Weather Icon

“Ίλιντεν, Σκόπια και χαμένες ευκαιρίες”

“Ίλιντεν, Σκόπια και χαμένες ευκαιρίες”

Γράφει ο Διονύσης Τσιριγώτης*

Η αναδίφηση στα ιστορικά γεγονότα εκτός από διδακτική είναι και προσανατολιστική της πολιτικής σκέψης-πράξης των διαμορφωτών της εξωτερικής πολιτικής. Διδασκόμενοι από το παρελθόν, φωτίζουμε το παρόν και προετοιμαζόμαστε για το μέλλον, γνωρίζοντας τα ειδοποιά χαρακτηριστικά του τρόπου οργάνωσης και λειτουργίας των συλλογικών οντοτήτων –κράτη.
Υπό αυτό το πρίσμα, η πρόταση περί «Δημοκρατίας του Ίλιντεν», που έπεσε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για το Σκοπιανό, ως μία από τις εναλλακτικές λύσεις του ζητήματος, μας επαναφέρει στις αφετηριακές καταβολές του Μακεδονικού Αγώνα με την εξέγερση του Ήλιντεν.

Η εξέγερση του Ήλιντεν οργανώθηκε και πραγματώθηκε στο Μοναστήρι από την Εσωτερική Μακεδονική Επαναστατική Οργάνωση (ΕΜΕΟ) τη νύχτα της 20 Ιουλίου του 1903 (ημέρα εορτής του Προφήτη Ηλία). Η ΕΜΕΟ ιδρύθηκε το 1893 στη Θεσσαλονίκη, ως μια μυστική, επαναστατική, αυτονομιστική οργάνωση, διφορούμενης εθνικής ταυτότητας (βουλγαρικής ή σλαβομακεδονικής). Με το σύνθημα η «Μακεδονία στους Μακεδόνες» θα επιδιώξει την ένοπλη αυτονόμηση της περιοχής και τη συνεχή ενίσχυση του βουλγαρικού στοιχείου «με την ελπίδα είτε της μακροπρόθεσμης ένωσης με τη Βουλγαρία είτε τουλάχιστον της συμμετοχής [της] σε [μια] ομοσπονδία βαλκανικών κρατών».
Όπως χαρακτηριστικά περιγράφει ο Έλληνας πρόξενος στο Μοναστήρι, Κωνσταντίνος Κυπραίος: «Ο επαναστατικός αγώνας ωργανώθηκε από τους σλαβόφωνους μακεδόνες που προσχώρησαν στην Εξαρχία για να ιδρύσουν αργότερα το Επαναστατικό κομιτάτο. Σύνθημα των στελεχών του Κομιτάτου (ΕΜΕΟ) ήταν: η “Μακεδονία στους Μακεδόνες” και ευαγγελίζονταν την ίδρυση αυτόνομης Μακεδονίας: Δεν είμαστε ούτε Έλληνες, ούτε Βούλγαροι, αλλά Μακεδόνες ορθόδοξοι”.
Ο τουρκικός στρατός, μη μπορώντας να αντιδράσει, περιορίστηκε στα στρατόπεδα των πόλεων. Από τα μέσα όμως του Αυγούστου άρχισε την αντεπίθεση και σε διάστημα ενός μήνα, πυρπολώντας τα χωριά και σκοτώνοντας τους επαναστατημένους κατοίκους, κατέστειλε την επανάσταση». 
Ως κεντρικά αίτια της εξέγερσης και σύμφωνα με την έκθεση του Γάλλου στρατιωτικού ακολούθου, George Dupon, εγγράφονται, ο θρησκευτικός διαχωρισμός μεταξύ Χριστιανών και Μουσουλμάνων και οι δυσχερείς όροι διαβίωσης των πρώτων, το στρατηγικό συμφέρον των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων για τη διατήρηση της Οθωμανικής πολιτικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια και η δράση της βουλγαρικής προπαγάνδας για τη συσπείρωση των εθνικών πληθυσμών υπό το πρόταγμα της αξίωσης ανεξαρτησίας/ελευθερίας. Ειδικότερα και σε αναφορά με την πολιτική δραστηριοποίηση του βουλγαρικού παράγοντα, ο Ίων Δραγούμης περιγράφει (25 Ιουλίου 1903):
