Ιστορία - Πολιτισμός
Πώς κατεστάλη κίνημα του ΙΔΕΑ απ’ τον Παπάγο

Από μια…κραυγή του στρατάρχη κι ένα… χαστούκι του στρατηγού Δόβα στον κινηματία ταξίαρχο που συνέλαβε τους στρατηγούς στις 31-5-1951
Του Τάσου Κ. Κοντογιαννίδη
akontogiannidis@yahoo.gr
Το καλοκαίρι του 1951, τα αρχικά ΙΔΕΑ (Ιερός Δεσμός Ελλήνων Αξιωματικών) γίνονται ευρύτερα γνωστά, εξ αιτίας του πραξικοπήματος που εκδηλώθηκε από μικρή ομάδα αξιωματικών μελών του. Τον ΙΔΕΑ ίδρυσαν στις 15-1-1945 επτά αξιωματικοί, διαλύθηκε τυπικά το 1949 και ουσιαστικά την 31-5-1951.
Πολιτικός αρχηγός εφέρετο ο αρχιεπίσκοπος Σπυρίδων (Βλάχος) και διατηρούσε επαφές με πολιτικούς. Ο Γεώργιος Παπανδρέου είχε συνδέσμους του στον ΙΔΕΑ τους συνταγματάρχες Μπάλα, Καραμπάτσο, Κιουρτζόγλου και Τζουβάρα. Ο Σοφούλης μίλησε με τον ΙΔΕΑ για να επιλέξει ως αρχιστράτηγο το ΄49 τον Παπάγο, ενώ οι Βενιζέλος, Πλαστήρας, Κανελλόπουλος, Μαρκεζίνης συνομιλούσαν με Επιτροπές του ΙΔΕΑ…
Τη νύχτα της 30ής Μαΐου 1951, ο ταξίαρχος του ΙΔΕΑ Αλ. Χρηστέας, με πρόσχημα την παραίτηση του Παπάγου από την αρχιστρατηγία, πήγε στο ΓΕΣ, σήμανε συναγερμό, κινητοποίησε μονάδες και κατέλαβε αστραπιαία χωρίς αντίσταση, το Επιτελείο, το Φρουραρχείο και τους δύο ραδιοφωνικούς σταθμούς. Από το υπασπιστήριο του Παπάγου που απουσίαζε, ο Χρηστέας διηύθυνε το κίνημα. Συνέλαβε τους στρατηγούς Γρηγορόπουλο, Μανιδάκη και Ζαϊμη και οταν ο αρχηγός ΓΕΣ τον διέταξε τηλεφωνικά να εγκαταλείψει το Επιτελείο, ο Χρηστέας δήλωσε: «Δεν σας υπακούω. Ο Στρατός επαναστάτησε. Μόνο στον αρχιστράτηγο (Παπάγο) θα υπακούσω»
Ταυτόχρονα, τμήματα της Φρουράς Αθηνών κατέλαβαν επίκαιρες θέσεις και φαινόταν πώς το κίνημα επικρατούσε. Στους διαδρόμους του Επιτελείου, (στεγαζόταν τότε στη Βουλή) περιφέρονταν με ομάδα ενόπλων οι συνταγματάρχες Κουρούκλης, Ταβουλάρης, Παρλαβάντζας, Καραχάλιος και χαμηλόβαθμοι, ανάμεσα τους και ο λοχαγός Δημ. Ιωαννίδης!
Εν τω μεταξύ καταφθάνει στο ΓΕΣ ειδοποιημένος, ο υπαρχηγός ΓΕΕΘΑ αντιστράτηγος Κων. Δόβας, που συναντά στο διάδρομο τον κινηματία συνταγματάρχη Αναγνωστόπουλο. Αν και πράος, εξανέστη με το κίνημα και αγανακτισμένος επετίμησε δριμύτατα τον Αναγνωστόπουλο, που αντιμίλησε και λογομάχησαν! Ο Δόβας δεν άντεξε, τον χαστούκισε, τον συνέλαβε και τον έκλεισε σ΄ ένα γραφείο!
