Weather Icon
Αιγαίο , Ενεργειακά-Αγωγοί 5 Ιανουαρίου 2013

Σκέψεις γύρω από τις ΑΟΖ, τους υδρογονάνθρακες και τον ορυκτό πλούτο

Της Έφης Κωτσάκη

Όταν έπρεπε να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή και να εκμεταλλευθεί τον εθνικό πλούτο, το 1990-2000-2005, και να μην καταχρεώσει τη χώρα, έπραττε τα ακριβώς αντίθετα. Τώρα πάλι, όταν πριν απ’ όλα πρέπει να διαπραγματευθεί το σημαντικό “κούρεμα” του χρέους και μετά να προχωρήσει σε είσπραξη πόρων, πράττει ακριβώς το αντίθετο

Στα τέλη του 2009 ο Γ. Παπανδρέου, και λίγο αργότερα, στις αρχές του 2010, ο Θ. Πάγκαλος διαβεβαίωναν ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε πετρέλαιο, ή, εν πάση περιπτώσει, αν υπάρχει, είναι ανάξιο λόγου. Δύο χρόνια μετά, ολόκληρη η χώρα παραδόθηκε στο νέο εθνικό σπορ της ΑΟΖολογίας, όπου η εκμετάλλευση των πρώην ανύπαρκτων ή ασήμαντων, στο μεταξύ μετουσιωμένων σε υπερβέβαιων και σημαντικότατων κοιτασμάτων, θεωρείται πως αποτελεί λύση για κάθε νόσο της οικονομικής και πολιτικής ζωής μας. Παρακάτω αναλύουμε μια σειρά ζητημάτων: Ποιος και πώς εξυπηρετείται από τη συζήτηση περί ΑΟΖ; Προσθέτει κάτι επιπλέον η ΑΟΖ στις δυνατότητες της υφαλοκρηπίδας; Είναι απαλλαγμένη από κινδύνους (και αν όχι, τι είδους) η πρόσφατη μεγάλη φούρια μας; κ.λπ.
Ξεκινάμε με μια διαπίστωση: Σε αντίθεση με την απόλυτη και απολύτως ύποπτη αδιαφορία που επί δεκαετίες έδειξε η άρχουσα πολιτική τάξη της χώρας για τον ορυκτό πλούτο μας, που οδήγησε σε πλήρη αδράνεια αναζήτησης και σε κατεδάφιση κάθε σχετικού κρατικού φορέα, ξαφνικά τα 1-2 τελευταία χρόνια η κατάσταση αντιστράφηκε: στη μισή περίπου επικράτεια της χώρας, δυτικά και νότια, ξεκίνησαν γοργές διαδικασίες αναζήτησης και, στην υπόλοιπη, κυρίως στην ανατολική, δημιουργείται πολιτικό κλίμα ισχυρής πίεσης για έρευνες, που σύντομα θα είναι δύσκολα αναστρέψιμο.

Η παραπάνω διαίρεση σε δυτικά, νότια και ανατολικά δεν είναι γεωγραφικής, αλλά πολιτικής τάξης, και σχετίζεται άμεσα με τα προβλήματα με την Τουρκία, αλλά ακουμπά και κρίσιμα ζητήματα σχέσεων με Ισραήλ και Κύπρο. Ακολουθώντας αυτή τη διαίρεση θα αρχίσουμε από Δύση – Νότο. Αλλά πριν, θα πούμε δυο λόγια για την ΑΟΖ γενικότερα:

1. Τι πρόσθετο πλεονέκτημα προσφέρει η ΑΟΖ που δεν περιέχεται στην υφαλοκρηπίδα σε σχέση με τους υδρογονάνθρακες; Μάλλον τίποτα. Η υφαλοκρηπίδα επιτρέπει την έρευνα και εκμετάλλευση έως τα 200 ναυτικά μίλια από τα χωρικά ύδατα (Ν. 2321/1995 ΦΕΚ Α 136, Περί Κύρωσης Σύμβασης ΟΗΕ περί Δικαίου Θαλάσσης κ.λπ., δες ιδίως άρθρο 76 και μετά) χοντρικά. Η ΑΟΖ δεν επεκτείνεται περισσότερο. Φυσικά καλύπτει και τη θάλασσα πάνω από το υποθαλάσσιο έδαφος-υπέδαφος, αλλά δεν ενδιαφέρει για τους υδρογονάνθρακες. Μήπως, τουλάχιστον, διασφαλίζει τα δικαιώματά μας καλύτερα;
Ως γνωστόν, η συζήτηση και οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας με την Τουρκία έχει κολλήσει τριάντα ή και παραπάνω χρόνια, γεγονός που εμποδίζει βεβαίως τις έρευνες σε ανατολικό Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο μεταξύ Κρήτης και Κύπρου. Μήπως η ΑΟΖ επιτρέψει να ξεκολλήσουμε από τις αέναες διενέξεις με την Τουρκία; Όχι. Άλλο είναι η ανακήρυξη ΑΟΖ, δικαίωμα μονομερές κάθε χώρας, και άλλο η οριοθέτηση που προκύπτει μέσω διαπραγματεύσεων με τις όμορες χώρες και πιθανή προσφυγή στο αρμόδιο Διεθνές Δικαστήριο σε περίπτωση διαφωνιών.
Λέγεται συχνά πως η Κύπρος ωφελήθηκε από την ανακήρυξη ΑΟΖ, ενώ στην πραγματικότητα ωφελήθηκε από την οριοθέτησή της με Ισραήλ, Αίγυπτο, Λίβανο. Σε τι την ωφέλησε η ανακήρυξη ως προς την Τουρκία; Μήπως εξορύσσει έξω από την Κυρήνεια ή ανοικτά της Αμμοχώστου; Όχι, και ούτε πρόκειται. Συνεπώς τα ίδια οφέλη και προβλήματα που έχουμε μέσω ΑΟΖ θα είχαμε και μέσω υφαλοκρηπίδας.
2. Αν τα παραπάνω είναι σωστά, σε τι αποσκοπεί όλη η φασαρία περί ΑΟΖ; Επιτελεί ένα τετραπλό αρνητικό έργο:
α) Αποπροσανατολίζει τους πολίτες από τα δραματικά προβλήματά τους υποσχόμενη λαγούς με πετραχήλια. Χαρακτηριστικά, τα πιθανολογούμενα οφέλη των υδρογονανθράκων αρχίζουν από τα 200-300 δισ. (ο κ. Κονοφάγος στις 18.12.2012, στην εκπομπή “Φάκελοι” του Σκάι, εννόησε ότι είναι το πιθανότερο ποσό) και καταλήγουν ξεπερνώντας το 1 τρισ. Η διαφορά είναι κολοσσιαία. Το μικρότερο εύρος, με αρχή εκμετάλλευσης σε 10-15 χρόνια και απλωμένο σε 20 περίπου ακόμη χρόνια, προσφέρει ανύπαρκτη ανακούφιση στα τωρινά βάσανά μας και πολύ αμυδρή στα μελλοντικά. Το μεγαλύτερο εύρος, πάλι, θυμίζει Κατάρ ή Κουβέιτ, αλλά μάλλον πρόκειται για υποκινούμενο όνειρο θερινής νυκτός. Αν όλα τα πιθανολογούμενα οφέλη προσφέρονταν σε συσκευασία υφαλοκρηπίδας, ίσως δεν θα έβρισκαν πρόθυμους “αγοραστές”, μιας και όλοι γνωρίζουμε τις αντικειμενικές δυσκολίες που τη συνοδεύουν. Η ΑΟΖ, αντιθέτως, ιδίως αρχικά, πριν αρχίσουν να ακούγονται προειδοποιητικές φωνές ότι δεν περικλείει σημαντικά πλεονεκτήματα, παρουσιάστηκε ως πασπαρτού που θα άνοιγε τις πόρτες του εθνικού μας πλούτου και έτσι βρήκε ευρύ ακροατήριο, διψασμένο για κάποια καλή είδηση επιτέλους.
β) Διευκολύνει τους δανειστές μας με ισχυρά επιχειρήματα για μη περικοπή του χρέους, ως μη βιώσιμο, αλλά εξυπηρετήσιμο σε βάθος χρόνου, λόγω των πιθανολογούμενων υδρογονανθράκων.
γ) Επιτρέπει να γίνουν οι διαπραγματεύσεις για το όποια κοιτάσματά μας με όμορες χώρες και εταιρείες με τους χειρότερους δυνατόν όρους για εμάς, λόγω εξαιρετικής πίεσης και αποδυναμωμένης θέσης μας, και
δ) Μας εμπλέκει στα εκρηκτικά προβλήματα της Μέσης Ανατολής στο πλευρό του Ισραήλ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Θα επανέλθουμε παρακάτω αναλυτικότερα. Προς στιγμήν επιστρέφουμε στην ήδη συμβαίνουσα διαίρεση του εθνικού χώρου μας για έρευνες.
1) Υποθέτουμε ότι δυτικά και νότια η ανακήρυξη και οριοθέτηση ΑΟΖ ή υφαλοκρηπίδας μπορεί να γίνει χωρίς προβλήματα ή με λιγότερα, εν σχέσει με ανατολικά, μιας και Αλβανία και Λιβύη δεν φαίνεται να συμφωνούν τόσο εύκολα όσο παλαιότερα υπετίθετο. Απορία: πώς το διεφθαρμένο, εξαρτημένο και ανυπόληπτο πολιτικό σύστημα της χώρας, που στάθηκε παροιμιωδώς αδιάφορο για τον ορυκτό μας πλούτο για δεκαετίες, τρέχει και δεν φτάνει προσφάτως; Δυστυχώς δεν ενεργεί αθώα και με καλή βούληση. Σκοπός της ξαφνικής βιασύνης είναι η αποφυγή ειλικρινούς αντιμετώπισης της μη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και των συμπερασμάτων που έπονται.
Η πρόσφατη έκθεση της Ντόιτσε Μπανκ περί ύπαρξης πλούτου άνω των 200 δισ. προετοιμάζει το κλίμα. Εξηγούμαστε: είτε υπάρχουν τα αποθέματα (υπάρχουν αξιόλογες ενδείξεις περί αυτού, αν και δεν μπορεί να εκτιμηθεί σοβαρά το ύψος τους στην παρούσα φάση) είτε όχι, η αιφνίδια πρόσφατη ανακίνιση του θέματος εξυπηρετεί στο να δοθεί στον ξένο παράγοντα επαρκής δικαιολογία να μην “κουρευτεί” το άλλως μη εξυπηρετήσιμο χρέος. Από εδώ κι εμπρός, κάθε συζήτηση περί “κουρέματος” μπορεί να αποπέμπεται με αναφορά στον υπό ανακάλυψη πλούτο της χώρας. Επομένως, το πολύ που μπορούμε να περιμένουμε είναι και νέες “διευκολύνσεις”, ιδίως χρονικού περιεχομένου, που θα καλύψουν το κενό μέχρι την έναρξη εκμετάλλευσης, μετά από 10 και πλέον χρόνια (ή, στη λιγότερο πιθανή περίπτωση που δεν υπάρχουν άξια λόγου αποθέματα, μεταφορά της συζήτησης περί “κουρέματος”, παρά την οξύτατη αναγκαιότητά της, μετά από 3-5 χρόνια, όταν θα τεκμηριωθούν τα φτωχά ευρήματα, άρα διατήρηση της χώρας στο μεταξύ στην κατάψυξη υπέρ της γερμανικής ιδίως ελίτ).
Το 10-15ετές χρονικό διάστημα μπορεί να συντμηθεί από τη στιγμή που θα βεβαιωθεί ο πλούτος, με τιτλοποίηση εσόδων, εις βάρος όμως των τελικών εισπράξεων και συνεπώς του μέλλοντός μας. Θα γίνουμε κυνικοί: τόσο η συζήτηση περί φοροδιαφυγής όσο και η αντίστοιχη περί ορυκτού πλούτου καθυστέρησε πολύ ή ήρθε πολύ πρόωρα και όχι τυχαία. Εξυπηρέτησαν το άθλιο πολιτικό μας σύστημα να διατηρήσει τον έλεγχο της χώρας, παραμένοντας ευχάριστο στους μεν εκλογείς ανεχόμενο τη σκανδαλώδη διαχρονικά φοροδιαφυγή, στους δε πάτρωνές του μη εκμεταλλευόμενο τον πλούτο της χώρας, αλλά διαρκώς υπερδανειζόμενο από τις ξένες τράπεζες και υπονομεύοντας το μέλλον μας.