«Έχομεν Σλαϋικήν επανάστασιν εν Μακεδονία.[…]. Άπαντες οι σλαυόφωνοι πληθυσμοί ηκολούθησαν το Κομιτάτον, ορθόδοξοι και σχισματικοί, και οι πλείστοι εκουσίως. Καταλαμβάνονται υπό των επαναστατών αι κωμοπόλεις και τα χωριά τα κατοικούμενα υπό βλαχοφώνων και αλβανοφώνων, Κρούσοβον, Πισοδέριον, Νέβεσκα κτλ. […] Οι Τούρκοι ανικανώνατοι, δεν βοηθούν ημάς».
Η παθητική πολιτική στάση της Ελληνικής κυβέρνησης, θα περιορισθεί στη χρήση διπλωματικών μέσων, κυρίως μέσω της δραστηριοποίησης των ελληνικών προξενείων στο Μοναστήρι και στη Θεσσαλονίκη για την ενημέρωση των ελληνικών και βουλγαρόφωνων πληθυσμών αναφορικά με τον αντικειμενικό πολιτικό στόχο της ΕΜΕΟ (απελευθέρωση-προσάρτηση της περιοχής στη Βουλγαρία) σε μια προσπάθεια απονομιμοποίησής της. Η απουσία στρατηγικής για τη διαχείριση του Μακεδονικού ζητήματος από την ελληνική πλευρά καταγράφεται στην απάντηση του Ίωνα Δραγούμη (30.7.1903) προς το Ελληνικό υπουργείο εξωτερικών:
«Νυν η συμμετοχή είναι γεγονός τετελεσμένον. Και αυθίς θα αποστείλω πρόσωπα κτλ… αλλ’ η ημετέρα υποστήριξις ως και η της Τουρκίας ίνα η τελεσφόρος θα έπρεπε να ή πραγματική˙ απλαί υποσχέσεις ουδόλως επηρεάζουσι πληθυσμούς ευρισκομένους προ της βίας και μη αποκτήσαντας ποτέ γενικώς σταθερόν εθνικόν αίσθημα».
Προς επίρρωση ο Παύλος Μέλας σ’ επιστολή του προς τον Ι. Δραγούμη αναφέρει (3.8.1903):
«Η κατάστασις των πραγμάτων στην Μακεδονία μας απελπίζει, αλλά αυτό που είναι ακόμη πιο απελπιστικό εδώ είναι η αμεριμνησία ολόκληρης της χώρας με πρώτον τον Βασιλέα».
Εν κατακλείδι η στρατηγική που δύναται να εφαρμοσθεί, κατά τον Ι. Δραγούμη, για να διατηρηθεί η ελληνική επιρροή στους σλαβικούς πληθυσμούς, είναι η προετοιμασία και υποκίνηση μιας γενικής επανάστασης σε ολόκληρη την Ήπειρο και τη Μακεδονία:
«Πρέπει πάση θυσία να σβήση η γραμμή του Αγίου Στεφάνου και να κάνουμε ώστε να είναι αδύνατη η διάκρισις των πληθυσμών που υφίστανται την επιρροή μας από τους πληθυσμούς που υφίστανται, οικειοθελώς ή με την βία, την βουλγαρική επιρροή.
Η χώρα βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση που η παρέμβασή μας είναι αναγκαία για να ολοκληρωθεί η αταξία. Πρέπει εξ’ άλλου να αποδείξωμε πραγματικά στους πληθυσμούς μας ότι δεν τους εγκαταλείψαμε και ότι επωμισθήκαμε τα συμφέροντά τους.
Γενική επανάστασις γενομένη υπό της Ελλάδος εν Μακεδονία και Ηπείρω δεν φαίνεται δυνατή αφού μας κυβερνούν ψοφοδεείς. Αλλά πρέπει αφεύκτως να έλθουν ιδικοί μας και να γίνη εμφύλιος σπαραγμός μεταξύ χριστιανών εις τα επαναστατημένα διαμερίσματα δια να φανή ότι έχομεν οι έλληνες ζωήν και εντός της ζώνης του Αγίου Στεφάνου. Είναι πολλοί Κρουσοβίται τόσον εξαγριωμένοι εναντίον των βουλγάρων και τούρκων που ημπορούν να κάμουν οτιδήποτε αν τους οδηγήσωμεν καλά, θα είναι πολύ χρήσιμοι».
Παρά την προφανή αποτυχία της εξέγερσης του Ήλιντεν, το τετελεσμένο που δημιούργησε η ΕΜΕΟ, με την παρουσία ισχυρών βουλγαρικών ανταρτικών σωμάτων στην περιοχή, αποτελούσε άμεση απειλή για την επιβίωση του ελληνισμού. Κατά τούτο και υπό την καθοδήγηση του Ίωνα Δραγούμη και του Μητροπολίτη Καστοριάς, Γερμανού Καραβαγγελή, θα οργανωθούν τα πρώτα ανταρτικά ελληνικά σώματα σηματοδοτώντας την ένοπλη και τελευταία φάση του Μακεδονικού αγώνα.
Καταγράφοντας τον ιστορικό-εθνικό συμβολισμό του Ήλιντεν, ως το κορυφαίο σημείο του Βουλγαρικού ή Σλαβομακεδονικού αλυτρωτισμού και την έναρξη της ένοπλης αναμέτρησης των βαλκανικών εθνών για την εγκαθίδρυση της πολιτικής τους κυριαρχίας στην Μακεδονία, η σύγκαιρη πραγματικότητα της προκρινόμενης από την Αθήνα επιλογής μιας σύνθετης ονομασίας για την επίλυση του Σκοπιανού, δεν μπορεί παρά να επαναφέρει στο προσκήνιο μια κεντρική αρχή της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, την αρχή των «χαμένων ευκαιριών».
Αυτό γιατί, έχοντας ήδη αναλύσει, σε προγενέστερη παρέμβασή μας (https://www.imerazante.gr/2018/02/13/170134), την παγίδα επενδύσεως που εγκυμονεί για την Αθήνα η αποδοχή του όρου Μακεδονία με οποιονδήποτε επιθετικό προσδιορισμό, η ακολουθητέα επιλογή επιβεβαιώνει με τον πλέον πανηγυρικό τρόπο την «χαμένη ευκαιρία» που απώλεσε η Ελλάδα την περίοδο 1992-93. Όταν ο τότε πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης θα φθάσει κοντά στην επίλυση του ζητήματος της ονοματοδοσίας, προκρίνοντας τη σύνθετη ονομασία και διαμορφώνοντας μια συνολική λύση-πακέτο (Μάιος 1993).
Ωστόσο, σε επίπεδο πράξης και όχι ρητορείας, η «αρχή των χαμένων ευκαιριών» υποδηλώνει την αρχή της υπεκφυγής, της μη ενασχόλησης δηλαδή με τα αίτια-καταβολές του εκάστοτε εθνικού ζητήματος, αποδίδοντάς τα, σε εξωγενείς παράγοντες. Υπό αυτό το πρίσμα επιβεβαιώνεται η διαπίστωση του Γιώργου Κοντογιώργη, ότι: «οι «πολιτικές των χαμένων ευκαιριών», που ενσαρκώνει διαχρονικά η πολιτική τάξη της χώρας, συμπυκνώνουν την καθολική παθογένεια του νεοελληνικού κράτους, του γεγονότος ότι αποτελεί απλώς ένα ξένο σώμα που προόρισται να κατατρώει τις σάρκες της ελληνικής κοινωνίας».
*Ο Διονύσης Τσιριγώτης, είναι Επίκουρος Καθηγητής, Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας, Διεθνών Σχέσεων & Διπλωματίας. Τμήμα Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών, Πανεπιστημίου Πειραιώς

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube