Weather Icon
Ιστορία 28 Σεπτεμβρίου 2020

Θεμιστοκλής, Ηγεσία & Λήψη Αποφάσεων, Ναυμαχία της Σαλαμίνος

Θεμιστοκλής, Ηγεσία & Λήψη Αποφάσεων, Ναυμαχία της Σαλαμίνος

ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Ηγεσία & Λήψη Αποφάσεων  

Ηγεσία σε περιβάλλον Κρίσης: Ένα Ιστορικό Υπόδειγμα[1]

Γράφουν οι Ιωάννης Βιδάκης[2], Δημήτριος Γεωργαντάς[3], Γεώργιος Μπάλτος[4]

Εικόνα 1: Θεμιστοκλής[5]

Πηγή φωτογραφίας: https://www.ostia-antica.org/vmuseum/marble_2.htm

«Τὸ δὲ ναυτικὸν τέχνης ἐστίν, ὥσπερ καὶ ἄλλο τι, καὶ οὐκ ἐνδέχεται, ὅταν τύχῃ, ἐκ παρέργου μελετᾶσθαι, ἀλλὰ μᾶλλον μηδὲν ἐκείνῳ πάρεργον ἄλλο γίγνεσθαι»

Θουκυδίδης (460-399 π.Χ.)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Το παρόν άρθρο στην Θεματική Ενότητα: Ηγεσία & Λήψη Αποφάσεων, αναφέρεται στην  «Ηγεσία σε πλαίσιο Κρίσης»: παρουσιάζεται το παράδειγμα του «Αριστόβουλου» Θεμιστοκλή, αρχηγού της δημοκρατικής παράταξης των Αθηναίων την περίοδο 493-480 π.Χ. και ουσιαστικού ηγέτη του Πανελληνίου, του συνασπισμού που ο ίδιος μερίμνησε να συγκροτηθεί για την υπεράσπιση της ελευθερίας των ελληνικών πόλεων- κρατών από τους δεσποτικούς και αλλοεθνείς Πέρσες εισβολείς. Αναφέρεται ειδικότερα στην ηγετική του στάση και συμπεριφορά, στο όραμά του, στη στρατηγική του σκέψη και σχεδιασμό, στην διαχείριση της εξωτερικής απειλής, σε περιβάλλον κρίσης, με την ύπαρξη πολλών αρνητικών συντελεστών και την παρουσία δυσμενών παραγόντων. Το κείμενο επιχειρεί να μεταφέρει ένα αισιόδοξο μήνυμα, αναλογικής, αποτελεσματικής αντίδρασης των σημερινών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η χώρα μας, στους τομείς της ελευθερίας, της ασφάλειας και της δικαιοσύνης. Το κείμενο αποβλέπει στον κριτικό διαλογισμό του αναγνώστη ως προς τον καταλυτικό ρόλο που διαδραμάτισε ο Θεμιστοκλής στην Ελλάδα και στην Ιστορία καθώς και στην αναγκαιότητα να αντιληφθεί ότι για τα μικρά έθνη έχει πρώτιστη σημασία, η διαρκής ανάδειξη και η λαϊκή στήριξη ικανών και προσοντούχων ηγετών.

Εισαγωγικά 

Υπάρχουν πολλές επόψεις σχετικά με την “Διοίκηση”, το “Μάνατζμεντ” και την “Ηγεσία”. Το “Μάνατζμεντ” ως θεώρηση και γνωστικός τομέας εμφανίζεται τον 20ό αιώνα, λόγω της Βιομηχανικής Επανάστασης. Σύμφωνα με τον Μεντζενιώτη (2007), παραδοσιακά ο μάνατζερ (manager) εκπροσωπούσε τον τρόπο διοίκησης στον ιδιωτικό τομέα, ενώ ο διευθυντής (administrator) στον δημόσιο. Η “Διοίκηση” (management) σχετίζεται με την δημιουργικότητα, την ηγεσία, το ρίσκο και τους προβληματισμούς για τη μελλοντική απόδοση και τη λειτουργία ενός οργανισμού, ενώ η “Διεύθυνση” (administration) με την εποπτεία των εργασιών και έργων, που είναι απαραίτητα για να λειτουργεί ο οργανισμός. Ο μάνατζερ διαθέτει όραμα, δημιουργικότητα, έχει ηγετικά προσόντα, διαμορφώνει στρατηγική, δέχεται να αναλαμβάνει ρίσκα, είναι παράγοντας αλλαγής. Ο διευθυντής περιορίζεται από δεδομένη οργάνωση, έχει συγκεκριμένα καθήκοντα, υλοποιεί στόχους, ασκεί εποπτεία, μεριμνά για την  άρτια, (ικανοποιητική, επαρκή) λειτουργία του φορέα και είναι παράγοντας συντήρησης – «έχει ως καθήκον την διατήρηση της υφισταμένης κατάστασης». Στην Διεύθυνση έχει τεθεί το βασικό πλαίσιο για την άσκηση των δραστηριοτήτων και ο διευθυντής πρέπει να λειτουργεί εντός αυτού. Στην Διοίκηση μπορεί (και πολλές φορές) να μεταβληθεί, να εξελιχθεί το δεδομένο πλαίσιο. Κατ΄ άλλους, “Διεύθυνση” είναι «να ενεργείς σε κάτι σωστά», ενώ “Διοίκηση” είναι «να πράττεις τα σωστά πράγματα». Φυσικά τόσο η Διεύθυνση όσο και η Διοίκηση είναι απόλυτα αναγκαίες και πρέπει να ασκούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. 

Σύμφωνα με τον Αναστασιάδη (2007), αν και οι περισσότεροι ορισμοί του Μάνατζμεντ περιλαμβάνουν και την “Ηγεσία” (Leadership), αρκετοί θεωρούν ότι έχουν μεταξύ τους σημαντικές διαφορές – πεδία δραστηριοτήτων:  η Ηγεσία αναφέρεται σε ανθρώπους και ο ηγέτης διαμορφώνει όραμα, το εμπνέει στους συνεργάτες του, έχει μακροχρόνια στρατηγική, υποστηρίζει την αλλαγή και υιοθετεί καινοτομίες. Ο μάνατζερ σχεδιάζει και προγραμματίζει βραχυχρόνια και μεσοπρόθεσμα, οργανώνει, στελεχώνει, προϋπολογίζει, προΐσταται (ηγείται) – παρακολουθεί και ελέγχει και εφαρμόζει τακτικά και επιχειρησιακά σχέδια.

Τα κρίσιμα χαρακτηριστικά μίας σύγχρονης επιχείρησης, ενός οργανισμού, αποτελούν η Οργάνωση, η Γνώση, η Καινοτομία: πρέπει να αξιοποιεί τις ευκαιρίες και τις δυνατότητες, να προβλέπει και να περιορίζει τις απειλές, να μεριμνά για τις αδυναμίες της, (ανάλυση εσωτερικού και εξωτερικού περιβάλλοντος ενός φορέα – SWOT ανάλυση, για ένα υπόδειγμα αυτής, βλ. Βιδάκης, 2011, σελ. 38-47), να μαθαίνει, οργανώνεται, προσαρμόζεται, αλλάζει, καινοτομεί, συνεργάζεται.

Στο παρόν κείμενο θα επιχειρήσουμε την γενική εξέταση της ηγετικής στάσης και συμπεριφοράς του Θεμιστοκλή, πολιτικού αρχηγού και στρατηγού των Αθηναίων, την περίοδο των Ελληνο-Περσικών Πολέμων (Μηδικά) – οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν οδηγό και πρότυπο στους σύγχρονους ηγέτες. Κεντρικό ρόλο κατέχει η διάκριση μεταξύ ισχύος – εξαναγκασμού (καθεστώς τυραννίας) και προτροπών – συμβουλών (καθεστώς δημοκρατίας). Ο Θεμιστοκλής απέφευγε την χρήση βίας, του φόβου, των απειλών και προσπαθούσε να επιτύχει με την πειθώ, με συμβουλές, με αιτιολογημένες προτάσεις, αξιοποιώντας τα προσόντα του και τις ευκαιρίες και υιοθετώντας καινοτομίες, κόντρα στα κατεστημένα συμφέροντα της εποχής του. Δύο χιλιάδες πεντακόσια έτη μετά τις ναυμαχίες του Αρτεμισίου και της Σαλαμίνας (480 π.Χ.), επιχειρούμε με αυτό το κείμενο να τιμήσουμε τον ίδιο και τις υπηρεσίες που προσέφερε, στην επιβίωση και στην εξέλιξη του Ελληνισμού.

Η Ιστορία είναι γεμάτη με ηγέτες που ήταν εντελώς αποκομμένοι από τον λαό και επιδίωκαν με κάθε κόστος την πραγματοποίηση των προσωπικών τους φιλοδοξιών, συνήθως σε βάρος του λαού και των χωρών τους. Ωστόσο ο Θεμιστοκλής με άσημη καταγωγή, ξεκινώντας από χαμηλά, χάρη στο εκπαιδευτικό σύστημα του Σόλωνα, στις  μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη και σε καθεστώς άμεσης δημοκρατίας, έθεσε τις αδιαμφισβήτητες ικανότητες και τα φοβερά προσόντα του στην εξυπηρέτηση των ζωτικών συμφερόντων των Αθηναίων (Εκκλησία του Δήμου) και του Ελληνισμού, την περίοδο των Ελληνο-Περσικών Πολέμων.

Ο Θεμιστοκλής ήταν πολιτικός και στρατιωτικός που διακρινόταν για την εξυπνάδα του, την διορατικότητά του, τη στρατηγική του ικανότητα και την τόλμη να λαμβάνει και να υλοποιεί κρίσιμες αποφάσεις, σε περιβάλλοντα κρίσεων και με δημοκρατικό τρόπο. Εκ των υστέρων αντιλαμβανόμαστε ότι διέθετε άριστη γνώση των δυνατοτήτων των Ελλήνων και των Περσών και μπορούσε να προβλέπει καταστάσεις και συμπεριφορές, ορθά και έγκαιρα. Τα προσόντα του αυτά έγιναν ορατά, όταν συμβούλευσε και στη συνέχεια έπεισε τους Αθηναίους να δημιουργήσουν ισχυρό στόλο, ώστε να θωρακιστεί αμυντικά η Αθήνα. Ο Θεμιστοκλής αντιλήφθηκε τη μεγάλη αξία του εμπορίου, της ναυτιλίας και του πολεμικού ναυτικού. Προέτρεπε τους συμπολίτες του να εγκαταλείψουν την υποστηριζόμενη από τον Αριστείδη και τους αριστοκρατικούς αγροτική πολιτική και να στραφούν στη ναυτιλία, την βιοτεχνία και το εμπόριο.

Καινοτόμησε και ανέλαβε μεγάλους κινδύνους, με τη στρατηγική του στροφή αποκλειστικά στο ναυτικό, αν και η Αθήνα παραδοσιακά ήταν γεωργική, γεωγραφικά δεν ήταν νησί και υπήρχαν ισχυρά εγχώρια συμφέροντα αντιτιθέμενα σ΄ αυτήν την επιλογή. Η ερμηνεία που απέδωσε ο Θεμιστοκλής στον χρησμό του μαντείου των Δελφών, που αναφερόταν σε «ξύλινα τείχη» αποδείχτηκε ιδιοφυής. Τα οργανωτικά του προσόντα τα ανέπτυξε κατά την διαμόρφωση ενιαίου εσωτερικού μετώπου των Αθηναίων, στη σύσταση συμμαχίας του Πανελληνίου και κατά την προπαρασκευή των Ελλήνων για σύγκρουση με τους Πέρσες. Οι τακτικές και επιχειρησιακές του ικανότητες αναδείχθηκαν ολοφάνερα στις ναυμαχίες Αρτεμισίου και Σαλαμίνας. Επέμεινε με πάθος στην έποψη ότι οι Έλληνες θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν και να νικήσουν τον πολυπληθέστερο περσικό στόλο στα στενά της Σαλαμίνας. Δεδομένου ότι οι χερσαίες δυνάμεις των Ελλήνων ήταν συγκεντρωμένες στον Ισθμό, η επιλογή του φαινόταν αντίθετη με τη συνήθη στρατιωτική τακτική της εποχής, να κινείται ο στόλος παράλληλα με το πεζικό. Όταν δε αντιλήφθηκε ότι ο στόλος των Πελοποννησίων ετοιμαζόταν να αποπλεύσει για τον Ισθμό, δεν δίστασε να συμβουλεύσει τον Ξέρξη Α΄ να επιτεθεί στο συμμαχικό στόλο. Διακινδύνευσε έτσι να χαρακτηριστεί προδότης της πατρίδας και να φονευθεί. Τελικά όμως δικαιώθηκε και έδωσε την δυνατότητα στους συμπατριώτες του να πετύχουν μία περίλαμπρη νίκη ενάντια στους Πέρσες. Αγωνίστηκε με όλα τα μέσα, όπως και οι αντίπαλοί του, για να πετύχει.

Ι. Ηγεσία εν μέσω Εσωτερικής Κρίσης και Εξωτερικής Απειλής  

Οι Πέρσες σταδιακά, κατέπνιξαν πρώτα (και αυτό έχει τη σημερινή γεωπολιτική του σημασία) την εξέγερση στην Κύπρο, (οι Κύπριοι διασπάστηκαν και οι Έλληνες δεν βοήθησαν όσο έπρεπε), ύστερα στην Καρία, μετά στην Ιωνία και στη συνέχεια στράφηκαν κατά της Ελλάδας. Το 492 π.Χ. με τον Μαρδόνιο αποτυγχάνουν στην εισβολή τους, λόγω της καταστροφής του στόλου τους από καταιγίδα στον Άθω, απρόβλεπτος παράγοντας που λειτούργησε υπέρ των ελληνικών συμφερόντων). Το 490 π.Χ. στον Μαραθώνα, ο εξηντάχρονος (!) Μιλτιάδης, κατανίκησε τους Πέρσες υπό τους στρατηγούς Δάτη και Αρταφέρνη. Μετά τον θάνατό του διαμορφώθηκε ένα «κενό εξουσίας» στην δημοκρατική Αθήνα, που καλυπτόταν πότε από τους συντηρητικούς με τον Αριστείδη (530-468 π.Χ.) και πότε από τους δημοκρατικούς με τον Θεμιστοκλή, εν μέσω αδυσώπητων πολιτικών αγώνων για την ανάληψη και διατήρηση της εξουσίας. 

Στο σημείο αυτό σημειώνεται ότι η κατανόηση του φαινομένου της Ηγεσίας και του Ηγέτη απαιτεί μεταξύ άλλων και την εμπέδωση των λόγων ύπαρξης των κοινωνικών οργανώσεων και των θεμελιωδών προϋποθέσεων που οι οργανώσεις πρέπει να πληρούν, ώστε να ανταποκρίνονται στους λόγους ύπαρξής τους και κατά συνέπεια της επιβίωσής τους (Μπουραντάς, 2017). Στην κοινωνική οργάνωση της αρχαίας Αθήνας, ο Θεμιστοκλής μετά τη νικηφόρα μάχη του Μαραθώνα το 490 π.Χ., ως αρχηγός της δημοκρατικής παράταξης, αλλά και γενικότερα ως ηγέτης των Ελλήνων, φέρεται να αντιμετώπιζε τα στοιχεία – δεδομένα του Πίνακα 1, με τον βασικό του σχεδιασμό να αποτυπώνεται στον Πίνακα 2.

Στην ανάπτυξη του κειμένου θα αναφερθούμε στην ηγετική στάση του Θεμιστοκλή και στην επιτυχημένη διαχείριση της φοβερής από κάθε πλευρά, εξωτερικής απειλής που είχε να αντιμετωπίσει, χωρίς φυσικά να εξαντλούμε το αντικείμενο.

  Πίνακας 1: Ηγεσία Θεμιστοκλή στην Αθήνα & Λήψη Αποφάσεων, (μετά το 489 π.Χ.)

ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΘΗΝΑΣΔΕΔΟΜΕΝΑ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΘΗΝΑΣ
 

1.   Αψιμαχίες με Αιγινήτες, Ανταγωνισμός με Κόρινθο & Μέγαρα, Αντιπαλότητα με Θήβα

2.   Λυκοφιλία με Πελοποννήσιους

3.   Αδυναμία έτερης εξωτερικής συνδρομής

4.   Έλλειψη εμπιστοσύνης στους συμμάχους

5.  Το Ιερατείο των Δελφών δεν στήριζε τον ελληνικό αγώνα

6.   Η συμμαχία του Πανελληνίου ήταν εύθραυστη, ευάλωτη σε τοπικιστικά συμφέροντα

 

1.   Υπήρχε ισχυρή αντιπολίτευση αριστοκρατών & ολιγαρχικών[i]

2.   Η Αθήνα ανοχύρωτη πόλη, χωρίς ισχυρό στρατό και στόλο ισάξιο των εισβολέων

3.   Οι χρησμοί του Ιερατείου των Δελφών δεν ήταν ευοίωνοι (θρησκευτικό συναίσθημα)

4.   Οι Αθηναίοι πίστεψαν στον Θεμιστοκλή

5.   Ότι αποφασιζόταν θα έπρεπε να το εγκρίνει ο λαός (Εκκλησία του Δήμου)

 

ΔΕΔΟΜΕΝΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΑΠΕΙΛΗΣ

ΑΘΗΝΑΣ- ΕΛΛΑΔΑΣ

 

ΠΡΩΤΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΑΘΗΝΑΙΩΝ

1.   Οι Πέρσες αποφασισμένοι να τιμωρήσουν την Αθήνα – να επεκταθούν στην Ελλάδα

2.   Διέθεταν ισχυρότατο στρατό

3.   Διέθεταν ισχυρό στόλο (αλλά με ξένα πληρώματα)

4.   Είχαν σχεδιάσει & οργανώσει την εισβολή

5.   Είχαν ικανούς στρατηγούς με αρχηγό τους       (αυτοκράτορας) μία μετριότητα,

    («λέοντες με αρχηγό πρόβατο»)

6.   Είχαν προσεταιριστεί μέρος των Ελλήνων

7.   Είχαν βοήθεια από εξόριστους Έλληνες

8.   Είχαν ειδοποιήσει τους Καρχηδόνιους, ώστε οι Έλληνες της Μεγάλης Ελλάδας να μην βοηθήσουν τις μητροπολιτικές πόλεις

9.   Είχαν αλαζονεία για την ισχύ τους

10.  Δεν αντιμετώπιζαν αλλού προβλήματα

11.  Καθυστέρησαν υπερβολικά μετά τη μάχη του Μαραθώνα δίνοντας χρονικά περιθώρια στους Έλληνες να συνειδητοποιήσουν την περσική απειλή, να ενωθούν και να προετοιμαστούν

 

 

 

1.  Μηδισμός

 

2.  Μετεγκατάσταση [στην Μεγάλη Ελλάδα]

 

3. Αντίσταση & σύγκρουση

    (παρεπόμενα ερωτήματα:

     πότε, πώς, που, μέσα)

 

 

 

 

ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΕΣ

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΥ- ΑΘΗΝΑΙΩΝ

ΑΠΡΟΒΛΕΠΤΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΙΣΒΟΛΕΙΣ (+)

 

 

1.   Όραμα η νίκη

2.   Σκοπός η σωτηρία της πατρίδας

3.   Ενότητα δυνάμεων – αναζήτηση ενισχύσεων

4.   Καθυστέρηση περσικής εισβολής

5.   Αντιμετώπιση Περσών σε στρατηγικές τοποθεσίες στενών (Τέμπη Θεσσαλίας, Θερμοπύλες Φθιώτιδας, Ισθμός Κορίνθου)

6.   Αναμέτρηση με Πέρσες στην θάλασσα

7.   Προπαρασκευή ακόμη και για την εκκένωση των Αθηνών

8.   Ενημέρωση – έγκριση Εκκλησίας του Δήμου

 

1.  Αποτυχία περσικής εκστρατείας το 492 π.Χ., λόγω καιρικών φαινομένων

2.  Ήττα Περσών, Μαραθώνας 490 π.Χ.

3.  Πεθαίνει έξαφνα ο Δαρείος, 486 π.Χ., σε ηλικία 64 ετών

4.  Επανάσταση στην Αίγυπτο και στην Βαβυλώνα το 484 π.Χ., καθυστερεί την εκστρατεία των Περσών

5.   Το 483 π.Χ. ανακαλύπτεται στα μεταλλεία του Λαυρίου Αττικής νέα φλέβα αργύρου αξίας 100 ταλάντων[ii]

 

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ & ΤΑΚΤΙΚΕΣ

ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΗ

 

ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

 

1.   Διαμόρφωση Σχεδίου – αξιοποίηση της ηγετικής του θέσης[iii]

2.   Εξοστρακισμός πολιτικών αντιπάλων – Διεύρυνση Δημοκρατίας[iv]

3.   Πανελλήνια Συμμαχία – ανακωχή συρράξεων

4.   Υποχώρηση σε συμμαχικές αξιώσεις

5.   Εσωτερική ενότητα & ομοψυχία – επάνοδος εξορίστων

6.   Συγκρότηση ισχυρού στόλου[v]

7.   Ενεργοποίηση όλου του λαού[vi]

8.   Προπαρασκευή και στην ανάγκη εκκένωση Αθήνας

9.   Καθυστέρηση εισβολέων για προετοιμασία

10. Ναυμαχία με κάθε κόστος, σε στενά

11.   Αξιοποίηση κάθε δυνατού στοιχείου

 

1.   Οι Πέρσες αποφασισμένοι να τιμωρήσουν την Αθήνα και να καταλάβουν την Ελλάδα

 

2.   Διέθεταν ισχυρό στρατό και στόλο

 

3.   Είχαν σχεδιάσει & οργανώσει την εισβολή

 

Πηγή: οι συγγραφείς

Πίνακας 2: Σχεδιασμός Θεμιστοκλή σε δύο βασικούς άξονες

 

 Ο πρώτος άξονας αφορούσε στην ύπαρξη της περσικής απειλής, (εξωτερικός)Θεωρούσε ότι αυτή δεν είχε εκλείψει και για την επιτυχή αντιμετώπισή της, οφειλόταν να γίνει ανάλογη προπαρασκευή. Και αυτή, για ευνόητους λόγους, δεν μπορούσε να ήταν άλλη παρά η ναυπήγηση ισχυρού πολεμικού στόλου, η ανάδειξη του Πειραιά σε προστατευμένο λιμένα των Αθηνών και η ενιαία οχύρωση της Αθήνας και του Πειραιά

 

Ο δεύτερος άξονας αναφερόταν στην προώθηση των συμφερόντων των φτωχών Αθηναίων, της μεγάλης λαϊκής μάζας, των θητών,  (εσωτερικός)Ο Θεμιστοκλής αναδεικνύεται σε αρχηγό της, ηγέτης ο οποίος πείθει της μάζες να μετέχουν ενεργά στην πολιτική ζωή, να συνειδητοποιήσουν την δύναμή της και να απαιτήσουν πλήρη πολιτικά δικαιώματα. Σημειώνεται ότι στην Αρχαία Αθήνα οι πολίτες και οι θήτες με εισόδημα μικρότερο των διακοσίων μεδίμνων ετησίως είχαν δικαίωμα ψήφου, αλλά δεν επιτρεπόταν να αναλαμβάνουν δημόσιο αξίωμα, (διέθεταν το δικαίωμα του εκλέγειν και όχι του εκλέγεσθαι)

 

Οι προαναφερόμενοι δύο άξονες διασταυρώνονται στην θάλασσα και προϋποθέτουν την κατασκευή και την αξιοποίηση-λειτουργία σύγχρονου πολεμικού στόλου.

Ο Θεμιστοκλής εκτιμά ότι για την αξιόμαχη πλεύση του στόλου, χρειάζονται ως κωπηλάτες, 34.000 άνδρες για 200 τριήρεις, (παραδοχή 170 ατόμων ανά τριήρη). Τα πληρώματα των πλοίων μπορούσαν να καλυφθούν μόνο από θήτες, οι οποίοι δεν διέθεταν την οικονομική δυνατότητα να προμηθεύονται δική τους πανοπλία, ώστε να πολεμούν ως οπλίτες. Όταν γίνουν κωπηλάτες, ο στόλος θα βασίζεται πάνω της. Η ναυτική Αθήνα έχει ανάγκη τους κωπηλάτες πλέον θήτες, σε αντίθεση με την προγενέστερη «αγροτική» Αθήνα. Οι θήτες το συνειδητοποιούν, αντιλαμβάνονται την εξουσία τους και θα ζητήσουν να αποκτήσουν τα πολιτικά δικαιώματα που δεν είχαν και την εκλογή τους στα ανώτατα αξιώματα της πόλης.

Η υποστήριξη του Θεμιστοκλή στους φτωχούς Αθηναίους, συνοδεύεται ταυτόχρονα από την απαίτησή του να προσφέρουν και εκείνοι πολλά για την πόλη τους. Κατoρθώνει να πείσει τη μεγάλη πλειοψηφία των συμπολιτών του στην αποδοχή επαχθών θυσιών, ως τίμημα για την εξουσία, την ευημερία και την ασφάλεια που τους υπόσχεται ότι θα αποκτήσουν λίγο αργότερα.

Αξιοπρόσεκτο θεωρείται πώς η επιδίωξή του επιτυγχάνεται σε καθεστώς άμεσης δημοκρατίας, καθώς η πλειοψηφία των Αθηναίων τον ακολουθεί με τυφλή εμπιστοσύνη στη λήψη κρίσιμων αποφάσεων, οι οποίες φαινομενικά, και οπωσδήποτε πρόσκαιρα, είναι σε βάρος των ιδιωτικών της συμφερόντων.

Πηγή: οι συγγραφείς

ΙΙ. Ηγεσία & Διαχείριση Απειλής  –

Όραμα & Στρατηγική Σκέψη, Ενιαίο Εσωτερικό Μέτωπο   

Το 493 π.Χ. ο Θεμιστοκλής εκλέχθηκε επώνυμος άρχοντας και έθεσε ως κύριο στόχο του την δημιουργία ισχυρού στόλου και την ανάδειξη της Αθήνας σε κυρίαρχη ναυτική δύναμη. Ωστόσο υπάρχουν ισχυρές αντιδράσεις από τους ολιγαρχικούς (γαιοκτήμονες) και τους αριστοκρατικούς (συντηρητικούς) και το όραμά του δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Η Αθήνα και ολόκληρη η Ελλάδα απροετοίμαστες, το επόμενο έτος σώζονται από εύνοια της τύχης, όταν ο στόλος του Μαρδόνιου καταστρέφεται λόγω καιρικών συνθηκών στο όρος Άθως (απρόβλεπτος παράγοντας). Το 490 π.Χ. οι Πέρσες εισβολείς ηττώνται στον Μαραθώνα της Αττικής και οι Αθηναίοι εφησυχάζουν. Ο Θεμιστοκλής στην δεκαετία 489 – 480 π.Χ. κατέληξε να γίνει ο πολιτικός με τη σημαντικότερη επιρροή στην Αθήνα. Φιλότιμος, διορατικός και δημιουργικός, με πνεύμα θετικό και διαυγές, φιλόδοξος και παρορμητικός, οξύς και τολμηρός.

Αναλυτικότερα όταν ο Θεμιστοκλής θα επιχειρήσει να υλοποιήσει τα σχέδιά του, θα αντιμετωπίσει πολλά και μεγάλα εμπόδια από τους πολιτικούς του αντιπάλους, τον Ίππαρχο, τον Μεγακλή, αρχηγούς των ολιγαρχικών και τον Αριστείδη, αρχηγό των συντηρητικών, ο οποίος αν και οπαδός του Κλεισθένη, θεωρεί ότι ο Θεμιστοκλής με τις ιδέες του βρισκόταν εκτός πραγματικότητας: οι αντίπαλοι του Θεμιστοκλή δεν πιστεύουν στην περσική απειλή και ακόμη χειρότερα ειδικά οι οπαδοί του Ιππία επιζητούν την περσική επέμβαση, για να αποκατασταθεί το παλαιό τυραννικό καθεστώς. Όλοι διαβλέπουν τον κίνδυνο της «αφύπνισης» των θητών, εάν υλοποιηθεί το ναυτικό πρόγραμμα του Θεμιστοκλή και αντιτίθενται σ΄ αυτό επίμονα, με ποικίλες προφάσεις, όπως το υπερβολικό κόστος και η μεγάλη σπατάλη του δημόσιου χρήματος. Έτσι οι προτάσεις του Θεμιστοκλή απορρίπτονται αρχικά από την Εκκλησία του Δήμου.

Οι πολιτικοί του αντίπαλοι μεταχειρίζονται κάθε μέσο, για να επικρατήσουν και να κερδίσουν την εύνοια του Δήμου. Όμως τα επόμενα χρόνια, παρά τις επίμονες προσπάθειες των ολιγαρχικών να εξορισθεί ο Θεμιστοκλής, η επιρροή που ασκούσε ο πολιτικός άνδρας στο λαό παρέμεινε αμείωτη.

Ο Θεμιστοκλής αφού αντιλαμβάνεται ότι αδυνατεί να συνεργαστεί με τις άλλες παρατάξεις ενώπιον της εξωτερικής απειλής των Περσών, αλλάζει τακτική: θα προσπαθήσει να εφαρμόσει τα σχέδιά του παρά την θέλησή τους, περιορίζοντας την ισχύ των άλλων πολιτικών αρχηγών, ώστε να κυριαρχήσει στην Αθήνα δημοκρατικά, εκμεταλλευόμενος τον θεσμό του οστρακισμού. Το 488 π.Χ., στην πρώτη εφαρμογή της κλεισθένειας ρύθμισης του οστρακισμού στην Αθήνα, επιτυγχάνεται η εξορία του ισχυρότερου εχθρού του, αρχηγού των ολιγαρχικών και συγγενή του Πεισίστρατου, Ίππαρχου. Το 487/486 π.Χ. η επανάληψη της ναυτικής σύγκρουσης των Αθηναίων και των Αιγινητών ενίσχυσε τις θέσεις του  Θεμιστοκλή. Έτσι τον Ίππαρχο ακολούθησαν στην εξορία: το 486 π.Χ. ο Μεγακλής, ανιψιός του Κλεισθένη (οικογένεια των Αλκμεωνιδών, που αλλάζοντας παράταξη, εκπροσωπούσε πλέον τους αριστοκράτες – το ίδιο έτος ο Ξέρξης αναγορεύεται Μέγας Βασιλεύς των Περσών), το 485 π.Χ. ο Καλλίξενος, άλλος πολιτικός από την οικογένεια των Αλκμεωνιδών, το 484 π.Χ. ο Ξάνθιππος (πατέρας του μεγάλου Περικλή).

Ο Θεμιστοκλής έχει τους θήτες με το μέρος του και το 484 π.Χ. επικρατούν στην Αθήνα οι δημοκρατικοί (Μπέκου, α.χ., σελ. 25). Ο Θεμιστοκλής από την περιρρέουσα γεωπολιτική κατάσταση της μελλοντικής περσικής απειλής έθεσε στόχο και πέτυχε το 482 π.Χ. και τον εξοστρακισμό του πιο σκληρού του αντιπάλου, του Αριστείδη, αρχηγού των συντηρητικών, για την διαμόρφωση ενιαίας εσωτερικής πολιτικής στην Αθήνα. Ο εξοστρακισμός του Αριστείδη ήταν βέβαια άδικος, όμως βοήθησε στην έγκαιρη πολεμική προπαρασκευή της Αθήνας.

Η νίκη του Θεμιστοκλή ήταν ολοκληρωτική. Οι πλείστοι των αντιπάλων του είχαν εξορισθεί. Ήταν ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης της Αθήνας. Σκοπός του ήταν η σωτηρία της πατρίδας. Μακροπρόθεσμα είχε ως όραμα τη μεγαλοσύνη της Αθήνας, μέσω της θαλασσοκρατορίας της. Κυβερνούσε όχι με την βία, αλλά με την πειθώ. Η μεγάλη νίκη του οφειλόταν κυρίως στην επιρροή του στην «τέταρτη τάξη», τους θήτες. Οι πολυάριθμοι θήτες, ψήφιζαν πάντα συγκεντρωτικά, σύμφωνα και με την καθοδήγηση του Θεμιστοκλή. Αντίθετα, οι πολιτικοί αντίπαλοι του ήταν μοιρασμένοι – οι ολιγαρχικές οικογένειες είχαν αντίθετα, μεταξύ των συμφέροντα, πολιτικά και οικονομικά. Κατόρθωσαν να ενωθούν εναντίον του μόνο όταν ήταν πλέον πολύ αργά. Αποτέλεσμα των ενεργειών του Θεμιστοκλή ήταν να αυξηθεί η δύναμη και το θάρρος του λαού απέναντι των αριστοκρατικών, διότι η εξουσία μεταφερόταν στους ναύτες, στους κελευστές και στα πληρώματα των πλοίων. Για το λόγο αυτό και το βήμα στην Πνύκα, που εκ κατασκευής ήταν στραμμένο προς την θάλασσα, οι τριάκοντα τύραννοι το έστρεψαν μετέπειτα προς την πόλη, επειδή πίστευαν ότι η κυριαρχία στην θάλασσα γεννάει την δημοκρατία (Πλούταρχος, 1992).

Με την κατασκευή δεκάδων τριηρών αύξησε τις θέσεις των ναυτών – κωπηλατών που καλύπτονταν από φτωχούς Αθηναίους, (θήτες, ακτήμονες, άποροι), με αποτέλεσμα να εδραιωθεί η πολιτική του δύναμη μεταξύ των. Ο δρόμος για τη ναυτική-ισχυρή Αθήνα ανοίχθηκε διάπλατος, καθώς ακολούθησαν και σημαντικές καινοτομίες: οι κωπηλάτες–δούλοι εξήλθαν οριστικά από τα πολεμικά πλοία και την θέση τους κατέλαβαν ελεύθεροι πολίτες, οι οποίοι απόκτησαν βαθμιαία τα δικαιώματα, που τόσο πολύ φοβόταν ο Αριστείδης! Αυτοί χωρίζονταν σε τρεις τάξεις, ανάλογα με τη σειρά που κωπηλατούσαν (μικρά, μεσαία, μεγάλα κουπιά) και είχαν μισθό ανάλογα με τη σειρά αυτή, (λάμβαναν στην αρχή 3 οβολούς και αργότερα εξελικτικά 6 οβολούς, ως ημερήσια αμοιβή). Οι καλύτεροι της σειράς κουπιών προάγονταν στην επόμενη τάξη (βαθμολογικά & μισθολογικά), ώστε να έχουν και σοβαρό κίνητρο άμιλλας. 

Σημειώνεται ότι το πολεμικό ναυτικό αποτελεί στρατηγικό όπλο με της αδυναμίες και τα πλεονεκτήματά του, έναντι των χερσαίων στρατιωτικών δυνάμεων. Μπορεί ωστόσο να χρησιμοποιηθεί σε πολλαπλά έργα (μεταφορά προσωπικού, τροφίμων, πρώτων υλών) και να φθάσει πολύ μακρύτερα, «μικραίνοντας» τις αποστάσεις, επιτρέποντας την κυριαρχία των Ελλήνων μετά τα Μηδικά σχεδόν σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Πρόσθετα, το οχυρωμένο σύμπλεγμα Αθηνών – Πειραιώς, σχέδιο και αυτό του Θεμιστοκλή, ολοκληρώνει τη νέα στρατηγική αντίληψη της οχυρωμένης ναυτικής πόλης, διαμορφώνοντας ένα «νησί ξηράς», (όπως αυτά της Καρχηδόνας και της Τύρου), απεξαρτημένο  από τους εσωτερικούς του μόνο πόρους, καθώς ο στόλος μπορεί να μεταφέρει τρόφιμα και εφόδια από αλλού, διασφαλίζοντας την βιωσιμότητά του ακόμη και στην περίπτωση πολιορκίας σε βάθος χρόνου. 

Επισημαίνεται ότι η πρόταση του Θεμιστοκλή προς το λαό της Αθήνας (Εκκλησία του Δήμου) και η μεθόδευση της αξιοποίησης του αργύρου του Λαυρίου, για τη ναυπήγηση στόλου, αποτελεί πρωτοποριακή οικονομική πολιτική[vii]βλ. δεδομένα επόμενου πίνακα.

Πίνακας 3: Κοινωνική & Οικονομική Πρόταση Θεμιστοκλή για τη ναυπήγηση τριήρεων

Διαμορφώθηκε μία αναγκαστική Συνεργασία του Δημόσιου (Δήμος) και του Ιδιωτικού Τομέα της πόλης, (100 πλουσιότερων γαιοκτημόνων):

ο Δήμος (εργοδότης-χρηματοδότης) επέλεξε εκατό από τους πλουσιότερους πολίτες, (μεταξύ τους και αυτοί στους οποίους μίσθωνε τα ορυχεία της Αττικής) και ανέθεσε στον καθένα (εργο-λάβοι), την φροντίδα της έγκαιρης ναυπήγησης μίας τριήρους, με δημόσιο δανεισμό, (επιχορήγηση, προκαταβολή αντιμισθίας) του ενός ταλάντου.

Μετά την περάτωση της κατασκευής της, εάν από τον Δήμο διαπιστωνόταν η «προσήκουσα» εκτέλεση του έργου  και εγκρινόταν η παραλαβή του πλοίου, τότε το δάνειο-προκαταβολή (η δαπάνη του ταλάντου) θα εγκρινόταν «ότι εγένετο καλώς».

Η «προσήκουσα» εκτέλεση αναφερόταν στην έγκαιρη παράδοση, στα χαρακτηριστικά πλεύσης και στο αξιόμαχο του πλοίου.

Σε αντίθετη περίπτωση, (ακατάλληλη τριήρης-μη έγκριση παραλαβής), αυτός που είχε λάβει το τάλαντο (δάνειο), όφειλε να το επιστρέψει στον Δήμο («επιτίμιο, ποινική ρήτρα») – το γεγονός ότι είχε χορηγηθεί σε πλούσιους συνεπαγόταν και την ευχέρεια της επιστροφής του, (εγγυήσεις με υποθήκη τα εισοδήματα και η περιουσία τους).

Τα οφέλη θα ήταν πολλαπλά και θα διανέμονταν σε όλους, καθώς η άμυνα αποτελεί δημόσιο αγαθό, καθώς η ρύθμιση της ανάθεσης ναυπήγησης σε πλούσιους ιδιώτες θα προκαλούσε, μεταξύ άλλων, τεχνολογικές καινοτομίες & εξελίξεις, καθώς και κοινωνική ευημερία, (άνοδο των τεχνών και των επαγγελμάτων αύξηση της απασχόλησης, βελτίωση των εισοδημάτων, ενίσχυση της παραγωγής, επέκταση του εμπορίου).
Η συμφωνία Δήμου-ιδιωτών, διαθέτει όλα τα χαρακτηριστικά του προγραμματισμού, υλοποίησης και παρακολούθησης της σύγχρονης διοικητικής σύμβασης αγοραπωλησίας αγαθών, υπηρεσιών μελετών-έργων – Δημόσια Σύμβαση.
Εκ του νόμου, οι εκατό (100) πλούσιοι Αθηναίοι δεν φέρεται να είχαν την ευχέρεια άρνησης του εν λόγω έργου. Συνεπώς, διαμορφώθηκε μία υποχρεωτική σύμβαση με απευθείας ανάθεση, μέσω Συνεργασίας του Δημόσιου και του Ιδιωτικού Τομέα της πόλης (ΣΔΙΤ) με σαφείς και απλούς όρους. Ο Δήμος δεν θα είχε εμπλοκή στην κατασκευή του πλοίου και σε άλλα τεχνικά ή οικονομικά θέματα, αλλά θα αποκτούσε την κυριότητα του πλοίου. Φυσικά η κρίση για την καταλληλότητα, την άρτια ναυπήγηση μίας τριήρους θα είχε ως προϋπόθεση την δοκιμαστική της πλεύση.
Αργότερα η πολιτική αυτή, λόγω της συντήρησης των πλοίων, θα γινόταν η αιτία της καθιέρωσης της λειτουργίας της τριηραρχίας[viii].

Πηγή: Μαριδάκης (1963), Πανάγος (1996) & οι συγγραφείς

Ο χρόνος ευνόησε την Ελλάδα και τα σχέδια του Θεμιστοκλή: οι Πέρσες δεν πρόλαβαν να εκστρατεύσουν σε 2-3 έτη μετά τη μάχη του Μαραθώνα, αντιμετώπισαν εσωτερικά προβλήματα, την αλλαγή του βασιλέα τους, (θάνατος ηλικιωμένου Δαρείου και ανάδειξη του Ξέρξη στον θρόνο), με τα συνεπαγόμενα ζητήματα καθώς και την ανάγκη μίας ολοκληρωμένης προετοιμασίας. Σε περίπτωση όπου είχαν αποτολμήσει μία ταχεία εισβολή στην Ελλάδα, θα είχαν σοβαρές πιθανότητες να επιτύχουν, λόγω απουσίας της ενότητας του ελληνικού κόσμου και έλλειψης προπαρασκευής των Αθηναίων. Η δεκαετής ανάπαυλα  μεταξύ των ετών 489 και 480 π.Χ., παρείχε όλο τον απαραίτητο χρόνο για τη συνειδητοποίηση της περσικής απειλής και την ενδεδειγμένη προετοιμασία των Ελλήνων. 

Ο Θεμιστοκλής εκτός από την δημοσιοποίηση του καταπληκτικού σχεδιασμού του, έπεισε επίσης τον λαό να κατασκευάζει 20 τριήρεις κάθε χρόνο – πρώτο ιστορικό γεγονός εφαρμογής ναυτικού προγράμματος (Αλεξανδρής, 1950, σελ. 81) και να απαλλάξει από φόρους τους μετοίκους και τους τεχνίτες, ώστε να εξασφαλιστεί εργατικό δυναμικό για μεγάλο αριθμό δραστηριοτήτων, καθόσον έκρινε ότι αυτά ήταν χρήσιμα για την περαιτέρω ενίσχυση της ναυτικής δύναμης της Αθήνας.

Ο Θεμιστοκλής εκτός από τα προσωπικά του χαρίσματα, διέθετε όραμα, μακροχρόνιο σχέδιο, στρατηγική, ευελιξία, υποχωρητικό πνεύμα, αξιολόγηση νέων δεδομένων και επαναπροσδιορισμό στόχων και συνδύαζε επιτυχημένα, ηγετικά προσόντα και ικανότητες μάνατζερ – βλ. Εικόνα 2.

Εικόνα 2: Ηγέτης & Μάνατζερ – συμπληρωματικές έννοιες

 ΗΓΕΤΗΣ

ΝΑΙ                                     ΟΧΙ

                          ΝΑΙ

 

ΜΑΝΑΤΖΕΡ          

                                                                           ΟΧΙ

 

Ιδανικός Ηγέτης

 

Διαχειριστής

 

Οραματιστής

 

Ακατάλληλος

    Πηγή: Δ. Μπουραντάς 

ΙΙΙ. Ηγεσία & Διαχείριση Απειλής  – Συμμαχία, Συνεργασία Ελλήνων  

Ο Θεμιστοκλής μετά από την επικράτησή του στην Αθήνα, (εσωτερικό μέτωπο), επικέντρωσε τις προσπάθειές του στη συνεργασία των ελληνικών πόλεων – κρατών με στόχο την αντιμετώπιση της περσικής απειλής. Τα δεδομένα του Πίνακα 1 καταδεικνύουν ότι για να έχουν οι Έλληνες πιθανότητες αντίκρουσης σε κάποιο σημείο της εισβολής, έπρεπε να μονιάσουν και να συνεργαστούν, αναστέλλοντας τις μέχρι τότε διαμάχες τους.  Έτσι οι αντιπρόσωποι των ελληνικών πόλεων, έπειτα από πρωτοβουλία του Θεμιστοκλή και του Τεγεάτη Χείλεου, θα συγκροτήσουν την «επί τω Μήδω ξυμμαχίαν» (Θουκυδίδης, Α΄, μετ. Ελ. Βενιζέλου, σελ. 102). Ο Ηρόδοτος θα ονομάσει στο μνημειώδες έργο του την πατριωτική φατρία του ελληνικού έθνους: «Οι τω αμείνω φρονέοντες», Άνθρωποι με ανώτερο φρόνημα – (Ηρόδοτος, Πολύμνια, σελ. 145)». Οι περισσότερες ελληνικές πόλεις – κράτη και φυλές συμπορεύτηκαν με τους Πέρσες – σε ορισμένες περιπτώσεις οι τοπικές έριδες προκρίθηκαν έναντι του κοινού καλού, αρκετές πόλεις παρέμειναν ουδέτερες, αναμένοντας την εξέλιξη των πραγμάτων, με τους Αιγινήτες να αναδεικνύονται αντάξιοι των περιστάσεων και να συμμετέχουν στην ελληνική συμμαχία (Garland, 2018, σελ. 64). Το φθινόπωρο του 481 π.Χ.[6] πραγματοποιήθηκε στην Κόρινθο, στο πανελλήνιο ιερό των Ισθμίων, (στο ναό του Ποσειδώνα), συνέδριο 31 ελληνικών πόλεων, που συμφώνησαν να παραμερίσουν τις έχθρες και τις μεταξύ των διενέξεις και να ενωθούν εναντίον της επικείμενης περσικής εισβολής – η σημαντικότερη τότε διένεξη ήταν μεταξύ Αθηναίων και Αιγινητών, (πρώτη πολιτική και αμυντική συνεργασία αυτόνομων πόλεων-κρατών, ισχυρών και μικρών, σε ευρωπαϊκό επίπεδο).

Αποφάσισαν ειδικότερα την αποστολή κατασκόπων στην Ασία, (ο Ξέρξης Α΄ με τον στρατό του βρισκόταν στις Σάρδεις) και αγγελιοφόρων σε, Άργος για τη σύναψη στρατιωτικής συμμαχίας, Σικελία, (ιδιαίτερα στον Γέλωνα των Συρακουσών) και Κέρκυρα για παροχή συνδρομής, Κρήτη για συνεργασία. Οι προετοιμασίες των Περσών και οι συναφείς πληροφορίες βεβαίωναν την αναμενόμενη σύγκρουση[7]. Οι Σπαρτιάτες και οι Αθηναίοι ήταν πρωτεργάτες της συμμαχίας για την υπεράσπιση της ελευθερίας της Ελλάδος, ορκισμένοι εχθροί των Περσών. Οι Σπαρτιάτες απαίτησαν και ανέλαβαν την διοίκηση των Δυνάμεων Ξηράς. Ο Θεμιστοκλής, εκ μέρους της Αθήνας, διεκδίκησε την διοίκηση των Ναυτικών Δυνάμεων. Η Αθήνα διέθετε πάνω από το 1/2 του στόλου, ενώ η Σπάρτη μόνο 10 τριήρεις. Ωστόσο οι άλλες ναυτικές δυνάμεις, κυρίως η Κόρινθος και η Αίγινα, παραδοσιακοί αντίπαλοι της Αθήνας, αρνήθηκαν να παραχωρήσουν την διοίκηση στους Αθηναίους, αν και διέθεταν λίγα πλοία σε σύγκριση με την Αθήνα, (έριδες και φιλοπρωτία, χαρακτηριστικά των Ελλήνων).

Σύμφωνα με τον Πλούταρχο το μεγαλύτερο επίτευγμα του Θεμιστοκλή ήταν ότι έπαυσε τους ελληνικές διαμάχες, συμφιλίωσε τις πόλεις και τις έπεισε να αναβάλλουν τις έχθρες τους εν όψει του κοινού εχθρού. Ο άξιος ηγέτης (και δαιμόνιος πολιτικός) Θεμιστοκλής υποχώρησε μπροστά στον διαφαινόμενο κίνδυνο διάλυσης της συμμαχίας των ελληνικών πόλεων – κρατών εναντίον της περσικής απειλής, χάριν του κοινού συμφέροντος του αγώνα και της ομόνοιας (Ηρόδοτος, Ουρανία, 2002, σχόλια, σελ. 280). Ο Θεμιστοκλής απέδειξε ότι «οι πατρίδες δεν σώζονται στις δύσκολες στιγμές από μακάριους πολιτικούς, αλλά από εκείνους που διαθέτουν τόλμη και φαντασία και τους ικανούς που προβλέπουν το μέλλον. Οι Σπαρτιάτες, αν και ήταν ασήμαντη ναυτική δύναμη, πρότειναν ως συμβιβαστική λύση να αναθέσουν την διοίκηση και των Ναυτικών Δυνάμεων στον Σπαρτιάτη Ευρυβιάδη, γιο του Ευρυκλείδη, (τυπικός αρχηγός). Ωστόσο, κατά τον πατέρα της ιστορίας, Ηρόδοτο, ήταν προφανές σε όλους ότι ο Θεμιστοκλής θα ήταν ο πραγματικός ηγέτης του ελληνικού στόλου και θα διηύθυνε τη ναυμαχία μεταξύ των δύο αντιπάλων.

Στο συνέδριο της Κορίνθου αποφασίστηκε επίσης η κατάρτιση πολεμικού σχεδίου. Στην διαμόρφωσή του όμως διαφώνησαν, διότι οι Πελοποννήσιοι υποστήριξαν ότι μόνο ο Ισθμός της Κορίνθου ήταν δυνατό να αποτελέσει φυσική αμυντική γραμμή. Ο Θεμιστοκλής θα αντιταχτεί σθεναρά σ’ αυτήν την γνώμη, θεωρώντας πως μ’ αυτόν τον τρόπο παραδινόταν αμαχητί η κεντρική Ελλάδα, η Αττική και η Βοιωτία. Ευτυχώς, η άποψή του θα υπερισχύσει και έτσι αποφασίστηκε ως πρώτη γραμμή άμυνας η κοιλάδα των Τεμπών στην Θεσσαλία. Στάλθηκαν λοιπόν στην περιοχή 10.000 άνδρες με επικεφαλής τον ίδιο τον Θεμιστοκλή και τον Σπαρτιάτη Ευαίνετο. Το πεζικό μεταφέρθηκε με πλοία μέσω των στενών του Ευρίπου, αποβιβάστηκε στην Άλο και πορεύθηκε στα Τέμπη, ενώ ο στόλος παρέμεινε στην περιοχή, την περίοδο που ο Ξέρξης Α΄ βρισκόταν στην Άβυδο, πριν να διέλθει στην Ευρώπη.

Η δύναμη των Ελλήνων οπλιτών που είχε καταλάβει τα στενά των Τεμπών, ως πρώτη γραμμή άμυνας, αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει, όταν ο Αλέξανδρος Α΄, βασιλιάς της Μακεδονίας, τους προειδοποίησε (εμπιστευτικά) ότι η κοιλάδα των Τεμπών εύκολα θα παρακάμπτονταν από διάφορα περάσματα, καθώς ο περσικός στρατός ήταν εξαιρετικά μεγάλος. Επιπρόσθετα απογοητεύτηκαν από τους Θεσσαλούς και τους υπόλοιπους Έλληνες που κατοικούσαν κοντά στα περάσματα, γιατί «μήδισαν». Όμως ο σημαντικότερος λόγος υποχώρησης ήταν η έλλειψη κατάλληλου χώρου για ναυμαχία. Η θάλασσα ήταν ανοιχτή, δεν υπήρχαν πουθενά στενά που να προσέφεραν το τακτικό πλεονέκτημα, στο όποιο στήριζε κυρίως τη στρατηγική του ο Θεμιστοκλής. Αν ο ελληνικός στόλος ναυμαχούσε στην θάλασσα στ΄ ανοικτά της Θεσσαλίας, κινδύνευε να περικυκλωθεί και να νικηθεί. Αν δεν ναυμαχούσε και άφηνε ακάλυπτο το στρατό, τότε ο περσικός στόλος θα μπορούσε να αποβιβάσει στρατό στα νώτα του ελληνικού, στα Τέμπη, να τον κυκλώσει και να του αποκόψει τον δρόμο της υποχώρησης και τις επικοινωνίες με τις βάσεις του. Η απόφαση να εγκαταλειφθούν τα Τέμπη, οπωσδήποτε πρέπει να υποστηρίχθηκε και από τον Θεμιστοκλή.

Στο επόμενο συνέδριο την άνοιξη του 480 π.Χ. οι Έλληνες-σύμμαχοι συμφώνησαν να σταλούν οι στρατιωτικές τους δυνάμεις στην επόμενη αμυντική τοποθεσία, (δεύτερη γραμμή άμυνας) στις Θερμοπύλες (σε μία προσπάθεια να εξασφαλιστεί και η στήριξη των Βοιωτών) και ο συμμαχικός στόλος στο ακρωτήριο Αρτεμίσιο. Εδώ αποδείχτηκε ότι η στρατηγική του Θεμιστοκλή ήταν σωστή, επειδή στις ναυμαχίες που ακολούθησαν ο ελληνικός στόλος κράτησε τις θέσεις του και προξένησε σημαντικές απώλειες στους Πέρσες. Ο στόλος υποχώρησε μόνο όταν «χάθηκαν» οι Θερμοπύλες – παρέμεινε αήττητος. Οι Έλληνες πολέμησαν μέχρις εσχάτων στα στενά των Θερμοπυλών, έως ότου βρήκε διέξοδο ο Περσικός στρατός. Η αποστολή του συμμαχικού στόλου ήταν να μην αποκοπεί και να μην επιτρέψει περσική απόβαση στα νώτα του στρατού του εξηντάχρονου Λεωνίδα.  Μετά από τρεις ημέρες αμφίρροπης ναυμαχίας στο Αρτεμίσιο, δεν υπήρξε απόλυτος νικητής, με σημαντικές απώλειες και από τις δύο πλευρές, με τους Πέρσες να έχουν τις μεγαλύτερες. Βυθίστηκαν εχθρικά πλοία, αρκετά έπαθαν ζημιές και αιχμαλωτίστηκαν άλλα τριάντα. Οι ασθενέστεροι  Έλληνες κέρδισαν πολλά, ενώ οι Πέρσες αντίθετα πίστευαν ότι εκείνοι νίκησαν στο Αρτεμίσιο.

Θεωρούμε ότι ο Θεμιστοκλής θα πρέπει να είχε αντιληφθεί, την αδυναμία συγκράτησης των εισβολέων στις Θερμοπύλες. Ωστόσο το στρατηγικό όπλο των Ελλήνων, ο συμμαχικός στόλος χρειαζόταν άσκηση σε πεδίο μάχης, σύντονη εκπαίδευση, απόκτηση πολεμικής πείρας σε ναυτικές συγκρούσεις, δοκιμές δεξιοτήτων και επιχειρησιακών τακτικών, ανίχνευση των εχθρικών δυνατοτήτων και μεθόδων εμπλοκής τους, από τους Έλληνες κυβερνήτες και στρατηγούς και αναπτέρωση ηθικού. Πρόσθετα έπρεπε να στηριχθεί κατάλληλα η ψυχολογία των Αθηναίων, καθώς ήταν μάλλον αναπόφευκτη η κατάληψη και η καταστροφή της πόλης τους, να κερδηθεί πολύτιμος χρόνος για την εκκένωσή της και για συναφείς προετοιμασίες, αλλά και για να παρέλθει μέρος του φθινοπώρου, ώστε ο καιρός να αποδειχθεί σύμμαχος των Ελλήνων. Υπήρχαν και ελπίδες ενίσχυσης των αμυνομένων, είτε από αυτομολίες Ιώνων είτε από άλλες ελληνικές περιοχές όπως η Κρήτη, η Κέρκυρα, κ.α.

ΙV. Ηγεσία & Διαχείριση Απειλής  – Επιμονή στον Αγώνα    

Ο Θεμιστοκλής, ως πραγματικός ηγέτης των Ελλήνων δεν αποδεχόταν την εγκατάλειψη του αγώνα, ισχυρίζονταν ότι όλοι μαζί είναι ισόπαλοι με τον εχθρό και μπορούν να υπερισχύσουν, ενώ εάν διασκορπιστούν θα καταστραφούν. Εμψύχωσε τους Αθηναίους στις κρίσιμες εκείνες στιγμές και πίεσε τους συμπατριώτες του για την προσωρινή εγκατάλειψη της πόλης υπό την προστασία του ναυτικού και την άμυνά τους στην θάλασσα. Ο Θεμιστοκλής ως ικανός πολιτικός γνώριζε πως η διάσωση των Αθηναίων απαιτούσε να είναι όλοι ενωμένοι, να νιώθουν δυνατοί, να αισθάνονται ότι υπηρετούν ένα στόχο που αξίζει τον κόπο. Έκανε έκκληση στο συναίσθημά τους, όχι για να τους εκμεταλλευτεί, αλλά για να τους πείσει να ακολουθήσουν την οδό προς τη σωτηρία, όχι μόνο την δική τους, αλλά και των επόμενων γενεών. Παρουσίασε με τη σύμφωνη γνώμη των ιερέων της πόλης, αδιάψευστα όπως υποστήριζε, θεϊκά σημεία. Βεβαίωνε ότι ο όφις της θεάς Αθηνάς, ο προστάτης της πόλης, είχε παρατήσει ανέγγιχτες τις προσφορές στο ναό και είχε εγκαταλείψει την πόλη, δείχνοντας στους Αθηναίους την οδό προς την θάλασσα. Μηχανεύτηκε τεχνάσματα για να πείσει τους συμπατριώτες του να ακολουθήσουν τις επιχειρησιακές του τακτικές. Υιοθέτησε και μετέδωσε στο λαό την ομηρική φράση για την ελευθερία της πατρίδας: «Εἷς οἰωνὸς ἄριστος ἀμύνεσθαι περὶ πάτρης», η οποία αποδίδεται στον γενναίο Έκτορα, (Ιλιάδα, ραψωδία Μ). Με αυτά τα δεδομένα, ο Θεμιστοκλής με τη στάση του επιβεβαίωσε την ρήση του Ναπολέοντα: «ο ηγέτης είναι έμπορος ελπίδας».

Οι Αθηναίοι λοιπόν συνειδητοποιώντας ότι ήταν μάταιο να αμυνθούν εντός των τειχών της πόλης τους, ανακοίνωσαν μία προκήρυξη-ψήφισμα, με τη συμβουλή-πρόταση του Θεμιστοκλή και σύμφωνα με την οποία ο καθένας από τους Αθηναίους καλούνταν να φροντίσει τα παιδιά του, τους ανθρώπους της οικίας του και την περιουσία του. Την πόλη την άφηναν υπό την προστασία της θεάς Αθηνάς. Οι περισσότεροι μετέφεραν τα γυναικόπαιδα στην Τροιζήνα, στην Αίγινα και στη Σαλαμίνα. Οι ηλικιωμένοι, οι άρρωστοι και οι ανήμποροι μεταφέρθηκαν στη Σαλαμίνα. Η πρώτη αυτή εκκένωση της πόλης θα πρέπει να έλαβε χώρα στις αρχές της άνοιξης του 480 π.Χ., ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα. Η έδρα και το στρατηγείο του αθηναϊκού κράτους μεταφέρθηκαν επίσης στη Σαλαμίνα (Garland, 2018, σελ. 21, 87 – 98).

Η απόφαση των Αθηναίων να εγκαταλείψουν την πόλη τους δεν ήταν μία απλή υπόθεση και φέρεται ότι επιστρατεύθηκε αρκετή πειθώ από τους άρχοντες της πόλης, προκειμένου να πείσουν τον λαό να επιβιβασθεί στα πλοία. Δεν ήταν ο φόβος μπροστά στην προέλαση των Περσών, που ώθησε στην εγκατάλειψη της πόλης, αλλά κυρίως η θεμελιωμένη πίστη του αθηναϊκού δήμου και η υπακοή του στις προτάσεις των εκλεγμένων αρχηγών και ιδιαίτερα στο κύρος του Θεμιστοκλή, καθώς και η συστράτευση όλων των πολιτικών παρατάξεων και των ηγεσιών της Αθήνας. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε πολιτική ωριμότητα όχι μόνο στα ηγετικά πρόσωπα της πόλης, αλλά και στον ίδιο τον λαό που έλαβε τη σωστή απόφαση. Αν και αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το σπίτι και την περιουσία του ο Αθηναίος πολίτης, όποια επίδραση είχε αυτή η απόφαση στην ψυχολογία του, εν τούτοις κατόρθωσε να διατηρήσει ακμαίο το ηθικό του ενώπιον της μεγάλης σύγκρουσης που επρόκειτο να ακολουθήσει.

Οι Αθηναίοι όταν πληροφορήθηκαν όσα συνέβησαν στην Φωκίδα, στις Θερμοπύλες, το Αρτεμίσιο και ότι οι σύμμαχοί τους (περίπου 30.000 άνδρες), είχαν συγκεντρωθεί στον Ισθμό τον οποίο τείχιζαν νυχθημερόν, αφήνοντας ανυπεράσπιστες την Βοιωτία και την Αττική στους Πέρσες εισβολείς, αισθάνθηκαν μεγάλη θλίψη και αμηχανία, καθώς ήταν αδύνατο να συγκρουστούν στην ξηρά μόνοι τους με τον Ξέρξη. Σίγουρα θα έκαναν έκκληση στους Πελοποννησίους για την προστασία της Αθήνας, η οποία όμως δεν εισακούστηκε. Σ’ αυτήν την δυσχερή περίσταση ο ρόλος του Θεμιστοκλή (47 ετών τότε) ήταν καθοριστικός και καταλυτικός. Σύμφωνα με τον Garland (2018, σελ. 104, 105) θα πρέπει να πραγματοποιήθηκε και δεύτερη, επείγουσα πλέον εκκένωση της πόλης, είτε από αυτούς που είχαν αρνηθεί να συμμετέχουν στην πρώτη εγκατάλειψη των Αθηνών, είτε από ορισμένους που για συγκεκριμένους λόγους είχαν παραμείνει. Αν και οι Ηρόδοτος, Διόδωρος και Πλούταρχος περιγράφουν μόνο αυτήν την εκκένωση της Αθήνας, φαντάζει αδιανόητη η επίτευξη της απομάκρυνσης όλου του πληθυσμού της, ενώ τα περσικά στρατεύματα απείχαν λιγότερο από μία εβδομάδα από τα περίχωρά της. Στην περίπτωση που συντελέστηκε μόνο η επείγουσα εγκατάλειψη της πόλης, υπό τις ειδικές συνθήκες που επικρατούσαν, το έργο αυτό αποτελεί πραγματικά μεγάλο άθλο για όλους που συμμετείχαν. 

Ο ελληνικός στόλος, μετά τη ναυμαχία του Αρτεμισίου, είχε επιστρέψει στη Σαλαμίνα. Όταν το γεγονός γνωστοποιήθηκε στον υπόλοιπο ελληνικό στόλο που δεν έλαβε μέρος στη ναυμαχία στο Αρτεμίσιο και ο οποίος ήταν συγκεντρωμένος στο λιμένα Πώγωνα της Τροιζήνας, κατέπλευσε και αυτός στη Σαλαμίνα. Ο κατάπλους στη Σαλαμίνα έγινε μετά από παράκληση των Αθηναίων αφενός μεν για να μπορέσουν να μεταφέρουν εκτός Αττικής γυναικόπαιδα και αρρώστους και αφετέρου για να τους δοθεί χρόνος να αποφασίσουν για το τι πρέπει να πράξουν, διότι από την τροπή των γεγονότων διαψεύσθηκαν οι προβλέψεις τους: ενώ δηλαδή ήλπιζαν να βρουν τους Πελοποννήσιους, αναμένοντες τους βαρβάρους στην Βοιωτία, κανέναν δεν συνάντησαν, αλλά πληροφορήθηκαν ότι οχυρώνονταν στον Ισθμό, ενδιαφερόμενοι μόνον για τη σωτηρία της Πελοποννήσου αδιαφορώντας για την υπεράσπιση της Βοιωτίας και της Αττικής.

  1. Ηγεσία & Διαχείριση Απειλής – Εστίαση στο Σχέδιο

Ο οξυδερκής Θεμιστοκλής, είχε στο μυαλό του το επιχειρησιακό σχέδιο, να δοθεί η ναυμαχία στο στενό της Σαλαμίνας, ανησυχώντας τρομερά τους  Πελοποννήσιους. Στη Σαλαμίνα το συμβούλιο των στρατηγών, (περίπου 20 διοικητών των ναυτικών μοιρών), σε δραματική συνεδρίαση είχε καταλήξει στην απόφαση της αποχώρησης και της διεξαγωγής της ναυμαχίας στον Ισθμό, εγκαταλείποντας τους Αθηναίους αλλά και τα γυναικόπαιδα στη Σαλαμίνα στην τύχη τους. Άλλωστε στους περισσότερους, η δοκιμασμένη και πετυχημένη τακτική της αλληλοϋποστήριξης στρατού και στόλου σε Θερμοπύλες – Αρτεμίσιο, τους φαινόταν ξανά αναγκαία και ελπιδοφόρος. Ενώ η συνέλευση ήταν ακόμη σε εξέλιξη εμφανίστηκε αγγελιοφόρος που τους πληροφόρησε για την εισβολή του Ξέρξη στην Αττική και τις λεηλασίες. Αυτό το γεγονός έχει ως αποτέλεσμα την αποχώρηση ορισμένων στρατηγών, πριν την επικύρωση της απόφασης για την καταναυμάχηση των Περσών στον Ισθμό.

Οι ναύαρχοι των Ελληνικών πόλεων βλέποντας τις φλόγες από την καιόμενη Ακρόπολη καταφοβήθηκαν, και με τον εχθρικό στόλο να είναι ήδη στο Φάληρο, δεν τολμούσαν να παραμείνουν στον Σαρωνικό και πολλοί προέτρεπαν να επιστρέψουν γρήγορα στις πατρίδες τους και από τα τείχη τους να υπερασπιστούν την ελευθερία τους. Σκέπτονταν να αποπλεύσουν άμεσα για τον Ισθμό, όπου η στρατιά του Σπαρτιάτη βασιλιά Κλεόμβροτου οχύρωνε το πέρασμα Λέχαιου – Κεχριών. Οι Έλληνες που είχαν συγκεντρωθεί στον Ισθμό, ήταν σίγουροι πως αγωνίζονταν τον υπέρ πάντων αγώνα και χωρίς να τρέφουν πολλές ελπίδες για μία νίκη των Ελλήνων στην θάλασσα, συνέχισαν να πασχίζουν να ενισχύουν με κάθε τρόπο την χερσαία τους άμυνα. Για τους ίδιους τους Αθηναίους, η άλωση της Ακρόπολης και η καταστροφή των ναών της (θα είχε τεράστια επίδραση στο θρησκευτικό τους συναίσθημα) και οι καπνοί από τις πυρπολήσεις αποτέλεσαν παράγοντες «χαλύβδωσης» της ψυχής τους και δίψας για εκδίκηση.

Στη συνέχεια οι στρατηγοί αποσύρθηκαν στα πλοία τους για να περάσουν τη νύχτα και προφανώς την επομένη ημέρα θα απέπλεαν. Στην επιστροφή του Θεμιστοκλή στο πλοίο του τον επισκέφθηκε ένας Αθηναίος πολίτης, ο Μνησίφιλος, (διατηρούσε στενούς δεσμούς μαζί του), ο οποίος όταν ενημερώθηκε σχετικά με την ληφθείσα απόφαση, τον παρακίνησε να μην εγκαταλείψει την προσπάθεια και να πείσει τον Ευρυβιάδη να συγκαλέσει ξανά συμβούλιο. Ανησυχούσε ότι εάν έφευγαν από τη Σαλαμίνα οι ναύαρχοι, κάθε αρχηγός θα έπλεε προς την πόλη του και δεν θα δίνονταν καν ναυμαχία, αφού  ο ελληνικός στόλος θα είχε διασπαστεί σε πολλές μικρές μοίρες.

Πράγματι ο Θεμιστοκλής δείχνοντας ευβουλία, (αναγνωρίζοντας την ορθότητα της συμβουλής του Μνησίφηλου, όπως μας παρουσιάζεται από τον Ηρόδοτο), επιβιβάστηκε στο πλοίο του Ευρυβιάδη, τον έπεισε και ο ναύαρχος συγκάλεσε ξανά συμβούλιο των διοικητών των ναυτικών μοιρών. Μπορούμε να φανταστούμε την κρισιμότητα των περιστάσεων, τις ανησυχίες και τους δισταγμούς των στρατηγών, τις αβεβαιότητες και τους κινδύνους των επιλογών, τις διαφοροποιήσεις των συμφερόντων. Στην διάρκεια του δεύτερου αυτού πολεμικού συμβουλίου τη νύχτα πριν τη ναυμαχία, ο Ευρυβιάδης και οι Πελοποννήσιοι είχαν αντίθετη γνώμη για τον χώρο διεξαγωγής. Ο Θεμιστοκλής άρχισε αμέσως και με πάθος να παρουσιάζει τα επιχειρήματά του. Κατά την παράθεση των επιχειρημάτων, επειδή ο Θεμιστοκλής ανέπτυσσε το επιχειρησιακό του σχέδιο, χωρίς να του έχει δοθεί ο λόγος, επιπλήχθηκε από τον Κορίνθιο ναύαρχο Αδείμαντο, που του τόνισε: «Στους δημόσιους αγώνες, εκείνοι που ξεκινούν δίχως να τους δοθεί το σύνθημα, ραπίζονται», για να λάβει όμως την εύστοχη απάντηση του Θεμιστοκλή: «αλλά και οι καθυστερούντες, δεν στεφανώνονται». Ο Ευρυβιάδης θύμωσε και σήκωσε την ράβδο του να χτυπήσει τον Θεμιστοκλή, ο οποίος ψύχραιμα, αντί να οργιστεί, είπε τότε την περιώνυμη φράση: «Πάταξον μεν, Άκουσον δε». Ο θυμός του Ευρυβιάδη υποχώρησε και διατηρήθηκε η σχετική ηρεμία για να συνεχιστεί το πολεμικό συμβούλιο.

Παραχώρησε το λόγο στον Θεμιστοκλή ο οποίος επιχειρηματολόγησε για τα οφέλη στην περίπτωση ναυμάχησης του εχθρού στη Σαλαμίνα. Επεσήμανε ότι στη Σαλαμίνα ο ελληνικός στόλος έχει συγκριτικό πλεονεκτήματα και ο εχθρός φανερές αδυναμίες. Συνέχισε ισχυριζόμενος ότι εάν νικήσουν οι Έλληνες ο εχθρός  θα αναχωρήσει άμεσα από την πατρίδα. Πρόσθεσε ότι η ανοικτή θάλασσα ευνοεί τους εχθρούς που έχουν πολλές και μεγάλες τριήρεις και βλάπτει τους Έλληνες. Συμπέρανε ότι ακόμη και εάν νικήσουν οι σύμμαχοι στον Ισθμό δεν υπάρχει ωφέλεια, καθώς ο εχθρός θα κατέχει την Αττική. Ο Θεμιστοκλής επεσήμανε ότι ο χρησμός προφήτευσε τη νίκη των Ελλήνων στη Σαλαμίνα και όταν οι άνθρωποι στοχάζονται ορθά τότε τους βοηθά και ο Θεός.

Στην διάρκεια της αγόρευσής του ο Θεμιστοκλής δέχθηκε πολλές λεκτικές επιθέσεις από τον Κορίνθιο Αδείμαντο, ο οποίος του δήλωσε ότι δεν είχε κανένα δικαίωμα να μιλά, επειδή η πόλη του δεν ήταν πια ελεύθερη και προσπάθησε να εμποδίσει τον Ευρυβιάδη να θέσει σε ψηφοφορία την πρόταση ενός αρχηγού χωρίς πατρίδα: «Ας αποκτήσει πρώτα πατρίδα ο Θεμιστοκλής, φώναξε, κι έπειτα ας δίνει τις συμβουλές του». Ο οξύνους Θεμιστοκλής αγανακτισμένος απάντησε ότι οι Αθηναίοι εγκατέλειψαν τα σπίτια και όλα τα αγαθά τους, γιατί θαρρούν πως δεν αξίζει να γίνουν δούλοι γι’ άψυχα πράγματα. Πατρίδα έχουν ισχυρή, τις 200 τριήρεις τους, [«Ἐστίν ἡμῖν πατρίς αἳ διακόσιαι νῆες πεπληρωμέναι»], συνεπώς για τους Αθηναίους όλο το βάρος του πολέμου το επωμίζεται το ναυτικό και εάν ο Ευρυβιάδης δεν πειστεί να ναυμαχήσει στη Σαλαμίνα, σκέπτονται να μεταναστεύσουν με τις οικογένειές τους στη Σίρι της Κάτω Ιταλίας, όπου θα ιδρύσουν νέα πόλη. Τόνισε δε ότι όταν χάσουν οι Έλληνες τέτοιους συμμάχους, θα θυμηθούν τα λόγια του (Αλεξανδρής, 1950, σελ. 100).

Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί η αξία που απέδιδαν οι Αθηναίοι στην ελευθερία τους, θυσιάζοντας τα ιερά, την πόλη, την γη τους, τα υπάρχοντα, την ασφάλειά τους, (δίλημμα ελευθερίας με θυσίες ή ειρήνης-ασφάλειας με σκλαβιά).

Στη σκέψη και μόνο ότι οι Αθηναίοι θα αποχωρούσαν με το στόλο τους, οι σύμμαχοι υποχώρησαν και αποδέχθηκαν να ναυμαχήσουν στη Σαλαμίνα. Οι διαμαρτυρίες των Πελοποννησίων ήταν πολλές και πάρα πολύ έντονες. Η περίσταση ήταν πολύ έκρυθμη και ο Ευρυβιάδης συνειδητοποιώντας την κρισιμότητα των στιγμών και επιθυμώντας να εξασφαλίσει τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση των άλλων Ελλήνων, συνεκάλεσε νέο πολεμικό συμβούλιο, όπου επικράτησε η εν λόγω διχογνωμία, (Πελοποννήσιοι έναντι Αθηναίων, Μεγαρέων και Αιγινητών). Τελικά, η πρόταση του πολυμήχανου Θεμιστοκλή υπερίσχυσε, αφού με κρυφές του ενέργειες έφερε τους υπόλοιπους Έλληνες προ τετελεσμένων γεγονότων, χωρίς να έχουν τα περιθώρια περαιτέρω επιλογών.

Αντιλαμβανόμενος την αμφίθυμη στάση των Πελοποννησίων, ανησυχώντας για την τελική τους απόφαση και ικανός να αντιμετωπίζει ταχύτατα δυσχερείς καταστάσεις, επινόησε ένα σχέδιο, ώστε να τους αναγκάσει ακούσια (απρόθυμα) όλοι να πολεμήσουν. Έστειλε μυστικά στο περσικό στρατόπεδο τον δούλο και παιδαγωγό των παιδιών του, Σίκιννο, ο οποίος γνώριζε την περσική γλώσσα (κατάγονταν από την Ασία), για να αναγγείλει στον Ξέρξη ότι οι Έλληνες σκόπευαν να αναχωρήσουν τη νύχτα από τη Σαλαμίνα και το καλύτερο γι’  αυτούς ήταν τα πλοία τους να προλάβουν τον ελλιμενιζόμενο ελληνικό στόλο στη Σαλαμίνα, να τον περικυκλώσουν, να του επιτεθούν και να τον καταστρέψουν – (εφαρμογή της ρήσης «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα»).

Η τελική απόφαση του Ξέρξη ήταν η διεξαγωγή της ναυμαχίας στο στενό της Σαλαμίνας, καθόσον εκτιμούσε ότι θα απέκλειε εκεί τα ελληνικά πλοία και θα τα κατάστρεφε. Ο Ξέρξης  βιαζόταν να αποσπάσει μία θριαμβευτική νίκη, πεπεισμένος ότι με την παρουσία του, τα πληρώματα του στόλου του θα πολεμούσαν με μεγαλύτερη γενναιότητα σε σύγκριση με το Αρτεμίσιο. Αντικειμενικός σκοπός των Περσών ήταν η καταστροφή του ελληνικού στόλου, μετά την οποία ο στρατός των Πελοποννησίων στον Ισθμό θα ήταν καταδικασμένος.

Ο Θεμιστοκλής γνώριζε ότι αν δεν διεξαγόταν η ναυμαχία στα στενά της Σαλαμίνας, ήταν σαν να επεδίωκε την ήττα. Όμως αντιμετώπιζε τρομερό πρόβλημα να πείσει τους υπόλοιπους Έλληνες για την ορθότητα της σκέψης του. Ο Ευρυβιάδης και οι Πελοποννήσιοι σύμμαχοί του σκέπτονταν να αποπλεύσουν από τη νήσο και να καταπλεύσουν στον Ισθμό της Κορίνθου, όπου (εσφαλμένα) εκτιμούσαν ότι θα αντιμετώπιζαν από θέση ισχύος τον περσικό στόλο. Ο Θεμιστοκλής, εξασφάλισε δύο σημαντικά πλεονεκτήματα: πρώτον, ανάγκασε τον αντίπαλο να ναυμαχήσει στην περιοχή που αυτός είχε αποφασίσει και δεύτερον, με την «πληροφορία» για την φυγή του ελληνικού στόλου, έκανε τον Ξέρξη Α΄ να θέσει σημαντικό μέρος του στόλου του (200 τριήρεις) εκτός μάχης, για την φύλαξη του στενού Σαλαμίνας – Μεγάρων. Ο δαιμόνιος ηγέτης και πολιτικός, παρέσυρε τον Πέρση βασιλιά στην ολοκληρωτική καταστροφή του στόλου του. Τον έπεισε ότι έτσι θα τελείωνε υπέρ του τον πόλεμο και δεν θα εξαναγκάζονταν να καταδιώκει τον κάθε αντίπαλό του χωριστά. Η ναυμαχία, μετά από εναλλασσόμενες φάσεις, κατέληξε σε πλήρη θρίαμβο των Ελλήνων.

VΙ. Ηγεσία & Διαχείριση Απειλής  – Υλοποίηση Οράματος    

Η απόφαση του Θεμιστοκλή για τη μετεξέλιξη της Αθήνας σε ναυτική δύναμη είχε σημαντικότατες πολιτικές προεκτάσεις: σε επίπεδο κρατικό ισχυροποίησε την Αθήνα. Στο εσωτερικό πεδίο επέκτεινε και εμβάθυνε το δημοκρατικό καθεστώς. Μετέτρεψε τους Αθηναίους από οπλίτες σε ναύτες, πεζοναύτες και θαλασσινούς. Όπως εύστοχα επισημαίνει ο Πλούταρχος: «ενίσχυσε την εξουσία του Δήμου σε βάρος της αριστοκρατίας, καθώς η πολιτική επιρροή περνούσε πλέον στα χέρια των ναυτών, των κελευστών και των πλοηγών». Οι αντίπαλοί του τον κατηγορούσαν ότι πήρε από τα χέρια τους το δόρυ και την ασπίδα και τους «στρίμωξε στο σκαμνί του κωπηλάτη μ’ ένα κουπί στο χέρι». Εντούτοις, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η ανωτέρω μετεξέλιξη συγκροτεί τη μοναδική παγκοσμίως ολοκληρωμένη-επιτυχημένη μετατροπή άρδην της παραγωγικής βάσης ενός κράτους σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα και υπό δυσμενείς συνθήκες και τηρουμένων των αναλογιών αποτελεί παράδειγμα βιωσιμότητας κρατικής οντότητας για τη σημερινή εποχή, η οποία χαρακτηρίζεται από γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, συνεκτιμώμενης της διατρέχουσας υγειονομικής-κοινωνικής κρίσης.

Απόδειξη ότι η σωτηρία των Ελλήνων ξεπήδησε από την θάλασσα και η πόλη της Αθήνας ξαναστήθηκε στα πόδια της από τις τριήρεις, αποτέλεσε η σύγκρουση με τον Ξέρξη. Παρόλο ότι ο στρατός του Πέρση βασιλιά έμεινε ακέραιος και διέθετε αξιόμαχο στόλο ισάριθμο του ελληνικού, ο ίδιος υποχώρησε μετά την ήττα στη Σαλαμίνα, πιστεύοντας ότι δεν μπορούσε πλέον να συνεχίσει τον πόλεμο, λόγω και του επερχόμενου χειμώνα και να ριψοκινδυνεύσει τα πάντα. 

Η επική ναυμαχία της Σαλαμίνας εκτός από την στρατιωτική, είχε μεγάλη σημασία και σε άλλους τομείς. Αντίθετα απ’ ότι συνηθιζόταν, στη σύγκρουση και επιτυχία των Ελλήνων συνέβαλαν λιγότεροι από 5.000 οπλίτες, σχετικά εύποροι δηλαδή αστοί και αριστοκράτες και περισσότεροι από 70.000 ναύτες-ερέτες, οι οποίοι ανήκαν στις κατώτερες οικονομικο-κοινωνικές τάξεις, στον υποδεέστερο σε κύρος και δικαιώματα “ναυτικό όχλο” των πόλεων. Για πρώτη φορά στην ιστορία, οι ανώνυμες λαϊκές μάζες που απάρτιζαν το “ανυπόληπτο “πλήθος”, συμπιεσμένες στα στενά καταστρώματα των τριήρεων, με όπλα τους την μυϊκή δύναμη και το ελεύθερο φρόνημα, συμμετείχαν ενεργά σε μια κορυφαία σύγκρουση, στην οποία έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους.

Η επίγνωση αυτής της συμβολής αναπτέρωσε το συλλογικό ηθικό των λαϊκών τάξεων. Πριν τη ναυμαχία ήταν το “πλήθος”, ο “λαός”, συνήθως χωρίς ιδιοκτησία γης και δικαιώματα, στον οποίο οι γαιοκτήμονες-οπλίτες δεν εμπιστευόταν την υπεράσπιση της πατρίδας. Μετά τη Σαλαμίνα, η αντίληψη αυτή άλλαξε. Ήταν πλέον οι άνθρωποι του λαού που είχαν λάβει την υπόθεση της πατρίδας στα χέρια τους και με αρετές τους την υπομονή και την πειθαρχία, υπό την καθοδήγηση ικανών ηγετών, οι σημαντικότεροι των οποίων ήταν εκλεγμένοι, επέτυχαν τον θρίαμβο κατά των βαρβάρων. Οι τελευταίοι όσο γενναία και αν πολέμησαν, ηττήθηκαν γιατί δεν διέθεταν τα υψηλά ιδανικά που κινητοποιούσαν τους Έλληνες, δηλαδή υπεράσπιση ελευθερίας, πατρίδας, οικογένειας, τρόπου ζωής και αξιοπρέπειας. Το Αθηναϊκό κράτος πλέον δοξασμένο και πανίσχυρο ήταν έτοιμο, για το μεγάλο του άνοιγμα και πραγματικά το 477/478 π.Χ. ιδρύθηκε η πρώτη Αθηναϊκή συμμαχία, (το επόμενο έτος ο Θεμιστοκλής κατηγορήθηκε για δωροδοκία και διαφθορά). Οι Έλληνες κατάφεραν τότε, να πλησιάσουν το ιδανικό της ένωσής τους και μάλιστα κατά τρόπο λιγότερο ηγεμονικό, από εκείνον που αργότερα εφάρμοσαν ο Φίλιππος Β΄ και ο Μέγας Αλέξανδρος.

Συνεπώς, χάρη στη μεγαλοφυΐα του πολιτικού Θεμιστοκλή και στην αυταπάρνηση των Αθηναίων, οι οποίοι αποδέχθηκαν να θυσιάσουν το πρόσκαιρο και περιορισμένο οικονομικό όφελος των άμεσων παροχών, για το αισιόδοξο και πλούσιο μέλλον που τους υποσχέθηκε, η Ελλάδα θα αποκτούσε την τελευταία σχεδόν στιγμή τον στόλο που θα την διέσωζε. Εάν ο λόγος του Θεμιστοκλή δεν είχε μεταπείσει τους Αθηναίους, εάν ο στόλος δεν είχε έγκαιρα ναυπηγηθεί, τότε δεν θα είχαν γίνει οι ναυμαχίες στο Αρτεμίσιο και τη Σαλαμίνα και η Ελλάδα θα είχε υποταχθεί στους Πέρσες. Η εξέλιξη της ελληνικής και της παγκόσμιας ιστορίας θα ήταν σίγουρα διαφορετική (Κυριαζής, 1984). Ο Θεμιστοκλής, ως διορατικός ηγέτης, προέβλεψε ότι οι Πέρσες, μετά την ήττα τους στο Μαραθώνα, θα επανεμφανίζονταν και ότι η αναμέτρηση θα κρίνονταν στην θάλασσα.

Αν και πολλά δεδομένα ήταν εναντίον του, στο εξωτερικό και στο εσωτερικό μέτωπο, ο Θεμιστοκλής δεν δείλιασε και δεν αδράνησε. Προσδοκούσε στην πολιτική του υπεροχή, αφού η ανάπτυξη του στόλου θα ενίσχυε αισθητά την κυριαρχία στην πολιτική ζωή των κατώτερων κοινωνικών τάξεων, που θα επάνδρωναν τις τριήρεις ως κωπηλάτες. Εξαιτίας αυτών των αλλαγών, τα επαγγέλματα ενισχύθηκαν, άρχισαν και νέα να αναδεικνύονται, δυναμώνοντας με αυτόν τον τρόπο την παράταξη των δημοκρατικών. Η γεωργία ήταν έως τότε στενά συνδεδεμένη με τους γαιοκτήμονες, η μεγάλη πλειοψηφία των οποίων ήταν αριστοκράτες. Η εστίαση λοιπόν μίας κοινωνίας στην γεωργία προωθεί το ολιγαρχικό σύστημα, ενώ στη ναυτιλία, το δημοκρατικό. Ο Θεμιστοκλής, παρέσυρε ενορχηστρωμένα και «έφερε» την πόλη στην θάλασσα, υποστηρίζοντας ότι οι πεζές στρατιωτικές δυνάμεις δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν ακόμη και τους γείτονες. Αντίθετα, δια της υπεροπλίας στην θάλασσα, μπορούσαν να κινηθούν με διμέτωπο προσανατολισμό: μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τους Πέρσες και ταυτόχρονα στην Ελλάδα να καταστούν πρώτη δύναμη.

Στον πίνακα που ακολουθεί περιλαμβάνονται συνοπτικά οι κύριες πολιτικές του ηγήτορα Θεμιστοκλή και τα βασικά μέτρα υλοποίησης αυτών, χωρίς φυσικά να εξαντλούμε όλα τα περιστατικά και τα διδάγματα, που μπορούμε να εξάγουμε από την σκέψη και τις δράσεις του Αθηναίου πολιτικού και στρατηγού.  

Μία ανάλογη μνημειώδης και ταχεία ανακατεύθυνση, των ανθρώπων, της εκπαίδευσής της και των υλικών πόρων, πραγματικά δεν έχει υπάρξει στην Ιστορία των συγκρούσεων.

Πίνακας 4: Ηγετική Στάση & Συμπεριφορά Θεμιστοκλή

Ηγεσία & Διαχείριση Απειλής    

Πολιτική & Μέτρα Πολιτικής

 

Όραμα & Στρατηγική Σκέψη,

Ενιαίο Εσωτερικό Μέτωπο  

Στροφή Αθήνας στη ναυτιλία και στο εμπόριο

Ναυπήγηση ισχυρού πολεμικού στόλου με καινοτομίες

Αντιμετώπιση αντιπολίτευσης & αντιπάλων συμφερόντων

Ενσωμάτωση θητών στην πολιτική & οικονομική ζωή,

(«τους έδωσε πατρίδα» & αποστολή)

 

Συμμαχία, Συνεργασία Ελλήνων  

 

Αναστολή διαμαχών με εσωτερικούς ανταγωνιστές

Συγκρότηση Πανελληνίου Συμμαχίας

Αποστολή αιτημάτων στρατιωτικής συνδρομής

Υποχώρηση σε ζητήματα αρχηγίας & αξιώσεις συμμάχων

 

 

Επιμονή στον Αγώνα

Καθυστέρηση εισβολέων – Επάνοδος Εξορίστων

Εμψύχωση λαού –  «έμπορος ελπίδας»

Πίεση συμπατριωτών του για προσωρινή εγκατάλειψη της πόλης και την άμυνά τους στην θάλασσα

Παρουσίαση θεϊκών σημείων για την υποστήριξη των θέσεων & των επιχειρημάτων του

Ιδιοφυής ερμηνεία των «Ξύλινων τειχών»

«Ἐστίν ἡμῖν πατρίς αἳ διακόσιαι νῆες πεπληρωμέναι»

 

 

 

 

Εστίαση στο Σχέδιο  

Απόφαση για διεξαγωγή κρίσιμης ναυμαχίας οπωσδήποτε στα στενά της Σαλαμίνας – παραβίαση της επιχειρησιακής αρχής περί αλληλοϋποστήριξης στρατού & στόλου – όπως σε Θερμοπύλες & Αρτεμίσιο

Ισχυρή αντίδραση Πελοποννησίων

Προσπάθεια έγκρισης της πρότασής του από το συμμαχικό πολεμικό συμβούλιο, κολακεία αρχιναυάρχου για συμφωνία του, απειλή για αποχώρηση Αθηναίων από τον αγώνα, εκβίαση κατάστασης, μέσω φαινομενικής «προδοσίας»

 

 

Υλοποίηση Οράματος   

Αποχώρηση Περσών & εξάλειψη απειλής

Θαλασσοκράτειρα η Αθήνα

Οχυρωμένος πολεμικός ναύσταθμος ο Πειραιάς

Τείχιση Αθήνας και Αθήνας- Πειραιά

Α΄ Δηλιακή Συμμαχία υπό την Αθήνα

Εμβάθυνση δημοκρατίας στην Αθήνα – συμμετοχή θητών

      Πηγή: οι συγγραφείς

 Συνεπώς δεν απαιτούνται πολλά έτη για έναν ηγέτη, προκειμένου να πετύχει το όραμά του για το μεγαλείο της χώρας του, ακόμη και σε κρίσιμες καταστάσεις.

Επίλογος

Στα Μηδικά, οι Έλληνες διαθέτοντας κατά παράδοση, ποιότητα, ηθικό, τόλμη και αποφασιστικότητα, ανέδειξαν την υπεροχή της πολεμικής αρετής των λίγων, έναντι στην υπεροψία, την ύβρη των πολλών. Η δράση των Ελλήνων που καθορίστηκε από τις επιταγές του «νόμου της ελευθερίας», οφείλεται στο «ευ βουλεύεσθαι», δηλαδή στη συνετή σκέψη. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Θεμιστοκλής, ο οποίος με τη συνετή βουλή του, έπεισε πρώτα τους συμπολίτες του και ύστερα τους συμμάχους (σ΄ ένα ισχυρά συνεργατικό πλαίσιο), να αγωνιστούν για την ελευθερία τους. Αν και έχουν παρέλθει πάνω από 25 αιώνες από την έναρξη των Μηδικών, το ιστορικό-πολιτικό ενδιαφέρον παραμένει αδιάπτωτο, μπορούμε να ισχυριστούμε ότι βαίνει αυξανόμενο. Το διακύβευμα της δεκαετίας των Περσικών πολέμων ήταν εάν ο Ελλαδικός – Ευρωπαϊκός χώρος θα ακολουθούσε ή όχι την τύχη της Ιωνίας, η οποία είχε υποταχθεί (προσωρινά) στον Περσικό δεσποτισμό.

Ο Θεμιστοκλής, αναμφισβήτητα υπήρξε διορατικός πολιτικός και μεγαλοφυής ηγέτης, ο οποίος στερέωσε και ενδυνάμωσε το δημοκρατικό πολίτευμα της Αθήνας, την κατέστησε πρώτη ναυτική δύναμη στη Μεσόγειο και απάλλαξε την Ελλάδα από την περσική απειλή, αν και συναντούσε συνεχώς αντιδράσεις στην εφαρμογή των σχεδίων του. Ο προσωπικός του θρίαμβος, η ναυμαχία της Σαλαμίνας, αποτελεί καμπή στους περσικούς πολέμους και μία σπουδαία ναυτική σύγκρουση στην παγκόσμια ιστορία. Ο Θεμιστοκλής υπήρξε ο άνθρωπος των μεγάλων οραματισμών. Διέθετε διεισδυτικό και εφευρετικό νου, ευρύτητα πνεύματος και ετοιμότητα λόγου, και πρώτος αυτός πρόβλεψε ότι η διαμόρφωση ενός ευνοϊκού επιχειρηματικού κλίματος αποτελούσε προϋπόθεση για την ταχεία οικονομική ανάπτυξη της Αθήνας, την κοινωνική και πολιτιστική αναβάθμιση της Αττικής και την δημιουργία ενός ισχυρού και ανεξάρτητου κράτους. Είχε το σπάνιο για την εποχή του χάρισμα να διακρίνεται παράλληλα, για το πολιτικό του κριτήριο και για την επιχειρηματική του οξυδέρκεια.  

Αυτός ήταν ο Θεμιστοκλής – επέτυχε μεγάλα πράγματα και αντιμετώπισε στην ζωή του αρκετά – ο σωτήρας και ευεργέτης όλης της Ελλάδας, γενόμενος υπόδειγμα της δύναμης και της δράσης της ανθρώπινης ευφυΐας και της φρόνησης. Απέδειξε σε όλους πόση φυσική δύναμη κατέχει ο άνθρωπος όταν με κριτική σκέψη, τόλμη και εμπειρία, επιχειρεί να αξιοποιήσει τα σχέδιά του. Γι΄ αυτήν την διαπίστωση είναι άξιος θαυμασμού, από όλους τους μεγάλους άνδρες. Ως πολιτικός και στρατηγός, εύρισκε αμέσως τις μεθόδους για να καταπείσει και τα μέσα για να νικήσει. Οι επιλογές του, για τις οποίες δικαιώθηκε, ήταν κρίσιμες, ενώ η ευθύνη του απέναντι στο Πανελλήνιο και στην ιστορία του τεράστια. Αρκεί να ληφθεί υπόψη ο τρόπος με τον οποία οδήγησε, όχι μόνο τους Πέρσες, αλλά και τους Έλληνες στη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ωστόσο, πριν από αυτήν πρέπει να του αναγνωριστεί ο ευφυής τρόπος της ναυπήγησης του ισχυρού στόλου της Αθήνας[8].   

 Τα μηνύματα, τα διδάγματα, η θεμελίωση των βασικών αρχών της  Ηγεσίας και οι εφαρμοσμένες πολιτικές της τότε περιόδου εξακολουθούν να είναι επίκαιρα και χρήσιμα, για την κατάλληλη αντιμετώπιση και νικηφόρα υπέρβαση της σημερινής αντιπαλότητας της δημοκρατικής Ελλάδας και της δεσποτικής Τουρκίας, για την κυριαρχία στον ίδιο ακριβώς γεωγραφικό χώρο, στο  Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Αναδεικνύουν την αξία του καινοτόμου και ευέλικτου υπερόπλου (ναυτικού). Καταξιώνουν την άξια, ικανή και δημοκρατική ηγεσία με περιορισμένα μέσα, έναντι της πλούσιας μεν σε πόρους και οργανωμένης, πλήν όμως αλαζονικής δεσποτείας. Προβάλλουν την αξία των θυσιών και της συμμετοχής ελεύθερων ανθρώπων, των ορθών επιλογών και αποφάσεων της ηγεσίας, την κατάλληλη αξιοποίηση εκ μέρους της των συγκριτικών πλεονεκτημάτων έναντι του αντιπάλου. Τονίζουν την αποτελεσματικότητα του έργου των λίγων αλλά αποφασισμένων έναντι των πολλών. Επιβεβαιώνουν τη σημαντικότητα της έστω και «μερικής» ομοψυχίας και της ενότητας των Ελλήνων. Αποδεικνύουν ότι μία ισχυρή και πλούσια, αλλά αυταρχική και επεκτατική αυτοκρατορία με πλείστους υποτελείς, ήταν αδύναμη απέναντι σε ελεύθερους οπλίτες, μικρών  πόλεων-κρατών, με ικανή και άξια ηγεσία.

Παράλληλα, σηματοδοτούν την ανάγκη υιοθέτησης καινοτόμων δημοσίων πολιτικών και καθοδηγούν στην επιλογή εφαρμόσιμων παραγωγικών και αναπτυξιακών μοντέλων στη σύγχρονη εποχή, τα οποία δύναται να ενισχύσουν την κοινωνική συνοχή, να αυξήσουν την οικονομική ευμάρεια και να βελτιώσουν το αίσθημα της (συλλογικής και ανθρώπινης) ασφάλειας, εντός ενός διαρκώς και ταχύτατα μεταβαλλόμενου παγκόσμιου περιβάλλοντος.

 

Ο μεγάλος Θεμιστοκλής, που έκανε όλη την Ελλάδα να μιλήσει τόσο πολύ γι’ αυτόν, υπέστη τελικά, «αλλοίωση της πραγματικής του ταυτότητας». Ο Θεμιστοκλής θεωρείται ότι αποτελεί μία από τις κορυφαίες προσωπικότητες του αρχαίου κόσμου. Ωστόσο μάλλον για ιδεολογικούς κυρίως λόγους, ανήκει στις αδικημένες, στις «παραγκωνισμένες προσωπικότητες». Σε πολλούς καταλόγους με ηγετικές, πολιτικές, στρατιωτικές προσωπικότητες, είτε δεν συμπεριλαμβάνεται, είτε αδικείται από την σειρά κατάταξής του. Για παράδειγμα: στη λίστα τηλεοπτικού σταθμού το 2009 με τίτλο: «Οι 100 μεγάλοι Έλληνες όλων των εποχών», κατέλαβε μόλις την 41η θέση. Στον κατάλογο του Cawthorne (2012) με τίτλο: «100 Great Military Leaders: History’s Greatest Masters of Warfare» και στο βιβλίο: «Leaders who changed History – Ηγέτες που άλλαξαν την Ιστορία», εκδ. Dorling Kindersley Limited, εκδ. Πεδίο (2019), δεν αναφέρεται, στην «Encyclopedia of War» (2019, σελ 21), μόλις που αναγράφεται, κ.ο.κ.

Η ηγεσία όταν ασκείται με σωστό και αποτελεσματικό τρόπο αποτελεί κρίσιμο παράγοντα επιβίωσης, κοινωνικής συνοχής, προόδου και ευημερίας.

Μετά από περίπου 100 έτη στο «Συμπόσιον», ένα από τα σωκρατικά έργα του Ξενοφώντα, (που αποτελεί έναν διάλογο γραμμένο μεταξύ του 390 και 370 π.Χ.), οι Αθηναίοι αναγνωρίζουν τον Θεμιστοκλή, «της Ελλάδος τον ελευθερωτήν και απάντων καθ΄ εαυτών ανδρών ενδοξότατον» (Μαριδάκης, 1963).

Οι Έλληνες οφείλουν να μεταλαμπαδεύουν στις επόμενες γενιές τις αξίες, τα οράματα και τις ιδέες του, καθώς και τη σημασία της ανάδειξης κατάλληλου ηγέτη στις κρίσιμες ή με δυνατότητες ευκαιριών, περιόδους.

 

Εικόνα 3: Θεωρητικές & Πρακτικές Ηγετικές Συμπεριφορές και Στάση Θεμιστοκλή

Θεωρητικές & Πρακτικές Ηγετικές Συμπεριφορές 

(σύμφωνα με Kouzes & Posner)

 

Στάση Θεμιστοκλή

Έμπνευση Κοινού Οράματος  
Διαμόρφωση Οράματος

(συναρπαστικό, ελκυστικό, ποθητό μέλλον)

Όραμα περί θαλασσοκράτειρας Αθήνας

(συναρπαστικό, ελκυστικό, ποθητό μέλλον)

Επικοινωνεί το όραμα στους συνεργάτες τουΕπικοινωνεί το όραμα στο λαό
Διαμόρφωση Σχεδίου 
Καταρτίζει λεπτομερή σχέδια, παρακολουθεί την εκτέλεσή τους, αναλαμβάνει διορθωτικές ενέργειες, κερδίζει μικρές ενδιάμεσες μάχεςΔιαθέτει στρατηγική σκέψη και σχέδια
Κάνει πράξη τα όσα πρεσβεύειΥλοποιεί τα σχέδιά του
Πρόκληση Καινοτομιών  
Υιοθέτηση καινοτομιών συνεργατών – έτοιμος να προκαλέσει το κατεστημένοΠροτείνει τη ναυπήγηση ισχυρού στόλου – προκαλώντας το υπάρχον καθεστώς   
Προθυμία στην ανάληψη ρίσκουΔέχεται να διακινδυνεύει
Έτοιμος να μάθει από τα λάθη των άλλων και τα δικά τουΕκμεταλλεύεται τα λάθη των αντιπάλων του
Ενεργοποίηση Συνεργατών  
Καλλιέργεια ομαδικότητας & συνεργασίαςΣυγκροτεί Συμμαχίες & συνεργασίες
Ενδυνάμωση συνεργατών, εμπνέοντας εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους & ψυχολογική δέσμευση στο έργο τουςΥποχωρεί σε συμμαχικές αξιώσεις
Ψυχική Ενθάρρυνση 
Επιβραβεύει τους συνεργάτες τουΕμψυχώνει το λαό
Έχει γνήσιο ενδιαφέρον για τους συνεργάτες του 

Πηγή:  Δ. Μπουραντάς  & συγγραφείς

 

“Έχουμε γη και πατρίδα όσο έχουμε πλοία στην θάλασσα”

Θεμιστοκλής καταγεγραμμένος από τον Ηρόδοτο

 

 

Βιβλιογραφικές Πηγές
·      Garland, Robert.  (2018), Η Αθήνα στις Φλόγες – Η Περσική Εισβολή στην Ελλάδα και η Εκκένωση της Αθήνας, μετάφραση Χρ. Καψάλης, Αθήνα: ΨΥΧΟΓΙΟΣ

·      Αλεξανδρής, Κωνσταντίνος. Υποναύαρχος. (1950). Η Θαλασσία Δύναμις εις την Ιστορίαν της Αρχαίας Ελλάδος, Αθήνα: ΙΥ ΒΝ

·      Αναστασιάδης, Γιάννης. (2007). Μάνατζμεντ & Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Ανοιχτό ΜΒΑ, Τα μυστικά της διοίκησης επιχειρήσεων, (επιμ. Μιχάλης Στάγκος & Φαίδων Κυδωνιάτης), Αθήνα: ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

·      Βιδάκης Ι. & Γεωργαντάς Δ., (2020). Ο Αριστόβουλος Θεμιστοκλής, (βιβλίο υπό έκδοση)

·         Βιδάκης Ιωάννης, (2011). Αξιολόγηση του συστήματος οργάνωσης και διοίκησης των εκπαιδευτικών μονάδων του Π.Ν.: οι απόψεις των στελεχών του σχετικά με τη δημιουργία ενιαίου φορέα εκπαίδευσης, ΕΑΠ, Σπουδές στην Εκπαίδευση, Διπλωματική διατριβή

·         Ηρόδοτος, (2001). Πολύμνια, μετάφρ. Γαβριήλ Ν. Συντομόρου, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη

·         Ηρόδοτος, (2002). Ουρανία, μετάφρ. Γαβριήλ Ν. Συντομόρου, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη

·         Ηρόδοτος, (2002). Καλλιόπη, μετάφρ. Γαβριήλ Ν. Συντομόρου, εκδ. Ζήτρος, Θεσσαλονίκη

·       Θουκυδίδης. (1926). Ιστορίες, Μετάφρ. Ελευθερίου Βενιζέλου, Αθήνα: Μεταίχμιο

·      Κυριαζής, Νίκος. (2002). Ο Ξένος μου ο Θεμιστοκλής, Α΄ έκδοση 1994, Γ΄ έκδοση Σεπτέμβριος 2002, [σειρά: «Η τριλογία των Περσικών Πολέμων»], Αθήνα: Εστία

·      Κυριαζής, Νίκος. (1984). Θεμιστοκλής: Ο πολιτικός. Ο στρατηγός, περιοδικό «Ιστορία εικονογραφημένη», τ. 190, σελ. 75-83, Αθήνα: ΠΑΠΥΡΟΣ ΠΡΕΣΣ

·      Μαριδάκης, Γεώργιος Σ. (1963). Ο Νόμος  του Θεμιστοκλέους περί Θαλασσίου Εξοπλισμού», Αθήνα: Αγγ. Κλεισιούνης

·      Μεντζενιώτης, Διονύσης. (2007). Μάνατζμεντ & Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Ανοιχτό ΜΒΑ, Τα μυστικά της διοίκησης επιχειρήσεων, (επιμ. Μιχάλης Στάγκος & Φαίδων Κυδωνιάτης), Αθήνα: ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

•    Μπέκου,  Αγγελική. (α.χ.). Θεμιστοκλής – Αθηναίος πολιτικός και ναύαρχος,  στη σειρά Επιφανείς Προσωπικότητες της Αρχαίας Ελλάδας, Αθήνα: ΒΟΛΟΝΑΚΗ

·     Μπουραντάς, Δημήτρης. (2017). ΗΓΕΣΙΑ, Αθήνα: ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ

·      Πανάγος, Χρήστος. (1996), Κουβεντιάζοντας με το Θεμιστοκλή – Το ‘’ΚΑΤΗΓΟΡΩ” του φιλελευθέρου θεμελιωτή του αρχαίου Πειραιά προς τους σύγχρονους πολιτικούς,  ΕΣΤΙΑ

•    Πλούταρχος. (1992). Βίοι Παράλληλοι: Θεμιστοκλής – Κάμιλλος, μετάφρ. Μ. Μερακλής, Κάκτος

[1] Το παρόν κείμενο αποτελεί ειδικά διαμορφωμένο τμήμα, αδημοσίευτης εργασίας για τον Θεμιστοκλή, (υπό έκδοση βιβλίο), των Ιωάννη Βιδάκη και Δημητρίου Γεωργαντά. 

[2] Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αιγαίου, (Σχολή Επιστημών της Διοίκησης, Τμήμα Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών, Χίος), MΔΣ στα Οικονομικά, στη Ναυτική Επιστήμη & Στρατηγική, στην Εκπαίδευση, MSc. Logistics. Αρχιπλοίαρχος (Ο) ΠΝ, ε.α., (e-mail: [email protected]).

[3] ΜΔ στις Αμυντικές και Στρατηγικές Σπουδές, στη Ναυτική Επιστήμη & Στρατηγική, στην Διοίκηση Μονάδων Υγείας, στην Διοίκηση Πολιτιστικών Μονάδων, MSc. Logistics. Υποναύαρχος (Ο) ΠΝ, ε.α., (e-mail: [email protected]).

[4] Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αιγαίου, (Τμήμα Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών, Χίος) – (e-mail: [email protected]).

[5] Ρωμαϊκή προτομή του Θεμιστοκλή, με βάση ελληνικό πρωτότυπο, στο Μουσείο Αρχαιολογίας του Ostiense, Ostia, Ρώμη, Ιταλία. Το χαμένο πρωτότυπο αυτής της προτομής, που χρονολογείται γύρω στο 470 π.Χ., έχει χαρακτηριστεί ως “το πρώτο πραγματικό πορτρέτο ενός Ευρωπαίου”.

[6] Οι πρώτες στρατιωτικές δυνάμεις των Περσών (πεζικό και ιππείς) από τις σατραπείες, είχαν ξεκινήσει από τα Σούσα και τα Εκβάτανα, το καλοκαίρι του 481 π.Χ. και μετά από 50 ημέρες πορεία έφθασαν στα Κρίταλλα της Καππαδοκίας, (ΝΑ της σημερινής Άγκυρας, περιοχή Καισάρειας). Την ίδια περίοδο πλοιογέφυρες κατασκευάζονταν στον Ελλήσποντο και στο Στρυμόνα και αποθήκες τροφίμων δημιουργούνταν σε κάθε σταθμό της προγραμματισμένης πορείας του στρατού, ιδίως στην Θράκη και τη Μακεδονία (Garland, 2018, σελ. 47).

[7] «Και το φθινόπωρο του 481 π.Χ., μαζί με την αγγελία ότι η περσική στρατιά είχε συγκεντρωθεί στις Σάρδεις, έφθασαν και οι πρέσβεις του Ξέρξη για να ζητήσουν “γη και ύδωρ”.

[8] Στρατηγός Μακρυγιάννης: «Οἱ μεγάλοι ἄντρες, ὅταν βρίσκωνται, εἶναι πολυτίμητο τζιβαϊρκόν· τότε σώνουν ἔθνη. Ὅμως νὰ εἶναι κατὰ τ᾿ ὄνομα καὶ τὰ ἔργα. …».

[i] Ο μεν Αριστείδης ήταν υπέρ της περαιτέρω επέκτασης του αγροτικού τομέα και της θεμελίωσης ισχυρού στρατού ξηράς, ενώ αντίθετα ο Θεμιστοκλής αντιλήφθηκε πρώτος τη μεγάλη αξία του εμπορίου, της ναυτιλίας και του πολεμικού ναυτικού.

[ii] Η τύχη ευνόησε την Αθήνα καθόσον ανακαλύφθηκε στο Λαύριο νέα φλέβα αργύρου, αξίας περίπου 100 ταλάντων. Η μεταξύ των δύο ανδρών (Θεμιστοκλή και Αριστείδη) ένταση οξύνθηκε, όταν οι Αθηναίοι, συζητούσαν στην Εκκλησία του Δήμου για τον τρόπο αξιοποίησης των πρόσθετων 100 ταλάντων, τα οποία έκτακτα απέδωσαν τα μεταλλεία του Λαυρίου (Κυριαζής, 1984). Ο Αριστείδης επέμενε στην απόδοση του εσόδου αυτού, (ως οικονομικό πλεόνασμα) στους Αθηναίους πολίτες για κατανάλωση, (πολιτική λαϊκισμού, βραχυχρόνια, στηριγμένη σε διανομή εφάπαξ επιδόματος), σε απόλυτη αντίθεση με τον Θεμιστοκλή, ο οποίος πρότεινε πιεστικά τη ναυπήγηση πολεμικών πλοίων, (πολιτική επενδύσεων και ασφάλειας, μακροχρόνιου χαρακτήρα). Σημειώνεται ότι εάν τα ανωτέρω έσοδα διανέμονταν ισομερώς σε όλους τους Αθηναίους, θα λάμβανε ο καθένας περίπου 10 δραχμές, ήτοι 10 ημερομίσθια.

[iii] Ο Θεμιστοκλής διακρινόταν για την εκπόνηση της στρατηγικού, μακροχρόνιου σχεδιασμού. Ο εν λόγω σχεδιασμός ενσωμάτωνε την ανάλυση ενδογενών και εξωγενών παραγόντων, η οποία προσομοιάζει σε τεχνικές που χρησιμοποιούνται στη σύγχρονη Διοικητική Επιστήμη. Ο Θεμιστοκλής φέρεται να είχε ολοκληρωμένο σχέδιο για την ανάπτυξη της Αθήνας σε ισχυρή ναυτική, εμπορική και οικονομική δύναμη, αξιοποιώντας τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διέθετε.

[iv] Όταν ο Θεμιστοκλής θα επιχειρήσει να υλοποιήσει τα σχέδιά του, θα αντιμετωπίσει μεγάλα εμπόδια από της πολιτικούς του αντιπάλους. Συγκεκριμένα, οι  αντίπαλοι του Θεμιστοκλή δεν αποδέχονται την ύπαρξη περσικής απειλής και ακόμη χειρότερα ορισμένοι εξ’ αυτών, της οι οπαδοί του Ιππία, επιζητούν την περσική επέμβαση για να αποκατασταθεί το παλαιό τυραννικό καθεστώς.

[v] Υπογραμμίζεται ότι το ναυπηγικό πρόγραμμα του Θεμιστοκλή δεν αναφερόταν απλά, σε μία αύξηση του αριθμού των πολεμικών πλοίων της Αθήνας, αλλά στον διπλασιασμό τους (!) με όλα τα συναφή επακόλουθα σε προσωπικό, πόρους, εκπαίδευση, υποδομές, συντήρηση. Ο Θεμιστοκλής, λαμβάνοντας υπόψη ότι από το προηγούμενο έτος είχαν επικρατήσει στην Αθήνα οι δημοκρατικοί, τόλμησε να επιζητήσει από τον λαό να απορρίψει την επιδοματική πολιτική της διανομής αυτού του «πλεονάσματος», ώστε να κατασκευαστούν τριήρεις, για να αντιμετωπιστεί ο ναυτικός – εμπορικός ανταγωνισμός των Αιγινητών και των Κορινθίων. Εκμεταλλεύτηκε έντεχνα το μίσος των Αθηναίων για τους δύο «γείτονες» της και την έντονη διάθεση που είχαν να της κερδίσουν στην επόμενη σύγκρουση. Με παραινέσεις, κολακείες και πιέσεις κατόρθωσε να εμπνεύσει τον Δήμο, την πλειοψηφία του λαού, να απαρνηθεί της παροδικές απολαύσεις και να εγκρίνει το ναυτικό του πρόγραμμα προσφέροντας τα χρήματα του Λαυρίου. Η ικανότητα της πειθούς που διέθετε καταδεικνύει το μέγεθος της ηγετικής του μορφής.   

Η πολιτική διαμάχη είχε οδηγήσει στην απόλυτη πλέον εφαρμογή του ναυτικού προγράμματος: σε απίστευτα μικρό χρονικό διάστημα ήταν πανέτοιμες 100 τριήρεις. Η ναυπήγηση αυτή συνιστά ένα τιτάνιο έργο μέσα σ΄ ένα έτος, (από την άνοιξη του 482 έως την άνοιξη του 481 π.Χ.), παρά τα περιορισμένα μέσα που διέθεταν οι Αθηναίοι (Κυριαζής, 2002). Εκτός από τη ναυπήγηση μεγάλου αριθμού πλοίων, το όλο εγχείρημα προϋπόθετε και την απόκτηση, από τα πληρώματα 40.000 ανδρών, δεξιοτήτων κατάλληλων για τον πόλεμο στην θάλασσα, την προμήθεια υλικών συντήρησης, συμπληρωματικών εφοδίων, σκευοθηκών, την κατασκευή αρχικών υποδομών-λιμενικών & υποστηρικτικών έργων, κ.α. Το αποτέλεσμα της γιγάντιας προσπάθειας ήταν θεαματικό, καθώς φθάνοντας το καλοκαίρι του 480 π.Χ., (σε συνολικό διάστημα μικρότερο των τριών ετών), οι Αθηναίοι είχαν πετύχει το στόχο τους, διαθέτοντας με σημαντική διαφορά το μεγαλύτερο ναυτικό στην Ελλάδα. Το μειονέκτημα ήταν ότι πλέον ήταν εξαιρετικά ευάλωτοι σε ενδεχόμενη χερσαία εισβολή. Ωστόσο, η ναυπήγηση των 100 τριηρών θα είχε σημαντικές οικονομικές, εμπορικές, κοινωνικές, πολιτικές και της συνέπειες. Περαιτέρω, βάσει του σχεδιασμού του, ο Θεμιστοκλής μετέφερε το ναύσταθμο από το ανυπεράσπιστο Φαληρικό όρμο στον Πειραιά, που μπορούσε να οχυρωθεί. Η επιλογή να μετασχηματιστεί η Αθήνα σε ναυτική δύναμη, επηρέασε την ζωή και ενδεχομένως σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και τη νοοτροπία, σχεδόν όσων κατοικούσαν στην Αττική, των ανδρών και των οικογενειών τους, των πολιτών, των μετοίκων και των δούλων.  

[vi] Αποτέλεσμα των ενεργειών του Θεμιστοκλή ήταν να αυξηθεί η δύναμη και το θάρρος του λαού απέναντι της ολιγαρχικούς, διότι η εξουσία μεταφερόταν στους ναύτες, κελευστές και κυβερνήτες των τριηρών.

[vii] Ο Δρ. Οικονομικών Χρήστος Πανάγος (1996, σελ. 17), ερευνώντας τα αίτια της δυναμικής οικονομικής ανάπτυξης της αρχαίας Αθήνας, προσθέτει μία άλλη διάσταση για τον ηγήτορα της πόλης: την ευφυΐα του σε θέματα οικονομικής πολιτικής.

[viii] Σημειώνεται ότι κατά την εποχή του Θεμιστοκλή, ο Δήμος ανέθετε τη ναυπήγηση των τριήρεων στις «ναυκραρίες», την δε κυριότητα των πλοίων είχε η πόλη. Μετά τα μηδικά, εξαλείφεται ο θεσμός των ναυκραριών και καθιερώνεται η λειτουργία – θεσμός της «τριηραρχίας» (ο εξοπλισμός δηλαδή από τους εύπορους πολίτες μίας τριήρους), βασικά στοιχεία του οποίου είχαν εισαχθεί από το νόμο του Θεμιστοκλή. Είναι λογικό, καθώς με το πέρασμα του χρόνου παρουσιάστηκε πλέον το πρόβλημα της χρηματοδότησης της συντήρησης των πλοίων, τα οποία είχαν ναυπηγηθεί την προγενέστερη περίοδο. Η μοναδική λειτουργία με στρατιωτικό σκοπό λοιπόν, η τριηραρχία, καθιερώθηκε την εποχή που οι Αθηναίοι, με την παρακίνηση του Θεμιστοκλή, επιδόθηκαν στη συγκρότηση μεγάλου στόλου.

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube