Κωνσταντίνος Παπαλουκάς*
Το αναμενόμενο επόμενο βήμα της Τουρκίας, μετά το εν
εξελίξει αντι-πραξικόπημα «δημοκρατικού τύπου» του Ερντογάν σε συνδυασμό
με την πρόσφατη επαναπροσέγγιση της Τουρκίας με τη Ρωσία και το Ισραήλ,
είναι η υλοποίηση της εδώ και καιρό φιλοδοξίας της: να αποτελέσει τον
κύριο ενεργειακό κόμβο στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι διαπραγματεύσεις
ΗΠΑ-Τουρκίας για την υπό όρους χρήση της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ
από τις δυνάμεις του NATO και η πρόσφατη «συμφωνία» Ευρώπης-Τουρκίας
για το μεταναστευτικό επιβεβαιώνουν ότι η Τουρκία του Ερντογάν δε θα
δίσταζε ποτέ να εκβιάσει τη Δύση, ακόμη και με ανήθικα κίνητρα,
χρησιμοποιώντας ως δέλεαρ την εξέχουσα γεωγραφική της θέση.

Ο τρόπος που αντιλαμβάνεται ο Ερντογάν έναν τουρκικό ενεργειακό κόμβο
και η αδικαιολόγητα παρατεταμένη δυτική αδράνεια έχουν επιτρέψει ακόμη
και στο Ισλαμικό Κράτος «να απολαμβάνει επί μακρόν τουρκικό χρήμα από το
πετρέλαιο». Η ερώτηση παραμένει απλή: Θα βοηθούσε όντως τη Δύση ένας
τουρκικός ενεργειακός κόμβος να διευρύνει το φάσμα των ενεργειακών
εισαγωγών της ή μήπως θα αποτελούσε ένα δούρειο ίππο που εν τέλει θα
ενίσχυε τη δυτική εξάρτηση από χώρες που χρησιμοποιούν την ενέργεια ως
διαπραγματευτικό όπλο; (βλ. περίπτωση Ρωσίας-Ουκρανίας)

* Παρερμηνείες και πραγματικότητα- Σε μια περίοδο έντονων
πολιτικών αποκλίσεων μεταξύ Βρυξελλών και συγκεκριμένων μελών της
Ευρωπαϊκής Ένωσης, η χρόνια εξάρτηση της Ευρώπης από το φθηνότερο και
πολιτικά «νοθευμένο» ρωσικό φυσικό αέριο δίνει το περιθώριο στην Τουρκία
να μετατρέψει το ρωσικό μονοπώλιο σε τουρκορωσικό «διπλοπώλιο». Οι νέες
ανακαλύψεις φυσικού αερίου στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου έχουν
πυροδοτήσει έντονες συζητήσεις για πιθανούς αναδυόμενους ενεργειακούς
κόμβους στην περιοχή και η Τουρκία έχει ήδη διατυμπανίσει την ετοιμότητά
της να αναλάβει τέτοιο ρόλο, χωρίς να λάβει υπόψη της τους υπόλοιπους
παίκτες. Αυτό που παραβλέπουν όμως οι πολιτικοί προγνώστες και οι
μαζορέτες τους είναι ότι ένας ενεργειακός κόμβος και μια χώρα απλής
διέλευσης αγωγών είναι δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Στις 28
Ιανουαρίου 2016 (την ίδια μέρα που οι κύριοι Αναστασιάδης, Νετανιάχου
και Τσίπρας προέβαιναν σε κοινό ανακοινωθέν για την Τριμερή Διάσκεψη
Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ) ο επίτροπος Ενέργειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης κ.
Κανιέτε έδωσε ακόμη μεγαλύτερη υπόσταση στον τουρκικό ενεργειακό
παραλογισμό κατά τη διάρκεια της Συνόδου Κορυφής του Ενεργειακού
Διαλόγου Τουρκίας-Ευρωπαϊκής Ένωσης. Χαρακτήρισε μάλιστα την Τουρκία ως
την ιδανική χώρα για τη δημιουργία ενός ενεργειακού κόμβου, παραθέτοντας
ως επιχείρημα τη βολική γεωγραφική της θέση τόσο για έλευση
υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) όσο και για διέλευση περιφερειακών
αγωγών. Ωστόσο, μιας και τα φορτία LNG μπορούν να αποσταλούν εύκολα σε
οποιαδήποτε χώρα της Ανατολικής Μεσογείου, ιδιαίτερα σε εκείνες με την
υφιστάμενη αναγκαία υποδομή, το μόνο που απομένει να εξετασθεί είναι αν η
Τουρκία πληροί τις βασικές προϋποθέσεις, ώστε να λειτουργήσει ως
ενεργειακός κόμβος.

Εγχώριες παθογένειες- Καταρχάς, ένας ενεργειακός κόμβος
φυσικού αερίου αποτελεί μια πλατφόρμα φυσικών ή χρηματοπιστωτικών
συναλλαγών, με σκοπό τη διευκόλυνση της εμπορίας φυσικού αερίου.
Προϋποθέτει μια απελευθερωμένη αγορά, όπου οι προμηθευτές είναι
ελεύθεροι να εισάγουν ή να παράγουν ενέργεια και οι αγοραστές είναι
ελεύθεροι να επιλέγουν τον προτιμώμενο προμηθευτή τους. Για τη
δημιουργία ενός ενεργειακού κόμβου αναγκαία προϋπόθεση είναι η ύπαρξη
πραγματικού ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων φυσικού αερίου σύμφωνα
με τους όρους της προσφοράς και της ζήτησης.
Η Τουρκία από την άλλη έχει έναν ελλιπώς ρυθμισμένο ενεργειακό τομέα με
κυρίαρχο παίκτη την καθετοποιημένη κρατική εταιρία BOTAŞ, για πολλούς
μια οθωμανική εκδοχή της ρωσικής Gazprom. Σύμφωνα με την Υπηρεσία
Πληροφοριών Ενέργειας των ΗΠΑ (US EIA) η BOTAS αντιπροσωπεύει περίπου το
80% των εισαγωγών φυσικού αερίου της Τουρκίας, κτίζει και διαχειρίζεται
αγωγούς και ελέγχει το μεγαλύτερο μερίδιο της χονδρικής αγοράς και των
εξαγωγών φυσικού αερίου.
Η βραδύρυθμη απελευθεροποίηση της τουρκικής αγοράς δεν αφήνει περιθώρια
για ανταγωνισμό, κάτι που υποσκάπτει σημαντικά τις τουρκικές
φιλοδοξίες. Ο Νόμος για την Αγορά Φυσικού Αερίου (NGML 4646) που τέθηκε
σε ισχύ το 2001 προϋπόθετε ότι η BOTAS θα προέβαινε σε διαχωρισμό των
δραστηριοτήτων της σε διαφορετικές νομικές οντότητες: για τη μεταφορά
φυσικού αερίου, τα τερματικά LNG και αποθήκευσης, την εμπορία και
προώθηση. Παρόλη τη σύσταση της υποτιθέμενης ανεξάρτητης Ρυθμιστικής
Αρχής Αγοράς Ενέργειας (EMRA) και την πληθώρα νομοσχεδίων και νόμων που
υπαγορεύουν την εξυγίανση της BOTAS, πολύ λίγα έχουν αλλάξει. Οι Τούρκοι
αρμόδιοι χάραξης πολιτικής παρέλειψαν να θέσουν δεσμευτικές προθεσμίες
για εφαρμογή των νόμων και αντ’ αυτού ενέκριναν αδικαιολόγητες
παρατάσεις εξυπηρετώντας πολιτικά συμφέροντα. Έτσι, χωρίς μια ουσιαστική
πολιτική απελευθεροποίησης της αγοράς, με έναν προστατευτισμό που
εκδηλώνεται με τη μορφή κρατικών επιδοτήσεων σε επιλεγμένες εταιρείες
και με θεσμική αντίσταση σε ένα βάσει κόστους σύστημα τιμολόγησης, πώς
μπορούν να προωθηθούν ο ανταγωνισμός στην αγορά και η επικράτηση μιας
και μοναδικής τιμής πώλησης του αερίου για όλο τον ενεργειακό κόμβο;
Ο νεο-οθωμανικός «καταχρηστικός μηχανισμός» και οι Ερντογ-Ανομίες-
Ο έγκριτος οικονομολόγος του ΜΙΤ Ντάρον Ασίμογλου, γεννημένος στην
Τουρκία, συγγραφέας του βιβλίου «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη»,
υποστηρίζει: «Η Τουρκική Δημοκρατία […] αποτελεί συνέχεια της Οθωμανικής
Αυτοκρατορίας». Εντοπίζει μια διαρκή συγκέντρωση ισχύος σε μια πολιτική
και οικονομική ελίτ όπως και σε «καταχρηστικούς» θεσμούς που άφησαν το
τουρκικό έθνος ελλιπώς εξοπλισμένο για οικονομική και κοινωνική
ανάπτυξη. Η «καταχρηστική» φύση του κράτους εδραιώθηκε σε μονοπωλιακές
πολιτικές δυνάμεις και στην καταπίεση οποιασδήποτε μορφής αμφισβήτησης
αυτών των δυνάμεων. Το τεράστιο κενό που δημιουργείται από την απουσία
μιας συστηματικής θεσμοθέτησης εκτοπίζει το αναγκαίο σύστημα «ελέγχου
και ισορροπιών».
Η θεαματική οικονομική ανάπτυξη την οποία παρουσίασε η Τουρκία στις
αρχές της δεκαετίας 2000 ήταν αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων που ζήτησε η
Παγκόσμια Τράπεζα ως επακόλουθο της τουρκικής οικονομικής κρίσης του
2001. Με την εξασθένιση ή την αναστροφή των μεταρρυθμίσεων σημειώθηκε
επιβράδυνση του ρυθμού της οικονομικής ανάπτυξης. Παρά τη γιγαντιαία
πιστωτική επέκταση, η ραγδαία ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής δεν
είχε συνέχεια, λόγω της έλλειψης επενδύσεων που επέφερε η ευνοιοκρατία.
Οι οικονομικοί θεσμοί πλέον έχουν ενσωματωθεί στους πολιτικούς θεσμούς,
οι επενδύσεις υποδομών έχουν τεθεί υπό το μονοπώλιο ενός κλειστού
συστήματος επαφών (βλ. «Τίγρεις της Ανατολής») και το δικαστικό σύστημα
έχει πολιτικοποιηθεί πλήρως, χωρίς να επιτρέπει την αμερόληπτη εκδίκαση
των υποθέσεων.
Με τις Ερντογ-Ανομίες, η συστηματική πολιτικοποίηση του επιχειρηματικού
τομέα παρεμποδίζει την καινοτομία και την αναδιανομή των πόρων από
λιγότερο σε περισσότερο αποτελεσματικές εταιρείες, χωρίς να επιτρέπει
έτσι «νέο αίμα» να ρεύσει στην οικονομία, προκειμένου να δημιουργηθεί
νέα ανάπτυξη. «Βαθμιαία, ενισχύθηκε ο de jure (νομικός) και ο de facto
(εκ των πραγμάτων) έλεγχος της άρχουσας τάξης, εντατικοποιώντας την
άμβλυνση της διαφθοράς και την αυθαίρετη και απρόβλεπτη λήψη αποφάσεων.
Ως αποτέλεσμα, ανεξάρτητα του όποιου πακέτου κινήτρων, οι ξένοι δε
νοιώθουν πλέον ασφαλείς να επενδύσουν μακροπρόθεσμα στην Τουρκία και
συνεπώς η «καταχρηστική» τουρκική οικονομία φαίνεται να μένει από
καύσιμα.
Παραμένει, λοιπόν, ιδιαίτερα αμφίβολο, αν η Τουρκία θα μπορούσε ποτέ να
καταστεί αξιόπιστη για τη θέσπιση ενός εύρυθμου νομικού και θεσμικού
πλαισίου το οποίο θα εξουδετερώσει ή τουλάχιστον θα μειώσει την απουσία
διαφάνειας στην τουρκική εγχώρια αγορά. Μόνο μια τέτοιου βαθμού ριζική
μεταρρύθμιση της αγοράς θα μπορούσε να δημιουργήσει την αναγκαία
εμβάθυνση για τη σωστή λειτουργία της αγοράς του φυσικού αερίου.

Οι περιορισμοί του LNG
Όσο για τους υπέρμαχους του LNG που το βλέπουν ως απελευθερωτή για τις
ενεργειακά εξαρτώμενες χώρες, η Τουρκία μέχρι πρόσφατα εισήγαγε 4,4 δισ.
κυβικά μέτρα από την Αλγερία και 1,2 δισ. κυβικά από τη Νιγηρία και
μερικά φορτία LNG από αγορά άμεσης παράδοσης (spot).
Ο κύριος λόγος που το LNG, παρόλα τα πλεονεκτήματά του, δεν αποτέλεσε
ποτέ σημαντικό μέρος των τουρκικών εισαγωγών φυσικού αερίου είναι επειδή
η τιμή δεν ήταν ποτέ ανταγωνιστική σε σχέση με το ρωσικό αέριο που
φτάνει μέσω αγωγών. Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας (IEA), η
δυνατότητα επαναεροποίησης και η ικανότητα αποθήκευσης LNG της Τουρκίας
είναι σημαντικά περιορισμένες. Οι αμελητέες επενδύσεις LNG αποδίδονται
στα παγιωμένα ρυθμιστικά προνόμια που έχει συγκεντρώσει εδώ και χρόνια η
BOTAŞ, λόγω της έλλειψης ανταγωνισμού και των επιδοτήσεων.
Θα μπορούσαν επιπρόσθετες εισαγωγές LNG να αποτελέσουν τον καταλύτη για
την απελευθεροποίηση της τουρκικής αγοράς; Μετά την πτώση του ρωσικού
αεροσκάφους, υπήρξαν έντονες φωνές σε παγκόσμιο επίπεδο που ωθούσαν την
Τουρκία να αξιοποιήσει αυτή την ευκαιρία και να αντικαταστήσει το
εισαχθέν ρωσικό αέριο με LNG. Η τραγική ειρωνεία είναι ότι στις 16
Δεκεμβρίου το 2015 η Ρυθμιστική Αρχή Αγοράς Ενέργειας της Τουρκίας
προχώρησε στην αδικαιολόγητη ανάκληση των αδειών λειτουργίας 13
εταιρειών, μέσα στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν και εταιρείες εισαγωγής
LNG. Δύο βδομάδες πριν από αυτό το συμβάν, η BOTAŞ και η Κρατική
Εταιρεία Πετρελαίου του Κατάρ συνέταξαν εσπευσμένα Μνημόνιο Συναντίληψης
για μακροπρόθεσμο συμβόλαιο αγοραπωλησίας LNG με αρχική προμήθεια 1,2
δισ. κυβικών μέτρων ετησίως. Σύμφωνα με τον Ερντογάν: «Η Qatar Petroleum
εδώ και καιρό είχε την πρόθεση να επενδύσει στον τομέα LNG στην Τουρκία
[…]. Τόσο ο ιδιωτικός όσο και ο δημόσιος τομέας έχουν τερματικά
αποθήκευσης». (Κι) «Αυτή η επένδυση θα είναι μεταξύ κυβερνήσεων».
Συνεπώς, η BOTAŞ παραμένει ο εμπορικός βραχίονας του νεοοθωμανικού
«καταχρηστικού μηχανισμού» σε ολόκληρο τον ενεργειακό χώρο.

Η ρωσική διάσταση και η Gazprom
H BOTAS, βάσει του νόμου NGML 4646, όφειλε να μεταβιβάσει σταδιακά τα
συμβόλαια εισαγωγών φυσικού αερίου μέχρι το μερίδιο αγοράς που κατέχει
να μειωθεί στο 20% της ετήσιας εγχώριας κατανάλωσης. Από το 2015, όμως,
το ποσοστό παραμένει σταθερά στο 80%. Αυτό που βασικά έκανε η BOTAS ήταν
να μεταβιβάσει τα συμβόλαια εισαγωγής του ρωσικού φυσικού αερίου σε
επτά εταιρείες σε δύο φάσεις: H κρατική Gazprom της Ρωσίας ελέγχει και
την Bosphorus Gaz (η οποία διατηρεί περίπου το 5% της τουρκικής
κατανάλωσης) και την Avrasya Gaz, ενώ έχει καταθέσει αίτηση στην
τουρκική αντιμονοπωλιακή Αρχή για την απόκτηση πλειοψηφικού μεριδίου
στην AkfelGaz (η οποία κατέχει άλλο ένα 4,5% της τουρκικής κατανάλωσης
φυσικού αερίου). Οι επτά εταιρείες (Σχήμα 1) ήταν στα πρωτοσέλιδα του
Ιανουαρίου, ακολουθώντας τη διαφωνία Τουρκίας–Ρωσίας, λόγω της ατυχούς
κατάρριψης ρωσικού αεροσκάφους στα τουρκοσυριακά σύνορα. Στο πλαίσιο του
καθεστώτος οικονομικών κυρώσεων που επιβλήθηκαν από τη Ρωσία, η Gazprom
κοινοποίησε στις εταιρείες πως δεν θα είχαν πλέον τη δυνατότητα να
χρησιμοποιούν την έκπτωση της τάξεως του 10,25% που ήταν σε ισχύ από την
1η Ιανουαρίου 2015. Όταν οι τουρκικές εταιρείες αρνήθηκαν να πληρώσουν
ολόκληρο τον λογαριασμό, η Gazprom προχώρησε αυθαίρετα σε μείωση της
προμήθειας φυσικού αερίου κατά 10%. Για την ακρίβεια, η Gazprom είχε
υποσχεθεί την ίδια έκπτωση και στην BOTAS, αλλά καθυστερούσε την
εφαρμογή της, περιμένοντας πρώτα την Τουρκία να εγκρίνει την υλοποίηση
του αγωγού TurkStream. Αυτή η εξέλιξη αποδόμησε την προσπάθεια της BOTAS
να μειώσει την τιμή του φυσικού αερίου που είχε ανακοινώσει ο υπουργός
Ενέργειας Albayrak. Ανακεφαλαιώνοντας, ενώ το μερίδιο αγοράς της BOTAS
έμεινε σχεδόν αμετακίνητο για διάστημα δεκαπέντε ετών, η συμβιωτική
σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στην Gazprom και την BOTAS και τους
«κολαούζους» της έχει εξελιχθεί σε παρασιτική, εξαιτίας της τουρκικής
διαφθοράς και της συμφεροντολογικής ερμηνείας της απελευθεροποίησης
«κατά το δοκούν».

Κανείς δε χρειάζεται μια νέα Ουκρανία
Αυτό που προβληματίζει ιδιαίτερα σήμερα είναι η πλήρης αποσύνδεση της
πολιτικής ρητορικής και της ωμής πολιτικής πραγματικότητας. Σε μια
περίοδο όπου ο τουρκικός ενεργειακός χώρος βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση
με το ευρωπαϊκό «Gas Target Model» της απελευθερωμένης αγοράς φυσικού
αερίου της ΕΕ, ο Ευρωπαίος επίτροπος Ενέργειας παρατηρεί «μεγάλες
εξελίξεις στη χώρα από το 2007», φτάνοντας ακόμη και στο συμπέρασμα ότι
«το σημείο στο οποίο έχει φτάσει η Τουρκία είναι πολύ ευνοϊκό για το
άνοιγμα του Ενεργειακού Κεφαλαίου της διαδικασίας ένταξης της Τουρκίας
στην ΕE».
Χωρίς όμως την τήρηση της προϋπόθεσης μιας απελευθερωμένης αγοράς, πώς
ένας κόμβος θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό και την αποδοτικότητα», τη
στιγμή που η Τουρκία αντιμετωπίζει τόσες ρυθμιστικές αποκλίσεις και δεν
δείχνει καμία πολιτική βούληση να τις διορθώσει; Έτσι, η πεποίθηση ότι
ένας ενεργειακός κόμβος πρέπει να αντιμετωπίζεται ως μια απλή υπόθεση
«real estate» βασιζόμενη στην αυξανόμενη εγχώρια ζήτηση φυσικού αερίου
και σε έναν αμφίβολο αριθμό αγωγών, είναι τουλάχιστον ανησυχητική. Μήπως
η υλοποίηση έστω και κάποιων από αυτών των έργων θα δικαιολογούσε τον
ρόλο της Τουρκίας τουλάχιστον ως χώρας διέλευσης αγωγών; Ή τα
περισσότερα από αυτά θα ακυρωθούν ακολουθώντας το πεπρωμένο του
πολυδιαφημισμένου αγωγού Ναμπούκο, του οποίου η ματαίωση έρχεται σε
απόλυτη συμφωνία με τη μετάνοια του Βαβυλώνιου βασιλιά στο ομώνυμο έργο
του Βέρντι;
Η μετεξέλιξη της τουρκικής θεωρίας των «μηδενικών προβλημάτων με τους
γείτονες» σε «μηδενικούς γείτονες χωρίς προβλήματα» παραμένει ζοφερή,
παρά την παραίτηση του Νταβούτογλου και την πρόσφατη επαναπροσέγγιση της
χώρας με τη Ρωσία και το Ισραήλ. Υπό τις παρούσες συνθήκες η δημιουργία
ενός τουρκικού «Ενεργειακού Κόμβου Διέλευσης» εμπεριέχει σημαντικά
ρίσκα, τόσο για τους προμηθευτές όσο και για τους αγοραστές, και αυτά
πρέπει να συμπεριληφθούν στον υπολογισμό του συνολικού κόστους.
Πρωτίστως, οι πρόσφατες επιθέσεις σε αγωγούς οι οποίες οδήγησαν στη
διακοπή τροφοδοσίας τόσο πετρελαίου όσο και φυσικού αερίου αυξάνουν τα
κόστη ασφάλειας για επιτήρηση και προστασία των τόσο κρίσιμων γεωγραφικά
συγκεντρωμένων κολοσσιαίων υποδομών. Δεύτερον, το κόστος της ειρήνης
μεταξύ Κούρδων και Τούρκων ολοένα και αυξάνεται, μετά τα γεγονότα στη
Συρία που εξελίσσονται σε λερναία ύδρα για τον τουρκικό Στρατό. Τέλος,
το κόστος της πολιτικής αβεβαιότητας υπό τη διοίκηση του Ερντογάν
ανεβαίνει απότομα και δύναται να ανέβει ακόμη περισσότερο μιας και, όπως
έχει αποδειχθεί, ο Τούρκος Πρόεδρος δεν θα δίσταζε ποτέ να αποσπάσει
βαριά ανταλλάγματα από τη Δύση χρησιμοποιώντας τώρα (πέραν του
Μεταναστευτικού) και την Ενέργεια ως όπλο.
Τα τόσο αναγκαία αποθέματα φυσικού αερίου της Ανατολής (Εγγύς και
Μέσης) θα φτάσουν τελικά τους ευρωπαϊκούς τους προορισμούς μέσω
εναλλακτικών και λιγότερο αβέβαιων διαδρόμων. Όπως και στην περίπτωση
των αγωγών Nordstream 1 και 2, το κόστος για τον περιορισμό αυτών των
κινδύνων μπορεί να είναι μακράν μεγαλύτερο για τους επενδυτές σε
σύγκριση με το επιπρόσθετο κόστος κατασκευής που χρειάζεται, για να
αποφευχθεί η παγίδα του να μετατραπεί η Τουρκία σε μια «δεύτερη
Ουκρανία». Ο ηράκλειος άθλος, όμως, για την EE, είναι πρώτα να
προσδιορίσει και ύστερα να αντιμετωπίσει τον μονοπωλιακού χαρακτήρα
Νεο-Οθωμανικό «καταχρηστικό μηχανισμό». Προκειμένου να επιτευχθεί αυτό
θα πρέπει να διαχειριστεί την έλλειψη ανταγωνισμού και διαφάνειας στην
τουρκική εγχώρια αγορά και να επισπεύσει το σπάσιμο του μονοπωλίου της
BOTAS. Η ΕΕ καλείται να απαντήσει: Είναι άραγε μια επιπρόσθετη ευρωπαϊκή
οικονομική στήριξη προς την Τουρκία ή ακόμη και το άνοιγμα του
Ενεργειακού Κεφαλαίου επωφελή για τη Δύση; Με την Κυβέρνηση Ερντογάν στο
τιμόνι παραμένουν όλα αμφίβολα.

Τα υφιστάμενα συμβόλαια παρατείνουν το  status quo
Παρά την εμμονή της Ουάσινγκτον να απελευθερώσει τις Βρυξέλλες από το
μονοπώλιο της Gazprom, η Τουρκία αποτελεί μετά τη Γερμανία τον δεύτερο
μεγαλύτερο αγοραστή φυσικού αερίου της Ρωσίας, ενώ η Ρωσία παραμένει ο
μεγαλύτερος προμηθευτής φυσικού αερίου της Τουρκίας με πωλήσεις ύψους
6.5 δισ. δολάρια ετησίως. Αυτή η ανυπέρβλητη οικονομική αλληλεξάρτηση
αποδεικνύεται ότι δεν είναι τόσο εύθραυστη, όπως αρχικά εκτιμήθηκε.
Πρόκειται για μια σχέση θεμελιωμένη σε μακροχρόνια συμβόλαια που
ελέγχονται από διεθνείς κανονισμούς με βαριές αποζημιώσεις σε περίπτωση
αθέτησής τους χωρίς νόμιμη αιτιολογία. Λόγω του σημαντικού ύψους των μη
ανακτήσιμων δαπανών (sunk-cost) που απαιτούν αυτές οι τεράστιες
επενδύσεις, τα μακροχρόνια συμβόλαια παραμένουν σε ισχύ για πάνω από
20-25 χρόνια, περιλαμβάνοντας όρους «δέσμευσης υποχρεωτικής αγοράς»
(take-or-pay) που αντισταθμίζουν το ρίσκο για τους προμηθευτές. Όπως
λοιπόν η Τουρκία δεν μπορεί να σταματήσει την αγορά φυσικού αερίου από
τη Ρωσία, χωρίς να πληρώσει το πρόστιμο «δέσμευσης υποχρεωτικής αγοράς»,
έτσι και η Ρωσία δεν μπορεί να διακόψει την προμήθεια φυσικού αερίου
στην Τουρκία. Κατά συνέπεια και οι δύο χώρες, δυστυχώς για όλους τους
φιλόδοξους μνηστήρες-προμηθευτές LNG, πρέπει να υπομείνουν αυτόν τον
«δυσάρεστο γάμο». Αυτό εξηγεί, εν μέρει, γιατί ο Ερντογάν αποκατέστησε
τις σχέσεις του με τον Πούτιν.

* Ο Κωνσταντίνος Παπαλουκάς είναι ειδικός σε θέματα
Ενεργειακής Πολιτικής και έχει υπηρετήσει ως Επιστημονικός Συνεργάτης
του Think Tank Επιστημών και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου του
Harvard. Το άρθρο του Κύπριου ειδικού σε θέματα Ενεργειακής Πολιτικής ς
φιλοξενήθηκε στο τελευταίο ενημερωτικό δελτίο του Think Tank του
Πανεπιστημίου του Harvard. Kαι στο Newsletter του Harvard.

– See more at: http://www.philenews.com/el-gr/eidiseis-politiki/39/330733/oi-psevdaisthiseis–erntogan-gia-to-megaleio-tis-choras-tou#sthash.UxtthRsd.dpuf