Weather Icon

Η αντίδραση της ΕΕ στην Αραβική Άνοιξη: δύο χρόνια μετά, οι προκλήσεις παραμένουν (και μεγαλώνουν)

Μιλτιάδης Ν. Μακρυγιάννης, Δρ.*

Από τις πρώτες
ταραχές στην Τυνησία το Δεκέμβριο του 2010, ένα κύμα λαϊκής αγανάκτησης τάραξε
τον αραβικό κόσμο, με τους πολίτες του μεσογειακού νότου να ζητούν περισσότερη
δημοκρατία, αξιοπρέπεια και κοινωνική δικαιοσύνη.

Παρά την αρχική έκπληξη από
το μη αναμενόμενο μέγεθος των εξεγέρσεων, η Ευρωπαϊκή Ένωση, σχετικά γρήγορα,
αναγνώρισε τις προκλήσεις της οικονομικής και πολιτικής μετάβασης που
αντιμετωπίζει η περιοχή και, κυρίως, την ανάγκη υιοθέτησης μίας νέας
στρατηγικής προσέγγισης στις σχέσεις με τους μεσογειακούς γείτονες. Πολύ δε περισσότερο,
τη στιγμή που η διαμόρφωση ενός νέου γεωστρατηγικού σκηνικού στο νότο συμπίπτει
με μία βαθιά και ευρεία οικονομική κρίση που μαστίζει τους ευρωπαίους πολίτες
και δημιουργεί αμφιβολίες για τα ευρωπαϊκά μοντέλα ανάπτυξης.Αν και οι
αλυσιδωτές εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο δείχνουν να νομιμοποιούνται από την
ανάγκη των πολιτών για δημοκρατία και δικαιοσύνη, τα αποτελέσματα, δύο και
πλέον χρόνια αργότερα, προδιαγράφουν ένα αβέβαιο μέλλον. Η ευρωπαϊκή ανησυχία
μοιάζει να εντείνεται περαιτέρω (δικαιολογημένα) λόγω της διαφαινόμενης
επικράτησης ριζοσπαστικών ισλαμικών κινημάτων που τάσσονται (τουλάχιστον
αρχικά) υπέρ ενός άλλου μοντέλου διακυβέρνησης, ενδεχομένως ξένου προς τις
ευρωπαϊκές αξίες.

Αρχικές αντιδράσεις
Η ΕΕ προσπάθησε να
εμπλακεί πολιτικά ανοίγοντας έναν ευρύ γύρο πολιτικών συνομιλιών σε κυβερνητικό
και κοινοβουλευτικό επίπεδο, κυρίως μέσω συχνών επισκέψεων υψηλών αξιωματούχων
στη περιοχή, αλλά και σε επίπεδο μελών της κοινωνίας των πολιτών μέσω επαφών με
μέλη μη κυβερνητικών οργανώσεων που πρωτοστάτησαν στις διαμαρτυρίες.
Η πρώτη
ολοκληρωμένη στρατηγική ανταπόκριση της Ευρώπης στο φαινόμενο της Αραβικής Άνοιξης
ήρθε με την υιοθέτηση της Κοινής Ανακοίνωσης (Joint Communication) με τίτλο «Συνεργασία για τη δημοκρατία και την κοινή ευημερία με τη
νότια Μεσόγειο»[1]  στην οποία, μεταξύ άλλων, υπογραμμίζεται η
ανάγκη να υποστηριχθεί το θεμελιώδες δικαίωμα των γειτόνων για πολιτική
συμμετοχή, αξιοπρέπεια, ελευθερία και εργασία πάνω στη βάση του σεβασμού των ανθρώπινων
αξιών και των κοινών συμφερόντων. Προτείνεται δε, η αυξημένη υποστήριξη με τη
μορφή οικονομικής ενίσχυσης και προνομιακής πρόσβασης στην ευρωπαϊκή αγορά,
στις χώρες εκείνες που θα υιοθετήσουν το ταχύτερο δυνατό τις αναγκαίες
μεταρρυθμίσεις. Η προσέγγιση αυτή αναπτύσσεται διεξοδικά σε νέα Ανακοίνωση με
τίτλο «A new response
to a changing Neighborhood”[2]. Η
ΕΕ, ίσως για πρώτη φορά με τόσο ξεκάθαρο τρόπο, φαίνεται να δίνει μεγαλύτερη
βαρύτητα σε ζητήματα εκδημοκρατισμού επιθυμώντας (απαιτώντας?) απτές και άμεσες
αποδείξεις συμμόρφωσης και όχι απλά την υιοθέτηση πρόσκαιρων πολιτικών και
θεσμικών μεταρρυθμίσεων όπως έκανε μέχρι τώρα.
Η ΕΕ δεσμεύεται να
προσφέρει βοήθεια στους μεσογειακούς «συν – εταίρους» της προκειμένου αυτοί να
αντιμετωπίσουν δύο βασικές προκλήσεις:
Πρώτον, να χτίσουν
μία στέρεη δημοκρατία (deep
democracy)[3],
δεσμευόμενοι ότι όχι απλά θα καταρτίσουν δημοκρατικούς νόμους και θα
προχωρήσουν στη διεξαγωγή ελεύθερων και δίκαιων εκλογών, αλλά, περαιτέρω, θα
οικοδομήσουν ένα αποτελεσματικό και ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα, θα εδραιωθεί
η ελευθερία του τύπου, θα προστατευτεί η κοινωνία των πολιτών, θα καταπολεμηθεί
η διαφθορά, θα μεταρρυθμιστεί ο τομέας της δημόσιας τάξης και ασφάλειας και θα
υιοθετηθούν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που διαμορφώνουν μία ώριμη και
λειτουργική δημοκρατία.
Δεύτερον, θα
εξασφαλιστεί η συνολική και βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, χωρίς την οποία η
δημοκρατία δεν μπορεί να αποκτήσει ισχυρά θεμέλια. Μεγαλύτερη πρόκληση προς τη
κατεύθυνση αυτή είναι η εξασφάλιση θέσεων εργασίας για τους πολίτες.
Χαρακτηριστική
είναι η έκφραση ότι η ενίσχυση της ΕΕ θα στοχεύσει στα τρία Μ: Money, Mobility and Markets (Χρήματα, Κινητικότητα και Αγορές)[4].
Όσον αφορά στην
οικονομική ενίσχυση, τα ποσά που διατίθενται είναι πράγματι υψηλά. Η ΕΕ
αποφάσισε για τη περίοδο 2011-2013 τη διάθεση κονδυλίων που συνολικά αγγίζουν
τα 7 δις ευρώ. Πέραν αυτών, αποφασίστηκε η διάθεση μεγάλων ποσών με τη μορφή
δανείων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα
Ανάπτυξης και Ανασυγκρότησης, διατέθηκαν χρήματα μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων (πρόγραμμα
SPRING – Support for Partnership Reform and Inclusive Growth[5], πρόγραμμα Civil Society Facility, πρόγραμμα Erasmus Mundus), συν την άμεση καταβολή χρηματικής ενίσχυσης (περισσότερα από 150
εκατ. ευρώ) ως ανθρωπιστική βοήθεια για τη μεταναστευτική κρίση στη Β. Αφρική.
Όσον αφορά στη
κινητικότητα, η ΕΕ αποφάσισε την επέκταση του προγράμματος υποτροφιών και
ανταλλαγών και την διεύρυνση της συνεργασίας με τα πανεπιστημιακά ιδρύματα της
Ευρώπης. Περαιτέρω, δόθηκε το πράσινο φως προκειμένου να ξεκινήσουν οι
διαπραγματεύσεις για τη διευκόλυνση των διαδικασιών έκδοσης βίζα και τις
συμφωνίες επανεισδοχής των μεταναστών.
Τέλος, αναφορικά με
τις αγορές, αποφασίστηκε η βελτίωση των συνθηκών πρόσβασης των μεσογειακών
προϊόντων και υπηρεσιών στη κοινή ευρωπαϊκή αγορά που θα περιλαμβάνει, όχι μόνο
την απάλειψη των δασμών (υπό αυστηρές προϋποθέσεις), αλλά θα καλύπτει και όλα
τα διαδικαστικά θέματα που αφορούν στο εμπόριο, όπως η προστασία των επενδύσεων
και οι δημόσιες προμήθειες.
Επιπλέον, η ΕΕ
δεσμεύτηκε να εξακολουθήσει να στηρίζει τις οργανώσεις της κοινωνίας των
πολιτών με δράσεις που απαυθύνονται σε κάθε χώρα εταίρο ξεχωριστά αλλά και μέσω
της ενίσχυσης των υπαρχόντων ευρωμεσογειακών θεσμών. Ευρωπαϊκοί φορείς θα συνδιαλέγονται
συστηματικότερα με οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και θα προετοιμάζονται
σχέδια κοινής δράσης και συνεργασίας, τα οποία θα χρηματοδοτούνται,
διευκολύνοντας την ανάπτυξη του πολιτικού διαλόγου.
Στο πλαίσιο των
πρωτοβουλιών αυτών, η ΕΕ όρισε ειδικό εντεταλμένο[6]
για τη νότια Μεσόγειο με κύρια αποστολή την ενδυνάμωση του πολιτικού διαλόγου
και την εξασφάλιση του βέλτιστου συντονισμού των διαδικασιών συνεργασίας μεταξύ
των μεσογειακών συν-εταίρων και των ευρωπαϊκών θεσμών, των ευρωπαϊκών κρατών,
των εμπλεκόμενων τραπεζών και του ιδιωτικού τομέα.
Μία πρώτη αποτίμηση
Μέσα σε αυτά τα δύο
χρόνια, παρά τις δυσκολίες, μοιάζει να υπάρχει κάποια, μικρή έστω, βελτίωση ως
προς την προώθηση των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων στη περιοχή λόγω της Αραβικής
Άνοιξης, οι οποίες σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να αγνοηθούν. Για πρώτη φορά
πραγματοποιήθηκαν ελεύθερες και δημοκρατικές εκλογές σε πολλές χώρες του μεσογειακού
νότου, μη κυβερνητικές οργανώσεις και οργανώσεις πολιτών αναδείχθηκαν,
ενισχύθηκε η ελευθερία της έκφρασης και αποδυναμώθηκε ο ρόλος των ενόπλων
δυνάμεων κλπ.. Πρόκειται για μία πρώτη εφαρμογή σημαντικών μεταρρυθμίσεων, οι
οποίες βέβαια, προκειμένου να εδραιωθούν οριστικά και αποτελεσματικά, θα
περάσουν αρκετά χρόνια. Ωστόσο, ο μακροπρόθεσμος στόχος μίας δημοκρατικής και
ευημερούσας περιοχής στα νότια της Ευρώπης απαιτεί υπομονή και πιστή δέσμευση
και από τις δύο πλευρές.
Όσον αφορά δε, στα
ζητήματα ασφάλειας, αυτά παραμένουν ανοικτά και μάλλον διογκώνονται μετά τις
τελευταίες εξελίξεις στη Συρία και την εμφύλια διαμάχη που επηρεάζει άμεσα τις
γειτονικές σε αυτήν χώρες[7].
Ιδιαίτερη ανησυχία προκαλούν και οι εξελίξεις τόσο στη Λιβύη, όσο και η γενικότερη
αστάθεια στη περιοχή με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τις αναταραχές στο Μάλι
και τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Αλγερία.
Την ίδια στιγμή,
έντονα φαινόμενα κοινωνικής αποσταθεροποίησης εμφανίζονται σε πολλές αραβικές
χώρες λόγω εσωτερικών πολιτικών διενέξεων[8]
αλλά και της κακής οικονομικής κατάστασης. Μία βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη
αποτελεί το σημαντικότερο βήμα για την εδραίωση των δημοκρατικών θεσμών και
κύριο μέλημα της ΕΕ είναι η ενίσχυση προς τη κατεύθυνση δημιουργίας θέσεων
εργασίας και φιλικού επενδυτικού κλίματος. Άλλωστε, πεποίθηση των ευρωπαίων
είναι ότι μία πιθανή οικονομική κατάρρευση θα οδηγήσει σε αποτυχία τις
σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις. Ως εκ τούτου, η οικονομική και πολιτική ενίσχυση από
τη πλευρά της ΕΕ είναι απαραίτητη τώρα περισσότερο από ποτέ.
Διφορούμενα μηνύματα
Εκ πρώτης, φαίνεται
ότι η διαφαινόμενη (οικονομική) γενναιοδωρία των ευρωπαίων αποτελεί το  κατάλληλο φάρμακο, σε πρώτο στάδιο
τουλάχιστον, για τη διευθέτηση, ή τουλάχιστον την εξομάλυνση της κρίση στη περιοχή,
εντούτοις, τα μηνύματα που εκπέμπονται από τις Βρυξέλλες είναι μάλλον
διφορούμενα.
Κοντεύουν είκοσι
χρόνια από την υπογραφή της Διακήρυξης της Βαρκελώνης (1995)[9]
και δεκατρία από την υιοθέτηση της κοινής στρατηγικής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου
για τη Μεσόγειο (2000)[10] και
η περιοχή μοιάζει να ταράσσεται περισσότερο από ποτέ απαιτώντας (επιτέλους) μία
συνολική και ειλικρινή ευρωπαϊκή αντίδραση, η οποία θα περιλαμβάνει
επαναπροσδιορισμό των στόχων. Η υιοθέτηση των αναγκαίων δημοκρατικών
μεταρρυθμίσεων στη βόρειο Αφρική αποτελεί στόχο ύψιστης σημασίας για την
Ευρώπη. Εφόσον θεμελιωθούν ανοικτές και δημοκρατικές κοινωνίες, μία περιοχή που
μέχρι σήμερα δημιουργούσε μεγάλο «πονοκέφαλο» στη γηραιά ήπειρο, δύναται να
εξελιχθεί σε πεδίο σημαντικών οικονομικών ευκαιριών, προσφέροντας ταυτόχρονα
λύση (εν μέρει τουλάχιστον) στα αιώνια προβλήματα της μετανάστευσης και της
εμφάνισης εξτρεμιστικών κινημάτων και ενισχύοντας την ευρωπαϊκή επιρροή στη
Μέση Ανατολή.
Νέες συνταγές
διαλόγου απαιτούνται καθώς οι μεσογειακοί συν-εταίροι εξακολουθούν (όπως
ακριβώς από τη πρώτη στιγμή της έναρξης του διαλόγου) να αισθάνονται ότι η
συνεργασία μεταξύ αυτών και των ευρωπαίων όχι μόνο έχει «πατριαρχικό»
χαρακτήρα, αλλά περαιτέρω, έχει υποβαθμιστεί στη κλίμακα προτεραιοτήτων της
Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η βαθιά οικονομική κρίση, η διαδικασία διεύρυνσης της ΕΕ
προς τα δυτικά Βαλκάνια, το αυξημένο ενδιαφέρον προς άλλες περιοχές όπως π.χ. η
Ρωσία, δημιουργούν στις κυβερνήσεις και τους πολίτες της νότιας Μεσογείου αισθήματα
περιθωριοποίησης. Το γεγονός ότι η νέα ευρωπαϊκή πρόταση δεν αποτελεί παρά συνέχεια
με διαφορετικό «περιτύλιγμα» του μέχρι σήμερα αποτυχημένου μοντέλου
συνεργασίας, δεν αποτελεί προϊόν ουσιαστικού διαλόγου και γίνεται πάντα με την
Ευρώπη σε θέση ισχύος, δημιουργεί αρνητικούς συνειρμούς στους λαούς του
μεσογειακού νότου.
Πολύ δε,
περισσότερο, από τη στιγμή που, μέχρι σήμερα, η ΕΕ συνεργαζόταν οικονομικά και
πολιτικά με αυτά τα αυταρχικά καθεστώτα, για την αποκαθήλωση των οποίων οι λαοί
της περιοχής ξεσηκώθηκαν και μάχονται δυναμικά. Ενδεχομένως, για κάποιους
ευρωπαίους ηγέτες, τα καθεστώτα αυτά να αποτελούσαν μία μορφή εγγύησης για τη σταθερότητα
στη Μεσόγειο, ωστόσο, τα μηνύματα που τώρα αναδίδονται  δημιουργούν μέγιστη σύγχυση. Η μέχρι πριν λίγο
ανοχή και υποστήριξη των αντιδημοκρατικών καθεστώτων της περιοχής βρίσκεται σε
ευθεία αντίθεση με τις αξίες και το πνεύμα του πολυδιαφημιζόμενου ευρωπαϊκού
πολιτισμού που η ΕΕ προσπαθεί να εξάγει και μερικές φορές, με τρόπο άκομψο, να
επιβάλλει, και να προάγει στις σχέσεις της με άλλα κράτη και άλλους λαούς. Αυτή
η αναντιστοιχία πράξεων και προθέσεων δημιουργεί κλίμα αμφισβήτησης των
αληθινών στόχων  της Ευρώπης καθιστώντας
τη ρητορική της ΕΕ και των θεσμών της μη αξιόπιστη, ανειλικρινή και σε κάθε
περιπτωση καθόλου ελκυστική. Η πολιτική ατμόσφαιρα επιβαρύνεται και από την
ανομοιογένεια των νέων πρωταγωνιστών της περιοχής. Τα απολυταρχικά καθεστώτα
διέθεταν αν μη τι άλλο ομοιογένεια και σε κάθε περίπτωση η ΕΕ είχε μάθει πώς να
διαπραγματεύεται μαζί τους επιβάλλοντας (κατά το δυνατόν) τους όρους της. Τώρα,
η εμφάνιση νέων και ως επί το πλέιστον ριζοσπαστικών δυνάμεων, καθιστά το
διάλογο και τις διαπραγματεύσεις υπόθεση δύσκολη και ακανθώδη.
Παραβλέψεις, προβλήματα, προσεγγίσεις
Ένα ακόμα ζήτημα που
φαίνεται να εξακολουθεί να παραμένει στο περιθώριο  της νέας ευρωπαϊκής στρατηγικής, έχει να κάνει
με την ανάγκη ενίσχυσης της περιφερειακής συνεργασίας στη νότια Μεσόγειο. Αν
και η Ευρώπη διαθέτει μεγάλη εμπειρία στον τομέα αυτόν, μέχρι σήμερα,
προτιμούσε να διαπραγματεύεται με κάθε μία χώρα ξεχωριστά. Οι χώρες της
περιοχής παρέμεναν απομονωμένες[11]
και οι μεταξύ τους εμπορικές και άλλες οικονομικές συναλλαγές ήταν και
παραμένουν σχεδόν μηδαμινές. Στο μεσογειακό χώρο η εμπορική πρακτική
περιορίζεται σε συναλλαγές μεταξύ βορρά – νότου και σε εξαιρετικά σπάνιες
περιπτώσεις μεταξύ των χωρών της βορείου Αφρικής. Στο πλαίσιο αυτό, το Μαρόκο