Πριν ξημερώσει, ο υποστράτηγος Λουκάς Αλέστας και ο συνταγματάρχης Γωγούσης, μετέβησαν στην Εκάλη κι ενημέρωσαν τον Παπάγο για τα συμβαίνοντα στο ΓΕΣ και στο κέντρο της Αθήνας. Ο Παπάγος έξαλλος κατεβαίνει αμέσως στο γραφείο του και βάζει τις φωνές στους συγκεντρωμένους αξιωματικούς:
«Εμπρός! διαλυθείτε, γυρίστε στα σπίτια σας και στις μονάδες σας. Διαλυθείτε αμέσως !»
Μέσα σε δύο λεπτά το ΓΕΣ είχε αδειάσει! Οι αξιωματικοί αποχώρησαν και ο Χρηστέας συνελήφθη.
Οταν ξημέρωσε, επικρατούσε παντού ησυχία, σα να μη συνέβη το παραμικρό. Ομως τα γεγονότα διαδόθηκαν αστραπιαίως. Η κυβέρνηση Βενιζέλου αδράνησε σκοπίμως κι άφησε να αιωρούνται υπονοούμενα ότι τάχα το κίνημα έγινε για τον Παπάγο, επειδή θ’ αποχωρούσε από το στράτευμα.
Το πρωί ο βασιλεύς Παύλος μαθαίνει τα συμβάντα, και πηγαίνει στο γραφείο του Παπάγου για να ενημερωθεί. Δεν τον βρίσκει εκεί γιατί ο Παπάγος επέστρεψε στην Εκάλη μετά την καταστολή του κινήματος και ο βασιλιάς νόμισε ότι αυτός ήταν ο ηγέτης του. Ο Γωγούσης με την οικειότητα που είχε ως παλιός υπασπιστής του, του λέει:
«Μεγαλειότατε, αν ήθελε ο στρατάρχης να καταλάβει την αρχήν, θα ημπορούσε να το επιτύχη με μίαν Ημερήσιαν Διαταγήν, ή μέ ένα νεύμα του!»
Ο Βενιζέλος αντί να παραπέμψει τους κινηματίες στο Στρατοδικείο τους έθεσε εις ολιγοήμερο περιορισμό στην Κηφισιά με την δικαιολογία, ότι «λόγω κινδύνου προκλήσεως ανωμαλιών υπό αναρχικών στοιχείων εκινήθησαν τμήματα του στρατού…».
Οταν μετά από 4 μήνες η εφημερίδα “Ακρόπολη” αποκάλυψε το Κίνημα του ΙΔΕΑ, η κυβέρνηση Βενιζέλου έπεσε, ορκίσθηκε πρωθυπουργός ο Πλαστήρας και μετά από παλινωδίες και αναβολές, άρχισαν ανακρίσεις από τον στρατηγό Βασιλά που παρέπεμπε τα παρακάτω στελέχη του ΙΔΕΑ στο Στρατοδικείο:
Ταξίαρχοι: Αθ. Φροντιστής Αλέξ. Χρηστέας, Συν/τάρχες: Νικ. Γωγούσης, Στ. Ταβουλάρης, Κ. Αναγνωστόπουλος (ο…ξυλοκοπηθείς!), Στυλ. Τζουβάρας Κ. Καραβίτης, Ηρ. Κοντόπουλος, Αλ. Νάτσινας, Γ. Κουρούκλης, Ν. Παρλαβάντζας, Μιχ. Κιουρτζόγλου, Δ. Καραχάλιος.
Την φορά αυτή ο Πλαστήρας έσπευσε να χορηγήσει αμνηστία λέγοντας, ότι «η κυβέρνηση δεν μπορεί να ρίξει στις φυλακές πολεμιστές αξιωματικούς που έδρασαν κατά του κομμουνισμού» Η αμνηστία εκνεύρισε τον στρατάρχη Παπάγο, ο οποίος στις 17-3-1952 σε ομιλία του στη Βουλή είπε:
«Η πράξις της αμνηστίας αποτελεί το πλέον εξευτελιστικόν τέλος της σκευωρίας», γιατί η κυβέρνηση έλεγε ότι θα γίνει δίκη για να λάμψει η αλήθεια και τελικά τα κουκούλωσε…
Το κίνημα Χρηστέα ήταν η ταφόπλακα του ΙΔΕΑ, την αρχιστρατηγία ανέλαβε ο βασιλιάς που έδιωξε από το στρατό όσους είχαν αναμιχθεί.

Ιστορία - Πολιτισμός
Σπάνια ντοκουμέντα! Μεταφορές προσωπικού και Βρετανών πολιτών από τις 18 Ιουλίου 1974
Οι άγνωστες αερογέφυρες από τη Δεκέλεια στο Ακρωτήρι – Air Clues, The RAF magazine vol. 29, 6 Ιουνίου 1975

Κάποτε, σε έναν φάκελο σκονισμένο από τον χρόνο, έφτασε κοντά μας ένα τεύχος σιωπής και μνήμης. Το περιοδικό «Air Clues», αυστηρά για εσωτερική χρήση της RAF, χρονολογείται στον Ιούνιο του 1975 — και φέρει μέσα του την ηχώ ενός καλοκαιριού που σημάδεψε τη μοίρα της Κύπρου.
Οι σελίδες του ανοίγουν μπροστά μας σαν παράθυρο σε μιαν επιχείρηση ακριβείας, που ξεκίνησε υπογείως από τις πρώτες μέρες του καλοκαιριού του 1974, για να κορυφωθεί με την έναρξη μιας αερογέφυρας στις 18 Ιουλίου — την ημέρα πριν από την καταιγίδα.
Από εκείνες τις γραμμές μαθαίνουμε πως η RAF οργάνωσε πτήσεις διάσωσης, που ένωναν τη Δεκέλεια με το Ακρωτήρι σε ένα δρομολόγιο ελπίδας. Δεκάδες απογειώσεις, η μία πίσω από την άλλη, με ρυθμό που αψηφούσε τον πανικό της στιγμής και τον κίνδυνο του πολέμου. Στην καρδιά της εισβολής, οι έλικες δεν σταματούσαν.
Και οι φωτογραφίες —ήσυχες, μελαγχολικές— απεικονίζουν μια τάξη, καμία ένταση, κανένας χαμός. Μόνο μια σιωπηλή επιβίβαση ανθρώπων που ήξεραν ότι εγκαταλείπουν. Που ήξεραν ότι το έδαφος χανόταν και ότι ο ουρανός ήταν το τελευταίο καταφύγιο. Τα αεροσκάφη παρκάρουν με υποδειγματική ακρίβεια. Τα υπόστεγα, φωτεινά και πρόχειρα, φιλοξενούν την αναμονή χωρίς πολεμική εγρήγορση.
Στο ίδιο τεύχος, διαβάζουμε και για εκείνον τον «ειδικό μονάδας μηχανικό» — τον άνθρωπο που σε κάθε γωνιά της Κύπρου εξουδετέρωνε ό,τι άφηναν πίσω οι εκρήξεις.
Οι Βρετανοί φαίνεται πως ήξεραν. Από τον Ιούνιο ήδη εκκένωναν σπίτια, αστικά κέντρα, δρόμους. Το οδικό δίκτυο — αναξιόπιστο και επικίνδυνο. Έτσι γεννήθηκαν οι πρώτες αερογέφυρες, ακόμη και δύο μέρες πριν ακουστεί η πρώτη τουρκική σφαίρα.
Η αερομεταφορά, η τεχνική γνώση, το στρατιωτικό ένστικτο — όλα μαζί πλέκουν μια αφήγηση που δεν είναι μόνο στρατιωτική. Κάθε φωτογραφία αυτού του αρχείου δεν αφηγείται απλώς γεγονότα· υπαινίσσεται μιαν άλλη ανάγνωση της ιστορίας μας. Του βρετανικού ρόλου και των σκιών που άφησε πίσω του.
Και εμείς, μισόν αιώνα μετά, κοιτάζουμε αυτά τα ντοκουμέντα με σιωπή και προβληματισμό. Όσο ξεθωριασμένες και να φαίνονται, η μνήμη των γεγονότων είναι ξεκάθαρη…
O πολιτικός και στρατιωτικός ρόλος των Βρετανών στην εισβολή του 1974
Ιστορία - Πολιτισμός
17 Ιουλίου 1918: Το τέλος μιας δυναστείας! Πώς η εκτέλεση της οικογένειας Ρομανόφ σφράγισε τη μετάβαση στη σοβιετική εποχή
Το 2000, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία αγιοποίησε τον Νικόλαο Β΄ και τα μέλη της οικογένειας ως νεομάρτυρες.

Σαν σήμερα, τα ξημερώματα της 17ης Ιουλίου 1918, γράφτηκε το πιο σκοτεινό κεφάλαιο στην ιστορία της τσαρικής Ρωσίας. Στην αυλή της οικίας Ιπάτιεφ, στο Εκατερίνμπουργκ, η αυτοκρατορική οικογένεια των Ρομανόφ εκτελείται από μπολσεβίκους φρουρούς, με συνοπτικές διαδικασίες και χωρίς κανένα νομικό πρόσχημα.
Ο Νικόλαος Β΄, η αυτοκράτειρα Αλεξάνδρα, οι τέσσερις κόρες τους – Όλγα, Τατιάνα, Μαρία και Αναστασία – και ο δεκατετράχρονος διάδοχος Αλεξέι, εκτελούνται εν ψυχρώ, λίγες μόλις ημέρες πριν την προέλαση φιλομοναρχικών δυνάμεων στην περιοχή. Η απόφαση εκτελέσεως, αν και δεν ανακοινώθηκε ποτέ επίσημα, αποδίδεται στον ίδιο τον Λένιν, ο οποίος θεωρούσε την ύπαρξη των Ρομανόφ απειλή για τη σταθερότητα του νέου καθεστώτος.
Η πολιτική παρακαταθήκη του Νικολάου Β΄
Ανέβηκε στον θρόνο το 1894, κουβαλώντας υψηλές προσδοκίες και την πίστη ότι η εξουσία του ήταν θεόσταλτη. Όμως ο τελευταίος Τσάρος της Ρωσίας δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μιας χώρας που άλλαζε με ταχείς ρυθμούς. Η επανάσταση του 1905 τον υποχρέωσε να δεχθεί κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση, χωρίς όμως ουσιαστική εκχώρηση εξουσιών.
Η Ρωσία μπαίνει στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο απροετοίμαστη, και το βάρος της σύγκρουσης γονατίζει τον λαό και τον στρατό. Το Φεβρουάριο του 1917, εν μέσω κρίσης ανεφοδιασμού και λιποταξιών, ο Νικόλαος παραιτείται. Σύντομα, η εξουσία περνά στα χέρια των Μπολσεβίκων, οι οποίοι κρατούν την οικογένεια υπό περιορισμό.
Η εκτέλεση ως πολιτικό μήνυμα
Η εκκαθάριση της αυτοκρατορικής οικογένειας είχε συμβολικό χαρακτήρα: η παλιά Ρωσία έπρεπε να εξαλειφθεί πλήρως. Οι Μπολσεβίκοι δεν επιζητούσαν απλώς το τέλος μιας δυναστείας, αλλά και την εξάλειψη οποιουδήποτε εν δυνάμει συμβόλου αντίστασης ή νομιμοποίησης του παλιού καθεστώτος. Οι Ρομανόφ, ακόμη και σε καθεστώς αιχμαλωσίας, συνιστούσαν επικοινωνιακό και πολιτικό κίνδυνο.
Το ιστορικό τραύμα και η μεταγενέστερη αναγνώριση
Η μνήμη της οικογένειας των Ρομανόφ δεν σβήστηκε. Το 2000, η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία αγιοποίησε τον Νικόλαο Β΄ και τα μέλη της οικογένειας ως νεομάρτυρες. Το 2007, τα λείψανα των δύο τελευταίων παιδιών, της Μαρίας και του Αλεξέι, ταυτοποιήθηκαν επιστημονικά, οδηγώντας στην πλήρη επανένωση της οικογένειας – έστω και μετά θάνατον.
Η τραγική τους μοίρα προοιωνίστηκε τη βία και τις διώξεις που θα ακολουθούσαν στα χρόνια του σταλινισμού. Σήμερα, περισσότερο από έναν αιώνα μετά, το τέλος των Ρομανόφ εξακολουθεί να στοιχειώνει την ιστορική συνείδηση της Ρωσίας – όχι μόνο ως πολιτική πράξη, αλλά και ως υπαρξιακό τραύμα για μια χώρα που δεν πρόλαβε να γεφυρώσει το παρελθόν με το μέλλον.
Ιστορία - Πολιτισμός
Η ημέρα του προδοτικού πραξικοπήματος που οδήγησε στην τουρκική εισβολή το 1974
Πενήντα ένα χρόνια μετά, το πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή παραμένουν ανεξίτηλες πληγές στη συλλογική μνήμη της Κύπρου.

Πενήντα ένα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από το προδοτικό πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974, μια σκοτεινή σελίδα στην ιστορία της Κύπρου που άνοιξε τον δρόμο για την τουρκική εισβολή και τη διχοτόμηση του νησιού. Το στρατιωτικό κίνημα, με έμπνευση και καθοδήγηση από τη χούντα των Αθηνών και την εμπλοκή της ΕΟΚΑ Β’, εκδηλώθηκε με στόχο την ανατροπή του δημοκρατικά εκλεγμένου Προέδρου Μακαρίου Γ΄.
Με τον κυπριακό ελληνισμό αποδυναμωμένο αμυντικά, μετά την απόσυρση της Ελληνικής Μεραρχίας και υπό καθεστώς εσωτερικής αποσταθεροποίησης, το πραξικόπημα εκδηλώθηκε νωρίς το πρωί της Δευτέρας, 15 Ιουλίου. Ο Πρόεδρος Μακάριος επέστρεφε εκείνη την ώρα στο Προεδρικό Μέγαρο από το Τρόοδος και συναντούσε παιδιά της ομογένειας από την Αίγυπτο. Το κτίριο σύντομα βρέθηκε υπό πολιορκία από τα τεθωρακισμένα της Εθνικής Φρουράς.
Αψηφώντας τις ανακοινώσεις των πραξικοπηματιών για τον θάνατό του, ο Μακάριος διέφυγε από αφύλακτη δίοδο στα δυτικά του Μεγάρου, καταφεύγοντας πρώτα στη Μονή Κύκκου και ύστερα στην Πάφο. Από εκεί, μέσα από έναν αυτοσχέδιο ραδιοσταθμό, έστειλε το ιστορικό του μήνυμα στον κυπριακό λαό:
«Είμαι ο Μακάριος. Είμαι ζωντανός. Και είμαι μαζί σου, συναγωνιστής και σημαιοφόρος εις τον κοινόν αγώνα… Η Χούντα απεφάσισε να καταστρέψει την Κύπρο. Να την διχοτομήσει. Αλλά δεν θα το κατορθώσει.»
Την επόμενη ημέρα, ο Μακάριος μεταφέρθηκε με βρετανικό στρατιωτικό αεροσκάφος στο Λονδίνο, όπου είχε συναντήσεις με την πολιτική ηγεσία της Βρετανίας, ενώ οι ΗΠΑ τόνιζαν την ανάγκη διατήρησης της κυπριακής ανεξαρτησίας.
Η τουρκική εισβολή και το τίμημα του πραξικοπήματος
Η τουρκική κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε το πραξικόπημα ως πρόσχημα για να προχωρήσει, στις 20 Ιουλίου, σε στρατιωτική εισβολή στην Κύπρο. Παρά τα διεθνή ψηφίσματα, οι τουρκικές δυνάμεις προχώρησαν σε δύο φάσεις κατάληψης, ελέγχοντας τελικά το 36,2% της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Περίπου 200.000 Ελληνοκύπριοι εκτοπίστηκαν βίαια από τα σπίτια τους, ενώ άλλοι 20.000 που παρέμειναν στις κατεχόμενες περιοχές, αναγκάστηκαν με τον καιρό να εγκαταλείψουν και αυτοί τις εστίες τους.
Μέχρι σήμερα, εκατοντάδες Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι εξακολουθούν να αγνοούνται από τις διακοινοτικές συγκρούσεις του ’60 και την εισβολή του ’74.
Μνήμες που παραμένουν ζωντανές
Πενήντα ένα χρόνια μετά, το πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή παραμένουν ανεξίτηλες πληγές στη συλλογική μνήμη της Κύπρου. Η σημερινή επέτειος είναι όχι μόνο μέρα μνημοσύνης, αλλά και υπενθύμιση των κινδύνων που κρύβουν οι εκτροπές από τη δημοκρατική νομιμότητα.
Θα μπορούσαν να αποφευχθούν πραξικόπημα και τουρκική εισβολή
Θα μπορούσαν να αποφευχθούν το πραξικόπημα και η τουρκική εισβολή, είπε στο ΚΥΠΕ ο Πέτρος Παπαπολυβίου, Αναπληρωτής καθηγητής Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, και Κοσμήτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστήμιο Κύπρου, αναφερόμενος στη στάση της χουντικής ηγεσίας στην Ελλάδα, στον βαθμό ετοιμότητας των αρχών της Κυπριακής Δημοκρατίας να αποτρέψουν το πραξικόπημα, αλλά και στο ότι ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο όφειλαν να πράξουν πολύ περισσότερα.
Ερωτηθείς από το ΚΥΠΕ κατά πόσον θα μπορούσαν να αποφευχθούν το πραξικόπημα και η εισβολή, ο κ. Παπαπολυβίου σημείωσε ότι «είναι καθολικώς αποδεκτό ότι οι δύο κύριες πτυχές της κυπριακής τραγωδίας του 1974, το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου και η τουρκική εισβολή του Ιουλίου – Αυγούστου είναι γεγονότα που αντιστρατεύονται το διεθνές δίκαιο και τα δημοκρατικά θέσμια και θα έπρεπε να μην είχαν γίνει ποτέ». «Τώρα, ως προς το καθαρά υποθετικό, δυστυχώς πλέον, ερώτημα εάν θα μπορούσαν να αποφευχθούν θεωρώ πως η απάντηση είναι σαφώς και για τα δύο καταφατική», πρόσθεσε.
Ως προς το πραξικόπημα, ανέφερε, «αυτό θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί εάν, πρώτα-πρώτα, αυτοί που το σχεδίασαν, η χουντική ηγεσία στην Ελλάδα (Δ. Ιωαννίδης, Φ. Γκιζίκης, Γρ. Μπονάνος, Α. Ανδρουτσόπουλος) διέθεταν τη στοιχειώδη λογική και την ελάχιστη αίσθηση της πραγματικότητας και των ευθυνών τους απέναντι στον Ελληνισμό της Κύπρου και προς τον όρκο τους που καταπάτησαν βάναυσα, ώστε να αντιλαμβάνονταν το μέγεθος του εγκλήματος που διέταξαν αβασάνιστα να υλοποιηθεί το πρωινό της 15ης Ιουλίου 1974».
Από εκεί και πέρα, πρόσθεσε, υπάρχει μια μεγάλη συζήτηση για την ετοιμότητα των αρχών της Κυπριακής Δημοκρατίας να αποτρέψουν το πραξικόπημα.
«Πολλοί εκ των τότε συνεργατών του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου του καταλογίζουν μια σχετική διστακτικότητα στο να πάρει ριζικά μέτρα ώστε να αποφύγει τις πιθανότητες εκδήλωσης του πραξικοπήματος, συλλαμβάνοντας και απελαύνοντας, για παράδειγμα, τους εξ Ελλάδος αξιωματικούς των οποίων είχε ζητήσει τη μετάθεση από την Κύπρο μέχρι τις 20 Ιουλίου 1974 με τη γνωστή επιστολή του προς Γκιζίκη», είπε.
Ο κ. Παπαπολυβίου σημείωσε ότι, μια τέτοια ενέργεια μπορεί σήμερα να φαίνεται απλή «και εκ των γεγονότων που ακολούθησαν απολύτως δικαιολογημένη, ωστόσο θα ήταν εξαιρετικά ακραία, ακόμη και για την ένταση των σχέσεων Αθηνών – Λευκωσίας όπως είχε κορυφωθεί το καλοκαίρι του 1974».
«Κατά γενική ομολογία, πάντως, ενώ ο Μακάριος είχε καταγγείλει κατ’ επανάληψη το πού θα οδηγούσε η υπονόμευσή του από τη χούντα των συνταγματαρχών και η ένοπλη δράση της ΕΟΚΑ Β φαίνεται ότι πίστευε ότι η δικτατορία του Ιωαννίδη δεν θα προχωρούσε στην πραγματοποίηση πραξικοπήματος εναντίον του ή αν το αποτολμούσε αυτό δεν θα επιτύγχανε», ανέφερε. «Δυστυχώς πίστωνε στην ηγεσία της ιωαννιδικής χούντας λογική και στοιχειώδη πατριωτισμό που αποδείχθηκε ότι δεν διέθεταν», είπε, σημειώνοντας ότι «είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και οι αξιωματικοί που ανέλαβαν να υλοποιήσουν το πραξικόπημα στην Κύπρο (Γεωργίτσης και Κομπόκης) είχαν εκφράσει, λίγες ημέρες πριν τις 15 Ιουλίου, τις ανησυχίες τους προς την Αθήνα για την τουρκική στάση και πιθανή αντίδραση». Ωστόσο, ανέφερε ο κ. Παπαπολυβίου, ο στρατηγός Μπονάνος, αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων από τον Νοέμβριο του 1973, τους διαβεβαίωσε ότι δεν υπήρχε κανένας κίνδυνος και τους διέταξε να προχωρήσουν στην εκτέλεση του πραξικοπήματος.
Ως προς την τουρκική εισβολή, όπως ανέφερε ο κ. Παπαπολυβίου, «όποιος συζητήσει με τους αξιωματικούς, τους στρατιώτες και όσους άλλους πολέμησαν υπερασπιζόμενοι την ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας τον Ιούλιο – Αύγουστο 1974 εναντίον της ξένης στρατιωτικής επίθεσης, αποκομίζει την πεποίθησή τους ‘ότι ήταν όλα προδομένα’». «Αυτή η πεποίθηση αντικατοπτρίζει και συγκεφαλαιώνει όλες τις εμπειρίες και τα βιώματά τους από τη στάση και την αντιμετώπιση της ηγεσίας του Γενικού Επιτελείου Εθνικής Φρουράς (ΓΕΕΦ) τις παραμονές και κατά τις πρώτες ώρες της τουρκικής εισβολής», πρόσθεσε. Σημείωσε ότι τα «σχέδια αμύνης» εγκαταλείφθηκαν και δεν ακολουθήθηκαν, ενώ, «από την Αθήνα οι εντολές που λαμβάνονταν τις κρίσιμες πρώτες ώρες ήταν «αυτοσυγκράτησις», η βοήθεια που προβλεπόταν από την Ελλάδα, σε υποβρύχια και αεροπλάνα δεν ήρθε ποτέ, ο φυσικός ηγήτορας του ΓΕΕΦ, στρατηγός Ντενίσης, δεν βρισκόταν στη θέση του καθώς είχε κληθεί παρελκυστικά στην Αθήνα από τις παραμονές του πραξικοπήματος». Επιπρόσθετα, ανέφερε ότι «ο νόμιμος πρόεδρος της Δημοκρατίας είχε ανατραπεί από τις 15 Ιουλίου, πολλά από τα τάγματα της Εθνικής Φρουράς είχαν καταπονηθεί, μέχρι και το βράδυ της 19ης Ιουλίου 1974, στην καταδίωξη και εκμηδένιση των αντιφρονούντων και καταγράφηκαν εικόνες χάους και διάλυσης σε πολλά σημεία του μετώπου, αποτέλεσμα και της σύγχυσης που επικρατούσε στην αποδειχθείσα παντελώς ανίκανη πραξικοπηματική ηγεσία του ΓΕΕΦ».
«Εάν δεν συνέβαιναν όλα αυτά, ναι, προφανώς η τουρκική εισβολή θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί και να συντριβεί, καθώς ο αμυνόμενος, όταν είναι προετοιμασμένος και οχυρωμένος σωστά, διαθέτει το πλεονέκτημα εις βάρος του επιχειρούντος την εχθρική απόβαση», ανέφερε ο κ. Παπαπολυβίου.
Αναφέρθηκε σε ακόμη μία παράμετρο και συγκεκριμένα ότι, σύμφωνα με τους αξιωματικούς της Ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας «οι οποίοι ανέμεναν μάταια την τελική διαταγή για την αποστολή τους στην Κύπρο από την Κρήτη, στις 22 Ιουλίου 1974, για να συντρίψουν το τουρκικό προγεφύρωμα έξω από την Κερύνεια, η έλευσή τους στο νησί με τα Φάντομ θα ανέτρεπε ολοκληρωτικά τα όσα είχαν πετύχει μέχρι τότε οι εισβολείς». Ωστόσο, τα ελληνικά πολεμικά αεροσκάφη δεν διατάχθηκαν ποτέ να απογειωθούν για την Κύπρο, σημείωσε.
Καταλήγοντας, ο κ. Παπαπολυβίου επεσήμαινε ότι δεν θα πρέπει να λησμονούμε και κάτι άλλο, «σε αυτή την πολύ συνοπτική σταχυολόγηση», ότι, τόσο η πρώτη «αλλά ακόμη περισσότερο η δεύτερη φάση της τουρκικής εισβολής και τα επακόλουθά τους, εδώ και πενήντα ένα χρόνια, καταρρίπτουν ως εντελώς ανυπόστατους και αδικαιολόγητους τους τουρκικούς ισχυρισμούς ότι η εισβολή έγινε, δήθεν, για «την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης» στην Κύπρο». Και από αυτή την άποψη, σημειώνει, τόσο η «διεθνής κοινότητα» όσο κυρίως οι Μεγάλες Δυνάμεις, οι ΗΠΑ που ενδιαφέρονταν να μη ξεσπάσει ελληνοτουρκικός πόλεμος και η Βρετανία, εγγυήτρια από το 1960 της κυπριακής ανεξαρτησίας, όφειλαν να πράξουν πολύ περισσότερα από όσα δεν έπραξαν για την αποτροπή τόσο του πραξικοπήματος όσο και της τουρκικής εισβολής.
-
Πολιτική4 εβδομάδες πριν
Τεράστια ανατροπή; Ισχύει ότι αρνήθηκε η Κίμπερλι Γκίλφοϊλ να αναλάβει την Πρεσβεία των ΗΠΑ στην Αθήνα;
-
Αναλύσεις3 εβδομάδες πριν
Έρχεται μεγάλο ΣΟΚ για την Ελληνική Δημοκρατία! Κατεδαφίζεται με δικογραφίες το πολιτικό σύστημα της κλεπτοκρατίας
-
Απόψεις1 μήνα πριν
Γι’αυτό οι Τούρκοι τρέμουν το μένος του Ισραήλ! Η προφητεία του μέντορα του Ερντογάν που “στοιχειώνει” την Άγκυρα
-
Απόψεις3 εβδομάδες πριν
Η φωτογραφία που “μίλησε”! Ανύπαρκτος γεωπολιτικός παίκτης η Ελλάδα
-
Πολιτική2 μήνες πριν
Ανατροπή στην ανατροπή! Ο Σίσι βάζει τα πράγματα στη θέση τους για το Σινά – Καμία προσβολή της μοναδικής και ιερής θρησκευτικής θέσης της Μονής -Δεν αλλάζει πουθενά το καθεστώς
-
Άμυνα2 μήνες πριν
Χειρουργική επιχείρηση! Η Ινδία χτύπησε το Πακιστάν με SCALP και HAMMER που εκτοξεύτηκαν από Rafale
-
Διεθνή2 μήνες πριν
Ινδός στρατηγός απειλεί με πυρηνικό αφανισμό την Τουρκία
-
Άμυνα2 μήνες πριν
Το 20% της αεροπορικής ισχύος του Πακιστάν διέλυσε σε ένα βράδυ η Ινδία!