Weather Icon
ΗΠΑ , Κίνα 12 Αυγούστου 2019

ΗΠΑ και Κίνα φλερτάρουν με το σενάριο του συναλλαγματικού πολέμου

ΗΠΑ και Κίνα φλερτάρουν με το σενάριο του συναλλαγματικού πολέμου


Του
Κώστα Ράπτη
Ο
εμπορικός πόλεμος είναι για τους
αρχάριους: Καλώς ήρθατε στον συναλλαγματικό
πόλεμο! Η σινοαμερικανική αντιπαράθεση
πέρασε σε ποιοτικά ανώτερο επίπεδο την
εβδομάδα αυτή, μετά το μήνυμα του Πεκίνου
να αφήσει τη συναλλαγματική ισοτιμία
να υποχωρήσει στο χαμηλότερο επίπεδο
από το 2010, πέρα από το συμβολικό όριο
των 7 γουάν ανά δολάριο, αλλά και την
εξίσου εντυπωσιακή απάντηση της
Ουάσινγκτον να χαρακτηρίσει επισήμως
την Κίνα “χειραγωγό” του νομίσματός
της, για πρώτη φορά από το 1994. Οι δύο
πλευρές καθιστούν σαφές ότι δεν αναμένουν
πλέον την εξεύρεση μιας νέας ισορροπίας
το επόμενο διάστημα, ενώ οι υφεσιακές
πιέσεις στο διεθνές σκηνικό απειλείται
να ενταθούν επικινδύνως – με την Ευρωζώνη
και τις αναδυόμενες ασιατικές οικονομίες
να τοποθετούνται μεταξύ σφύρας και
άκμονος.

“Μαύρη
Δευτέρα”
Η
άμεση αντίδραση των αγορών, με τον Dow
Jones να σημειώνει βουτιά 750 μονάδων, τις
αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων να
διαμορφώνονται στο μείον 0,53% και την
τιμή του χρυσού σε υψηλό πενταετίας
(1.470 δολάρια ανά ουγκιά), εν μέσω
γενικευμένης φυγής προς ασφαλή καταφύγια,
υπήρξε ενδεικτική.
Σύμφωνα
με το Bloomberg, η “Μαύρη Δευτέρα” των
χρηματιστηρίων σήμανε για τους 500
πλουσιότερους ανθρώπους του πλανήτη
(σαν τον Τζεφ Μπέζος, τον Μπιλ Γκέιτς,
τον Μαρκ Ζούκερμπεργκ κτλ.) απώλειες
ύψους 117 δισ. σε μετοχές και παράγωγα,
ήτοι 2,1% της περιουσίας τους μέσα σε
μόλις μία μέρα.
Με
δεδομένη την ασύμμετρη σχέση που
αποτυπώνει το εμπορικό πλεόνασμα της
Κίνας έναντι των ΗΠΑ, εκλείπουν οι
δυνατότητες του Πεκίνου να απαντήσει
ισοδύναμα στους νέους δασμούς της τάξης
του 10% που ανακοίνωσε την προηγούμενη
εβδομάδα ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ
Τραμπ ότι θα επιβληθούν από 1ης Σεπτεμβρίου
σε κινεζικά προϊόντα (ανάμεσά τους
έξυπνα κινητά τηλέφωνα και ενδύματα)
συνολικής αξίας 300 δισ. δολαρίων. Η
κινητοποίηση “εναλλακτικών” όπλων,
όπως η διολίσθηση του γουάν που ακυρώνει
τις επιπτώσεις των νέων δασμών, φαντάζει
μονόδρομος – έστω και αν από την Τρίτη
η ισοτιμία επανήλθε σε επίπεδα λίγο
κάτω από το επίμαχο όριο που σηματοδοτεί
ο αριθμός 7.
Διαθέσιμα
όπλα
Τυπικά,
ο συναλλαγματικός πόλεμος δεν έχει
ακόμη κηρυχθεί – πόσω μάλλον που η
αμερικανική πλευρά δεν έχει προχωρήσει
σε αντίστοιχες κινήσεις με το δικό της
νόμισμα. Ωστόσο, ο Τραμπ ήδη από τον
περασμένο μήνα έχει διαμηνύσει ότι
μπορεί να υποτιμήσει το δολάριο “μέσα
σε δύο δευτερόλεπτα”, αν το επιθυμεί.
Εύκολα
λέγεται, δύσκολα γίνεται. Το αμερικανικό
υπουργείο Οικονομικών έχει στη διάθεσή
του το Ταμείο Συναλλαγματικής
Σταθεροποίησης ακριβώς για παρεμβάσεις
τέτοιου τύπου. Όμως στη φαρέτρα του
διαθέτει μόλις 100 δισ. δολάρια – ποσό
ανεπαρκές απέναντι σε συναλλαγματικές
αγορές στις οποίες διακινούνται
τρισεκατομμύρια. Επιπλέον, το γουάν δεν
ανήκει στα πλέον εμπορεύσιμα νομίσματα
– για να μη μιλήσει κανείς για τον πιθανό
τραυματισμό της αμερικανικής αξιοπιστίας.
Αλλά και η κινεζική πλευρά δεν είναι
εύκολο να τραβήξει την αντιπαράθεση
μέχρι τέλος, δεδομένης της φυγής κεφαλαίων
που πυροδοτεί η τεταμένη κατάσταση,
αλλά και της επιβάρυνσης της εξυπηρέτησης
του χρέους κινεζικών επιχειρήσεων σε
ξένο νόμισμα.
Σε
κάθε περίπτωση, η εποχή των συντονισμένων
συναλλαγματικών πολιτικών μεταξύ των
κρατών μοιάζει να δίνει τη θέση της σε
ένα τοπίο συναλλαγματικού ανταγωνισμού
– παρόμοιου με αυτόν που οδήγησε το
1985 στις Συμφωνίες Πλάζα, με τις οποίες
η Ιαπωνία υποχρεώθηκε να ανατιμήσει το
γεν έναντι του δολαρίου.
Πραγματικός
στόχος η Fed
Σύμφωνα
με πολλούς αναλυτές, η στόχευση του
Ντόναλντ Τραμπ είναι πρωτίστως εσωτερική
– και αφορά το αμερικανικό πολιτικό
ημερολόγιο. Στόχος είναι η δημιουργία
εκείνης της αίσθησης οικονομικής
ευφορίας που θα διευκολύνει την προσπάθεια
επανεκλογής του τον Νοέμβριο του 2020.
Όμως τα δημοσιονομικά μέσα για κάτι
τέτοιο εκλείπουν – και άλλωστε ελέγχονται
από ένα εν μέρει εχθρικό Κογκρέσο. Είναι
η ομοσπονδιακή κεντρική τράπεζα που θα
πρέπει να πειθαναγκαστεί να προχωρήσει
σε περισσότερο διευκολυντικές πολιτικές,
όσο και αν τα μέλη της διοίκησής της
επιμένουν ότι η τελευταία μείωση των
επιτοκίων αποτελούσε κίνηση-άπαξ και
δεν προαναγγέλλει αντίστοιχη συνέχεια.
Κάθε
φορά που ο ένοικος του Λευκού Οίκου
εξαπολύει μύδρους στο Twitter εναντίον των
χωρών που “εκμεταλλεύονται” τις
ΗΠΑ καθηλώνοντας τεχνητά τα νομίσματά
τους δεν παραλείπει να καταγγείλει τη
Fed η οποία καθεύδει έναντι των ανταγωνιστών.
Σε
τρία διαδοχικά “τιτιβίσματά” του
την Τετάρτη ο Τραμπ έγραψε τα εξής:
“Τρεις ακόμη κεντρικές τράπεζες
μειώνουν τα επιτόκια: Το πρόβλημά μας
δεν είναι η Κίνα – Είμαστε ισχυρότεροι
από ποτέ, τα χρήματα ρέουν προς τις ΗΠΑ,
ενώ η Κίνα χάνει εταιρείες κατά χιλιάδες,
προς όφελος άλλων χωρών και το νόμισμά
τους βρίσκεται υπό πολιορκία – Το πρόβλημά
μας είναι μία Ομοσπονδιακή Τράπεζα που
είναι υπερβολικά υπερήφανη ώστε να
παραδεχτεί το λάθος της ότι ενεργεί
πάρα πολύ γρήγορα και συσφίγγει πάρα
πολύ (και σε αυτό είχα δίκιο!). Πρέπει να
μειώσουν τα επιτόκια περισσότερο και
ταχύτερα και να σταματήσουν τη γελοία
ποσοτική τους σύσφιξη τώρα. Έχει
διευρυνθεί πολύ το περιθώριο στην
καμπύλη των αποδόσεων και δεν υπάρχει
πληθωρισμός! Η ανικανότητα είναι ένα
τρομερό πράγμα που πρέπει να προσεχθεί,
ειδικά όταν τα πράγματα μπορούν να
αντιμετωπιστούν τόσο εύκολα. Θα κερδίσουμε
ούτως ή άλλως, αλλά θα ήταν πολύ πιο
εύκολο αν η Fed αντιληφθεί, κάτι που δεν
κάνουν, ότι ανταγωνιζόμαστε άλλες χώρες,
οι οποίες όλες θέλουν να προχωρούν με
δικά μας έξοδα!”.
Η
κίνηση Μνούτσιν κόστισε στο Πεκίνο
Να
“υπαναχωρήσουν πριν να είναι πολύ
αργά” και να επιστρέψουν σε μια
“ορθολογική και δίκαιη πορεία”
κάλεσε τις ΗΠΑ η κινεζική κεντρική
τράπεζα, υποστηρίζοντας ότι ο χαρακτηρισμός
της Κίνας ως “χειραγωγού του νομίσματός
της” είναι “μια αυθαίρετη, μονομερής
και υπέρ του προστατευτισμού πρακτική,
που πλήττει σοβαρά τους διεθνείς κανόνες
και θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην
παγκόσμια οικονομία και τις χρηματοπιστωτικές
αγορές”.
Η
πρόσφατη εξασθένιση του γουάν είναι
μια αποτύπωση της προσφοράς και της
ζήτησης στην αγορά καθώς και των
διακυμάνσεων στις διεθνείς αγορές
συναλλάγματος εν μέσω μεταβολών στις
παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες και
κλιμάκωσης των εμπορικών εντάσεων,
σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση, η οποία
καταλήγει με τη διαβεβαίωση ότι “η
Κίνα δεν έχει χρησιμοποιήσει το νόμισμά
της ως εργαλείο για να αντιμετωπίσει
τις εμπορικές διαμάχες και δεν πρόκειται
να το κάνει”.
Ευρύτερο
το διακύβευμα
Είναι
αλήθεια ότι το υπουργείο Οικονομικών
των ΗΠΑ υπό τον Στίβεν Μνούτσιν αντιστάθηκε
σε πολλές ευκαιρίες κατά το πρόσφατο
παρελθόν για να χαρακτηρίσει την Κίνα
ως μία χώρα που χειραγωγεί το νόμισμά
της, παρά την προεκλογική εξαγγελία του
Τραμπ να το πράξει από την πρώτη ημέρα
της άσκησης των προεδρικών καθηκόντων
του.
Τον
Ιούνιο, το ΔΝΤ είχε δηλώσει από την
πλευρά του ότι το κινεζικό νόμισμα “δεν
είναι ούτε υπερτιμημένο, ούτε υποτιμημένο”.
Ο Λάρι
Σάμερς, υπουργός Οικονομικών στην
κυβέρνηση του Μπιλ Κλίντον, έγραψε στην
εφημερίδα “The Washington Post” ότι η Κίνα
δεν πληροί τις (αρνητικές) προϋποθέσεις
για να χαρακτηριστεί ως χώρα που
χειραγωγεί το νόμισμά της: “Οι
παρεμβάσεις της στην αγορά συναλλάγματος
τα τελευταία χρόνια ήταν για την ανατίμηση
κι όχι την υποτίμηση του νομίσματός
της”.
Στην
πραγματικότητα, η πρωτοβουλία του
Μνούτσιν, εμφανώς υπαγορευμένη από τον
Τραμπ, αφορά την ευρύτερη αντιπαράθεση
με την Κίνα και όχι τη στενά νοούμενη
συναλλαγματική της πολιτική. Μία
αντιπαράθεση η οποία για τον Αμερικανό
πρόεδρο έλαβε σχεδόν προσωπικό χαρακτήρα
από τη στιγμή που η κινεζική πλευρά
αθέτησε την υπόσχεσή της να αυξήσει τις
εισαγωγές αμερικανικών αγροτικών
προϊόντων (λ.χ. σόγιας), σε μια κίνηση
καλής θέλησης για τη σχετική εξισορρόπηση
του εμπορικού ισοζυγίου. Το ότι οι άμεσα
θιγόμενοι είναι οι ψηφοφόροι εκείνων
των αμερικανικών πολιτειών που στηρίζουν
εκλογικά τον Ντόναλντ Τραμπ εξηγεί
πολλά.
Πώς
οξύνει τα πνεύματα η αναταραχή στο Χονγκ
Κονγκ
Πολύ
περισσότερο από μία εμπορική διαμάχη,
σαν αυτές που αντιπαραθέτουν τις ΗΠΑ
και με χώρες όπως η Ιαπωνία ή η Γερμανία,
η σινοαμερικανική σύγκρουση έχει βεβαίως
ευρύτερα γεωπολιτικά χαρακτηριστικά,
τα οποία με το πέρασμα των ημερών
αναδεικνύονται όλο και πιο έντονα.
Αλλά
και η ίδια η εμπορική διαμάχη δεν
πρόκειται να επιλυθεί, όπως έχει
καταστήσει σαφές η αμερικανική πλευρά,
παρά μόνο με τέτοιες αλλαγές στο εσωτερικό
ρυθμιστικό πλαίσιο της Κίνας τις οποίες
είναι αμφίβολο αν το κινεζικό καθεστώς
μπορεί πολιτικά να αντέξει.
Δεν
είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι το δόγμα
Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ κατονομάζει
την Κίνα (μαζί με τη Ρωσία) ως “αναθεωρητική
δύναμη”, ούτε ότι η κυβέρνηση Τραμπ
επιχειρεί να ανακόψει την κινεζική
είσοδο στην επόμενη τεχνολογική
επανάσταση, ενώ ταυτοχρόνως συνεχίζει
τη γραμμή του Μπαράκ Ομπάμα για μια
πολιτικο-στρατιωτική ανάπτυξη στην
περιοχή Ινδικού-Ειρηνικού με ορατό τον
στόχο ανάσχεσης του Πεκίνου.
Η
αναταραχή των τελευταίων εβδομάδων στο
Χονγκ Κονγκ, την οποία το Πεκίνο απέδωσε
στο “μαύρο χέρι” των ΗΠΑ, ενισχύει
τις υποψίες των Κινέζων ιθυνόντων ότι
επιχειρείται και πολιτική αποσταθεροποίησή
τους.
“Αυτοί
που παίζουν με τη φωτιά θα χαθούν από
αυτήν. Μην υποτιμήσετε ποτέ την αυστηρή
αποφασιστικότητα και την τεράστια
δύναμη της κεντρικής κυβέρνησης”,
σημείωσε σε συνέντευξη Τύπου που
παραχώρησε στο Πεκίνο ο εκπρόσωπος του
Γραφείου Υποθέσεων Χονγκ Κονγκ και
Μακάο του Κρατικού Συμβουλίου της Κίνας,
Γιανγκ Γκουάνγκ, την επομένη γενικής
απεργίας και νέας διαδήλωσης που έληξε
με επεισόδια βίας στην πρώην βρετανική
αποικία.
Ο
Κινέζος αξιωματούχος επανέλαβε, εξάλλου,
την υποστήριξη των κινεζικών Αρχών στην
επικεφαλής της τοπικής κυβέρνησης Κάρι
Λαμ όσον αφορά την καταστολή των
διαδηλώσεων και τόνισε ότι οι αρχές του
Χονγκ Κονγκ μπορούν να θέσουν υπό έλεγχο
την κατάσταση εκεί.
Η
μεγαλύτερη κρίση από το 1997
Η
προειδοποίηση αυτή ήταν η πιο σθεναρή
που έχει διατυπώσει το Πεκίνο από τότε
που άρχισαν οι κινητοποιήσεις στο Χονγκ
Κονγκ στις αρχές του Ιουνίου, οι οποίες
πυροδοτήθηκαν από ένα σχέδιο νόμου που
προέβλεπε να επιτρέπεται η έκδοση
υπόπτων στην ηπειρωτική Κίνα. Το σχέδιο
νόμου αποσύρθηκε, αλλά οι διαδηλώσεις
συνεχίζονται και γίνονται βιαιότερες,
καίτοι λιγότερο μαζικές.
Το
Χονγκ Κονγκ διέρχεται τη σοβαρότερη
πολιτική κρίση στην ιστορία του μετά
την παράδοση της κυριαρχίας του το 1997
από το Λονδίνο στο Πεκίνο. Οι κινητοποιήσεις
που γίνονται εδώ και δύο μήνες ακολουθούνται
όλο και συχνότερα από συγκρούσεις
ανάμεσα σε μικρές ριζοσπαστικές ομάδες
και τις δυνάμεις για την αντιμετώπιση
των ταραχών. Οι διαδηλωτές ζητούν κυρίως
την παραίτηση της Λαμ, τη διεξαγωγή
έρευνας για τη δράση της αστυνομίας, τη
χορήγηση αμνηστίας στους διαδηλωτές
και μια καθολική ψηφοφορία για την
εκλογή της κυβέρνησης και την οριστική
εγκατάλειψη του αμφιλεγόμενου σχεδίου
νόμου για την έκδοση υπόπτων στην
ηπειρωτική Κίνα.
Στρατιωτικός
ανταγωνισμός
Σε
άλλες εστίες τριβής, ο Φου Κονγκ, γενικός
διευθυντής του τμήματος ελέγχου των
εξοπλισμών στο κινεζικό υπουργείο
Εξωτερικών προειδοποίησε ότι η Κίνα θα
λάβει αντίμετρα, αν υλοποιηθεί ο
αμερικανικός σχεδιασμός για ανάπτυξη
πυραύλων επιφανείας μέσου βεληνεκούς
στην Ασία εντός των επόμενων μηνών, όπως
προανήγγειλε ο Αμερικανός υπουργός
Άμυνας, Μαρκ Έσπερ, το Σάββατο επισκεπτόμενος
την Αυστραλία.
Παράλληλα,
ο πρεσβευτής της Κίνας στα Ηνωμένα
Αραβικά Εμιράτα, Νι Τζιαν, άφησε ανοικτό
το ενδεχόμενο ανάπτυξης πλοίων του
κινεζικού Πολεμικού Ναυτικού στον
Περσικό Κόλπο για τη συνοδεία εμπορικών
σκαφών, σε απάντηση προς την αντίστοιχη
αμερικανοβρετανική πρωτοβουλία.
ΠΗΓΗ: capital.gr

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube