“Σκληρό” Brexit προ των πυλών – Τα συν και τα πλην για την Κύπρο
ΤΟΥ ΝΕΣΤΩΡΑ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Χρονιά ορόσημο μπορεί να χαρακτηριστεί το 2019, οπότε και οριοθετείται η επίσημη αποχώρηση της Βρετανίας από την ΕΕ. Η φύση της σχέσης των Βρετανών με την Ευρώπη των “27” παραμένει αβέβαιη και φυσιολογικά προκαλεί ανησυχίες τόσο σε πολιτικό όσο και σε επιχειρηματικό επίπεδο.
Το Brexit περιλαμβάνεται στους δυνητικούς κινδύνους και για την κυπριακή οικονομία. Οι εκτιμήσεις για την ώρα μοιάζουν με προσπάθεια ισορροπίας σε κινούμενη άμμο στην απουσία συγκεκριμένων στοιχείων, στη βάση των οποίων η Βρετανία θα “κουνήσει μαντήλι” αποχαιρετώντας την Ευρώπη. Αρκετοί, ορμώμενοι από την αλήθεια της αρχαίας ελληνικής παροιμίας “ουδέν κακόν αμιγές καλού”, σπεύδουν να επισημάνουν την ύπαρξη σημαντικών ευκαιριών από ένα “διαζύγιο” που αποφασίστηκε και απομένει να διασαφηνιστούν οι όροι που θα το διέπουν.
Ο μηχανισμός εξόδου
Η Βουλή των Κοινοτήτων αποφάσισε κατά πλειοψηφία (494 υπέρ-122 κατά) να “ανάψει πράσινο φως” στην πρωθυπουργό της Βρετανίας, Τερέζα Μέϊ, να ενεργοποιήσει το Άρθρο 50.
Το σχέδιο νόμου πρέπει να εγκριθεί από τη Βουλή των Λόρδων και να σταλεί στη Βασίλισσα για τελική έγκριση.
Η Τερέζα Μέι δεσμεύθηκε να αρχίσει τη διαδικασία αποχώρησης από την ΕΕ πριν από τα τέλη Μαρτίου.
Η λεγόμενη “Λευκή Βίβλος” φέρει τη Βρετανία να εγκαταλείπει τόσο την ενιαία αγορά της ΕΕ όσο και τη δικαιοδοσία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου.
Με την ομιλία της, η Βρετανίδα πρωθυπουργός, επιβεβαίωσε ότι η χώρα επέλεξε να βαδίσει στα δύσβατα μονοπάτια ενός “σκληρού Brexit”, εκτός της ενιαίας αγοράς και της τελωνειακής ένωσης.
Πρακτικά, η Βρετανία δεν θα μπορεί πλέον να εξάγει ανεμπόδιστα προϊόντα στις ευρωπαϊκές χώρες, κάτι που θα συμβαίνει και αντίστροφα καθώς οι εξαγωγές χωρών μελών της ΕΕ στη Βρετανία, επίσης, θα επηρεαστούν.
Ενδιαφέρον έχει η άποψη του επικεφαλής του Ινστιτούτου “Ifo” του Μονάχου, Κλέμενς Φουστ, ο οποίος επισημαίνει ότι βρετανικές τράπεζες – που είναι πολύ σημαντικές για τη χώρα αφού συνεισφέρουν το 8% του συνολικού ΑΕΠ – δεν θα μπορούν να δραστηριοποιούνται ελεύθερα στην κοινή ευρωπαϊκή αγορά.
Ο κ. Φούστ προειδοποιεί την ίδια ώρα, ότι και η γερμανική εξαγωγική βιομηχανία και κυρίως η αυτοκινητοβιομηχανία, δεν θα μπορεί να εξάγει πια τόσο εύκολα στη Βρετανία, την τρίτη σημαντικότερη αγορά για τη χώρα.
Σχολιάζοντας, πρόσφατα, τις χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν, οι οποίες έκαναν λόγο για παρενέργειες του Brexit στην κυπριακή οικονομία, λόγω των εμπορικών δεσμών Κύπρου-Βρετανίας, με επίκεντρο ενδεχόμενη υποτίμηση του βρετανικού νομίσματος, ο υπουργός Οικονομικών ανέφερε χαρακτηριστικά: “Η ύπαρξη δυνητικών κινδύνων δεν σημαίνει και την επιβεβαίωσή τους. Πρέπει να τους παρακολουθούμε ώστε να διασφαλίσουμε ότι δεν θα επιβεβαιωθούν. Όσον αφορά στο Brexit, μας χωρίζει απόσταση ακόμη και δεν έχει διαμορφωθεί το πλαίσιο πραγματοποίησής του”.
Περιορισμένη, θεωρεί εκ πρώτης όψης, την επίδραση του Brexit στην κυπριακή οικονομία και στο χρηματοοικονομικό σύστημα του τόπου η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου. Στην έκθεση χρηματοοικονομικής σταθερότητας για το 2016 αναφέρει ωστόσο ότι “μέχρι να οριστικοποιηθεί η συμφωνία που θα διέπει τις σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης – Βρετανίας μετά την έξοδο της χώρας από την ευρωπαϊκή οικογένεια, οποιαδήποτε σχετική μελέτη θα πρέπει να είναι ενδεικτική”.
Κυριότερο μέσο μετάδοσης κινδύνων στην οικονομία του τόπου θεωρείται η ενδεχόμενη υποτίμηση της στερλίνας έναντι του ευρώ.
Η υποτίμηση της στερλίνας θα μειώσει την αγοραστική της αξία έναντι του ευρώ με αποτέλεσμα να αυξηθεί το τελικό κόστος των προϊόντων και των υπηρεσιών που τιμολογούνται σε ευρώ.
Η υποτίμηση της στερλίνας, ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τον αριθμό των Βρετανών τουριστών που θα επιλέγουν την (ακριβή) Κύπρο για τις διακοπές τους.
Το 2016 οι αφίξεις Βρετανών τουριστών αυξήθηκαν κατά 11,2% σε σύγκριση με το 2015.
Παρατηρεί διαφοροποίηση και διασπορά στις χώρες προέλευσης των τουριστών γεγονός που, όπως αναφέρει, σε συνάρτηση με την αύξηση του τουρισμού από άλλες χώρες, αναμένεται να μετριάσει τον αντίκτυπο του Brexit στα έσοδα από τον τουρισμό.
Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου αναμένει ότι λόγω της μικρής, σχετικά, έκθεσης των κυπριακών τραπεζών στη Βρετανία δεν θα υπάρξει σοβαρός αντίχτυπος.
Αντίθετα, κάνει λόγο για μικρή επίδραση παραθέτοντας συγκεκριμένα στοιχεία με ημερομηνία αναφοράς την 30η Ιουνίου 2016.
Στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του προηγούμενου χρόνου:
• Οι καταθέσεις Βρετανών πελατών σε κυπριακές τράπεζες ήταν €2,3 δις και αποτελούσαν το 4% του συνόλου των υποχρεώσεων του τραπεζικού τομέα του τόπου.
Πέραν τούτου, σημειώνεται και η προσδοκία της προσέλκυσης στην Κύπρο επιχειρήσεων, οι οποίες, δεδομένης της εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα συνεχίσουν να επιθυμούν να βρίσκονται εγκατεστημένες σε χώρα κράτος μέλος της Ένωσης.
Την άποψη της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου φαίνεται να ασπάζονται και με το παραπάνω οι Κύπριοι πλοιοκτήτες, οι οποίοι θεωρούν ότι υπάρχει πρόσφορο έδαφος “εκμετάλλευσης” της εξόδου της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, διαβλέποντας ευκαιρίες ανάπτυξης της Κύπρου ως ναυτιλιακό κέντρο.
Ο πρόεδρος της Ένωσης Πλοιοκτητών ανέπτυξε το θέμα, τόσο στον πρόεδρο της Δημοκρατίας, όσο και στον Υπουργό Οικονομικών σε πρόσφατη συνάντησή τους στο προεδρικό μέγαρο. Ο Ανδρέας Χατζηγιάννης θεωρεί ότι η Κύπρος δεν έχει αργήσει να μπει στο “κυνήγι” εταιρειών, οι οποίες είναι αναγκασμένες να αποχωρήσουν από το City και να εγκατασταθούν σε χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να διατηρήσουν το λεγόμενο “ευρωπαϊκό επιχειρηματικό διαβατήριο”. Παρά ταύτα, προειδοποιεί, εμμέσως πλην σαφώς, ότι η Κύπρος δεν “παίζει” μόνη της στη διεκδίκηση του μεγάλου οικονομικού “κομματιού”, αλλά έχει ανταγωνιστές όπως η Μάλτα και το Λουξεμβούργο. Ο πρόεδρος της Ένωσης Πλοιοκτητών ποντάρει πολύ στις δικές τους δυνάμεις, λέγοντας ότι το πλέον σημαντικό είναι οι ίδιοι οι Κύπριοι επιχειρηματίες να επιστρατεύσουν τις δικές τους επαφές και να προσεγγίσουν τους ξένους επιχειρηματίες που επιθυμούν να εγκαταλείψουν τη Βρετανία και να τους φέρουν στην Κύπρο για να τύχουν ενημέρωσης από “πρώτο χέρι”, κατά την έκφρασή του.
Οικονομικοί κύκλοι θεωρούν ότι η πρώτη χώρα που θα επωφεληθεί από το Brexit σε επίπεδο προσέλκυσης εταιρειών είναι η Ιρλανδία. Αν και πιστεύουν ότι η Κύπρος δεν θα είναι η πρώτη επιλογή, εκτιμούν ότι εάν ενεργήσει με σωστή και στοχευμένη στρατηγική θα καταφέρει να προσελκύσει ένα σημαντικό “μερίδιο”. Ο τομείς στόχοι είναι αυτοί της ναυτιλίας, του τουρισμού, των υπηρεσιών και των επενδυτικών ταμείων.
Κύπρος και Μάλτα είναι οι δύο χώρες, πέραν της Βρετανίας, μέλη τόσο της ΕΕ όσο και της Κοινοπολιτείας και ενδεχομένως να τύχουν διαφορετικής “μεταχείρισης” στη μετά-Brexit εποχή. Οι προσδοκίες για ένα διαφορετικό καθεστώς σχέσεων ενισχύθηκαν από το αίτημα που υπέβαλαν προς την υπουργό Εσωτερικών της Βρετανίας 45 βουλευτές του κυβερνώντος Συντηρητικού Κόμματος, για επίσπευση των διαδικασιών έκδοσης βίζας για πολίτες χωρών-μελών της Κοινοπολιτείας μετά από το Brexit. Στην επιχειρηματολογία τους για υιοθέτηση του αιτήματός τους, προτάσσουν τη θέση ότι θα επρόκειτο για ένα σημαντικό μήνυμα που αφορά στην εξωστρέφεια της Βρετανίας, καθώς θα τείνει χείρα φιλίας στις 52 χώρες της Κοινοπολιτείας. Προς τούτο, οι βουλευτές ζητούν να υπάρξει αλλαγή στις επιγραφές των σημείων ελέγχου διαβατηρίων στις πύλες εισόδου προς τη Βρετανία και να υπάρχει ειδική αναφορά στους υπηκόους χωρών μελών της Κοινοπολιτείας.
Στις 9 Μαρτίου 2017 είναι προγραμματισμένη η Σύνοδος Υπουργών Εμπορίου της Κοινοπολιτείας και σύμφωνα με τη “Daily Telegraph”, η οποία αποκάλυψε την επιστολή-αίτημα, οι βουλευτές επιδιώκουν να αποσπάσουν την κυβερνητική έγκριση πριν από τη διεξαγωγή της.
Σημειώνεται, επίσης ότι η κυβέρνηση της χώρας δεν έχει δώσει διευκρινήσεις για το τι ακριβώς θα ισχύσει με τους Ευρωπαίους επισκέπτες μετά το Brexit.
Μια από τις σημαντικότερες επιπτώσεις που καλείται να διαχειριστεί η Κύπρος είναι η απώλεια ενός σημαντικού συμμάχου από τα κέντρα αποφάσεων της ΕΕ. Οι θέσεις της Βρετανίας, ως χώρας που προστατεύει το καθεστώς του χρηματοοικονομικού κέντρου, ευθυγραμμίζονταν με τις επιδιώξεις και τις προτεραιότητες της Κύπρου. Η Βρετανία ήταν στην πρώτη γραμμή αντίστασης στην προώθηση μιας ενιαίας φορολογικής βάσης για εταιρείες και σε κάθε περίπτωση η θέση της προσέδιδε μεγαλύτερη βαρύτητα στο μπλoκ των χωρών που διαφωνούν.
Η Κύπρος θέλει να διαφυλάξει ως κόρη οφθαλμού την ελκυστικότητα του φορολογικού της περιβάλλοντος για τις εταιρείες, ώστε να μην πληγεί ο τομέας παροχής διεθνών επαγγελματικών υπηρεσιών και κατ’ επέκταση να πληγούν σε μεγάλο βαθμό τα έσοδα της χώρας. Στις χώρες που διαφωνούν με τις κινήσεις της Κομισιόν περιλαμβάνονται – πέραν της Κύπρου – η Μάλτα, το Λουξεμβούργο, η Σουηδία, η Ολλανδία, η Ιρλανδία και η Δανία. Οικονομικοί κύκλοι αναφέρουν ευθαρσώς ότι πίσω από την προώθηση αυτών των πολιτικών βρίσκονται χώρες, όπως η Γερμανία, οι οποίες θέλουν την ύπαρξη ενός κοινού φορολογικού συντελεστή σε ολόκληρη την Ευρώπη.
– See more at: http://capital.sigmalive.com/story/12715046#sthash.ayXGZuBC.dpuf