Σήμερα κάνει το οριστικό βήμα: υπερφορολογεί, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να εμφανίσει το χρέος βιώσιμο, βυθίζοντας τη χώρα σε βαθύτατη κρίση, και σπεύδει να αξιοποιήσει ξεχασμένους επί δεκαετίες εθνικούς πόρους ώστε να διευκολύνει τους δανειστές μας να κηρύξουν το χρέος μας εξυπηρετήσιμο. Όταν έπρεπε να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή και να εκμεταλλευθεί τον εθνικό πλούτο, το 1990-2000-2005, και να μην καταχρεώσει τη χώρα, έπραττε τα ακριβώς αντίθετα. Τώρα, πάλι, όταν πριν απ’ όλα πρέπει να διαπραγματευθεί το σημαντικό “κούρεμα” του χρέους και μετά να προχωρήσει σε είσπραξη πόρων, πράττει ακριβώς το αντίθετο: συνεπώς διαχρονικά διατηρεί την εξαρτημένη και αντεθνική λειτουργία του, αν και πλέον με αλλαγμένα πρόσημα. Πολλούς, η αλλαγή προσήμου τους αποπροσανατολίζει και νομίζουν καλοπροαίρετα ότι το πολιτικό κατεστημένο της χώρας άλλαξε: ότι θέλει να καταπολεμήσει τη φοροδιαφυγή και να εκμεταλλευθεί τον εθνικό πλούτο. Λίγη σκέψη όμως πείθει πως συνεχίζει να εξυπηρετεί, με γνώση ή όχι, όπως πάντα, ξένα τραπεζικά και εθνικά συμφέροντα.
Συνοψίζουμε: δυτικά και νότια, το θέμα μας δεν είναι ΑΟΖ ή υφαλοκρηπίδα. Και οι δύο κάνουν τη δουλειά τους. Είναι το γιατί τώρα, γιατί όχι επομένως τα προηγούμενα 10 ή 20 χρόνια, που και πληροφορίες υπήρχαν ένα σωρό και τα έσοδα θα πήγαιναν σ’ εμάς καθιστώντας μας πλούσιους και ανεξάρτητους, με καλύτερες δυνατότητες διαπραγμάτευσης; Γιατί όχι σε 5-6 χρόνια, όπου και πάλι τα έσοδα θα έλθουν σε εμάς, αφού αναγκαία ενδιαμέσως θα “κουρευόταν” το χρέος μας; Είναι τυχαία η επιλογή αυτού του χρονοδιαστήματος; “Όχι βέβαια”, που θα έλεγε και κάποιος υπουργός… Έτσι καταλήγουμε ότι η βιασύνη που πολλοί δείχνουν τελευταία, ενώ φαινομενικά μάς ευνοεί, μας βλάπτει, επί της ουσίας. Τα οικονομικά πάρεργα της πιθανής ανακάλυψης υδρογονανθράκων δεν περιορίζονται στα παραπάνω προβλήματα: στη διεθνή οικονομολογική βιβλιογραφία υπάρχουν δύο όροι: η “ολλανδική νόσος” και η “κατάρα των πόρων”, αναφερόμενοι σε σημαντικές παραγωγικές διαστρεβλώσεις και αναπτυξιακή καχεξία που η ανακάλυψη φυσικών πόρων μπορεί να προκαλέσει στη χώρα όπου βρέθηκαν. Δυστυχώς, ο χώρος εδώ δεν επαρκεί για περαιτέρω ανάλυση.
2) Στα ανατολικά, τα πράγματα είναι πολύ πιο μπερδεμένα, μιας και υπεισέρχονται δύο τουλάχιστον κρίσιμοι και δραστήριοι παράγοντες: η Τουρκία και το Ισραήλ και φυσικά πίσω τους οι ΗΠΑ, με φόντο τις αραβικές χώρες, που σύντομα θα πάψουν να παίζουν αυτόν τον ρόλο. Εδώ οι λόγοι δεν είναι πλέον μόνο, ή κυρίως, οικονομικοί, αλλά τουλάχιστον εξίσου γεωπολιτικοί. Είναι δύσκολο να διευκρινίσουμε ικανοποιητικά το θέμα, το οποίο άλλωστε δεν κατανοούμε και πλήρως. Τα οικονομικά μειονεκτήματα τού να προχωρήσουμε σε διαπραγματεύσεις και σε διεθνή δικαστήρια με την Τουρκία, την Αίγυπτο του ισλαμιστή Μούρσι, ακόμη και με τη Λιβύη των Αμερικανών αχυρανθρώπων, είναι σαφή. Η χώρα προσέρχεται στη διαπραγμάτευση σε κατάστασης έσχατης ανάγκης και ένδειας. Τι βάρος διαθέτει; Συνδυασμένα και με τα μνημονιακά χρέη μας, για τα οποία μιλήσαμε παραπάνω, δεν κατανοούμε τους λόγους της παρούσας βιασύνης.
Για τα γεωπολιτικά παιχνίδια, τα πράγματα είναι πολύ σκοτεινότερα: Μήπως ΗΠΑ και Ισραήλ, σπρώχνοντάς μας σε ανακήρυξη της άγνωστης σχετικά ΑΟΖ στα ανατολικά, με τα δήθεν πλεονεκτήματά της έναντι της γνωστής και δοκιμασμένης υφαλοκρηπίδας, με τα δοκιμασμένα υπαρκτά μειονεκτήματά της, μας ωθούν σε σύγκρουση με την Τουρκία (όχι κατ’ ανάγκην ή το πιθανότερο πολεμική) ώστε να της προσφέρουν κάποια ανταλλάγματα εις βάρος μας, έναντι της στάσης της σε Συρία, Ιράν, Λίβανο, Λιβύη κ.λπ.; Ή ακόμη να τη διευκολύνουν να αποδεχθεί ένα, α λα Ιράκ, ημιανεξάρτητο κουρδικό κρατίδιο στη βόρεια Συρία; Είναι γνωστό βέβαια ότι τη διαπερνούν ρίγη μόνο στη σκέψη του, αφού αποτελεί το πιθανότερο μεσοστάδιο ανακήρυξης αντίστοιχης οντότητας στα δικά της νοτιοανατολικά εδάφη.
Και δεν γνωρίζουμε τίποτα για την Κύπρο, τα σχέδια για ένα νέο Ανάν εκεί και τον ρόλο που θα παίξουν τα φυσικά αέρια, ώστε να πέσει στην παγίδα η πιεζόμενη στο μεταξύ από τη μνημονιακή κατοχή Κύπρος. Οι επισπεύδοντες ΑΟΖολογούντες ξεκαθαρίζουν ότι οποιαδήποτε κίνησή μας στα ανατολικά δεν έχει κανένα νόημα αν δεν συμφωνηθεί εκ των προτέρων με Ισραήλ – ΗΠΑ. Από πού αντλούν τη βεβαιότητα για τις προθέσεις των ανωτέρω; Τους θυμίζουμε εδώ την Κύπρο το 1974 και τη Γεωργία πρόσφατα.
Αλλά ας δεχτούμε προς στιγμήν την απόλυτη καλή πρόθεσή τους. Αυτή έρχεται με ένα ξεκάθαρο αντάλλαγμα, το οποίο δεν κρύβουν οι ΑΟΖολόγοι: τη μόνιμη, στρατηγική σύνδεσή μας με το Ισραήλ, σε βάθος μίας ή δύο γενεών, όπου θα κληθούμε να προσφέρουμε στρατηγικό βάθος στην αντιπαράθεσή του με τα αραβικά και μουσουλμανικά κράτη. Συνειδητοποιούμε, άραγε, έστω και κατ’ ελάχιστον, τι σημαίνει αυτό; Αντιλαμβανόμαστε, άραγε, πού οδηγούμε τη χώρα εμπλεκόμενοι στα γεωπολιτικά και πολεμικά παίγνια μιας περιοχής που απειλεί να αναφλέξει ολόκληρο τον πλανήτη; Έχουμε, στοιχειωδώς έστω, συζητήσει πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα, αλλά και δυνατότητες χειρισμού του όλου πράγματος, πριν διαβούμε τον Ρουβίκωνα; Και όλα αυτά γιατί; Για ποια αβέβαια οφέλη θέτουμε τη χώρα στο επίκεντρο της πυριτιδαποθήκης του κόσμου;
Χρόνια πριν, ο Χουάν Αλφόνσο, Βενεζουελάνος υπουργός στα δύο μικρά, προ Τσάβες, δημοκρατικά ιντερλούδια της χώρας, και εκ των ιδρυτών του ΟΠΕΚ, έλεγε: “Δέκα, είκοσι χρόνια από σήμερα, θα το δείτε: τα πετρέλαια θα μας ρημάξουν, είναι τα σκατά του διαβόλου”.
Στη χώρα μας σήμερα κινδυνεύουμε να πάθουμε τα ίδια, όχι τόσο από τα πετρέλαια, αλλά από τον λόγο περί αυτών. Σύνεση, επομένως, και πάλι σύνεση χρειάζεται, προσοχή μεγάλη στην πιθανή φάκα πίσω από το κάθε καινούργιο τυρί (ή μάλλον λόγο περί τυριού) που τόσο ξαφνικά γέμισε το πιάτο μας…
Αυγή

Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις που αφορούν τα εθνικά θέματα, τις διεθνείς σχέσεις, την εξωτερική πολιτική, τα ελληνοτουρκικά και την εθνική άμυνα.
Ακολουθήστε το infognomonpolitics.gr στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Facebook

Ακολουθήστε τον Σάββα Καλεντερίδη στο Twitter

Εγγραφείτε στο κανάλι του infognomonpolitics.gr στο Youtube

Εγγραφείτε στο κανάλι του Σάββα Καλεντερίδη στο Youtube