για παράδειγμα, εισάγει προϊόντα και ηλεκτρικό ρεύμα από την Ισπανία, την ίδια
στιγμή που κρατά τα σύνορα του με την Αλγερία κλειστά. Ωστόσο, η
ενδοπεριφερειακή συνεργασία αποτελεί θεμελιώδες συστατικό για την οικονομική
ανάπτυξη και η ενθάρρυνση των ευρωπαίων προς τη κατεύθυνση αυτή θα βοηθήσει
παράλληλα και την εμπέδωση της δημοκρατίας. Η αποκαθήλωση των συστημάτων
προστατευτισμού που εφαρμόζονταν από τις αυταρχικές κυβερνήσεις μέχρι σήμερα θα
πρέπει να αναγνωριστεί ως βασικό συστατικό για την επιτυχία της Αραβικής
Άνοιξης και η Ευρώπη οφείλει να βρει τρόπους ενίσχυσης της περιφερειακής
συνεργασίας προσφέροντας καταρχήν τεχνογνωσία, αλλά και τη προοπτική μίας
θεσμικής συνεργασίας με την ΕΕ[12].  Οι διμερείς συμφωνίες στις οποίες μέχρι
σήμερα προσανατολιζόταν η ΕΕ ενισχύουν το ευρωκεντρικό μοντέλο και δεν βοηθούν
στην ενδυνάμωση των εμπορικών/οικονομικών συναλλαγών μεταξύ των μεσογειακών
εταίρων. Αυτό θα πραγματοποιηθεί μόνο μέσω της ενίσχυσης μεγάλων περιφερειακών
σχεδίων (όπως για παράδειγμα η ανάπτυξη προγράμματος εκμετάλλευσης της ηλιακής
ενέργειας), δράση που θα βοηθήσει σημαντικά (οικονομικά) και τις χώρες του
ευρωπαϊκού νότου.
Αν στα παραπάνω
προστεθούν και τα «εσωτερικά» προβλήματα της ΕΕ που κυρίως έχουν να κάνουν με
τη συνεχιζόμενη βαθιά ύφεση της οικονομίας που αναμφίβολα οδηγεί σε κοινωνική και
πολιτική κρίση, τον ουκ ολίγες φορές  διαφαινόμενο ανταγωνισμό των κρατών μελών
(βορράς – νότος), την συνεχιζόμενη αδυναμία υιοθέτησης μίας κοινής και
ξεκάθαρης εξωτερικής πολιτικής, γίνεται αντιληπτό το μέγεθος της δυσκολιών που
αντιμετωπίζει η ΕΕ στο σχέδιο «κυριαρχίας» επί των αραβικών εταίρων. Εξαιτίας
μάλιστα αυτών των δυσκολιών, το ευρωπαϊκό στρατηγικό πλάνο και οι επιθυμητοί
στόχοι, δύο χρόνια μετά το ξέσπασμα των πρώτων ταραχών στη περιοχή, δεν
φαίνεται να έχουν επιτευχθεί[13].
Ιδιαίτερα το ζήτημα
της βαθιάς οικονομικής ύφεσης αποτελεί μέγιστο αποτρεπτικό παράγοντα όχι μόνο
για την ΕΕ ως σύνολο αλλά κυρίως για τα επιμέρους κράτη μέλη. Κυρίως για τα
κράτη μέλη του ευρωπαϊκού νότου που βρίσκονται στο επίκεντρο αυτής της κρίσης[14]. Η
Ελλάδα, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, ακόμα και η Γαλλία, έχουν σχεδόν
μηδενίσει τη πολιτική τους δράση προς τη κατεύθυνση αυτή. Υπό το βάρος των
εσωτερικών οικονομικών προβλημάτων, αδυνατούν να αναπτύξουν μακροπρόθεσμες
στρατηγικές για τη περιοχή ή να αναλάβουν δραστικές πρωτοβουλίες προκειμένου να
αναθερμάνουν μία πανευρωπαϊκή (επανα)προσέγγιση.
Ωστόσο, αυτή η
οικονομική κρίση ίσως μπορεί να αποτελέσει την κινητήρια δύναμη προκειμένου ο
ευρωπαϊκός νότος να αναλάβει τα ηνία της συνολικότερης ευρωπαϊκής πολιτικής για
τη Μεσόγειο. Οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου αποτελούν τους κατεξοχήν εμπορικούς
εταίρους των βορειαφρικανικών χωρών και έχουν τη δυνατότητα να αποκομίσουν
πολλά οφέλη από μία ισχυρή και περισσότερο συντονισμένη εμπλοκή τους στην κοινή
οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Η απαραίτητη αύξηση της παραγωγικότητας, οι
αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στον τραπεζικό και εμπορικό τομέα, η αναγκαία ενίσχυση
της καινοτομίας και η αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημοσίου τομέα,
ενδέχεται να οδηγήσουν μία ώρα γρηγορότερα στην πολυπόθητη ανάπτυξη των χωρών
του ευρωπαϊκού νότου, αν στις σχεδιαζόμενες στρατηγικές ανάπτυξης  συμπεριληφθεί (οικονομικά) και ο ευρύτερος
μεσογειακός χώρος.
Αυτό μπορεί να
επιτευχθεί εφόσον εστιάσουν σε συγκεκριμένα αναπτυξιακά πλάνα που θα
ανταποκρίνονται στις ανάγκες των μεσογειακών αγορών και θα αντιμετωπίσουν τις
χώρες του μεσογειακού νότου ως συνεταίρους και όχι απλά ως μία ακόμα περίπτωση
αποκόμισης βραχυπρόθεσμου κέρδους. Είναι η κατάλληλη στιγμή να επικεντρωθούν οι
προσπάθειες σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (προκειμένου να επιτευχθεί και ο
εκδημοκρατισμός της οικονομικής ανάπτυξης), να δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης
στους υποψήφιους επενδυτές και να σχηματιστεί επιτέλους μία ανταγωνιστική
οικονομική περιφέρεια.
Αλλά και σε
πολιτικό επίπεδο, οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου έχουν να προσφέρουν πολλά στον
εκδημοκρατισμό των χωρών της απέναντι ακτής. Ανέκαθεν στα θέματα προώθησης των
δημοκρατικών ιδεωδών οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου είχαν πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ενδεχομένως τούτο οφείλεται στις κοινωνικό-πολιτικές ιδιαιτερότητες της
περιοχής, όπως αυτές διαμορφώθηκαν με το πέρασμα των αιώνων, ή στον (έστω
προσωρινό) περιορισμό των δημοκρατικών αξιών που βίωσαν η Ιταλία, η Ελλάδα, η
Ισπανία και η Πορτογαλία, με διαφορετικό τρόπο η καθεμία, κατά τη διάρκεια του
προηγούμενου αιώνα και οι εμπειρίες τους από την επίπονη μετάβαση στη
δημοκρατία, μέσω διχασμών και αιματηρών αντιπαραθέσεων. Αυτή η ομοιότητα των
εμπειριών στις δύο ακτές είναι ικανές να οδηγήσουν στη δημιουργία κλίματος
συμπάθειας μεταξύ ευρωπαϊκού νότου και αφρικανικού βορρά. Η ΕΕ αρέσκεται στις
σχέσεις της με τους μεσογειακούς της εταίρους να προσεγγίζει το θέμα
«δημοκρατία» μέσα από τη διαδικασία πολιτικών προαπαιτούμενων, καθορισμού
προτύπων δράσεων και συμπεριφορών και «επιβολής» πολιτικού διαλόγου, συχνά
(άλλωτε ακούσια και άλλωτε εκούσια) προκαλώντας και «αναστατώνοντας» τις
αντιαποικιοκρατικές ευαισθησίες των κατοίκων της περιοχής, οι οποίες ήδη
οξύνονται από κάποιες εθνικιστικές κραυγές που ακούγονται μέσα από τις ταραχές[15].
Επιπλέον, η φύση της ΕΕ ως μία διακυβερνητική και υπερεθνική θεσμική οντότητα,
της επιτρέπει να δραστηριοποιείται σε κυβερνητικό επίπεδο, παρέχοντας την αδιαμφησβήτητη
και πολύτιμη εμπειρία της σε ζητήματα θεσμικών μεταρρυθμίσεων. Οφείλει όμως να δραστηριοποιηθεί
ανάλογα και σε επίπεδο πολιτών. Και στο σημείο αυτό, οι χώρες του ευρωπαϊκού
νότου, μέσω πολιτικών σχηματισμών, εθνικών κοινοβουλίων, ιδρυμάτων, πανεπιστημίων,
μη κυβερνητικών οργανώσεων κλπ.  έχουν τη
δυνατότητα με πιο εύκολο τρόπο να διευρύνουν το διάλογο με τις νέες ηγεσίες και
τους νεοεκλεγμένους άρχοντες και να ανταλλάξουν απόψεις και εμπειρίες για τη
δημιουργία σταθερών δημοκρατικών πολιτικών θεσμών και δημοκρατικής κουλτούρας.
Η μετάβαση των
χωρών της νότιας Μεσογείου προς τη δημοκρατία απαιτεί χρόνο και είναι βέβαιο
ότι στη πορεία αυτή θα παρουσιαστούν τεράστιες προκλήσεις. Η ΕΕ οφείλει να
παρακολουθεί τις εξελίξεις αναλαμβάνοντας ρόλο πρωταγωνιστή και παραμένοντας
σταθερά προσηλωμένη σε μία ειλικρινή προσπάθεια προκειμένου να καθιερωθούν
σταθερές μορφές συνεργασίας και συνδιαχείρισης με τους γείτονες. Έγκειται στην
ηθική δέσμευση της ΕΕ να δρομολογήσει το μέλλον της και τις εξωτερικές σχέσεις
της με τις γείτονες χώρες βασιζόμενη στη βούληση για συνεργασία και
συγκαταβατικότητα παρά στη βούληση της δύναμης (οικονομικής και πολιτικής). Σε
διαφορετική περίπτωση, αν η νέα προσπάθεια συνεργασίας εξαντληθεί σε ευχολόγια
και σε μία νέα μορφή επιθετικής και επεκτατικής εμπορικής/οικονομικής
πολιτικής, τότε, κάποιοι ενδεχομένως να είναι ευχαριστημένοι αλλά είναι σχεδόν
σίγουρο ότι οι επόμενες μαζικές διαμαρτυρίες θα είναι πολύ πιο δυναμικές και
βίαιες από τις  προγενέστερες.
Βιβλιογραφία
Nathalie Tocci – Lapo Pistelli
“Europe’s Middle East policies: a southern European twist, openDemocracy (www.opendemocracy.net)
Nick Witney – Antony Dworkin “A power audit on EU-North Africa
relations”, European Council on Foreign Relations (http://ecfr.eu/page/-/ECFR62_NAPA_REPORT.pdf)
EU documents, A70/13, EU’s
response to the “Arab Spring”: The State-of-Play

Europa Press Release, The EU’s response to the ‘Arab Spring’, Reference: MEMO/11/918 (http://europa.eu/rapid/press-release_MEMO-11-918_en.htm)

Daniela Huber, «“Mixed
Signals” Still? The EU’s Democracy and Human Rights Policy Since the Outbreak
of the Arab Spring», Instituto
Affari Internazionali
, Working paper 12/13, May 2012

Europeaid – Development and
Cooperation, “EU Response to the Arab Spring”, 30.03.2012 (http://ec.europa.eu/europeaid/where/neighbourhood/arab_spring/index_en.htm)

Hanaa Ebeid, «The EU and the Arab spring, one year
after: a view from the South», EuroMeSCo,
brief n.38, 18.04.2012

EU Neighbourhood Info Centre, The EU’s response to the ‘Arab Spring’, Press Packs,
14.05.2012 (http://www.enpiinfo.eu/mainmed.php?id=291&id_type=3&lang_id=450)

Andrea Teti, “Europe and
NATO’s response to the Arab Uprisings”, 07.05.2012,  openDemocracy (www.opendemocracy.net/print/65654)
Delivering on a New European
Neighbourhood Policy
, Joint
Communication to the European Council, the European Parliament, the Council,
the European Economic and Social Committee and the Committee of the Regions.
European Commission. JOIN (2012) 14 Final, May 15, 2012, 22 p.

Andrea Teti, “The EU’s First Response
to the ‘Arab Spring’: A Critical Discourse Analysis of the Partnership for
Democracy and Shared Prosperity
”, Mediterranean Politics, 17:3, 266-284, October 2012

Timo Behr, “After the Revolution: The EU and the Arab Transition”, Notre Europe, April 2012, 46 p.

*Ο Μιλτιάδης Ν. Μακρυγιάννης είναι Προϊστάμενος του Τμήματος
Περιφερειακών Διασκέψεων και Συνεργασιών της Βουλής των Ελλήνων και έχει
βραβευτεί από την Κοινοβουλευτική Συνέλευση της Μεσογείου (Parliamentary Assembly of the Mediterranean) για τη προσφορά του στην
ενδυνάμωση της κοινοβουλευτικής διπλωματίας στη περιοχή της Μεσογείου.

[1] Joint Communication to the European Council, the
European parliament, the Council, the European Economic and Social Committee
and the Committee of the Regions: A Partnership for Democracy and Shared
Prosperity with the Southern Mediterranean
(http://eeas.europa.eu/euromed/docs/com2011_200_en.pdf)
[2]
http://ec.europa.eu/world/enp/pdf/com_11_303_en.pdf
[3]
http://europa.eu/rapid/press-release_IP-11-268_en.htm
[4] Αναφορά της επικεφαλής της ευρωπαϊκής εξωτερικής πολιτικής Catherine Ashton
(http://www.enpi-info.eu/medportal/news/latest/24485/Money,-Market-access,-Mobility-%E2%80%93-three-Ms-to-underpin-EU-support-to-its-southern-neighbours)
[5] Το πρόγραμμα SPRING
υιοθετήθηκε το Σεπτέμβριο του 2011 και αφορά στη χρηματική βοήθεια ύψους 350
εκ. Ευρώ για την ενίσχυση της διαδικασίας δημοκρατικής μετάβασης και για την αειφόρο
οικονομική ανάπτυξη, «EU response to the Arab spring: the SPRING programme», MEMO/11/636, 27.09.2011,
http://europa.eu/rapid/pressReleasesAction.do?reference=MEMO/11/636&format=HTML&aged=0&language=EN&guiLanguage=en
[6] Ο
κ. Bernardino León ορίστηκε ως EU Special Representative για τη περιοχή
της νότιας Μεσογείου στις 18 Ιουλίου 2011
[7] Χιλιάδες πρόσφυγες βρίσκουν καταφύγιο στη Τουρκία, το Ιράκ, την
Ιορδανία και το Λίβανο καθιστώντας υψηλό το κίνδυνο μετάδοσης της σύρραξης και
έξω από τα σύνορα της Συρίας.
[8] Με την επικράτηση ισλαμικών κινημάτων
[9] http://ec.europa.eu/research/iscp/pdf/barcelona_declaration.pdf
[10] http://www.consilium.europa.eu/uedocs/cmsUpload/mediEN.pdf
[11] Μεγάλη ευθύνη βέβαια για αυτό φέρουν οι ολοκληρωτικές κυβερνήσεις τους
που προτιμούσαν  να κρατούν τις κοινωνίες
κλειστές ώστε να προστατέψουν τα κεκτημένα τους
[12] Υπάρχει μία πρωτοβουλία της Τυνησίας προκειμένου να αναβιώσει η Arab Maghreb Union, η οποία περιλαμβάνει τη Τυνησία, το Μαρόκο, την Αλγερία, τη Λιβύη και
την Μαυριτανία.
[13] Η ΕΕ φαίνεται να έχει αποτύχει σε μία σειρά από δεσμεύσεις της όπως
για παράδειγμα στο θέμα της νόμιμης μετανάστευσης και μετακίνησης πολιτών όπου
δεν έχει σημειωθεί η παραμικρή πρόοδος, γεγονός που ενθαρρύνει περαιτέρω τη
παράνομη μετανάστευση και την αντιμετώπιση της από τα ευρωπαϊκά κράτη μέλη με
όλο και αυστηρότερες μεθόδους.
[14] Πολύ δύσκολα μπορεί να φανταστεί κάποιος μία ευρωπαϊκή στρατηγική για
τη Μεσόγειο χωρίς την άμεση συμμετοχή των χωρών του ευρωπαϊκού νότου. Ιστορικά,
όλες οι πρωτοβουλίες της ΕΕ για τη Μεσόγειο, όπως ο Ευρω-Αραβικός Διάλογος ήδη
από τη δεκαετία του 70’, η Ευρωμεσογειακή Συνεργασία και η πρωτοβουλία 5+5 τη
δεκαετία του 90’ και η Ένωση για τη Μεσόγειο το 2000, ξεκίνησαν από τη νότια
Ευρώπη
[15] Χαρακτηριστική η άρνηση της Αιγύπτου (μετά Μουμπάρακ) να αρνηθεί τη
προσφορά της ΕΕ για παροχή βοήθειας στην αναδιοργάνωση των σωμάτων ασφαλείας
και την παρατήρηση των εκλογών

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube