Αλβανία
, Εξωτερική Πολιτική
, Επος 40 - Μάχη οχυρών - Μάχη της Κρήτης - Αντίσταση - Κατοχή - Εμφύλιος
6 Φεβρουαρίου 2018
Περιουσίες Τσάμηδων και αλβανικές περιουσίες
22.11.2013
Η πρόσφατη επίσκεψη του Ελληνα Προέδρου της Δημοκρατίας επανέφερε στην επικαιρότητα το ζήτημα των περιουσιών των Τσάμηδων. Ωστόσο, οι περιουσίες αυτές διαφοροποιούνται τόσο ως προς τα πραγματικά στοιχεία όσο και ως προς τη νομική αξιολόγησή τους από τις περιουσίες Αλβανών υπηκόων (οι Τσάμηδες τότε είχαν ελληνική υπηκοότητα) που χαρακτηρίστηκαν «εχθρικές» την επομένη της κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου (Α.Ν. 2636/1940).
Η διαφοροποίηση αυτή έχει πολιτική σημασία διότι, υπό τη σημερινή κατάσταση της ελληνικής και ευρωπαϊκής νομολογίας, η τυχόν διεκδίκηση από τους Τσάμηδες των δημευθέντων από τις ελληνικές αρχές περιουσιών τους δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο με την αντίστοιχη των «εχθρικών» περιουσιών του 1940.
Τα δικαστικά (έκτακτα) μέτρα, που ελήφθησαν σε βάρος των δωσιλόγων του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ή άλλων ομάδων πληθυσμού, απασχόλησαν τα ευρωπαϊκά όργανα την επομένη της πτώσης του τείχους του Βερολίνου. Σε επίπεδο πολιτικό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προσέτρεξε το 2002, ύστερα από αίτημα της Γερμανίας, σε γνωμοδοτήσεις επιφανών νομικών για να αποκτήσει πλήρη γνώση των περιουσιακών δικαιωμάτων των εκδιωχθέντων Σουδητών στην Τσεχοσλοβακία (διατάγματα Benes), πριν συναινέσει στην είσοδο της Τσεχίας στην Ε.Ε. Την ίδια περίοδο, ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ο πρίγκιπας Hans-Adam II του Λιχτενστάιν διεκδίκησε την κυριότητα ενός πίνακα ζωγραφικής που οι Αρχές της κομμουνιστικής Τσεχοσλοβακίας κατέσχεσαν το 1946 από το σαλόνι του οικογενειακού πύργου. Και στις δύο περιπτώσεις, οι διεκδικητές εισέπραξαν αρνητική απάντηση: η ευρωπαϊκή προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων του ανθρώπου δεν εκτείνεται σε γεγονότα προ του 1950.
Η πρόσφατη επίσκεψη του Ελληνα Προέδρου της Δημοκρατίας επανέφερε στην επικαιρότητα το ζήτημα των περιουσιών των Τσάμηδων. Ωστόσο, οι περιουσίες αυτές διαφοροποιούνται τόσο ως προς τα πραγματικά στοιχεία όσο και ως προς τη νομική αξιολόγησή τους από τις περιουσίες Αλβανών υπηκόων (οι Τσάμηδες τότε είχαν ελληνική υπηκοότητα) που χαρακτηρίστηκαν «εχθρικές» την επομένη της κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου (Α.Ν. 2636/1940).
Η διαφοροποίηση αυτή έχει πολιτική σημασία διότι, υπό τη σημερινή κατάσταση της ελληνικής και ευρωπαϊκής νομολογίας, η τυχόν διεκδίκηση από τους Τσάμηδες των δημευθέντων από τις ελληνικές αρχές περιουσιών τους δεν πρόκειται να ευδοκιμήσει ενώ δεν συμβαίνει το ίδιο με την αντίστοιχη των «εχθρικών» περιουσιών του 1940.
Τα δικαστικά (έκτακτα) μέτρα, που ελήφθησαν σε βάρος των δωσιλόγων του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ή άλλων ομάδων πληθυσμού, απασχόλησαν τα ευρωπαϊκά όργανα την επομένη της πτώσης του τείχους του Βερολίνου. Σε επίπεδο πολιτικό, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο προσέτρεξε το 2002, ύστερα από αίτημα της Γερμανίας, σε γνωμοδοτήσεις επιφανών νομικών για να αποκτήσει πλήρη γνώση των περιουσιακών δικαιωμάτων των εκδιωχθέντων Σουδητών στην Τσεχοσλοβακία (διατάγματα Benes), πριν συναινέσει στην είσοδο της Τσεχίας στην Ε.Ε. Την ίδια περίοδο, ενώπιον του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ο πρίγκιπας Hans-Adam II του Λιχτενστάιν διεκδίκησε την κυριότητα ενός πίνακα ζωγραφικής που οι Αρχές της κομμουνιστικής Τσεχοσλοβακίας κατέσχεσαν το 1946 από το σαλόνι του οικογενειακού πύργου. Και στις δύο περιπτώσεις, οι διεκδικητές εισέπραξαν αρνητική απάντηση: η ευρωπαϊκή προστασία των περιουσιακών δικαιωμάτων του ανθρώπου δεν εκτείνεται σε γεγονότα προ του 1950.
Για τη συνέχεια kathimerini