Ακολουθήστε μας

Αναλύσεις

Τρίτη και τελευταία ευκαιρία για νέα στρατηγική στο Κυπριακό

Δημοσιεύτηκε στις

Πλοία του τουρκικού πολεμικού ναυτικού στην …”Γαλάζια Πατρίδα”. Φωτογραφία υπουργείου Άμυνας
.
ΤΟΥ ΣΑΒΒΑ ΙΑΚΩΒΙΔΗ
.
Στις 15 Νοεμβρίου 1983, ο κατοχικός Ντενκτάς, κατ’ εντολήν της Τουρκίας, ανακήρυξε τη λεγόμενη «Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου». Δηλαδή η Τουρκία διέγραψε, ποδοπάτησε και πέταξε στον κάλαθο των αχρήστων όλα όσα είχαν συμφωνηθεί σε πολυετείς διαπραγματεύσεις μεταξύ του εγκάθετού της, Ντενκτάς, με Προέδρους της διεθνώς αναγνωρισμένης Κυπριακής Δημοκρατίας, που είχαν όλοι αυτοϋποβιβαστεί σε… κοινοτάρχες, και άλλους Ε/κ διαπραγματευτές.

  • Με απλά λόγια: Η Άγκυρα επέβαλε μία νέα κατάσταση πραγμάτων, επειδή ο στρατηγικός στόχος της ήταν, από τη δεκαετία του 1930 και είναι, η κατάληψη και ο έλεγχος όλης της Κύπρου.

Ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Σπ. Κυπριανού, τι όφειλε να πράξει; Σε συνεννόηση με όλα τα κόμματα και σε στενή συνεργασία με την Ελλάδα, έπρεπε να χαράξουν μια νέα στρατηγική, πρώτον, συγκροτημένης πανεθνικής αντιμετώπισης των σχεδιασμών της Τουρκίας.
.
Δεύτερον, συνειδητοποίησης, επιτέλους, ότι η απειλή του Αττίλα, μετά την εισβολή και κατοχή του 37% της Κύπρου, ήταν και είναι κοινή εναντίον του Ελληνισμού.
.
Τρίτον, εξοπλισμός της Εθνικής Φρουράς κατά ξηράν, θάλασσα και αέρα και λειτουργία πανίσχυρου Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος Ελλάδος-Κύπρου.
.
Τέταρτον, μακράς πνοής πολυδιάστατη στρατηγική ανακοπής και εξουδετέρωσης κάθε τουρκικής απειλής σε όλους τους τομείς.
.
Πέμπτον, απώτερος στόχος, η απελευθέρωση της Κύπρου από τον αττιλικό ζυγό.
.
Εξημέρωση-κατευνασμός
.
Τίποτε από τα πιο πάνω δεν έγιναν! Όπως τίποτε δεν έγινε μετά το βροντερό ΟΧΙ στην τερατουργία του σχεδίου Ανάν, το 2004, που θα παρέδιδε αύτανδρη την Κυπριακή Δημοκρατία σε μια νέα τουρκοκρατία. Ο Τ. Παπαδόπουλος αντί να αξιοποιήσει το ΟΧΙ, επέμενε και αυτός σε αδιέξοδες συνομιλίες για λόγους κομματικών και προεκλογικών σκοπιμοτήτων.

  • Από το 1974 μέχρι σήμερα, μία ήταν η ολέθρια πολιτική όλων σχεδόν των κυβερνήσεων: Εξημέρωση και κατευνασμός του τουρκικού θηρίου με την απέλπιδα προσδοκία ότι, κάποτε θα ημέρευε στις αδίστακτες απαιτήσεις του και θα συναινούσε σε βιώσιμη και λειτουργική λύση, στηριγμένη σε αρχές και αξίες του ΟΗΕ και της Ευρώπης και στο Διεθνές Δίκαιο.

Οι ηγέτες της Κύπρου δεν μελέτησαν Θουκυδίδη. Δεν γνωρίζουν τον Σουν Τζου. Λένε εν χορώ ότι έχουμε δίκαιο αλλά ποτέ δεν το διεκδίκησαν πέρα από βολικές δηλώσεις, ανακοινώσεις, φλύαρες ομιλίες και φραστικές θολούρες. Και, φυσικά, δεν έχουν ακόμα αντιληφθεί ότι στις διακρατικές και διεθνείς σχέσεις ισχύει ο απαράβατος, ωμός και κυνικός κανόνας:
.
«Κατά την ανθρώπινη λογική μπορούμε να μιλάμε για δίκαιο όταν και τα δύο μέρη έχουν ίση ισχύ και ότι οι ισχυροί πράττουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους και οι αδύναμοι υποχωρούν και το αποδέχονται» (Θουκυδίδη Ιστορία. Βιβλίο Ε, 89. Εισαγωγή-Μετάφραση-Σημειώσεις: Ν. Μ. Σκουτερόπουλος. Εκδόσεις «Πόλις», 2011).
.
Η πρώτη καμπάνα
.
Η Τουρκία, μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Ερντογάν, το 2003, απέκτησε ισχύ. Ιδιαίτερη βαρύτητα έδωσε στη δημιουργία νεότευκτου ναυτικού. Έχτισε αμυντική βιομηχανία, η οποία καλύπτει το 90% και πλέον των αναγκών των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων.
.
Η Τουρκία διατηρεί εκστρατευτικά σώματα ή κατέχει εδάφη σε 10 χώρες. Εκατόν χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες (45.000 στην κατεχόμενη Κύπρο) προωθούν τις νεο-οθωμανικές ονειρώξεις του Ερντογάν.
.
Αθήνα και Λευκωσία, μέχρι πρόσφατα, ούτε άκουγαν  ούτε καταλάβαιναν ούτε, προπάντων, ανησυχούσαν. Αίφνης, η επίθεση της Τουρκίας στον Έβρο, με διατεταγμένους, δυστυχείς πρόσφυγες και παράνομους μετανάστες, χτύπησε την πρώτη δυνατή καμπάνα.
.
Η υπογραφή του τουρκολιβυκού μνημονίου, που είχε προηγηθεί και η επέλαση του ερευνητικού σκάφους «Ορούτς Ρέις» στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, με τη συνοδεία τουρκικών πολεμικών σκαφών και οι γνωστές προκλήσεις, ήταν η δεύτερη βροντερή καμπάνα αφύπνισης Αθήνας και Λευκωσίας.

  • Ο Ερντογάν είναι ο νέος Σάνταμ Χουσέιν της περιοχής. Προκαλεί τους πάντες, ποδοπατεί κάθε έννοια Διεθνούς Δικαίου και συμπεριφέρεται ως νέος Χίτλερ. Η ισχύς του, με την ανοχή, την αδιαφορία ή τα συμφέροντα ΗΠΑ, Γερμανίας, Ρωσίας, Κίνας, ευρωπαίων εταίρων μας, είναι το «δίκαιό» του. Εννοεί να ανασυστήσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία και η «Γαλάζια Πατρίδα» είναι η τουρκική εκδοχή της ναζιστικής θεωρίας «Lebensraum» (ζωτικός χώρος).

Κοινή η τουρκική απειλή
.
Η τουρκική απειλή είναι κοινή εναντίον της Ελλάδος και της Κύπρου. Άρα, Αθήνα και Λευκωσία καλούνται να την αντιμετωπίσουν από κοινού και με ισχυρή δύναμη αποτροπής: Πολιτική,  διπλωματική, κυρίως στρατιωτική. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη πριν από λίγες ημέρες ανακοίνωσε μαζικές αγορές αεροπλάνων, φρεγατών και άλλου οπλισμού για υποβρύχια ενώ υπάρχει σχεδιασμός για αναζωογόνηση ναυπηγείων και ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανίας.
.
Και η Κύπρος; Ο πρόεδρος Αναστασιάδης, κατά την πρόσφατη ενημέρωση των πολιτικών αρχηγών, απέφυγε και δεν θέλησε να κάμει αναφορά σε εξοπλιστικά προγράμματα της Εθνικής Φρουράς.

  • Ισχύει ακόμα η κωμική θέση Κυβέρνησης, ΔΗΣΑΚΕΛ περί μη «στρατιωτικοποίησης του Κυπριακού». Και πότε; Όταν από το 1974 το πρόβλημα είναι το πιο στρατιωτικοποιημένο στο κόσμο!

Ο πρόεδρος Αναστασιάδης, τι δηλώνει επίμονα τις τελευταίες ημέρες; Ότι εμμένει αταλάντευτα σε επανάληψη των συνομιλιών, μετά τις ψευτοεκλογές στα κατεχόμενα, «από εκεί που έμειναν στο Crans Montana», με στόχο την επίτευξη μιας «διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας».
.
Ο Πρόεδρος, ο Κυβ. Εκπρόσωπος, ο Υπουργός Εξωτερικών, δεν αντιλήφθηκαν τι έγινε και τι συμβαίνει τους τελευταίους εφτά μήνες; Δεν κατάλαβαν ποια είναι η τουρκική στοχοθεσία; Δεν ακούνε τους Τούρκους να βροντοφωνάζουν ότι διεκδικούν κατάκτηση όλης της Κύπρου;

  • Δεν βλέπουν ότι καθημερινά η ισχυρή Τουρκία συντρίβει και καθυβρίζει το Διεθνές Δίκαιο και απαιτεί να επιβάλει στην αδύναμη, αθωράκιστη, ανίσχυρη Κύπρο, ό,τι της επιτρέπει η δύναμή της; Γιατί αρνούνται να καταλάβουν ότι ο Τούρκος σέβεται, υποκύπτει και υποτάσσεται μόνο στη ΔΥΝΑΜΗ;

Συνομοσπονδία δυο κρατών
.
Αίφνης, αλλ’ όχι ανεξήγητα, ο Τούρκος ΥπΕξ, Τσαβούσογλου δήλωσε τις προάλλες, πρώτον, για να επαναρχίσουν συνομιλίες για το Κυπριακό, η ελληνική πλευρά πρέπει να αποδεχτεί την πολιτική ισότητα όπως οι Τούρκοι την εννοούν. Δεύτερον, οι συνομιλίες δεν θα ξαναρχίσουν «από εκεί που έμειναν στο Crans Montana». Τρίτον, έθεσε ξανά θέμα δύο κρατών και σχηματισμού συνομοσπονδίας. Πώς αντέδρασε η Κυβέρνηση;
.
Ο Κυβ. Εκπρόσωπος, Κυριάκος Κούσιος, αφού είπε ότι αυτά «αποτελούν την πάγια τουρκική θέση και πολιτική για το Κυπριακό στην οποία οφείλεται και η μη λύση τα τελευταία 46 χρόνια», είπε:
.
«Θα πρέπει να διερωτηθούμε γιατί ο κ. Τσαβούσολγου επιλέγει αυτή την περίοδο να προβαίνει σε τέτοιες δηλώσεις, μετά την πιστοποίηση της ετοιμότητας του ΓΓ των ΗΕ να συγκαλέσει πενταμερή Διάσκεψη για το Κυπριακό και αφού κάλεσε τα μέρη να απέχουν από οποιεσδήποτε μονομερείς ενέργειες καθώς και να εφαρμόζουν ΜΟΕ. Ταυτόχρονα, διερωτόμαστε γιατί η Τουρκία συνεχίζει την εισβολή της στην ΑΟΖ μας, ανανεώνει τις navtex και απειλεί για εποικισμό της περίκλειστης πόλης των Βαρωσίων».
.
Πρώτον, αφού αυτή είναι η πάγια τουρκική πολιτική για 46 χρόνια και σε αυτήν οφείλεται η μη λύση του Κυπριακού, ΓΙΑΤΙ η ελληνική πλευρά εμμένει στερρώς και γελοιωδώς σε αυτήν την αδιέξοδη, ολέθρια και εθνικά καταστροφική πολιτική;
.
Δεύτερον, γιατί ο Κυβ. Εκπρόσωπος διερωτάται για τις δηλώσεις του Τούρκου ΥπΕξ; Ο Τσαβούσογλου γνωρίζει ότι η χώρα του δεν θα υποστεί κυρώσεις για την εισβολική παρανομία της στην ελληνική υφαλοκρηπίδα και στην κυπριακή ΑΟΖ.
.
Οθωμανική Αυτοκρατορία
.
Τι δεν καταλαβαίνουν ο συμπαθής Κούσιος ή ο αιθεροβάμων Πρόεδρος Αναστασιάδης, που κόλλησε στο Crans Montana, ή ο ΥπΕξ, Χριστοδουλίδης, που προσεύχεται να αναδειχθεί στα κατεχόμενα πολιτικός, που να ομνύει πίστη και υποταγή στην τουρκοδιζωνική;
.
Η Τουρκία εδώ και πολλές δεκαετίες, λόγοις και έργοις, με εισβολή και κατοχή της Κύπρου, έχει ξεκάθαρους στόχους εναντίον της Κύπρου και της Ελλάδος: Απαιτεί να τις επανεντάξει ως φινλανδοποιημένους δορυφόρους στην υπό ανασύσταση Οθωμανική – ερντογανική – Αυτοκρατορία.
.
Όπως ο στρατηγός Κωσταράκος έγραψε («Ελληνο-τουρκική αντιπαράθεση και εθνική αποτροπή: Είμαστε ακόμα στην αρχή», 16/9/2020):

  • «Είναι ξεκάθαρο για όσους μελετούν την Τουρκία ότι ο νεο-οθωμανικός μαξιμαλισμός του Ερντογάν έχει γίνει αποδεκτός και έχει αφομοιωθεί από την πλειονότητα του τουρκικού λαού (…). Η αντιπαράθεση με την Τουρκία δεν θα σταματήσει για τα επόμενα χρόνια και οι σχέσεις μας δεν θα ομαλοποιηθούν ουσιαστικά ποτέ, ακόμα και αν περάσουν σε ένα πιο πολιτισμένο και ήπιο επίπεδο».

Τι πρέπει να κάνουν, Ελλάδα και Κύπρος; Ο στρατηγός Κωσταράκος εισηγείται: Ισχυρή αποτρεπτική ικανότητα σε βάθος χρόνου. Πανίσχυρη πολεμική αεροπορία. Δραστική ενίσχυση του πολεμικού ναυτικού. Αυτά απαιτούν δισεκατομμύρια τα οποία ο Ελληνισμός οφείλει να καταβάλει. Καταλήγει ο στρατηγός: «Δυστυχώς, η ασφάλεια και η άμυνα δεν υπάρχουν σε οικονομική συσκευασία».
.
Ευκαιρία για απαγκίστρωση
.
Αντί, συνεπώς, ο πρόεδρος Αναστασιάδης να απορεί και να εξίσταται για τις δηλώσεις Τσαβούσογλου, γιατί δεν τις εκλαμβάνει ως μοναδική ευκαιρία για απαγκίστρωση από την αγγλοτουρκοφρενή, ρατσιστική, αντιευρωπαϊκή, αντιδημοκρατική διζωνική; Γιατί επιμένει στην κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, διά της υπογραφής μας, του μόνου διεθνούς πανίσχυρου θώρακά μας;

  • Γιατί επιμένει να παραδώσει την Κυπριακή Δημοκρατία στην μουσουλμανοποίηση, ισλαμοποίηση και τουρκοποίηση; Ο πρόεδρος Αναστασιάδης ας εξηγήσει το παρανοϊκό και σχιζοφρενικό: Απαιτεί οι εταίροι μας να προκαλέσουν κόστος στην παραβατική Τουρκία αλλά την ίδια στιγμή την εκλιπαρεί να προσέλθει σε συνομιλίες για λειτουργική και βιώσιμη λύση στο Κυπριακό.

Ξεκάθαρα: Αυτή είναι η τρίτη και τελευταία ευκαιρία για απαγκίστρωση από την αγγλοτουρκοδιζωνική τερατουργία και για σχεδιασμό και υλοποίηση μίας νέας στρατηγικής εκτός διζωνικής. Αφού, λοιπόν, ο Τσαβούσογλου προτάσσει συνομοσπονδία δύο κρατών, γιατί η Λευκωσία δεν επανατοποθετεί το Κυπριακό ως διεθνές πρόβλημα τουρκικής εισβολής, κατοχής και εποικισμού και να απαιτήσει συζήτηση μόνο σε αυτήν τη βάση; Αυτή είναι η σωτήρια έξοδος για την Κυπριακή Δημοκρατία.
.
απόψεις
.

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Γιατί η αποστολή Χαν δεν πρέπει να αποτύχει

Η Κύπρος αξίζει και πρέπει να υπάρχει ως ενιαία και ελεύθερη. Όχι ως διαιρεμένο απομεινάρι του Ψυχρού Πολέμου, αλλά ως ένα σύγχρονο, ενωμένο, δημοκρατικό ευρωπαϊκό κράτος.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Γράφει ο Ευριπίδης Ευρυβιάδης

Ο πρόσφατος διορισμός του πρώην Επιτρόπου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Γιοχάνες Χαν, ως ειδικού απεσταλμένου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το κυπριακό, είναι μια θετική εξέλιξη. Επιβεβαιώνει ότι η ΕΕ δεν έχει ξεχάσει πως ένα από τα κράτη-μέλη της παραμένει διαιρεμένο – υπό στρατιωτική κατοχή από τρίτη χώρα, και μάλιστα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ. Μισό αιώνα μετά την τουρκική εισβολή του 1974, η Κύπρος εξακολουθεί να αναζητεί δικαιοσύνη.

Ωστόσο, για να μην είναι ο διορισμός αυτός απλώς συμβολικός, πρέπει να συνοδευτεί από στρατηγική βούληση για ουσιαστικά αποτελέσματα.

Το όραμα της Ευρώπης «Ενιαία και Ελεύθερη» (Whole and Free) μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, υλοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό με την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Όμως, η Κύπρος, μέλος της ΕΕ, παραμένει κατάφωρη εξαίρεση.

Ήρθε η ώρα η αρχή της ενότητας και της ελευθερίας να εφαρμοστεί και στην Κύπρο. Η «Κύπρος Ενιαία και Ελεύθερη» πρέπει πλέον να γίνει επίσημη πολιτική της ΕΕ. Το κυπριακό πρέπει να επιστρέψει στο κέντρο της ευρωπαϊκής συνείδησης. Ας γίνει η «Κύπρος Ενιαία και Ελεύθερη» όχι απλώς ένα σύνθημα, αλλά μια στρατηγική επιταγή.

Μια μελλοντική διευθέτηση πρέπει να επανενώσει την Κύπρο χωρίς επικυρίαρχους, εγγυήτριες δυνάμεις ή δικαιώματα μονομερούς επέμβασης — αναχρονισμοί από μια σκοτεινότερη εποχή. Η Κύπρος δεν είναι σατραπεία. Ο κυπριακός λαός δεν χρειάζεται διατάγματα. Χρειάζεται πλήρη δικαιώματα και προστασίες σύμφωνα με το κοινοτικό κεκτημένο. Η Κύπρος πρέπει να γίνει ένα κανονικό κράτος-μέλος της ΕΕ.

Η Κύπρος ανήκει σε όλους τους πολίτες της: Κυπρίους ελληνικής, τουρκικής, μαρωνίτικης, αρμενικής και λατινικής καταγωγής. Κύπρος – Kıbrıs – Cyprus είναι η κοινή πατρίδα όλων και ένα πολύχρωμο κιλίμι. Σε μια δημοκρατική και κυρίαρχη ομοσπονδιακή Δημοκρατία, η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου πρέπει να εφαρμόζονται ισότιμα σε όλους, χωρίς καμία εξαίρεση.

Ο κ. Χαν διαθέτει πολύτιμη εμπειρία από τις Βρυξέλλες. Αλλά το κυπριακό δεν είναι τεχνική ή γραφειοκρατική υπόθεση. Είναι πρωτίστως γεωπολιτικό ζήτημα. Η παρουσία των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής σε έδαφος της ΕΕ, ο παράνομος εποικισμός του κατεχόμενου βορρά, η καταστροφή της πολιτιστικής κληρονομιάς, ο σφετερισμός περιουσιών και η τύχη των αγνοουμένων, δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτά ως νέα «κανονικότητα».

Πρέπει επίσης να αναγνωρίσουμε ότι οι Κύπριοι ελληνικής και τουρκικής καταγωγής έχουν νόμιμες ανησυχίες για την ασφάλειά τους, που πηγάζουν από την ιστορία και τις τραυματικές τους εμπειρίες. Οι Τουρκοκύπριοι επιδιώκουν πολιτική ισότητα, την προστασία της ταυτότητάς τους και αποτελεσματική συμμετοχή στη διακυβέρνηση του κράτους.

Οι Ελληνοκύπριοι εξακολουθούν να ζουν με τις συνέπειες της εισβολής, της κατοχής και του αναγκαστικού εκτοπισμού, μαζί με το πλήρες φάσμα των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συνοδεύουν κάθε τέτοια κατοχή. Μια δίκαιη λύση οφείλει να εγγυηθεί την αξιοπρέπεια και την ασφάλεια όλων.

Η Συνθήκη Εγγυήσεων ανήκει στο παρελθόν. Αποτελεί απομεινάρι της προπολεμικής Ευρώπης. Τα μελλοντικά σχήματα ασφάλειας πρέπει να βασίζονται σε σύγχρονες, πολυμερείς αρχές, όπως αυτές που προσφέρουν η ΕΕ ή/και το ΝΑΤΟ, και να διασφαλίζουν ότι κανείς στην Κύπρο δεν αισθάνεται κυριαρχούμενος ή περιθωριοποιημένος.

Η ΕΕ έχει δηλώσει ότι ο κ. Χαν θα συνεργάζεται «στενά» με την προσωπική απεσταλμένη του ΓΓ του ΟΗΕ, Μαρία Άνχελα Χολγκίν, και θα «συμβάλλει στη διαδικασία επίλυσης στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών». Η εντολή του πρέπει να είναι ουσιαστική. Χωρίς πραγματικά μέσα πίεσης, κινδυνεύουμε να επαναλάβουμε ένα ακόμα επεισόδιο «διπλωματίας θεάτρου»: διαδικασία χωρίς αποτέλεσμα.

Το κυπριακό δεν είναι ένα παγωμένο ζήτημα. Επιδεινώνεται καθημερινά. Από την αποτυχία των συνομιλιών στο Κραν Μοντάνα το 2017, η απουσία διαπραγματεύσεων επέτρεψε σε τετελεσμένα να ενισχύσουν την καχυποψία και να παγιώσουν τη διαίρεση.

Η ΕΕ διαθέτει ηθικό κύρος, νομικά εργαλεία και οικονομικούς μοχλούς πίεσης. Πρέπει να τους αξιοποιήσει. Η πρόσφατη πρωτοβουλία SAFE -ένα αμυντικό εργαλείο 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, ανοικτό υπό όρους και σε τρίτες χώρες- είναι ένα επίκαιρο παράδειγμα. Η πιθανή συμμετοχή της Τουρκίας θα μπορούσε να εξαρτηθεί από επαληθεύσιμη πρόοδο στο κυπριακό. Η αρχή είναι απλή: εμπιστοσύνη, αλλά με επιβεβαίωση.

Η ΕΕ δεν μπορεί να υπερασπίζεται αξιόπιστα τη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου στην Ουκρανία, στη Γάζα ή στον Νότιο Καύκασο, ενώ ανέχεται στρατιωτική κατοχή εντός των συνόρων της. Η Ευρώπη πρέπει να δράσει. Η ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφάλειας δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρης χωρίς επίλυση του κυπριακού.

Η αποστολή του κ. Χαν δεν πρέπει να καταντήσει ένα ακόμη καλοπροαίρετο υποσημείωμα της ΕΕ. Ο κ. Χαν πρέπει να ενισχυθεί με την αρμοδιότητα να διαπραγματευθεί με την Άγκυρα και να απαιτήσει από την Τουρκία να ευθυγραμμίσει τις ευρωπαϊκές φιλοδοξίες της με τον σεβασμό της κυριαρχίας των κρατών-μελών και του διεθνούς δικαίου. Η χωρίς όρους εμπλοκή έχει αποτύχει στο παρελθόν. Ήρθε η ώρα της λογοδοσίας.

Η τουρκική αντίδραση στον διορισμό Χαν υπογραμμίζει την πρόκληση. Χωρίς να απορρίψει ρητά τον διορισμό, η Άγκυρα τον χαρακτήρισε «εσωτερική υπόθεση της ΕΕ», κατηγόρησε τις Βρυξέλλες για μεροληψία και απαίτησε συνομιλίες «μεταξύ δύο κρατών με κυρίαρχη ισότητα», θέση που αντιβαίνει στις παραμέτρους του ΟΗΕ και στο συμφωνημένο ομοσπονδιακό πλαίσιο.

Και όμως, η Άγκυρα εξακολουθεί να επιδιώκει ένταξη στην ΕΕ και ρόλο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, φιλοδοξίες που απαιτούν συμμόρφωση με το κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο ταυτόχρονα αμφισβητεί. Κάθε συμφωνία για το κυπριακό πρέπει να είναι απολύτως συμβατή με το ευρωπαϊκό δίκαιο: εμπόριο, ανταγωνισμός, δικαστική συνεργασία, εξωτερική πολιτική, θεμελιώδη δικαιώματα και αρχές. Αλλιώς, η Κύπρος δεν θα μπορεί να λειτουργεί αποτελεσματικά ως κράτος-μέλος και η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας θα παραμείνει αιωρούμενη.

Η εντολή του Χαν πρέπει να ενσωματώσει κάθε αποτέλεσμα στο κοινοτικό δίκαιο και να αντικρούσει τις αιτιάσεις περί μεροληψίας με νομική σαφήνεια και συνέπεια. Όπως λέγεται, η ΕΕ λύνει προβλήματα αγκαλιάζοντάς τα.

Η Κύπρος δεν είναι απλά ένα διαπραγματευτικό χαρτί. Είναι μια δημοκρατία της Ευρώπης, και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται. Η δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου δεν είναι διαπραγματεύσιμα.

Καθώς η Ευρώπη οικοδομεί τη στρατηγική της αυτονομία, πρέπει να αντιμετωπίσει και τις δικές της εκκρεμότητες. Η διαίρεση της Κύπρου έχει γίνει ανεκτή για πάρα πολύ καιρό. Αλλά τα προβλήματα, όταν δεν αντιμετωπίζονται, μετατρέπονται σε απειλές.

Έχω εκφωνήσει αμέτρητες ομιλίες για το κυπριακό υπό την ιδιότητά μου ως εκπρόσωπος της Κυπριακής Δημοκρατίας σε διάφορες χώρες. Πάντα με ρωτούσαν: «Τι θέλετε επιτέλους;» Η απάντησή μου ήταν πάντα απλή και ξεκάθαρη: Ο λαός της Κύπρου δεν είναι παιδί ενός κατώτερου Θεού. Μας ψήνει όλους ο ίδιος ήλιος.

Δεν θέλουμε τίποτα περισσότερο – και τίποτα λιγότερο – από αυτά που κάθε πολίτης μιας δημοκρατικής χώρας στην ΕΕ θεωρεί αυτονόητα: Ελευθερία. Δημοκρατία. Κράτος δικαίου. Σεβασμό της κυριαρχίας. Ανθρώπινα δικαιώματα.

Δεν ζητούμε προνόμια. Μόνο ισότητα. Όχι επιβολή. Μόνο αξιοπρέπεια. Όχι ξένη κηδεμονία. Μόνο αυτοσεβασμό.

Η Κύπρος αξίζει και πρέπει να υπάρχει ως ενιαία και ελεύθερη. Όχι ως διαιρεμένο απομεινάρι του Ψυχρού Πολέμου, αλλά ως ένα σύγχρονο, ενωμένο, δημοκρατικό ευρωπαϊκό κράτος.

*Πρώην Πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας στις ΗΠΑ και Ύπατος Αρμοστής στο Η.Β.
Ανώτερος Επιστημονικός Συνεργάτης, Κυπριακό Κέντρο Ευρωπαϊκών και Διεθνών Σχέσεων, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Προκόπιος Παυλόπουλος: Οι στρεβλώσεις των κανόνων αναθεώρησης του Συντάγματος υπονομεύουν νομοτελειακώς την θεσπισμένη αυστηρότητά του

Σε αυτό το μονοπάτι αναστοχασμού πρέπει να επιλέξουμε ως οδηγό πριν απ’ όλα το γράμμα και το πνεύμα της διάταξης του άρθρου 120 παρ. 4 του Συντάγματος περί του δικαιώματος αλλά και της υποχρέωσης τήρησης του Συντάγματος, όπως το δικαίωμα και κυρίως η υποχρέωση αυτή ταιριάζουν στην ιστορική ιδιοσυστασία του πατριωτισμού των Ελλήνων.

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Ακαδημαϊκός και Επίτιμος Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Προκόπιος Παυλόπουλος επισήμανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής ως συμπροεδρεύων στην Β΄ Ενότητα -με θέμα «Οι αναθεωρητικές τομές της μεταπολιτευτικής περιόδου: 1986, 2001, 2008, 2018 και η μετεξέλιξη του Συντάγματος του 1975»- του διήμερου Συνεδρίου που συνδιοργάνωσαν, μεταξύ 10 και 11 Ιουνίου 2025, υπό την αιγίδα της Βουλής των Ελλήνων ο «Κύκλος Ιδεών», η «ΔιαΝΕΟσις» και το «Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών» στο Ζάππειο Μέγαρο, με γενική θεματική: «Πενήντα χρόνια από το Σύνταγμα του 1975. Η συνταγματική υπόσχεση της Μεταπολίτευσης και η ποιότητα της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου».

«Πρόλογος

Η ιστορική αποτίμηση της ratio revisendae constitutionis στο πεδίο των αναθεωρήσεων του Συντάγματος του 1975, διαδοχικώς το 1986, το 2001, το 2008 και το 2019, μας παραπέμπει, αναγκαίως, σε μια έστω και συνοπτικώς κωδικοποιημένη υπενθύμιση των λόγων θέσπισης των διατάξεων του άρθρου 110 του Συντάγματος, των σχετικών με την lege artis αναθεώρησή του. Και στο σημείο αυτό, προφανώς για λόγους πιστής απόδοσης της συνταγματικής μας πραγματικότητας και πρακτικής, πρέπει να τονισθεί ότι υπό το καθεστώς εφαρμογής του ισχύοντος Συντάγματος του 1975 είναι η πρώτη φορά στην συνταγματική μας ιστορία που και οι διατάξεις του κατά κανόνα εφαρμόζονται, ως προς σημαντικό μέρος, ικανοποιητικώς και οι αναθεωρήσεις του ξεκινούν και ολοκληρώνονται με πιστή τήρηση των ειδικών προς τούτο διαδικαστικών συνταγματικών προβλέψεων. Γεγονός το οποίο συνεπάγεται και ότι από το 1975 και ύστερα βιώνουμε, τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών, την πιο ομαλή περίοδο συνταγματικώς ρυθμισμένης διακυβέρνησης στην ιστορία του Νεότερου Ελληνικού Κράτους.

Ι. Η εμπειρία των αναθεωρήσεων του ισχύοντος Συντάγματος

Για την ως άνω αναδρομή στις κανονιστικές ρίζες των διατάξεων του άρθρου 110 περί αναθεώρησης του Συντάγματος ίσως κάποιος αντιτείνει ότι πρόκειται για στοιχειώδεις νομικές έννοιες και γνώσεις, κοινώς γνωστές και αποδεκτές τουλάχιστον στην lato sensu Νομική μας Κοινότητα. Όμως μάλλον κάτι τέτοιο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, αν αντιληφθούμε τι ήταν εκείνο που προκάλεσε τις ως άνω αναθεωρήσεις του Συντάγματος και πώς αυτές εξελίχθηκαν στην πράξη.

Α. Μια βιωματική κατάθεση

Ήδη από την αφετηρία ας μου επιτραπεί να καταθέσω, φυσικά εν συντομία, την προσωπική μου εμπειρία. Δοθέντος ότι την μεν αναθεώρηση του Συντάγματος του 1986 την βίωσα ως Καθηγητής της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, στις δε αναθεωρήσεις του Συντάγματος του 2001 και 2008 συμμετείχα ενεργώς ως μέλος των αντίστοιχων αναθεωρητικών Βουλών. Στην αναθεώρηση μάλιστα του Συντάγματος του 2001 μετείχα ως Εισηγητής αρχικώς και, στην συνέχεια, ως Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος της Νέας Δημοκρατίας, τότε Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Τέλος, την αναθεώρηση του Συντάγματος του 2019 την βίωσα ως εν ενεργεία Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο οποίος ναι μεν κατά τον εκ του Συντάγματος ρόλο του δεν μετείχε, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, θεσμικώς στην αναθεωρητική διαδικασία, πλην όμως εκ συνταγματικού καθήκοντος την παρακολούθησα καθ’ όλη την διάρκειά της, ήτοι και στις δύο φάσεις της, πολλώ μάλλον όταν μεταξύ των αναθεωρητέων διατάξεων περιλαμβάνονταν και οι περί εκλογής του Προέδρου της Δημοκρατίας ρυθμίσεις του ισχύοντος Συντάγματος.

Β. «Γνήσιες» και «μη γνήσιες» αναθεωρήσεις

Υπ’ αυτό το βιωματικό πρίσμα θεωρώ ότι από τις κατά τ΄ ανωτέρω τέσσερις αναθεωρήσεις του Συντάγματος μόνον εκείνες του 2001 και του 2008 – η τελευταία οπωσδήποτε ελλιπής λόγω των πολιτικών συνθηκών και σκοπιμοτήτων της εποχής- ολοκληρώθηκαν με πλήρη τήρηση του γράμματος και του πνεύματος των διατάξεων του άρθρου 110 του Συντάγματος, δηλαδή με πλήρη τήρηση όχι μόνο των διαδικαστικών αλλά και των ουσιαστικών, στην ολότητά τους, προϋποθέσεων αναθεώρησης του Καταστατικού μας Χάρτη. Ενώ κατά τις δύο άλλες βεβαίως και τηρήθηκαν πιστά κυρίως οι διαδικαστικές προϋποθέσεις των διατάξεων του άρθρου αυτού, όμως οι αναθεωρητικές πλειοψηφίες στις δύο Βουλές απομακρύνθηκαν, έστω και εν μέρει, από τον θεσμικώς δέοντα σεβασμό του ρυθμιστικού πνεύματός τους. Σεβασμό ο οποίος έγκειται –όπως θα επεξηγηθεί στην συνέχεια- στην δίχως άλλες πολιτικές σκοπιμότητες επικαιροποίηση των διατάξεων του Συντάγματος, ώστε μέσα από την επιβεβλημένη προσαρμογή τους στις a posteriori ουσιώδεις μεταβολές της κοινωνικοοικονομικής πραγματικότητας, intra και extra muros, να διατηρήσει την κανονιστική ικμάδα του ως υπέρτερης τυπικής ισχύος Καταστατικός Χάρτης. Καταστατικός Χάρτης ο οποίος συνιστά, ταυτοχρόνως, την βάση και την κορυφή της Έννομης Τάξης στο πλαίσιο των θεσμικών αντηρίδων της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας που εγγυώνται, προεχόντως, την ακώλυτη άσκηση των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου κατά τον θεσμικό προορισμό τους και την στήριξη των «δίδυμων» θεσμικών πυλώνων της Διάκρισης των Εξουσιών και του Κράτους Δικαίου. Αντίθετα λοιπόν προς τις προμνημονευόμενες επιταγές των διατάξεων του άρθρου 110 του Συντάγματος, οι στόχοι των αναθεωρήσεων του Συντάγματος του 1986 και του 2019 ήταν πολύ περισσότερο πολιτικοί και εμφανώς λιγότερο θεσμικοί. Δοθέντος ότι από την μια πλευρά μέσω της αναθεώρησης του 1986 επιδιώχθηκε, και τελικώς επήλθε, κυρίως η κανονιστική απομείωση του εν γένει ρυθμιστικού ρόλου του Προέδρου της Δημοκρατίας και η εμπέδωση των βάσεων ενός καταδήλως πρωθυπουργοκεντρικού συστήματος. Και, από την άλλη πλευρά, μέσω της αναθεώρησης του Συντάγματος του 2019 -και προκειμένου να αποφεύγεται εν πάση περιπτώσει η προσφυγή σε πρόωρες εκλογές- καταργήθηκε η αυξημένη πλειοψηφία που διασφάλιζε την ουσιωδώς συναινετική εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, και μάλιστα σε σημείο ώστε αυτή να καθίσταται εφικτή ακόμη και με την σχετική πλειοψηφία των Βουλευτών, άρα ακόμη και από μία περιστασιακή κυβερνητική πλειοψηφία.

ΙΙ. Η κανονιστική sedes materiae των διατάξεων του άρθρου 110 του Συντάγματος

Ύστερα από τα προεκτεθέντα επανέρχομαι στην ρυθμιστική κανονιστική φυσιογνωμία των διατάξεων του άρθρου 110 του Συντάγματος, υποστηρίζοντας ότι οι διατάξεις αυτές, κατά το γράμμα και το πνεύμα τους, θεσμοθετούν –ας μου επιτραπεί αυτή η θεωρητική μεταφορά- το «κανονιστικό ένστικτο αυτοσυντήρησης και επιβίωσης» του Συντάγματος. Και συγκεκριμένα την νομική εκείνη διεργασία, η οποία μέσα από την τήρηση των θεσπισμένων κατάλληλων διαδικαστικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων έναρξης και ολοκλήρωσης της αναθεώρησης επιτρέπει στο Σύνταγμα, κατά την ίδια την θεσμική του υπόσταση, να διατηρεί αενάως αμείωτη –ή και έτι περαιτέρω ενισχυμένη κατά τις περιστάσεις- την κανονιστική του εμβέλεια και, συνακόλουθα, ισχύ του, προσαρμοζόμενο καταλλήλως στις επίσης αέναες μεταβολές της κοινωνικοοικονομικής υποδομής και πραγματικότητας που οφείλει να πλαισιώνει ρυθμιστικώς υπό όρους διαφάνειας και ρυθμιστικής ομαλότητας.

Α. Ο αυστηρός χαρακτήρας του Συντάγματος και οι κανονιστικές επιπτώσεις του

Τον ως άνω νομικό νεολογισμό περί «ενστίκτου αυτοσυντήρησης και επιβίωσης» του Συντάγματος τεκμηριώνει επαρκώς, πάντα κατά την γνώμη μου, η ίδια η κατά τα προεκτεθέντα κανονιστική ιδιοσυστασία του ως Θεμελιώδους Νόμου, βάσης και κορυφής της Έννομης Τάξης. Ειδικότερα, για να εκπληρώνει αυτή την κρίσιμη κανονιστική του λειτουργία και αποστολή το Σύνταγμα πρέπει να ισχύει και να εφαρμόζεται στην πράξη, και δη υπό την πρόσθετη προϋπόθεση της απρόσκοπτης ενεργοποίησης των κυρωτικών μηχανισμών σε περίπτωση παραβίασης των διατάξεών του, κατά τα προτάγματα του θεσμικού πλαισίου του Κράτους Δικαίου. Με άλλα λόγια το Σύνταγμα θεσπίζεται και λειτουργεί ως Θεμελιώδης Νόμος και Καταστατικός Χάρτης της Έννομης Τάξης μόνον εφόσον και καθ’ ό μέτρο εφαρμόζεται, και μάλιστα στο ακέραιο, στην πράξη. E contrario, η μη εφαρμογή του Συντάγματος το αποστεώνει κανονιστικώς και ρυθμιστικώς και το καθιστά γράμμα κενό περιεχομένου, παντελώς απρόσφορο να φέρει σε πέρας την θεσμική του λειτουργία και αποστολή στο ευρύτερο πεδίο των εγγυήσεων της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.

1. Η de constitutione lata πλήρης και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του Συντάγματος και η επέκεινα επιβεβαίωση ή και ισχυροποίηση του κανονιστικού περιεχομένου τους προϋποθέτει, κατ’ εξοχήν, την ρυθμιστική τους καταλληλότητα στον βαθμό που απαιτείται για να πλαισιώνουν κανονιστικώς με επάρκεια και σύμφωνα με τα προτάγματα των θεσμοθετημένων εγγυήσεων του Συντάγματος την αντίστοιχη κοινωνικοοικονομική πραγματικότητα. Μια πραγματικότητα η οποία στην εποχή μας εξελίσσεται με ραγδαίους ρυθμούς, κυρίως εξαιτίας της Οικονομικής Παγκοσμιοποίησης και της Τεχνολογίας που μοιραίως –και κατ’ ακρίβεια νομοτελειακώς- καθιστούν επιβεβλημένη την κατά καιρούς κανονιστική αναθεωρητική επικαιροποίηση των διατάξεων του Συντάγματος. Επικαιροποίηση η οποία πρέπει να συντελείται με γνώμονα την διατήρηση και θωράκιση της ρυθμιστικής του εμβέλειας, οπωσδήποτε όμως δίχως αλλοίωση των θεμελιωδών του χαρακτηριστικών και δεδομένων ως Καταστατικού Χάρτη που συνιστά την κανονιστική σπονδυλική στήλη της Έννομης Τάξης εντός του πλαισίου της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.

2. Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, η de constitutione lata πλήρης και αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του Συντάγματος και η επέκεινα επιβεβαίωση ή και ισχυροποίηση του κανονιστικού τους περιεχομένου είναι εκείνη που, κατ’ ουσίαν, καταστρώνει αλλά και οριοθετεί ρυθμιστικώς την διαδικασία αναθεώρησής τους. Και το πράττει με αποκλειστικό στόχο την υπεράσπιση της αντίστοιχης κανονιστικής τους ισχύος, οπωσδήποτε όμως δίχως να θίγεται ο σκληρός πυρήνας των αρχικών προβλέψεων του Συντάγματος, όπως αυτές καθιερώθηκαν εκ μέρους της αρμόδιας Βουλής κατ’ ενάσκηση Συντακτικής Εξουσίας. Συντακτικής Εξουσίας η οποία εκ φύσεως και εξ ορισμού διέθετε προδήλως αυξημένη δημοκρατική νομιμοποίηση, αναλόγως διακριτή εκείνης την οποία εν συνεχεία διαθέτει η Βουλή κατά την ενάσκηση της αναθεωρητικής λειτουργίας. Κατά τούτο λοιπόν δικαιολογείται η κανονιστική ιδιοσυστασία των περί αναθεώρησης του Συντάγματος διατάξεων του άρθρου 110, οι οποίες κατά νομική λογική ακολουθία εγγυώνται και τον αυστηρό χαρακτήρα του Συντάγματος. Δηλαδή την αναθεώρησή του κατά πρώτο λόγο με πρωταρχική επιδίωξη την κανονιστική επικαιροποίησή του και την διατήρηση της υπέρτερης ρυθμιστικής του ισχύος, κάτι το οποίο αντιτίθεται, τουλάχιστον κατά το γράμμα και το πνεύμα των διατάξεων του άρθρου 110 του Συντάγματος, στην αναθεώρησή του προς επιδίωξη αμιγώς πολιτικών και, πολύ περισσότερο, κομματικών σκοπιμοτήτων. Και, κατά δεύτερο λόγο, με αδιάπτωτο σεβασμό του αυστηρού χαρακτήρα του, αφού μόνον ο αυστηρός αυτός χαρακτήρας εγγυάται την διατήρηση της υπέρτερης τυπικής ισχύος των διατάξεών του έναντι όλων των λοιπών διατάξεων της Έννομης Τάξης, κατά συνέπεια δε την ρυθμιστική του υπόσταση ως Καταστατικού Χάρτη της όλης πολιτειακής οργάνωσης και λειτουργίας.

Β. Η υπεράσπιση του αυστηρού χαρακτήρα του Συντάγματος έναντι των αναθεωρήσεων των διατάξεών του υπό τα καυδιανά δίκρανα πολιτικών και κομματικών σκοπιμοτήτων

Αυτόν ακριβώς τον αυστηρό χαρακτήρα -και υπ’ αυτά ακριβώς τα κανονιστικά χαρακτηριστικά- θεσπίζουν και εγγυώνται οι περί αναθεώρησης του Συντάγματος διατάξεις του άρθρου 110 του Συντάγματος.

1. Διατάξεις οι οποίες θεσπίζουν, όπως είναι ευνόητο, αυτοθρόως τόσον ουσιαστικές όσο και διαδικαστικές προϋποθέσεις αναθεώρησης, μέσω των οποίων επιβεβαιώνεται, στο διηνεκές, ο αυστηρός χαρακτήρας του Συντάγματος και η πλήρης διαφοροποίησή του, από πλευράς θέσπισης αλλά και κανονιστικής εμβέλειας, από τον τυπικό νόμο και τις λοιπές, υποδεέστερης τυπικής ισχύος έναντι του Συντάγματος, διατάξεις της Έννομης Τάξης.

α) Και οι μεν ουσιαστικές προϋποθέσεις αναθεώρησης του Συντάγματος -ήτοι οι προϋποθέσεις αναθεώρησής του ratione materiae– αφορούν ιδίως τις μη αναθεωρητέες διατάξεις, δηλαδή αυτές που καλύπτονται από την λεγόμενη «ρήτρα αιωνιότητας», κατά την διάταξη του άρθρου 110 παρ. 1 του Συντάγματος. Ενώ οι διαδικαστικές προϋποθέσεις αναθεώρησης του Συντάγματος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 110 παρ. 2, 3, 4 και 6, αφορούν διαδοχικώς κυρίως τις εγγυήσεις: Της υπερψήφισης, σε μια τουλάχιστον ψηφοφορία, των αναθεωρητέων διατάξεων από την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των Βουλευτών, της παρεμβολής εκλογών κατά την αναθεωρητική διαδικασία ώστε η υπερψήφιση των αναθεωρητέων διατάξεων να στηρίζεται σε νωπή δημοκρατική νομιμοποίηση και της διαδρομής μιας πενταετίας από την περάτωση της προηγούμενης αναθεώρησης.

β) Καθ’ ό μέτρο οι προμνημονευόμενες προϋποθέσεις αναθεώρησης του Συντάγματος εγγυώνται, κατά τα προεκτεθέντα, τον αυστηρό χαρακτήρα του πρέπει να γίνει δεκτό ότι ως εκ της κανονιστικής τους φύσεως οι διατάξεις του άρθρου 110 του Συντάγματος δεν είναι αναθεωρητέες. Άρα μόνο κατ’ οικονομία είναι επιτρεπτό να αναθεωρηθούν και μόνον ως προς ήσσονος σημασίας διαδικαστικές ρυθμίσεις, οι οποίες εν πάση περιπτώσει δεν επιτρέπεται να απομειώνουν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, το κανονιστικό πλαίσιο των κατά τα ως άνω βασικών, ουσιαστικών αλλά και διαδικαστικών, προϋποθέσεων αναθεώρησης του Συντάγματος. Υπό διαφορετική εκδοχή ουδείς μπορεί να προβλέψει και να αποτρέψει το ενδεχόμενο μιας σταδιακής μακροπρόθεσμης αναθεώρησης των διατάξεων του άρθρου 110 του Συντάγματος η οποία θα αποδυναμώσει επωδύνως τον αυστηρό χαρακτήρα του και, σε τελική ανάλυση, θα οδηγήσει σε μια μορφή διαβρωτικής κανονιστικώς ισοτιμίας μεταξύ συνταγματικών διατάξεων και ρυθμίσεων του τυπικού νόμου. Και είναι τότε που το Σύνταγμα θα έχει απωλέσει, μαζί με την αυστηρότητά του, και τις κατά τα προεκτεθέντα ιδιότητές του ως Θεμελιώδους Νόμου και Καταστατικού Χάρτη στο πλαίσιο της Έννομης Τάξης της γνήσιας Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας. Και ακόμη χειρότερα το Σύνταγμα θα μεταπέσει σε ρυθμιστικό όργανο στην διακριτική ευχέρεια της οιασδήποτε περιστασιακής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, η οποία μέσω του πάλαι ποτέ διαλάμψαντος ισχυρού καταστατικού του κύρους θα περιβάλει με συνταγματικό μανδύα -ή θα καλύπτει υπό συνταγματική λεοντή- τις πολιτικές και κομματικές της επιδιώξεις. Είναι προφανές ότι μια τέτοια κανονιστικώς δυστοπική προοπτική για το μέλλον του Συντάγματος εντείνει δραματικά τα ήδη σαφώς ορατά συμπτώματα της παρακμιακής πορείας της ίδιας της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ιδίως δε τα συμπτώματα της παρακμιακής πορείας της Διάκρισης των Εξουσιών, του Κράτους Δικαίου και της ακώλυτης άσκησης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

2. Στις προαναφερόμενες διακινδυνεύσεις σε ό,τι αφορά τον αυστηρό χαρακτήρα του Συντάγματος μέσω αλλοίωσης της de constitutione lata διαδικασίας αναθεώρησής του μπορεί και πρέπει να προστεθεί μια εξαιρετικά ανησυχητική τάση και στάση και των τριών Εξουσιών, ιδίως δε της Εκτελεστικής Εξουσίας με αιχμή του δόρατος την εκάστοτε Κυβέρνηση. Πρόκειται για την τάση και στάση να αντιμετωπίζουν την ερμηνεία και την εφαρμογή των διατάξεων του Συντάγματος όχι τόσο ως μια διαδικασία η οποία, κατά την θεσμική φύση της, προορίζεται να υπερασπισθεί την κατά το γράμμα και το πνεύμα τους κανονιστική ενεργοποίησή τους στην πράξη. Αλλά μάλλον ως μέσο αφενός αυξημένου κύρους κανονιστικού εγκιβωτισμού των κατά καιρούς πολιτικών επιλογών και σκοπιμοτήτων τους και, αφετέρου, ανεπιτυχώς συγκεκαλυμμένης θεσμικής απενοχοποίησης των τελευταίων μέσω ρυθμίσεων αυξημένης τυπικής ισχύος. Κάτι το οποίο, δίχως αμφιβολία, παραμορφώνει εμφανώς την κανονιστική ιδιοσυστασία του Συντάγματος ως Θεμελιώδους Νόμου -ήτοι, και όπως ήδη τονίσθηκε, ως βάσης και κορυφής της Έννομης Τάξης- πάνω στην προκρούστεια κλίνη των ανομολόγητων ή και τεχνηέντως ομολογημένων, κατά περίσταση, προθέσεων και αντίστοιχων σκοπιμοτήτων που κρύβονται πίσω από αυτές τις επιλογές τους.

α) Βεβαίως, το φαινόμενο μιας τέτοιας παραμόρφωσης δεν είναι καινοφανές, κάθε άλλο. Ανατρέχει στο παρελθόν, απώτερο και πρόσφατο, με ποικίλες μορφές και εκφάνσεις και αντίστοιχες εντάσεις. Όμως απέκτησε ενδημικές, κυριολεκτικώς, διαστάσεις στο πλαίσιο της Ελληνικής Έννομης Τάξης κατ’ εξοχήν μετά την έκρηξη της δραματικής οικονομικής κρίσης από το 2010 και έπειτα, ενώ συνεχίζεται με αμείωτη -ίσως μάλιστα ενισχυμένη- εμμονή έως σήμερα. Τίποτα δε, δυστυχώς, δεν προοιωνίζεται ότι κάτι μπορεί να αλλάξει επί τα βελτίω στο άμεσο μέλλον, και μακάρι να διαψευσθώ.

α1) Ειδικότερα, και προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις άνωθεν εκπορευόμενες απαιτήσεις λήψης εξαιρετικά επώδυνων μέτρων για την έξοδο από την οικονομική κρίση και υπό τα καυδιανά δίκρανα της επικυριαρχίας του οικονομικού επί του θεσμικού -επικυριαρχίας που επέβαλαν οι αλόγιστες και εν πολλοίς εσφαλμένες απαιτήσεις του ΔΝΤ- οι Κυβερνήσεις στην Χώρα μας άρχισαν να χρησιμοποιούν το Σύνταγμα και την εκτελεστική του νομοθεσία ως ένα ιδιότυπο σχεδόν μη δεσμευτικό κανονιστικώς κείμενο. Και συγκεκριμένα όχι τόσο ως Θεμελιώδη Νόμο, οι επιταγές του οποίου πρέπει να καθοδηγούν τα βήματα της Νομοθετικής και της Εκτελεστικής Εξουσίας, υπό την εγγυητική παρέμβαση των εφοδιασμένων με προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία στελεχών της Δικαστικής Εξουσίας στο πεδίο της Διάκρισης των Εξουσιών, του Κράτους Δικαίου και της Αρχής της Νομιμότητας. Αλλά πολύ περισσότερο ως θεσμικό μέσο προορισμένο να προσδώσει το αναγκαίο κανονιστικό κύρος προκειμένου να εκπληρωθούν οι υπό προϋποθέσεις έξωθεν καταναγκασμού, κατά τα ως άνω, κυβερνητικές επιδιώξεις με πολιτικό ορίζοντα την έξοδο από την οικονομική κρίση.

α2) Κατ’ ακρίβεια, η πρώην αναγκαστική και επ’ εσχάτων οικεία βουλήσει πλέον επιδίωξη εκπλήρωσης τέτοιων κυβερνητικών επιδιώξεων μέσω του Συντάγματος έχει πάρει, περίπου ή και στο ακέραιο, την εξής παραθεσμική μορφή: Η ερμηνεία και η εφαρμογή των διατάξεων του Συντάγματος, κατά την θέσπιση και ενεργοποίηση της εκτελεστικής τους νομοθεσίας, δεν γίνεται με αποκλειστικό γνώμονα τις παραδοσιακές ερμηνευτικές μεθόδους, και προεχόντως τις μεθόδους της τελεολογικής, της γραμματικής και της συστηματικής ερμηνείας. Όλως αντιθέτως, η ερμηνεία και η εφαρμογή των διατάξεων του Συντάγματος επιχειρείται, από κυβερνητικής πλευράς -και συχνά, δυστυχώς, με την επικουρία της Δικαιοσύνης- έτσι ώστε να πραγματοποιηθούν οι επιδιώξεις της και οι αντίστοιχες επιλογές της με τρόπο ώστε ένα θεσμικώς πρόσφορο κανονιστικό «φύλλο συκής» να συγκαλύψει καταλλήλως τα πρόδηλα νομικά τους ελαττώματα. Και, επέκεινα, να καλλιεργήσει, με κάθε πολιτικό τίμημα, την ψευδαίσθηση στους αποδέκτες των εκάστοτε αντισυνταγματικών νομοθετικών ρυθμίσεων ότι τηρούνται επιμελώς τα προσχήματα του Κράτους Δικαίου και της Αρχής της Νομιμότητας, κατά τα στοιχειώδη προτάγματα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας.

β) Στην πράξη, ο εκ μέρους των ημετέρων πολιτικών ιθυνόντων θεσμικός εκφυλισμός των διατάξεων του Συντάγματος με απώτερο σκοπό και στόχο την με κάθε μέσο εκπλήρωση των επιδιώξεών τους, ο οποίος καταλήγει οιονεί νομοτελειακώς στην προϊούσα κανονιστική συρρίκνωσή τους, εμφανίσθηκε κατά βάση με δύο τρόπους. Εκ των οποίων ο δεύτερος πλήττει κυρίως το θεσμικό κύρος των διατάξεων αλλά και αυτού τούτου του ρυθμιστικού ρόλου του Συντάγματος.

β1) Ο πρώτος τρόπος ανάγεται, κατά τα ακροθιγώς προεκτεθέντα, στην μέθοδο της in concreto ερμηνείας και εφαρμογής των ισχυουσών διατάξεων του Συντάγματος όχι κατά το γράμμα και το πνεύμα τους, αλλά κατά τις επιδιώξεις των πολιτικών ιθυνόντων και, επέκεινα, κατά τις σκοπιμότητες τις οποίες εξυπηρετούν οι σχετικές αποφάσεις τους. Όπως είναι προφανές η μέθοδος αυτή, σε ό,τι αφορά τον έλεγχο της συνταγματικότητας των εκτελεστικών του Συντάγματος διατάξεων προκειμένου να προσαρμοσθούν στις κυβερνητικές επιδιώξεις, καταλήγει, μέσω μιας σαφώς παραμορφωτικής ερμηνείας των διατάξεων τούτων, όχι βεβαίως σε έναν γνήσιο έλεγχο συνταγματικότητας αλλά, e contrario και κατ’ αποτέλεσμα, σε ένα είδος ελέγχου της νομιμότητας των εφαρμοστέων κατά περίπτωση ρυθμίσεων του Συντάγματος. Πρέπει δε να προστεθεί, και μάλιστα με ιδιαίτερη έμφαση, και ότι για να καταστεί εφικτή η κατά τα προμνημονευόμενα πραγμάτωση διά της κανονιστικής οδού των επιδιώξεων των πολιτικών ιθυνόντων, μέσω της διαστρεβλωτικής σύμφωνης με τις νομοθετικές ρυθμίσεις ερμηνείας των διατάξεων του Συντάγματος και του επέκεινα θεσμικώς αδιανόητου ελέγχου της νομιμότητας του Συντάγματος, απαιτείται, αναγκαίως, και η σύμπραξη των λειτουργών της Δικαιοσύνης. Των οποίων η αντίστοιχη διευκόλυνση εν προκειμένω έχει αρκετές φορές διαπιστωθεί στο παρελθόν αλλά και σήμερα. Είναι άκρως χαρακτηριστικό το εντελώς πρόσφατο παράδειγμα του ελέγχου της συνταγματικότητας των διατάξεων νόμων, οι οποίοι θεσπίσθηκαν με αντικείμενο το καθεστώς επιλογής των μελών και τις αρμοδιότητες Ανεξάρτητων Αρχών, και δη συνταγματικώς κατοχυρωμένων, όπως π.χ. το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) και η Αρχή Διασφάλισης του Απορρήτου των Επικοινωνιών (ΑΔΑΕ). Αυτή η δικαστική «συνδρομή» σε ό,τι αφορά την εκπλήρωση των κυβερνητικών επιδιώξεων δια της συρρίκνωσης του κανονιστικού περιεχομένου του Συντάγματος έχει φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε όταν η αντισυνταγματικότητα των επίμαχων και επίδικων νομοθετικών ρυθμίσεων είναι κατάδηλη και δεν μπορεί να παρακαμφθεί επιστρατεύεται το «φίλτρο» του δικονομικώς απαραδέκτου. Ήτοι η εκ μέρους του αρμόδιου δικαιοδοτικού οργάνου -ακόμη και ανωτάτου- επίκληση λόγων του παραδεκτού για την τύποις απόρριψη του ασκηθέντος ένδικου βοηθήματος ή μέσου, με συνηθέστερο λόγο εκείνον της έλλειψης του απαιτούμενου προσωπικού, άμεσου και ενεστώτος έννομου συμφέροντος. Έτσι ώστε, δήθεν, το αντίστοιχο ένδικο βοήθημα ή μέσο να μην μετατρέπεται στην πράξη σε μια actiο popularis.

β2) Και ο δεύτερος τρόπος ανάγεται στην ευθεία επέμβαση επί του ρυθμιστικού πλαισίου του Συντάγματος διά της αναθεώρησης διατάξεών του, όχι διότι το κανονιστικό τους περιεχόμενο δεν είχε θεσπισθεί επιτυχώς ως προς την αντιστοίχως επιδιωκόμενη ratio constitutionis, αλλά απλώς διότι οι ρυθμίσεις τους όσο και αν ερμηνεύονταν με την μέγιστη, ακόμη δε και σχεδόν διαστρεβλωτική, ευρύτητα δεν επέτρεπαν την εκπλήρωση των επιδιώξεων των ηγητόρων της Εκτελεστικής Εξουσίας -με άλλες λέξεις του Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησης- κατά την επιδίωξη της ικανοποίησης των πολιτικών τους στόχων και σκοπιμοτήτων. Προς την κατεύθυνση αυτή συμπράττει, εμφανώς και ευθέως, προσφάτως και μέρος της Νομικής Επιστημονικής Κοινότητας, όταν σπεύδει να ερμηνεύσει διατάξεις νόμων και κανονιστικών πράξεων όχι με βάση το ισχύον Σύνταγμα αλλά -κάτι εντελώς πρωτόγνωρο στα συνταγματικά μας δεδομένα- με όσα πρόκειται, κατά τις κυβερνητικές εξαγγελίες, να συμβούν ύστερα από προσεχή αναθεώρηση του Συντάγματος. Πρόκειται για μια νομικώς προδήλως εσφαλμένη μέθοδο ερμηνείας του Συντάγματος με βάση την «προσδοκία αναθεώρησής» του. Μέθοδο η οποία οδηγεί, με ακόμη μεγαλύτερη διακινδύνευση, όχι μόνο προς την περαιτέρω κανονιστική συρρίκνωση του Συντάγματος αλλά ακόμη και στην δεδομένη ρυθμιστική περιθωριοποίησή του. Πολλώ μάλλον όταν μέσα σε αυτό το ερμηνευτικό πλαίσιο εκείνοι που επιχειρούν να εφαρμόσουν υπ’ αυτή την λογική τις διατάξεις του Συντάγματος προδικάζουν, και δη αυθαιρέτως, από την μια πλευρά το ενδεχόμενο της αναθεώρησής τους και, από την άλλη πλευρά, το ίδιο το περιεχόμενο το οποίο θα έχουν τελικώς οι κατά την εκτίμησή τους υπό αναθεώρηση διατάξεις.

Επίλογος

Όλα όσα τονίσθηκαν προηγουμένως δείχνουν πως τίποτα στην εποχή μας και στον Τόπο μας -αλλά όχι μόνο- δεν είναι πια προφανές σε ό,τι αφορά την θεσμική και κανονιστική υπόσταση του Συντάγματος και την λειτουργία του στο πλαίσιο της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις των βασικών αντηρίδων αφενός των αρχών της Διάκρισης των Εξουσιών και του Κράτους Δικαίου και, αφετέρου, της υπεράσπισης της ακώλυτης άσκησης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Επομένως δεν είναι ούτε υπερβολικό ούτε περιττό να αναστοχαστούμε το χρέος μας απέναντι στο Σύνταγμα και, κατά συνέπεια, απέναντι στην Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία. Και σε αυτό το μονοπάτι αναστοχασμού πρέπει να επιλέξουμε ως οδηγό πριν απ’ όλα το γράμμα και το πνεύμα της διάταξης του άρθρου 120 παρ. 4 του Συντάγματος περί του δικαιώματος αλλά και της υποχρέωσης τήρησης του Συντάγματος, όπως το δικαίωμα και κυρίως η υποχρέωση αυτή ταιριάζουν στην ιστορική ιδιοσυστασία του πατριωτισμού των Ελλήνων. Αν θέλουμε δε να πάμε πολύ πιο μακριά στην ιστορική πορεία του Ελληνικού Πνεύματος και του Ελληνικού Νομικού Πολιτισμού εν γένει, έναν άλλο χρήσιμο, εμβληματικό θα έλεγα, οδηγό μας έχει κληροδοτήσει η διαχρονικώς επίκαιρη ρήση του Ηράκλειτου: «Μάχεσθαι χρή τόν δμον πρ το νόμου κωσπερ τείχεος».»

Συνέχεια ανάγνωσης

Αναλύσεις

Στη γραμμή Geopolitico το SigmaLive! Φωνάζουν οι Κύπριοι αδελφοί μας – Αταμάν: Η φωνή της Τουρκίας στα ελληνικά παρκέ

Το κυπριακό ΜΜΕ αναφέρεται στην εργαλειοποίηση της θέσης του από τον Τούρκο προπονητή, ως ανεπίσημου φορέα διπλωματικών μηνυμάτων

Δημοσιεύτηκε

στις

από τον

Τι σας έγραφε το Geopolitico.gr την προηγούμενη Πέμπτη 5 Ιουνίου 2025; Πως ο Τούρκος προπονητής του Παναθηναϊκού Εργκίν Αταμάν έχει εξελιχθεί στο καλύτερο εργαλείο του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Ελλάδα. Δεν πέρασαν μερικές ημέρες και ο Τούρκος κόουτς ξαναχτύπησε, μετά τον τέταρτο τελικό της Basket League, όπου ο Ολυμπιακός επικράτησε και κέρδισε το πρωτάθλημα. Ο Αταμάν εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τις ελληνικές σημαίες που υψώθηκαν στο γήπεδο και αποκάλυψε, ότι μίλησε με την Τουρκική πρεσβεία για τις ύβρεις εναντίον της χώρας του.

Εργκίν Αταμάν: Το μεγαλύτερο όπλο του Ερντογάν στην Ελλάδα

Την Τρίτη το κυπριακό SigmaLive “παίζει” παρόμοιο θέμα με τίτλο “Αταμάν: Η φωνή της Τουρκίας στα ελληνικά παρκέ“, αναφέροντας, ότι o Τούρκος τεχνικός φαίνεται να εργαλειοποιεί το πρόσωπό του όχι μόνο ως αθλητικός παράγοντας αλλά και ως ανεπίσημος φορέας διπλωματικών μηνυμάτων.

Διαβάστε αναλυτικά το άρθρο:

Η σταθερή παρουσία του τούρκου προπονητή του Παναθηναϊκού Εργκίν Αταμάν στο προσκήνιο του ελληνικού μπάσκετ συνοδεύεται ολοένα και περισσότερο από πολιτικές παρεμβάσεις που υπερβαίνουν το πλαίσιο του ρόλου του ως προπονητή. Αν και η αντίδρασή του απέναντι σε εθνικά προσβλητικές συμπεριφορές μπορεί να είναι κατανοητή σε ανθρώπινο επίπεδο, η συστηματική μετατροπή κάθε επεισοδίου –είτε πρόκειται για ένα πανό, είτε για συνθήματα, είτε για διαιτητικές αποφάσεις– σε ζήτημα εθνικής υπερηφάνειας εγείρει εύλογα ερωτήματα.

Ο Αταμάν φαίνεται να εργαλειοποιεί το πρόσωπό του όχι μόνο ως αθλητικός παράγοντας αλλά και ως ανεπίσημος φορέας διπλωματικών μηνυμάτων. Η ενημέρωση της τουρκικής πρεσβείας, οι αναφορές στον πρωθυπουργό της Ελλάδας, και οι δημόσιες αναλύσεις για το πόσοι Έλληνες παίζουν σε κάθε ομάδα, ξεφεύγουν από το αυστηρά αθλητικό και δημιουργούν μια έντονα διχαστική ατμόσφαιρα.

Ακολουθεί μια ακτινογραφία των δηλώσεων Αταμάν για Τουρκία-Ελλάδα από την ημέρα που ανέλαβε προπονητής της ομάδα Μπάσκετ του Παναθηναϊκού,

Tο ευχαριστώ Μητσοτάκη για «ομαλότητα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις

Σε συνέντευξη στην τουρκικής Sabah μετά την κατάκτηση της Eurolegue το 2024, ο Αταμάν αναφέρθηκε σε τηλεφώνημα του Έλληνα πρωθυπουργού, υπογραμμίζοντας τη θετική του συμβολή στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μέσω του έργου του στον Παναθηναϊκό. «Ο Κυριάκος Μητσοτάκης με ευχαρίστησε για την ομαλότητα που έχω φέρει στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.»

Το πανό που ενόχλησε στην Κύπρο 

Ο Εργκίν Αταμάν  αντέδρασε για το πανό που αναρτήθηκε στην Κύπρο κατά τη διάρκεια φιλικού αγώνα του Παναθηναϊκού με τη Μακάμπι Τελ Αβίβ τον Σεπτέμβριο του 2024, το οποίο αναφερόταν στα 50 χρόνια τουρκικής κατοχής («50 χρόνια παράνομης κατοχής. Κανείς δεν ξεχνά»).

Δήλωση στο Instagram (17 Σεπτεμβρίου 2024)

«Είμαι ο Εργκίν Αταμάν, ο προπονητής του Παναθηναϊκού στην περσινή “θρυλική” σεζόν. Υποστήριξα δυνατά το τουρνουά, επειδή πίστευα ότι θα βοηθήσει στην ‘φιλία και την ειρήνη’ και ήρθα εδώ με πολύ θετικά συναισθήματα. […] Χθες όμως, στο γήπεδο, όπου ο αθλητισμός και η φιλία έπρεπε να επικρατήσουν, ένα πολιτικό πανό εμφανίστηκε από μία μικρή ομάδα ανθρώπων, που δεν θεώρησα ότι ταίριαζε με την φιλοξενία που βιώσαμε εκεί. Είχα μία αντίδραση για αυτή την συνθήκη με τον πιο δυναμικό τρόπο που μπορούσα για να τραβήξω την προσοχή εκεί. Τα γήπεδα είναι μέρη για φιλία και ειρήνη, όχι πολιτική. Γνωρίζω πως οι άνθρωποι που “ανέβασαν” αυτό το πανό δεν θα επηρεάσουν τα συναισθήματα των χιλιάδων ανθρώπων που έχουν δείξει σε εμένα και την ομάδα μου αγάπη από την πρώτη μέρα μας εδώ. Θα υπάρχει πάντα ένας ισχυρός δεσμός μεταξύ μας. […] Πιστεύω πως ο αθλητισμός και η φιλία πάντα θα κερδίζουν.»

Ακολούθησε δήλωση στο τουρκικό πρακτορείο ειδήσεων Demirören Haber (17 Σεπτεμβρίου 2024) «Αυτό το πανό ανέβηκε εν αγνοία της διοίκησης του Παναθηναϊκού. Είναι απλώς ένα πανό που ανέβασε μια μικρή ομάδα ανθρώπων. Η διοίκηση του συλλόγου είναι επίσης πολύ θυμωμένη με αυτήν την κατάσταση. Ο Παναθηναϊκός είναι ένας από τους μεγαλύτερους συλλόγους μπάσκετ στην Ευρώπη και ήταν ενάντια σε κάθε είδους πολιτικά πανό να αναμειγνύονται στον αθλητισμό. Επιπλέον, εμπιστεύτηκαν την ομάδα στον προπονητή της Εθνικής Ομάδας της Τουρκίας ενώ συμπεριέλαβαν δύο από τους διεθνείς μας παίκτες τη φετινή σεζόν. Έχει καλές σχέσεις με τον τουρκικό λαό. Ο μεγαλύτερος σύνδεσμος φιλάθλων του Παναθηναϊκού στην Αθήνα, η “Θύρα 13”, τηλεφώνησε και εξέφρασε τη συγγνώμη της αυτοπροσώπως. Δήλωσαν ότι αυτό το πανό ανέβηκε χωρίς καμία προειδοποίηση, παρά μόνο από αυτή τη μικρή ομάδα των Ελληνοκυπρίων. Επιπλέον, το ενδιαφέρον και η αγάπη που μου έδειξαν αυτές τις μέρες στο γήπεδο αλλά και στην πόλη ήταν απίστευτα. Γνωρίζουμε ότι τέτοιες ομάδες ανθρώπων μπορούν να εμφανιστούν οπουδήποτε στον κόσμο.»

«Να βρίζουν τον Παναθηναϊκό, όχι την Τουρκία»

Μετά το επεισοδιακό Game 2 των τελικών της GBL στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας 01/06/25, o Αταμάν είπε: «Αυτό δεν είναι αθλητισμός. Αυτό ήταν τσίρκο Κανείς από τους οπαδούς δεν μπορούν να πουν ‘γ@@ω την Τουρκία’ κανείς δεν μπορεί να το πει, είναι ρατσιστικό. Μπορούν να βρίζουν τον Παναθηναϊκό αλλά όχι τη χώρα μου. Γι’ αυτό και πήρα δεύτερη τεχνική ποινή. Προηγουμένως, αυτό που έκαναν στην οικογένεια του κυρίου Γιαννακόπουλου δεν έχουν θέση στον αθλητισμό.

Αυτοί που το έκαναν είναι μπ@@@οι. Αυτό είναι όλο. Και φυσικά για τους διαιτητές… Βέβαια σούταραν τόσες βολές. Έπαιξαν aggressive, εμείς σουτάραμε 17 βολές κι ο Ολυμπιακός 33 βολές. Για να δούμε τι θα συμβεί στο ΟΑΚΑ, αν το σερί θα συνεχιστεί».

Ο Αταμάν μίλησε ακολούθως στο τουρκικό TRT Spor, όπου αναφέρθηκε στα όσα ενώ σχολίασε και τη δήλωσή του μετά το τέλος της αναμέτρησης, τονίζοντας πως «ας βρίζουν τον Παναθηναϊκό, αλλά όχι την Τουρκία».

«Φυσικά, αυτή η συμπεριφορά των οπαδών του Ολυμπιακού είναι μεγάλη αγένεια. Δεν θα έπρεπε να το αποδώσω αυτό σε όλους τους Έλληνες οπαδούς, επειδή υπάρχει μια τεράστια αγάπη για μένα από την πρώτη μέρα που βρέθηκα εδώ. Βλέπω την αγάπη του ελληνικού λαού, υπάρχει μεγάλη πρόοδος στις τουρκο-ελληνικές σχέσεις. Δεν υπάρχει πρόβλημα μεταξύ των κοινοτήτων, αλλά η δική μου αντίδραση ήταν στην έκφραση αυτού του χουλιγκανισμού. […] Επομένως, αυτό το περιστατικό δεν αποτελεί με κανέναν τρόπο μια τουρκο-ελληνική ένταση, είναι μια εντελώς οργανωμένη συμπεριφορά των οπαδών του Ολυμπιακού.»

Το «κάρφωμα» σε Τουρκο Πρέσβη και ΥΠΕΞ 

Αποχωρώντας έντονα εκνευρισμένος από τη συνέντευξη Τύπου, μετά τον τέταρτο αγώνα των τελικών της Stoiximan Basket League 8 Ιουλίου 2025, ο προπονητής του Παναθηναϊκού, Εργκίν Αταμάν είπε:

Το τελευταίο που θα πω είναι ότι με ενημέρωσαν ότι υπήρξαν πολλές προσβολές πριν το ματς για την χώρα μου και οι άνθρωποι του συλλόγου προσπάθησαν να το σταματήσουν αλλά κανείς δεν ασχολήθηκε. Οι διαιτητές, η Ομοσπονδία, κανείς. Πριν το ματς ξέρω ότι μπορεί να γίνω αυτό. Είπα στον τούρκο πρεσβευτή ότι δε θα μιλήσω. Τον ενημέρωσα, του είπα να ενημερώσει την πρεσβεία για τα όσα έγιναν στο γήπεδο του Ολυμπιακού για αυτόν τον ρατσισμό κατά της χώρας μου. Η Ομοσπονδία το δέχεται, οι διαιτητές το δέχονται. Εγώ δε δέχτηκα στο πρώτο ματς αλλά σήμερα έπρεπε να μείνω στο παρκέ να παλέψω για το ματς. Θέλω να πω ότι αγαπάω την ομάδα. Πολλοί ήρθαν με την ελληνική σημαία. Έδειξαν την ελληνική σημαία, πόσοι Έλληνες παίζουν στον Ολυμπιακό; Μόνο ένας. Ο Ουκόκαπ, ο Βεζένκοφ, ο Μήτρου-Λονγκ, ο Ντόρσεϊ. Μόνο ένας Έλληνας. Στον Παναθηναϊκό όλοι οι Έλληνες είναι βασικοί. Ο Σλούκας, ο Μήτογλου, ο Παπαπέτρου, ο Καλαϊτζάκης, ο Σαμοντούροβ. Και έρχονται με την ελληνική σημαία γιατί είμαι Τούρκος.

Συνέχεια ανάγνωσης

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Απόψεις10 λεπτά πριν

Πόση συμπερίληψη χωράει στην ιστορία; Υπήρχαν μαύροι ή μουσουλμάνοι Βίκινγκς;

«Σύγχρονες πολιτικές εμμονές, είτε αυτές είναι δικαιολογημένες είτε όχι, υπονομεύουν την κατανόησή μας για το παρελθόν», δηλώνει ο Ντέιβιντ Αμπουλάφια,...

Αναλύσεις34 λεπτά πριν

Γιατί η αποστολή Χαν δεν πρέπει να αποτύχει

Η Κύπρος αξίζει και πρέπει να υπάρχει ως ενιαία και ελεύθερη. Όχι ως διαιρεμένο απομεινάρι του Ψυχρού Πολέμου, αλλά ως...

Ιστορία - Πολιτισμός13 ώρες πριν

Νίκαια 1700 χρόνια μετά: Το Φανάρι «αναβιώνει» την Α’ Οικουμενική Σύνοδο με τη δύναμη της εικόνας

Η δημοσιογράφος Μελικέ Τσαπάν πίσω από τη σύνοδο που έθεσε τις βάσεις της χριστιανικής πίστης

Πολιτική13 ώρες πριν

Daily Sabah: Προληπτικά μέτρα για τα θαλάσσια πάρκα της Ελλάδας εξετάζει η Τουρκία

Η Τουρκία αξιολογεί προσεκτικά εάν τα Θαλάσσια Πάρκα που αναμένεται να κηρύξει η Ελλάδα στο Ιόνιο και το Αιγαίο θα...

Διεθνή15 ώρες πριν

Οκτώ ακτιβιστές του Madleen στη φυλακή στο Ισραήλ

Η γαλλοπαλαιστίνια ευρωβουλευτής Ρίμα Χάσαν και άλλοι 7 ακτιβιστές αρνήθηκαν να συναινέσουν στην απέλασή τους. Απελάθηκε από το Ισραήλ η...

Δημοφιλή