Το φυσικό αέριο της Κύπρου και η απειλή της “ολλανδικής ασθένειας”
Σημαντικοί κίνδυνοι ελλοχεύουν από ενδεχόμενη “φρενίτιδα” που δύναται να κυριεύσει μια οικονομία, η οποία εισέρχεται στο κλαμπ των χωρών με πλούσιο, σε φυσικούς πόρους, υπέδαφος και καλείται να τους εκμεταλλευθεί. Στην ουσία, εισέρχεται σε μια ήρεμη θάλασσα γεμάτη υφάλους, τους οποίους επιβάλλεται ν’ αποφύγει. Αυτό που οι ειδικοί χαρακτηρίζουν “ολλανδική ασθένεια”, φαίνεται να αποτελεί τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο για την οικονομία μιας χώρας, η οποία ανακαλύπτει σημαντικά αποθέματα υδρογονανθράκων.
Πλέον, έχοντας ολοκληρώσει τον κύκλο του τρίτου γύρου αδειοδοτήσεων, ο οποίος σηματοδότησε και την έλευση του “τιτάνα” στον τομέα, της Exxon Mobil, οι προσδοκίες για νέες, μεγαλύτερες ανακαλύψεις αυξήθηκαν αισθητά. Τώρα άρχισε και η γεώτρηση στο πολλά υποσχόμενο τεμάχιο “11” της ΑΟΖ.
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο στην Εαρινή του Έκθεση σπεύδει να προειδοποιήσει για τις προκλήσεις και τους κινδύνους, οι οποίοι καραδοκούν, καλά καμουφλαρισμένοι, στη γωνία, για να χτυπήσουν στο “ψαχνό” μια οικονομία, της οποίας οι κρατούντες, παρασυρόμενοι από ευφορία, γίνονται επιρρεπείς σε λανθασμένους χειρισμούς που κοστίζουν. Ασπίδα ασφαλείας χαρακτηρίζει στη “Σ” ο Υπουργός Ενέργειας, Γιώργος Λακκοτρύπης, το Ταμείο Υδρογονανθράκων. Άπαντες καλούνται, σε κάθε περίπτωση, να εμπεδώσουν ότι η ύπαρξη μεγάλων κοιτασμάτων δεν προεξοφλεί την ύπαρξη οικονομικής και κοινωνικής ευημερίας μιας χώρας.
Η περιβόητη “ολλανδική ασθένεια” θεωρείται σημαντικό να αποφεύγεται. Δεν είναι τίποτε άλλο από την αρνητική επίδραση σ’ έναν ή και σε περισσότερους τομείς μιας οικονομίας από την ανάπτυξη ενός άλλου τομέα και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, της εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων. Με απλά λόγια, ένας ραγδαία αναπτυσσόμενος τομέας, όπως της ενέργειας, δύναται να διαλύσει, ενδεχομένως, και όλους τους τομείς, στους οποίους στηρίζεται μια οικονομία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το μέλλον. Οι δείκτες της ανεργίας και της ανικανότητας του εργατικού δυναμικού στην Ολλανδία εκτοξεύθηκαν μετά τις ανακαλύψεις υδρογονανθράκων στη Βόρεια Θάλασσα. Η χώρα βρέθηκε αντιμέτωπη με το γιγαντιαίο αυτό πρόβλημα, καθώς οι άνεργοι, λόγω της μείωσης των θέσεων εργασίας, αυξάνονταν. Πολλοί από τους ανέργους, οι οποίοι δεν έβρισκαν εργασία, διαπίστωσαν ότι ήταν προς το συμφέρον τους να λαμβάνουν παροχές ανικανότητας, αντί ανεργιακό επίδομα. Τα παραδείγματα χωρών με υπερ-εξάρτηση από τους υδρογονάνθρακες που υπέφεραν και υποφέρουν από την “ολλανδική ασθένεια” είναι πολλά και εντοπίζονται σε Μέση Ανατολή, Αφρική, Λατινική Αμερική κ.ά. Η Ρωσία ήταν, επίσης, μια από τις χώρες που χτυπήθηκαν από τη “νόσο”, όταν εισήλθε σε οικονομική ύφεση το 2015, λόγω των χαμηλών τιμών του “μαύρου χρυσού”.
Το κυπριακό φαινόμενο
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο διευκρινίζει ότι, υπό προϋποθέσεις, η επίδραση δεν είναι κατ’ ανάγκην αρνητικό φαινόμενο, παραθέτοντας ένα ντόπιο παράδειγμα. Στην Κύπρο, όπως αναφέρει, η θετική ανάπτυξη στον τομέα του τουρισμού οδήγησε στο κλείσιμο αρκετών βιομηχανιών ένδυσης – υπόδησης και περιόρισε τη γεωργία. Όμως, προσέφερε και συνεχίζει να προσφέρει περισσότερες, καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας, υψηλότερα εισοδήματα για την οικονομία και έσοδα για το κράτος.
Σημαντική προϋπόθεση, βεβαίως, για περιορισμό των κινδύνων που φέρνει η “ολλανδική ασθένεια” είναι η διατήρηση της ανταγωνιστικότητας του νέου τομέα, η ανάπτυξή του και η δυνατότητα εύκολης και άμεσης αντικατάστασής του από άλλους τομείς της οικονομίας.
Τα πράγματα, όμως, αλλάζουν άρδην και γίνονται πιο περίπλοκα όταν ο νέος τομέας που αναπτύσσεται αφορά στην εκμετάλλευση σημαντικών φυσικών πόρων, αφού οι κίνδυνοι και οι προκλήσεις αυξάνονται και πληθύνονται.
Όπως επισημαίνει το Δημοσιονομικό Συμβούλιο:
Η Κυβέρνηση, δηλώνει στη “Σ” ο Υπουργός Ενέργειας, γνωρίζει τη σοβαρότητα των κινδύνων που “κουβαλά” η “ολλανδική ασθένεια”. Το σημαντικό, κατά τον Γιώργο Λακκοτρύπη, είναι να αποφευχθεί ο κατευθείαν επηρεασμός του κρατικού προϋπολογισμού από τα έσοδα των υδρογονανθράκων, ώστε να μην είναι ευάλωτος στα σκαμπανεβάσματα των διεθνών τιμών πώλησης του πετρελαίου. “Γι’ αυτόν το λόγο, ως Κράτος, ως Κυβέρνηση, έχουμε δημιουργήσει ένα νομοσχέδιο για το Ταμείο Υδρογονανθράκων, το οποίο θα λειτουργεί και ως ασπίδα έναντι του κρατικού προϋπολογισμού. Δηλαδή, τα έσοδα από τους υδρογονάνθρακες θα πηγαίνουν στο Ταμείο και θα γίνεται ειδική διαχείριση. Μόνον ένα μέρος των εσόδων, στη βάση κανόνων, οι οποίοι είναι κατατεθειμένοι στη Βουλή, θα πηγαίνει στον κρατικό προϋπολογισμό για κρατικές δαπάνες. Με αυτό τον τρόπο γίνεται μια συνετή διαχείριση του φυσικού πλούτου της χώρας, αλλά και ταυτόχρονα προστατεύεται και η οικονομία από αυτή την ασθένεια”, σημειώνει ο Υπουργός Ενέργειας.
Βαρύνουσας και κεφαλαιώδους σημασίας αποτελεί, σύμφωνα με το Δημοσιονομικό Συμβούλιο, το θεσμικό πλαίσιο διαχείρισης των εισοδημάτων, τα οποία μπορεί να προκύψουν από τους υδρογονάνθρακες της κυπριακής ΑΟΖ, εξ ου και χαιρετίζει την προσπάθεια υιοθέτησης ενός αποτελεσματικού, όπως αναφέρει, πλαισίου έγκαιρα.
Ενδεχόμενη καθυστέρηση, επισημαίνει, πέραν από τους κινδύνους που μπορεί να προκύψουν από κακή διαχείριση των εσόδων που πιθανόν να καταγραφεί πριν από την εφαρμογή του, θα καταστήσει πολιτικά δύσκολη έως αδύνατη την υιοθέτηση περιοριστικών, αλλά αναγκαίων όρων.
Επικαλούμενο την ιστορία, αλλά και τον μεγάλο αριθμό ακαδημαϊκών συγγραμμάτων τα οποία αναφέρονται εκτενώς στο φαινόμενο και καθορίζουν τις βέλτιστες πρακτικές πρόληψης ή αντιμετώπισης των κινδύνων αναφέρει ότι οι βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν το θεσμικό πλαίσιο για τη διαχείριση των εισοδημάτων είναι:
2) Ο πλήρης διαχωρισμός των εσόδων του Ταμείου Υδρογονανθράκων από τα δημόσια οικονομικά.
3) Η διοχέτευση μόνον ενός καθορισμένου ποσοστού εσόδων στον εκάστοτε προϋπολογισμό, λαμβάνοντας υπόψη τη δημοσιονομική θέση της χώρας. Η εκταμίευση θα πρέπει να γίνεται σε βαθμό και χρόνο που να διασφαλίζεται ότι:
5) Σε περίπτωση που θα αποφασιστεί η επένδυση εντός της χώρας, η απόφαση θα πρέπει να βασίζεται σε καθαρά τεχνοκρατικά – οικονομικά κριτήρια. Θα πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν η θέση της οικονομίας στον οικονομικό κύκλο και οι επιπτώσεις σε άλλους τομείς της οικονομίας.
Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από την κατάργηση της γραφειοκρατίας και των κλειστών τομέων της οικονομίας, την ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας και της εφευρετικότητας, ώστε μια ενδεχόμενη μείωση στη δραστηριότητα του τομέα των υδρογονανθράκων να μπορεί να αντικαθίσταται άμεσα και αποτελεσματικά.
Ο Αμερικανός οικονομολόγος, Joseph Eugene Stiglitz (κάτοχος Νόμπελ Οικονομικών Επιστημών το 2001, διατελέσας αντιπρόεδρος της Παγκόσμιας Τράπεζας και σύμβουλος του πρώην Προέδρου των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον), σε άρθρο του στην “Guardian” το 2004 αναφερόταν, μεταξύ άλλων, και στους λόγους που οδηγούν κάποιες χώρες με πλούσιους φυσικούς πόρους σε κακές οικονομικές αποδόσεις. Πέραν της “ολλανδικής ασθένειας”, αναφέρεται σε άλλους δύο.