλτης εγκλωβισμού των ΗΠΑ στη Συρία
Η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ θα δυσκολευτεί να επιτύχει μια λύση. Γιατί μπορεί να αυξηθούν οι πιέσεις στο εσωτερικό για αποχώρηση από τη Συρία. Η απειλή ανασύνταξης του Ισλαμικού Κράτους και ο φόβος για κενό ισχύος.
Οι αμφιλεγόμενες αεροπορικές επιθέσεις των ΗΠΑ εναντίον στόχων που συνδέονται με το Ιράν στη Συρία δεν θα βοηθήσουν την Ουάσιγκτον να διευκολύνει τις ειρηνευτικές συνομιλίες με τη Δαμασκό και θα αυξήσει αντίθετα την εγχώρια πίεση για τον περιορισμό και ακόμη και τον τερματισμό των επιχειρήσεων των ΗΠΑ στη χώρα που έχει ρημάξει ο πόλεμος.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δεν υποσχέθηκε άμεση αποχώρηση από τη Συρία κατά την προεκλογική εκστρατεία. Ωστόσο, η προφανής έλλειψη βιώσιμης στρατηγικής εξόδου πιθανότατα θα ενισχύσει το υπάρχον κλίμα στις ΗΠΑ ενάντια στις στρατιωτικές επεμβάσεις, το οποίο επανεμφανίστηκε για πρώτη φορά από τότε που εκλέχτηκε ο Μπάιντεν όταν ο αμερικανικός στρατός βομβάρδισε ιρακινές πολιτοφυλακές που στηρίζονται από το Ιράν στα σύνορα Ιράκ-Συρίας στο Απουκαμάλ στις 26 Φεβρουαρίου.
Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, η αποστολή του Μπάιντεν στη Συρία δεν φαίνεται να είναι προσανατολισμένη στην άμεση απόσυρση αμερικανικών στρατευμάτων. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι ο υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν και άλλοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι έχουν υποστηρίξει ότι ο Λευκός Οίκος ενδέχεται να ρίξει μεγαλύτερο βάρος στη διπλωματία για να προσπαθήσει να τερματίσει τον εμφύλιο πόλεμο της Συρίας, η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έχει ακόμη συγκροτήσει μια σαφή πολιτική που θα δημιουργούσε συνθήκες για βιώσιμη αποχώρηση των ΗΠΑ μέσω της αναζωογόνησης των διαπραγματεύσεων μεταξύ των Σύρων ανταρτών και της Δαμασκού. Αυτό, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η κυβέρνηση του Μπάιντεν δεν έχει ορίσει ειδικό απεσταλμένο για τη Συρία, σηματοδοτεί ότι η χώρα θα παραμείνει χαμηλά στη λίστα των προτεραιοτήτων της Ουάσινγκτον στη Μέση Ανατολή.
Η κυβέρνηση του πρώην προέδρου των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, είχε επιχειρήσει να αποσύρει ξαφνικά στρατεύματα από τη Συρία τον Δεκέμβριο του 2018 και ξανά τον Οκτώβριο του 2019. Αλλά κάθε φορά, η έντονη δημόσια και πολιτική αντίδραση ωθούσε τον Λευκό Οίκο να κρατήσει τις αμερικανικές δυνάμεις στη χώρα υπό τον φόβο ότι θα δημιουργηθεί κενό ισχύος το οποίο θα επέτρεπε στο Ισλαμικό Κράτος να ανασυνταχθεί, ενισχύοντας παράλληλα τις θέσεις της Ρωσίας, της συριακής κυβέρνησης και της Τουρκίας ενάντια στις υποστηριζόμενες από τις ΗΠΑ Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF).
Για τη συνέχεια Euro2Day