Weather Icon
Ιστορία , Ποντιακό Ζήτημα 14 Φεβρουαρίου 2021

Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και η Χρυσή Ορδή

Η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και η Χρυσή Ορδή

[THE EMPIRE OF TREBIZOND AND THE GOLDEN HORDE] [i] [ii]

Συγγραφέας: Rustam Shukurov[1]

(Austrian Academy of Sciences / Moscow State University)

Επιμέλεια- Απόδοση: Ιωάννης Γ. Βιδάκης[iii]

Abstract

Contemporary scholarship has accumulated profound information about the role of various Muslim powers and nations in the history of the Empire of Trebizond. The only significant gap in the general picture of the Grand Komnenian politics in the Orient is represented by the Golden Horde. Sources preserve almost nothing about the links between Trebizond and the Jochid Ulus. The objective of this paper is to discuss all known evidence concerning the role of the Golden Horde in the Pontos and to give a hypothetical reconstruction of the links between the Juchid Mongols and the Grand Komnenoi.

Keywords: Empire of Trebizond, Pontos, Crimea, Golden Horde, Black Sea, Anatolia, Trabzon, medieval history, international relations, diplomacy

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η σύγχρονη ιστοριογραφία έχει συγκεντρώσει σημαντικές πληροφορίες για τον ρόλο διαφόρων μουσουλμανικών δυνάμεων και εθνών για την περίοδο της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας. Το μόνο σημαντικό κενό στην γενική εικόνα της πολιτικής των Μεγάλων Κομνηνών στην Ανατολή, εμφανίζεται στις σχέσεις της με την Χρυσή Ορδή. Οι πηγές δεν αναφέρουν σχεδόν τίποτε για τους δεσμούς μεταξύ της Τραπεζούντας και της Χρυσής Ορδής [Jochi Ulus ή Juchid Mongols][2]. Ο στόχος αυτής της εργασίας είναι να συζητήσει όλες τις γνωστές αποδείξεις σχετικά με τον ρόλο της Χρυσής Ορδής στον Πόντο και να παρέξει μια υποθετική ανακατασκευή των δεσμών μεταξύ των μογγολικής δυναστείας Juchid και των Μεγάλων Κομνηνών.

Λέξεις-κλειδιά: Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, Πόντος, Κριμαία, Χρυσή Ορδή, Μαύρη Θάλασσα, Ανατολία, Trabzon, μεσαιωνική ιστορία, διεθνείς σχέσεις, διπλωματία

Χάρτης 1: Η Χρυσή Ορδή   

Πηγή: https://en.wikipedia.org/wiki/Timeline_of_the_Golden_Horde

Η Χρυσή Ορδή [Golden Horde] φέρεται να κυβερνήθηκε υπό την δυαρχία, της Δυτικής και της Ανατολικής πτέρυγας. Η πτέρυγα στα δυτικά κυβερνήθηκε από τον Μπατού Χαν [Batu Khan] και τους απογόνους του. Η πτέρυγα στα ανατολικά, επίσης γνωστή ως «Γαλάζια Ορδή» από τους Ρώσους ή «Λευκή Ορδή» από τους Τιμουρίδες, κυβερνήθηκε από τέσσερις Χάνους υπό τον Ορντά Χαν [Orda Khan].

Η σύγχρονη ιστοριογραφία έχει συγκεντρώσει σημαντικές πληροφορίες για τον ρόλο διαφόρων μουσουλμανικών δυνάμεων και εθνών για την περίοδο της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας[3]. Αυτές είναι οι σχέσεις της Τραπεζούντας με τους Σελτζούκους, τους Ιλχανίδες του Ιράν, τα «Μπεηλίκια» της Ανατολής, τους Οθωμανούς και άλλες πολιτείες. Γνωρίζουμε με πολλές λεπτομέρειες την αλληλεπίδραση των Μεγάλων Κομνηνών με νομαδικές και μη, μουσουλμανικές κοινωνίες του 13ου έως τον 15ο αιώνα[4].

Το μόνο σημαντικό κενό στην γενική εικόνα της πολιτικής των Μεγάλων Κομνηνών στην Ανατολή αντιπροσωπεύεται από την Χρυσή Ορδή[5]. Όταν κάποιος αναζητά στην Google: “Trabzon ve Altın Orda,” “Trabzon-Altın Orda ilişkileri”, [η Τραπεζούντα και η Χρυσή Ορδή, Σχέσεις της Τραπεζούντας και της Χρυσής Ορδής], και τις ανάλογες φράσεις, η Google παρουσιάζει σελίδες σχετικά με την ομάδα ποδοσφαίρου «Altınordu», τους αγώνες της και τις μεταγραφές  ποδοσφαιριστών. Αυτό είναι αρκετά συμπτωματικό: οι μεσαιωνικές πηγές δεν αναφέρουν σχεδόν καμία άμεση ένδειξη των δεσμών μεταξύ της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας και της Χρυσής Ορδής και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχουν μελέτες που να ασχολούνται με αυτό το θέμα.

Χάρτης 2: Η Ευρασία περί το 820 μ.Χ.

Πηγή: http://muslimvilla.smfforfree.com/index.php?topic=4781.0

Ωστόσο, η «σιωπή των πηγών» σχετικά με τις πιθανές συνδέσεις Τραπεζούντας – Χρυσής Ορδής φαίνεται μάλλον περίεργη. Πηγές με περισσότερες ή λιγότερες λεπτομέρειες, αναφέρονται στις σχέσεις όλων των γειτονικών κρατών της Ανατολίας και του Καυκάσου με την ισχυρή Χρυσή Ορδή. Οι Βυζαντινοί Παλαιολόγοι, οι Σελτζούκοι, και αργότερα τα οθωμανικά σουλτανάτα, τα γεωργιανά βασίλεια κατά το διάστημα του 13ου – 15ου αιώνα, ανέπτυξαν ενεργές και πολυμορφικές σχέσεις, (πολιτικές, οικονομικές, πολιτιστικές) με το μογγολικό βασίλειο του Jochi. Συγκεκριμένα, το ενδιαφέρον των ηγεμόνων των Μογγόλων της Χρυσής Ορδής [δυναστεία Juchid], για τα Βαλκάνια, την Ανατολία και την Εγγύς Ανατολή τροφοδοτήθηκε από τις ενεργές διπλωματικές και οικονομικές επαφές μεταξύ της Χρυσής Ορδής και του Σουλτανάτου των Μαμελούκων στην Αίγυπτο, μια περιφερειακή υπερδύναμη στη Μεσόγειο, την περίοδο του 13ου – 15ου αιώνα.[6] Οι ιταλικές θαλάσσιες δημοκρατίες της Βενετίας και της Γένοβας τότε, ήταν ενεργές οικονομικά και στρατιωτικά στη Μαύρη Θάλασσα, στις παράκτιες περιοχές της Χρυσής Ορδής και στην άμεση ενδοχώρα της. Επιπλέον, οι Ιταλοί έμποροι χρησιμοποίησαν τους εμπορικούς τους σταθμούς (fattoria) στην Τραπεζούντα ως σημαντικούς κόμβους υλικοτεχνικής υποστήριξης για το εμπόριο τους με την Χρυσή Ορδή και το Ιρανικό Ιλχανάτο: οι Γενουάτες ίδρυσαν τα «fattoria» τους στην Τραπεζούντα περίπου το 1281, ενώ οι Ενετοί συγκρότησαν τον εμπορικό σταθμό τους εκεί το 1319.[7]

Ταυτόχρονα, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας είχε σημαντικά πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα στην Κριμαία (Chazaria), όπου οι Μεγάλοι Κομνηνοί πιθανότατα έλεγχαν σε διαφορετικές εποχές ορισμένες περιοχές, όπως: την Χερσόνησο [Cherson], τη Σουντάια/ (Σουδάκ) [Sugdaia/Sudak], πιθανώς το Κερτς/(δίαυλος) [Kerch (Vosporo)] και το Τάμαν [Taman], και αργότερα το ελληνικό πριγκιπάτο της Θεοδωρούς, («The Principality of Theodoro», ή «the Principality of Theodoro-Mangup», ή Gothia). Τα αρχαιολογικά ευρήματα δείχνουν σταθερά υψηλό επίπεδο εμπορικής δραστηριότητας των Ελλήνων εμπόρων από την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας στην Κριμαία[8]. Το κράτος των Μεγάλων Κομνηνών έδειξε έντονο ενδιαφέρον για το ιταλικό εμπόριο με τις περιοχές της Βόρειας Μαύρης Θάλασσας και δεν ήταν φιλικό σε όλες τις δραστηριότητες των Γενουατών και την εκεί Ενετική δραστηριότητα. Η Τραπεζούντα έπαιξε επίσης τον ρόλο ενός σημαντικού περάσματος πύλης στις αγορές της Κριμαίας και του Κιπτσάκ [Qipchaq, Χρυσή Ορδή] για μουσουλμάνους εμπόρους από την Ανατολία, την Εγγύς Ανατολή και την Αίγυπτο[9].

Χάρτης 3: Η Χερσόνησος της Κριμαίας στα μέσα του 15ου αιώνα

Πηγή: https://en.wikipedia.org/wiki/Principality_of_Theodoro

Αυτά τα χαρακτηριστικά της πολιτικής και της οικονομίας του Πόντου, καθώς και ο εξέχων πολιτικός ρόλος της Χρυσής Ορδής στα Βαλκάνια, την Ανατολία και τον Καύκασο, παρακινούν τον ερευνητή να υποθέσει ότι η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας δεν θα μπορούσε εύχερα να αποφύγει τις επαφές με την Χρυσή Ορδή [Ulus of Juchi]. Η έλλειψη πηγών άμεσων ενδείξεων τέτοιων σχέσεων δεν σημαίνει, όπως πιστεύουμε, την ανυπαρξία τους.

Παρακάτω, βασιζόμενοι στις γνώσεις μας σχετικά με την ανατολική πολιτική [Oriental politics] της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, θα συζητήσουμε μια σειρά έμμεσων αναφορών στις πηγές για τις πιθανές συνδέσεις Τραπεζούντας- Χρυσής Ορδής [Trapezuntine-Juchid]. Τα υπάρχοντα έμμεσα αποδεικτικά στοιχεία μπορούν να αντισταθμίσουν εν μέρει την έλλειψη σαφών δεδομένων από τη μία πλευρά και να περιγράψουν την κατεύθυνση των περαιτέρω αναζητήσεων από την άλλη.

Μογγολικά Κέντρα Εξουσίας

Είναι πιθανό οι σχέσεις μεταξύ της Τραπεζούντας και της Χρυσής Ορδής να ξεκίνησαν με εχθρότητα και αμοιβαία καχυποψία. Η Αυτοκρατορία αναγνώρισε πολύ νωρίς την άμεση εξάρτησή της από τους Μεγάλους Χαν: το 1246, πιθανότατα ο αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ Μεγάλος Κομνηνός, επισκέφθηκε το (μακρινό) Καρακουρούμ [Qaraqorum] αυτοπροσώπως, δίνοντας  αφοσίωση (δέσμευση πίστης), στον Μεγάλο Χαν Γκουγιούκ [Güyük, 1246–1248][10]. Όπως φαίνεται, ο Μανουήλ Α΄, έχοντας κατά νου να ξεκινήσει ένα είδος επανάκτησης εδαφών (reconquista – απελευθέρωσης), εναντίον των Σελτζούκων που ήταν υπό την προστασία του Χάνου Μπατού [Batu Khan], ζήτησε την υποστήριξη της υπέρτατης δύναμης (των Μογγόλων), του (επικυρίαρχου)  Μεγάλου Χαν στο Καρακουρούμ. Αυτή η απόφαση μπορεί να φαίνεται αρκετά λογική, επίσης, επειδή οι Μογγόλοι στρατηγοί στο Δυτικό Ιράν, Charmaghun και Bayju, που προσπάθησαν να επεκτείνουν την εξουσία τους στην Ανατολία και ήταν σε κακές σχέσεις με τον Khan Batu, ισχυρίστηκαν ότι ήταν υπό την άμεση εξουσία του Μεγάλου Χαν.

Στις 24 Ιουνίου 1254, οι Έλληνες κατέλαβαν τη Σινώπη[11], την οποία κυβερνούσε εκείνη την εποχή ο αρχηγός του Ναυτικού των Σελτζούκων (raʾīs al-baḥr) Shujāʿ al-Dīn ʿAbd al-Raḥmān. Το γεγονός είναι ότι πολύ πρόσφατα, το 1253, ο Shujāʿ al-Dīn ʿAbd al-Raḥmān είχε επισκεφθεί τον Khan Batu αυτοπροσώπως και είχε λάβει απ΄ αυτόν μία εξουσιοδότηση (yarlīgh) για να καταλάβει τη σημαντική θέση του αναπληρωτή κυβερνήτη (nāʾīb) του σουλτανάτου των Σελτζούκων[12]. Κατά πάσα πιθανότητα, η δράση του Μανουήλ εναντίον του προστατευόμενου του Batu, αν και τιμωρήθηκε από το Καρακουρούμ, δεν άρεσε στην Χρυσή Ορδή. Ορισμένες έμμεσες αναφορές στις εχθρικές σχέσεις μεταξύ της Τραπεζούντας και της Χρυσής Ορδής βρίσκονται σε επίσημη επιστολή που έστειλε ο Μαμελούκος σουλτάνος Baybars (1260–1277) στο Μεγάλο Κομνηνό Μανουήλ Α΄, πριν το 1262– 1263[13].

Χάρτης 4: Οι τέσσερις κλάδοι της Μογγολικής Αυτοκρατορίας το 1260

Πηγή: Mohan Bhagwat, Via Reddit. https://teepee12.com/2016/03/02/khanate-of-the-golden-horde-and-me/map-golden-horde/

Δεν υπάρχουν πληροφορίες για περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ Τραπεζούντας – Χρυσής Ορδής. Δεν είναι αδύνατο η Τραπεζούντα, με την βοήθεια του σουλτάνου Baybars, να κατάφερε να δημιουργήσει φιλικές σχέσεις με την Χρυσή Ορδή. Τουλάχιστον, την δεκαετία του 1260, οι σχέσεις μεταξύ της Τραπεζούντας και των Ιρανών Ιλχανιδών, των θανατηφόρων εχθρών και αντιπάλων της Χρυσής Ορδής, ήταν εχθρικές. Αυτή η αντιπαλότητα είχε ως αποτέλεσμα την άμεση εμπλοκή των Ιλχανιδών στον εγχώριο πολιτικό αγώνα στην Τραπεζούντα. Το 1280, η  Τραπεζούντα υποσχέθηκε αφοσίωση στην αυτοκρατορία των Ιλχανιδών, στην οποία οι Μεγάλοι Κομνηνοί πιθανότατα να ήταν πιστοί έως τις πολιτικές κρίσεις στο Ιλχανάτο του Ιράν και την ταχεία παρακμή του το 1330[14]. Η Τραπεζούντα, έχοντας γίνει ένα είδος υποτελούς κράτους στο Ιλχανάτο, συνέβαλε πολύ στην καθιέρωση νέων εμπορικών οδών από την Δύση προς την Ταυρίδα (Tabriz). Ως εκ τούτου και μέχρι την εποχή του εμίρη Τιμούρ, (Timur) δεν υπήρχε πολιτική δύναμη στο Ιράν που θα μπορούσε να ελέγξει τον απομακρυσμένο και ορεινό βυζαντινό Πόντο και θα είχε ενδιαφέρον γι΄ αυτό.

Κατά την διάρκεια και μετά τις κατακτήσεις των Μογγόλων, η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, ως ένα μικρό κράτος με μάλλον περιορισμένες στρατιωτικές, οικονομικές και ανθρώπινες ικανότητες, αναζητούσε έναν ισχυρό προστάτη των Μογγόλων, που θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις πολιτικές της ανάγκες. Πρώτον, οι Μεγάλοι Κομνηνοί έπρεπε να επιλέξουν μεταξύ του Χαν Batu και των Μεγάλων Χάνων στο Καρακουρούμ, αργότερα μεταξύ της Χρυσής Ορδής και του Ιρανικού Ιλχανάτου. Η επίσημη αναγνώριση της ιρανικής προστασίας αποδείχθηκε πιο επικερδής για τους Μεγάλους Κομνηνούς.

Εκκλησιαστικές Διασυνδέσεις

Υπήρχε ένα ακόμη τμήμα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής όπου θα μπορούσαν να έχουν αναπτυχθεί πιθανές επαφές μεταξύ της Τραπεζούντας και της Χρυσής Ορδής: αυτό ήταν το εκκλησιαστικό δίκτυο του Ορθόδοξου Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, στην περιοχή της Μαύρης Θάλασσας. Το γεγονός είναι ότι, κατά το 13ο-15ο αιώνα, η Μητρόπολη της Τραπεζούντας παραδοσιακά ήταν σε στενές σχέσεις με, και μερικές φορές έλεγχε άμεσα, τις επισκοπές της Κριμαίας και τη μητροπολιτική θέση της Αλανίας (Alania, σημερινή βόρεια Οσσετία) στην Χρυσή Ορδή. Έχουμε ιδιαίτερα άφθονες πληροφορίες σχετικά με τις στενές συνδέσεις μεταξύ των εκκλησιών της Τραπεζούντας και της Αλανίας για το δεύτερο μισό του 14ου και του 15ου αιώνα. Ξεκινώντας από το 1400, η  εκλογή του μητροπολίτη της Αλανίας πραγματοποιήθηκε στην Τραπεζούντα. Στο πρώτο μισό του 15ου αιώνα, ο μητροπολίτης της Αλανίας μπορεί να είχε παραμείνει πολύ καιρό στην Τραπεζούντα[15].

Ταυτόχρονα, οι Ορθόδοξες Εκκλησίες της Κριμαίας και της Αλανίας υπό κανονικές συνθήκες (και με σπάνιες εξαιρέσεις), ήταν σε καλή σχέση με τους ηγέτες της Χρυσής Ορδής, των οποίων η θρησκευτική πολιτική ήταν αρκετά ανεκτική, έναντι όλων των χριστιανικών δογμάτων. Επιπλέον, οι Χαν της Χρυσής Ορδής χρησιμοποιούσαν ενεργά τις Ορθόδοξες, Καθολικές, Νεστοριανές, Αρμενικές εκκλησίες, ως μεσολαβητές σε διπλωματικές επαφές με τα χριστιανικά κράτη[16].

Τώρα δεν μπορούμε να κρίνουμε πόσο συχνά και σε ποιο βαθμό τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα της Τραπεζούντας, θα μπορούσαν να εκπροσωπούνται από τις εκκλησιαστικές αρχές, που λειτουργούσαν στην Χρυσή Ορδή. Ωστόσο, ένα απόσπασμα από το Χρονικό του Μιχαήλ Παναρέτου[17] μπορεί να ερμηνευθεί υποθετικά ως υπαινιγμός για τη συμμετοχή της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην εσωτερική πολιτική στην Τραπεζούντα. Σύμφωνα με τον Παναρέτο, ο αυτοκράτορας Μιχαήλ Μεγάλος Κομνηνός (κυβέρνησε το 1344–1349)[18], ο οποίος εκθρονίστηκε και έφυγε στην Κωνσταντινούπολη, επισκέφθηκε την Χρυσή Ορδή, πιθανότατα, ελπίζοντας να ανακτήσει τον θρόνο: «Την ίδια χρονιά [1355], ο άρχοντας Μιχαήλ ο Μεγάλος Κομνηνός ξεκίνησε από την Πόλη και ανέβηκε στο Soulchation και επέστρεψε ξανά [στην Πόλη]».[19]

Το «Soulchation» που ανέφερε ο Παναρέτος είναι πανομοιότυπο με το Solkhat [Σολκάτ], το διοικητικό κέντρο της Χρυσής Ορδής στην Κριμαία. Η επίσκεψη του Μιχαήλ στο Σολκάτ δείχνει αναμφίβολα τις επαφές του με αξιωματούχους της Χρυσής Ορδής. Πιθανότατα, ο Μιχαήλ ζήτησε την υποστήριξη των Τατάρων [Μογγόλων] στις προσπάθειές του να ανακτήσει τον θρόνο[20]. Το πιο ενδιαφέρον είναι το γεγονός ότι, εκείνη την περίοδο, η μητροπολιτική θέση της Αλανίας πληρώθηκε από έναν άλλο ιερωμένο της Τραπεζούντας, τον Μητροπολίτη Συμεών. Ο Συμεών, επικεφαλής της Εκκλησίας της Αλανίας (1350–1356 και 1360–1365), ήταν μια εξέχουσα πολιτική προσωπικότητα στην Χρυσή Ορδή και είχε στενές σχέσεις με τον Χαν Τζάνι-Μπεγ [Jani- Beg (1342–1357)][21]. Θα ήταν λογικό να υποθέσουμε ότι ο Μιχαήλ Κομνηνός μπορεί να είχε προσπαθήσει να επιλύσει τις πολιτικές του ανάγκες μέσω της διαμεσολάβησης του Μητροπολίτη Συμεών. Ωστόσο, ο Μιχαήλ απέτυχε να λάβει την βοήθεια των Τατάρων και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη.

Δεν θα ήταν έκπληξη εάν η εκκλησιαστική διπλωματία αντιστάθμισε την έλλειψη της άμεσης διπλωματικής επικοινωνίας μεταξύ των αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας και των Χαν [κυβερνητών] της Χρυσής Ορδής. Επιπλέον, δεν είναι επίσης αδύνατο ότι η επικοινωνία μέσω των εκκλησιαστικών διαύλων, υποκαθιστούσε μια μεγάλη επέκταση των κανονικών διπλωματικών συνδέσεων μεταξύ των βασιλικών αυλών. Μπορεί να είναι μία από τις πιθανές εξηγήσεις για την πλήρη έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων σχετικά με τις διπλωματικές σχέσεις μεταξύ Τραπεζούντας και Χρυσής Ορδής.

Μετακινήσεις Πληθυσμού

Μια άλλη πιθανή προσέγγιση στη μελέτη των σχέσεων μεταξύ της Τραπεζούντας και της Χρυσής Ορδής, αντιπροσωπεύεται από την δημογραφική έρευνα. Ο μητροπολίτης Συμεών, από την Τραπεζούντα και ποιμενάρχης περιοχής της Χρυσής Ορδής, δεν ήταν ο μόνος Πόντιος Έλληνας που μετακόμισε και ευημερούσε εκεί. Οι Έλληνες έμποροι του Πόντου ήταν αρκετά πολυάριθμοι στα αστικά κέντρα της Χρυσής Ορδής [Juchid Ulus].[22] Από την άλλη πλευρά, είναι πολύ πιθανό, μερικοί σκλάβοι που αγόρασαν Έλληνες, Ιταλοί και Αρμένιοι έμποροι στην Χρυσή Ορδή, μπορούσαν να εγκατασταθούν στον Βυζαντινό Πόντο. Οι ελεύθεροι υπήκοοι της Χρυσής Ορδής, όπως οι έμποροι, θα μπορούσαν επίσης να επισκεφθούν την Τραπεζούντα και να εγκατασταθούν εκεί. Για παράδειγμα, οι κάτοικοι του Πόντου με το όνομα Χάζαρος, ήταν πιθανότατα μετανάστες από την Χρυσή Ορδή. Τα ονόματα  με μογγολική καταγωγή [Qipchaq] στον πληθυσμό του Πόντου, όπως Κουμάνος, Γουσμάνος, Γουσμανάντοι και Γουσμάνοι μπορεί επίσης να αφορούσαν σε καταγωγή ή/και κατοίκους περιοχών όπου κυριαρχούσε η Χρυσή Ορδή.[23]

***

Μεταξύ των τριών πιθανών πτυχών των αλληλεπιδράσεων – διπλωματική, εκκλησιαστική και μετακινήσεις πληθυσμών – που σκιαγραφούμε σ΄ αυτό το άρθρο, μόνο η πρώτη πτυχή έχει τραβήξει την προσοχή των μελετητών. Είναι πολύ πιθανό ότι η συστηματική μελέτη της εκκλησιαστικής ιστορίας και του πληθυσμού στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου, θα επιτρέψει την οικοδόμηση μιας πιο λεπτομερούς εικόνας των σχέσεων μεταξύ της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας και της Χρυσής Ορδής.

Χάρτης 5: Η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας και η ευρύτερη περιοχή Μικράς Ασίας – Ανατολίας το 1400

Πηγή: el.wikipedia.org/wiki/Αυτοκρατορία_της_Τραπεζούντας#/media

Σχόλια Επιμελητή

Στο μεγαλύτερο μέρος του 13ου αιώνα η Τραπεζούντα ήταν σε διαρκή σύγκρουση με το Σελτζουκικό Σουλτανάτο του Ρουμ και αργότερα με τους Οθωμανούς Τούρκους, καθώς και με την Κωνσταντινούπολη, τις Ιταλικές δημοκρατίες και ιδιαίτερα την Δημοκρατία της Γένοβας. Ήταν μια αυτοκρατορία, με γενικά περιορισμένους πόρους, (έκταση, πληθυσμός), η οποία με επιδέξια διπλωματία έστρεφε τους αντιπάλους της τον ένα εναντίον του άλλου. Ειδικά στα δημόσια οικονομικά, η Τραπεζούντα φέρεται να βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στον πλούτο από το εμπόριο με τους Γενουάτες και τους Βενετούς, και αυτό χάρις στην γεωγραφική της θέση, την θάλασσα, τις περιστάσεις και στην επιχειρηματικότητα των ανθρώπων της. Ο δεύτερος γιος του Αλεξίου Α΄, Μανουήλ Α΄ (1238-1263), διατήρησε την εσωτερική ασφάλεια και απέκτησε την φήμη μεγάλου ηγέτη. Τα επιτεύγματά του περιελάμβαναν την κατάληψη της Σινώπης το 1254. Ήταν ο πρώτος κυβερνήτης που εξέδωσε ασημένια νομίσματα, γνωστά ως άσπρα.

Η καταστροφή της Βαγδάτης από τους Μογγόλους το 1258, εξέτρεψε το δυτικό άκρο του Δρόμου του Μεταξιού βόρεια στη Μαύρη Θάλασσα και η Τραπεζούντα συγκέντρωσε πλούτο υπό την επικυριαρχία των Μογγόλων. Οι δυτικοί ταξιδιώτες χρησιμοποιούσαν την Τραπεζούντα ως σημείο εκκίνησης για ταξίδια στην Ασία. Μεταξύ αυτών των ταξιδιωτών ήταν ο Μάρκο Πόλο, που επέστρεψε στην Ευρώπη το 1295 μέσω της Τραπεζούντας. Η ταραγμένη βασιλεία του νεώτερου γιου του Μανουήλ, Ιωάννη Β΄ (1280-1297), περιελάμβανε μια συμφιλίωση με την παλινορθωμένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και το τέλος των αξιώσεων επί της Κωνσταντινούπολης. Η Τραπεζούντα γνώρισε μια περίοδο πλούτου και επιρροής κατά την διάρκεια της μακράς βασιλείας του μεγαλύτερου γιου του Ιωάννη, Αλεξίου Β΄ (1297-1330), όταν η πόλη του Ερζερούμ απελευθερώθηκε λίγο, γύρω στην δεκαετία του 1310.

Μετά τον θάνατο του Αλεξίου Β΄, η Τραπεζούντα υπέφερε από μια περίοδο επανειλημμένων εκθρονίσεων και δολοφονιών, παρά τη σύντομη περίοδο σταθερότητας υπό το μικρότερο γιο του Βασίλειο (1332-1340). Τα έτη 1347-1348 σηματοδότησαν το αποκορύφωμα αυτής της έκνομης περιόδου. Οι Σελτζούκοι την εκμεταλλεύτηκαν, καταλαμβάνοντας την Οινόη και πολιορκώντας την Τραπεζούντα, ενώ οι Γενουάτες κατέλαβαν την Κερασούντα. Επιπλέον, μια επιδημία (Μαύρος Θάνατος) εξαπλώθηκε από την Θεοδοσία της Κριμαίας, ερημώνοντας την Τραπεζούντα και άλλες πόλεις των Ποντίων. Καμφθείς από το βάρος των συμφορών που συσσωρεύτηκαν στην επικράτειά του, ο Αυτοκράτορας Μιχαήλ παραιτήθηκε το 1349 υπέρ του ανιψιού του, Αλέξιου Γ΄, που σταδιακά έθεσε υπό έλεγχο τους στασιαστές και των δύο παρατάξεων. Υπό την βασιλεία του Αλεξίου Γ΄, η Τραπεζούντα ήταν σημαντικό εμπορικό κέντρο και φημιζόταν για τον πλούτο και την καλλιτεχνική της πρόοδο.

Τα τελευταία έτη του 14ου αιώνα χαρακτηρίστηκαν από την αυξανόμενη τουρκική απειλή, που δεν προερχόταν από τους μικρούς Τουρκομάνους εμίρηδες, που συνόρευαν με την Αυτοκρατορία, αλλά από την δυναστεία των Οσμανλήδων, η οποία διαδέχθηκε του Σελτζούκους στη Μικρά Ασία. Αν και οι Οθωμανοί νίκησαν τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και άλλες Χριστιανικές δυνάμεις των Βαλκανίων, υπέστησαν καταστροφή στη Μάχη της Άγκυρας το 1402 από τον Ταμερλάνο των Μογγόλων. Ωστόσο ανέκαμψαν με εκπληκτική ταχύτητα, κατακτώντας την Θεσσαλονίκη το 1430 και την Κωνσταντινούπολη το 1453. Ο Μανουήλ Γ΄ (1390-1417), ο δεύτερος γιος και διάδοχος του Αλεξίου Γ΄, είχε συμμαχήσει με τον Ταμερλάνο, αλλά ο ισχυρός κατακτητής εγκατέλειψε σύντομα την περιοχή. Ο γιος του Αλέξιος Δ΄ (1417-1429) τον διαδέχθηκε στον θρόνο και στη συνέχεια ανέλαβε ο μεγαλύτερος γιος του, Ιωάννης Δ΄ (1429-1459). Ο Οθωμανός σουλτάνος Μουράτ Β΄ προσπάθησε να κατακτήσει την πρωτεύουσα από την θάλασσα το 1442, αλλά μεγάλη τρικυμία κατέστησε δύσκολη την απόβαση και η προσπάθεια αποκρούστηκε. Ενώ ο γιος και διάδοχος του Μουράτ, Μωάμεθ Β΄, ήταν μακριά πολιορκώντας το Βελιγράδι το 1456, ο Οθωμανός κυβερνήτης της Αμάσειας επιτέθηκε στην Τραπεζούντα και, αν και ηττήθηκε, πήρε πολλούς κρατούμενους και απέσπασε υπέρογκα λύτρα για την απελευθέρωσή τους. Ο Ιωάννης Δ΄ επιχείρησε να θωρακίσει την Τραπεζούντα συνάπτοντας συμμαχίες: έστειλε εκπρόσωπο στη Σύνοδο της Φλωρεντίας το 1439, πάντρεψε την κόρη του Θεοδώρα (γνωστή επίσης με το όνομα Δέσποινα Κατούν) στον γιο του Ουζούν Χασά, Χαν των Ακ Κογιουνλού, με αντάλλαγμα την υπόσχεσή του να υπερασπίζεται την Τραπεζούντα, απέσπασε υποσχέσεις βοήθειας από τους εμίρηδες της Σινώπης και της Καραμανίας και τον βασιλιά και τους πρίγκιπες της Γεωργίας.

Όμως μετά τον θάνατο του Ιωάννη το 1459, ο διάδοχος και αδελφός του Δαυίδ δεν αξιοποίησε ορθά τις υφιστάμενες συμμαχίες: προσέγγισε διάφορες Ευρωπαϊκές χώρες για βοήθεια κατά των Οθωμανών, κάνοντας λόγο για υπερβολικά φιλόδοξα σχέδια, ακόμη και για κατάκτηση των Ιεροσολύμων. Ο Μωάμεθ Β΄ το αντιλήφθηκε και εξεστράτευσε από την Προύσα, για να υποτάξει τα κράτη της περιοχής, το καλοκαίρι του 1461. Αρχικά κινήθηκε προς τη Σινώπη, την οποία ο Τούρκος Εμίρης την παρέδωσε και εν συνεχεία κινήθηκε προς την Αρμενία καθυποτάσσοντας όλα τα κρατίδια της περιοχής, περιορίζοντας ασφυκτικά την Τραπεζούντα. Στη συνέχεια την πολιόρκησε και μετά από ένα μήνα του παραδόθηκε, (15 Αυγούστου 1461). Με την πτώση της, το τελευταίο κατάλοιπο της Ρωμαϊκής (που μετέπειτα ονομάστηκε Βυζαντινή από τους ιστορικούς) Αυτοκρατορίας (Ρωμανίας), έπαψε να υφίσταται.

**

Είναι εκπληκτικό το ενδιαφέρον χωρών, για τη μελέτη της Βυζαντινής περιόδου και των σχέσεων της Κωνσταντινούπολης με άλλους λαούς και εθνότητες. Το παρόν κείμενο αποτελεί αναμφισβήτητα μία συμβολή στην ιστορία του ποντιακού ελληνισμού από τον καθηγητή Βυζαντινών σπουδών, Δρ. Rustam Shukurov, της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών, (Austrian Academy of Sciences) και του Κρατικού Πανεπιστημίου Μόσχας, (Moscow State University), ερευνητής του γαλλικού προγράμματος κινητικότητας επιστημόνων (2017) στο αντικείμενο: «Οι Έλληνες στη Μουσουλμανική Ανατολία την περίοδο 1100-1400/ Greeks in Muslim Anatolia, ca. 1100-ca. 1400».

Αξίζει να σημειωθεί ότι η παρούσα εργασία παρουσιάστηκε από τον συγγραφέα της το 2020, σε ιστορικό συμπόσιο για τη Μαύρη Θάλασσα, στο Πανεπιστήμιο Ευρασίας [Avrasya Üniversitesi, ίδρυση το 2010, έδρα Τραπεζούντα], τα πρακτικά του οποίου δημοσιεύτηκαν σ΄ έναν τόμο συνολικά 788 σελίδων. Όλα τα κείμενα του τόμου εκτός του παρόντος άρθρου ήταν στα τουρκικά.  

Οι πληροφορίες που μας μεταφέρει, σε τρείς πιθανούς άξονες αλληλεπιδράσεων – διπλωματική, εκκλησιαστική, μετακινήσεις πληθυσμού, μεταξύ της ελληνικής αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας και των Μογγόλων της Χρυσής Ορδής, είναι σημαντικές: δεν υπάρχουν ιστορικές αναφορές στην γενική εικόνα της πολιτικής των Μεγάλων Κομνηνών στην Ανατολή έναντι των Μογγόλων της Χρυσής Ορδής. Αναδεικνύεται το γεγονός ότι η Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας είχε σημαντικά πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα στην Κριμαία (Chazaria), όπου οι Μεγάλοι Κομνηνοί πιθανότατα έλεγχαν σε διαφορετικές εποχές ορισμένες περιοχές. Επιβεβαιώνεται η διαχρονική αντιζηλία των Ελλήνων, στην περίσταση όπου ο εκθρονισμένος και εξόριστος Μιχαήλ Κομνηνός κατέφυγε στον Χαν της Χρυσής Ορδής, ελπίζοντας πιθανότατα να ανακτήσει τον θρόνο. Μας ενημερώνει για τα σχέδια και την δράση του Μανουήλ Α΄ εναντίον των Σελτζούκων και προστατευομένων από τον Μπατού Χαν της Χρυσής Ορδής – για την υλοποίησή τους ταξίδεψε έως το μακρινό Καρακουρούμ. Γεωπολιτικά φέρεται να επιχείρησε να εκμεταλλευτεί την έχθρα και τις αντιπαλότητες μεταξύ των διαφόρων Χανάτων των Μογγόλων, αλλά και να προσεγγίσει τον Μεγάλο (και επικυρίαρχο) Χαν στο μακρινό Καρακουρούμ. Η Τραπεζούντα, έχοντας γίνει ένα είδος υποτελούς κράτους στο Ιλχανάτο, συνέβαλε πολύ στην καθιέρωση νέων εμπορικών οδών από την Δύση προς την Ταυρίδα (Tabriz). Παρουσιάζεται ο οικονομικός ανταγωνισμός των Γενουατών απέναντι στην Τραπεζούντα. Ως εκ τούτου και μέχρι την εποχή του εμίρη Τιμούρ, (Timur) δεν υπήρχε πολιτική δύναμη στο Ιράν που θα μπορούσε να ελέγξει τον απομακρυσμένο και ορεινό βυζαντινό Πόντο και θα είχε ενδιαφέρον γι΄ αυτό.

Μετά την θετική ανταπόκριση του καθηγητή Δρ. Rustam Shukurov, για την απόδοση στην ελληνική γλώσσα και την δημοσίευση του εν λόγω κειμένου, θα επιχειρήσουμε και άλλες μεταφράσεις από το σημαντικό του έργο για  τις βυζαντινές υποθέσεις, καθώς και αποδόσεις άρθρων της επισυναπτόμενης βιβλιογραφίας, 

Πρόσθετα θα προτείναμε σε κάθε ενδιαφερόμενο την επανέκδοση του «Χρονικού», έργου του Έλληνα ιστορικού, αξιωματούχου της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, στην υπηρεσία του Αλεξίου Γ΄ Κομνηνού, Μιχαήλ Παναρέτου. Αυτό το Χρονικό καλύπτει την περίοδο από το 1204 έως το 1426 και μας παρέχει σημαντικές πληροφορίες.  

Το πρώτο ακαδημαϊκό, κριτικό κείμενο του Χρονικού έγινε από τον Σπυρίδωνα Π. Λάμπρο, Έλληνα λόγιο, το 1907, βλ. olympias.lib.uoi.gr

Μια άλλη έκδοση δημοσιεύτηκε από τον Οδυσσέα Λαμψίδη (Τραπεζούντα 1917-2006) το 1958.

Στην επίσημη ιστοσελίδα της “Επιτροπής Ποντιακών Μελετών” (www.epm.gr) είναι αναρτημένο το βιογραφικό του Οδυσσέα Λαμψίδη – εμφανίζεται στην ενότητα “ΙΣΤΟΡΙΚΟ / ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ” https://www.ex-dsathen.gr/ekdoseis/oi-dikoi-mas-ellines/88-odysseas-lampsidis-1917-2006

Βιβλιογραφία

Bryer, Anthony A.M. “The Grand Komnenos and the Great Khan at Karakorum in 1246,” Res Orientales 6 (1994), pp. 257–261.

Favereau, Marie. “Comment le sultan mamlouk s’adressait au khan de la Horde d’Or,” Annales islamologiques 41, 2007, 59–95.

Hakimov and Favereau 2016 – The Golden Horde in World History, ed. Rafael Hakimov and Marie Favereau (Kazan, Marjani History Institute, 2016).

Karpov, Sergei P. История Трапезундской империи, 2nd ed. (St. Petersburg, 2017).

Peacock, Andrew C.S. Islam, Literature and Society in Mongol Anatolia (Cambridge: Cambridge University Press, 2019).

Preiser–Kappeler, Johannes. “Zwischen Konstantinopel und Goldener Horde: Die byzantinischen Kirchenprovinzen der Alanen und Zichen im mongolischen Machtbereich im 13. und 14. Jahrhundert,” Caucasus during the Mongol Period. Der Kaukasus in der Mongolenzeit, ed. J. Tubach, S. G.Vashalomidze, M.Zimmer (Wiesbaden: Dr. Ludwig Reichert Verlag, 2012), 199–216.

Shukurov, Rustam. Великие Комнины и Восток (1204–1461) (St. Petersburg, 2001).

           . “Trebizond and the Seljuks (1204–1299),” Mésogeios. Revue trimestrielle d’études méditerranéennes 25–26 (2005), pp. 73–138.

     .The Byzantine Turks. 12041461 (Leiden: Brill, 2016).

Spuler, Bertold. Золотая Орда. Монголы в России. 1223—1502 гг. (Kazan, 2016); this is a Russian revised and annotated edition of Die Goldene Horde. Die Mongolen in Rußland 1223–1502, 2. erweiterte Auflage (Wiesbaden: Harrassowitz, 1965).

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ/ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

(οι υπ. αρ. 4, 6-10, 12-16, 19-23 είναι του συγγραφέα και οι λοιπές του επιμελητή).

[i] Η παρούσα μελέτη ολοκληρώθηκε στο πλαίσιο του έργου FWF P-Z288-G25 Wittgensteinpreis-Projekt: Υπηρεσία Μικροδομών Κινητικότητας και Ανθρώπων  [Mobility Microstructures and Personal Agency], υπό την διεύθυνση της  καθηγήτριας Claudia Rapp (Τμήμα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών, Πανεπιστήμιο της Βιέννης και Τμήμα Βυζαντινής Έρευνας / Ινστιτούτο Μεσαιωνικής Έρευνας (IMAFO) της Αυστριακής Ακαδημίας Επιστημών). Το IMAFO συνδυάζει δύο ερευνητικές στρατηγικές: Πρώτον, ένας μεγάλος αριθμός έργων χρησιμεύει στην ανάπτυξη και επεξεργασία της μεσαιωνικής κληρονομιάς στο Βυζάντιο και την Ευρώπη. Η δεύτερη ερευνητική στρατηγική είναι να αντιμετωπίσει τα τρέχοντα προβλήματα στις ανθρωπιστικές επιστήμες, τις πολιτιστικές και κοινωνικές επιστήμες, βλ.  https://www.oeaw.ac.at/imafo/

Το βραβείο Wittgenstein αποτελεί χρηματικό έπαθλο της Δημοκρατίας της Αυστρίας, στον τομέα της επιστήμης, στο όνομα του αυστριακού φιλόσοφου Ludwig Wittgenstein.

[ii] Shukurov R. «The Empire of Trebizond and the Golden Horde», in I. Uluslararası Karadeniz Tarihi Sempozyumu. Bildiriler Kitabı, ed. Kenan Inan (Trabzon: T.C. Avrasya Üniversitesi Rektörlüğü, 2020), σελ. 89-95, και αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα academia.edu

Διεθνές Συμπόσιο Ιστορίας Εύξεινου Πόντου. Βιβλίο Πρακτικών, εκδ. Kenan Inan, (Τραπεζούντα: Πρυτανείο Πανεπιστημίου Ευρασίας, Τουρκική Δημοκρατία, 2020),  σελ. 788. Περιλαμβάνονται 41 συνολικά κείμενα, όλα στα τουρκικά, εκτός του παρόντος (α/α 7 στην έκδοση, σελ. 89-95), στα αγγλικά. Το Πανεπιστήμιο Ευρασίας [Avrasya Üniversitesi] ιδρύθηκε το 2010 με έδρα στην Τραπεζούντα.

[iii] O Ιωάννης Βιδάκης (αξωματικός οικονομικού σώματος ΠΝ ε.α.), κατέχει διδακτορικό τίτλο σπουδών, από το Τμήμα Ναυτιλίας & Επιχειρηματικών Υπηρεσιών, της Σχολής Επιστημών της Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αιγαίου στην Χίο.

Ευχαριστούμε τον Καθηγητή Βυζαντινών σπουδών, Δρ. Rustam Shukurov, για την ευγενική του ανταπόκριση, στο αίτημα για απόδοση στην ελληνική γλώσσα και την δημοσίευση του κειμένου.

Το έργο του επιμελητή στο παρόν κείμενο εκτός της απόδοσής του στην ελληνική, αφορά στην εισαγωγή, πρόσθετων σημειώσεων, επεξηγηματικών χαρτών για την βοήθεια του αναγνώστη και σχολίων.

[1] Ο Rustam Shukurov αποφοίτησε το 1984 από το Τμήμα Ιστορίας, στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας, όπου εργάζεται από το 1990. Το 2012, παρουσίασε την διατριβή του στην Ιστορία. Καθηγητής Βυζαντινών σπουδών στο Κρατικό Πανεπιστήμιο της Μόσχας. Έχει δημοσιεύσει μονογραφίες, μεταφράσεις και πολλά άρθρα για τους Βυζαντινούς, Ιρανικούς και Τουρκικούς κόσμους, συμπεριλαμβανομένων των βιβλίων:

  • “The Byzantine Turks. 1204–1461” (Leiden, 2016) ,
  • “The Grand Komnenoi and the Orient (1204–1461)” (Moscow, 2001),
  • Peuples d’Asie Centrale (Paris, 1994).

Προσκεκλημένος ερευνητής του γαλλικού προγράμματος κινητικότητας επιστημόνων (2017) στο αντικείμενο (project): «Οι Έλληνες στη Μουσουλμανική Ανατολία την περίοδο 1100-1400/ Greeks in Muslim Anatolia, ca. 1100-ca. 1400». Το γαλλικό πρόγραμμα DEA (Directeurs d’Études Associés/Associate Research Director) δημιουργήθηκε το 1975 με πρωτοβουλία του Fernand Braudel, σε συνεργασία με τον Γάλλο υφυπουργό πανεπιστημίων, Τμήμα Ανώτατης Εκπαίδευσης και Έρευνας και είναι το παλαιότερο διεθνές πρόγραμμα κινητικότητας.

Οι λέξεις – κλειδιά [Keywords] του εν λόγω γνωστικού αντικειμένου ήταν: Μεσαιωνική Ιστορία, Ιστορία της Θρησκείας, Μέση Ανατολή και Ισλαμικές Σπουδές, Κοινωνική Ιστορία, Βυζάντιο, Σελτζούκοι και Βυζαντινή Ανατολία, Ιράν, Τουρκία, [Medieval History, History of Religion, Middle East and Islamic Studies, Social History, Byzantium, Saljuq and Byzantine Anatolia, Iran, Turkey].

Επιστημονικές του δραστηριότητες κατά την διάρκεια της παραμονής του στο Fondation Maison Sciences de l’Homme (FMSH): προσκεκλημένος του σεμιναρίου «Ιστορία της Παλαιολογικής Περιόδου, (1261-1453) – Βυζάντιο, Λατινική Ανατολή, Σλαβικός κόσμος στις 16 Νοεμβρίου 2017 στη Σορβόννη, με τίτλο ομιλίας: «Οι Βυζαντινοί Τούρκοι: οι Ευγενείς Γενεαλογίες, [“The Byzantine Turks: the Noble Lineages”], βλ. https://www.fmsh.fr/en/chercheur/rustam-shukurov

Επιλεγμένη αρθρογραφία:

-“Churches in the citadels of Ispir and Bayburt: an evidence of ‘harem christianity’?” in Polidoro. Studi offerti ad Antonio Carile, ed. G. Vespignani, vol. 2 (Spoleto, 2013) pp. 713–723. (article)

-“Harem Christianity: The Byzantine identity of Seljuk princes,” in The Seljuks of Anatolia: Court and Society in the Medieval Middle East, ed. Andrew C.S. Peacock, Sara Nur Yildiz (London, 2012), pp. 115-50. (article)

-“Foreigners in the Empire of Trebizond (the Case of Orientals and Latins),” in At the crossroads of empires: 14th – 15th century Eastern Anatolia, ed. Deniz Beyazit with the contribution of Simon Rettig (Paris, 2012), pp. 71-84. (article)

-“The Oriental margins of the Byzantine World: a prosopographical perspective,” in Identities and Allegiances in the Eastern Mediterranean after 1204, ed. Judith Herrin and Guillaume Saint-Guillain (Aldershot, 2011), pp. 167-96. (article)

-“On some Oriental Borrowings in Middle Greek (11th-15th Centuries)”, Change in the Byzantine World in the 12th-13th Centuries. First International Sevgi Gönül Byzantine Studies Symposium (Istanbul, 2010), pp. 151-156. (article)

-“Trebizond and the Seljuks (1204-1299),” Mésogeios. Revue trimestrielle d’études méditerranéennes 25(26) (2005), pp.73–138. (article)

-“Christian Elements in the Identity of the Anatolian Turkmens (12th-13th Centuries),” in Cristianità d’occidente e cristianità d’oriente (secoli VI-XI) (Spoleto, 2004), pp. 707-64. (article)

-“Turkmen and Byzantine self-identity. Some reflections on the logic of the title-making in twelfth- and thirteenth-century Anatolia,” in Eastern Approaches to Byzantium, ed. Antony Eastmond (Aldershot, 2001), pp. 255-72. (article)

-“AIMA: the blood of the Grand Komnenoi,” Byzantine and Modern Greek Studies 19 (1995), pp. 161-81 (article)

-“Between Peace and Hostility: Trebizond and the Pontic Turkish Periphery in the Fourteenth Century,” Mediterranean Historical Revue 9/1 (1994), pp. 20-72. (article)

[2] Ο Jochi (περ. 1182– Φεβρουάριος 1227) ήταν ένας Μογγόλος διοικητής στρατιάς. Ο μεγαλύτερος γιος του Τζένγκις Χαν και πιθανώς ένας από τους τέσσερις γιους της κύριας συζύγου, αν και τα θέματα που αφορούν στην πατρότητά του τον ακολούθησαν σε όλη του την ζωή. Επιτυχημένος ως στρατιωτικός ηγέτης, συμμετείχε στην κατάκτηση της Κεντρικής Ασίας με τον πατέρα, τους αδελφούς και τους θείους του.

[3] Ιδρυτές της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας το 1204,  μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, υπήρξαν δύο αδέλφια, οι Κομνηνοί,  Αλέξιος και Δαυίδ. Ήταν γιοί του Μανουήλ, τέκνο του Ανδρόνικου Α΄, ιδρυτή της αυτοκρατορικής δυναστείας των Κομνηνών. Ο Ανδρόνικος είχε σκοτωθεί κατά την εξέγερση του 1185, οπότε και οι Κομνηνοί έχασαν τον βυζαντινό θρόνο από την δυναστεία των Αγγέλων.

Τα δύο αδέλφια, ο Δαυίδ και Αλέξιος, που είχαν γεννηθεί το 1180 και το 1182 αντίστοιχα,  απομακρύνθηκαν από την επαναστατημένη Κωνσταντινούπολη το 1185 και εστάλησαν στην θεία τους, βασίλισσα των Ιβήρων (Γεωργίας) Θάμαρ (1184-1212). Μετά την κατάλυση του βυζαντινού κράτους από τους Σταυροφόρους οι δύο νεαροί Κομνηνοί, με την βοήθεια της Θάμαρ, των Γεωργιανών στρατιωτών, των αρχόντων που έφυγαν από την Κωνσταντινούπολη και τη συνεργασία ντόπιων Ποντίων αριστοκρατών, κατέλαβαν την Τραπεζούντα και ίδρυσαν το μεσαιωνικό κράτος του Πόντου το 1204. Οι αυτοκράτορες του κράτους αυτού πήραν την προσωνυμία Μεγάλοι Κομνηνοί, αισθάνονταν δε Έλληνες και συνεχιστές του βυζαντινού κράτους. Έμβλημά τους είχαν τον μονοκέφαλο αετό, σε αντιδιαστολή με τον δικέφαλο της αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης.

Τα σύνορα της αυτοκρατορίας είχαν φθάσει δυτικά μέχρι τη Νικομήδεια, αλλά μετά την ήττα του Δαυίδ Κομνηνού από τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεόδωρο Λάσκαρη (1204-1222), περιορίστηκαν ως τη Σινώπη. Αργότερα συρρικνώθηκαν κι άλλο. Η αδυναμία συνεννόησης των ελληνικών κρατών, (Νίκαιας και Τραπεζούντας), είχε αρνητικές επιπτώσεις στις προσπάθειες αναχαίτισης των Λατίνων και των Σελτζούκων. Η απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης από την Αυτοκρατορία της Νίκαιας το 1261 έθεσε τέλος στα όνειρα των Κομνηνών να επιστρέψουν στον θρόνο της βυζαντινής πρωτεύουσας, κι έτσι επιδόθηκαν στην ισχυροποίηση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας.

Το ποντιακό κράτος διατηρήθηκε ως το 1461, οκτώ χρόνια μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, αναδείχτηκε σε ισχυρό προπύργιο του ελληνισμού και η πρωτεύουσά του, η Τραπεζούντα, σε σπουδαίο εμπορικό κέντρο και λαμπρή εστία των ελληνικών γραμμάτων και της βυζαντινής τέχνης. Στις σχολές της, κυρίως των θετικών επιστημών, σπούδαζαν μαθητές που έρχονταν ακόμη και από την Κωνσταντινούπολη.

Ισχυρή προσωπικότητα στην Τραπεζούντα υπήρξε ο Αλέξιος Γ΄ ο Κομνηνός, οι διάδοχοί του όμως δεν μπόρεσαν να σταθούν στο ύψος των δύσκολων περιστάσεων. Οι Τούρκοι είχαν επανακάμψει απειλητικοί στην περιοχή, ενώ τοπικοί άρχοντες διεκδικούσαν την αυτονομία τους. Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Δ΄ ο Καλοϊωάννης για να σώσει το κράτος από τους Οθωμανούς, οι οποίοι είχαν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη το 1453, συμμάχησε με τους Τουρκομάνους που κατοικούσαν στην Αμίδη (Ντιγιάρμπακιρ) – τους Λεύκαρνους (Ασπροπροβατάδες). Τους παραχώρησε την Καππαδοκία και αρραβώνιασε την πανέμορφη κόρη του με τον ηγέτη τους Ουζούν Χαν. Το σχέδιό του δεν ολοκληρώθηκε. Πέθανε το 1458. Στον θρόνο ανέβηκε ο αδελφός του Δαυίδ Κομνηνός, ο τελευταίος αυτοκράτορας της Τραπεζούντας. Όχι ιδιαίτερα τολμηρός ο ίδιος, προδόθηκε και από τον πρωτοβεστιάριο Αμιρούτζη, που τον έπεισε να παραδώσει την πόλη στον Μωάμεθ Β΄ το 1461, μετά από 257 έτη, ενάντια στην θέληση του πολιορκημένου λαού.

[4] Rustam Shukurov, «Великие Комнины и Восток (1204–1461)», (St. Petersburg, 2001).

[5] Η «Χρυσή Ορδή» είναι ένας περιληπτικός ιστορικός όρος, ο οποίος περιγράφει τα μογγολικά και τουρκικά φύλα που εισέβαλαν μέσω του Καυκάσου στην Ανατολική & Κεντρική Ευρώπη κατά τις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα (Μογγολική Εισβολή), καταλύοντας την Βουλγαρία του Βόλγα και το Κράτος των Ρως. Χρησιμοποιείται επίσης για το Χανάτο που συγκροτήθηκε από αυτά τα φύλα μετά την ολοκλήρωση της εισβολής, καταλαμβάνοντας στη μέγιστη ακμή του μια τεράστια επικράτεια, από τα Καρπάθια Όρη στα δυτικά έως την περιοχή της οροσειράς Αλτάι στα ανατολικά.

Η ονομασία «Χρυσή Ορδή» επινοήθηκε κατά τη σύγχρονη εποχή, (όπως και ο όρος «Βυζαντινή» Αυτοκρατορία) – η πρώτη γραπτή αναφορά σ΄ αυτήν γίνεται μόλις το 17ο αιώνα. Οι ίδιοι οι κάτοικοί του φαίνεται πως αποκαλούσαν το κράτος τους Ουλούς Ζούτσι (Ulus of Jochi, Γη του Ζούτσι, του πρωτότοκου γιου του Τζένγκις Χαν), ή Χανάτο των Κιπτσάκ (Kipchak Khanate, από ένα αρχαίο τουρκικό φύλο που κατοικούσε στην περιοχή). Ο όρος αυτός δεν περιγράφει μία συγκεκριμένη εθνότητα, αλλά μία πανσπερμία νομαδικών φύλων με κοινή μογγολική και τουρκική καταγωγή, που τέθηκαν υπό κοινή ηγεσία. Το μείγμα αυτό αναφέρεται συχνά και ως Τάταροι.

[6] Bertold Spuler, Золотая Орда. Монголы в России. 1223—1502 гг. (Kazan, 2016); this is a Russian revised and annotated; Hakimov and Favereau The Golden Horde in World History, ed. Rafael Hakimov and Marie Favereau (Kazan, Marjani History Institute, 2016), pp. 334–426; Marie Favereau, “Comment le sultan mamlouk s’adressait au khan de la Horde d’Or,” Annales islamologiques 41, 2007, pp. 59–95; Andrew C.S Peacock, Islam, Literature and Society in Mongol Anatolia, (Cambridge: Cambridge University Press, 2019), passim (see Index).

[7] Sergei P. Karpov, История Трапезундской империи, 2nd ed. (St. Petersburg, 2017), pp. 280–340, 341–388.

[8] Karpov, pp. 504–507.

[9] Karpov, p. 504; Shukurov, Великие Комнины , pp. 89–90; Shukurov, Rustam. “Trebizond and the Seljuks (1204–1299),” Mésogeios. Revue trimestrielle d’études méditerranéennes, 25–26 (2005), pp. 75–78.

[10] Anthony A.M. Bryer, “The Grand Komnenos and the Great Khan at Karakorum in 1246,” Res Orientales 6 (1994), pp. 257–261; Shukurov, Великие Комнины, pp. 120–121.

[11] Η Σινώπη ήταν στην βυζαντινή κυριαρχία μέχρι τις αρχές του 13ου αιώνα, όταν, μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους, προσαρτήθηκε στο βασίλειο των Μεγάλων Κομνηνών της Τραπεζούντας, από τον Δαβίδ Κομνηνό το 1205. Ωστόσο το 1214, η Σινώπη καταλήφθηκε από τους Σελτζούκους για να απελευθερωθεί από τον αυτοκράτορα Μανουήλ Α΄, από το 1254 έως το 1263. Τότε την ανακατέλαβε ο Mu’in al-Din Sulaiman Parwana, πιο γνωστός ως Περβανέ [Pervane], η δυναστεία του οποίου την κυβέρνησε μέχρι το 1322, όταν η πόλη πέρασε στο έλεγχο της τουρκομάνικης δυναστείας Candarid της Κασταμονής, [Isfendiyarids, σημερινές επαρχίες Kastamonu και Sinop της Τουρκίας] και παρέμεινε υπό τον έλεγχό του μέχρι το 15ο αιώνα.

Ο Ρώσος καθηγητής Rustam Shukurov υποστηρίζει ότι οι συνέπειες της κατάκτησης της Σινώπης, ήταν σοβαρές για τα βυζαντινά διάδοχα κράτη: «Η απώλεια αυτού του τμήματος της βορειοδυτικής Ανατολίας,  σήμαινε ότι οι Βυζαντινοί Έλληνες έχασαν για πάντα την δυνατότητα μιας στρατηγικής πρωτοβουλίας στο βόρειο τμήμα του βυζαντινού μετώπου». Η σφαίρα του βυζαντινού ελέγχου χωρίστηκε σε δύο θύλακες, ο καθένας περιορισμένος από τα άκρα: ένας δυτικός θύλακας της Ανατολίας που καταστράφηκε και σχεδόν αφομοιώθηκε μέχρι τον 14ο αιώνα, και ένας ανατολικός θύλακας που ενοποιήθηκε από την αυτοκρατορία της Τραπεζούντας που επέζησε πολύ περισσότερο, έως τον 15ο αιώνα. Επιπλέον, η κατάληψη της Σινώπης παρείχε στους Σελτζούκους πρόσβαση σε νέες στρατηγικές οδούς κατάκτησης: μία με στόχο την Κωνσταντινούπολη και άλλη στην Κριμαία και τις νότιες ρωσικές στέπες.

Μετά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1453, ο οθωμανός σουλτάνος στράφηκε στην Ανατολία για να ενώσει υπό την εξουσία του τα «μπεηλίκια». Το 1461 κατέλαβε τη Σινώπη και τερμάτισε την κυριαρχία της δυναστείας Candarid. Ο γεωγράφος του 14ου αιώνα al-Umari σημειώνει ότι η πόλη ήταν ένα από τα πιο σημαντικά λιμάνια της Μαύρης Θάλασσας, όπου οι Γενοβέζοι διαχειρίζονταν ένα αποθηκευτικό κέντρο. Η γειτονική επαρχία Σίβας κατοικήθηκε από Γενοβέζους εμπόρους, μεταφέροντας τα εμπορεύματα που έφθαναν από τα ανατολικά και τα νότια στα λιμάνια τους στην Τραπεζούντα, Σαμσούντα και Σινώπη. Τα αρχεία καταγράφουν στενούς οικονομικούς δεσμούς και συναλλαγές που υπάρχουν μεταξύ των Candarid και των πολιτειών της Βενετίας και της Γένοβας.

[12] Shukurov “Trebizond and the Seljuks”, p. 122.

[13] Karpov, pp. 454–455; Shukurov, Великие Комнины, pp. 170–183; Shukurov, “Trebizond and the Seljuks”, pp. 126–131.

[14] Shukurov, Великие Комнины, pp. 185–188.

[15] Karpov, pp. 270–273, 508; Preiser–Kappeler, Johannes. “Zwischen Konstantinopel und Goldener Horde: Die byzantinischen Kirchenprovinzen der Alanen und Zichen im mongolischen Machtbereich im 13. Und 14. Jahrhundert,” Caucasus during the Mongol Period. Der Kaukasus in der Mongolenzeit, ed. J. Tubach, S. G.Vashalomidze, M.Zimmer (Wiesbaden: Dr. Ludwig Reichert Verlag, 2012), pp. 199–216.

[16] See, for instance: Spuler 2016, 250–265.

[17] Ο Μιχαήλ Παναρέτος (περ. 1320 – περίπου 1390), ήταν αξιωματούχος της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας, στην υπηρεσία του Αλεξίου Γ΄ Κομνηνού και Έλληνας ιστορικός. Το μοναδικό έργο του που διασώζεται είναι ένα χρονικό της αυτοκρατορίας επί Αλεξίου Α΄ Κομνηνού και των διαδόχων του. Αυτό όχι μόνο παρέχει ένα χρονολογικό πλαίσιο γι΄ αυτήν τη μεσαιωνική αυτοκρατορία, αλλά περιέχει επίσης πολύτιμο υλικό για την πρώιμη ιστορία των Οθωμανών Τούρκων από την βυζαντινή προοπτική. Παρέμενε σχεδόν άγνωστο έως ότου ο Jakob Philipp Fallmerayer το ανακάλυψε τον 19ο αιώνα μεταξύ των χειρογράφων της Biblioteca Marciana της Βενετίας. «Λόγω αυτού του άθικτου αλλά αληθινού χρονικού», γράφει ο Ρώσος Βυζαντινός Αλεξάντερ Αλεξάντροβιτς Βασιλίεφ, «κατέστη δυνατό σε κάποιο βαθμό να αποκατασταθεί η χρονολογική σειρά των πιο σημαντικών γεγονότων στην ιστορία της Τραπεζούντας. Αυτό το Χρονικό καλύπτει την περίοδο από το 1204 έως το 1426 και πληροφορεί για πολλά ονόματα αυτοκρατόρων που ήταν άγνωστα.

Το Χρονικό του είναι ένα πολύ σύντομο έργο είκοσι έντυπων σελίδων, που καλύπτει την ιστορία της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας από την ίδρυσή της το 1204. Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε εγγραφές στο τέλος του έργου, από το 1395 έως το 1426 (ή το 1429), που οι ειδικοί αποδίδουν σ΄ έναν ή περισσότερους συνεχιστές. Ο Παναρέτος διαφέρει από την παράδοση των Ελλήνων ιστορικών, μη γράφοντας σ΄ έναν μαθητή, αλλά στον Έλληνα Πόντιο. Σε όλο το χρονικό, ο Παναρέτος δεν αναφέρεται ποτέ στους συμπατριώτες του ως Έλληνες, όπως συνηθιζόταν τότε στο Βυζάντιο, αλλά ως Ρωμαίους, ή ως Χριστιανούς.

Το πρώτο ακαδημαϊκό, κριτικό κείμενο του Χρονικού έγινε από τον Σπυρίδωνα Π. Λάμπρο, Έλληνα λόγιο, το 1907, βλ.

https://olympias.lib.uoi.gr/jspui/bitstream/123456789/2349/1/doc.pdf

Μια άλλη έκδοση δημοσιεύτηκε από τον Οδυσσέα Λάμψίδη το 1958. Η πιο πρόσφατη έκδοση, με μετάφραση στα αγγλικά, ήταν από τον Scott Kennedy το 2019.

[18] Ο Μιχαήλ Μέγας Κομνηνός (1285-μετά το 1355), υπήρξε αυτοκράτορας της Τραπεζούντας στις 30 Ιουνίου 1341 (για μία ημέρα) και από 3 Μαΐου 1344 ως 13 Δεκεμβρίου 1349. Ήταν ο νεώτερος γιος του αυτοκράτορα Ιωάννου Β’. Το 1297 πήγε μαζί με την μητέρα του Ευδοκία των Παλαιολόγων στην Κωνσταντινούπολη και πιθανόν παρέμεινε εκεί ως το 1341. Τότε εστάλη με προτροπή του βυζαντινού αυτοκράτορα στην Τραπεζούντα, για να αναλάβει τον θρόνο. Ο Μιχαήλ είχε την πρόθεση να νυμφευθεί την τότε αυτοκράτειρα Ειρήνη των Παλαιολόγων (χήρα του ανεψιού του) για να νομιμοποιήσει την ενθρόνισή του. Αν και η Ειρήνη είχε ήδη εκθρονιστεί από την ανιψιά του, Άννα Κομνηνή, ανακηρύχτηκε από τον λαό ως αυτοκράτορας, καθώς είχε την στήριξη της πλειοψηφίας του πληθυσμού, ορισμένων ευγενών και εθεωρείτο, κληρονομικά, ο νόμιμος διάδοχος. Ωστόσο μηχανορραφίες μεταξύ των αριστοκρατών και της Άννας, κατέληξαν στην άμεση εκθρόνισή του: φυλακίστηκε στο Οιναίο και μετά στην Λιμνιά, (πόλεις δυτικά της Τραπεζούντας).

Όταν ο γιος του Μιχαήλ, Ιωάννης Γ’, ανέβηκε στον θρόνο το 1342, δεν αποφυλάκισε τον πατέρα του. Αυτή η αλαζονική συμπεριφορά εξόργισε πολλούς από τους οπαδούς του Ιωάννη Γ’, όπως τον Νικήτα Σχολάριο, ο οποίος ενήργησε για την απελευθέρωση του Μιχαήλ, ο οποίος τελικά κατάφερε να ανακηρυχθεί και πάλι αυτοκράτορας, τον Μάϊο του 1344 και ο γιος του εστάλη εξορία στην Κωνσταντινούπολη.

Κατά την διάρκεια της βασιλείας του συνέπεσαν πολλές δυσχέρειες και αντιξοότητες: έντονες και συνεχείς παρεμβάσεις της τοπικής αριστοκρατίας, επιθέσεις των Τουρκομάνων, (επιτέθηκαν και κατέλαβαν τον Άγιο Ανδρέα και το Οιναίο το 1346), και των Γενουατών, καταστροφικός λοιμός, (που ξέσπασε τον Σεπτέμβριο του 1348, διήρκεσε επτά συνεχείς μήνες και αποδεκάτισε τον πληθυσμό). Παρόλα αυτά η επίθεση των Τουρκομάνων κατά της ίδιας της Τραπεζούντας απωθήθηκε. Όσον αφορά στους Γενουάτες οι βαρβαρότητες  στον πληθυσμό της Χερσώνας και γενικά η απαράδεκτη συμπεριφορά τους, προκάλεσαν την οργή των κατοίκων της Τραπεζούντας. Ως αποτέλεσμα πολιορκήθηκε η συνοικία των Γενουατών της Τραπεζούντας και πολλοί από αυτούς σκοτώθηκαν. Το 1348 οι Γενουάτες για εκδίκηση κατέλαβαν την Κερασούντα και κατέστρεψαν το μικρό στόλο της Τραπεζούντας, που στάλθηκε να τους αντιμετωπίσει. Προκλήθηκαν και πάλι ταραχές στη συνοικία τους, όμως ο Μιχαήλ από φόβο μαζικών αντιποίνων αναγκάστηκε να τους επαναχορηγήσει όλα τα παλαιά τους προνόμια. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η οικονομία της Τραπεζούντας να αποδυναμωθεί ακόμη περισσότερο. Μπροστά στα αδιέξοδα, και με την αυξανόμενη δύναμη των αντιπάλων του στο εσωτερικό, καθαιρέθηκε τον Δεκέμβριο του 1349. Ο Νικήτας Σχολάριος και οι οπαδοί του όρισαν αυτοκράτορα τον Αλέξιο Γ’. Ο έκπτωτος Μιχαήλ αναγκάστηκε να γίνει μοναχός στην σκήτη του Αγίου Σάββα. Το 1351 εστάλη στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο αυτοκράτορας Ιωάννης ΣΤ’ Καντακουζηνός τον προέτρεψε να επιστρέψει στην Τραπεζούντα και να ανακαταλάβει τον θρόνο με την υποστήριξή του (1355). Τελικά απέτυχε και επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και πέθανε λίγο αργότερα.

[19] Panaretos, 92.1–14: “Τῷ αὐτῷ ἔτει ἐξῆλθε καὶ ὁ κῦρ Μιχαὴλ ὁ μέγας Κομνηνὸς ἐκ τῆς Πόλεως καὶ ἦλθε μέχρι καὶ τοῦ Σουλχατίου καὶ πάλιν ὑπέστρεψε.”

[20] Karpov, pp. 247–248.

[21] Karpov, p. 272; Preiser–Kappeler, pp. 210–212.

[22] Spuler, pp. 398–399, 401.

[23] Rustam Shukurov, The Byzantine Turks. 1204–1461 (Leiden: Brill, 2016), pp. 259–260.

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube