Οφέλη και κόστος από τις σχέσεις με Ισραήλ
Στο τέλος ενός καυτού Ιουλίου η «αραβική άνοιξη» δίνει την εντύπωση ότι ασθμαίνει και ότι έχει απολέσει τον αρχικό δυναμισμό της. Η διαπίστωση αυτή έρχεται να συνδεθεί με παλαιότερες αναλύσεις μας στο ΚΕΜΜΙΣ, οι οποίες είχαν επισημάνει ότι η διαδικασία μετάβασης σε μια φιλελεύθερη αλλά όχι πλήρως δημοκρατική κοινωνία θα είναι μακρά, με οπισθοδρομήσεις και αντιφάσεις.
Η πρώτη αντίφαση συνίσταται στον ρόλο του στρατού. Στην Αίγυπτο και στην Τυνησία είναι βέβαιο ότι ο στρατός δεν επιθυμούσε την άμεση ή έμμεση διατήρηση της δυναστείας Μουμπάρακ και Μπεν Άλι, αλλά ήθελε να εξασφαλίσει τον κομβικό του ρόλο στην πορεία της χώρας ως εγγυητή όχι μόνο των πολιτικών πραγμάτων αλλά και της οικονομικής ζωής όπου το στράτευμα διατηρεί σημαντικά συμφέροντα. Από την άλλη πλευρά, η στρατιωτική ελίτ δεν επιθυμεί την ενεργό συμμετοχή της στην καθημερινή διακυβέρνηση. Για να συμβεί αυτό, πρέπει να αναζητήσει συμμάχους στις πολιτικές δυνάμεις. Από αυτές μόνο οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αποτελούν ισχυρή δύναμη με πολιτικό λόγο και στρατηγική. Οι νεολαιίστικες πρωτοβουλίες της πλατείας Ταχρίρ δεν θεωρούνται ισχυρός πολιτικός πόλος. Κατά συνέπεια, ο στρατός είναι αναγκασμένος να διατηρεί μια «λυκοσυμμαχία» με τους Αδελφούς αναβάλλοντας τις κρίσιμες εκλογές μήπως συγκροτηθεί κάποια νέα πολιτική δύναμη ως αντίβαρο.
Άλμα στο κενό; ΓΕΝΙΚΑ,αν δεν επαληθευτούν οι όποιες προσδοκίες της, η Ελλάδα, με τη στάση της στο θέμα του στολίσκου, θα έχει απολέσει χωρίς αντίτιμο ένα σημαντικό ηθικό πλεονέκτημα που διαθέτει στην Ανατολική Μεσόγειο. Αν και δεν προβλέπεται επιδείνωση των σχέσεων με τις αραβικές κυβερνήσεις στο άμεσο μέλλον, καθώς αυτές δεν ενδιαφέρονται για τον στολίσκο, η Αθήνα κινδυνεύει να χάσει την ικανότητα να εμφανίζεται ως φερέγγυος συνομιλητής. Άλλωστε και οι επαφές του πρωθυπουργού με τον πρόεδρο της Παλαιστινιακής Αρχής, Μαχμούντ Αμπάς, και την ομάδα του, βρίσκονται πια πίσω από τις περιφερειακές εξελίξεις. Αυτός ο σχηματισμός εξουσίας δεν πρόκειται να είναι ο σχηματισμός εξουσίας του άμεσου μέλλοντος στα Παλαιστινιακά Εδάφη. Υπάρχει μια νεώτερη γενιά της Φατάχ που αναμένει να αναλάβει μετά τον Αμπάς, υπάρχει η Χαμάς, υπάρχει το ερώτημα της ανακήρυξης της παλαιστινιακής ανεξαρτησίας το φθινόπωρο και μία κυοφορούμενη «παλαιστινιακή άνοιξη» της νεολαίας.
Η πολιτική της Ελλάδας στην περιοχή δεν είναι δυνατόν να αποτελεί αντίδραση στις επιλογές τρίτων δυνάμεων. Δεν χρειάζεται να περιμένουμε να έχει κακές σχέσεις η Τουρκία με οποιαδήποτε χώρα για να καλλιεργήσουμε τις σχέσεις μας μαζί της. Θα έπρεπε να μας είχαν γίνει μαθήματα τα προηγούμενα των σχέσεων με τη Συρία και το Ιράν. Η Ελλάδα με τη σιδερένια μπάλα του χρέους και της ύφεσης στο πόδι ακολουθεί, για άλλη μια φορά, μονοδιάστατη πολιτική, εναγκαλιζόμενη την πιο συντηρητική και αδιάλλακτη ισραηλινή κυβέρνηση μετά το 1993. Αν αυτή η επιλογή φέρει σημαντικές επενδύσεις, πραγματική μεταφορά τεχνολογίας και επιρροή στα διεθνή οικονομικά κέντρα της Ουάσινγκτον και της Νέας Υόρκης, τότε το όφελος ίσως καλύπτει το κόστος. Αν όχι, τότε χωρίς περιφερειακά ερείσματα η ελληνική πολιτική θα έχει κάνει ένα άλμα στο κενό.
ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ 25/09/2011