Βίος λιτός και δεμένος
Μια και απευθύνομαι σε Νεοέλληνες οι οποίοι θεωρούν κάθε άποψη εφαλτήριο για ad hominem επιθέσεις, ξεκινάω ανορθόδοξα. Είμαι φανατικά υπέρ του λιτού βίου. Τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου τα πέρασα σε γκαρσονιέρες και σοφίτες. Με δύο τζιν και πέντε πουκάμισα για γκαρνταρόμπα. Και ήταν υπέροχα. Από το ’79 μέχρι το ’95 οδηγούσα έναν αρχαίο σκαραβαίο. Και το GOLF που έφερα από τη Γερμανία το ’95 το κράτησα άλλα 12 χρόνια. Διακοπές πηγαίνω πάντα σε ενοικιαζόμενα δωμάτια, σε νησιά άγονης γραμμής. Όταν βγω έξω προτιμάω λαϊκά ταβερνάκια. Θα μπορούσα να σας πω κι άλλα. Αλλά δεν έχουν καμία σημασία. Γιατί όλα αυτά είναι προσωπικές μου επιλογές. Γιατί έτσι μου αρέσει, που λέει και το slogan. Κανένας δεν με υποχρέωσε να ακολουθήσω αυτό το μοντέλο ζωής. Κι αν κάποια στιγμή αποφασίσω, εισοδήματος ή κεφιού επιτρέποντος, να κλείνω σουίτα σε πεντάστερο, πάλι δεν θέλω κανένας να κάνει κουμάντο στο πώς ξοδεύω τα λεφτά μου.
Βέβαια στην Ελλάδα της αριστερίστικης παράνοιας το τι σημαίνει «λεφτά μου» δεν είναι ξεκάθαρο. Υπάρχει μια διάχυτη αντίληψη πως αν ξεφύγεις πάνω από τον μέσο όρο αμοιβών, τα εισοδήματά σου τα… κλέβεις από όσους δεν ξέφυγαν. Δεν έχει σημασία αν εσύ δουλεύεις μέχρι τις 3 το πρωί, αν έχεις αναλάβει ευθύνες, αν έχεις πάρει ρίσκα, αν καρδιοχτυπάς κάθε φορά που πας να εισπράξεις επιταγή πελάτη μήπως ακούσεις τη λέξη «ακάλυπτη». (Γιατί την έχεις ακούσει πολλές φορές μέχρι τώρα. Κι έχεις φεσωθεί και το χρέος του πελάτη και τον ΦΠΑ και το φόρο.) Δεν έχει σημασία αν ο «άλλος» που δεν ξέφυγε, έχει σχολάσει στη 1 το μεσημέρι ή άντε, βία, στις 3. Δεν έχει σημασία ότι δεν ψάχτηκε ποτέ λίγο παραπάνω, δεν ξεγαντζώθηκε ποτέ από τη σιγουριά του μηνιάτικου. Το εισόδημά σου το θεωρεί και δικό του.
Δεν μιλάμε για τη στήριξη του κράτους πρόνοιας που είναι υποχρέωση όλων των φορολογουμένων και απαραίτητος συνεκτικός ιστός μιας κοινωνίας.
Αλλά για την… υποχρέωσή σου να με πληρώνεις επειδή ανήκω σε μια ισχυρή συντεχνία κι έχω εξασφαλίσει προνόμια ή επειδή είμαι απλώς τεμπέλης και έχω βρει τις άκρες μου στις πάσης φύσεως παροχές. Με ποια λογική; Με ποια ηθική; Και γιατί μόνο αναδιανομή του πλούτου; Κάνε και αναδιανομή των… απογευμάτων! Πάρε τα λεφτά μου και δώσε μου πίσω την έννοια «απόγευμα» που έχω να τη ζήσω 30 χρόνια τώρα. Ξέρεις, αυτό που γυρνάς νωρίς από τη δουλειά, παίρνεις έναν υπνάκο, και λες τι θα κάνουμε μέχρι το βράδυ; Θα πάμε βόλτα, θα βγούμε στα μαγαζιά, θα κάνουμε κανένα σπόρ, θα δούμε κανένα φίλο, θα πάμε σινεμά;
Την έννοια «απόγευμα» οι περισσότεροι αυτοδημιούργητοι δεν την έχουν ζήσει ούτε για δείγμα. Ούτε τα Σαββατοκύριακα. Μπορεί όλο αυτό να οφείλεται σε λατρεία του χρήματος που λένε μερικοί ή σε μόνιμο δημιουργικό οίστρο. Σε συμπλεγματική προσωπικότητα ή σε ψυχωσικά σύνδρομα. Μου έλεγε ένας πολύ δραστήριος, αλλά όχι πρώτο μπόι, επιχειρηματίας ότι επειδή τον κορόιδευαν στο σχολείο λόγω του ύψους του, είχε ορκιστεί στον εαυτό του να φτάσει ψηλά, να τους εκδικηθεί.
Απλοϊκή εξήγηση θα μου πεις, αλλά τι σε ενδιαφέρει; Τι σε ενδιαφέρουν τα κίνητρα οποιουδήποτε προσπαθεί να βγάλει περισσότερα; Σε ένα άλλο σύστημα αξιολόγησης μπορεί να είναι πάμφτωχος διότι ξόδεψε χρόνια σε συσκέψεις και λογαριασμούς και τα έχασε από τις μικρές χαρές της ζωής. Ναι, αλλά ήταν επιλογή του. Την έβρισκε μ’ αυτό που έκανε. Δικό του το (όποιο) κέρδος, δική του και η (όποια) χασούρα.
Άμα κουβεντιάσεις μαζί τους έχουν να σου διηγηθούν χιλιάδες ιστορίες κρατικής παράνοιας που τους βάζει εμπόδια σε κάθε τους βήμα. Πόσο πιο ψηλά θα είχαν πάει, πόσα περισσότερα χρήματα στην εθνική οικονομία θα είχαν φέρει, αν δεν τους στραγγάλιζε η γραφειοκρατία και δεν τους ανάγκαζε η υπερφορολόγηση να μεταφέρουν μέρος ή και το σύνολο των δραστηριοτήτων τους στο εξωτερικό; Διότι λέμε για το φοροφυγά, αλλά δεν λέμε για το φοροφαγά – το κράτος που, ό,τι και να του δώσεις, πάντα θα βρίσκει τρόπο να τα σπαταλάει, να του λείπουν και να μη σου δίνει ποτέ λογαριασμό.
Τα λεφτά μου λοιπόν που μου έμειναν μετά την άγρια φορολόγηση μπορώ να τα κάνω ό,τι θέλω. Να τα κάψω, να τα επενδύσω, να ταξιδέψω, να πετάξω γαρδένιες στα μπουζούκια, να αγοράσω πιάνο με ουρά, πίνακες, σκάφος, αεροπλάνο, υποβρύχιο, άλογο ή καμηλοπάρδαλη.
Μπορώ να φτιάξω πισίνα ή και δύο πισίνες για να πέφτω από τη μία στην άλλη. Το να μου επιβάλεις διά νόμου να ζω με ένα συγκεκριμένο τρόπο τον οποίο εσύ θεωρείς λιτό ενώ τον δικό μου τον θεωρείς επιδεικτικό είναι ο ορισμός του φασισμού. Είναι ανήθικο, είναι αντισυνταγματικό. Και το χειρότερο, για μια χώρα που προσπαθεί: είναι και αντιαναπτυξιακό.
Γιατί η πισίνα, που κοστίζει 10.000 ευρώ είναι επιδεικτική διαβίωση και η κοιλιά του Τσουκαλά είναι λιτή;
Να μη σου πω για τα ακίνητα του Στρατούλη.
Βάλε όριο και στις θερμίδες που μπορεί να καταναλώνει κάποιος τη μέρα! Γελάς; Το είχε κάνει ο Τσαουσέσκου.